Η Motown είναι αμερικανική δισκογραφική εταιρεία. Ιδρύθηκε από τον Μπέρι Γκόρντι Τζούνιορ (Berry Gordy, Jr.) ως Tamla Records στις 12 Ιανουαρίου 1959[2][3] και πήρε τη μορφή νομικού πρόσωπου ως Motown Record Corporation στις 14 Απριλίου 1960, στην πόλη Ντιτρόιτ της πολιτείας Μίσιγκαν. Το όνομά της, συνδυασμός των λέξεων Motor και Town, έγινε επίσης παρωνύμιο του Ντιτρόιτ.

Το λογότυπο της εταιρίας
Το κτήριο που στεγάστηκε αρχικά η έδρα της Motown, στο Ντιτρόιτ, από το 1959 έως το 1968. Το 1985 έγινε το μουσείο "Motown Historical Museum".[1]

Η Motown έπαιξε σημαντικό ρόλο στην φυλετική ενσωμάτωση της λαϊκής μουσικής ως μία δισκογραφική εταιρεία αφρο-αμερικανικής ιδιοκτησίας που είχε ευρεία επιτυχία. Στη δεκαετία 1960, η Motown και οι θυγατρικές της εταιρείες (συμπεριλαμβανομένης της Tamla Motown, επωνυμίας που χρησιμοποιούσε εκτός Η.Π.Α.) ήταν αυτές που εισήγαγαν πιο επιτυχημένα τον ήχο που έγινε γνωστός ως ο Ήχος Motown, ένα είδος σόουλ μουσικής με διακριτή επιρροή από την ποπ μουσική (pop music). Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 1960, πέτυχε θεαματική επιτυχία για μία μικρή δισκογραφική εταιρεία: 79 επιτυχίες στις Δέκα Πρώτες Επιτυχίες (Top Ten) του Billboard Hot 100 μεταξύ 1960 και 1969[4].

Κατόπιν των γεγονότων της Εξέγερσης του Ντιτρόιτ το 1967 και την απώλεια των συνθετών Eddie Holland, Lamont Dozier και Brian Holland (οι οποίοι έφυγαν από τη δισκογραφική λόγω δυσαρέσκειας από την απόκλιση επιτυχίας - αμοιβής τους), ο Γκόρντι μετέφερε τη Motown στο Λος Άντζελες το 1972, όπου παρέμεινε ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία έως τον Ιούνιο του 1988. Τότε, ο Γκόρντι ανακοίνωσε ότι αποσύρεται από τη μουσική βιομηχανία έχοντας απορροφηθεί στον τρόπο ζωής του Χόλιγουντ και έχοντας ήδη κυκλοφορήσει δύο κινηματογραφικές ταινίες: Το Ίνδαλμα (Mahogany, 1975) με πρωταγωνίστρια τη Νταϊάνα Ρος και τη βιογραφία της Μπίλι Χόλιντεϊ, Η Κυρία Τραγουδά τα Μπλουζ (Lady Sings the Blues, 1972). Η εταιρεία τότε πωλήθηκε στη δισκογραφική MCA. Το 1994 πωλήθηκε στην PolyGram, πριν πωληθεί εκ νέου στη διάδοχο τής MCA, Universal Music Group, όταν αυτή εξαγόρασε την PolyGram το 1999[2].

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 2000, η Motown ήταν μέρος των Universal Motown και Universal Motown Republic Group, θυγατρικών της Universal Music, και είχε την έδρα της στη Νέα Υόρκη. Από το 2011 έως το 2014, ήταν μέρος της The Island Def Jam Music Group, τμήμα της Universal Music[5][6]. Την 1η Απριλίου 2014, η Universal Music Group ανακοίνωσε τη διάλυση της Island Def Jam· επακολούθως η Motown επανεγκαταστάθηκε στο Λος Άντζελες για να λειτουργήσει υπό τον όμιλο Capitol Music Group. Τώρα είναι εγκατεστημένη στον Πύργο της Capitol (Capitol Tower)[7], στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνια.

Για πολλές δεκαετίες, η Motown ήταν η πιο κερδοφόρα αφρο-αμερικανική επιχείρηση στις Η.Π.Α.[8]

Ο Ήχος Motown Επεξεργασία

Η Motown ειδικευόταν σε έναν τύπο σόουλ μουσικής τον οποίον ανέφερε με το σήμα "Ο Ήχος Motown" (The Motown Sound). Κατασκευασμένος έτσι ώστε να είναι ελκυστικός ηχητικά προς το κοινό, ο Ήχος Motown χρησιμοποιούσε τυπικά το ντέφι (tambourine) για να τονίσει το 2 και το 4 του ρυθμού 4/4 (backbeat), προεξέχουσες και συχνά μελωδικές νότες ηλεκτρικού μπάσου, διακριτές δομές μελωδίας και συγχορδιών και ένα στυλ τραγουδιού κλήσης-ανταπόκρισης (call-and-response) που είχε τις ρίζες του στη μουσική γκόσπελ. Το 1971, ο Τζον Λάνταου (Jon Landau) έγραψε στο Rolling Stone ότι ο ήχος αποτελείτο από τραγούδια απλών δομών αλλά εκλεπτισμένων μελωδιών, μαζί με ένα σχέδιο ρυθμού 4/4, τακτική χρήση πνευστών και εγχόρδων και "ένα υψηλών συχνοτήτων είδος μίξης που δίνει στο τελικό προϊόν ένα διακριτό ήχο, αποτελεσματικό για αναμετάδοση στο ραδιόφωνο"[9]. Ποπ τεχνικές όπως η χρήση εγχόρδων ή πνευστών ορχηστρικών τμημάτων και προσεκτικά τοποθετημένων φωνητικών στο βάθος, χρησιμοποιούνταν επίσης. Οι σύνθετες ενορχηστρώσεις και τα περίτεχνα μελίσματα στα φωνητικά ριφ (riff) αποφεύγονταν[10]. Οι παραγωγοί της Motown πίστευαν ακλόνητα στην "αρχή KISS" (Keep It Simple, Stupid)[11]. Παρά την ανάπτυξη της λαϊκής μουσικής που έγραφαν και εκτελούσαν μαύροι καλλιτέχνες, τα τραγούδια δε γίνονταν δημοφιλή ή αναγνωρίσιμα αν οι εκτελέσεις δε γίνονταν από λευκούς καλλιτέχνες. Όμως, ο Ήχος Motown έγινε ξεχωριστά μοναδικός ώστε ήταν αδύνατο στους λευκούς καλλιτέχνες να τον αναπαράγουν και έτσι ήταν προτιμητέος από τις τροποποιημένες ερμηνείες.

Η διαδικασία παραγωγής της Motown έχει περιγραφεί ως εργοστασιακού τύπου. Τα στούντιο Χίτσβιλ (Hitsville) παρέμεναν ανοικτά και σε λειτουργία 22 ώρες την ημέρα και οι καλλιτέχνες που έλειπαν σε περιοδεία επί εβδομάδες, επέστρεφαν στο Ντιτρόιτ για να ηχογραφήσουν όσα δυνατόν περισσότερα τραγούδια και αμέσως μετά πήγαιναν πάλι να περιοδεύσουν. Ο Μπέρι Γκόρντι συγκαλούσε συναντήσεις ελέγχου ποιότητας κάθε Παρασκευή πρωί και ασκούσε βέτο για να διασφαλίσει ότι μόνο το καλύτερο υλικό και οι καλύτερες εκτελέσεις θα κυκλοφορούσαν. Πολλά τραγούδια που αργότερα έγιναν σημαντικές και εμπορικές επιτυχίες είχαν αρχικά απορριφθεί από τον Γκόρντι· δύο από τις πιο αξιοσημείωτες αυτές περιπτώσεις είναι δύο τραγούδια του Μάρβιν Γκέι, τα I Heard It Through the Grapevine και What's Going On.

Πολλά από τα πιο γνωστά τραγούδια της Motown, συμπεριλαμβανομένων όλων των πρώιμων επιτυχιών των The Supremes, γράφτηκαν από το τρίο των Χόλαντ-Ντόζιερ-Χόλαντ (Lamont Dozier και αδελφοί Brian και Eddie Holland). Άλλοι σημαντικοί παραγωγοί και τραγουδοποιοί ήταν οι Norman Whitfield, William "Mickey" Stevenson, Σμόκι Ρόμπινσον, Barrett Strong, Nickolas Ashford & Valerie Simpson, Frank Wilson, Pamela Sawyer & Gloria Jones, James Dean & William Weatherspoon, Johnny Bristol, Harvey Fuqua, Gil Askey, Στίβι Ουόντερ και ο ίδιος ο Γκόρντι.

Το στυλ που δημιουργήθηκε από τους μουσικούς της Motown είχε μεγάλη επίδραση σε διάφορους εκτός Motown καλλιτέχνες της δεκαετίας 1960, όπως η Ντάστι Σπρίνγκφιλντ και οι The Foundations. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Ήχος Motown έγινε η βάση του ρεύματος της βόρειας σόουλ (northern soul). Ο Σμόκι Ρόμπινσον είπε ότι ο Ήχος Motown είχε λίγο να κάνει με το Ντιτρόιτ:

Οι άνθρωποι θα άκουγαν και θα έλεγαν "Α, χρησιμοποιούν περισσότερο μπάσο. Ή χρησιμοποιούν περισσότερα κρουστά". Βλακείες. Όταν πρωτο-επιτύχαμε, οι άνθρωποι έρχονταν από τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, τη Μομπίλ της Αλαμπάμα. Από τη Νέα Υόρκη, το Σικάγο, την Καλιφόρνια. Από παντού. Απλά για να ηχογραφήσουν στο Ντιτρόιτ. Νόμιζαν ότι είναι στον αέρα, ότι αν έρχονταν στο Ντιτρόιτ και ηχογραφούσαν στο δρόμο, θα έβγαζαν τον ήχο της Motown. Ακούστε, για εμένα ο ήχος της Motown δεν είναι ένας ήχος που ακούς. Είναι πνευματικός και προέρχεται από τους ανθρώπους που τον κάνουν πραγματικότητα. Αυτό που άλλοι άνθρωποι δεν συνειδητοποίησαν είναι ότι απλά είχαμε ένα στούντιο εκεί, αλλά ηχογραφούσαμε στο Σικάγο, στο Νάσβιλ, στη Νέα Υόρκη, στο Λος Άντζελες - σχεδόν σε κάθε μεγάλη πόλη. Και ακόμη έχουμε τον ήχο.[12]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. «Motown Museum -». Motown Museum (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 1 Ιανουαρίου 2017. 
  2. 2,0 2,1 Cruz, Gilbert (2009-01-12). «Motown». Time. ISSN 0040-781X. http://content.time.com/time/arts/article/0,8599,1870975,00.html. Ανακτήθηκε στις 2017-01-01. 
  3. «History | Classic Motown» (στα αγγλικά). Classic Motown. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-01-11. https://web.archive.org/web/20170111215256/http://classic.motown.com/history/. Ανακτήθηκε στις 2017-01-01. 
  4. Gillett, Charlie (1971). The Sound of the City. Sphere Books. σελ. 247. 
  5. «Ethiopia Habtemariam Named Senior Vice President of Motown Records». Billboard. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-07-02. https://web.archive.org/web/20170702051335/http://www.billboard.com/biz/articles/news/1176668/ethiopia-habtemariam-named-senior-vice-president-of-motown-records. Ανακτήθηκε στις 2017-01-01. 
  6. Sisario, Ben. «A Young Music Executive Takes Over at Motown». Media Decoder Blog. http://mediadecoder.blogs.nytimes.com/2011/08/10/a-young-music-executive-takes-over-at-motown/?_r=0. Ανακτήθηκε στις 2017-01-01. 
  7. «A revitalized Capitol Records forges a new path forward». 
  8. African-American Heroes & Heroines: 150 True Stories of African-American Heroism. Frederick Fell Publishers. 1998. σελ. 112. ISBN 978-0-8119-0869-6. 
  9. «The Motown Story». Rolling Stone. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2021-12-14. https://web.archive.org/web/20211214230027/https://www.rollingstone.com/music/music-features/the-motown-story-how-berry-gordy-jr-created-the-legendary-label-178066/. Ανακτήθηκε στις 2017-01-01. 
  10. Chin, Brian & David Nathan, "Reflections Of..." The Supremes [CD boxed-set liner notes] (New York: Motown Record Co./Universal Music, 2000).
  11. Williams, Otis & Patricia Romanowski, Temptations (Lanham, MD: Cooper Square, 1988; updated 2002). ISBN 0-8154-1218-5, p. 157.
  12. Hirshey, Gerri (1994) [1984]. Nowhere to Run: The Story of Soul Music. New York: Da Capo Press. σελ. 187. ISBN 0-306-80581-2.