Το αγρινό (γνωστό και ως μουφλόν) είναι είδος άγριου προβάτου και ανήκει στην οικογένεια Αιγώδη. Θεωρείται ο ένας από τους δύο προγόνους όλων των σημερινών εξημερωμένων προβάτων[1]. Τα χρώματά του είναι συνήθως καφέ και κόκκινο. Τα αρσενικά έχουν πάντοτε κέρατα, ενώ τα θηλυκά μπορεί να έχουν ή να μην έχουν. Τα κέρατά τους κάνουν μια σχεδόν πλήρη περιστροφή και έχουν μήκος περίπου 85 εκατοστά.

Αγρινό
Ασιατικό αγρινό (Οvis orientalis)
Ασιατικό αγρινό (Οvis orientalis)
Κατάσταση διατήρησης
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Θηλαστικά (Mammalia)
Τάξη: Αρτιοδάκτυλα (Artiodactyla)
Οικογένεια: Βοοειδή (Bovidae)
Υποοικογένεια: Αιγώδη (Caprinae)
Γένος: Πρόβατον (Ovis)
Είδος: O. orientalis
Διώνυμο
Ovis orientalis (Πρόβατον ο ανατολικός)
Λινναίος, 1758
Συνώνυμα

Π. ο κριός (O. aries)
Π. ο μούσμων (Ovis musimon)
Ovis gmelini

Γεωγραφική εξάπλωση

Επεξεργασία

Η προέλευση του αγρινού είναι η Νοτιοδυτική Ασία, όπου υπάρχει το ασιατικό αγρινό (Πρόβατον ο ανατολικός - Ovis orientalis). Εισήχθηκαν στα νησιά της Κορσικής, της Σαρδηνίας, της Ρόδου και της Κύπρου κατά τη νεολιθική εποχή, πιθανόν ως εξημερωμένα ζώα, όπου εγκλιματίστηκαν τις τελευταίες μερικές χιλιάδες χρόνια στην ορεινή ενδοχώρα των νησιών αυτών. Από αυτά προέκυψε το είδος ευρωπαϊκό αγρινό (Π. ο μούσμων - O. musimon ή Π. ο άμμων - O. ammon). Στην Κύπρο το αγρινό έγινε ενδημικό είδος (δηλαδή ανέπτυξε διαφοροποίηση) το Κυπριακό αγρινό (Πρόβατον ο ανατολικός ο οφίων - Ovis orientalis ophion). Ο αριθμός του Κυπριακού αγρινού απαριθμείται στις 3.000. Εισήχθηκαν με επιτυχία σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης, όπως τη Γερμανία, την Αυστρία, την Τσεχία, τη Σλοβακία, την Ουγγαρία, τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, ακόμη και σε βόρειες χώρες όπως τη Φινλανδία.

Συστηματική ταξινόμηση και υποείδη

Επεξεργασία

Δεν υπάρχει ομοφωνία ανάμεσα στους ειδικούς για την επιστημονική ταξινόμηση του αγρινoύ,[2] ωστόσο το ευρωπαϊκό αγρινό μπορεί να θεωρηθεί ως Πρόβατον ο μούσμων (Ovis musimon) ή Πρόβατον ο άμμων ο μούσμων (Ovis ammon musimon). Διακρίνονται πέντε υποείδη αγρινού

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Hiendleder S, Kaupe B, Wassmuth R, Janke A. (2002). «Molecular analysis of wild and domestic sheep questions current nomenclature and provides evidence for domestication from two different subspecies». Proceedings. Biological sciences, The Royal Society of London (δημοσιεύτηκε 7 Μαΐου 2002). Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2006. 
  2. Tonda, J. (2002). «"Ovis ammon"». Animal Diversity Web. Ανακτήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 2005.