Συντεταγμένες: 41°3′0″N 29°0′36″E / 41.05000°N 29.01000°E / 41.05000; 29.01000

Το Ανάκτορο Γιλντίζ (τουρκικά: Yıldız Sarayı), από την τουρκική λέξη «γιλντίζ» που σημαίνει «άστρο», είναι συγκρότημα κτιρίων και κήπων, άλλοτε και κατοικία σουλτάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, στην ομώνυμη περιοχή του σημερινού δήμου Μπεσίκτας.

Ανάκτορο Γιλντίζ
Χάρτης
Είδοςανάκτορο και αξιοθέατο
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°2′58″N 29°0′40″E
Διοικητική υπαγωγήΜπεσίκτας
ΤοποθεσίαΓιλντίζ
ΧώραΤουρκία
Έναρξη κατασκευής1790
ΑρχιτέκτοναςΡαϊμόντο Ντ'Αρόνκο
Προστασίαενδεικτικός κατάλογος Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς (από 2015)[1]
Commons page Πολυμέσα

Η περιοχή που καλύπτει το ανάκτορο Γιλντίζ, άλλοτε δασικός κυνηγότοπος, που είχε περιέλθει στο θησαυροφυλάκιο της Αυτοκρατορίας (δημοσίων κτημάτων) επί σουλτάνου Σουλεϊμάν Α΄ του Μεγαλοπρεπούς, ξεκίνησε να διαμορφώνεται από την εποχή του Μαχμούτ Β΄, ο οποίος ανήγειρε κυνηγητικό περίπτερο, το Γιλντίζ Κιοσκ , που έδωσε την ονομασία από τη μαγευτική θέα που παρείχε του Βοσπόρου, της ασιατικής ακτής, της Προποντίδας καθώς και της Κωνσταντινούπολης. Το 1844 ο Σουλτάνος Αμπντούλ Μετζίτ Α΄ κατεδάφισε το Γιλντίζ κιόσκ και στη θέση του έκτισε νέο μεγαλύτερο στο οποίο χρησιμοποιούσε ως χώρο διασκέδασης. Όταν ανήλθε στον θρόνο ο αδελφός του, ο Αμπντούλ Αζίζ επεξέτεινε τον κήπο περιλαμβάνοντας και τα τσιφλίκια - κήπους Καζαντζίογλου και Καπουτζίμπας, μετατρέποντάς το έτσι στον μεγαλύτερο σουλτανικό κήπο της Αυτοκρατορίας. Ανερχόμενος αργότερα στο θρόνο ο σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ (1876-1909), (γιος του Αμπντούλ Μετζίτ Α΄ και ανεψιός του προηγουμένου), κατεδάφισε την έπαυλη του πατέρα του και στη θέση του ανήγειρε νέο ανάκτορο το καλούμενο Μαμπεΐν Κιοσκ πέριξ του οποίου και κατόπιν σχετικής διαμόρφωσης ανεγέρθηκαν πλείστα κτίρια που συνθέτουν σήμερα το συγκρότημα Γιλντίζ. Ο λόγος για τον οποίο ο Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ επέλεξε και έχτισε στο κήπο του Γιλντίζ το νέο ανάκτορο της αυτοκρατορίας, ήταν αφενός μεν η νέα ιδέα που κυριαρχούσε τότε, ο κάθε σουλτάνος να μη διαμένει ούτε ν' ασκεί εξουσία από πατρογονικό ανάκτορο, δίνοντας έτσι εικόνα ανεξαρτησίας από το παρελθόν, αφετέρου δε από φόβο για τη ζωή του, που άρχισε να τον κυριεύει λίγα χρόνια μετά την ανάρρησή του θεωρώντας πως στο ανάκτορο Ντολμάμπαχτσε θα ήταν περισσότερο ευάλωτος, λόγω της γειτνίασής του με τον Βόσπορο. Η άποψη αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι όλο τον χρόνο της βασιλείας του τον διήλθε εντός αυτού του ανακτόρου.

 
Το Σαράι-ι Χουμαγιούν ή Μπουγιούκ Μαμπεΐν, το κυρίως ανάκτορο του Γιλντίζ

Τους κήπους του ανακτόρου επιμελήθηκαν Γερμανοί, Ιταλοί και Γάλλοι ειδικοί, ενώ τα αρχιτεκτονικά σχέδια ανήκαν στους ελληνικής καταγωγής, τότε Ρωμιούς, αρχιτέκτονα Βασιλάκη Μπέη (Ιωαννίδη), τον Νικολάκη Τζελέπη Εφένδη, τον Αρμένη Σαρκίς Μπαλιάν, τον Ιταλό αρχιτέκτονα Ραϊμόντο ντ' Αρόνκο, καθώς και τον Γάλλο στρατηγό Μπερλιέ ως αρχιμηχανικός της οχύρωσης του χώρου. Το σύμπλεγμα περιλαμβάνει πολυάριθμα κτίρια και οικίσκους που οικοδομήθηκαν με συνεχείς ανακαινίσεις, επεκτάσεις και προσθήκες με συνέπεια να συνιστά ένα αλλοπρόσαλλο σύμπλεγμα αρχιτεκτονικής δυσαρμονίας, συνολικού εμβαδού, με όλους τους βοηθητικούς χώρους και τους κήπους, 500.000 τ.μ. κατατάσσοντάς το, δεύτερο σε έκταση ανάκτορο της Κωνσταντινούπολης. Μια γέφυρα συνδέει το ανάκτορο Γιλντίζ με το παραλιακό ανάκτορο Σιραγάν.

Περιγραφή

Επεξεργασία

Η περιγραφή του συγκροτήματος Γιλντίζ καταδεικνύει όχι μόνο τους φόβους του Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ αλλά και τα διάφορα ενδιαφέροντά του, επίσημα και ιδιωτικά, πέρα από το καθημερινό βαρύ πρόγραμμα που ακολουθούσε.

Πύλες του Γιλντίζ

Επεξεργασία

Καταρχήν επί της βασιλείας του το συγκρότημα είχε αναπτυχθεί κοντά στο βορειοδυτικό άκρο του όλου κτήματος έχοντας τρεις επίσημες πύλες (εισόδους - εξόδους).

  1. Η μικρή πύλη, η λεγόμενη "κιουτσούκ-καπού" ή κιουτσουκαπού, που παρέμενε ανοικτή συνηθέστερα μέχρι το μεσονύκτιο και χρησιμοποιούσε το στρατιωτικό και πολιτικό (διοικητικό και υπηρετικό) προσωπικό του συγκροτήματος καθώς και επισκέπτες που αιτούσαν άδεια εισόδου παραμένοντας σε παρακείμενο οίκημα (καπίτζι κιόσκ).
  2. Η πύλη της βασιλομήτορος, η λεγόμενη "Βαλιντέ-καπουσού", ή "Βαλιντεκαπουσού" που άνοιγε μόνο για τη διέλευση της βασιλομήτορος, των σουλτανικών συζύγων, πριγκίπων και πριγκιπισσών, του μεγάλου βεζίρη, τιτλούχων ανωτάτων στρατιωτικών, διαπιστευμένων πρεσβευτών και επίσημων ξένων. Συνηθέστερα οι διερχόμενοι την πύλη αυτή ήταν εφοδιασμένοι με μόνιμη άδεια εισόδου, εκτός των τελευταίων, και
  3. Η μεγάλη πύλη του σουλτάνου, η λεγόμενη "Σουλτανάτ-καπουσού" που άνοιγε μόνο για τον Σουλτάνο και την ακολουθία του κατά τις διάφορες τελετές. Η Σουλτανάτ-καπουσού φέρεται σήμερα ως έμβλημα του δήμου Μπεσίκτας.

Και οι τρεις πύλες φυλάσσονταν από ισχυρά αποσπάσματα της ανακτορικής φρουράς, που ιεραρχούνταν ανάλογα της εισόδου, με ανώτερη της Σουλτανάτ-καπουσού. Η ιεράρχηση αυτή σε συνδυασμό με φυλετικές διακρίσεις αρκετές φορές είχε δημιουργήσει έντονες συμπλοκές. Σημειώνεται ότι η φρουρά του Γιλντίζ στελεχωνόταν από Αλβανούς, Σύρους και αργότερα Κούρδους στρατιώτες.

Περίβολοι του Γιλντίζ

Επεξεργασία

Το συγκρότημα Γιλντίζ περιτειχιζόταν από τρεις οχυρωματικούς περιβόλους τον ενδότερο, τον εσωτερικό και τον εξωτερικό, και οι τρεις έργα του στρατηγού Μπερλιέ, δημιουργώντας έτσι τρεις ζώνες εκτός τον εξωτερικό τεράστιο κήπο που και αυτός περιτειχιζόταν από χαμηλό τοίχο.

  1. Ο ενδότερος περίβολος είχε ύψος περί τα 10 μέτρα και περιτείχιζε την κατοικία του σουλτάνου, τον γυναικωνίτη και τον σουλτανικό κήπο
  2. Ο εσωτερικός περίβολος, χαμηλότερος του προηγουμένου, περιτείχιζε όλα τα επίσημα και σημαντικότερα κτίσματα του συγκροτήματος. Τον περίβολο αυτόν φύλαγαν και περιπολούσαν Αλβανοί τυφεκιοφόροι.
  3. Ο εξωτερικός περίβολος, ακόμα χαμηλότερος του προηγουμένου, περιτείχιζε το στρατόπεδο της φρουράς, δύναμης δύο συνταγμάτων, με τις απαραίτητες εγκαταστάσεις, το διαμορφωμένο οροπέδιο σε πεδίο του Άρεως και το τζαμί ανατολικά, και δυτικά τα νοσοκομεία και ένα πλήθος εργαστηρίων και βιοτεχνιών, που κάλυπταν τις ανάγκες του συγκροτήματος.

Για τους περιβόλους του Γιλντίζ είχαν αναπτυχθεί στην εποχή τους διάφοροι θρύλοι που επί το πλείστον ήταν ανυπόστατοι, όπως π.χ. ότι προστατεύονταν εσωτερικά από λάκκους με φίδια, ή ότι κάποια δέντρα ήταν παγιδευμένα από τα οποία ρίπτονταν ακόντια, βέλη, δίχτυα, μυτεροί φράχτες κ.ά. ή ότι γίνονταν ακόμα και εκτελέσεις. Ίσως κάποια εξ αυτών να διαδόθηκαν επί τούτου προς αποτροπή παραβίασής τους ή και άλλα από την έντονη αντιχαμιτική προπαγάνδα της εποχής.

Σαράι-ι Χουμαγιούν

Επεξεργασία

Το Σαράι-ι Χουμαγιούν, που ερμηνεύεται "Αυτοκρατορικό Ανάκτορο", καλούμενο και "Μπουγιούκ Μαμπεΐν" ήταν το κυρίως ανάκτορο του συγκροτήματος Γιλντίς, το οποίο οικοδομήθηκε στην πλέον περίοπτη θέση, κεντρική, που δέσποζε όλου του χώρου. Δεν ήταν ορατό έξω από το συγκρότημα, όπως και τα περισσότερα περίπτερα, εκτός από ελάχιστο χρόνο κατά την οικοδόμησή του και μόνο από συγκεκριμένο σημείο της ασιατικής ακτής του Βοσπόρου, πριν καλυφθεί και αυτό από το ύψος των πέριξ δένδρων. Επί βασιλείας του Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ το Σαράι-ι Χουμαγιούν απετέλεσε την καρδιά της διοίκησης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την Υψηλή Πύλη της εποχής, ήταν το τέταρτο κατά σειρά λειτουργίας ανάκτορο στην ιστορία της Δυναστείας των Οσμανιδών σουλτάνων, μετά το ανάκτορο Εσκί, το Τοπ Καπί και το ανάκτορο Ντολμά Μπαχτσέ. Αρχιτέκτονες αυτού ήταν ο Βασιλάκης Μπέης Ιωαννίδης[2] και ο αρμενικής καταγωγής Σαρκίς Μπέης Μπαλιάν της σπουδαίας οικογένειας αρχιτεκτόνων Κωνσταντινούπολης.

Η οικοδόμηση ξεκίνησε κατά το δεύτερο έτος της βασιλείας του Χαμίτ Β΄ (το 1878), και ολοκληρώθηκε τρία χρόνια αργότερα. Πρόκειται για ένα υπερυψωμένο παραλληλόγραμμο διώροφο κτίριο με ημιυπόγειο, (όχι και εξαιρετικά μεγάλο, σχετικά για την εποχή του), ανατολικομεσημβρινό, δηλαδή σε κάθετη κατεύθυνση με εκείνη του Βοσπόρου, σε σύμμεικτο νεοκλασικό και ελαφρά μπαρόκ ρυθμό, ενώ ο εσωτερικός του διάκοσμος ακολούθησε το λεγόμενο "ντιβανχανέ" ρυθμό (= ο βυζαντινός καμπυλόσχημος και τοξοειδής ρυθμός υπερώων). Όλες οι θύρες και τα παράθυρα ακολουθούσαν αυτόν τον ρυθμό. Το κτίριο δεν φέρει εξώστες, ούτε αετώματα, ούτε περιστύλια. Αντ΄ αυτών έχει κατά πλευρά μικρή αρχιτεκτονική προβολή - πτέρυγα όπου στην πρόσοψη χωρίζεται σε δύο, μεταξύ των οποίων φέρεται η τρίθυρη κεντρική είσοδος, χωρίς πρόπυλο, στην οποία και καταλήγουν οι δύο αντιτακτές τεταρτοκυκλικές μαρμάρινες κλίμακες.

Σαλέ Κιοσκ

Επεξεργασία
 
Η κεντρική είσοδος του Σαλέ Κιοσκ του ανακτόρου Γιλντίζ

Στο βορειότερο τμήμα του ξεχωρίζει το Σαλέ Κιοσκ, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την υποδοχή επίσημων προσκεκλημένων και συνδεόταν με τα ιδιαίτερα διαμερίσματα του σουλτάνου και τον κήπο που βρίσκεται στα ανατολικά του συγκροτήματος. Περιλαμβάνει περίπου πενήντα αίθουσες, με εκείνη της υποδοχής να αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη και πιο επιβλητική.

Άλλα κτίσματα και περίπτερα

Επεξεργασία

Εκτός των περιβόλων του κυρίου συγκροτήματος υπήρχαν και πολλά άλλα περίπτερα και κτίσματα, σημαντικότερα των οποίων ήταν:

 
Γενική άποψη του Μάλτα Κιοσκ
  • Το Μάλτα Κιοσκ (Περίπτερο Μάλτας): Βρίσκεται στο ΒΑ άκρο του αυτοκρατορικού κτήματος, σήμερα άλσος του Γιλντίζ και σε απόσταση περίπου 330 μ. από το Σαράι-ι Χουμαγιούν. Και αυτό το περίπτερο οικοδομήθηκε επί Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ εκτός του σουλτανικού κήπου. Πρόκειται για διώροφο υπερυψωμένο κτίριο με μεγάλα τοξωτά παράθυρα και ένα από τα ελάχιστα που φέρει εξώστη πάνω από πρόπυλο. Προ του οικοδομήματος υφίσταται τεχνητή λίμνη με σιντριβάνι. Το περίπτερο αυτό παραμένει λειτουργικό και σήμερα έχοντας μετατραπεί σε εστιατόριο.
  • Το Καντίρ Κιοσκ (Περίπτερο Καντίρ): Βρίσκεται στο ΝΑ άκρο του αυτοκρατορικού κτήματος, σήμερα άλσος του Γιλντίζ και σε απόσταση περίπου 550 μ. από το Σαράι-ι Χουμαγιούν και περίπου 200 μ ΒΑ από το παράκτιο ανάκτορο Τσιραγκάν. Το περίπτερο αυτό φέρεται να οικοδομήθηκε από τον σουλτάνο Αμπντούλ Αζίζ, εκτός του σουλτανικού κήπου. Παραμένει λειτουργικό και σήμερα έχοντας μετατραπεί σε καφεστιατόριο.

Στο πάρκο του ανακτόρου στεγάζονταν επιπλέον εργαστήρια ξυλουργικής και κεραμικής. Το τελευταίο, γνωστό για την κατασκευή πορσελάνινων αντικειμένων, λειτούργησε τις περιόδους 1895-1909 και 1911-20 και εξακολουθεί να είναι σε λειτουργία από το 1962 έως σήμερα.

Όταν ο Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ εκθρονίστηκε το 1909, το ανάκτορο παραμελήθηκε. Χρησιμοποιήθηκε εκ νέου, ως κατοικία, από τον Μεχμέτ Ε΄. Τη δεκαετία του 1930, η μεγαλύτερη έκταση του συμπλέγματος παραχωρήθηκε στη Στρατιωτική Ακαδημία, ενώ το Σαλέ Κιοσκ και άλλα κτίρια χρησιμοποιήθηκαν για τις ανάγκες του προέδρου της Εθνικής Συνέλευσης. Μέρος των κτιρίων παραχωρήθηκε επίσης στο δήμο της Ιστανμπούλ. Με τη μεταφορά της Στρατιωτικής Ακαδημίας στην Άγκυρα το 1968, τα κύρια κτίρια παραχωρήθηκαν στο Υπουργείο Πολιτισμού της Τουρκίας και αξιοποιήθηκαν ως μουσεία (Μουσείο Γιλντίζ και Δημοτικό Μουσείο Ιστανμπούλ), καθώς και για τη στέγαση ινστιτούτου για την έρευνα της ισλαμικής τέχνης και κουλτούρας. Ορισμένες εγκαταστάσεις εξακολουθούν να καλύπτουν ανάγκες του στρατού, ενώ άλλες ανήκουν πλέον στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο Γιλντίζ.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. whc.unesco.org/en/tentativelists/6044.
  2. Σύμφωνα με την ετήσια εμπορική επιθεώρηση " Annuaire Oriental Kuruyazıcı H., İstanbul’un unutulmuş mimarları, τομ. 30 (İstanbul 1999), σελ. 52-54, καθώς και Τσιλένης, Σ.: «Οι ρωμιοί “αρχιτέκτονες” καλφάδες της Πόλης, 1869-1945», Σύγχρονα Θέματα 74-75 (Αθήνα 2000), σελ. 166-179·
  • Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια τομ. Η΄, σ.372.
  • "Yıldız Sarayı", The Encyclopedia of Islam, Vol. XI, E.J. Brill, Leiden: 1997
  • Freely, John. The companion guide to Istanbul and around the Marmara, Companion Guides, 2000

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία