Η Άννα Τουμάρκιν (λευκορωσικά: А́нна-Э́стер Паўлаўна Тума́ркін, 16 Φεβρουαρίου 1875 - 7 Αυγούστου 1951) ήταν Ρωσίδα, πολιτογραφημένη ως Ελβετίδα ακαδημαϊκός, η οποία ήταν η πρώτη γυναίκα που έγινε καθηγητής της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Βέρνης. Ήταν, επίσης, η πρώτη γυναίκα καθηγήτρια που της επετράπη να εξετάζει υποψηφίους για πτυχίο και διδακτορικό.[5] Καθώς επίσης και η πρώτη γυναίκα, γενικά στην Ευρώπη, που ήταν μέλος Πανεπιστημιακού Συμβουλίου. Γεννήθηκε στην Ντούπροβα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, μητέρα της ήταν η Σοφία και πατέρας της ο Πολιτέι Μοίσεβιτς Τουμάρκιν. Ο πατέρας ήταν έμπορος στη Βεσσαραβία, γεγονός που του έδινε κάποιο κύρος.[6][7][8] Ως Εβραίος, δεν ήθελε να τα παιδιά του να μάθουν ρωσικά, τα οποία όμως πτυχίο και στα ρωσικά και στα γερμανικά. Αργότερα η οικογένεια μετακόμισε στο Κισινάου, εκεί η Άννα αποφοίτησε από γυμνάσιο θηλέων.[7][9]

Άννα Τουμάρκιν
Γενικές πληροφορίες
Προφορά
Γέννηση16  Φεβρουαρίου 1875[1]
Ντούμπροβνα
Θάνατος7  Αυγούστου 1951[1][2]
Muri bei Bern
Αιτία θανάτουΕλεφαντίαση
Χώρα πολιτογράφησηςΡωσική Αυτοκρατορία
Ελβετία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΓερμανικά
Ρωσικά
Εκπαίδευσηδιδακτορικό δίπλωμα
Υφηγεσία
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο της Βέρνης (έως 1895)
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητακαθηγήτρια πανεπιστημίου[3]
ψυχολόγος
σουφραζέτα
φιλόσοφος[4]
ΕργοδότηςΠανεπιστήμιο της Βέρνης
Περίοδος ακμής1898
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Κατόπιν μετακόμισε στην Ελβετία, διότι δεν μπορούσε να εισέλθει σε ρωσικό πανεπιστήμιο.[10][8][9] Τρία χρόνια μετά την ένταξη της στο Πανεπιστήμιο της Βέρνης, έλαβε και το διδακτορικό της. Αργότερα συνέχισε τις σπουδές της και στο Βερολίνο. Το 1905, έγινε η πρώτη γυναίκα λέκτορας του Πανεπιστημίου της Βέρνης, ενώ τον επόμενο χρόνο έγινε επίτιμος καθηγητής, ξανά μια πρωτιά για το πανεπιστήμιο.[8][10][5] Το 1912, συγκατοικούσε με τη Άιντα Χοφ,[11] μια σπουδαία ιατρό. Περί το 1918, το Κισινάου, άνηκε πλέον στην Βασίλειο της Ρουμανίας, με την Άννα να ζητά ελβετική υπηκοότητα και να τη λαμβάνει το 1921.[7] Η Χοφ, πρωτοπόρος κι αυτή για τις γυναίκες στην Ευρώπη, ήταν η μόνη που κατείχε δικό της αυτοκίνητο στη Βέρνη.[12] Οι δυο τους θα κάνουνε αρκετά ταξίδια με αυτό ακόμα και στο εξωτερικό, όπως στην Ελλάδα.[12] Η Χοφ που ήταν υπέρμαχος των γυναικείων δικαιωμάτων, έπεισε την Τουμάρκιν να γίνει κι αυτή ακτιβίστρια. Το 1928, συμμετείχε για πρώτη φορά Ελβετική Έκθεση Περί Γυναικείας Εργασίας.[10] Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε το Ein Blick in das Geistesleben der Schweizer Frauen και το Das Stimmrecht der Frauen, εξετάζοντας τη θέση της γυναίκες στην Ελβετία.[7]

Κατά την περίοδο που ακολούθησε συνάντησε πολλά προβλήματα με τις πολιτικές εξελίξεις, ειδικότερα η οικογένεια της που διέμενε πίσω στην πατρίδα. Το 1937, όταν οι δύο γυναίκες πήγαν ξανά πίσω, κόλλησαν εκεί.[7][12] Την ίδια χρονιά, έλαβε το βραβείο Theodor Kocher.[8] Τη δεκαετία 1930-40 άρχισε να εκδίδει αρκετά έργα τα οποία αφορούν το ρωσικό πολιτισμό και ιστορία και πώς αυτός είχε επηρεάσει την ελβετική κοινωνία. Το Ολοκαύτωμα, της στέρησε πολλούς φίλους και συγγενείς, ξεκινώντας να επηρεάζει και την υγεία της. Το 1943, αποσύρθηκε, αφού άρχισε να έχει δείγματα ελεφαντίασης.[7][10] Η Χοφ προσπάθησε να τη βοηθήσει κατ'οίκον, αλλά εκείνη αρνήθηκε και χειροτέρεψε.[13] Απεβίωσε το 1951, με τη Χοφ, να μην αντέχει τον χαμό της Άννα και να πεθαίνει κι αυτή έναν χρόνο αργότερα.[13] Τον Φεβρουάριο του 2000, ο διπλανός δρόμος από εκεί που βρισκόταν το Πανεπιστήμιο Βέρνης, πήρε το όνομά της.[7] Το 2014, κυκλοφόρησε το βιβλίο Pionnières de la Suisse moderne: Des femmes qui ont vécu la liberté, το οποίο τιμούσε της γυναίκες πρωτοπόρους, συμπεριλαμβάνοντας και τη Τουμάρκιν.[10][14]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 26  Απριλίου 2014.
  2. (Γερμανικά, Αγγλικά) FemBio database. 27412. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 17  Απριλίου 2015.
  4. Ανακτήθηκε στις 20  Ιουνίου 2019.
  5. 5,0 5,1 Scandola & Rogger 2002, σελ. 5.
  6. Zabolotnaia 2002, σελίδες 193–196.
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 7,4 7,5 7,6 Бургер 2010.
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 Ludi 2012.
  9. 9,0 9,1 Мялешка 2016, σελ. 18.
  10. 10,0 10,1 10,2 10,3 10,4 Epp 2014.
  11. Rogger 2002, σελ. 111.
  12. 12,0 12,1 12,2 Rogger 2002, σελ. 113.
  13. 13,0 13,1 Rogger 2002, σελ. 115.
  14. Adler, Epp & Wirz 2014.

Βιβλιογραφία Επεξεργασία