Ρέα (πτηνό)

πτηνό της Λατινικής Αμερικής

Η Ρέα είναι παλαιόγναθο ατροπιδοφόρο πτηνό της οικογενείας των Ρεϊδών, που απαντά αποκλειστικά στη Νότια Αμερική (μικρός μη-ιθαγενής πληθυσμός έχει εισαχθεί στη Γερμανία). Η επιστημονική ονομασία του γένους είναι Rhea και περιλαμβάνει 2 είδη, τα οποία απαντούν αποκλειστικά στη Νότια Αμερική.[1]

Ρέα (πτηνό)
Η μεγάλη ρέα είναι το μεγαλύτερο πτηνό στη Νότια Αμερική
Η μεγάλη ρέα είναι το μεγαλύτερο πτηνό στη Νότια Αμερική
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Πτηνά (Aves)
Τάξη: Ρεόμορφα (Rheiformes)
Οικογένεια: Ρεΐδες (Rheidae)
Γένος: Ρέα (Rhea) (Brisson, 1760) F
Είδος: 2 είδη (βλ. Κείμενο)

Ονοματολογία Επεξεργασία

Η επιστημονική ονομασία του γένους, Rhea, δόθηκε από τον Γερμανό φυσιοδίφη Π. Μέρινγκ (Paul Heinrich Gerhard Möhring 1710-1792) καί είναι άμεση απόδοση της ελληνικής λέξης Ρέα. Η Ρέα (μυθολογία) ήταν σημαντική τιτανική θεότητα στα αρχαία χρόνια, μητέρα του Δία, αδελφή και σύζυγος του Κρόνου. Άγνωστος παραμένει ο λόγος ονοματοδοσίας του πτηνού, καθώς η ίδια η λέξη έχει άγνωστη ετυμολογία [2]. Πιθανόν, επειδή το πτηνό έχει απωλέσει την πτητική του ικανότητα και κινείται συνεχώς στο έδαφος, τη γη, να συσχετίζεται η ονομασία με τη θεά Γη, της οποίας η Ρέα ήταν θυγατέρα.[3] Κατ’ άλλην -πιθανότερη- εκδοχή, στην κωμωδία του Αριστοφάνη Όρνιθες, υπάρχει σκωπτική αντιπαράθεση μεταξύ της «Μεγάλης Μητέρας» (Ρέα) και του «Μεγάλου Όρνιθος» (Στρουθοκάμηλος), δηλαδή ο αρχαίος κωμικός «χειρίζεται» τη θεά Ρέα σαν πτηνό, στοιχείο που οδήγησε στην ονοματοδοσία του.[4]

Η κύρια λαϊκή ονομασία του είδους είναι ñandú που, στη γλώσσα guarani, σημαίνει «αράχνη», πιθανόν λόγω της συνήθειας του πτηνού να ανοιγοκλείνει τις πτέρυγες, όταν τρέχει. Επίσης, στη γλώσσα Κέτσουα (Quechua), αποκαλείται suri ή surí και στη γλώσσα mapuche αποκαλείται choique, ονομασία με πιθανή προέλευση την Παταγονία.

Γενικά Επεξεργασία

Υπάρχουν δύο αρτίγονα είδη ρέας, εκ των οποίων το μικρότερο σε μέγεθος είχε ταξινομηθεί παλαιότερα στο γένος Pterocnemia, βάσει κυρίως της παρουσίας φτερών στον ταρσό, καθώς και τη διευθέτηση των φολίδων στην ίδια περιοχή. Όμως, γενετικές μελέτες έδειξαν στενή συγγενική σχέση με το άλλο είδος και ταξινομήθηκε στο ίδιο με αυτήν γένος –ωστόσο, η ITIS δεν έχει αποδεχθεί ακόμη αυτή την αλλαγή.[5]

Απαντά αποκλειστικά στη Νότια Αμερική από το κέντρο της υποηπείρου και νοτιότερα, στη στέπα, τις θαμνώδεις εκτάσεις, τα μικτά εδάφη θάμνων-στέπας και στους υγροτόπους με λιβάδια και λίμνες, στις πάμπες και στα ερημικά αλατούχα υψίπεδα (altiplano), μέχρι τα 3.000-4.500 μ.,[6]

Tο παρουσιαστικό της θυμίζει μικρή στρουθοκάμηλο, με μέγεθος ικανό για να της δώσει τον «τίτλο» του μεγαλύτερου πτηνού στη Νότια Αμερική, από 90-145 εκατοστά σε μήκος και 90-180 εκ σε ύψος, ενώ το βάρος της κυμαίνεται από 15-40 κιλά. Γενικά, το πτέρωμα είναι «αναμαλλιασμένο», σκούρο γκρίζο με αρκετές αποχρώσεις του καφέ, πιο σκούρο μαυριδερό στη βάση του λαιμού, με φτερά παρόμοια με εκείνα των στρουθοκαμήλων, υπό την έννοια ότι δεν διαθέτουν μεταφτερό (aftershaft) στη βάση του καλάμου.[7] Σε γενικές γραμμές, τα αρσενικά είναι μεγαλύτερα και βαρύτερα από τα θηλυκά, με πιο σκούρα χρώματα.

Η ρέα θεωρείται παμφάγο πτηνό, καθώς περιλαμβάνει τόσο φυτική όσο και ζωική ύλη στη διατροφή της, κυρίως φύλλα πλατύφυλλων δένδρων, σπέρματα και φρούτα όταν είναι η εποχή τους, αλλά και ζωική ύλη, κυρίως έντομα, σκορπιούς, μικρά τρωκτικά, ερπετά και μικρά πουλιά.

Είναι, γενικά, σιωπηλό πτηνό εκτός από την αναπαραγωγική περίοδο, οπότε αρθρώνει υπόκωφους θορύβους (ιδίως το αρσενικό). Μπορεί να αναπτύξει ταχύτητες των 60 χλμ/ώρα, που τής επιτρέπουν να ξεφεύγει από τα περισσότερα αρπακτικά ζώα. Είναι πολυγαμικά πτηνά. Τα θηλυκά μετακινούνται διαρκώς κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου, ζευγαρώνουν με κάποιο αρσενικό και, μετά την απόθεση του αβγού, ζευγαρώνουν με άλλο αρσενικό, με αποτέλεσμα να μαζεύονται μέχρι και 50-80 αβγά στις φωλιές που τη φροντίδα τους αναλαμβάνει το αρσενικό. Το κυνήγι και η συλλογή των αβγών είναι οι κυριότερες απειλές για το γένος. Άτομα σε αιχμαλωσία αναπαράγονται για εμπορικούς λόγους.[8] Δεν βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο, αλλά η κατάσταση των πληθυσμών της είναι καθοδική.

Σχέση με τον άνθρωπο Επεξεργασία

 
Οι gauchos ακινητοποιούν τις ρέες με τα διάσημα bolas

Τα φτερά της ρέας χρησιμοποιούνται για κατασκευή ξεσκονιστηριών, ενώ τα δέρματα χρησιμοποιούνται για μανδύες. Επίσης το κρέας τους είναι βασικό διατροφικό στοιχείο για πολλούς κατοίκους της Νότιας Αμερικής.[9] Οι gauchos κυνηγούν παραδοσιακά τις ρέες με άλογα, ρίχνοντας τα περίφημα bolas ή boleadoras, μια συσκευή που αποτελείται από τρεις σφαίρες ενωμένες με σχοινί. Τα ρίχνουν στα πόδια τους και ακινητοποιούν το πουλί.[10]

Είδη Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Howard & Moore, p. 35
  2. ΠΛΜ, 51:471
  3. Gotch
  4. http://www.hbw.com/species/greater-rhea-rhea-americana
  5. http://www.itis.gov/servlet/SingleRpt/SingleRpt?search_topic=TSN&search_value=553787
  6. M. Pearman in litt. 2014
  7. Perrins
  8. Barri in litt. 2012
  9. Davies
  10. Coomber

Πηγές Επεξεργασία

  • Barri, F. R., Martella, M. B. and Navarro, J. L. 2008. Characteristics, abundance and fertility of orphan eggs of the Lesser Rhea (Pterocnemia-Rhea-pennata pennata): implications for conservation. Journal of Ornithology 149(2): 285-288.
  • Barri, F. R.; Martella, M. B.; Navarro, J. L. 2009. Nest-site habitat selection by Lesser Rheas (Rhea pennata pennata) in northwestern Patagonia, Argentina. Journal of Ornithology 150(2): 511-514.
  • Bellis, L. M.; Navarro, J. L.; Vignolo, P. E.; Martella, M. B. 2006. Habitat preferences of Lesser Rheas in Argentine Patagonia. Biodiversity and Conservation 15(9): 3065-3075.
  • Chebez, J. C. 1994. Los que se van: especies argentinas en peligro. Albatros, Buenos Aires.
  • Clements, James (2007). The Clements Checklist of the Birds of the World (6 ed.). Ithaca, NY: Cornell University Press. ISBN 978-0-8014-4501-9.
  • Coomber, Richard (1991). Rheiformes: Rheas. In Gill Waugh. Birds of the World. Godalming, Surrey: Colour Library Books Ltd. pp. 8–9. ISBN 0862838061*Davies, S. 2002. Ratites and Tinamous. Oxford University Press, Oxford.
  • del Hoyo, J.; Elliot, A.; Sargatal, J. 1992. Handbook of the Birds of the World, vol. 1: Ostrich to Ducks. Lynx Edicions, Barcelona, Spain.
  • Folch, A. 1992. Rheidai (Rheas). In: del Hoyo, J.; Elliott, A.; Sargatal, J. (ed.), Handbook of the birds of the world, pp. 84–89. Lynx Edicions, Barcelona, Spain.
  • Gotch, A.F. (1995) [1979]. Rheas: Latin Names Explained. A Guide to the Scientific Classifications of Reptiles, Birds & Mammals. New York, NY: Facts on File. p. 177. ISBN 0-8160-3377-3.
  • IUCN. 2014. The IUCN Red List of Threatened Species. Version 2014.2. Available at:www.iucnredlist.org. (Accessed: 21 May 2015).
  • Perrins, Christopher (1987) [1979]. Harrison, ed. Birds: Their Lifes, Their Ways, Their World. Reader's Digest Association, Inc. pp. 168–170. ISBN 0895770652.
  • Rocha O., O.; Quiroga, C. 1996. Aves. In: Ergueta, S.; de Morales, C. (ed.), Libro Rojo de los vertebrados de Bolivia, pp. 95-164. Centro de Datos para la Conservación, La Paz.
  • Stotz, D. F.; Fitzpatrick, J. W.; Parker, T. A.; Moskovits, D. K. 1996. Neotropical birds: ecology and conservation. University of Chicago Press, Chicago.