Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία

Η Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία (Repubblica Sociale Italiana -RSI), γνωστή και ως Δημοκρατία του Σαλό (Repubblica di Salò) ήταν το δεύτερο φασιστικό ιταλικό καθεστώς, κατά την περίοδο της φασιστικής Ιταλίας, και που εγκαθιδρύθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1943 στην κωμόπολη Σαλό της Βόρειας Ιταλίας. Ο αρχηγός του κόμματος Μπενίτο Μουσολίνι αρχικά επιθυμούσε η ονομασία της νέας δημοκρατίας να είναι "Ιταλική Σοσιαλιστική Δημοκρατία".[2] Η Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία αποτέλεσε τη δεύτερη και τελευταία ενσάρκωση του Ιταλικού φασιστικού κράτους, που ηγήθηκε ο Μπενίτο Μουσολίνι, ο οποίος ήταν αρχηγούς του κόμματος "Ρεπουμπλικανικό Φασιστικό Κόμμα". Το κράτος είχε ως πρωτεύουσα τη Ρώμη, αλλά η de facto πρωτεύουσα ήταν το Σαλό, η γενέτειρα του κόμματος, μία μικρή πόλη στη λίμνη Γκάρντα, κοντά στην Μπρέσια, όπου βρίσκονταν και τα αρχηγεία του Υπουργείου Εξωτερικών και του Μουσολίνι. Το κράτος ασκούσε μικρή κυριαρχία στη βόρεια και κεντρική Ιταλία, καθώς, με σκοπό τη διατήρηση της κυριαρχίας της, ήταν σε μεγάλο βαθμό εξαρτώμενη των Γερμανικών στρατευμάτων.

Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία
Repubblica Sociale Italiana
Β' Παγκόσμιος Πόλεμος
19431945
Σημαία Έμβλημα
Σύνθημα
Per l'onore d'Italia
"Για την τιμή της Ιταλίας"
Ύμνος
Giovinezza[1]
Τοποθεσία
Η τοποθεσία της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας το 1943
  Η ελεγχόμενη περιοχή υπό την Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία
  Γερμανικές Ζώνες Επιχειρήσεων (OZAV, OZAK)
Πρωτεύουσα Ρώμη (de jure)
Σαλό (de facto)
Γλώσσες Ιταλικά
Θρησκεία Καθολικισμός
Πολίτευμα Φασιστικό καθεστώς
Plenipotentiary
Ντούτσε
 -  1943-1945 Ρούντολφ Ραχν
 -  1943-1945 Μπενίτο Μουσολίνι
Ιστορική εποχή 20ος αιώνας
 -  Διάγγελμα του Μουσολίνι 18 Σεπτεμβρίου 1943
 -  Απελευθέρωση της Ιταλίας 25 Απριλίου 1945
Νόμισμα Ιταλική λίρα

Τον Ιούλιο του 1943, οι Συμμαχικές Δυνάμεις απομάκρυναν τα ιταλικά στρατεύματα από τη Βόρεια Αφρική και εισέβαλαν στη Σικελία. Στη συνέχεια το Μεγάλο Φασιστικό Συμβούλιο (Gran consiglio del fascismo), με τη στήριξη του βασιλιά Βίκτορα Εμμανουήλ Γ', εκθρόνισε και συνέλαβε τον Μπενίτο Μουσολίνι. Η νέα κυβέρνηση ξεκίνησε τότε μυστικές διαπραγματεύσεις ειρήνης με τις Συμμαχικές Δυνάμεις. Όταν ανακοινώθηκε τον Σεπτέμβρη η Ανακωχή του Κασσίμπλε[3], η Γερμανία όντας προετοιμασμένη έσπευσε αμέσως σε παρέμβαση. Αμέσως, η Γερμανία πήρε στον έλεγχο της το βόρειο μέρος της μισής Ιταλίας, ελευθέρωσε τον Μουσολίνι και τον φυγάδευσε σε έδαφος υπό γερμανική κατοχή, με σκοπό την ίδρυση ενός κράτους-δορυφόρου.

Η Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία ανακηρύχθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου του 1943.[4][5]. Μολονότι, στο κράτος ανήκε δικαιωματικά το μεγαλύτερος μέρος της Ιταλίας, είχε περιορισμένο πολιτικό έλεγχο.[6] Το κράτος δεχόταν διπλωματική αναγνώριση μονάχα από τη Γερμανία, την Ιαπωνία και τους υπόλοιπους συμμάχους.

Περίπου στις 25 Απριλίου του 1945, διαλύθηκε η δικτατορία του Μουσολίνι. Στην Ιταλία, η ημέρα αυτή είναι γνωστή και ως Ημέρα Ανεξαρτησίας. Την ημέρα εκείνη, ένας στρατηγός του επαναστατικού ιταλικού κινήματος, μαζί με τις Συμμαχικές Δυνάμεις κατά την τελευταία επίθεση των Συμμάχων στην Ιταλία, κατάφεραν να απωθήσουν τις γερμανικές δυνάμεις σχεδόν ολοσχερώς από τα ιταλικά εδάφη. Από τη δημιουργία της, η κυριαρχία της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας διήρκεσε περίπου για δεκαεννέα μήνες. Στις 27 Απριλίου, οι επαναστάτες αιχμαλώτισαν τον Μπενίτο Μουσολίνι, την ερωμένη του, Κλαρέττα Πετάτσι (Clara Petacci), κάποιους υπουργούς της δικτατορίας, καθώς επίσης και διάφορους Ιταλούς Φασίστες που έσπευσαν να δραπετεύσουν. Στις 28 Απριλίου, οι επαναστάτες εκτέλεσαν τον Μουσολίνι και τους περισσότερους από τους αιχμαλώτους. Ο υπουργός Άμυνας Ροντόλφο Γκρατσιάνι (Rodolfo Graziani) παρέδωσε τα απομεινάρια του δικτατορικού καθεστώτος στις 2 Μαΐου, μετά τη συνθηκολόγηση των γερμανικών δυνάμεων στην Ιταλία. Έτσι, τέθηκε και το οριστικό τέλος της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας.

Προϊστορικό

Επεξεργασία
 
Η απελευθέρωση του Μπενίτο Μουσολίνι από Γερμανούς στρατιώτες από τη φυλακή του στο Κάμπο Ιμπερατόρε στις 12 Σεπτεμβρίου 1943

Μετά τις στρατιωτικές αποτυχίες σε Ελλάδα, Γιουγκοσλαβία και Αφρική, το κύρος που διέθετε η Φασιστική Ιταλία άρχισε να κλονίζεται. Στις 24 Ιουλίου 1943 το Μεγάλο Φασιστικό Συμβούλιο (Gran Consiglio del Fascismo) ψήφισε τη μεταβίβαση της εκτελεστικής εξουσίας στον Βασιλιά Βίκτορα Εμμανουήλ Γ', καθαιρώντας ουσιαστικά τον Μπενίτο Μουσολίνι. Η θέση του Μουσολίνι είχε υπονομευθεί μετά τις αλλεπάλληλες ήττες της Ιταλίας στην αρχή του πολέμου τον Ιούνιο του 1940. Μεταξύ των ηττών, περιλαμβάνεται και ο βομβαρδισμός της Ρώμης, η αποτυχία της εισβολής στην Ελλάδα, η ήττα στις Αφρικανικές αποικίες και η εισβολή των Συμμαχικών Δυνάμεων στη Σικελία και στα νότια της Ιταλικής χερσονήσου. Στις 25 Ιουλίου, ο Βασιλιάς κάλεσε τον Μουσολίνι στα Ανάκτορα και του αφαίρεσε επίσημα κάθε εξουσία, ενώ κατά την έξοδό του συνελήφθη και εξορίστηκε στο Γκραν Σάσσο (Gran Sasso), στα Αβρούζια Όρη της κεντρικής Ιταλίας, σε πλήρη απομόνωση. Παράλληλα, την εποχή εκείνη, η δυσαρέσκεια εναντίον της μοναρχίας, ενός αριθμού κυβερνητικών αξιωματούχων της φασιστικής Ιταλίας και του γενικού ιταλικού πληθυσμού, οξυνόταν. Η δυσαρέσκεια αυτή οδήγησε στην υποταγή και υποδούλωση της χώρας από τη Ναζιστική Γερμανία. Οι αποτυχημένες πολεμικές προσπάθειες του Μουσολίνι είχαν ως αποτέλεσμα την ταπείνωση του, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό της χώρας. Η νέα κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του Πιέτρο Μπαντόλιο (Pietro Badoglio), ξεκίνησε μυστικές διαπραγματεύσεις με τις Συμμαχικές Δυνάμεις, ενώ συνάμα προετοιμάστηκε για την πιθανή συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Οι διπλωματικές αυτές ενέργειες υποδήλωναν τη δέσμευση του Μπαντόλιο, όχι μόνο να εγκαταλείψει τις δυνάμεις του Άξονα, αλλά επίσης να κηρύξει πόλεμο ενάντια της Γερμανίας.

Παρότι, η Γερμανία αναγνώρισε επισήμως την πολιτική κατάσταση της Ιταλίας, παρενέβησε στέλνοντας στην Ιταλία μερικές από τις μονάδες των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων, Βέρμαχτ. Ο σκοπός ήταν διττός, η αντίσταση σε Συμμαχικές δυνάμεις, καθώς επίσης η αντιμετώπιση τυχόν επικείμενης απόστασης της Ιταλίας. Την ίδια ώρα που ο Μπαντόλιο συνέχιζε να ορκίζεται πίστη κι αφοσίωση στη Γερμανία και στις Δυνάμεις του Άξονα, αποσταλμένοι από την ιταλική κυβέρνηση προετοιμάζονταν να υπογράψουν ανακωχή στην Κασσίμπλε (Cassibile), ένα χωριό στη Σικελία, που βρισκόταν υπό την κατοχή των Συμμάχων. Η ανακωχή υπογράφηκε στις 3 Σεπτεμβρίου.

Η Ναζιστική Γερμανία με τον "ύπατο Αρχηγό" Φύρερ Αδόλφο Χίτλερ ξέροντας, ότι η Ιταλία αργά ή γρήγορα θα γινόταν μέλος των Συμμάχων και θα τους κήρυσσε τον πόλεμο, ανέλαβε δράση. Από τα αυστριακά σύνορα οι Γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις εισέβαλαν στην Ιταλία και κατέλαβαν το βόρειο τμήμα της Ιταλικής Χερσονήσου, διαμελίζοντας την. Τα γερμανικά στρατεύματα στη συνέχεια αφόπλισαν τους Ιταλούς στρατιώτες και κατάσχεσαν τα όπλα και τον στρατιωτικό εξοπλισμό τους. Παράλληλα, οι ιταλικές ένοπλες δυνάμεις, μη έχοντας σαφείς οδηγίες, αντιστάθηκαν μετά την υπογραφή της ανακωχής στις γερμανικές δυνάμεις, χωρίς κάποιο αποτέλεσμα. Επίσης, όσες κτήσεις κατείχε στρατιωτικά η Ιταλία, καταλήφθηκαν από τις δυνάμεις του Άξονα. Τέλος, ο βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ Γ' δεν αντιστάθηκε στους Γερμανούς, αντ' αυτού φυγαδεύτηκε και βρήκε καταφύγιο στην, ελεγχόμενη από τους Συμμάχους, νότια Ιταλία και κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Γερμανίας.

Μετά από τέσσερις μέρες, στις 12 Σεπτεμβρίου, ο Μπενίτο Μουσολίνι απελευθερώθηκε από τους Γερμανούς, ενώ τα ιταλικά στρατεύματα έμειναν σχεδόν αδρανή, καθώς δεν υπήρξαν πυροβολισμοί.[7] Η νέα ιταλική κυβέρνηση μετέθετε τον Μουσολίνι από μέρος σε μέρος, με σκοπό να μην πέσει στα χέρια τυχόν πιθανών ελευθερωτών του. Παρά τις οποιοσδήποτε προσπάθειες, οι Γερμανοί κατάφεραν να εντοπίσουν την τοποθεσία του Μουσολίνι στο ξενοδοχείο Campo Imperatore στον Γκραν Σάσσο. Αφού τέθηκε ελεύθερος, πέταξε για τη Βαυαρία. Αφού λοιπόν, αναγκάστηκε και συνέλεξε ό,τι εναπομείναντες δυνάμεις είχε στην επιρροή του, οι ελπίδες των Γερμανών για τη δημιουργία μίας φασιστικής Ιταλίας υπό τη γερμανική επιρροή, ξανά γεννήθηκαν.

Τρεις μέρες μετά τη διάσωση του στο Γκραν Σάσσο, ο Μουσολίνι στάλθηκε στη Γερμανία, για να συναντήσει τον Χίτλερ στο Ράστενμπουργκ στα κεντρικά στα Ανατολικά της Πρωσίας. Παρά την κακή κατάσταση της υγείας του Μουσολίνι και την επιθυμία του να αποσυρθεί, ο Χίτλερ επιθυμούσε να γυρίσει ο Μουσολίνι στην Ιταλία με σκοπό την εγκαθίδρυση ενός φασιστικού καθεστώτος. Ο αρχικός ενδοιασμός του Μουσολίνι οδήγησε τον Χίτλερ να απειλήσει την καταστροφή του Μιλάνο, της Γένοβας και του Τορίνο. Παρά την απροθυμία του, ο Μουσολίνι υπάκουσε στις εντολές του Χίτλερ.[8]

Ίδρυση της ΙΚΔ

Επεξεργασία

Η Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία ανακηρύχθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου με τον Μουσολίνι ως αρχηγό και πρωθυπουργό του κράτους.[4] Το κράτος είχε ως πρωτεύουσα τη Ρώμη, αλλά η de facto πρωτεύουσα και το διοικητικό κέντρο ήταν το Σαλό, η γενέτειρα του κόμματος του Μουσολίνι (που μετονομάστηκε σε Ρεπουμπλικανικό Φασιστικό Κόμμα), στη λίμνη Γκάρντα, μεταξύ του Μιλάνου και της Βενετίας, όπου ο Μουσολίνι κατοικούσες μαζί με τον υπουργό εξωτερικών του κράτους. Παράλληλα, ενώ η Ρώμη βρισκόταν ακόμη από την κατοχή των Δυνάμεων του Άξονα, δεδομένου της εγγύτητας της πόλης στις κατευθυντήριες γραμμές των Συμμάχων και της απειλής εμφύλιας διαμάχης, ούτε οι Γερμανοί, ούτε ο Μουσολίνι επιθυμούσαν να επιστρέψει στη Ρώμη.[9]

Στις 18 Σεπτεμβρίου ο Μουσολίνι έβγαλε το πρώτο του δημόσιο διάγγελμα απευθυνόμενος στον ιταλικό λαό, έπειτα από τη διάσωση του, στην οποία υπογράμμισε την πίστη του Χίτλερ ως συμμάχου και καταδικάζοντας τον Βίκτορα Εμμανουήλ για εσχάτη προδοσία απέναντι στον ιταλικό φασισμό. "Δεν είναι το καθεστώς που πρόδωσε τη μοναρχία, αλλά η μοναρχία, που πρόδωσε το καθεστώς." Επίσης, ο ίδιος στη συνέχεια αποκήρυξε την πρώην στήριξη του στη μοναρχία, προσθέτοντας: "Όταν η μοναρχία αποτυγχάνει στα καθήκοντα της, χάνει τον λόγο της ύπαρξης της...Το κράτος, που επιθυμούμε να ιδρύσουμε θα είναι εθνικό και κοινωνικό με την υψηλότερη σημασία της λέξης. Θα είναι φασιστικό, για αυτό το λόγο επιστρέφει στις απαρχές του."[8]

Διεθνείς σχέσεις

Επεξεργασία

Εδραίωση της εξουσίας της Ναζιστικής Γερμανίας

Επεξεργασία
 
Προπαγανδιστική αφίσα της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας που αναφέρει: "Η Γερμανία είναι πραγματικά, φίλος σου"

Από την αρχή η Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία, αναγνωρίστηκε ως το νέο κράτος-μαριονέτα του Άξονα και σχεδόν ολοσχερώς εξαρτώμενο από τη Γερμανία. Το κράτος δεχόταν διπλωματική αναγνώριση μονάχα από τη Γερμανία, την Ιαπωνία, τα υπόλοιπα κράτη φερέφωνα και τις Δυνάμεις του Άξονα. Ακόμη και η Ισπανία του Φράνκο αρνήθηκε να εγκαθιδρύσει διπλωματικές σχέσεις με την Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία.[9]

Ο Μουσολίνι ανήγγειλε δημόσια, ότι παρότι ο ίδιος είχε τον (de facto) πλήρη έλεγχο του καθεστώτος, γνώριζε ότι δεν είχε κάποια πραγματική δύναμη. Το κράτος δεν διέθετε σύνταγμα ούτε υπήρχε κάποια οργανωμένη οικονομία ή νομοθεσία, καθώς η επιχορήγηση της ήταν εξολοκλήρου εξαρτώμενη από το Βερολίνο. Ουσιαστικά η Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία ήταν ανύπαρκτη.[10] Οι ίδιες οι γερμανικές δυνάμεις είχαν ελάχιστο σεβασμό απέναντι στο αποτυχημένο φασιστικό κίνημα του Μουσολίνι, ενώ παράλληλα γνώριζαν, πως μοναδικός σκοπός του καθεστώτος ήταν η διατήρηση της τάξη με την αποφυγή αναταραχών και την καταστολή των Ιταλών παρτιζάνων.[11] Το σχέδιο αυτό διεξαγόταν υπό τις εντολές του Πιέτρο Κοχ (Pietro Koch)και της ομάδας του (Banda Koch= συμμορία του Κoch) για λογαριασμό της Γερμανίας.[12]

Η Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία εκδικήθηκε στη δίκη της Βερόνας τα 19 μέλη, που είχαν ψηφίσει κατά του Μουσολίνι στο Μεγάλο Συμβούλιο και τα οποία καταδικάστηκαν σε θάνατο. Μόνο οι έξι από τους 19 κρατήθηκαν αιχμάλωτοι (Τζιοβάννι Μαρινέλλι, Κάρλο Παρέσι, Λουτσιάνο Γκοττάρντι, Τούλιο Τσιανέττι, Εμίλιο Ντε Μπόνο και ο γαμπρός του Μουσολίνι, Εμανουέλε Γκράτσι). Οι υπόλοιποι 11 εκτελέστηκαν στις 11 Ιανουαρίου του 1944.

Γεωγραφική μεταβολή της Ιταλικής χερσονήσου

Επεξεργασία

Το μεταβαλλόμενο πολιτικό και στρατιωτικό τοπίο της χώρας ανήγειρε στην επιφάνεια ερωτήματα σχετικά με την κατάσταση των εδαφών, συγκεκριμένα στις γερμανόφωνες περιοχές, που μέχρι το 1918, βρίσκονταν υπό αυστριακή κατοχή. Στο παρελθόν, ο Χίτλερ είχε καταπιέσει τυχόν διαμαρτυρίες για την επιστροφή περιοχών όπως το νότιο Τιρόλο, με σκοπό να διατηρήσει καλές σχέσεις με τη φασιστική Ιταλία. Η απόσχιση του βασιλείου της Ιταλίας από τις δυνάμεις του Άξονα στις 8 Σεπτεμβρίου του 1943 είχε ως αντίκτυπο η Γερμανία να καταλάβει και να ενσωματώσει de facto τις προαναφερόμενες ιταλικές περιοχές.[6]

Πράγματι, παρά τις οποιοσδήποτε παροτρύνσεις από τους τοπικούς Γερμανούς αξιωματούχους, ο Χίτλερ αρνήθηκε επισήμως την προσάρτηση του Νότιου Τιρόλο. Αντιθέτως, ο ίδιος στήριξε την Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία, επιτρέποντας της να έχει την πλήρη κυριαρχία των εδαφών της και απαγορεύοντας όλα τα μέτρα, που θα έδιναν την εντύπωση τυχόν ενσωμάτωσης του νότιου Τιρόλο στο Γερμανικό Ράιχ.[13]

Παρόλα αυτά, στην πράξη η περιοχή του νότιου Τιρόλο υπαγόταν εντός των ορίων της στη γερμανική επιρροή ως μέρος της Ζώνης Επιχειρήσεων στους Πρόποδες των Άλπεων (Operationszone Alpenvorland), στην οποία υπαγόταν επίσης το Τρέντο, το Μπολτσάνο και το Μπελούνο, οι οποίες ήταν de facto ενσωματωμένες στη διοικητική περιφέρεια μεταξύ Τιρόλο και Φοράρλμπεργκ, την οποία διεύθυνε o Γκάουλαϊτερ Φρανς Χόφερ.[6][14] Η περιοχή αναγνωριζόταν από τη Γερμανία ως Ζώνη Επιχειρήσεων στις Ακτές της Αδριατικής (αγγλικά: Operational Zone of the Adriatic Littoral, γερμανικά: Operationszone Adriatisches Küstenland) που περιλάμβαναν την Ουντίνε, την Γκορίτσια, την Τεργέστη, την Πόλα και τη Φιουμέ, οι οποίες ήταν ενσωματωμένες στη διοικητική περιφέρεια Καρινθίας, υπό τη διοίκηση του Γκάουλαϊτερ Φρίτριχ Ράινερ.

Στις 10 Σεπτεμβρίου του 1943, το ανεξάρτητο κράτος της Κροατίας κήρυξε, ότι οι Συνθήκες της Ρώμης στις 18 Μάιου του 1941 με το Βασίλειο της Ιταλίας ήταν κενές και χωρίς καμία σημασία και προσχώρησαν ένα μέρος της Δαλματίας, η οποία είχε ενσωματωθεί σύμφωνα με τις Συνθήκες της Ρώμης από τη Γιουγκοσλαβία στο Βασίλειο της Ιταλίας.[15] Το ανεξάρτητο κράτος της Κροατίας στη συνέχεια επιχείρησε να ενσωματώσει και την επαρχία του Ζάρα, που αναγνωριζόταν ως περιοχή της Ιταλίας από το 1919, παρόλα αυτά η Γερμανία στάθηκε εμπόδιο στο εγχείρημα αυτό[15]. Εξαιτίας των πράξεων αυτών, η Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία αρνήθηκε τις οποιοσδήποτε διπλωματικές σχέσεις με το Ανεξάρτητο κράτος της Κροατίας και την οποιαδήποτε αναγνώριση των εδαφικών της διεκδικήσεων.[15]

Μετά την ιταλική συνθηκολόγηση, τα ιταλοκρατούμενα νησιά του Αιγαίου βρέθηκαν υπό τη γερμανική κατοχή. Κατά τη διάρκεια της γερμανική τους κυριαρχίας, τα νησιά παρέμειναν στην κυριαρχία της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας, αλλά στην πραγματικότητα ήταν υπό τις γερμανικές στρατιωτικές εντολές.[16]

Οικονομία

Επεξεργασία

Κατά τη διάρκεια της εξουσίας της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας, ο Μουσολίνι, που η κυβέρνηση του είχε απαγορεύσει τα εμπορικά συνδικάτα και τις διαμαρτυρίες, είχε αρχίσει να γίνεται αρκετά δημοφιλής μεταξύ της εργατικής τάξης. Ο ίδιος εξέφρασε τη βαθιά του μετάνοια για πολλές από τις αποφάσεις που είχε πάρει παλαιότερα στηρίζοντας τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρήσεων. Στη συνέχεια, υποσχέθηκε μία νέα αρχή, εάν ο ιταλικός λαός του έδινε μία δεύτερη ευκαιρία. Ο ίδιος ισχυρίστηκε πως είναι ακόμη βαθιά επηρεασμένος από αριστερές πεποιθήσεις και πως επιθυμούσε να εθνικοποιήσει τον πλούτο το 1939-1940, παρόλα αυτά λόγω του επερχόμενου πολέμου, αναγκάστηκε να αναβάλει τέτοιες πράξεις.[17]

Μετά την, de facto, κατάργηση της μοναρχίας, ο Μουσολίνι ισχυρίστηκε πως στόχος του ήταν να εφαρμόσει την πλήρη ιδεολογία του φασισμού και διέταξε την κρατικοποίηση όλων των επιχειρήσεων με πάνω από 100 υπαλλήλους, με σκοπό να κερδίσει την εύνοια του λαού.[18] Ο ίδιος πλησίασε έναν πρώην κομουνιστή και πρώην μαθητή του Βλάντιμιρ Λένιν, τον Νίκολα Μπομπάτσι, για να τον βοηθήσει να εξαπλώσουν την εικόνα του φασισμού ως ενός προοδευτικού κινήματος.[18] Επίσης, η οικονομική πολιτική της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας ονομάστηκε "Εθνικοποίηση".

Παρόλα αυτά, στην πράξη η εθνικοποίηση της οικονομίας είχε μικρό αντίκτυπο. Τα εμπορικά συνδικάτα δεν ασκούσαν στην πραγματικότητα μεγάλο έλεγχο και δεν συνέβαλαν στα σχέδια του κράτους (όπως αυτοί είχαν θεωρητικά τη δύναμη να συμβάλουν σύμφωνα με την εθνικοποίηση). Ο ιταλικός βιομηχανικός τομέας δεν συμπεριλήφθηκαν στις νέες μεταρρυθμίσεις από τους Γερμανούς, ενώ οι Ιταλοί βιομήχανοι εναντιώθηκαν στις αλλαγές. Τέλος, το εργατικό δυναμικό (μεγάλο μέρος από το οποίο παρέμενε αριστερό παρά το φασιστικό καθεστώς) θεώρησαν την εθνικοποίηση απάτη και προχώρησαν σε μία μεγάλου βαθμού απεργία την 1η Μαρτίου του 1944.[9]

Συμμετοχή στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο

Επεξεργασία
Η πολεμική σημαία της ΙΚΔ
Ο Μουσολίνι επιθεωρεί οχυρωμένες τοποθεσίες, το 1944
Η περιοχή που ήλεγχε η ΙΚΔ, την περίοδο ύπαρξης της

Στην Ελλάδα, μολονότι η κυβέρνηση του Βασιλείου της Ιταλίας είχε παραδοθεί και πολλοί Ιταλοί στρατιώτες στο Αιγαίο είχαν κουραστεί από τον πόλεμο και είχαν εναντιωθεί στον Μουσολίνι, οι Ιταλοί φασίστες αξιωματούχοι παρέμειναν σύμμαχοι της Γερμανίας κατά τη διάρκεια της ελληνικής εκστρατείας. Τον Σεπτέμβριο του 1944, ο στρατηγός Μάριο Σολνταρέλλι, κήρυξε την αναδιαμφισφήτητη πίστη του στον Ντούτσε Μπενίτο Μουσολίνι και συγκέντρωσε τις φασιστικές δυνάμεις των Μελανοχιτώνων και των ιταλικών στρατευμάτων, που παρέμειναν πιστοί στον Μοσουλίνι, μαζί με στρατιώτες, που θεώρησαν ατίμωση την προδοσία σε σύμμαχο και αυτούς που είχαν καλλιεργήσει συντροφικά συναισθήματα απέναντι στους Γερμανούς, με σκοπό να συνεχίσουν τον πόλεμο. Οι Γερμανικές δυνάμεις από την άλλη μεριά έπεισαν 10.000 Ιταλούς στρατιώτες να ενταχθούν στον υποτυπώδη στρατό της ΙΚΔ.[19] 

Τον Μάρτιο του 1944, η πρώτη ιταλική μεραρχία των ΕΣ-ΕΣ στάλθηκαν στο Άντσιο, όπου πολέμησαν πλάι στις γερμανικές δυνάμεις και τους απονεμήθηκαν ευνοϊκές κριτικές, ενώ υπέστησαν σοβαρές απώλειες, για αυτό άλλωστε ο Χάινριχ Χίμλερ ανακοίνωσε την πλήρη ενσωμάτωση της μονάδας των γερμανικών Waffen SS.[20]

Το 1944, ο Μουσολίνι παρότρυνε τον Χίτλερ να συνεχίσει τους βομβαρδισμούς απέναντι στη Βρετανία, αντί να πολεμήσει τη Σοβιετική Ένωση, καθώς ισχυρίστηκε πως η Βρετανία είχε μετατρέψει τη διαμάχη αυτή σε έναν παγκόσμιο πόλεμο και ότι η Βρετανική Αυτοκρατορία πρέπει να καταστραφεί, για να επιτευχθεί η ειρήνη στην Ευρώπη.[21] Ο Μουσολίνι ήθελε να διεξαγάγει μία μικρή επίθεση μαζί με τη Γοτθική Γραμμή εναντίον των Συμμάχων με τις νέες δυνάμεις την Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας: Τον Δεκέμβριο του 1944, η μεραρχία των Άλπεων "Μόντε Ρόζα", μαζί με γερμανικά τάγματα πολέμησαν με μερική επιτυχία στη μάχη του Γκαργαγκνάνα.

Στις 26 Δεκεμβρίου του 1944, μερικές αρκετά μεγάλες στρατιωτικές μονάδες της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένου της 4ης και 3ης μεραρχίας συμμετείχαν στην Επιχείρηση Χειμερινή Καταιγίδα. Η επιχείρηση αυτή ήταν από κοινού ιταλικών και γερμανικών δυνάμεων εναντίον της 92ης μεραρχίας πεζικού, Η μάχη δόθηκε στα Απένινα. Μολονότι, ήταν περιορισμένου βαθμού, ήταν μία επιτυχημένη επιχείρηση, καθώς η Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία συνέβαλε επιτυχώς.

Καθώς η κατάσταση άρχισε να γίνεται απελπιστική, με τις Συμμαχικές δυνάμεις να έχουν τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους της Ιταλίας, ενώ παράλληλα από τον Φεβρουάριο του 1945 οι ίδιες συνέχισαν να απωθούν τις δυνάμεις του Άξονα από το βόρειο τμήμα της Γοτθικής Γραμμής[22], ο Μουσολίνι διακήρυξε πως "θα πολεμούσε και για τον τελευταίο Ιταλό", και ισχυρίστηκε πως θα μετέτρεπε το Μιλάνο, "το Στάλινγκραντ της Ιταλίας", εκεί όπου ο φασισμός θα έδινε τον τελευταίο του λαμπρό αγώνα.[23] Παρά την ισχυρή ρητορική του, ο Μουσολίνι σκέφτηκε να φυγαδεύσει φασίστες στην Ελβετία, παρά την εναντίωση της Γερμανίας, η οποία αντ' αυτού πρότεινε στον Μουσολίνι και σε κάποιους σημαντικούς φασίστες αξιωματούχους να εξοριστούν στη Γερμανία.[23] Έπειτα από τη διάλυση της στήριξης από την κυβέρνηση του, μερικοί φασίστες και Γερμανοί στρατιωτικοί αξιωματούχοι προσπάθησαν να ξεκινήσουν μυστική διπλωματία με σκοπό τη συνθηκολόγηση με τις Συμμαχικές Δυνάμεις, χωρίς να συμβουλευτούν ούτε τον Χίτλερ ούτε τον Μουσολίνι.[24]

Τον Φεβρουάριο του 1945, η 92η μεραρχία πεζικού για ακόμη μία φορά εναντιώθηκε σε μονάδες της ΙΚΔ. Αυτήν τη φορά η ιταλική μεραρχία βρισκόταν υπό τις εντολές των σκοπευτών Μπεργσαλιέρι (Bersaglieri). Οι ιταλικές δυνάμεις αμύνθηκαν της αμερικάνικης μεραρχίας, με πλήρη επιτυχία.

Παρόλα αυτά, η κατάσταση άρχισε να δυσκολεύει για τις δυνάμεις του Άξονα στη Γοτθική Γραμμή.[25] Στα μέσα Απριλίου, η τελική επίθεση των Συμμάχων στην Ιταλία οδήγησε τις γερμανικές δυνάμεις να καταρρεύσουν. Στο τέλος του μήνα, τα απομεινάρια των στρατευμάτων της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας συγκεντρώθηκαν με δύο μεραρχίες των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων Βέρμαχτ στο Κολλέτσιο. Τα στρατεύματα της δυνάμεως του Άξονα αναγκάστηκαν να παραδοθούν μετά από μερικές μέρες πολέμου από την 1 βραζιλιάνικη μεραρχία.[26][27][28]

Στις 29 Απριλίου, ο Γκρατσάνι (Graziani) ήταν παρών όταν υπογράφτηκε από τον εκπρόσωπο του Γερμανού στρατηγού Χέινριχ φον Βίτενχοφ Σεελ (Heinrich von Vietinghoff-Scheel) η άνευ όρων παράδοση όλων των δυνάμεων του Άξονα στην Ιταλία. Παρόλα αυτά, καθώς οι Σύμμαχοι δεν είχαν αναγνωρίσει ποτέ την Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία ως κρατική οντότητα, η υπογραφή του Γκρατσιάνι δεν ήταν απαραίτητη στην Κασέρτα[29]. Στις 2 Μαΐου η παράδοση θα πραγματοποιούταν, αλλά ο Γκρατσιάνι διέταξε τις στρατιωτικές δυνάμεις της ΙΔΚ να παραδώσουν τα όπλα στις 1 Μαΐου.

Στρατιωτική οργάνωση

Επεξεργασία

Στρατός ξηράς

Επεξεργασία
Στρατιώτες της ΙΚΔ, τον Μάρτιο του 1944
Στρατιώτες της ΙΚΔ, που συμμετέχουν στη Μάχη του Άνζιο
Στρατιώτης της ΙΚΔ με το μονόγραμμα "Μ" στον γιακά του και με θήκη όπλου, τύπου "σαμουράι" για το Μπερέττα ΜΑΒ ΣΜΓ
Στρατιώτης της ΙΚΔ καθαρίζει το όπλο του (Mauser 98k) ενώ βρίσκεται στη Γοτθική Γραμμή (1944)

Μικρότερες μονάδες, όπως η "Μαύρη Μεραρχία" ή Black Brigades και τα ιταλικά ΟΥΚ ή όπως τα αποκαλούσαν Decima Flottiglia MAS πολέμησαν για την Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία κατά τη διάρκεια όλης της ύπαρξης της. Οι Γερμανοί ήταν ευχαριστημένοι, όταν αυτές οι μονάδες συμμετείχαν στην καταπίεση των επαναστατών, καθώς η αποτελεσματικότητα τους ξεπερνούσε μερικές φορές τις προσδοκίες τους.

Στις 16 Οκτωβρίου του 1943, υπογράφτηκε το πρωτόκολλο Ράστενμπουργκ μεταξύ της Ναζιστικής Γερμανίας και της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας, που τους επέτρεπε να συγκεντρώσουν στρατιωτικές δυνάμεις μεγέθους μεραρχίας. Το πρωτόκολλο επέτρεπε επίσης στον στρατιωτικό αξιωματούχο Ροντόλφο Γκρατσιάνι να συγκεντρώσει τέσσερις μεραρχίες της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας συνόλου 52.000 ανδρών. Τον Ιούλιο του 1944, η πρώτη από τις τέσσερις αυτές μεραρχίες ολοκλήρωσαν την εκπαίδευση τους και στάλθηκαν στο μέτωπο.

Για την Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία η στρατολόγηση στρατιωτικών δυνάμεων ήταν δύσκολη, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του ιταλικού στρατού είχε φυλακισθεί από τις γερμανικές δυνάμεις το 1943, ενώ κάποιοι μεγάλοι σε ηλικία Ιταλοί στρατιωτικοί είχαν στρατολογηθεί στο εργατικό δυναμικό στη Γερμανία, ενώ λίγοι είχαν την επιθυμία να συμμετάσχουν στον πόλεμο. Η απόγνωση της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας την ανάγκασε να υποσχεθεί σε κατάδικους ελευθερία, στην περίπτωση που συμμετείχαν στον πόλεμο, ενώ επίσης θα διέγραφε τη θανατική ποινή σε αυτούς που είχαν την επιθυμία να στρατολογηθούν.[30] Επίσης, οι αυτόνομες στρατιωτικές δυνάμεις της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας, καθώς επίσης και με την κακόφημη ομάδα των Decima Flottiglia MAS του πρίγκιπα Τζούνιο Βαλέριο Μποργκέζε (Junio Valerio Borghese) πολέμησαν εναντίον των Συμμάχων. Ο Μποργκέζε δεν ένοιωθε υποταγμένος στον Μουσολίνι και του είχε εκμυστηρευθεί επίσης πως αν είχε τη δυνατότητα, θα τον φυλάκιζε.[30]

Κατά τη διάρκεια του χειμώνα μεταξύ 1944-1945, ιταλικές ένοπλες δυνάμεις βρίσκονταν και στις δύο πλευρές της Γοτθικής Γραμμής. Στην πλευρά των Συμμάχων βρίσκονταν τέσσερις ιταλικές ομάδες εθελοντών από τον παλιό ιταλικό στρατό. Οι Ιταλοί αυτοί εθελοντές ήταν εξοπλισμένοι και εκπαιδευμένοι από τους Βρετανούς. Στην πλευρά των δυνάμεων του Άξονα βρίσκονταν τέσσερις μεραρχίες της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας. Επιπροσθέτως, τρεις μεραρχίες της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας: η 2η ιταλική μεραρχία πεζικού, η 3η μεραρχία ναυτικού και η 4η μεραρχία πεζοναυτών βρίσκονταν υπό τις διαταγές του Γκρατσιάνι και είχαν το καθήκον να φυλάσσουν το δυτικό πλευρό της Γοτθικής Γραμμής, απέναντι από τη Γαλλία. Η 4η μεραρχία και η 1η ήταν μαζί με τον 14ο γερμανικό στρατό στα Απένινα όρη, σε ένα μέρος που είχε μικρές πιθανότητες να τους επιτεθούν.[31]

Ο στρατός της ΙΚΔ ήταν υπό τις εντολές του στρατηγού Αλφρέντο Γκουτσόνι (Alfredo Guzzoni), ενώ ο αρχιστράτηγος Ροδόλφο Γκρατσάνι (Rodolfo Graziani), ο πρώην κυβερνητικός στρατηγός της ιταλικής Λιβύης ήταν ο υπουργός αμύνης της ΙΚΔ και αρχιστράτηγος της γερμανικής μονάδας "Λιγκούρια". Ο Μουσολίνι ως αρχηγός και πρωθυπουργός του κράτους είχε την ανώτατη εντολή όλων των στρατιωτικών δυνάμεων της ΙΚΔ.

Αεροπορία

Επεξεργασία

Η εθνική αεροπορία της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας ήταν κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και η αεροπορική της δύναμη. Η τακτική της οργάνωση ήταν: 3 μαχητικές ομάδες, 1 ομάδα τορπιλλοφόρων και 1 βομβιστική ομάδα, καθώς επίσης και ομάδες μεταφοράς και μικρότερες μονάδες. Η ιταλική αεροπορία δούλευε στενά με τη γερμανική αεροπορία (Luftwaffe) στη Βόρεια Ιταλία, ακόμη κι αν οι Γερμανοί προσπάθησαν ανεπιτυχώς βέβαια να αποστρατεύσουν την ιταλική αεροπορία και να εντάξουν τους πιλότους της στη Luftwaffe.

Το 1944, μετά την απόσυρση των γερμανικών μαχητικών δυνάμεων στην προσπάθεια τους να σταματήσουν την αυξανόμενη επίθεση των Συμμάχων στη γερμανική ενδοχώρα, μαχητικά αεροσκάφη της ιταλικής αεροπορίας έμειναν αβοήθητα και σε σαφώς μικρότερο αριθμό απέναντι στην τεράστια δύναμη αέρος των Συμμάχων στην αερομάχη στη Βόρεια Ιταλία. Στις επιχειρήσεις μεταξύ 1944 και 1945 τα μαχητικά αεροσκάφη της ιταλικής κοινωνικής αεροπορίας κατάφεραν να καταρρίψουν 262 αεροσκάφη των Συμμάχων με απώλεια 158 δικών τους αεροσκαφών.[32][33][34]

Στη ναυτική δύναμη της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας συμμετείχε ένα μικρό μέρος του βασιλικού ιταλικού ναυτικού. Ο στόλος του ιταλικού ναυτικού είχε εντολές να αγκυροβολήσει στη Μάλτα σύμφωνα με την ανακωχή, εκτός εμβέλειας των Γερμανικών και της ΙΚΔ δυνάμεων. Ο εθνικός στόλος της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας ήταν σε μέγεθος το ένα δωδέκατο του ιταλικού στόλου.[35] Ο στόλος της ΙΚΔ αποτελούταν από 9 τορπιλοφόρα πλοία (2 μεγάλα και 7 μικρά), μερικές ντουζίνες από μικρά τορπιλοφόρα MTSM και εκρηκτικά πλόια ΜΤΜ.[36] Ο στόλος επίσης είχε στην κατοχή του και 15 υποβρύχια CB-class (10 στην Αδριατική και πέντε στη Μαύρη Θάλασσα) και ένα μεγάλο υποβρύχιο, CM1.[37]

Στρατεύματα της ελίτ ιταλικής ομάδας των βατραχανθρώπων (Decima Flottiglia MAS) πολεμούσαν ως ομάδα ξηράς του ναυτικού της ΙΚΔ. Μερικά από το ναυτικό προσωπικό στη βάση των υποβρυχίων BETASOM στο Μπορντό παρέμεναν πιστά στον Μουσολίνι.

Παραστριωτικές Ομάδες

Επεξεργασία

Η πτώση του δικτατορικού καθεστώτος στην Ιταλία και η διάλυση της ομάδα των Μελανοχιτώνων ανέδειξε τη δημιουργία της Δημοκρατικής Εθνοφρουράς (Guardia Nazionale Repubblicana), της Δημοκρατικής Αστυνομίας (Corpo di Polizia Repubblicana) και ενός παραστρατιωτικού σώματος, των "Μαύρων Ταξιαρχιών (Brigate Nere). Η Eθνοφρουρά αποτελούnταν από παλιά μέλη των Μελανοχιτώνων, αστυνομικών, στρατιωτικών, μέλη της ιταλικής αστυνομίας στην Αφρική και άλλων μελών, πιστών στη φασιστική ιδεολογία. Παράλληλα, η δημοκρατική αστυνομία ήταν η διάδοχος της Δημόσιας Ασφάλειας, διαμορφωμένη από τον διευθυντή της Δημόσιας Ασφάλειας και των Πρακτόρων της Δημόσιας Ασφάλειας. Oι Μαύρες Ταξιαρχίες σχηματίστηκαν και στελεχώθηκαν από μέλη του νέου φασιστικού καθεστώτος. Οι δύο αυτές μονάδες λοιπόν πολέμησαν στο πλευρό των Ναζί και των Βάφφεν ΕΣ-ΕΣ στον αντί-επαναστατικό πόλεμο. Η Μαύρη Ταξιαρχία επίσης ήταν υπαίτια για πολλές φρικαλαιότητες στον αγώνα απέναντι του ιταλικού επαναστατικού κινήματος, ενώ συνάμα εναντίον πολιτικών εχθρών. Στις 15 Αυγούστου του 1944, η Εθνοφρουρά ενσωματώθηκε στον στρατό.

Κυβέρνηση

Επεξεργασία
 
Ο αετός που κρατά τσεκούρι, το σύμβολο της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας

Ακόμα και υποτελής οντότητα, ο Μουσολίνι κατάφερε να σχηματίσει υποτυπώδη κυβέρνηση:

Τον Φεβρουάριο του 1945 ο Γκουίντο Μπουφφαρίνι απολύθηκε και στη θέση του διορίστηκε ο:

Στις 30 Οκτωβρίου 1943 ο Αντόνιο Τρινγκάλι-Κασαβόνα πέθανε και στη θέση του διορίστηκε ο:

Αργότερα ο Σίλβιο Γκάι παραιτήθηκε και στη θέση του διορίστηκε ο:

Κληρονομιά

Επεξεργασία

Πολιτική Μετά τον Πόλεμο

Επεξεργασία

Ενώ η Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία υποστήριζε τη Ναζιστική Γερμανία, επέτρεψε στο ιταλικό φασιστικό κίνημα να διαμορφώσει ένα άκρως ολοκληρωτικό καθεστώτος. Κατά τα είκοσι προηγούμενα χρόνια φασισμού, η μοναρχία του Βασιλείου της Ιταλίας περιόριζε τις φασιστικές πράξεις. Η διαμόρφωση της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας επέτρεψε στον Μουσολίνι να είναι επιτέλους ο αρχηγούς του ιταλικού κράτους και επέτρεψε στους φασίστες να επιστρέψουν στις προηγούμενες θέσεις τους.

Οι πιο διακεκριμένες φιγούρες της μετά πολέμου ιταλικής ακροδεξιάς πολιτικής είχαν άρρητη σύνδεση με την Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατίας. Μεταξύ αυτών ήταν ο Φιλλίπο Ανφούζο (Fillipo Anfuso), Πίνο Ρομουάλντι (Pino Romualdi), Ροντόλφο Γκρατσιάνι ([Rodolfo Graziani), Χούνιο Βαλέριο Μποργκέζε (Junio Valerio Borghese), Λίσιο Γκέλλι (Licio Gelli) και ο Τζεόρτζιο Αλμιράντε (Giorgio Almirante).

Η ταινία του 1976 Salò, or the 120 Days of Sodom Πιέρ Πάολο Πασολίνι (Pier Paolo Pasolini) ήταν μία διασκευή της ταινίας The 120 Days of Sodom του Μαρκήσιου ντε Σαντ, γυρισμένη στη Δημοκρατία του Σάλο αντί για τη Γαλλία του 18ου αιώνα. Χρησιμοποιεί την πηγή αυτή ως μία αλληγορία. Οι φρικαλαιότητες στην ταινία δεν συνέβησαν πραγματικά, ενώ παράλληλα οι επιλογές του περιβάλλοντος, του ρουχισμού, των στολών, των όπλων και άλλων λεπτομερειών είναι ιστορικά ορθές.

Η ταινία του 1997 Η Ζωή Είναι Ωραία του Ρομπέρτο Μπενίνι (Roberto Benigni) είναι επίσης γυρισμένη στη Δημοκρατία του Σάλο. Το Novecento του Μπερνάντο Μπερτολούσι εκτυλίσσεται στην Εμίλια, που ήταν την εποχή εκείνη μία επαρχία της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας, παρότι δεν αναφέρθηκε ποτέ στην ταινία. Τέλος, η ταινία Wild Blood αναφέρεται στην πραγματική ιστορία δύο φασιστικών σταρ της Λουίζα Φερίντα (Luisa Ferida) και του Οσβάλντο Βαλέντι (Osvaldo Valenti) και για τη στήριξη τους στη δικτατορία.

Ο συγγραφέας και ποιητής του φουτουρισμού Φιλίππο Τομάζο Μαρινέττι, ένας οπαδός του Μουσολίνι, ο οποίος είχε βοηθήσει στη διαμόρφωση της φασιστικής φιλοσοφίας, παρέμεινε πιστός στην προπαγάνδα της ΙΚΔ μέχρι και το θάνατο του από καρδιακό επεισόδιο στο Μπελλάζιο τον Δεκέμβρη του 1944.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Giacomo De Marzi, I canti di Salò, Fratelli Frilli, 2005.
  2. A. James GregorThe Ideology of Fascism: The Rationale of Totalitarianism, New York: NY, The Free Press, 1969, p. 307
  3. Howard McGaw Smyth, "The Armistice of Cassibile", Military Affairs 12:1 (1948), 12–35.
  4. 4,0 4,1 F., Pauley, Bruce (1 Ιανουαρίου 2003). Hitler, Stalin, and Mussolini : totalitarianism in the twentieth century. Harlan Davidson. ISBN 088295993X. 49822970. 
  5. Collection., Rogers D. Spotswood (1 Ιανουαρίου 1990). The rise and fall of the Third Reich : a history of Nazi Germany. Simon & Schuster. ISBN 0671728687. 22888118. 
  6. 6,0 6,1 6,2 Dr Susan Zuccotti, Furio Colombo. The Italians and the Holocaust: Persecution, Rescue, and Survival. University of Nebraska Press paperback edition. University of Nebraska Press, 1996. P. 148.
  7. Vincenzo,, Di Michele,. L'ultimo segreto di Mussolini: quel patto sottobanco fra Badoglio e i Tedeschi. ISBN 9788884744227. 925734586. 
  8. 8,0 8,1 1932-, Moseley, Ray, (1 Ιανουαρίου 2004). Mussolini : the last 600 days of il Duce . Taylor Trade Pub. ISBN 1589790952. 53848402. 
  9. 9,0 9,1 9,2 1938-, De Grand, Alexander J., (1 Ιανουαρίου 2000). Italian fascism : its origins & development. University of Nebraska Press. ISBN 0803266227. 42462895. 
  10. Pauley 2003, p. 228.
  11. Smith 1983, p. 307.
  12. Rees, Philip (1990), Biographical Dictionary of the Extreme Right Since 1890, p. 212
  13. Rolf SteiningerSouth Tyrol: A Minority Conflict of the Twentieth Century. Pp. 69.
  14. Giuseppe Motta. The Italian Military Governorship in South Tyrol and the Rise of Fascism. English translation edition. Edizioni Nuova Cultura, 2012. P. 104.
  15. 15,0 15,1 15,2 Jozo TomaševićWar and Revolution in Yugoslavia, 1941–1945: Occupation and Collaboration: 1941–1945: Occupation and CollaborationStanford University Press, 2001. P. 300.
  16. Nicola Cospito; Hans Werner Neulen (1992). Salò-Berlino: l'alleanza difficile. La Repubblica Sociale Italiana nei documenti segreti del Terzo Reich. Mursia. p. 128. ISBN 88-425-1285-0.
  17. 1920-, Mack Smith, Denis, (1983). Mussolini. Vintage Books. ISBN 0394716582. 
  18. 18,0 18,1 Smith 1983, p. 312.
  19. Anthony J. Papalas. Rebels and Radicals: Icaria 1600–2000. Wauconda, Illinois, USA: Bolchazi-Carducci Publishers, 2005. pp. 188–190.
  20. The 29th Waffen Divisionen der SS (Italianishe Nr. 1)
  21. Smith 1983, p. 316.
  22. Clark, Mark "Calculated Risk." Enigma Books, 2007. ISBN 978-1-929631-59-9P.608
  23. 23,0 23,1 Smith 1983, p. 317.
  24. Smith 1983, pp. 317–318.
  25. Ibidem. Clark, 2007.
  26. Popa, Thomas A. "Po Valley 1945" WWII Campaigns, United States Army Center of Military History, 1996. ISBN 0-16-048134-1. CMH Pub 72-33. Page 23.
  27. Giannasi, Andrea. "Il Brasile in guerra: la partecipazione della Força Expedicionaria Brasileira alla campagna d'Italia (1944–1945)" (Italian) Prospettiva Editrice, 2004. ISBN 8874182848. Pages 146–48.
  28. Bohmler, Rudolf "Monte Cassino: a German View" Cassell, 1964. ASIN B000MMKAYM. Chapter IX (final).
  29. The Decline and Fall of Nazi Germany and Imperial Japan, Hans Dollinger, Library of Congress Catalogue Card Number 67-27047
  30. 30,0 30,1 Smith 1983, p. 308.
  31. Blaxland, p243
  32. Italian Air Forces 1943–1945 - The Aviazone Nazionale Repubblicana by Richard J. Caruana, 1989 Modelaid International Publication
  33. Aircraft of the Aces 34 Apostolo: Italian Aces of World War 2
  34. Italian biplane fighter aces - Ugo Drago
  35. Page 100, "The Armed Forces of World War II", Andrew Mollo, ISBN 0-517-54478-4
  36. Spencer C. Tucker, World War II at Sea: An Encyclopedia: An Encyclopedia, p. 389
  37. Jack Greene, Alessandro Massignani, The Black Prince and the Sea Devils: The Story of Valerio Borghese and the elite units of the Decima MAS, p.42

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία