Λεονάρδος o Χίος

(Ανακατεύθυνση από Λεονάρδος Χίος)

Ο Λεονάρδος ο Χίος ήταν Έλληνας Καθολικός κληρικός από τη Χίο, αρχιεπίσκοπος Μυτιλήνης (1444-1462) και υπερασπιστής της Κωνσταντινούπολης κατά την Άλωση το 1453.

Λεονάρδος Χίος
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1395[1]
Χίος
Θάνατος1482
ΘρησκείαΡωμαιοκαθολική Εκκλησία
Θρησκευτικό τάγμαΤάγμα των Δομινικανών
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
καθολικός επίσκοπος
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαεπίσκοπος[2]

Βιογραφία Επεξεργασία

Γεννήθηκε στη Χίο το 1395 ή το 1396[3]. Γόνος ταπεινής οικογένειας, εισήλθε στο Τάγμα των Δομινικανών (καθολικών μοναχών) της Χίου όπου διακρίθηκε γρήγορα για την εξυπνάδα και φιλομάθειά του. Στην εφηβεία του και με οικονομική ενίσχυση των ποντεστά (διοικητών) του νησιού Ιουστινιάνι, αναχώρησε για την Πάντοβα για φιλοσοφικές και θεολογικές σπουδές. Χρησιμοποιούσε από τότε το όνομα Ιουστινιάνι είτε απο ευγνωμοσύνη είτε, όπως γράφει ο Κων.Σάθας, για να "θαυμαστώσει το πενιχρόν της καταγωγής του", έτσι στην Ιταλία έγινε γνωστός ως Leonardo da Chio Giustiniani. Το 1426 βρέθηκε στη Γένοβα, όπως μαρτυρεί το πρώτο του γραπτό που έχει διασωθεί[4]. Το 1431, μετά από σύντομο πέρασμα και από την Περούτζια, ο Πάπας Ευγένιος Δ' του έδωσε αξίωμα εκκλησιαστικού δικαίου(inquisitore della Congregazione dei fratres peregrinantes in Oriente)[5], θέση που κράτησε για 12 χρόνια. Είναι πιθανό οτι με αυτή την ιδιότητα παραβρέθηκε στη Σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας(1438-1439) κι έγινε υπέρμαχος της Ένωσης (ορθοδόξων και καθολικών).

Επίσκοπος Μυτιλήνης Επεξεργασία

Το 1444, με παρότρυνση του Γενουάτη διοικητή της Λέσβου Ντορίνο Α' Γκαττιλούζιο και του Βησσαρίωνα του Τραπεζούντιου, χειροτονήθηκε από τον Πάπα Ευγένιο Δ' επίσκοπος Μυτιλήνης και Λέσβου, στη θέση του αποθανόντος Δωρόθεου. Εκεί ανέπτυξε καλές σχέσεις με τους άρχοντες Γκατιλούζιο και συνέγραψε δύο σημαντικά έργα στα λατινικά, εκ των οποίων το πιο γνωστό(De nobilitate) ήταν μία απολογητική πραγματεία απάντηση στο λόγιο Πότζιο Μπρατσολίνι, που αποδεικνύουν οτι ο Λεονάρδος παρακολουθούσε με προσοχή τα φιλοσοφικά, ουμανιστικά ρεύματα της εποχής του. Το τελευταίο γράφτηκε το 1446 κι ήταν αφιερωμένο στον Αντρεόλο Ιουστινιάνι, μέλος της Μαόνας της Χίου[3]. Το 1449 ο Ντορίνο τον έστειλε στην Ιταλία για να βρει αρχοντοπούλα νύφη για το γιο του και διάδοχο Ντομένικο, κι ο Λεονάρδος συνήψε συνοικέσιο με τη Γενοβέζα Μαρία Ιουστινιάνη Λόγγο, πνευματικό του τέκνο όταν ζούσε στην Ιταλία.Το 1452 όταν ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ΄ ζήτησε από τον Πάπα Νικόλαο Ε' αποστολή στρατιωτικής βοήθειας και την υλοποίηση της Ένωσης των Εκκλησιών, ο πάπας έστειλε αρχικά το φθινόπωρο του 1452 τον έλληνα καρδινάλιο Ισίδωρο του Κιέβου που με πλοίο παρέλαβε από τη Χίο και το Λεονάρδο και 200 τοξότες κι έφτασαν στην Κωνσταντινούπουλη στις 26 Οκτωβρίου[6].

Στην Άλωση της Κωνσταντινούπολης Επεξεργασία

Στις 12 Δεκεμβρίου 1452, έπειτα από μερικές αναβολές λόγω της έντονης αντίδρασης των ανθενωτικών όπως ο Γεννάδιος Σχολάριος κι ο Ιωάννης Ευγενικός, ο Λεονάρδος συμμετείχε με τον Ισίδωρο, τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο κι αλλους αξιωματούχους στην κοινή θεία λειτουργία στη Βασιλική της Αγίας Σοφίας που τυπικά επισημοποίησε την Ένωση. Οι αντιδράσεις όμως των ανθενωτικών και τα αναθέματα ήταν τόσο μαζικά που την κατέστησαν νεκρό γράμμα. Ο Λεονάρδος ζήτησε τότε από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να δικάσει και να τιμωρήσει τους φανατικούς ανθενωτικούς που δεν μνημόνευαν το όνομα του Πάπα και δεν έλεγαν το Πιστεύω με τη νέα φράση "και εκ του Υιού εκπορευόμενον". Όταν ο Κωνσταντίνος αρνήθηκε να τους τιμωρήσει, ο Λεονάρδος τον κατηγόρησε για "padivita"(ανανδρία)[3]. Αποφάσισαν με τον Ισίδωρο να μείνουν στην Πόλη, επίσημα για να επιτηρούν την τήρηση της συμφωνίας κι ελπίζοντας πάντα στην αποστολή βοήθειας από τη Δύση. Ωστόσο, η Δύση ήταν διχασμένη κι η βοήθεια δεν έφτασε, με εξαίρεση ορισμένες εκατοντάδες στρατιώτες προερχόμενους από διάφορες περιοχές. Μεταξύ των ανδρών αυτών, περιλαμβάνονταν και 200 Κρήτες τοξότες οι οποίοι κατέφτασαν στην Κωνσταντινούπολη την ίδια περίοδο με τον Λεονάρδο κι ο συμπατριώτης του από τη Χίο Ιωάννης Ιουστινιάνης με 700 Γενοβέζους στα τέλη Ιανουαρίου. Οι κληρικοί Λεονάρδος 58 ετών και Ισίδωρος 68 ετών τάχθηκαν από τις 5 Απριλίου που άρχισε η πολιορκία να πολεμούν στα θαλάσσια τείχη μέχρι και την πτώση της Πόλης στα χέρια των Οθωμανών στις 29 Μαΐου 1453 κι έζησαν τις δραματικές στιγμές της. Ο Λεονάρδος τραυματίστηκε και πιάστηκε αιχμάλωτος[3] όμως όπως και ο Ισίδωρος, κατόρθωσε να γλιτώσει τον θάνατο. Αφού πέταξε από πάνω του τα ράσα κι έγινε αγνώριστος, εξαγοράσε την ελευθερία του χάρη σε Γενοβέζου έμπορο του Γαλατά που τον αναγνώρισε[6] και τελικά μετά κόπων και βασάνων επέστρεψε στη Χίο. Εκεί, συνέγραψε στις 16 Αυγούστου ένα γλαφυρό απολογισμό της πολιορκίας της πόλης με παραλήπτη τον Πάπα Νικόλαο (Historia captae a Turcis Constantinopolis, Nuremberg, 1544 και P.G., CLIX, 923 sq). Το κείμενο αυτό, παραμένει έως σήμερα μία από τις πλέον χρησιμοποιούμενες πηγές για την μελέτη της πτώσης της Κωνσταντινούπολης και ασκεί δριμεία κριτική στους χειρισμούς των Βυζαντινών[6].

Στην Άλωση της Λέσβου Επεξεργασία

Όταν επέστρεψε στη Λέσβο σαν επισκόπος συνέγραψε το 1455 μια επιστολή κατά του Γεννάδιου Σχολάριου, κατηγορώντας τον ως "εισβολέα" ("intruso") που δέχτηκε να γίνει Πατριάρχης υποτελής στο Μωάμεθ Β'. Το 1458, ο νέος άρχοντας του νησιού Νικολό που εκθρόνισε κι έπνιξε τον αδελφο του Ντομένικο, υπό το φόβο οθωμανικής επιδρομής, έστειλε το Λεονάρδο στη Γένοβα και τη Βουργουνδία για να ζητήσει βοήθεια, αλλά δεν πέτυχε τίποτα. Σύμφωνα με μια ιταλική πηγή πέθανε στη Δύση το 1459[3] κι ο πάπας Πίος Β' έστειλε επίσκοπο Μυτιλήνης έναν βενεδικτίνο μοναχό ονόματι Μπενεντέτο.

Σύμφωνα όμως με τον Κων.Σάθα που συνέλεξε τις πληροφορίες αυτές από το Γερμανό βυζαντινολόγο του19ου αιώνα Καρλ Χοπφ, αλλά και τον ιστορικό Στίβεν Ράνσιμαν, επέστρεψε άπραγος στη Μυτιλήνη και ήταν ο ίδιος παρών το Σεπτέμβρη του 1462 κατά την άλωση της Λέσβου από τους Οθωμανούς. Τότε, πιάστηκε αιχμάλωτος από τους τελευταίους, που τον έφεραν αρχικά σκλάβο στην Κωνσταντινούπολη αλλά το επόμενο έτος άφησαν ελεύθερο το γηραιό επίσκοπο που γύρισε στο νησί. Συνέγραψε τότε, ένα νέο κείμενο το οποίο περιέγραφε την άλωση της Λέσβου με παραλήπτη τον Πάπα Πίο Β (Leonardi Chiensis de Lesbo a Turcis capta epistola Pio Papae II missa, éditions Hopf, Konigsberg, 1866).

Απεβίωσεστη Χίο ή στην Ιταλία το 1482.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 Ανακτήθηκε στις 26  Νοεμβρίου 2018.
  2. (Γερμανικά) Κατάλογος της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γερμανίας. 10095197X. Ανακτήθηκε στις 26  Ιουνίου 2020.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 «LEONARDO da Chio in "Dizionario Biografico"». www.treccani.it (στα Ιταλικά). Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2019. [νεκρός σύνδεσμος]
  4. «LEONARDO da Chio in "Dizionario Biografico"». www.treccani.it (στα Ιταλικά). Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2019. [νεκρός σύνδεσμος]
  5. «LEONARDO da Chio in "Dizionario Biografico"». www.treccani.it (στα Ιταλικά). Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2019. [νεκρός σύνδεσμος]
  6. 6,0 6,1 6,2 Steven Runciman, La Chute de Constantinople, éditions Tallandier, p. 276

Πηγές Επεξεργασία