Μάχη του Βατερλώ
Η Μάχη του Βατερλώ (γαλλικά: Bataille de Waterloo, αγγλικά: Battle of Waterloo, γερμανικά: Schlacht bei Waterloo) διεξήχθη την Κυριακή 18 Ιουνίου 1815 κοντά στο Βατερλώ της Φλάνδρας, στο σημερινό Βέλγιο. Ο γαλλικός στρατός υπό τον αυτοκράτορα Ναπολέοντα Α΄ ηττήθηκε από τον στρατό του Έβδομου Συνασπισμού, ο οποίος αποτελείτο από συμμαχικές δυνάμεις που είχαν συγκεντρώσει οι Βρεταννοί, υπό τον υποστράτηγο Άρθουρ Ουέλσλι, τον μετέπειτα Δούκα του Ουέλλινγκτον, και από Πρώσσους, υπό τον στρατάρχη Γκέμπχαρτ Λέμπερεχτ φον Μπλύχερ. Ήταν το αποκορύφωμα της Εκστρατείας του Βατερλώ και η τελευταία μάχη του Ναπολέοντα. Η ήττα του είχε ως αποτέλεσμα το τέλος της εξουσίας του και την εξορία του στη νήσο της Αγίας Ελένης.
Μάχη του Βατερλώ | |||
---|---|---|---|
Ναπολεόντειοι Πόλεμοι | |||
Η μάχη του Βατερλώ Πίνακας του Ουίλλιαμ Σάντλερ ( (1782–1839) | |||
Χρονολογία | 18 Ιουνίου 1815 | ||
Τόπος | Βατερλώ | ||
Έκβαση | Αποφασιστική νίκη του Έβδομου Συνασπισμού | ||
Αντιμαχόμενοι | |||
Ηγετικά πρόσωπα | |||
Δυνάμεις | |||
| |||
Απώλειες | |||
Προηγήθηκε η επιστροφή του Ναπολέοντα στην εξουσία το Μάρτιο του 1815 (οι περίφημες «100 Μέρες»), που είχε ως συνέπεια πολλά από τα αντίπαλά του κράτη να κινητοποιήσουν τους στρατούς τους εναντίον του, δημιουργώντας ταυτόχρονα τον Έβδομο Συνασπισμό. Δύο μεγάλες στρατιές υπό τον Ουέλλινγκτον και τον Μπλύχερ συγκεντρώθηκαν τότε στα βορειοανατολικά σύνορα της Γαλλίας. Ο Ναπολέων επέλεξε να επιτεθεί στις δυνάμεις αυτές, με την ελπίδα να τις καταστρέψει πριν ενωθούν με τις υπόλοιπες δυνάμεις του Συνασπισμού (Ρωσσία, Αυστρία, που οι δυνάμεις τους βρίσκονταν καθ΄ οδόν) σε μια γενικευμένη εισβολή στη Γαλλία. Έτσι ξεκίνησε η τριήμερη Εκστρατεία του Βατερλώ (15-18 Ιουνίου 1815). Η τελική και αποφασιστική σύγκρουση αυτής της εκστρατείας ήταν η ομώνυμη μάχη.
Η μάχη άρχισε με πρωτοβουλία του γαλλικού στρατού το μεσημέρι της 18ης Ιουνίου, μεταξύ Γάλλων και Βρεταννών, ενώ τμήμα του γαλλικού στρατού, υπό τον στρατάρχη μαρκήσιο Εμμανυέλ ντε Γκρουσσύ (Emmanuel de Grouchy) είχε αναλάβει τους σε αρκετή απόσταση ευρισκόμενους Πρώσσους. Ο στρατός του Ουέλλινγκτον, τοποθετημένος στο δρόμο των Βρυξελλών, στην πλαγιά του Μον-Σαιν-Ζαν (γαλλικά: Mont-Saint-Jean, Ύψωμα του Αγίου Ιωάννη), αντιστάθηκε σε επανειλημμένες γαλλικές επιθέσεις μέχρι το απόγευμα. Τότε κατέφθασε ο Μπλύχερ, που είχε εν τω μεταξύ κατορθώσει ν΄ απαγκιστρωθεί από τις δυνάμεις του Γκρουσσύ, και επιτέθηκε διασπώντας τη δεξιά πτέρυγα του γαλλικού στρατού. Εκείνη τη στιγμή, οι Βρεταννοί και οι υπόλοιποι σύμμαχοι αντεπιτέθηκαν και υποχρέωσαν τους Γάλλους σε άτακτη φυγή. Ο ίδιος ο Δούκας του Ουέλλινγκτον χαρακτήρισε αυτή τη μάχη ως την πιο αμφίρροπη στην εξέλιξή της σύρραξη που είχε δει ποτέ.[7] Οποιαδήποτε πλευρά θα μπορούσε να είχε βγει νικήτρια, αλλά κάποια λάθη επικοινωνίας, ηγεσίας και κρίσης οδήγησαν τελικά στην ήττα των Γάλλων.[8]
Οι νικήτριες δυνάμεις του Έβδομου Συνασπισμού εισέβαλαν στη Γαλλία και αποκατέστησαν στο θρόνο της τον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΗ΄. Ο Ναπολέων παραιτήθηκε, παραδόθηκε στους Βρεταννούς και εξορίστηκε στην Αγία Ελένη, όπου και πέθανε το 1821.
Το πεδίο μάχης απέχει περίπου 13 χλμ. από τις Βρυξέλλες (νότια-νοτιοανατολικά) και περίπου 1,6 χλμ. από την πόλη του Βατερλώ. Εκεί σήμερα κυριαρχεί ένα μεγάλο μνημείο, ο Λόφος του Λιονταριού (γαλλικά: Butte du Lion, ολλανδικά: Leeuw van Waterloo). Δεδομένου ότι ο λόφος αυτός δημιουργήθηκε από χώμα παρμένο από το πεδίο της μάχης, η αρχική τοπογραφία του ακριβούς σημείου της μάχης δεν έχει διατηρηθεί.
Πρελούδιο
ΕπεξεργασίαΣτις 13 Μαρτίου 1815, έξι ημέρες πριν φτάσει ο Ναπολέων στο Παρίσι από τη νήσο Έλβα, οι δυνάμεις που συμμετείχαν στο Συνέδριο της Βιέννης τον κήρυξαν εκτός νόμου[9]. Τέσσερεις μέρες αργότερα, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ρωσσία, η Αυστρία και η Πρωσσία κινητοποίησαν τους στρατούς τους εναντίον της Γαλλίας[10]. Ο Ναπολέων ήξερε ότι, εφόσον δεν μπόρεσε να αποτρέψει κάποιες δυνάμεις από τη συμμετοχή τους στον Συνασπισμό, η μόνη του ελπίδα ήταν να καταστρέψει το συμμαχικό στρατό στα νότια των Βρυξελλών προτού αυτός ενισχυθεί, να απωθήσει τους Βρεταννούς στη θάλασσα και μετά να εξουδετερώσει τους Πρώσσους. Επίσης ήταν θετικό το γεγονός ότι στο Βέλγιο η γαλλόφωνη πλειοψηφία του πληθυσμού ήταν φιλικά προσκείμενη σε αυτόν. Τέλος, τα βρεταννικά στρατεύματα δεν ήταν από τα πλέον αξιόμαχα, καθώς οι περισσότεροι βετεράνοι του Πολέμου της Ιβηρικής Χερσονήσου είχαν μεταφερθεί στην Αμερική για να ενισχύσουν τις βρεταννικές δυνάμεις που μάχονταν στον Αγγλοαμερικανικό Πόλεμο, ήδη από το 1812.[11]
Ο Ουέλλινγκτον πίστευε πως ο Ναπολέων θα χρησιμοποιούσε έναν ελιγμό που είχε εφαρμόσει με ιδιαίτερη επιτυχία στο παρελθόν, σκοπεύοντας αυτή τη φορά να μετακινήσει το στρατό του μέσω της Μονς νοτιοδυτικά των Βρυξελλών[12]. Αυτό θα απέκοπτε τον Ουέλλινγκτον από τη βάση του ανεφοδιασμού του στην Οστάνδη, αλλά θα τον έφερνε αναγκαστικά πιο κοντά στον Μπλύχερ. Ο Ναπολέων εκμεταλλεύθηκε το φόβο αυτό του Ουέλλινγκτον, διοχετεύοντας ψεύτικες πληροφορίες.[13] Διαίρεσε δε το στρατό του σε τρία μέρη: στην αριστερή πτέρυγα υπό τον στρατάρχη Μισέλ Νέυ (προφορά στα γαλλικά Νε), στη δεξιά υπό τον στρατάρχη Γκρουσσύ και σε ένα εφεδρικό στράτευμα υπό την προσωπική του διοίκηση. Τα τρία στρατεύματα παρέμεναν σε μικρή απόσταση μεταξύ τους, για αλληλοϋποστήριξη. Οι Γάλλοι διέσχισαν τα σύνορα κοντά στο Σαρλερουά (Σαρλρουά στα γαλλικά) πριν την αυγή της 15ης Ιουνίου και κατέλαβαν τα προκεχωρημένα φυλάκια του Συνασπισμού, εξασφαλίζοντας θέση μεταξύ Ουέλλινγκτον και Μπλύχερ.
Οι πρώτες τρεις μέρες – Η μάχη του Λινύ
ΕπεξεργασίαΜόνο αργά το βράδυ της 15ης Ιουνίου βεβαιώθηκε ο Ουέλλινγκτον ότι η επίθεση στο Σαρλερουά ήταν η κύρια προσβολή των Γάλλων. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 16ης, ενώ παρευρισκόταν στο χορό της δούκισσας του Ρίτσμοντ, έλαβε σχετικό μήνυμα από τον πρίγκιπα Γουλιέλμο της Οράγγης και συγκλονίστηκε από την ταχύτητα με την οποία είχε κινηθεί ο Ναπολέοντας. Διέταξε εσπευσμένα το στρατό να συγκεντρωθεί στην τοποθεσία (σταυροδρόμι) Κατρ Μπρα (Quatre Bras), στο δρόμο Σαρλερουά-Βρυξελλών, όπου ο πρίγκιπας της Οράγγης με την ταξιαρχία του πρίγκιπα Βερνάρδου της Σαξονίας-Βαϊμάρης κρατούσε μία αδύναμη θέση στην υπό τον Νέυ απέναντι ευρισκόμενη αριστερή γαλλική πτέρυγα[14]. Η διαταγή προς τον Νέυ ήταν να ασφαλίσει τις οδούς προσπέλασης προς το Κατρ Μπρα, ούτως ώστε, αν παρουσιαζόταν αργότερα ανάγκη, να στραφεί ανατολικά και να ενισχύσει τον Ναπολέοντα.
Ο Ναπολέων κινήθηκε πρώτα κατά του Πρωσσικού Στρατού στις 16 Ιουνίου, με τη δεξιά πτέρυγα και το εφεδρικό του στράτευμα, νικώντας τον Μπλύχερ στη Μάχη του Λινύ (Ligny). Το πρωσσικό κέντρο δεν άντεξε στις γαλλικές επιθέσεις, αλλά οι πτέρυγες κράτησαν τις θέσεις τους. Ο Νέυ εν τω μεταξύ, που είχε βρει τις προσβάσεις προς το Κατρ Μπρα να κατέχονται από τον πρίγκιπα της Οράγγης, επιτέθηκε, αποκρούστηκε αρχικώς από τον πρίγκιπα, που άρχισε κατόπιν να υποχωρεί προ των υπέρτερων γαλλικών δυνάμεων. Στη συνέχεια όμως κατέφθασαν οι ενισχύσεις και ο Ουέλλινγκτον, αναλαμβάνοντας τη διοίκηση, απώθησε τον Νέυ νωρίς το απόγευμα, ασφαλίζοντας τις προσβάσεις προς το Κατρ Μπρα. Ήταν όμως αργά για να στείλει βοήθεια στους Πρώσσους στο Λινύ. Η υποχώρηση των τελευταίων καθιστούσε τη θέση του στο Κατρ Μπρα επισφαλή. Έτσι την άλλη μέρα αποσύρθηκε βόρεια σε μια πιο αμυντική θέση, της οποίας ο ίδιος είχε κάνει αναγνώριση την προηγούμενη χρονιά, στο Ύψωμα του Αγίου Ιωάννη, νότια του χωριού του Βατερλώ και του δάσους του Σουάν (Soignes).[15]
Η υποχώρηση του Μπλύχερ από το Λινύ έγινε απρόσκοπτα και πέρασε, προφανώς, απαρατήρητη από τους Γάλλους[16]. Ο κύριος όγκος της οπισθοφυλακής του είχε μείνει στη θέση του μέχρι τα μεσάνυχτα και μερικές μονάδες παρέμειναν έως το πρωί, προκειμένου να παραπλανηθούν οι Γάλλοι και να μην υπάρξει καταδίωξη των δυνάμεων που υποχωρούσαν. Αλλά, το σημαντικό είναι ότι οι Πρώσσοι δεν υποχώρησαν προς τα ανατολικά για να κρατήσουν ανοικτές τις γραμμές επικοινωνιών με τα μετόπισθέν τους. Αντιθέτως, οπισθοχώρησαν προς τα βόρεια, παράλληλα με την πορεία του Ουέλλινγκτον, κι έτσι καθ' όλη τη διάρκεια των μαχών η μεταξύ τους απόσταση δεν απέτρεπε τη μεταξύ τους υποστήριξη και επικοινωνία. Τελικώς, οι Πρώσσοι ανασυντάχθηκαν στο 4ο Σώμα του στρατηγού Φρίντριχ Βίλχελμ φον Μπύλοφ, τμήμα της πρωσσικής στρατιάς του Μπλύχερ, το οποίο δεν βρισκόταν στο Λινύ αλλά σε ισχυρή θέση, νότια της Βαβρ.[16]
Ο Ναπολέων επιχείρησε με την εφεδρική του δύναμη καθυστερημένη εξόρμηση στις 17 Ιουνίου και ενώθηκε με τον Νέυ στις 13:00 για να επιτεθούν στο Κατρ Μπρα, αλλά βρήκαν τη θέση κενή, λόγω της απόσυρσης του Ουέλλινγκτον στο Ύψωμα του Αγίου Ιωάννη. Οι Γάλλοι καταδίωξαν τον Ουέλλινγκτον, την ώρα που υποχωρούσε στο δρόμο που οδηγούσε προς την τοποθεσία στο Ύψωμα του Αγίου Ιωάννη, οπότε και υπήρξε μία αψιμαχία ιππικού στη Ζενάπ (Genappe), την ίδια στιγμή που άρχιζε καταρρακτώδης βροχή, η οποία κράτησε όλο το βράδυ. Πριν εγκαταλείψει το Λινύ, ο Ναπολέων διέταξε τον στρατάρχη Γκρουσσύ, διοικητή της δεξιάς γαλλικής πτέρυγας, ν΄ ακολουθήσει με 33.000 άνδρες τους υποχωρούντες Πρώσσους. Η καθυστερημένη εκκίνηση, η αβεβαιότητα ως προς την οριστική κατεύθυνση των Πρώσσων και η μερική ασάφεια των εντολών του Ναπολέοντα, είχαν ως συνέπεια να μη μπορέσει ο Γκρουσσύ να εμποδίσει τον Πρωσσικό Στρατό να φτάσει στη Βαβρ, απ' όπου μπορούσε να βαδίσει προς ενίσχυση του Ουέλλινγκτον. Στο τέλος της 17ης Ιουνίου, ο στρατός του Ουέλλινγκτον είχε φθάσει στη θέση του στην ευρύτερη περιοχή του Βατερλώ, με το κυρίως σώμα του Ναπολέοντα να τον ακολουθεί, και το στρατό του Μπλύχερ να συγκεντρώνεται στην περιοχή της Βαβρ, περίπου 13 χλμ. ανατολικά της ομώνυμης πόλης.
Στρατοί
ΕπεξεργασίαΤρεις στρατοί πήραν μέρος στη μάχη: η Στρατιά του Βορρά (Armée du Nord) του Ναπολέοντα, η πολυεθνική συμμαχική δύναμη υπό τον Ουέλλινγκτον και ο Πρωσσικός Στρατός υπό τον Μπλύχερ.
Η γαλλική στρατιά αριθμούσε 72.000 άνδρες. Αποτελείτο από 49.000 πεζούς, 16.000 ιππείς, 7.000 πυροβολητές και 250 πυροβόλα.[17] Αντίθετα με τις προηγούμενες εκστρατείες του, ο Ναπολέων δεν είχε κηρύξει τώρα επιστράτευση και όλο του το στράτευμα αποτελείτο από βετεράνους που προσέτρεξαν, ως επί το πλείστον, εθελοντικά. Το ιππικό ιδιαίτερα, ήταν πολυπληθές και επιβλητικό. Αποτελείτο από 14 συντάγματα βαρέος ιππικού (θωρακοφόρων) και 7 συντάγματα εξαιρετικά ικανών λογχοφόρων.
Ο Ουέλλινγκτον ισχυρίστηκε ότι διέθετε "αξιοθρήνητο στρατό, πολύ αδύναμο και ελλιπώς εξοπλισμένο, καθώς και πολύ άπειρο επιτελείο"[18]. Το στράτευμά του αποτελείτο από 68.000 άνδρες: 51.000 πεζούς, 11.000 ιππείς, 6.000 πυροβολητές και 150 πυροβόλα. Από αυτούς οι 25.000 ήταν Βρεταννοί και 6.000 ανήκαν στη βρεταννική Γερμανική Λεγεώνα του Βασιλιά. Όλα τα στρατεύματα του Βρεταννικού Στρατού ήταν τακτικοί στρατιώτες, αλλά μόνο 7.000 από αυτούς ήταν βετεράνοι, έχοντας πάρει μέρος στον Πόλεμο της Ιβηρικής Χερσονήσου.[19] Υπήρχαν επίσης 17.000 Βέλγοι και Ολλανδοί, καθώς και Γερμανοί, οι οποίοι αναλυτικότερα ήταν 11.000 από το Αννόβερο, 6.000 από το Μπράουνσβαϊγκ και 3.000 από το Νασσάου[20].
Το στράτευμα του Έβδομου Συνασπισμού στερείτο γενικά εμπειρίας. Ενδεικτικά, στις 13 Ιουνίου, ο διοικητής στο Ατ είχε ζητήσει πυρίτιδα και φυσίγγια, όταν διαπίστωσε ότι οι στρατιώτες ενός συντάγματος εφεδρείας από το Αννόβερο δεν είχαν ρίξει ποτέ ούτε μία τουφεκιά.[21] Ο Ολλανδικός Στρατός είχε επανασυσταθεί μόλις μέσα στο 1815, μετά την ήττα του Ναπολέοντα στη Λειψία. Μόνο οι Βρεταννοί και ορισμένα τμήματα από το Αννόβερο και το Μπράουνσβαϊγκ είχαν πολεμήσει στην Ισπανία. Πολλοί από τους επαγγελματίες στρατιώτες του Συνασπισμού είχαν πολεμήσει παλαιότερα στις τάξεις του Γαλλικού Στρατού ή συμμάχων του. Ο Ουέλλινγκτον υστερούσε επίσης σε βαρύ ιππικό, έχοντας μόνο 7 βρεταννικά και 3 ολλανδικά συντάγματα. Ο αρχηγός του Βρεταννικού Γενικού Επιτελείου Στρατού, Φρειδερίκος Αύγουστος, δούκας της Υόρκης (δευτερότοκος γιος του βασιλιά της Αγγλίας), είχε επιβάλει στον Ουέλλινγκτον πολλούς επιτελείς του, μεταξύ των οποίων και τον υπαρχηγό του, αντιστράτηγο Χένρυ Πάτζετ, κόμη του Ώξμπριτζ, που διοικούσε τώρα το ιππικό και είχε την εν λευκώ άδεια του Ουέλλινγκτον να το χρησιμοποιήσει κατά βούληση. Ο Ουέλλινγκτον τοποθέτησε στράτευμα 17.000 ανδρών στη Χάλλε (Halle), 13 χιλιόμετρα δυτικά, ως τμήμα υποστήριξης σε περίπτωση υποχώρησης, το οποίο αποτελείτο κυρίως από Ολλανδούς, υπό τη διοίκηση του πρίγκιπα Γουλιέλμου της Οράγγης.
Ο Πρωσσικός Στρατός βρισκόταν σε περίοδο ριζικής αναδιοργάνωσης. Το 1815, τα πρώην συντάγματα εφέδρων, οι λεγεώνες και οι σχηματισμοί εθελοντών Φράικορπς (Freikorps) των πολέμων του 1813-14, άρχισαν να απορροφώνται στον τακτικό στρατό μαζί με πολλά συντάγματα πολιτοφυλακής (Λάντβερ, Landwehr). Το μεγαλύτερο μέρος της πολιτοφυλακής ήταν ανεκπαίδευτο και ανεπαρκώς εξοπλισμένο όταν ήρθε στο Βέλγιο. Το πρωσσικό ιππικό βρισκόταν σε παρόμοια κατάσταση.[22] Το πυροβολικό ήταν επίσης υπό αναδιοργάνωση κι έκανε εντύπωση το γεγονός ότι πυροβόλα και πολεμοφόδια συνέχιζαν να παραλαμβάνονται κατά τη διάρκεια της μάχης και μετά από αυτή. Αλλά η ηγεσία του Πρωσσικού Γενικού Επιτελείου, οι αξιωματικοί του οποίου προέρχονταν από τέσσερεις ειδικές στρατιωτικές σχολές, ήταν εξαίρετη και άκρως επαγγελματική. Το αντίθετο συνέβαινε με το Γαλλικό Γενικό Επιτελείο, από όπου δίνονταν ασαφείς και αλληλοσυγκρουόμενες διαταγές. Προκειμένου να συμμετάσχουν στη μάχη του Λινύ, τα 3/4 του Πρωσσικού Στρατού συγκεντρώθηκαν εντός 24 ωρών. Μετά το Λινύ, ο Πρωσσικός Στρατός, μολονότι ηττημένος, κατάφερε εντός 48 ωρών να αναδιοργανώσει τη γραμμή ανεφοδιασμού του, να ανασυγκροτηθεί και να παρέμβει αποφασιστικά στη μάχη του Βατερλώ. Δυόμιση πρωσσικά σώματα στρατού, συνολικά 48.000 άνδρες, πολέμησαν στο Βατερλώ. Δύο ταξιαρχίες υπό τον στρατηγό Φρήντριχ Βίλχελμ φον Μπύλοφ (Friedrich Wilhelm von Bülow), διοικητή του 4ου Σώματος Στρατού, επιτέθηκαν στις δυνάμεις του στρατηγού Ζωρζ Μουτόν, κόμη του Λομπώ (Georges Mouton, Comte de Lobau), στις 16.30, ενώ το 10ο σώμα του στρατηγού Χανς Ερνστ Καρλ φον Τσίτεν (Hans Ernst Karl von Zieten) και τμήματα του 2ου Σώματος του στρατηγού Γκέοργκ φον Πιρχ (Georg von Pirch) ενεπλάκησαν στη μάχη περίπου στις 18.00.
Το πεδίο της μάχης
ΕπεξεργασίαΗ θέση του Βατερλώ ήταν ισχυρή. Επρόκειτο για μία μακριά λοφοσειρά με κατεύθυνση από ανατολικά προς δυτικά, κάθετη προς τον δρόμο των Βρυξελλών και διχοτομούμενη από αυτόν. Δίπλα στην κορυφογραμμή περνούσε ο δρόμος του Οαίν (Ohain), χαμηλότερα από την επιφάνεια του εδάφους. Κοντά στη διασταύρωση με τον δρόμο των Βρυξελλών υπήρχε μία μεγάλη φτελιά, περίπου στο κέντρο της παράταξης του Ουέλλινγκτον, η οποία χρησίμευσε ως στρατηγείο του κατά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας. Ο Ουέλλινγκτον ανέπτυξε το πεζικό του σε μία γραμμή ακριβώς πίσω από την κορυφή της κορυφογραμμής μετά το δρόμο του Οαίν. Χρησιμοποιώντας αυτή την τεχνική, όπως είχε κάνει πολλές φορές στο παρελθόν, απέκρυψε τη δύναμή του από τους Γάλλους, με εξαίρεση τους ακροβολιστές και το πυροβολικό. Το μήκος του μετώπου της μάχης ήταν σχετικά μικρό (4 χιλιόμετρα). Αυτό επέτρεψε στον Ουέλλινγκτον να παρατάξει τις δυνάμεις του σε βάθος, κάτι που έπραξε στο κέντρο και δεξιά, σε όλη την απόσταση έως το χωριό Μπραιν λ' Αλλέ (Braine-l'Alleud), με την προσδοκία ότι, κατά τη διάρκεια της ημέρας, οι Πρώσσοι θα ενίσχυαν την αριστερή του πτέρυγα.[23]
Μπροστά από τη λοφοσειρά, υπήρχαν τρεις θέσεις οι οποίες θα μπορούσαν να οχυρωθούν. Στο άκρο δεξιά υπήρχε ο πύργος, ο κήπος και ο δενδρώνας του Ουγκομόν (Hougoumont). Ήταν ένα μεγάλο και καλοφτιαγμένο αγρόκτημα, κρυμμένο αρχικά μέσα στα δέντρα. Έβλεπε βόρεια σε ένα βαθύ δενδροσκέπαστο δρομάκι, αποκαλούμενο από τους Βρεταννούς "το κούφιo μονοπάτι" (the hollow way), από το οποίο μπορούσε να ανεφοδιαστεί. Στο άκρο αριστερά υπήρχε ένα μικρό χωριουδάκι, το Παπελότ (Papelotte). Τόσο το Ουγκομόν όσο και το Παπελότ οχυρώθηκαν και επανδρώθηκαν, συνεπώς οι πτέρυγες του Ουέλλινγκτον ήταν ασφαλισμένες. Επιπλέον, το Παπελότ ήλεγχε τον δρόμο για τη Βαβρ, τον οποίο θα χρησιμοποιούσαν οι Πρώσσοι προκειμένου να του στείλουν ενισχύσεις. Στη δυτική πλευρά του κεντρικού δρόμου, και μπροστά από το υπόλοιπο της γραμμής του Ουέλλινγκτον, υπήρχε η αγροικία και ο δενδρώνας της Λα Αι Σαιντ (La Haye Sainte), που φρουρείτο από 400 στρατιώτες του ελαφρού πεζικού της Γερμανικής Λεγεώνας του Βασιλιά του Βρεταννικού Στρατού.[24] Στην αντίθετη πλευρά του δρόμου, υπήρχε ένα εγκαταλελειμμένο αμμορυχείο όπου τοποθετήθηκαν ως ελεύθεροι σκοπευτές οι άνδρες του βρεταννικού 95ου Συντάγματος Τυφεκιοφόρων[25]. Η θέση του Ουέλλινγκτον ήταν δύσκολη πρόκληση για τον επιτιθέμενο. Αν προσπαθούσε ν΄ ανατρέψει τη δεξιά του πτέρυγα, θα είχε ν΄ αντιμετωπίσει το περιχαρακωμένο Ουγκομόν• κάθε επίθεση στο κέντρο του σήμαινε έκθεση στα διασταυρούμενα πυρά του Ουγκομόν και της Λα Αι Σαιντ. Στα αριστερά, κάθε επίθεση θα αντιμετώπιζε επίσης τα διασταυρούμενα πυρά της Λα Αι Σαιντ και του αμμορυχείου, και κάθε προσπάθεια κατά της αριστερής πτέρυγας σήμαινε προέλαση σε λασπώδες έδαφος και εμπλοκή σε οδομαχίες με αναμενόμενες υψηλές απώλειες στα δρομάκια και στενά του Παπελότ.[26]
Ο Γαλλικός Στρατός αναπτύχθηκε στις πλαγιές ενός άλλου λόφου στα νότια. Καθώς δεν μπορούσε να δει τις θέσεις του Ουέλλινγκτον, ο Ναπολέων τοποθέτησε τις δυνάμεις του συμμετρικά, γύρω από τον δρόμο προς τις Βρυξέλλες. Στα δεξιά βρισκόταν το γαλλικό 1ο Σώμα Στρατού υπό τον στρατάρχη Ζαν-Μπατίστ Ντρουέ, κόμη ντ' Ερλόν (Jean-Baptiste Drouet, Comte d' Erlon), με 16.000 πεζικάριους και 1.500 ιππείς, συν εφεδρεία ιππικού δύναμης 4.700 ανδρών. Αριστερά τοποθετήθηκε το 2ο Σώμα Στρατού υπό τη διοίκηση του στρατηγού Ονορέ Σαρλ Ρέιγ (Honoré Charles Reille) με 13.000 πεζούς και 1.300 ιππείς, καθώς και εφεδρεία ιππικού δύναμης 2.000 ανδρών. Στο κέντρο, γύρω από το δρόμο νότια του πανδοχείου Λα Μπελ Αλιάνς (La Belle Alliance) βρισκόταν εφεδρική δύναμη που περιελάμβανε το 4ο Σώμα Στρατού υπό τον στρατάρχη Λομπώ με 6.000 άντρες, τους 13.000 πεζούς της Αυτοκρατορικής Φρουράς και εφεδρεία ιππικού 2.000 ανδρών.[27] Στα νώτα των γαλλικών δυνάμεων και δεξιά υπήρχε το μεγάλο χωριό Πλανσνουά (Plancenoit), που συνιστούσε ισχυρή θέση, και στο άκρο δεξιά το δάσος Μπουά ντε Παρί (Bois de Paris). Αρχικά ο Ναπολέων διηύθυνε τη μάχη από το αγρόκτημα Ροσόμ, απ' όπου μπορούσε να βλέπει ολόκληρο το πεδίο. Νωρίς το απόγευμα όμως, μετακινήθηκε κοντά στο Λα Μπελ Αλιάνς. Η διεξαγωγή της μάχης (που το πεδίο της ήταν κατά μέγα μέρος αθέατο στον Ναπολέοντα) ανατέθηκε στον στρατάρχη Νέυ (Michel Ney).[28]
Η μάχη
ΕπεξεργασίαΠροετοιμασία
ΕπεξεργασίαΟ Ουέλλινγκτον σηκώθηκε στις 02.00 με 03.00 στις 18 Ιουνίου κι έγραφε γράμματα ως την αυγή. Προηγουμένως είχε γράψει στον Μπλύχερ ότι θα έδινε μάχη στο Ύψωμα του Αγίου Ιωάννη, υπό την προϋπόθεση ότι θα του έστελνε αυτός τουλάχιστον ένα σώμα στρατού (ΣΣ). Διαφορετικά θα υποχωρούσε προς τις Βρυξέλλες. Από τις 6.00 το πρωί βρισκόταν στο πεδίο της μάχης, επιβλέποντας την ανάπτυξη των δυνάμεών του. Σε νυχτερινή σύσκεψη, ο επιτελάρχης του Μπλύχερ, στρατηγός Γκνάιζενάου, αποδοκίμασε τη στρατηγική του Ουέλλινγκτον, αλλά ο Μπλύχερ τον έπεισε ότι έπρεπε να ενωθούν με τους Βρεταννούς κι έστειλε μήνυμα το πρωί στον Ουέλλινγκτον ότι θα τον ενίσχυε με τρία σώματα στρατού.[29] Το 4ο Σώμα του Μπύλοφ που βρισκόταν στη Βαβρ, ορίστηκε να ηγηθεί της προέλασης προς το Βατερλώ, δεδομένου ότι ήταν σε καλύτερη κατάσταση, μην έχοντας εμπλακεί στη μάχη του Λινύ. Βάδιζε όμως επί δύο μέρες, καλύπτοντας την υποχώρηση των άλλων τριών πρωσσικών σωμάτων στρατού από το Λινύ, είχε καταυλιστεί πολύ μακριά και η πορεία του ήταν αργή. Οι δρόμοι ήταν σε άσχημη κατάσταση λόγω της νυχτερινής βροχής, κι από τους στενούς δρόμους της Βαβρ έπρεπε να περάσουν 88 πυροβόλα. Τα πράγματα χειροτέρεψαν για τον Μπύλοφ όταν φωτιά απέκλεισε μερικούς δρόμους της Βαβρ, με αποτέλεσμα τα τελευταία τμήματα να ξεκινήσουν για το Βατερλώ στις 10.00, ενώ τα πρώτα είχαν ξεκινήσει έξι ώρες νωρίτερα. Ακολούθησαν το 1ο και ύστερα το 2ο Σώμα Στρατού των Πρώσσων.[30]
Ο Ναπολέων πέρασε τη νύχτα στην αγροικία Λε Καϊγιού (Le Caillou) και το πρωί προγευμάτισε με στρατηγούς του. Κατά τη διάρκεια του προγεύματος, ο στρατάρχης Σουλτ πρότεινε να κληθεί ο Γκρουσσύ να ενωθεί με το υπόλοιπο στράτευμα. Ο Ναπολέων απάντησε: «Επειδή έχετε όλοι σας ηττηθεί από τον Ουέλλινγκτον, νομίζετε ότι είναι καλός στρατηγός. Σας λέω ότι ο Ουέλλινγκτον είναι κακός στρατηγός, οι Βρεταννοί κακό στράτευμα, κι αυτή η υπόθεση τίποτα σοβαρότερο από το πρωινό που παίρνουμε».[31] Τα παραδόξως μειωτικά αυτά σχόλια του Ναπολέοντα δεν θα πρέπει να εκληφθούν κατά γράμμα, δοθέντος ότι αξίωμά του ήταν «στον πόλεμο το ηθικό είναι το παν», και δεν μπορούσε βέβαια τέτοια ώρα να επαινεί τον αντίπαλο μειώνοντας έτσι το ηθικό του δικού του στρατού. Τα συνήθιζε αυτά πριν από τη μάχη, και τώρα μάλιστα έπρεπε να κατανικήσει τη νευρικότητα και απαισιοδοξία μερικών στραταρχών του, και να υπερνικήσει τις επίμονες και σχεδόν ηττοπαθείς αντιρρήσεις τους.[32] Λίγο αργότερα, ο αδελφός του Ιερώνυμος Βοναπάρτης τον πληροφόρησε πως ένας σερβιτόρος στο ξενοδοχείο Βασιλιάς της Ισπανίας στη Ζενάπ είχε κρυφακούσει δύο Βρεταννούς αξιωματικούς να συζητούν ότι οι Πρώσσοι ξεκινούσαν από τη Βαβρ. Ο Ναπολέων είπε ότι οι Πρώσσοι ήθελαν τουλάχιστον δυο μέρες για να συνέλθουν κι ότι θα είχαν εν τω μεταξύ να κάνουν με τον Γκρουσσύ.[33] Πέραν της πληροφορίας αυτής όμως, κανείς από τους Γάλλους διοικητές δεν γνώριζε πόσο ανησυχητικά κοντά βρίσκονταν οι Πρώσσοι και ότι θα έφταναν στο πεδίο της μάχης, σε πλήρη δύναμη, μόλις πέντε ώρες αργότερα[34].
Ο Ναπολέων άργησε ν’ αρχίσει τη μάχη γιατί περίμενε να στεγνώσει το έδαφος από τη ραγδαία βροχή της προηγούμενης νύχτας, ώστε να είναι ευχερείς οι μετακινήσεις των πυροβόλων και του ιππικού. Εκτός αυτού, πολλοί στρατιώτες του είχαν στήσει τις σκηνές τους πολύ νοτιότερα του Μπελ Αλιάνς. Στις 10:00, απαντώντας σε μήνυμα του Γκρουσσύ ύστερα από έξι ώρες, του παρήγγειλε να κατευθυνθεί βόρεια προς τη Βαβρ, ώστε να είναι κοντά στον υπόλοιπο γαλλικό στρατό και, παρεμβαλλόμενος ανάμεσα στον Ναπολέοντα και τους Πρώσσους, να έρθει στο Βατερλώ όσο το δυνατόν ταχύτερα.[35]
Στις 11:00 ο Ναπολέων ανακοίνωσε το οριστικό του σχέδιο: το σώμα του Ρέιγ στ’ αριστερά και του ντ’ Ερλόν στα δεξιά θα επετίθεντο συντονισμένα στο χωριό κοντά στο Ύψωμα του Αγίου Ιωάννη. Αυτό προϋπέθετε ότι το μέτωπο του Ουέλλινγκτον ήταν στο ίδιο το χωριό και όχι στην προωθημένη θέσης της ομώνυμης λοφοσειράς.[36] Για να πετύχει λοιπόν το σχέδιο, η μεραρχία του Ιερώνυμου Βοναπάρτη θα έκανε μια αρχική επίθεση στο Ουγκομόν, η οποία πιστευόταν ότι θα αποσπούσε εφεδρείες του Ουέλλινγκτον,[37] στην προσπάθειά του να μην υπερφαλαγγιστεί και αποκοπεί ο στρατός του από την οδό που οδηγούσε στη θάλασσα. Η γκραν μπατερί (grand batterie, έτσι ονομαζόταν η προσφιλής στον Ναπολέοντα τακτική της χρήσης συγκεντρωτικών πυρών πυροβολικού) του εφεδρικού πυροβολικού του 1ου, 2ου και 6ου Σώματος Στρατού θα χτυπούσε το κέντρο του Ουέλλινγκτον στις 13.00. Το σώμα του ντ’ Ερλόν θα κινούταν κατά του αριστερού άκρου του Ουέλλινγκτον, θα το διασπούσε και μετά θα παρατασσόταν από ανατολικά προς δυτικά. Στις αναμνήσεις του ο Ναπολέων έγραφε ότι σκοπός του ήταν να χωρίσει τον Ουέλλινγκτον από τον Μπλύχερ και να τον απωθήσει προς τη θάλασσα.[38]
Ουγκομόν
ΕπεξεργασίαΗ μάχη άρχισε με την επίθεση στο Ουγκομόν. Ο Βρεταννός ιστορικός Άντριου Ρόμπερτς παρατηρεί πως είναι αξιοπερίεργο το γεγονός ότι κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα την ακριβή ώρα έναρξης της μάχης[39]. Ο ίδιος ο Ουέλλιγκτον την τοποθετεί περίπου στις 10:00[40], ο Ισπανός στρατηγός Αλάβα στις 11:30, ο Ναπολέων με τον Ντρουέ "το μεσημέρι", και ο Νέυ στις 13:00. Ωστόσο, ο Βρεταννός λόρδος Χιλ είναι αυτός που μάλλον μπορεί να θεωρηθεί ως η ασφαλέστερη πηγή καθώς είχε μαζί του δύο ρολόγια, από τα οποία το ένα ήταν χρονόμετρο, και κατέγραψε την πρώτη τουφεκιά ακριβώς στις 11.50[41].
Τον πύργο του Ουγκομόν υπερασπίζονταν τέσσερεις λόχοι ελαφρού πεζικού των Φρουρών, ενώ το δάσος και το πάρκο ελαφρύ πεζικό των Αννοβεριανών Κυνηγών και το 1ο Τάγμα του 2ου Συντάγματος του Νασσάου[42]. Η πρώτη επίθεση της ταξιαρχίας του βαρώνου Μπωντυέν (Pierre-Francois Bauduin) έδιωξε τους Γερμανούς από το δάσος και το πάρκο, αλλά αποκρούστηκε από σφοδρό αγγλικό βομβαρδισμό κι ο Μπωντυέν σκοτώθηκε. Καθώς όμως το βρεταννικό πυροβολικό ενεπλάκη σε μονομαχία με το γαλλικό, οι Γάλλοι έφτασαν στη βόρεια πύλη της αγροικίας και μερικοί κατάφεραν να μπουν στην αυλή πριν ασφαλιστεί και πάλι η πύλη. Τελικά κατέφθασαν δύο τάγματα Βρεταννών και απέκρουσαν την επίθεση.
Η μάχη γύρω από το Ουγκομόν συνεχίστηκε όλο το απόγευμα με το γαλλικό ελαφρύ πεζικό να έχει κατακλύσει τα περίχωρα και να επιτίθεται και τον Ουέλλινγκτον να υπερασπίζεται την αγροικία και το "κούφιο μονοπάτι". Ύστερα από διαταγή του Ναπολέοντα, το Ουγκομόν βομβαρδίστηκε με εμπρηστικά βλήματα. Βλέποντας την πυρκαγιά, ο Ουέλλινγκτον διέταξε τον υπερασπιστή του Ουγκομόν να κρατήσει τη θέση πάση θυσία.[43] Τελικά από την πυρκαγιά κάηκε όλη η αγροικία εκτός από το εκεί παρεκκλήσι. Μια ταξιαρχία της Γερμανικής Λεγεώνας του Βασιλιά του Βρεταννικού Στρατού, στην οποία είχε ανατεθεί η υπεράσπιση του μονοπατιού, απέμεινε να πολεμά χωρίς ανώτερους αξιωματικούς αλλά τελικά ανακουφίστηκε από το 71ο σύνταγμα του βρεταννικού πεζικού. Επίσης κατέφθασαν περαιτέρω ενισχύσεις από την 3η αννοβεριανή ταξιαρχία και οι υπερασπιστές του Ουγκομόν κράτησαν έως το τέλος της μάχης, αποκρούοντας τις επιθέσεις πεζικού και ιππικού που εξαπέλυε ο Ρέιγ.
Η σύγκρουση στο Ουγκομόν χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως επίθεση αντιπερισπασμού προκειμένου ν’ απασχολήσει τις εφεδρείες του Ουέλλινγκτον, η οποία όμως κλιμακώθηκε σε ολοήμερη μάχη που απασχόλησε τις γαλλικές εφεδρείες[44]. Το πιθανότερο είναι ότι και ο Ναπολέων και ο Ουέλλινγκτον πίστευαν ότι το Ουγκομόν ήταν πράγματι το κλειδί της μάχης. Ήταν ένα σημείο από το οποίο ο Ναπολέων μπορούσε να έχει πλήρη εποπτεία κι έριξε εκεί όλο το απόγευμα 33 τάγματα (14.000 άντρες). Ο Ουέλλινγκτον διέθεσε 21 τάγματα (12.000 άντρες) προκειμένου να κρατήσει ανοικτό το δρόμο και μετακίνησε αρκετές πυροβολαρχίες από το σκληρά πιεζόμενο κέντρο του για να κρατήσει την τοποθεσία.[45] Αργότερα δήλωσε ότι η έκβαση της μάχης οφειλόταν στο Ουγκομόν[46].
Πρώτη επίθεση του γαλλικού πεζικού
ΕπεξεργασίαΤα 80 κανόνια της γκραν μπατερί του Ναπολέοντα πλησίασαν στο κέντρο και άνοιξαν πυρ κατά τις 11:50 ή κατ' άλλους στις 13:30[47]. Τα πυρά αυτά έρχονταν από πολύ μακριά για να είναι εύστοχα και οι μόνοι στρατιώτες που μπορούσαν να δουν οι πυροβολητές ήταν ακροβολιστές από τα συντάγματα του Κεμπτ, του Πακ, καθώς και στρατιώτες της 2ης Ολλανδικής Μεραρχίας του Περπόντσερ (ο υπόλοιπος στρατός των Βρεταννών χρησιμοποίησε τη χαρακτηριστική τακτική του Ουέλλινγκτον που συνίστατο στην κάλυψη στο αντιπρανές πίσω από την κορυφογραμμή)[48]. Παρ' όλα αυτά, ο βομβαρδισμός προκάλεσε πολλές απώλειες. Μολονότι κάποια βλήματα βυθίστηκαν στο μαλακό έδαφος, τα πιο πολλά βρήκαν το στόχο τους στην πίσω πλαγιά, εκεί δηλαδή όπου είχαν καλυφθεί οι Βρεταννοί. Ο βομβαρδισμός ανάγκασε το ιππικό της Ταξιαρχίας της Ένωσης (Union Brigade), στην 3η γραμμή, να μετακινηθεί προς τα αριστερά, όπως και τους Σκωτσέζους "Γκρίζους" (Greys), προκειμένου να μειωθούν οι απώλειες αυτές.[49]
Στις 13:00 περίπου ο Ναπολέων είδε τις πρώτες φάλαγγες των Πρώσσων κοντά στο χωριό Λαν-Σαπέλ-Σαιν Λαμπέρ (Lasne-Chapelle-Saint-Lambert), εξήμιση με οκτώ χλμ. (τριών ωρών πορεία) από τη δεξιά του πτέρυγα. Η αντίδρασή του ήταν να διατάξει τον στρατάρχη Σουλτ να στείλει μήνυμα στον Γκρουσσύ να σπεύσει στο Βατερλώ και να επιτεθεί στους επερχόμενους Πρώσσους.[50] Ο Γκρουσσύ όμως, εκτελώντας προηγούμενες διαταγές του Ναπολέοντα ν’ ακολουθεί τους Πρώσσους «με το σπαθί του στην πλάτη τους» προς τη Βαβρ, ήταν πλέον πολύ μακριά για να φτάσει στο Βατερλώ. Ο υφιστάμενός του στρατηγός Ζεράρ τον είχε συμβουλεύσει να «βαδίσει προς τον ήχο των κανονιών» αλλά αυτός έμεινε προσκολλημένος στις διαταγές και ενεπλάκη με την οπισθοφυλακή του 3ου Πρωσσικού Σώματος Στρατού του Τίλμαν στη μάχη της Βαβρ. Επιπλέον, το γράμμα του Σουλτ με τη διαταγή να κινηθεί γρήγορα για να ενωθεί με τον Ναπολέοντα και να επιτεθεί στον Μπύλοφ δεν μπορούσε να φτάσει παρά μετά τις 18.00.
Λίγο μετά τις 13:00, το 1ο Σώμα του ντ' Ερλόν άρχισε την επίθεση. Ο ντ' Ερλόν, όπως και ο Νέυ, είχε συγκρουστεί ήδη με τον Ουέλλινγκτον στην Ισπανία και γνώριζε την προσφιλή στον Βρεταννό διοικητή τακτική της απόκρουσης των εφόδων του πεζικού μέσω χρήσης μαζικών πυρών από μικρή απόσταση. Έτσι, αντί να χρησιμοποιήσει τη συνήθη γαλλική διάταξη φάλαγγας βάθους 9 ανδρών, στοιχισμένων μεταξύ τους, κάθε μεραρχία βάδισε σε πυκνούς σχηματισμούς γραμμών τοποθετημένων ο ένας πίσω από τον άλλο. Αυτή η τακτική αύξανε τη συγκέντρωση πυρός[51] αλλά δεν άφηνε χώρο για μεταβολές της διάταξης.
Αρχικά, η διάταξη των Γάλλων αποδείχθηκε αποτελεσματική. Το αριστερό τμήμα της, υπό τον βαρώνο Φρανσουά Ξαβιέ Ντονζελό (François-Xavier Donzelot), έφτασε στη Λα Αι Σαιντ. Όταν ένα τάγμα του ενεπλάκη με τους υπερασπιστές, τα τάγματα που ακολουθούσαν απέκλιναν προς τις πλευρές και, με τη βοήθεια μερικών ιλών θωρακοφόρων ιππέων, πέτυχαν να απομονώσουν την αγροικία. Ο Πρίγκηπας της Οράγγης, βλέποντας τη θέση της Λα Αι Σαιντ ν΄ απομονώνεται, προσπάθησε να την ενισχύσει προωθώντας το αννοβεριανό Τάγμα Λύνενμπεργκ. Όμως έπεσε σε ενέδρα των θωρακοφόρων ιππέων οι οποίοι, κρυμμένοι σε μια πτυχή του εδάφους, το κατέστρεψαν σε λίγα λεπτά και έπειτα κάλπασαν πέρα από τη Λα Αι Σαιντ, φτάνοντας σχεδόν στην κόψη της κορυφογραμμής, όπου έμειναν για να καλύψουν την αριστερή πτέρυγα του ντ' Ερλόν ο οποίος συνέχιζε την επίθεσή του.[52]
Περίπου στις 13:30, ο ντ' Ερλόν άρχισε να προωθεί τις υπόλοιπες τρεις μεραρχίες του, περί τους 14.000 άνδρες, ανεπτυγμένους σε μέτωπο 1 χλμ., εναντίον της αριστερής πτέρυγας του Ουέλλινγκτον. Στο σημείο που ήταν ο στόχος τους αντιμετώπισαν 6.000 άνδρες του αντίπαλου στρατού, η πρώτη γραμμή των οποίων αποτελούνταν από την 1η Ταξιαρχία της 2ης Ολλανδικής Μεραρχίας, την επονομαζόμενη Μπίλαντ (Bijlandt) (από το όνομα του διοικητή της), της οποίας τα άκρα κάλυπταν τα συντάγματα των Κεμπτ και Πακ. Η δεύτερη γραμμή άμυνας αποτελούταν από Βρεταννούς και Αννοβεριανούς ακροβολιστές υπό τον σερ Τόμας Πίκτον, οι οποίοι στέκονταν σε "νεκρό" σημείο πίσω από το ύψωμα. Όλοι αυτοί είχαν υποστεί μεγάλες απώλειες στο Κατρ Μπρα. Επιπλέον, η ταξιαρχία Μπίλαντ είχε πάρει εντολή ν΄ αναπτύξει τους ακροβολιστές της στον άδειο δρόμο και τη μπροστινή πλαγιά. Η υπόλοιπη ταξιαρχία είχε πάρει θέσεις ακριβώς πίσω από το δρόμο.[53]
Τη στιγμή που οι ακροβολιστές αυτοί επέστρεφαν στα τάγματά τους, η ταξιαρχία Μπίλαντ πήρε εντολή να σκοπεύσει για να απαντήσει στα πυρά. Τότε, στο 7ο Τάγμα Ολλανδικής Πολιτοφυλακής, που βρισκόταν στο αριστερό κέρας της ταξιαρχίας, χτυπήθηκαν μερικοί στοίχοι ανδρών με αποτέλεσμα να ανοίξει κενό στην παράταξή της.[54] Το τάγμα αυτό όμως δεν είχε εφεδρείες, με συνέπεια να μη μπορεί να κλείσει το κενό.[55] Οι στρατιώτες του ντ' Ερλόν πίεσαν προς το κενό, αναγκάζοντας τα εναπομείναντα δύο τάγματα της ταξιαρχίας Μπίλαντ να υποχωρήσουν 100 βήματα, εκεί όπου βρισκόταν το παραταγμένο σε σχηματισμό τετραγώνου 5ο Τάγμα Πολιτοφυλακής, το οποίο συγκαταλεγόταν στις εφεδρείες του Πίκτον.[56] Ελάχιστα αργότερα, ο πρίγκηπας της Οράγγης σήμανε αντεπίθεση, η οποία τελικά πραγματοποιήθηκε 10 λεπτά αργότερα. Εν τω μεταξύ ο τραυματισμένος Μπίλαντ είχε τεθεί εκτός μάχης και αποσυρθεί, αφήνοντας τη διοίκηση της ταξιαρχίας του στον αντισυνταγματάρχη Ντε Γιονγκ.[57]
Εν τω μεταξύ, καθώς οι άνδρες του ντ' Ερλόν άρχισαν να ανηφορίζουν την πλαγιά, οι στρατιώτες του Πίκτον άνοιξαν πυρ εναντίον τους. Οι Γάλλοι ανταπάντησαν και, ενώ η επίθεσή τους ατόνησε στο κέντρο, πέτυχαν ν΄ απωθήσουν τους Βρεταννούς που τους αντιμετώπιζαν στο αριστερό άκρο. Ο Πίκτον σκοτώθηκε μετά την εντολή που έδωσε για αντεπίθεση, ενώ οι Βρεταννοί και οι Αννοβεριανοί άρχισαν να τρέπονται σε φυγή εμπρός στις πολυαριθμότερες γαλλικές δυνάμεις.[58]
Επίθεση του βρεταννικού ιππικού
ΕπεξεργασίαΟι αξιωματικοί του ιππικού μας έχουν αποκτήσει τη συνήθεια να καλπάζουν εναντίον οποιουδήποτε. Ποτέ δεν συνεκτιμούν τη κατάσταση, ποτέ δεν σκέφτονται να ελιχθούν μπροστά στον αντίπαλο, και ποτέ δεν μένουν πίσω ούτε λειτουργούν ως εφεδρείες. (Δούκας του Ουέλινγκτον)[59]
Σε αυτή την κρίσιμη καμπή, ο αντιστράτηγος Πάτζετ, κόμης του Ώξμπριτζ, έστειλε τις δύο, μέχρι τότε αθέατες, ταξιαρχίες βρεταννικού βαρέος ιππικού σε επίθεση προς υποστήριξη του δοκιμαζόμενου πεζικού. Οι ταξιαρχίες αυτές απαρτίζονταν από αγγλικές, σκωτσέζικες και ιρλανδικές μονάδες. Πάνω από 20 χρόνια πολέμου είχαν εξανεμίσει τον αριθμό των κατάλληλων για πόλεμο αλόγων στην ηπειρωτική Ευρώπη, με αποτέλεσμα στην εκστρατεία του 1815, οι Βρεταννοί να διαθέτουν πολύ καλύτερα από αυτά. Επίσης, είχαν εξαίρετη εκπαίδευση στην έφιππη ξιφομαχία. Ήταν όμως κατώτεροι των Γάλλων στους ελιγμούς μεγάλων σχηματισμών, αλαζονικοί και, αντίθετα με το πεζικό, ελάχιστα εμπειροπόλεμοι. Κατά τον Ουέλλινγκτον, είχαν ελάχιστη τακτική ικανότητα και κοινή λογική.[59] Οι δύο ταξιαρχίες είχαν συνολική δύναμη περίπου 2.000 ανδρών (ονομαστικά, 2.651 άνδρες). Η επίθεσή τους πραγματοποιήθηκε με τον Ώξμπριτζ επικεφαλής και εντελώς ανεπαρκείς εφεδρείες στα μετόπισθεν[60] Υπάρχουν ενδείξεις ότι το πρωινό της μάχης, ο Ώξμπριτζ είχε δώσει εντολή στους υφισταμένους του να δράσουν αυτόβουλα και "να υποστηρίξουν τις κινήσεις εμπρός τους", θεωρώντας ότι πιθανά δεν θα μπορούσαν να φτάνουν σε αυτούς οι διαταγές του[61] Φαίνεται πως ο Ώξμπριτζ πίστευε πως οι ταξιαρχίες των Βάντελερ (Sir John Ormsby Vandeleur) και Βίβιαν (Hussey Vivian), καθώς και το ολλανδικό ιππικό, θα συνέδραμαν τους ιππείς του. Αργότερα ανέφερε πως είχε μετανιώσει που οδήγησε ο ίδιος την επίθεση, αναφέροντας συγκεκριμένα "διέπραξα μεγάλο σφάλμα", αντί να μείνει πίσω και να οργανώσει επαρκή εφεδρεία που θα μπορούσε στη συνέχεια να προωθήσει με σκοπό την υποστήριξη της αρχικής επίθεσης.[62]
Η Ταξιαρχία του Βασιλικού Οίκου (Household Brigade) διέσχισε την κορυφογραμμή της συμμαχικής θέσης και επιτέθηκε κατηφορίζοντας. Εκεί διασκόρπισαν και έτρεψαν σε φυγή τους Γάλλους θωρακοφόρους του ντ' Ερλόν, οι οποίοι ήταν συγκεντρωμένοι στο βαθύ αυλάκι του χαντακόδρομου.[63] Το επεισόδιο αυτό αναφέρεται στο μυθιστόρημα Άθλιοι του Βίκτωρος Ουγκώ. Ο βουλιαγμένος δρόμος είχε λειτουργήσει ως παγίδα, κατευθύνοντας τη φυγή του γαλλικού ιππικού προς τα δεξιά τους, μακριά από το βρεταννικό ιππικό. Μερικοί από τους θωρακοφόρους βρέθηκαν στις απότομες όχθες του δρόμου με τη συγκεχυμένη μάζα του δικού τους πεζικού μπροστά τους, τους Βρεταννούς του 95ου Συντάγματος Τυφεκιοφόρων να τους πυροβολούν από τη βόρεια πλευρά του δρόμου και το βαρύ ιππικό του Σόμερσετ, πίσω τους, να τους πιέζει.[64] Η μάχη εναντίον θωρακοφόρων αντιπάλων ήταν καινούρια εμπειρία για το βρεταννικό ιππικό της Ταξιαρχίας του Βασιλικού Οίκου, όπως θυμόταν αργότερα ο διοικητής της ταξιαρχίας ("τα χτυπήματα των σπαθιών μας πάνω στους θώρακές τους ακούγονταν όπως τα αναμμένα μαγκάλια")[65].
Συνεχίζοντας την επίθεσή τους, οι ίλες του αριστερού της Ταξιαρχίας του Βασιλικού Οίκου κατέστρεψαν την ταξιαρχία του βαρώνου Ωλάρ (Aulard). Όμως, παρά τις προσπάθειες να τους διαμηνύσουν να επιστρέψουν, οι Βρεταννοί ιππείς πέρασαν τη Λα Αι Σαιντ και βρέθηκαν στη βάση του λόφου έχοντας εξαντλημένα άλογα και απέναντί τους τα τετράγωνα της ταξιαρχίας του βαρώνου Σμιτζ (Nicolas Schmitz).
Στα αριστερά τους, η Ταξιαρχία της Ένωσης ξαφνικά εφόρμησε μέσα από τις γραμμές του πεζικού. Από το κέντρο προς τα αριστερά, οι Βασιλικοί Δραγώνοι κατέστρεψαν την ταξιαρχία του βαρώνου Μπουρζουά (Charles-Francois Bourgeois), καταλαμβάνοντας μάλιστα τον "αετό" του 105ου Συντάγματος της Γραμμής (105e de Ligne). To 6o Σύνταγμα Δραγώνων, οι επονομαζόμενοι Ίνισκίλινγκς (Inniskillings) έτρεψε σε φυγή την άλλη ταξιαρχία της 1ης Μεραρχίας του βαρώνου Κιό (Joachim Jérôme Quiot du Passage), ενώ οι Γκρίζοι (Greys) κατέστρεψαν το μεγαλύτερο μέρος της ταξιαρχίας του Νογκ (Antoine Nogues), καταλαμβάνοντας τον "αετό" του 45ου Συντάγματος της Γραμμής.[66] Στο άκρο αριστερό της παράταξης του Ουέλλινγκτον όμως, η μεραρχία του κόμη Ντυρύτ (Pierre François Joseph Durutte) είχε χρόνο να σχηματίσει τετράγωνα και να απωθήσει τμήματα των Γκρίζων.
Όπως και το ιππικό του Βασιλικού Οίκου, οι αξιωματικοί των Βασιλικών Δραγώνων και των Ίνισκίλινγκς αντιμετώπισαν μεγάλες δυσκολίες στο να σταματήσουν τα στρατεύματά τους, με αποτέλεσμα αυτά να χάσουν τη συνοχή τους. Ο διοικητής των Γκρίζων, Τζέιμς Χάμιλτον, διέταξε να συνεχίζουν την επίθεσή τους προς την κατεύθυνση των κανονιών της γκραν μπατερί, παρ' όλο που υπετίθετο ότι οι Γκρίζοι θα αποτελούσαν εφεδρεία. Πάντως, αν και οι Γκρίζοι δεν είχαν τα μέσα και τον χρόνο να αχρηστεύσουν ή να μεταφέρουν τα κανόνια, έθεσαν πολλά από αυτά εκτός μάχης με το να σκοτώσουν ή να τρέψουν σε φυγή τους πυροβολητές τους.[67]
Αμέσως ο Ναπολέων διέταξε αντεπίθεση των θωρακοφόρων του Φαρίν ντυ Κρε (Pierre Joseph Farine du Creux) και του Τραβέρ (Étienne Jacques Travers) καθώς και των δύο συνταγμάτων λογχοφόρων της μεραρχίας ελαφρού ιππικού του 1ου Σώματος υπό τον βαρώνο Ζακινό (Charles-Claude Jaquinot). Το αποτέλεσμα ήταν να προκληθούν πολύ βαριές απώλειες στο βρεταννικό ιππικό.[68] Μερικοί ιστορικοί μάλιστα, πιστεύουν πως οι αναλογικές απώλειες των Βρεταννών ήταν πολύ μεγαλύτερες, καθώς στο πεδίο της μάχης η συνολική πραγματική δύναμη των ιππέων ήταν μικρότερη από την ονομαστική (που χρησιμοποιούν οι επίσημες εκτιμήσεις).[69] Η Ταξιαρχία της Ένωσης είχε μεγάλες απώλειες, με νεκρούς στρατιώτες και αξιωματικούς (συμπεριλαμβανομένου του διοικητή της, Ουίλλιαμ Πόνσονμπι, και του διοικητή των Γκρίζων, Τζέιμς Χάμιλτον) και τραυματίες. Επίσης αντίστοιχες βαριές απώλειες είχαν δύο από τα συντάγματα της Ταξιαρχίας του Βασιλικού Οίκου, με νεκρό τον διοικητή του ενός από αυτά. Αντίθετα, ένα άλλο σύνταγμά της στο άκρο δεξιό της επίθεσης και ένα της εφεδρείας, οι Μπλε (Blues), σημείωσαν σημαντικά λιγότερες απώλειες. Τελικά, η αντεπίθεση των Βρεταννών ελαφρών δραγόνων του Βάντελερ, και των Ολλανδών και Βέλγων ελαφρών δραγόνων και ουσσάρων απώθησε το γαλλικό ιππικό.[70][71][72]
Πολλές δημοφιλείς εξιστορήσεις περιγράφουν το βρεταννικό βαρύ ιππικό ως πλήρως κατεστραμμένο μετά την πρώτη επική του επίθεση. Ωστόσο η εξέταση των μαρτυριών δείχνει πως το ιππικό αυτό συνέχισε να προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες. Αντεπιτέθηκε πολλές φορές στο γαλλικό ιππικό[73], ανέκοψε συνδυασμένη επίθεση ιππικού και πεζικού (η Ταξιαρχία του Βασιλικού Οίκου)[74][75], χρησιμοποιήθηκε για να ανυψώσει το ηθικό των γειτονικών μονάδων σε κρίσιμες στιγμές και γέμισε τα κενά της αγγλοσυμμαχικής γραμμής τα οποία προκλήθηκαν από τις βαρειές απώλειες του πεζικού[76]. Αυτές οι υπηρεσίες είχαν πολύ υψηλό κόστος καθώς η μάχη εκ του σύνεγγυς με το γαλλικό ιππικό, οι πυροβολισμοί και, προπάντων, οι βολές του πυροβολικού των αντιπάλων εξανέμισαν τον αριθμό των αξιόμαχων στις δύο ταξιαρχίες[77]. Στο τέλος της μάχης, οι δύο ταξιαρχίες μαζί ισοδυναμούσαν με μία μόλις ίλη[78].
Στη γαλλική επίθεση χρησιμοποιήθηκαν περίπου 20.000 στρατιώτες. Η αποτυχία της κόστισε στον Ναπολέοντα όχι μόνο βαριές απώλειες, 3.000 αιχμαλώτους, αλλά και πολύτιμο χρόνο καθώς τώρα οι Πρώσσοι άρχισαν να εμφανίζονται στο πεδίο της μάχης. Ο Ναπολέων έστειλε τις εφεδρείες του, το 6ο Σώμα του Λομπώ και δύο μεραρχίες ιππικού (συνολικά περί τους 15.000 άνδρες), για να τους σταματήσει. Έτσι χρησιμοποίησε όλες τις διαθέσιμες εφεδρείες πεζικού, εκτός από την Αυτοκρατορική Φρουρά. Εξαιτίας όλων αυτών, έπρεπε τώρα να νικήσει τον Ουέλλινγκτον όχι μόνο στο συντομότερο δυνατό χρόνο αλλά και με υποδεέστερες, αριθμητικά, δυνάμεις.[79]
Επίθεση του γαλλικού ιππικού
ΕπεξεργασίαΛίγο πριν τις 16.00, ο Νέυ παρατήρησε κινήσεις του κέντρου της παράταξης του Ουέλλινγκτον τις οποίες εξέλαβε ως έναρξη υποχώρησης. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για μετακίνηση των τραυματιών και νεκρών στα μετόπισθεν. Έτσι, με την πεποίθηση ότι ο Άγγλος στρατηγός υποχωρεί, ο Νέυ αποφάσισε να εκμεταλλευτεί το γεγονός. Μετά την αποτυχία της επίθεσης του ντ' Ερλόν, διέθετε πια ελάχιστες εφεδρείες, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του πεζικού είχε χρησιμοποιηθεί στη μάταιη επίθεση εναντίον του Ουγκομόν ή στην άμυνα του γαλλικού δεξιού. Έτσι ο Νέυ προσπάθησε να διασπάσει το κέντρο του Ουέλλινγκτον χρησιμοποιώντας μόνο ιππικό[80] αποτελούμενο από 9.000 ιππείς, οργανωμένους σε 67 ίλες[81]. Το πεζικό του Ουέλλινγκτον απάντησε στη γαλλική επίθεση σχηματίζοντας τετράγωνα βάθους 4 ανδρών. Στους κατοπινούς ζωγραφικούς πίνακες που αναπαρέστησαν τη μάχη, αυτά τα τετράγωνα απεικονίζονται πολύ μεγαλύτερα απ' ό,τι πραγματικά ήταν (ένα τάγμα 500 ανδρών δεν μπορεί να είχε πλευρά άνω των 18 μ.). Τα τετράγωνα, αν και ευπρόσβλητα σε επιθέσεις πεζικού ή βολές πυροβολικού, ήταν καταστρεπτικά για το αντίπαλο ιππικό, όταν κρατούσαν τη θέση τους, καθώς δεν μπορούσαν να υπερφαλαγγιστούν, ενώ τα άλογα δεν τολμούσαν να εφορμήσουν σε ένα τείχος από ξιφολόγχες. Μάλιστα ο Ουέλλινγκτον είχε διατάξει τους πυροβολητές του να εγκαταλείψουν τα κανόνια τους όσο κρατούσε η γαλλική επίθεση, βρίσκοντας καταφύγιο στα τετράγωνα. Μετά την απώθηση κάθε γαλλικής επίθεσης, θα μπορούσαν να επιστρέψουν στις θέσεις τους και να επαναλάβουν τον κανονιοβολισμό.
Αυτόπτες μάρτυρες του βρεταννικού πεζικού κατέγραψαν 12 επιθέσεις του γαλλικού ιππικού. Ωστόσο αυτός ο αριθμός πιθανόν συμπεριλαμβάνει τα διαδοχικά κύματα της ίδιας επίθεσης. Ο στρατηγός Κελλερμάν, αντιλαμβανόμενος τη ματαιότητα των επιθέσεων αυτών, προσπάθησε να αποτρέψει τη χρησιμοποίηση της επίλεκτης ταξιαρχίας των έφιππων τυφεκιοφόρων, ωστόσο ο Νέυ επέμενε και τελικά πέτυχε να χρησιμοποιηθούν κι αυτοί στην επίθεση.[82] Βρεταννός αξιωματικός, αυτόπτης μάρτυρας της πρώτης επίθεσης του γαλλικού ιππικού, κατέγραψε τις παρακάτω σαφείς, αν και κάπως ποιητικά δοσμένες, εντυπώσεις του:
Γύρω στις 4 μ.μ., το εχθρικό πυροβολικό απέναντί μας σταμάτησε ξαφνικά να βάλλει και είδαμε να προωθούνται μεγάλες μάζες ιππικού. Κανένας από τους επιζήσαντες δεν έχει ξεχάσει το φοβερό μεγαλείο αυτής της εφόρμησης. Έβλεπες από απόσταση μια εντυπωσιακή μακριά κινούμενη γραμμή η οποία, καθώς προχωρούσε, έλαμπε όπως το αφρισμένο κύμα που ανακλά το φως του ήλιου. Όταν πλησίασαν, το έδαφος έτρεμε από τον εκκωφαντικό καλπασμό των αλόγων. Θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος ότι τίποτε δεν θα μπορούσε να αντισταθεί στα πλήγματα αυτής της τρομερής κινούμενης μάζας. Ήταν οι φημισμένοι θωρακοφόροι, σχεδόν όλοι βετεράνοι πολεμιστές, που είχαν διακριθεί στα ευρωπαϊκά πεδία μαχών. Σε ένα σχεδόν απίστευτα σύντομο χρονικό διάστημα, βρίσκονταν 20 γιάρδες (περ. 18 μ.) μπροστά μας, κραυγάζοντας «Ζήτω ο Αυτοκράτορας!» Δόθηκε η διαταγή «ετοιμαστείτε να αντιμετωπίσετε το ιππικό» και οι άντρες στις πρώτες γραμμές γονάτισαν ορθώνοντας εναντίον των θωρακοφόρων έναν τοίχο από ατσάλι, που τον συγκρατούσαν με τα σταθερά χέρια τους.
— Λοχαγός Rees Howell Gronow, Foot Guards, [83]
Ουσιαστικά, οι επιθέσεις αυτού του τύπου βασίζονται σχεδόν πλήρως στο ψυχολογικό πλήγμα.[84] Στήριξη από πυροβολικό σε κοντινή απόσταση θα μπορούσε να δημιουργήσει ρήγματα στα οποία θα εισέδυε το ιππικό. Όμως, στο Βατερλώ η συνεργασία του γαλλικού πυροβολικού με το ιππικό δεν ήταν εντυπωσιακή: τα λίγα γαλλικά κανόνια που πλησίασαν στη βρεταννοσυμαχική παράταξη δεν ήταν αρκετά για να επιτύχουν αποφασιστικό αποτέλεσμα.[85] Οι βολές των γαλλικών κανονιών προκαλούσαν μεν αυξανόμενες απώλειες αλλά οι περισσότερες από αυτές γίνονταν από σχετικά μεγάλη απόσταση και συχνά χωρίς οπτική επαφή, πάνω από τη ράχη του υψώματος. Είναι γνωστό πως, όταν οι πεζοί κρατούν σταθερά τα αμυντικά τους τετράγωνα και δεν πανικοβάλλονται, το ιππικό από μόνο του δεν μπορεί να τους προκαλέσει μεγάλη ζημιά. Έτσι οι Γάλλοι ιππείς αντιμετώπισαν τα σταθερά τετράγωνα του πεζικού, τις βολές των βρεταννικών πυροβόλων καθώς αυτοί αποσύρονταν για να ανασυγκροτηθούν μετά από κάθε εφόρμηση, τις αποφασιστικές αντεπιθέσεις του ελαφρού ιππικού του Ουέλλινγκτον, την ολλανδική βαριά ταξιαρχία ιππικού και τους εναπομείναντες ιππείς της Ταξιαρχίας του Βασιλικού Οίκου. Για ανεξιχνίαστους λόγους, το γαλλικό ιππικό δεν αχρήστευσε τα βρεταννικά κανόνια με καρφιά, με αποτέλεσμα, όταν οι Γάλλοι ιππείς αποσύρονταν, οι Βρετανοί πυροβολητές να επιστρέφουν στο καθήκον τους. Όλοι αυτοί οι παράγοντες οδήγησαν στην αποτυχία της γαλλικής επίθεσης.[86] Οι απώλειές τους είναι δύσκολο να εκτιμηθούν. Οι ανώτεροι Γάλλοι αξιωματικοί είχαν μεγάλες απώλειες: τέσσερεις διοικητές μεραρχιών τραυματίες, εννέα ταξίαρχοι πληγωμένοι και ένας νεκρός - απόδειξη του θάρρους τους και της συνήθειάς τους να ηγούνται της εμπροσθοφυλακής.[82] Ενδεικτικά, στις 15 Ιουνίου οι Έφιπποι Γρεναδιέροι αριθμούσαν 796 άνδρες όλων των βαθμών και μόλις 462 στις 19 Ιουνίου, ενώ οι Δραγώνοι της Αυτοκράτειρας στο ίδιο διάστημα έχασαν 416 από τους 816 της συνολικής τους δύναμης.[87] Συνολικά, η μεραρχία βαρέος ιππικού του Γκιγιό (Guyot) έχασε το 47% του δυναμικού της.
Τελικά έγινε προφανές ακόμη και στον Νέυ ότι το ιππικό από μόνο δεν μπορούσε να επιτύχει κάποιο αποτέλεσμα. Έτσι καθυστερημένα οργάνωσε συνδυασμένη επίθεση, χρησιμοποιώντας συνολικά περί τους 6.500 πεζούς και το εναπομείναν ιππικό που ήταν ακόμη μάχιμο. Η επίθεση αυτή ακολούθησε την ίδια κατεύθυνση με τις προηγούμενες επιθέσεις του βαρέος ιππικού.[88] Την ανέκοψε η έφοδος του ιππικού του Βασιλικού Οίκου, την οποία οδήγησε ο Ώξμπριτζ, η οποία με τη σειρά της ανακόπηκε λόγω των απωλειών από τα πυρά του γαλλικού πεζικού.[89] ο Ώξμπριτζ αργότερα ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε να οδηγήσει τους Ολλανδούς τυφεκιοφόρους σε αντεπίθεση και ότι αυτοί αρνήθηκαν. Τον ισχυρισμό αυτό συμμερίστηκαν και άλλα μέλη του επιτελείου του βρεταννικού ιππικού.[90] Ωστόσο η πληροφορία αυτή δεν επαληθεύεται από τις ολλανδικές και βελγικές πηγές.[91] Εν τω μεταξύ, οι επιτιθέμενοι Γάλλοι ταλαιπωρούμενοι από τα πυρά πυροβολικού και τις βολές της ταξιαρχίας πεζικού του Άνταμ, τελικά επανήλθαν στις θέσεις τους.[88] Αν και το γαλλικό ιππικό προκάλεσε λίγες άμεσες απώλειες στο κέντρο του Ουέλλινγκτον, εκτός από τις δύο ταξιαρχίες της αριστερής πτέρυγας, το τελευταίο είχε εμπλέξει όλες του τις εφεδρείες στη μάχη και παρουσίαζε σημαντικές απώλειες. Η κατάσταση φαινόταν τόσο απεγνωσμένη που οι Ουσσάροι του Κάμπερλαντ, το μόνο παρόν αννοβεριανό σύνταγμα ιππικού, εγκατέλειψε το πεδίο της μάχης σπέρνοντας τον πανικό σε όλη την απόσταση μέχρι τις Βρυξέλλες.[92][93]
Κατάληψη της Λα Αι Σαιντ από τους Γάλλους
ΕπεξεργασίαΤην ίδια περίπου στιγμή με τη συνδυασμένη επίθεση του Νέυ στο κεντροδεξιό της γραμμής του Ουέλλινγκτον, τμήματα του Σώματος του ντ' Ερλόν, οδηγούμενα από τη 13η μεραρχία του Λεζέρ (Légère), ανανέωσαν την επίθεση κατά της Λα Αι Σαιντ και πέτυχαν να την καταλάβουν. Αυτό συνέβη εν μέρει γιατί οι υπερασπιστές της, η Γερμανική Λεγεώνα του Βασιλιά, είχαν μείνει χωρίς πολεμοφόδια. Όμως οι γενναίοι αυτοί Γερμανοί είχαν κρατήσει το κέντρο του πεδίου της μάχης για μια ολόκληρη μέρα, σταματώντας τη γαλλική προώθηση.[94][95] Τότε ο Νέυ μετακίνησε το κινούμενο με άλογα πυροβολικό του απέναντι από το κέντρο του Ουέλλινγκτον και με αυτό άρχισε να βάλλει από κοντινή απόσταση, κονιορτοποιώντας με βολές μύδρων τα τετράγωνα του αντίπαλου πεζικού.[80] Τα 30ο και 73ο συντάγματα είχαν τόσο βαριές απώλειες που αναγκάστηκαν να συνενωθούν προκειμένου να προκύψει ένα βιώσιμο τετράγωνο.
Έτσι συνέβη αυτό που χρειαζόταν ο Ναπολέων για να συνεχίσει την επίθεση.[96] Ο Νέυ βρισκόταν πολύ κοντά στο στόχο της διάσπασης του συμμαχικού κέντρου.[97]
Μαζί με αυτά τα πυρά του πυροβολικού, πλήθος Γάλλων ακροβολιστών (tirailleurs) κατέλαβαν τις δεσπόζουσες θέσεις πίσω από τη Λα Αι Σαιντ και έβαλαν αποτελεσματικά εναντίον των τετραγώνων. Η κατάσταση ήταν τόσο δυσμενής που τα εμβλήματα του 33ου Συντάγματος και της ταξιαρχίας του Χάλκετ (Halkett) εστάλησαν στα μετόπισθεν για λόγους ασφάλειας, γεγονός που ο ιστορικός Αλεσάντρο Μπάρμπερο (Alessandro Barbero) χαρακτήρισε ως "... μέτρο χωρίς προηγούμενο."[98] Ο Ουέλλινγκτον, παρατηρώντας τη χαλάρωση του πυρός από τη Λα Αι Σαιντ, έσπευσε με το επιτελείο του προς τα εκεί, αλλά Γάλλοι ακροβολιστές προέβαλαν γύρω από το κτήριο και πυροβόλησαν εναντίον τους, καθώς αυτοί έτρεξαν να διαφύγουν μέσα από τον φράχτη που υπήρχε κατά μήκος του δρόμου. Ο Άλτεν διέταξε ένα τάγμα ν΄ ανακαταλάβει τη φάρμα. Ο επικεφαλής του τάγματος υπάκουσε και καταδίωξε μερικούς Γάλλους ακροβολιστές, αλλά οι θωρακοφόροι ιππείς επέπεσαν στο αφύλακτο πλευρό του, σκοτώνοντας τον ίδιο, καταστρέφοντας το τάγμα του και παίρνοντας το έμβλημά του.[96] Ένα βελγοολλανδικό σύνταγμα ιππικού, το οποίο είχε διαταχθεί να επιτεθεί, εγκατέλειψε το πεδίο της μάχης, βαλλόμενο από το ίδιο του το πεζικό. Η βελγοολλανδική Ελαφρά Ταξιαρχία Ιππικού του Φαν Μέρλεν επιτέθηκε στο γαλλικό πυροβολικό που καταλάμβανε θέσεις κοντά στη Λα Αι Σαιντ αλλά διαλύθηκε από τα πυρά των αντιπάλων. Η Έφιππη Μεραρχία Ιππικού της Ολλανδίας, τελευταία εφεδρεία ιππικού του Ουέλλινγκτον πίσω από το κέντρο της παράταξής του, ήταν αχρηστευμένη, έχοντας χάσει τη μισή δύναμή της. Το γαλλικό ιππικό, παρά τις απώλειές του, ήταν κύριος του πεδίου της μάχης υποχρεώνοντας το συμμαχικό πεζικό να παραμείνει στα τετράγωνά του. Εν τω μεταξύ, προωθούταν όλο και περισσότερο γαλλικό πυροβολικό.[99]
Μια γαλλική πυροβολαρχία προωθήθηκε σε απόσταση περί τα 270 μ. από ένα τετράγωνο της 1ης μεραρχίας του Νασσάου, προκαλώντας βαριές απώλειες. Όταν αυτοί κινήθηκαν εναντίον της πυροβολαρχίας, απωθήθηκαν από μοίρα θωρακοφόρων ιππέων. Επίσης, αναπτύχθηκε ακόμη μια γαλλική πυροβολαρχία στο πλευρό της πυροβολαρχίας του Μέρσερ, της οποίας άρχισε να βομβαρδίζει τα άλογα και τους κιλλίβαντες, αναγκάζοντάς την να αποσυρθεί.[99]
Γάλλοι ακροβολιστές κατέλαβαν δεσπόζουσες θέσεις, ειδικά πάνω σε ένα λοφίσκο που επέβλεπε το τετράγωνο του 27ου συντάγματος. Από εκεί έβαλλαν εναντίον του 27ου το οποίο ήταν αναγκασμένο να παραμένει στο τετράγωνό του εξαιτίας της παρουσίας του γαλλικού ιππικού και πυροβολικού. Αυτά τα πυρά σχεδόν εξολόθρευσαν το 27ο Σύνταγμα πεζικού, με τους Ίνισκίλινγκς να χάνουν τα 2/3 του δυναμικού τους στο διάστημα των 3 έως 4 εκείνων ωρών.[100]
Οι όχθες του δρόμου, ο τοίχος του κήπου, ο λοφίσκος και το σκάμμα γέμισαν με ακροβολιστές, που φαίνονταν αποφασισμένοι να σταματήσουν την αντίστασή μας. Ειδικά εκείνοι πίσω από την τεχνητή όχθη φαίνονταν ακόμη πιο ταγμένοι στο σκοπό τους να καταστρέψουν το 27ο, το οποίο εκείνη τη στιγμή μπορεί να ειπωθεί ότι κυριολεκτικά αποτελούσε νεκρό τετράγωνο - οι απώλειές του μετά την πτώση της Λα Αι Σαιντ ήταν τρομακτικές. Οι άντρες αυτοί κείτονταν νεκροί χωρίς να έχουν καν την ικανοποίηση ότι έριξαν μια βολή. Πολλοί στρατιώτες μας πίσω από το ύψωμα βρίσκονταν σε ανάλογη κατάσταση.
— Edward Cotton, 7ο Σύνταγμα Ουσσάρων, [101]
Σε αυτή τη φάση της μάχης σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν πολλοί στρατηγοί του Ουέλλινγκτον, καθώς και οι βοηθοί τους, συμπεριλαμβανομένων των Σόμερσετ, Κάνινγκ, Ντε Λανσί, Άλτεν και Κουκ.[102] Η κατάσταση ήταν πια κρίσιμη για τον Ουέλλινγκτον ο οποίος, παγιδευμένος σε κάποιο τετράγωνο και αγνοώντας για το τι συνέβαινε έξω από αυτό, περίμενε απεγνωσμένα την άφιξη των Πρώσσων.[103]
Άφιξη των Πρώσσων στο Πλανσνουά
ΕπεξεργασίαΠρώτο κατέφθασε στο πεδίο της μάχης το 5ο Σώμα Στρατού του Μπύλοφ. Αντικειμενικός σκοπός του ήταν το Πλανσνουά, το οποίο οι Πρώσσοι σκόπευαν να χρησιμοποιήσουν ως εφαλτήριο για την προσβολή της οπισθοφυλακής των Γάλλων. Ο Μπλύχερ σκόπευε να ασφαλίσει το δεξιό του πλευρό στο Φρισερμόν (Frichermont) με το δρόμο Μπουά ντε Παρί (Bois de Paris).[104] Ο Μπλύχερ και ο Ουέλλινγκτον επικοινωνούσαν από τις 10:00 και είχαν συμφωνήσει να γίνει αυτή η προώθηση, εάν το κέντρο του δεύτερου δεχόταν επίθεση.[105][106] Ο Μπύλοφ σημείωσε ότι ο δρόμος για το Πλανσνουά ήταν εντελώς ανοιχτός και ότι η ώρα ήταν 16:30.[104]
Σχεδόν ταυτόχρονα εκείνη την ώρα, καθώς ήταν σε πλήρη εξέλιξη η επίθεση του γαλλικού ιππικού, η 15η Ταξιαρχία του 5ου Σώματος Στρατού του Μπύλοφ στάλθηκε με σκοπό να συνδεθεί με τις δυνάμεις από το Νασσάου στο αριστερό του Ουέλλινγκτον, στην περιοχή του Φρισερμόν και της Λα Αι Σαιντ. Το ιπποκίνητο πυροβολικό της ταξιαρχίας καθώς και το πρόσθετο πυροβολικό της είχαν εντολή να υποστηρίξουν την ταξιαρχία, αναπτυσσόμενα στο αριστερό της.[107] Ο Ναπολέων έστειλε το σώμα στρατού του Λομπώ με σκοπό να διακόψει την πορεία όσων από το 5ο Σώμα Στρατού του Μπύλοφ δεν είχαν καταφθάσει στο Πλανσνουά. Η 15η Ταξιαρχία εξεδίωξε τους στρατιώτες του Λομπώ με μια αποφασισμένη έφοδο με ξιφολόγχες, έπειτα προωθήθηκε στα υψώματα του Φρισερμόν, βομβαρδίζοντας τους Γάλλους Κυνηγούς (Chasseurs) με πυροβόλα των 12 λιβρών, και προχώρησε προς το Πλανσνουά. Αυτή η εξέλιξη ανάγκασε τη δύναμη του Λομπώ να υποχωρήσει προς την περιοχή του Πλανσνουά, πέρα από την οπισθοφυλακή του δεξιού κέρατος της Στρατιάς του Βορρά (Armee Du Nord). Με αυτόν τον τρόπο, οι Πρώσσοι τώρα απειλούσαν άμεσα τη μόνη οδό υποχώρησης της Στρατιάς. Επίσης και η 16η Ταξιαρχία του Χίλλερ (Hiller) εφόρμησε προς το Πλανσνουά, με δύναμη 6 ταγμάτων.
Ο Ναπολέων είχε στείλει και τα 8 τάγματα της Νέας Αυτοκρατορικής Φρουράς να ενισχύσουν τον Λομπώ, ο οποίος τώρα βρισκόταν κάτω από σοβαρή πίεση. Η Νέα Φρουρά αντεπιτέθηκε και κατάφερε, μετά από σκληρή μάχη, να ασφαλίσει το Πλανσνουά, αλλά δέχτηκε με τη σειρά της αντεπίθεση και εκδιώχθηκε από εκεί.[79] Τελικά ο Ναπολέων έστειλε δύο τάγματα της Παλαιάς Αυτοκρατορικής Φρουράς, τα οποία μετά από τρομερή συμπλοκή με ξιφολόγχες - δεν καταδέχτηκαν να πυροβολήσουν - ανακατέλαβαν το χωριό.[79]
Η πλαγιοκόπηση από τον Τσίτεν
ΕπεξεργασίαΑργά το απόγευμα, κατέφθασε στην περιοχή βόρεια της Λα Αι Σαιντ μεγάλο μέρος του 1ου Σώματος Στρατού του Τσίτεν και ο Πρώσσος στρατηγός Μύφλινγκ (Müffling), συνεργάτης του Ουέλλινγκτον, έτρεξε να το συναντήσει. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, ο Τσίτεν είχε μαζί του την 1η Ταξιαρχία του αλλά είχε προβληματιστεί στη θέα των διασκορπισμένων στρατιωτών και των απωλειών από τις μονάδες του Νασσάου, στο αριστερό του Ουέλλινγκτον, και από την πρωσσική 15η Ταξιαρχία. Αυτά τα στρατεύματα φαίνονταν πως υποχωρούσαν και ο Τσίτεν, φοβούμενος ότι και τα δικά του στρατεύματα θα παρασύρονταν στη διαφαινόμενη γενική οπισθοχώρηση, άρχισε να απομακρύνεται από το άκρο της παράταξης του Ουέλλινγκτον και να κινείται προς την κύρια πρωσσική δύναμη κοντά στο Πλανσνουά. Επίσης, είχε διαταχθεί από τον Μπλύχερ να στηρίξει τον Μπύλοφ. Ωστόσο, ο Μύφλινγκ κατάλαβε πως ο Τσίτεν θα απομακρυνθεί και τον έπεισε να στηρίξει το αριστερό της παράταξης του Ουέλλινγκτον. Η άφιξη των μονάδων του επέτρεψε στον Ουέλλινγκτον να ενισχύσει το κέντρο του που κατέρρεε, μετακινώντας ιππικό από τα αριστερά του.[108]
Το πρωσσικό 1ο Σώμα Στρατού επιτέθηκε στους Γάλλους μπροστά από το Παπελότ και κατά τις 19:30 η πιεζόμενη γαλλική παράταξη πήρε σχήμα πετάλου, σε μια προσπάθεια να κρατήσει στο κέντρο της χωρίς όμως να υπερφαλαγγιστεί και περικυκλωθεί από τα άκρα. Τα άκρα της παράταξης στηρίζονταν τώρα στο Ουγκομόν στα αριστερά, στο Πλανσνουά στα δεξιά και στη Λα Αι Σαιντ στο κέντρο.[109] Ο Ντυρύτ (Pierre François Joseph Durutte) είχε καταλάβει, μετά από σειρά επιθέσεων, τη Λα Αι Σαιντ και το Παπελότ,[109] αλλά τώρα αναγκαζόταν να αποσυρθεί πίσω από το Σμοέν (Smohain) χωρίς να προβάλει αντίσταση στο πρωσσικό 24ο Σύνταγμα το οποίο ανακατέλαβε και τις δύο αυτές θέσεις. Το 24ο Σύνταγμα επιτέθηκε εναντίον των νέων γαλλικών θέσεων και απωθήθηκε αλλά επέστρεψε στην επίθεση με την υποστήριξη των τυφεκιοφόρων (Schützen) από τη Σιλεσία και εθνοφρουρών (Λάντβερ, γερμανικά Landwehr).[110] Αρχικά οι Γάλλοι άρχισαν να ενδίδουν στην ανανεωμένη πρωσσική επίθεση, στη συνέχεια όμως προέβαλαν αντίσταση προσπαθώντας να ανακτήσουν το Σμοέν και να κρατηθούν πάνω στη λοφοσειρά και τα λιγοστά τελευταία σπίτια του Παπελότ.[110]
Το 24ο Σύνταγμα ενώθηκε με ένα τάγμα Χαϊλάντερς στα δεξιά του και μαζί με το 13ο Σύνταγμα Λάντβερ και υποστήριξη ιππικού, εκτόπισε τους Γάλλους από αυτές τις θέσεις. Περαιτέρω επιθέσεις από το 13ο Σύνταγμα Λάντβερ και τη 15η Ταξιαρχία εκτόπισαν τους Γάλλους από το Φρισερμόν[111]. Η μεραρχία του Ντυρύτ, βλέποντας ότι επρόκειτο να δεχθεί επίθεση από ισχυρές ίλες ιππικού των εφεδρειών του 1ου Σώματος Στρατού του Τσίτεν, αποσύρθηκε από το πεδίο της μάχης. Στη συνέχεια, το πρωσσικό 1ο Σώμα Στρατού προωθήθηκε προς το δρόμο των Βρυξελλών, τη μόνη δίοδο διαφυγής των Γάλλων.
Επίθεση της Αυτοκρατορικής Φρουράς
ΕπεξεργασίαΣτο μεταξύ, με το κέντρο του Ουέλλινγκτον εκτεθειμένο λόγω της πτώσης της Λα Αι Σαιντ (πριν την ανακατάληψή της από τους συμμάχους) και το μέτωπο του Πλανσνουά προσωρινά σταθεροποιημένο, ο Ναπολέων έριξε στη μάχη την τελευταία του εφεδρεία, την αήττητη έως τότε Αυτοκρατορική Φρουρά. Η επίθεση αυτή εξαπολύθηκε κατά τις 19:30 και σκοπό είχε τη διάσπαση του κέντρου της παράταξης του Ουέλλιγκτον και την απομάκρυνση του τελευταίου από τους Πρώσσους. Αν και η επίθεση αυτή είναι μια από τις διασημότερες συμπλοκές της στρατιωτικής ιστορίας, δεν είναι ξεκάθαρο ποιές μονάδες συμμετείχαν σε αυτή. Φαίνεται πως εξαπολύθηκε από 5 τάγματα της Μέσης Αυτοκρατορικής Φρουράς, όπως περιέγραψε αργότερα ο στρατάρχης Νέυ[112], και όχι από τους Γρεναδιέρους ή τους Κυνηγούς της Παλαιάς Φρουράς. Τρία τάγματα της Παλαιάς Φρουράς προωθήθηκαν ως δεύτερη γραμμή της επίθεσης, αλλά πρακτικά λειτούργησαν ως εφεδρεία και δεν προσέβαλαν απευθείας την αντίπαλη γραμμή[113].
Βαδίζοντας ανάμεσα σε μύδρους και βολές ακροβολιστών, οι περίπου 3.000 στρατιώτες της Μέσης Φρουράς προχώρησαν δυτικά της Λα Αι Σαιντ, χωρισμένοι σε τρία τμήματα. Το ένα, αποτελούμενο από δύο τάγματα γρεναδιέρων, νίκησε την πρώτη γραμμή άμυνας του Ουέλλινγκτον, αποτελούμενης από στρατιώτες από τη Μεγάλη Βρεταννία, το Μπράουνσβαϊγκ και το Νασσάου, και συνέχισε να προελαύνει. Εναντίον του εξαπολύθηκε η σχετικά ξεκούραστη ολλανδική μεραρχία του Σασσέ (David Hendrik Chassé), ενώ μία ολλανδική ιπποκίνητη πυροβολαρχία έβαλε εναντίον του πλευρού του.[114] Ούτε αυτοί όμως κατάφεραν να διακόψουν την προέλαση της Φρουράς, γι΄ αυτό ο Σασσέ διέταξε την πρώτη του ταξιαρχία να επιτεθεί κατά των Γάλλων, οι οποίοι μειονεκτούσαν αριθμητικά, με την ξιφολόγχη. Μετά απ΄ αυτό, η επίθεση αυτού του τμήματος της Φρουράς ατόνησε και τελικά αποκρούστηκε.[115][116] Πιο δυτικά, 1.500 Βρεταννοί Πεζοί Φρουροί υπό τον Μαίτλαντ (Peregrine Maitland) βρίσκονταν ξαπλωμένοι στο έδαφος για να καλύπτονται από τις βολές του γαλλικού πυροβολικού. Όταν τους πλησίασε το δεύτερο τμήμα των επιτιθέμενων Φρουρών, αυτοί ανασηκώθηκαν και έβαλαν εναντίον τους από πολύ κοντά, προκαλώντας τους μεγάλες απώλειες. Οι Κυνηγοί αναπτύχθηκαν με σκοπό να απαντήσουν στα πυρά αλλά άρχισαν να καταρρέουν. Τότε ήρθε σε βοήθειά τους το τρίτο τμήμα των επιτιθέμενων Φρουρών, ένα ξεκούραστο τάγμα Κυνηγών. Οι Βρεταννοί Φρουροί υποχώρησαν με τους Κυνηγούς να τους καταδιώκουν, αλλά οι τελευταίοι ακινητοποιήθηκαν όταν το 52ο Σύνταγμα της 52ης Μεραρχίας Ελαφρού Πεζικού, υπό τον Τζων Κόλμπορν (John Colborne), τους ακολούθησε από τα νώτα και, αφού τους επέφερε μια καταστρεπτική ομοβροντία, εφόρμησε εναντίον τους.[115][117] Η επίθεση έτρεψε κι αυτούς τους Φρουρούς σε φυγή.[117]
Οι εναπομείναντες Φρουροί υποχώρησαν βιαστικά. Στο άκουσμα της υποχώρησης της Φρουράς, κύμα πανικού διαπέρασε τις γαλλικές θέσεις: "La Garde recule. Sauve qui peut!" ("Η Φρουρά υποχωρεί. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω!"). Τώρα ο Ουέλλινγκτον έδωσε καβάλα στο άλογό του το σύνθημα της γενικής επίθεσης κουνώντας το καπέλο του στον αέρα. Ο στρατός του βγήκε από τις γραμμές του και ξεχύθηκε εναντίον των Γάλλων που υποχωρούσαν.[115]
Οι επιζώντες της Αυτοκρατορικής Φρουράς κατέφυγαν στα τρία τάγματα εφεδρείας τους (μερικοί επιζώντες αναφέρουν τέσσερα), ακριβώς νότια της Λα Αι Σαιντ, με σκοπό την ύστατη μάχη. Εκεί η εφόρμηση της ταξιαρχίας του Φρέντρικ Άνταμ (Frederick Adam) και των Αννοβεριανών Λάντβερ του Τάγματος του Όσναμπρικ τούς ενέσπειρε τη σύγχυση. Αυτοί που βρίσκονταν σε λιγότερο αποσυντεθειμένες μονάδες υποχώρησαν προς τη Μπελ Αλιάνς. Σε εκείνη την υποχώρηση ήταν που, όταν κάποιοι από τους Φρουρούς, κλήθηκαν να παραδοθούν, ο διοικητής τους λέγεται ότι απάντησε "Merde!" ("Σκατά!")[118]. Κατά τη γνωστότερη και επικρατέστερη εκδοχή, την οποία έκανε γνωστή ο Βίκτωρ Ουγκώ στους Αθλίους, τη λέξη αυτή εξεστόμισε ο στρατηγός Καμπρόν (Pierre Cambronne), ενώ κατά μία άλλη εκδοχή εκείνης της εποχής, ο Καμπρόν είπε "Η Φρουρά πεθαίνει, δεν παραδίνεται"[119]. Επίσης έχει υποστηριχθεί ότι η απάντηση των Φρουρών αυτών, όποια κι αν ήταν τελικά, ειπώθηκε από τον στρατηγό Κλωντ-Ετιέν Μισέλ (Claude-Étienne Michel), γιατί ο Καμπρόν εκείνη τη στιγμή ήταν ήδη αιχμάλωτος του συνταγματάρχη Χάλκετ[120].
Κατάληψη του Πλανσνουά
ΕπεξεργασίαΠερίπου εκείνη τη στιγμή, οι πρωσσικές ταξιαρχίες 5η, 14η, and 16η ξεκινούσαν την τρίτη έφοδο εναντίον του Πλανσνουά. Η εκκλησία ήδη καιγόταν, ενώ στο νεκροταφείο - το κέντρο της γαλλικής αντίστασης - ανθρώπινα μέλη ήταν σκορπισμένα παντού, "σαν από ανεμοστρόβιλο". Πέντε τάγματα της Παλαιάς Αυτοκρατορικής Φρουράς είχαν ήδη αναπτυχθεί, προς ενίσχυση της Νέας Φρουράς, η οποία ουσιαστικά είχε εξ ολοκλήρου αναλάβει αμυντικό ρόλο, μαζί με τα υπολείμματα της στρατιάς του Λομπώ. Κλειδί για τη θέση του Πλανσνουά αποδείχθηκε το δάσος Σαντελέ (Chantelet) στα νότια. Το 2ο Πρωσσικό Σώμα Στρατού του φον Πιρχ είχε καταφθάσει με δύο ταξιαρχίες και ενίσχυσε την επίθεση του 4ου Πρωσσικού Σώματος, προελαύνοντας μέσα από το δάσος. Τα τάγματα τυφεκιοφόρων του 25ου Συντάγματος εκδίωξαν τους Γρεναδιέρους της Παλαιάς Φρουράς από το δάσος Σαντελέ, υπερφαλλαγίζοντας το Πλανσνουά και προκαλώντας έτσι υποχώρηση. Η Παλαιά Φρουρά υποχώρησε με τάξη μέχρις ότου συνάντησε τις πανικόβλητες μάζες του υπόλοιπου γαλλικού στρατού, οπότε και προσχώρησε κι αυτή στην άτακτη φυγή. Έτσι το Πρωσσικό 4ο Σώμα Στρατού προχώρησε πέρα από το Πλανσνουά, βρίσκοντας τους Γάλλους να υποχωρούν άτακτα μπροστά στη βρεταννική καταδίωξη, αδυνατώντας όμως να βάλει εναντίον τους, για να μην πλήξει τις μονάδες του Ουέλλινγκτον. Αυτή ήταν η πέμπτη και τελευταία φορά που άλλαξε χέρια το Πλανσνουά.[121]
Αποσύνθεση του γαλλικού στρατού
ΕπεξεργασίαΟι γαλλικές πτέρυγες και το κέντρο είχαν πια αποσυντεθεί[121]. Η τελευταία πειθαρχημένη δύναμη που διέθεταν οι Γάλλοι αποτελούταν από δύο τάγματα της Παλαιάς Φρουράς τα οποία είχαν παραταχθεί γύρω από τη Λα Μπελ Αλιάνς για να λειτουργήσουν ως εφεδρεία και να προστατεύσουν τον Ναπολέοντα σε περίπτωση υποχώρησης. Ο τελευταίος ήλπιζε να τα προτάξει για να ενθαρρύνει τους υποχωρούντες Γάλλους να συνεχίσουν τη μάχη[122] αλλά, όταν η υποχώρηση μετατράπηκε σε άτακτη φυγή, τα δύο τάγματα αποσύρθηκαν επίσης και χωρίστηκαν: το πρώτο παρατάχθηκε στα δεξιά της Λα Μπελ Αλιάνς (πριν και τα δύο τάγματα ήταν έμπροσθεν αυτής) και σχημάτισε τετράγωνο για να προστατευθεί από το συμμαχικό ιππικό. Το δεύτερο τάγμα παρατάχθηκε στα αριστερά του πανδοχείου. Αρχικά διοικούταν από τον ίδιο τον Ναπολέοντα ο οποίος, όταν κατάλαβε πως η μάχη είχε χαθεί, συνειδητοποίησε πως έπρεπε να φύγει το συντομότερο.[123] Τελικώς, η ταξιαρχία του Άνταμ απώθησε αυτό το τετράγωνο ενώ οι Πρώσσοι συγκρούστηκαν με το άλλο στα δεξιά.
Καθώς σουρούπωνε, και τα δύο τετράγωνα αποσύρθηκαν με τάξη παρ' ότι ήταν περικυκλωμένα από χιλιάδες πανικοβλημένους Γάλλους που είχαν τραπεί σε άτακτη φυγή. Το πρωσσικό ιππικό του Γκνάιζενάου καταδίωξε τους φυγάδες μέχρι τις 23:00 μ.μ, παραπέρα από τη Ζενάπ (Genappe), μέχρι που σταμάτησε και επέστρεψε στο ομώνυμο χωριό. Εκεί οι Πρώσσοι ιππείς βρήκαν την εγκαταλελειμμένη άμαξα του Ναπολέοντα, η οποία περιείχε ακόμη διαμάντια τα οποία οι Γάλλοι δεν είχαν προλάβει να πάρουν λόγω της βιασύνης τους να διαφύγουν. Τα λάφυρα αυτά προστέθηκαν στα κοσμήματα του Στέμματος του βασιλιά της Πρωσσίας, Φρειδερίκου Γουλιέλμου Γ΄. Οι νικητές Πρώσσοι κατέλαβαν 78 κανόνια, ενώ αιχμαλώτισαν 2.000 Γάλλους μαζί με αρκετούς ανώτατους αξιωματικούς.
Κατά τον ιστορικό Πίτερ Χοφσρόερ, ο Ουέλλινγκτον συνάντησε τον Μπλύχερ στη Ζενάπ κατά τις 22:00 μ.μ, όπου κήρυξαν το τέλος της μάχης. Κατ' άλλους, συναντήθηκαν στο πρώην πλέον, διοικητικό κέντρο του Ναπολέοντα, τη Λα Μπελ Αλιάνς, γύρω στις 21:00 μ.μ.
Μετά τη μάχη
ΕπεξεργασίαΤο Βατερλώ κόστισε στο Ουέλλινγκτον 15.000 νεκρούς και τραυματίες, ενώ στον Μπλύχερ 7.000 στρατιώτες. Οι απώλειες του Ναπολέοντα ανέρχονται στις 24.000-26.000 νεκρούς, τραυματίες και αιχμαλώτους, ενώ άλλοι 15.000 λιποτάκτησαν λίγες ημέρες μετά τη μάχη.
Στις 10:30 π.μ. της 19ης Ιουνίου, ο στρατάρχης Γκρουσσύ, αφού την προηγούμενη ημέρα νίκησε τον Πρώσσο στρατηγό Τίλμαν στη Βαβρ, πληροφορήθηκε για την καταστροφή στο Βατερλώ και αποσύρθηκε με τάξη προς το Παρίσι. Ο Ουέλλινγκτον έστειλε την επίσημη περιγραφή της μάχης στην Αγγλία, επίσης την 19η Ιουνίου του 1815, και ύστερα, μαζί με τον Μπλύχερ και τις δυνάμεις του, προέλασαν όλοι προς το Παρίσι.
Ο Ναπολέων ανακοίνωσε τη δεύτερη παραίτησή του (μετά από αυτή που προηγήθηκε της εξορίας στη νήσο Έλβα) την 24η Ιουνίου του 1815. Στην τελευταία αψιμαχία των Ναπολεόντειων Πολέμων ο στρατηγός Βαντάμ νικήθηκε από τον Μπλύχερ στο Ισσύ την 3η Ιουλίου. Ο Ναπολέων προσπάθησε να διαφύγει στη Βόρεια Αμερική αλλά το Βρεταννικό Βασιλικό Ναυτικό είχε αποκλείσει τα γαλλικά λιμάνια για να τον αποτρέψει. Τελικά ο Ναπολέων παραδόθηκε στον καπετάνιο του πλοίου Βελλερεφόντης, Φρειδερίκο Μαίτλαντ, τη 15η Ιουλίου. Η Συνθήκη των Παρισίων υπεγράφη την 20η Νοεμβρίου του 1815 και ο Λουδοβίκος ΙΗ΄ επανήλθε στον θρόνο της Γαλλίας, ενώ ο Ναπολέων εξορίστηκε στην Αγία Ελένη όπου και πέθανε την 5η Μαΐου του 1821.
Ιστορική σημασία της μάχης του Βατερλώ
ΕπεξεργασίαΗ μάχη του Βατερλώ ήταν κάτι παραπάνω από μια αποφασιστική μάχη, αφού τερμάτισε οριστικά σειρά πολέμων που ταλαιπωρούσαν την Ευρώπη (μικρής σημασίας συγκρούσεις έλαβαν μέρος και σε άλλα μέρη του κόσμου) από το 1792, μετά την έκρηξη της Γαλλικής Επανάστασης. Επιπλέον, η Πρώτη Γαλλική Αυτοκρατορία καταστράφηκε, μαζί με την πολιτική και στρατιωτική καριέρα του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, ενός από τους μεγαλύτερους στρατιωτικούς και πολιτικούς ηγέτες όλων των εποχών. Τέλος, εγκαινίασε μια μακρά περίοδο ειρήνης σε όλο τον κόσμο για μισό σχεδόν αιώνα, αφού καμία σημαντική σύγκρουση δεν διεξήχθη στην Ευρώπη μέχρι την έναρξη του Κριμαϊκού Πολέμου.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Hofschröer, σσ. 72–73.
- ↑ Barbero 2005, σσ.75–76.
- ↑ Hamilton-Williams 1994, σ.256.
- ↑ Barbero 2006, σ.312.
- ↑ Barbero 2005, σ.420.
- ↑ 6,0 6,1 Barbero 2005, σ.419.
- ↑ '''The Creevey papers : a selection from the correspondence & diaries of Thomas Creevey, M.P.,'', επιμ. Sir Herbert Maxwell, κεφ. x, σ.236.
- ↑ The Battle of Waterloo Αρχειοθετήθηκε 2013-11-15 στο Wayback Machine., BBC. Ανακτήθηκε 3/12/2013
- ↑ Timeline: The Congress of Vienna, the Hundred Days, and Napoleon's Exile on St Helena, Center of Digital Initiatives, Brown University Library
- ↑ Hamilton-Williams 1993, σ.59.
- ↑ Chandler 1966, σσ.1016, 1017, 1093.
- ↑ Siborne 1990, σ.82.
- ↑ Hofschröer 2005, σσ.136–160.
- ↑ Longford 1971, σ.508.
- ↑ Longford 1971, σ.527.
- ↑ 16,0 16,1 Chesney 1907, σ.136.
- ↑ Barbero 2005, σ.75.
- ↑ Longford 1971, σ.485.
- ↑ Longford 1971, σ.484.
- ↑ Barbero 2005, σσ.75-76.
- ↑ Longford 1971, σ.486.
- ↑ Hofschröer 2005, σ.59.
- ↑ Barbero 2005, σ.80.
- ↑ Barbero 2005, σ.149.
- ↑ Parry 1900, σ.58.
- ↑ Barbero 2005, σσ.141,235.
- ↑ Barbero 2005, σσ.83–85.
- ↑ Barbero 2005, σ.91.
- ↑ Longford 1971, σσ.535,536.
- ↑ Barbero 2005, σ.141.
- ↑ Longford 1971, σ.547.
- ↑ Roberts 2001 σσ.163–166.
- ↑ Barbero 2005, σ.73.
- ↑ Roberts 2001, σ.xxxii.
- ↑ Longford 1971, σ.548.
- ↑ Bonaparte 1869, σ.292,293.
- ↑ Fletcher 1994 σ.20[νεκρός σύνδεσμος].
- ↑ Barbero 2005, σσ.95–98.
- ↑ Roberts 2005, σ.55.
- ↑ Wellesley, 1815.
- ↑ Fitchett 2006, κεφ. King-making Waterloo.
- ↑ Barbero 2005, σσ.113–114.
- ↑ Barbero 2005, σ.298.
- ↑ Π.χ. βλ. Longford 1971, σσ.552–554.
- ↑ Barbero 2005, σσ.305,306.
- ↑ Roberts 2005, σ.57.
- ↑ Barbero 2005, σ. 131.
- ↑ Hamilton-Williams 1993, σ. 286.
- ↑ Hamilton-Williams 1993, σ. 287.
- ↑ Barbero 2005, σ. 145.
- ↑ Barbero 2005, σ.165.
- ↑ Hamilton-Williams 1993, σσ. 289–293.
- ↑ Ιστοσελίδα του Ολλανδού ιστορικού Marco Bijl: 8militia.net. Eenens 1879, σσ. 14–30, 131–198. De Jongh, W.A.: Veldtocht van den Jare 1815, Historisch verhaal; στο De Nieuwe Militaire Spectator (Nijmegen 1866), σσ. 13–27.
- ↑ Αναφορά του Φαν Τσούιλεν, βλ. Bas 1909, σσ.338–339 (τ.3).
- ↑ Οι απώλειες της ταξιαρχίας ήταν πολύ μεγάλες: μια γαλλική ομοβροντία από απόσταση επαφής αποδεκάτισε το 7ο και 8ο Τάγμα Πολιτοφυλακής, σκοτώνοντας ή τραυματίζοντας τους περισσότερους αξιωματικούς τους. Ανάμεσα στους τραυματίες ήταν ο ταξίαρχος Μπίλαντ. Έτσι τα δύο αυτά τάγματα έχασαν μεμιάς τη διοικητική τους δομή. Οι συνολικές απώλειες της ταξιαρχίας τη μέρα της μάχης ήταν 800 νεκροί και τραυματίες (Hamilton-Williams 1993, σσ.310–311.
- ↑ Κάποιοι από τους στρατιώτες αυτούς πανικοβλήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή, κάτι που δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένων των περιστάσεων (οι Βρεταννοί του 1ου λόχου του 95ου Τάγματος, δεχόμενοι επίσης ισχυρή πίεση από τους Γάλλους, έπραξαν το ίδιο). Αντίθετα από ό,τι έχουν υποστηρίξει μερικοί ιστορικοί για ολοκληρωτική φυγή των Ολλανδών, ο συνταγματάρχης Φαν Τσούιλεν (Van Zuylen) κατάφερε να ανασυντάξει περίπου 400 άνδρες (σύμφωνα με δική του εκτίμηση) και να τους ετοιμάσει για συμμετοχή στην αντεπίθεση. βλ. Bas 1909, σσ.338–341 (τ.3), επίσης Hamilton-Williams 1993, σσ.293–295.
- ↑ Pawly 2001, σσ.37–43, βλ. επίσης τις επιστολές των στρατηγών Κεμπτ, Κάλβερτ κ.α. αξιωματικών (Glover 2004), οι οποίες είναι οι μόνες που ρίχνουν κάποιο φως στη δράση των ολλανδικών και βελγικών δυνάμεων.
- ↑ Hamilton-Williams 1993, σσ.296–297.
- ↑ 59,0 59,1 Barbero 2005, σσ.85–187.
- ↑ Barbero 2005, σ.188. Ο συνολικός αριθμός εφεδρειών ίσως ήταν 18 ίλες.
- ↑ Glover 2004, Letter 16: Frederick Stovin (ADC to Sir Thomas Picton)
- ↑ Siborne 1891, Letter 5, σσ.7–10.
- ↑ Barbero 2005, σ.426, σημ. 18.
- ↑ Siborne 1990, σσ.410,411.
- ↑ Houssaye 1900, σ.182.
- ↑ Barbero 2005, σσ.198–204.
- ↑ Barbero 2005, σ.211.
- ↑ Siborne 1990, σσ.425–426.
- ↑ Siborne 1891, Letter 35, σ. 69, Glover 2007, σ.59.
- ↑ Barbero 2005, σσ.219–223.
- ↑ Siborne 1990, σσ.329,349 (composition of brigades), σσ.422–424 (actions of brigades).
- ↑ Η πολύ αρνητική για τους Ολλανδούς και Βέλγους εικόνα που άφησε ο αυτόπτης Βρεταννός αξιωματικός Ουίλλιαμ Σίμπορν (William Siborne) οπωσδήποτε αντανακλά τις επίσημες απόψεις τις βρεταννικής ηγεσίας, καθώς χρησιμοποίησε τις μαρτυρίες ανώτατων αξιωματικών τις οποίες είχε στην κατοχή του, όπως του Ώξμπριτζ. Ωστόσο η περιγραφή του ήταν και παραμένει έως σήμερα, κατά ένα μέρος της, έντονα αμφιλεγόμενη. Ο Ολλανδός ιστορικός, λοχαγός Βίλλεμ Γιαν Κνόοπ (Knoop), εξέδωσε λίγο αργότερα μια ημιεπίσημη ανασκευή των λεγομένων του Σίμπορν, στο "Beschouwingen over Siborne's Geschiedenis van den oorlog van 1815 in Frankrijk en de Nederlanden" en wederlegging van de in dat werk voorkomende beschuldigingen tegen het Nederlandsche leger. Breda 1846; ανατύπωση 1847. Στην απάντησή του ο Κνόοπ βασίστηκε στις μετά τη μάχη επίσημες αναφορές των Ολλανδών και όχι, όπως ο Σίμπορν, σε ενθυμήσεις βετεράνων συγκεντρωθείσες 20 χρόνια μετά το γεγονός. Πάντως η ανασκευή του Κνόοπ δεν έγινε δεκτή από τον Σίμπορν.
- ↑ Siborne 1891, Letters: 18, 26, 104.
- ↑ Siborne 1891, σ.38.
- ↑ Siborne 1990, σ.463.
- ↑ Siborne 1891, Letters 9, 18, 36.
- ↑ Ο όρος "αξιόμαχος" στο ιππικό εννοείτο ως συνδυασμός στρατιώτη και αλόγου, και οι δύο σε κατάσταση ικανή για να προσφέρουν υπηρεσία.
- ↑ Siborne 1891, σ.39.
- ↑ 79,0 79,1 79,2 Hofschröer 1999, σ.122.
- ↑ 80,0 80,1 Siborne 1990, σ.439.
- ↑ Adkin 2001, σ.356.
- ↑ 82,0 82,1 Adkin 2001, σ.359.
- ↑ Gronow 1862.
- ↑ Weller 1992, σσ.211,212.
- ↑ Adkin 2001, σσ.252,361.
- ↑ Οι ιππείς δεν επιτρεπόταν να ξεπεζέψουν χωρίς τη σχετική εντολή. Επομένως ήταν αδύνατο να πάρουν την πρωτοβουλία να αχρηστεύσουν ένα κανόνι. Ωστόσο σε κάθε βρεταννικό κανόνι υπήρχε ένα κουτί με καρφιά, πράγμα που σημαίνει πως οι Γάλλοι είχαν τα μέσα για να αχρηστεύσουν τα κανόνια, αν φυσικά το γνώριζαν. Weller 1992, σ. 114.
- ↑ Houssaye 1900, σ.522.
- ↑ 88,0 88,1 Adkin 2001, σ.361
- ↑ Siborne 1891, σσ.14, 38–39.
- ↑ Siborne 1891, σσ. 14–15 και letters 6,7 και 9.
- ↑ Αντιθέτως, πολλές από αυτές την απορρίπτουν με σφοδρότητα. Βλ. π.χ. Eenens 1879, σσ.131–198. Επίσης Knoop, W.J., "Beschouwingen over Siborne's Geschiedenis van den oorlog van 1815 in Frankrijk en de Nederlanden" en wederlegging van de in dat werk voorkomende beschuldigingen tegen het Nederlandsche leger. Breda 1846; 2η έκδοση 1847. Επίσης, στο Craan, W .B. (1817) An historical account of the battle of Waterloo (μτφρ. A. Gore), σ. 30 Google Books, γραμμένο το 1816, βάσει αυτοπτών μαρτυριών, δεν αναφέρεται το περιστατικό.
- ↑ Siborne 1990, σ.465.
- ↑ Ο επικεφαλής των Ουσσάρων του Κάμπερλαντ, ο οποίος αργότερα πέρασε από στρατοδικείο και καθαιρέθηκε, υποστήριξε ότι καθώς οι ιππείς του (όλοι νέοι Αννοβεριανοί, ικανοί για υπηρεσία) ίππευαν τα δικά τους άλογα, δεν μπορούσε να τους διατάξει να παραμείνουν στο πεδίο της μάχης. Μετά τη μάχη, το σύνταγμα διαλύθηκε και στα μέλη του ανατέθηκαν άλλα καθήκοντα, το δίχως άλλο ατιμωτικά.
- ↑ Beamish 1995, σ.367.
- ↑ Simms, Brendan (2014). The Longest Afternoon: The 400 Men Who Decided the Battle of Waterloo. Allen Lane. ISBN 978-0241004609.
- ↑ 96,0 96,1 Barbero 2006, σ.234.
- ↑ Hofschröer 1999, σ.134.
- ↑ Barbero 2006, σ.241.
- ↑ 99,0 99,1 Barbero 2006, σσ.235–236.
- ↑ Barbero 2006, σ.239.
- ↑ Cotton 1849, σσ.106,107.
- ↑ Barbero 2006, σ.240.
- ↑ Barbero 2006, σ.242.
- ↑ 104,0 104,1 Hofschröer 1999, σ.116.
- ↑ Hofschröer 1999, σ.95.
- ↑ Chesney 1907, σ.165.
- ↑ Hofschröer 1999, σ.117.
- ↑ Hofschröer 1999, σ.125.
- ↑ 109,0 109,1 Hofschröer 1999, σ.139
- ↑ 110,0 110,1 Hofschröer 1999, σ.140
- ↑ Hofschröer 1999, σ.141.
- ↑ Booth 1815, σσ.73,74.
- ↑ Adkin 2001, σ.391.
- ↑ Bas 1909, σσ.249–251, 258–259 (τ.2)
- ↑ 115,0 115,1 115,2 Chesney 1907, σσ.178,179.
- ↑ Bas 1909, σσ.252–253,419–424 (τ.2)
- ↑ 117,0 117,1 Parry 1900, σ.70.
- ↑ Boller 1989, σ.12.
- ↑ Πρωτοαναφέρθηκε από τον Γάλλο δημοσιογράφο Μπαλιζόν ντε Ρουζμόν (Balison de Rougemont) στην εφημερίδα Journal General στις 24 Ιουνίου 1815, βλ. Shapiro 2006, σ.128.
- ↑ Αποψη που υποστηρίχθηκε σε επιστολές προς τους Τάιμς του Λονδίνου, τον Ιούνιο του 1932. Βλ. White 2011 και Parry 1900, σ.70.
- ↑ 121,0 121,1 Hofschröer 1999, σσ.144–145. Παραπομπή για όλη την παράγραφο.
- ↑ Kincaid 2006, σ. 435.
- ↑ Creasy, Sir Edward (1877), The Fifteen Decisive Battles of the World: from Marathon to Waterloo, London: Richard Bentley & Son, ISBN 0-306-80559-6
Πηγές
Επεξεργασία- Barbero, Alessandro (2005), The Battle: A New History of Waterloo, Atlantic Books, ISBN 1-84354-310-9
- Bas, Francois de, and Jacques De T'Serclaes de Wommersom (1909), La campagne de 1815 aux Pays-Bas d'après les rapports officiels néerlandais. Tomes: I: Quatre-Bras. II: Waterloo. III: Annexes et notes. IV: supplément: cartes et plans, Bruxelles: Librairie Albert de Wit
- Boller, Jr., Paul F.; George, Jr., John (1989), They Never Said It: A Book of Fake Quotes, Misquotes, and Misleading Attributions, New York: Oxford University Press, σ. 12, ISBN 0-19-505541-1
- Bonaparte, Napoleon (1869), "No. 22060", στο Polon, Henri; Dumaine, J., Correspondance de Napoléon Ier; publiée par ordre de l'empereur Napoléon III (1858) 28, σσ. 292, 293.
- Booth, John (1815), The Battle of Waterloo: Containing the Accounts Published by Authority, British and Foreign, and Other Relevant Documents, with Circumstantial Details, Previous and After the Battle, from a Variety of Authentic and Original Sources (2 ed.), London: printed for J. Booth and T. Ergeton; Military Library, Whitehall
- Chandler, David G. (1973), Campaigns of Napoleon, New York: Scribner, ISBN 0-02-523660-1
- Chesney, Charles C. (1907), Waterloo Lectures: A Study Of The Campaign Of 1815, Longmans, Green, and Co, ISBN 1-4286-4988-3
- Cotton, Edward (1849), A voice from Waterloo. A history of the battle, on 18 June 1815., London: B.L. Green
- Eenens, A.M (1879), Dissertation sur la participation des troupes des Pays-Bas a la campagne de 1815 en Belgique, στο: Societé royale des beaux arts et de litérature de Gand, Messager des Sciences Historiques, Gand: Vanderhaegen
- Fitchett, W. H. (2006) [1897], "Chapter: King-making Waterloo", Deeds that Won the Empire. Historic Battle Scenes, London: John Murray (Project Gutenberg)
- Fletcher, Ian (1994), Wellington's Foot Guards, 52 of Elite Series (εικονογραφημένη έκδ.), Osprey Publishing, ISBN 1-85532-392-3
- Glover, G. (2004), Letters from the Battle of Waterloo: the unpublished correspondence by Allied officers from the Siborne papers, London: Greenhill, ISBN 978-1-85367-597-3
- Gronow, R. H. (1862), Reminiscences of Captain Gronow, London, ISBN 1-4043-2792-4
- Hamilton-Williams, David (1993), Waterloo. New Perspectives. The Great Battle Reappraised, London: Arms & Armour Press, ISBN 0-471-05225-6
- Hofschröer, Peter (1999), 1815: The Waterloo Campaign. The German Victory 2, London: Greenhill Books, ISBN 978-1-85367-368-9
- Hofschröer, Peter (2005), Waterloo 1815: Quatre Bras and Ligny, London: Leo Cooper, ISBN 978-1-84415-168-4
- Houssaye, Henri (1900), Waterloo (μτφρ. από τα γαλλικά), London
- Kincaid, Captain J. (2006), The Final Attack The Rifle Brigade Advance 7 pm 18 June 1815, στο Lewis-Stemple, John, England: The Autobiography: 2,000 Years of English History by Those Who Saw it Happen (ανατύπωση),Penguin, σσ. 434–436, ISBN 978-0-14-192869-2
- Longford, Elizabeth (1971), Wellington the Years of the Sword, London: Panther, ISBN 0-586-03548-6
- Parry, D.H. (1900), "Waterloo", Battle of the nineteenth century 1, London: Cassell and Company, ανακτήθηκε 14/09/2007
- Pawly, Ronald (2001), Wellington's Belgian Allies, Men at Arms 98. 1815, Osprey, σσ.37–43
- Roberts, Andrew (2001), Napoleon and Wellington, London: Phoenix Press, ISBN 1-84212-480-3
- Siborne, William (1990) [1844], The Waterloo Campaign (4 ed.), London: Greenhill Books, ISBN 1-85367-069-3
- Wellesley, Arthur (1815), Wellington's Dispatches 19 June 1815, War Times Journal (Archives)
- Weller, Jac (1992), Wellington at Waterloo, London: Greenhill Books, ISBN 1-85367-109-6
- White, John (14 Δεκ. 2011), επιμ. Burnham, Robert, Cambronne's Words, Letters to The Times (June 1932), the Napoleon Series