Ο Πανδόλφος Δ΄ από τον Οίκο των Λανδουλφιδών (της Κάπουας) ήταν δούκας της Γκαέτα την περίοδο 1032-2038, και πρίγκιπας της Κάπουα σε τρεις ξεχωριστές περιπτώσεις.

Πανδόλφος Δ΄ της Κάπουα
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση10ος αιώνας
Θάνατος1050
Κάπουα
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΤέκναΜαρία της Γκαέτα
Πανδόλφος ΣΤ΄ της Κάπουα
Sichelgaita di Capua
Λανδούλφος Η΄ της Κάπουα
ΓονείςΠανδόλφος Β΄ του Μπενεβέντο
ΑδέλφιαΜαρία του Αμάλφι και της Κάπουα
Λανδούλφος Ε΄ του Μπενεβέντο
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφία

Επεξεργασία

Από τον Φεβρουάριο του 1016 έως το 1022 ήταν συγκυβερνήτης με τον εξάδελφό του Πανδόλφο Β΄ τον Μέλα. Το 1018 ο Βυζαντινός κατεπάνω της Ιταλίας Βασίλειος Βοϊωάννης νίκησε τον στρατό του Λομβαρδού Μέλη του Μπάρι και τους Νορμανδούς συμμάχους του στις Κάννες[1]. Αυτή η νίκη έφερε τη Βυζαντινή αναγνώριση από όλους τους Λομβαρδούς πρίγκιπες τής Ιταλικής χερσονήσου, οι οποίοι είχαν προηγουμένως υποταχθεί στον βασιλιά της Γερμανίας. Μεταξύ αυτών ο Πανδόλφος Δ΄ ήταν πιο ένθερμος στη στήριξή του προς τους Βυζαντινούς. Βοήθησε τον Βοϊωάννη να καταλάβει τον πύργο του Ντάτους, γαμπρού του Μέλη, στο Γκαριλιάνο το 1020. Όμως ένα στρατός υπό τον Πελεγκρίνο αρχιεπίσκοπο της Κολωνίας, πολιόρκησε την Κάπουα. Το 1022 ο Πανδόλφος Δ΄ ανατράπηκε[2], συνελήφθη και μεταφέρθηκε με αλυσίδες στον βασιλιά Ερρίκο Β΄ της Γερμανίας, ο οποίος τον φυλάκισε στη Γερμανία για δύο χρόνια[3].

Απελευθερώθηκε από τον Κορράδο Β΄ της Γερμανίας το 1024, κατόπιν αιτήματος του Γουαϊμάρο Γ΄ πρίγκιπα του Σαλέρνο, ο οποίος ήλπιζε για έναν νέο σύμμαχο[2]. Με την βοήθεια του Γουαϊμάρου Γ΄ και του Νορμανδού τυχοδιώκτη Ράινουλφ Ντρένγκοτ, πολιόρκησε αμέσως την Κάπουα· το 1025 ενώθηκε μαζί τους και ο παλαιός του σύμμαχος Βοϊωάννης. Το 1026, μετά από πολιορκία 18 μηνών, η πόλη έπεσε, και ο Πανδόλφος Δ΄ επανήλθε στην θέση τού δούκα μέχρι το 1038[4].

Το 1027 επιτέθηκε στο δουκάτο της Νάπολης, πολιόρκησε την πόλη και εκδίωξε τον Σέργιο Δ΄ δούκα της Νάπολης[1][4], αλλά ο Σέργιος Δ΄ επέστρεψε και έδιωξε τον Πανδόλφο Δ΄ το 1029 με την βοήθεια του Ράινουλφ (παλαιού σύμμαχου του Πανδόλφου Δ΄), ο οποίος σε αντάλλαγμα έλαβε την κομητεία της Αβέρσα[4]. Το 1032 ο Πανδόλφος κατέλαβε το δουκάτο της Γκαέτα και ανέλαβε τον δουκικό τίτλο της διακυβέρνησής του.

Στη συνέχεια ο Γουαϊμάρος Δ΄ του Σαλέρνο, γιος του Γουαϊμάρο Γ΄ (απεβ. το 1027), ζήτησε από τον βασιλιά και τον Αυτοκράτορα να έρθουν και να επιλύσουν τις πολλές διαμάχες, που άρχισαν στη Νότια Ιταλία. Μόνο ο Κορράδος Β΄ δέχτηκε. Φτάνοντας στην Τρόια το 1038, διέταξε τον Πανδόλφο Δ΄ να επιστρέψει στο Μόντε Κασσίνο τα κλεμμένα, που είχε λεηλατήσει. Ο Πανδόλφος Δ΄ έστειλε τη σύζυγο και τον γιο του για να ζητήσουν ειρήνη, δίνοντας 300 λίβρες χρυσού (σε δύο δόσεις), και έναν γιο ή κόρη ως όμηρο για εγγύηση. Ο βασιλιάς αποδέχτηκε την προσφορά του, αλλά ο όμηρος δραπέτευσε, και ο Πανδόλφος Δ΄ κατέφυγε στο απομακρυσμένο κάστρο του Σαντ'Άγκατα ντε'Γκότι. Ο Κορράδος Β΄ πήρε την Κάπουα και την έδωσε στον Γουαϊμάρο Δ΄ με τον τίτλο του πρίγκιπα. Αναγνώρισε επίσης την Αβέρσα ως κομητεία του Σαλέρνο[1]. Εν τω μεταξύ ο Πανδόλφος Δ΄ κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη, ζητώντας την προστασία των παλαιών Βυζαντινών συμμάχων του, ωστόσο η πολιτική δυναμική είχε αλλάξει, και ο Πανδόλφος Δ΄ φυλακίστηκε[1].

Στη συνέχεια, ο Γουαϊμάρος Δ΄ έγινε εχθρός του Αυτοκράτορα Μιχαήλ Δ΄ Παφλαγόνα και, πριν από το τέλος του, απελευθέρωσε τον Πανδόλφο Δ΄, ο οποίος επέστρεψε στην Ιταλία το 1042. Για τα επόμενα πέντε χρόνια, αυτός και λίγοι οπαδοί του απειλούσαν τον Γουαϊμάρο Δ΄. Το 1047 ο γιος τού Κορράδου Β΄, ο Ερρίκος Γ΄ της Γερμανίας ήρθε στην Ιταλία, όπου αποκατέστησε τον Πανδόλφο Δ΄ στο πριγκιπάτο της Κάπουας. Εκεί παράμεινε ως το τέλος του στις 19 Φεβρουαρίου 1049 ή 1050[1].

Οικογένεια

Επεξεργασία

Είχε τέκνο:

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Mercenaries to Conquerors: Norman Warfare in the Eleventh, Paul Brown, 2016
  2. 2,0 2,1 The New Cambridge Medieval History: Volume 4, C.1024-c.1198, Rosamond McKitterick, ‎Paul Fouracre, ‎David Luscombe, 1995
  3. The Role of the Treasure in the History of Monte Cassino, Armand O. Citarella, ‎Henry M. Willard, σελ. 97, 1996]
  4. 4,0 4,1 4,2 Charles Cawley, Southern Italy, Medieval Lands