Ραμόν Κάζας

Ισπανός (Καταλανός) ζωγράφος

Ο Ραμόν Κάζας ι Καρμπό (καταλαν. Ramon Casas i Carbó, 4 Ιανουαρίου 186629 Φεβρουαρίου 1932) ήταν Καταλανός ζωγράφος, γνωστός κυρίως από τις προσωπογραφίες που φιλοτέχνησε για λογαριασμό μελών της πνευματικής, οικονομικής και πολιτικής ελίτ της Βαρκελώνης, των Παρισίων, της Μαδρίτης και άλλων πόλεων. Επίσης επιτυχημένες ήταν οι απεικονίσεις σκηνών πλήθους, από τους θεατές μιας ταυρομαχίας μέχρι τη λιτανεία σε θρησκευτική εορτή. Ικανότατος και ως γραφίστας , βοήθησε με τις αφίσες και τις κάρτες του να αναδειχθεί ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του καλλιτεχνικού κινήματος του [[Καταλανικός μοντερνισμός|καταλανικού μοντερνισμού]].[8]

Ραμόν Κάζας
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Ramon Casas i Carbó (Καταλανικά)
Γέννηση4  Ιανουαρίου 1866[1][2][3]
Βαρκελώνη
Θάνατος29  Φεβρουαρίου 1932[4][5][1]
Βαρκελώνη
Αιτία θανάτουφυματίωση
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Τόπος ταφήςArrecifes
ΚατοικίαΒαρκελώνη
Χώρα πολιτογράφησηςΙσπανία[6]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΚαταλανικά
Ισπανικά[7]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταζωγράφος[3]
σκιτσογράφος
Αξιοσημείωτο έργοPlein air
Ramon Casas and Pere Romeu on a Tandem
Portrait of Elisa Casas
Οικογένεια
ΣύζυγοςJúlia Peraire
ΓονείςRamon Casas i Gatell και Elisa Carbó i Ferrer
ΑδέλφιαMontserrat Casas
Elisa Casas
ΣυγγενείςJoaquim Casas i Carbó (ξάδελφος)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Τα πρώτα χρόνια

Επεξεργασία
 
«Αυτοπροσωπογραφία ως χορευτής του φλαμένκο», 1883

Ο Κάζας γεννήθηκε στη Βαρκελώνη, σε μια εύπορη οικογένεια: ο πατέρας του είχε δημιουργήσει περιουσία στην Κούβα, ενώ η μητέρα του ήταν μέλος πλούσιας καταλανικής οικογένειας. Το 1877 εγκατέλειψε το σχολείο προκειμένου να μάθει ζωγραφική στο ατελιέ του Ζουάν Βισένς. Το 1881, δεκαπεντάχρονος ακόμη, συμμετέσχε στην ίδρυση του περιοδικού L'Avenç, με ένα από τα πρώτα τεύχη, αυτό της 9ης Οκτωβρίου 1881, να δημοσιεύει το σχέδιό του με θέμα το μοναστήρι του Αγίου Μπένετ στην κομητεία Μπάτζες. Τον ίδιο μήνα, μαζί με τον εξάδελφό του Μικέλ Καρμπό, πήγε και έμεινε για πρώτη φορά στο Παρίσι, όπου σπούδασε στην Ακαδημία Carolus Duran και κατόπιν στην Ακαδημία Ζερβέ (Gervex), εκτελώντας και χρέη ανταποκριτή του L'Avenç στο Παρίσι. Το επόμενο έτος ένα έργο του εκτέθηκε στη Βαρκελώνη, στην γκαλερί Σάλα Παρές. Το 1883 στο Παρίσι, στο Σαλόν των Ηλυσίων, παρουσίασε την αυτοπροσωπογραφία του με ντύσιμο χορευτή του φλαμένκο, με βάση την οποία προσκλήθηκε να γίνει «εκθεσιακό μέλος» της Εταιρείας Γάλλων Καλλιτεχνών.

 
«Ταύροι (νεκρά άλογα)», 1886

Τα αμέσως επόμενα έτη ο Κάζας συνέχισε να ζωγραφίζει και να ταξιδεύει, ξεχειμωνιάζοντας στο Παρίσι και περνώντας τις άλλες εποχές στην Ισπανία, πιο πολύ στη Βαρκελώνη, αλλά και στη Μαδρίτη και τη Γρανάδα: ο πίνακάς του με θέμα το πλήθος σε αρένα ταυρομαχιών στη Μαδρίτη το 1886 ήταν η πρώτη από πολλές εξαιρετικά λεπτομερείς απεικονίσεις πλήθους ανθρώπων. Το ίδιο έτος προσβλήθηκε από φυματίωση και για να αναρρώσει έμεινε τον χειμώνα στη Βαρκελώνη. Μεταξύ των καλλιτεχνών που συνάντησε εκείνη την περίοδο και τον επηρέασαν ήταν οι Σαντιάγου Ρουζινιόλ, Εζέν Καριέρ, Πιέρ Πυβί ντε Σαβάν και Ιγνάθιο Θουλοάγα.

Οι Κάζας και Ρουζινιόλ περιηγήθηκαν την Καταλωνία το 1889 και μετά συνεργάσθηκαν σε ένα βιβλίο με τίτλο Por Cataluña (desde mi carro), με κείμενο του Ρουζινιόλ και εικονογράφηση του Κάζας. Επιστρέφοντας μαζί στο Παρίσι έμειναν στο Μουλέν ντε λα Γκαλέτ της Μονμάρτρης, συγκατοικώντας με τον ζωγράφο και κριτικό τέχνης Μικέλ Ουτριλό και με τον σκιτσογράφο Ραμόν Κανούδας. Ο Ρουζι νιόλ απαθανάτισε εκείνη τη χρονική περίοδο σε σειρά άρθρων με γενικό τίτλο «Από τον μύλο» στο έντυπο La Vanguardia, και πάλι με εικονογράφηση από τον Κάζας. Ο Κάζας, λόγω της παραπάνω σχέσεώς του με την Εταιρεία Γάλλων Καλλιτεχνών μπορούσε να εκθέτει έως και δύο έργα του ετησίως στο «σαλόν» της. Η δουλειά του τα χρόνια αυτά βρίσκεται κάπου ανάμεσα σε ένα ακαδημαϊκό ύφος και στους Γάλλους ιμπρεσιονιστές.

Η φήμη του Καζάς εξαπλώθηκε στην Ευρώπη και ευρύτερα, καθώς παρουσίασε με επιτυχία έργα του σε εκθέσεις στη Μαδρίτη (1892, 1894), στο Βερολίνο (1891, 1896) και στη Διεθνή Έκθεση του Σικάγου (1893).

Το Els Quatre Gats και η άνοδος της φήμης

Επεξεργασία
 
Αφίσα του Κάζας για το Els Quatre Gats (1900)

Ο κόσμος των modernistas καλλιτεχνών της Βαρκελώνης απέκτησε μια εστία με το άνοιγμα του Els Quatre Gats (= «Οι 4 γάτες»), ενός μπαρ-καμπαρέ-πανδοχείου-καφενείου στα πρότυπα του παριζιάνικου «Μαύρου γάτου». Το χρηματοδότησαν ο Κάζας (σε μεγάλο βαθμό), ο Πέρε Ρομέου, ο Ρουζινιόλ και ο Μικέλ Ουτριλό. Βρισκόταν στο ισόγειο του μεγάρου «Casa Martí», έργου του σημαντικού μοντερνιστή αρχιτέκτονα Ζοζέπ Πουτς ι Καδαφάλκ, στην οδό Montsió, κοντά στο κέντρο της Βαρκελώνης. Τα εγκαίνια έγιναν τον Ιούνιο του 1897 και λειτούργησε τότε επί μία εξαετία (ξαναλειτουργεί στην πρότερη μορφή του από το 1991).

 
«Οι Ραμόν Κάζας και Πέρε Ρομέου πάνω σε διπλό ποδήλατο», 1897

Το Els Quatre Gats φιλοξενούσε τερτούλια και εναλλασσόμενες καλλιτεχνικές εκθέσεις, μεταξύ των οποίων και μία από τις πρώτες ατομικές εκθέσεις του Pablo Picasso. Επεχείρησε, όπως και το «Μαύρος γάτος», να εκδώσει το δικό του λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό περιοδικό, στο οποίο συνεισέφερε με πολλά έργα του ο Κάζας. Αυτή η έκδοση ήταν βραχύβια, όμως τη διαδέχθηκε το Pèl & Ploma και κατόπιν το Forma (1904-1908), στα οποία συνεισέφερε και πάλι ο Κάζας. Την ίδια εποχή, το 1899, έγινε και η πρώτη ατομική έκθεση του καλλιτέχνη (στη Σάλα Παρές), μια ρετροσπεκτίβα των ελαιογραφιών του και μια σειρά σκίτσων εξεχόντων προσώπων της τότε πολιτιστικής σκηνής της Βαρκελώνης, φτιαγμένων με κάρβουνο.

Ενώ συνέχιζε τη ζωγραφική του, ως συνιδιοκτήτης πλέον μιας επιχειρήσεως ο Κάζας ασχολήθηκε πια «για τα καλά» και με τη γραφιστική και το διακοσμητικό σχέδιο, υιοθετώντας το Αρ Νουβό που θα κατέληγε να καθορίσει τον «μοντερνισμό». Σχεδίασε αφίσες για το κατάστημα, καθώς και μια σειρά διαφημίσεων για την Codorniu, μια καταλανική ποτοποιία που παρασκεύαζε «κάβα» (καταλανικός αφρώδης οίνος) και «ανιζέτ» (το καταλανικό ούζο). Τα επόμενα δέκα χρόνια σχεδίασε διαφημιστικές αφίσες για μια τεράστια ποικιλία προϊόντων, από χαρτί τσιγάρων μέχρι την εγκυκλοπαίδεια Espasa.

Για την Παγκόσμια έκθεση του Παρισιού το 1900 η ισπανική επιτροπή επέλεξε για συμμετοχή δύο από τις μεγάλες προσωπογραφίες του Κάζας: μία του 1891 που απεικόνιζε τον Ερίκ Σατί[9] και μία του 1895 που απεικόνιζε την αδελφή του ζωγράφου Ελίζα. Ο πίνακας του 1894 με τίτλο «Garrote Vil» — η απεικόνιση μιας εκτελέσεως — κέρδισε ένα μεγάλο βραβείο στο Μόναχο το 1901. Το επόμενο έτος 12 από τους πίνακες του Κάζας τοποθετήθηκαν μόνιμα στη ροτόντα του «Κύκλου του Λισέου», της ιδιωτικής λέσχης που στεγάζεται στην ομώνυμη μεγάλη όπερα της Βαρκελώνης.

 
«Η επέλαση» ή «Βαρκελώνη 1902»

Το 1903 μετονόμασε το έργο του που είχε αρχικώς ονομάσει La Carga («Η επέλαση») σε «Βαρκελώνη 1902», μια αναφορά σε μια πρόσφατη γενική απεργία, παρά το ότι ο πίνακας, που απεικονίζει την Πολιτοφυλακή να διαλύει μια συγκέντρωση, είχε ζωγραφιστεί τουλάχιστον δύο χρόνια πριν την απεργία αυτή. Το 1904 το ίδιο έργο κέρδισε το πρώτο βραβείο στη Γενική Έκθεση της Μαδρίτης.

Το 1904 ο καλλιτέχνης παρεπιδημούσε στη Μαδρίτη, όπου δημιούργησε μια σειρά σκίτσων διανοουμένων και άλλων παραγόντων της πολιτιστικής ζωής της πόλεως, έγινε φίλος με τον ιμπρεσιονιστή ζωγράφο Χοακίν Σορόγια και με τον γλύπτη Αγουστί Κερόλ Σουμπίρατς (Agustí Querol Subirats), «επίσημο γλύπτη» του ισπανικού κράτους. Στο ατελιέ του δεύτερου, ο Κάζας ζωγράφισε ένα πορτρέτο του νεαρού Βασιλιά Αλφόνσου ΙΓ΄ έφιππου, το οποίο λίγο αργότερα αγόρασε ο πλούσιος Αμερικανός συλλέκτης Τσαρλς Ντήρινγκ (Charles Deering, 1852-1927), που από τότε και ύστερα παρήγγειλε και αγόρασε πολλά έργα του Κάζας.

Τα ώριμα χρόνια

Επεξεργασία
 
Πορτρέτο του Τσαρλς Ντήρινγκ, περ. 1914
 
«Ζούλια», περ. 1915
 
Αφίσα του αντιφυματικού αγώνα, 1929

Το 1907 η μητέρα του Κάζας αγόρασε το μοναστήρι του Αγίου Μπένετ στην κομητεία Μπάτζες και προσέλαβε τον αρχιτέκτονα Ζοζέπ Πουτς ι Καδαφάλκ για να το αποκαταστήσει. Ο Κάζας περνούσε από τότε πολλές ώρες εκεί και απεικόνισε επανειλημμένα σε έργα του τη μονή και το γύρω τοπίο. Πέντε χρόνια αργότερα, όταν η μητέρα του απεβίωσε, κληρονόμησε όλο το μοναστήρι.

Εκτός από το Els Quatre Gats, οι αυξημένες παραγγελίες που είχε για πορτρέτα περιόρισαν τον Κάζας να μένει στη Βαρκελώνη. Εκεί γνώρισε τη Ζούλια Περαΐρε (Júlia Peraire), που ήταν μοντέλο ενός νεαρού ζωγράφου. Ο Κάζας ξεκίνησε να τη ζωγραφίζει από το 1906 και σύντομα έγινε το καλύτερο μοντέλο του, αλλά και ερωμένη του, παρότι ήταν 22 χρόνια μικρότερή του στην ηλικία. Η οικογένεια του Κάζας ωστόσο δεν την ενέκρινε και τελικώς παντρεύτηκαν μόλις το 1922.

Το 1908 ο Τσαρλς Ντήρινγκ ήρθε στην Καταλωνία και την περιηγήθηκε συνοδευόμενος από τον Κάζας. Ευχαριστημένος από το μέρος αγόρασε ένα μεγάλο οίκημα στη Σίτζες για ισπανική κατοικία. Προσεκάλεσε τον καλλιτέχνη σε ένα εξάμηνο ταξίδι στην Κούβα και τις ΗΠΑ, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Κάζας φιλοτέχνησε 12 ελαιογραφίες και πάνω από τριάντα σχέδια με κάρβουνο, απεικονίζοντας φίλους και συνεταίρους του Ντήρινγκ. Επιστρέφοντας στην Ισπανία τον Απρίλιο του 1909 διοργάνωσε ατομικές εκθέσεις έργων του στη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη. Δώρισε 200 σχέδια από την πρώτη έκθεση στο Μουσείο της Βαρκελώνης.

Το 1910 ο Κάζας ζωγράφισε την κηδεία του φίλου του τεχνοκριτικού και λογοτέχνη Ραϊμόν Κασέλας, που είχε αυτοκτονήσει λίγο μετά την «Τραγική εβδομάδα» της Βαρκελώνης. Τα επόμενα χρόνια μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Κάζας ταξίδεψε πολύ στην Ισπανία και την υπόλοιπη Ευρώπη, είτε μόνος του είτε μαζί με τον Ντήρινγκ, επισκεπτόμενος τη Βιέννη, τη Βουδαπέστη, την Ολλανδία και τη Γαλικία. Το 1913 απέκτησε ένα αρχιτεκτονικώς αξιοσημείωτο πυργόσπιτο στη Βαρκελώνη, στη συνοικία του Αγίου Γερβασίου. Το 1915 μαζι με τον Ρουζινιόλ και τον γλύπτη Ενρίκ Κλαρασό (Enric Clarasó, 1857-1941) εξέθεσαν από κοινού έργα τους στη Σάλα Πέρες της προκειμένου να εορτάσουν την 25η επέτειο της πρώτης τους κοινής εκθέσεως στον ίδιο χώρο.

Το 1916 οι Κάζας και Ντήρινγκ επισκέφθηκαν το χωριό Ταμαρίτ της Καταλωνίας. Ο Ντήρινγκ αγόρασε ολόκληρο το χωριό και ανέθεσε στον Κάζας την αποκατάστασή του. Το ίδιο έτος Το 1924 ταξίδεψε και πάλι στις ΗΠΑ, αυτή τη φορά με τη σύζυγό του Ζούλια, ζωγραφίζοντας όπως την προηγούμενη φορά τους «πλούσιους και διάσημους».

Τη δεκαετία του 1920 ο Κάζας απομακρύνθηκε πλέον τελείως από τις αβάν-γκαρντ τάσεις της νιότης του. Τα έργα του αυτής της τελευταίας περιόδου του προσομοιάζουν πιο πολύ με έργα ενός ακαδημαϊκού ζωγράφου μιας παλαιότερης εποχής, παρά με εκείνα της νιότης του. Συνέχισε να ζωγραφίζει προσωπογραφίες και τοπιογραφίες, καθώς και αφίσες, αλλά όταν πέθανε στη γενέτειρά του Βαρκελώνη σε ηλικία 66 ετών, ήταν ήδη περισσότερο μια μορφή του παρελθόντος.

Μερικά έργα του

Επεξεργασία


Παραπομπές

Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία