Ο Αλάριχος Α΄, επίσης γνωστός και ως Αλάριχος ο Μέγας (γερμανικά: Alarik, λατινικά: Alaricus, περ. 370 - 410), ήταν αρχηγός των Βησιγότθων (395-410). Ενώ αρχικά είχε σκοπό να εγκαταστήσει τον λαό του στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, τελικά κατέλαβε και λεηλάτησε την ίδια τη Ρώμη, σηματοδοτώντας την αρχή της πτώσης του δυτικού ρωμαϊκού κράτους.

Αλάριχος Α'
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Alaricus (Λατινικά)[1] και Alareiks (Γοτθικά)
Γέννηση4ος αιώνας (περίπου)[1]
Peuce Island[1]
ΘάνατοςΔεκέμβριος 410[1]
Κοζέντσα[1]
Τόπος ταφήςBusento[1]
ΘρησκείαVisigothic arianism[2]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα
Γοτθική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
στρατιωτικός ηγέτης
Οικογένεια
ΣύζυγοςAnonyma[3][4]
ΤέκναΠέλαγι
ΓονείςΑθανάριχος[5], Αλάβιβος[6] και Rothesteus
ΣυγγενείςΘεοδώριχος Α΄ (γαμπρός) και Αταούλφος (αδελφός της συζύγου)[3][4]
ΟικογένειαΔυναστεία των Βάλτων[1]
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΣτρατηγός (409–410, Άτταλος Πρίσκος)[7]
βασιλιάς των Βησιγότθων (395–410)[1]
Δουξ (391–410, Βησιγότθοι)[7]
d:Q113163086 (από άγνωστη τιμή)[7]
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Ο Αλάριχος στην Αθήνα σε έργο του Ludwig Thiersch, 1894

Βίος Επεξεργασία

Καταγωγή Επεξεργασία

Ο Αλάριχος γεννήθηκε το 370 και ανήκε σε οικογένεια ευγενών της φυλής των Μπαλτ.

Στρατηγός του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους Επεξεργασία

Μετά την καταστροφική για τους Ρωμαίους ήττα από τους Βησιγότθους και τους συμμάχους τους στη μάχη της Αδριανούπολης (378), η αυτοκρατορία απέτυχε στο να εκδιώξει τους Βησιγότθους από τα εδάφη της. Έτσι ήλθε σε συμφωνία μαζί τους, δίνοντάς τους γη στα εδάφη της, καθιστώντας τους φοιδεράτους, δηλαδή ελεύθερους να ζουν με τους δικούς τους νόμους, παρέχοντας όμως στρατό στην αυτοκρατορία, υπό τους δικούς τους αρχηγούς.

Ο Αλάριχος αρχικά υπηρετούσε υπό τις διαταγές διαφόρων Ρωμαίων στρατηγών. Ήταν Χριστιανός και ανήκε στην αίρεση του Αρείου[8]. To 395 ανέλαβε ηγέτης των Βησιγότθων οι οποίοι ήταν δυσαρεστημενοι από την κατάσταση, ιδιαίτερα μετά τις μεγάλες απώλειες που είχαν στον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ Θεοδοσίου και Ευγενίου.

Επιδρομές στην Ελλάδα Επεξεργασία

Έτσι ο Αλάριχος ξεκίνησε σειρά λεηλασιών κατά της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην Βαλκανική χερσόνησο, φτάνοντας νότια ως και την Πελοπόννησο[εκκρεμεί παραπομπή].

Στην αρχή βάδισε προς την Κωνσταντινούπολη, αλλά, ευρισκόμενος σε αδυναμία να προβεί σε πολιορκία, ανασχεδίασε τα βήματά του προς τα δυτικά και, στη συνέχεια, βάδισε νότια μέσω της Θεσσαλίας και του αφύλακτου περάσματος των Θερμοπυλών στην Ελλάδα. Οι στρατοί της ανατολικής αυτοκρατορίας ασχολούνταν με επιδρομές των Ούννων στη Μικρά Ασία και τη Συρία. Από την άλλη, ο Ρουφίνος προσπάθησε να διαπραγματευτεί προσωπικά με τον Αλάριχο. Αυτό ήγειρε υποψίες στην Κωνσταντινούπολη ότι ο Ρουφίνος βρισκόταν σε συνεννόηση με τους Γότθους. Τότε ο ισχυρός άνδρας του δυτικού ρωμαϊκού κράτους, Στιλίχων, βάδισε ανατολικά εναντίον του Αλάριχου. Σύμφωνα με τον Κλαυδιανό, ο Στιλίχων ήταν σε θέση να καταστρέψει τους Γότθους, όταν διατάχτηκε από τον Αρκάδιο να φύγει από το Ιλλυρικό. Αμέσως μετά, ο Ρουφίνος κατακρεουργήθηκε από δικούς του στρατιώτες και η πραγματική εξουσία στην Κωνσταντινούπολη πλέον πέρασε στον ευνούχο Ευτρόπιο. Ο θάνατος του Ρουφίνου και η αναχώρηση του Στιλίχωνος έδωσε απόλυτη ελευθερία στις κινήσεις για τον Αλάριχο· λεηλάτησε την Αττική αλλά απέφυγε την Αθήνα, η οποία συνθηκολόγησε αμέσως με τον επιδρομέα. Το 396, εξάλειψε τα τελευταία απομεινάρια των Μυστηρίων στην Ελευσίνα, θέτοντας τέλος στην παράδοση των απόκρυφων θρησκευτικών τελετών[εκκρεμεί παραπομπή]. Στη συνέχεια εισέβαλε στην Πελοπόννησο και κατέλαβε τις πιο διάσημες πόλεις -Κόρινθο, Άργος, και Σπάρτη- πουλώντας πολλούς από τους κατοίκους τους ως δούλους[εκκρεμεί παραπομπή]. Εδώ, όμως, η νικηφόρα καριέρα του υπέστη σοβαρό πλήγμα. Το 397 ο Στιλίχων διέσχισε τη θάλασσα προς την Ελλάδα και πέτυχε την παγίδευση των Γότθων στα βουνά της Φολόης, στα σύνορα της Ηλείας και Αρκαδίας. Από εκεί ο Αλάριχος δραπέτευσε με δυσκολία, και όχι χωρίς κάποια υποψία για ανοχή από τον Στιλίχωνα. Ο Αλάριχος στη συνέχεια διέσχισε τον Ισθμό της Κορίνθου και βάδισε βόρεια μέχρι την Ήπειρο λεηλατώντας. Οι επιδρομές του συνεχίστηκαν μέχρι που η ανατολική αυτοκρατορία τον διόρισε αρχιστράτηγο (magister per militum) του Ιλλυρικού, δίνοντάς του τη ρωμαϊκή διοίκηση που είχε επιθυμήσει, καθώς και την εξουσία για να ανεφοδιάσει τους άντρες του από τα αυτοκρατορικά οπλοστάσια.

Μεταξύ των αρχαίων ναών που καταστράφηκαν και ο Ναός της Αρτέμιδος στην Αυλίδα Αρχειοθετήθηκε 2019-12-24 στο Wayback Machine. (396 π.Χ.)

Επίθεση στην Ιταλία Επεξεργασία

Οι Γότθοι τον ανακήρυξαν βασιλιά το έτος 400[εκκρεμεί παραπομπή]. Το 401 εισέβαλε στην Ιταλία, τη λεηλάτησε αλλά τελικά νικήθηκε και απωθήθηκε από τον Στιλίχωνα. Τότε άρχισε διαπραγματεύσεις με τον Στιλίχωνα προκειμένου να του παρέχει στρατιωτικές υπηρεσίες για λογαριασμό της Ρώμης.

Πρώτη πολιορκία της Ρώμης Επεξεργασία

Όμως το 408 ο Στιλίχων δολοφονήθηκε με εντολή του Ονωρίου και οι μεταξύ τους συζητήσεις διακόπηκαν. Τότε βρήκε την ευκαιρία ο Αλάριχος να επιτεθεί στην ιταλική χερσόνησο και αφού προσπέρασε τη Ραβέννα όπου είχε καταφύγει ο Ονώριος, έφτασε τον Δεκέμβριο στη Ρώμη.[9] Αρχικά εγκατέστησε στρατόπεδα σε κάθε μια από τις δώδεκα πύλες της πόλεως και ήλεγχε τους δρόμους και τον Τίβερη. Πρεσβεία που οργανώθηκε και στάλθηκε από τη Σύγκλητο για να συζητήσει με τον Αλάριχο, διαπίστωσε πόσο ανυποχώρητος ήταν στα αιτήματά του: όλο το χρυσάφι και όλα τα πολύτιμα μέταλλα που βρίσκονταν στην πόλη και την απελευθέρωση όλων των βάρβαρων δούλων. Στις συζητήσεις που επαναλήφθησαν, μετριάστηκαν τα αιτήματά του: 5.000 λίβρες χρυσάφι, 30.000 ασήμι, 3.000 πιπέρι (χρήσιμο για τη συντήρηση των φαγητών), 3.000 κομμάτια πορφύρα και 4.000 μεταξωτές ενδυμασίες. Τα αιτήματα έγιναν αποδεκτά και λύθηκε η πολιορκία.

Δεύτερη πολιορκία της Ρώμης Επεξεργασία

Την ίδια στιγμή ο στρατός του Αλάριχου ενισχύθηκε από τον γαμπρό του Αλάριχου, Αταούλφο[εκκρεμεί παραπομπή]. Ο Αλάριχος ζήτησε νέα ανταλλάγματα προκειμένου να μην επιτεθεί στην Ιταλία. Αντιπροσωπεία της Συγκλήτου έφτασε στη Ραβέννα όπου συζήτησε με τον Ονώριο τα αιτήματα του Αλάριχου: να γίνει αρχηγός του αυτοκρατορικού στρατού με αμοιβή, ετήσιο χρηματικό δώρο και τρόφιμα στους ανθρώπους του, οι οποίοι θα εγκαθίστατο στα εδάφη του Νωρικού και της Δαλματίας, κι όλα αυτά με αντάλλαγμα να παρέχει στρατιωτικές υπηρεσίες στη Ρώμη.[10] Ο Ονώριος, ασφαλής πίσω από τους βάλτους που περιέβαλλαν τη Ραβέννα, απέρριψε τις προτάσεις αυτές και ο Αλάριχος ξαναπολιόρκησε τη Ρώμη. Τότε, με τη σύμφωνη γνώμη της Συγκλήτου, εγκατέστησε ως ανδρείκελο αυτοκράτορα τον ελληνικής καταγωγής Πρίσκο Άτταλο, το 409.

Τρίτη πολιορκία της Ρώμης - κατάληψη και λεηλασία της Επεξεργασία

Καθώς ο Άτταλος δεν ήταν σε θέση να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του Αλαρίχου, ο τελευταίος τον απομάκρυνε και επανέλαβε τις συνομιλίες με τον Ονώριο. Η αφορμή για την επίθεση δεν άργησε να έλθει: καθώς οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί του ήταν δυσαρεστημένοι από τη μακρόχρονη αναμονή, η ξαφνική επίθεση από αυτοκρατορικό στρατιωτικό απόσπασμα υπό την ηγεσία του Γότθου Σάρου, προσωπικού εχθρού του Αλαρίχου, κατά μιας γοτθικής φάλαγγας και ο σφαγιασμός της ξεχείλισε το ποτήρι: Ο Αλάριχος επιτέθηκε στη Ρώμη, αποφασισμένος να την καταλάβει. Η άμυνά της ήταν πολύ σύντομη και στις 24 Αυγούστου του 410 οι Γότθοι του Αλάριχου εισέβαλαν στη Ρώμη. Οι αρχαίες πηγές συμφωνούν ότι, παρά τη μεγάλη λεηλασία, δεν συνέβησαν πολύ μεγάλες καταστροφές στην πόλη. Πολύ λίγα κτίρια φαίνεται να κάηκαν και οι κάτοικοί της δεν υπέφεραν τα δεινά που γενικά υπέφεραν οι πληθυσμοί των πόλεων που καταλαμβάνονταν μετά από πολιορκία.

Το τέλος Επεξεργασία

Μετά από τρεις μέρες λεηλασιών έφυγε για την Καλαβρία και σχεδίαζε να περάσει στη Σικελία και στη Λιβύη, σιτοβολώνα της Ιταλίας. Τελικά πέθανε μετά από υψηλό πυρετό.[11]

Παραπομπές Επεξεργασία


Πηγές Επεξεργασία

  • Ανώνυμου, «Αλάριχος Α΄ », Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τομ.1, Εκδοτική Αθηνών, (1987), σελ.121-122
  • Mino Milani, «Αλάριχος. Ο βάρβαρος που κατέκτησε τη Ρώμη.», Ιστορία Εικονογραφημένη,τχ.71 (Μάιος 1971), σελ.92-99

Επιπλέον Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • Σοφία Πατούρα, «Οι περιπλανήσεις του Αλάριχου στη Βαλκανική (395-401) και η απαρχή του ανταγωνισµού Ανατολής ∆ύσης», Σύμμεικτα, τομ.13 (1999), σελ.23-47

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

  •   Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Alaric I στο Wikimedia Commons