Η Επιχείρηση Animals (ελληνική απόδοση: Επιχείρηση Ζώα) ήταν μία αποστολή των Βρετανικών Επιχειρήσεων Ειδικών Αποστολών (SOE) κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και η οποία έγινε σε συνεργασία με τις ομάδες Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ), Δίας, Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος (ΕΔΕΣ) και Πανελλήνια Απελευθερωτική Οργάνωση (ΠΑΟ) της Εθνικής Αντίστασης, και τις Αεροπορικές Δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών (USAAF). Η επιχείρηση έλαβε χώρα από τις 21 Ιουνίου μέχρι τις 11 Ιουλίου 1943 και συμπεριλάμβανε μία οργανωμένη εκστρατεία σαμποτάζ στην Ελλάδα που είχε ως σκοπό να εξαπατήσει τις Δυνάμεις του Άξονα να πιστεύουν πως η Ελλάδα αποτελούσε στόχο μίας Συμμαχικής απόβασης αντί της εισβολής των Συμμάχων στη Σικελία. Παρά την επιτυχία της επιχείρησης, ο Ελληνικός άμαχος πληθυσμός υπέστη μαζικά αντίποινα και η Βρετανική παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της εθνικής αντίστασης επιδείνωσε τις εντάσεις που υπήρχαν μεταξύ των διαφόρων συνιστωσών της.

Επιχείρηση Animals
Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Χρονολογία21 Ιουνίου - 11 Ιουλίου 1943
ΤόποςΚεντρική / Βόρεια Ελλάδα
ΈκβασηΝίκη των Συμμάχων
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Εμπλεκόμενες μονάδες
Ομάδα Στρατιάς Ε
117η Μεραρχία Τζάγκερ
1η Ορεινή Μεραρχία
Ελληνική Χωροφυλακή
Πούλος Βέρμπαντ
Απολογισμός
41 νεκροί
92 εκτελεσμένοι
129 τραυματίες
22 αεροπλάνα καταστράφηκαν
32 νεκροί
165 εκτελεσμένοι
16 χωριά καταστράφηκαν

Υπόβαθρο Επεξεργασία

Στις 28 Οκτωβρίου 1940, η Ιταλία ξεκίνησε τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο αναμένοντας μία γρήγορη νίκη, αλλά η εισβολή απέτυχε και οι Ιταλοί στρατιώτες απωθήθηκαν στην Αλβανία. Καθώς ο πόλεμος μπήκε στον έκτο μήνα, η Γερμανία αναγκάστηκε να επέμβει για να υποστηρίξει τη σύμμαχό της που δυσκολευόταν απέναντι στην Ελλάδα. Η μικρή Ελληνική δύναμη που υπερασπιζόταν τα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα νικήθηκε από τους καλύτερα εξοπλισμένους και αριθμητικά περισσότερους Γερμανούς. Η βαθιά γερμανική διείσδυση στην Ελλάδα έκανε την περαιτέρω αντίσταση στο Αλβανικό μέτωπο άσκοπη, σημάνοντας το τέλος της γερμανικής εισβολής με νικητές τις Δυνάμεις του Άξονα, με τους Βρετανούς να εκκενώνουν την περιοχή και την Ελλάδα να βρίσκεται υπό τριπλή κατοχή από Γερμανιά, Ιταλία και Βουλγαρία. Σε αντίθετη με την Ιταλία και τη Γερμανία, η Βουλγαρία δεν διοικούσε την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη μέσω Ελλήνων συνεργατών αλλά προσάρτησε την περιοχή για να σχηματίσει την περιφέρεια Belomorie (Αιγαΐδα). Τον Μάιο του 1941, ιδρύθηκε η Ελευθερία, η πρώτη αντιστασιακή οργάνωση στην Ελλάδα η οποία ήταν ένα κοινό μέτωπο που αποτελείτο από κομμουνιστές μέχρι Βενιζελικούς. Αυτή η οργάνωση δεν διαρητήθηκε για πολύ λόγω των εσωτερικών πολιτικών διαφωνιών και της καταστολής των δραστηριοτήτων τους από τις υπηρεσίες πληροφοριών του Άξονα, με αποτέλεσμα ο Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ) να γίνει η κυρίαρχη αντιστασιακή οργάνωση της χώρας. Δεξιές αντιστασιακές οργανώσεις όπως οι Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος (ΕΔΕΣ), Εθνική και Κοινωνική Απελευθέρωση (ΕΚΚΑ) και Πανελλήνια Απελευθερωτική Οργάνωση (ΠΑΟ) έπαιξαν πολύ μικρότερο ρόλο.[1]

Τον Ιούνιο του 1943, ο επικεφαλής των Βρετανικών Επιχειρήσεων Ειδικών Αποστολών στην Ελλάδα, Ταξίαρχος Έντι Μάγιερς, δημιούργησε τη Συμφωνία των Εθνικών Ομάδων. Υπό τους όρους της συμφωνίας, ο ΕΛΑΣ και οι δεξιές ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ, ενώθηκαν υπό ένα κοινό γενικό επιτελείο που αποτελείτο από τον Μάγιερς και τους αρχηγούς των ομάδων, ενώ επίσης αποδέχονταν την ανωτερότητα του Βρετανικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής (Στρατηγός Χένρι Γουίλσον). Σκοπός της συμφωνίας ήταν να ανοίξει ο δρόμος για την Επιχείρηση Animals, μέρος της Επιχείρησης Μπάρκλεϊ, ένα σχέδιο αποπλάνησης των δυνάμεων του Άξονα στο να πιστεύουν πως η εισβολή των Συμμάχων στην νότια Ευρώπη θα γινόταν στην Ελλάδα και όχι στη Σικελία.[2] Στα τέλη του 1942, με τη συνεχιζόμενη επιτυχία των Συμμάχων στην εκστρατεία της Βόρειας Αφρικής, τα στρατιωτικά σχέδια και οι σκέψεις στράφηκαν στον επόμενο στόχο. Οι Βρετανοί που ασχολούνταν με τον σχεδιασμό των επόμενων κινήσεων, θεώρησαν πως μία εισβολή της Γαλλίας από τη Βρετανία δε θα μπορούσε να λάβει χώρα μέχρι το 1944 κι έτσι ο Πρωθυπουργός, Ουίνστον Τσώρτσιλ, ήθελε να χρησιμοποιήσει τις Συμμαχικές δυνάμεις που βρίσκονταν στη Βόρεια Αφρική για να επιτεθεί στο «μαλακό υπογάστριο» της Ευρώπης. Υπήρχαν δύο πιθανοί στόχοι όπου οι Σύμμαχοι μπορούσαν να επιτεθούν. Η πρώτη επιλογή ήταν η Σικελία, αφού ο έλεγχος του νησιού θα άνοιγε τη Μεσόγειο για τα Συμμαχικά πλοία και θα επέτρεπε την εισβολή στην ηπειρωτική Ευρώπη μέσω της Ιταλίας.[3] Η δεύτερη επιλογή ήταν μέσω της Ελλάδας και των Βαλκανίων ώστε να παγιδεύσουν τις Γερμανικές δυνάμεις που βρίσκονταν ανάμεσα σε Βρετανούς και Αμερικανούς εισβολείς και Σοβιετικούς.[4][5][α] Τον Ιανουάριο του 1943 στη διάσκεψη της Καζαμπλάνκας, οι σχεδιαστές των Συμμάχων συμφώνησαν να επιλέξουν τη Σικελία – κωδικό όνομα Επιχείρηση Χάσκι – και αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν την εισβολή όχι αργότερα από τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς.[7] Υπήρχε ωστόσο ανησυχία πως η Σικελία θα ήταν η εμφανής επιλογή – φημολογείται πως ο Τσώρτσιλ είπε «Όλοι εκτός από έναν ηλίθιο θα ξέρουν πως θα είναι η Σικελία»[3] – και πως η συγκέντρωση πόρων για την εισβολή θα γινόταν αντιληπτή.[8]

Ο Αδόλφος Χίτλερ ανησυχούσε για μία Βαλκανική εισβολή, καθώς η περιοχή αποτελούσε πηγή πρώτων υλών για τη Γερμανική πολεμική βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων χαλκού, βωξίτη, χρωμίου και λαδιού. Οι Σύμμαχοι γνώριζαν για τους φόβους του Χίτλερ[8] και ξεκίνησαν την Επιχείρηση Μπάρκλεϊ, μία επιχείρηση εξαπάτησης για να εκμεταλλευτούν αυτές του τις ανησυχίες και να παραπλανήσουν τους Γερμανούς στο να πιστεύουν πως ο στόχος ήταν τα Βαλκάνια, αφήνοντας έτσι τη Σικελία με λιγότερη αμυντική δύναμη από αυτή που θα μπορούσε να έχει.[3][9] Με αυτόν τον τρόπο, η επιχείρηση της εξαπάτησης ενίσχυσε τη Γερμανική στρατηγική σκέψη για πιθανό Βρετανικό στόχο.[10] Για να δείξουν πως η ανατολική Μεσόγειος ήταν ο στόχος, οι Σύμμαχοι έστησαν ένα στρατηγείο στο Κάιρο στην Αίγυπτο για τον φανταστικό σχηματισμό της 12ης Στρατιάς, η οποία αποτελείτο από δώδεκα μεραρχίες. Στη Συρία έγιναν στρατιωτικοί ελιγμοί με τον αριθμό των δυνάμεων να διογκώνεται από ψεύτικες δεξαμενές και θωρακισμένα οχήματα, που στόχο είχαν να εξαπατήσουν τους παρατηρητές. Στρατολογήθηκαν Έλληνες διερμηνείς και οι Σύμμαχοι άρχισαν να συγκεντρώνουν Ελληνικούς χάρτες και συνάλλαγμα, ενώ το αρχηγείο της 12ης Στρατιάς εξέπεμπε παραποιημένες πληροφορίες για κινήσεις στρατευμάτων. Την ίδια στιγμή, η διοίκηση των Συμμάχων στην Τύνιδα – όπου βρισκόταν το αρχηγείο για την εισβολή στη Σικελία – μείωσε τις επικοινωνίες μέσω ασυρμάτου με τη χρήση σταθερών γραμμών όπου ήταν δυνατόν.[11][12]

Στις 29 Μαΐου, ο Μάγιερς ενημερώθηκε από το Κάιρο πως η εισβολή στη Σικελία θα γινόταν τη δεύτερη εβδομάδα του Ιουλίου και έλαβε διαταγή οι οργανώσεις της Ελληνικής Εθνικής Αντίστασης να οργανώσουν την Επιχείρηση Animals, μία εκστρατεία σαμποτάζ σε όλη την Ελλάδα. Η επιχείρηση θα ξεκινούσε στις 21 Ιουνίου και θα διαρκούσε μέχρι τις 14 Ιουλίου και ο Μάγιερς επικοινώνησε αμέσως με τους τοπικούς πράκτορες της SOE και την ηγεσία του ΕΛΑΣ, η οποία συμφώνησε να συμμετάσχει στην επιχείρηση. Η στρατηγικά σημαντική γέφυρα του Γοργοποτάμου, η οποία είχε καταστραφεί κατά τη διάρκεια της επιχείρησης Χάρλινγκ, είχε επιδιορθωθεί και θα ανατιναζόταν ξανά. Ο Μάγιερς πρότεινε να καταστρέψουν τη γέφυρα του ποταμού Ασώπου, αλλά ο ηγέτης του ΕΛΑΣ, Στέφανος Σαράφης, θεώρησε πως αυτό ήταν πολύ επικίνδυνο και πρότεινε την κατεδάφιση της σήραγγας Κουρνόβου. Τελικά ο Μάγιερς συμφώνησε και προμήθευσε τον ΕΛΑΣ με εκρηκτικά. Το βράδυ της 1ης Ιουνίου, μία μονάδα του ΕΛΑΣ μαζί με 250 μαχητές ανατίναξαν τη σήραγγα καθώς τη διέσχιζε ένα τρένο γεμάτο πυρομαχικά και Ιταλούς στρατιώτες που βρίσκονταν σε άδεια. Περίπου 200-300 Ιταλοί και εφτά Γερμανοί σκοτώθηκαν, ενώ 100 υπέφεραν από εγκαύματα και 60 Έλληνες αιχμάλωτοι πολέμου χάθηκαν στις εκρήξεις που ακολούθησαν. Η σήραγγα δεν υπέστη μεγάλες ζημιές και οι Γερμανοί επιδιόρθωσαν τη σιδηροδρομική γραμμή μία εβδομάδα αργότερα. Ως αντίποινα, ο Ιταλικός στρατός προχώρησε στην εκτέλεση 106 αιχμαλώτων πολέμου που κρατούνταν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Λάρισα. Στις 20 Ιουνίου, μία ομάδα έξι αξιωματικών του SOE απέφυγε τους Γερμανούς φρουρούς που βρίσκονταν κοντά στη γέφυρα του Ασώπου, τοποθέτησαν εκρηκτικά στο βόρειο άκρο της και την ανατίναξαν. Μόλις ο Χίτλερ άκουσε για την κατεδάφιση εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για το επίπεδο προστασίας του Ελληνικού σιδηροδρομικού δικτύου, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα πως τέτοιου είδους πράξεις δεν μπορούσαν να αποφευχθούν πλήρως. Η ζημιά που προκλήθηκε στη γέφυρα διέκοψε τη σιδηροδρομική σύνδεση της βόρειας και νότιας Ελλάδας μέχρι τις 28 Αυγούστου και άνοιξε τον δρόμο για την Επιχείρηση Animals.[2]

Επιχείρηση Επεξεργασία

Το βράδυ της 20ης Ιουνίου 1943, ανατινάχθηκαν πέντε γέφυρες κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής ΚατερίνηΛαμία, καταστρέφοντας γραμμές 4 χιλιομέτρων. Στην περιοχή του Λιτόχωρου, μία Μακεδονική μονάδα του ΕΛΑΣ εξουδετέρωσε τη μικρή φρουρά της γέφυρας και αφόπλισε μία περιπολία της Ελληνικής Χωροφυλακής, πριν καταστρέψει τη γειτονική γέφυρα. Μία άλλη ομάδα ανατίναξε τη γέφυρα και έκοψε την τηλεφωνική επικοινωνία στο χωριό Πετρανά, ανάμεσα σε Κοζάνη και Σέρβια. Έπειτα, η Animals ξεκίνησε στη Μακεδονία· οι Γερμανοί ενίσχυσαν τις φρουρές τους και συνέλαβαν εκατοντάδες πολίτες αναγκάζοντάς τους να αναζητούν νάρκες σε σιδηροδρόμους με κίνδυνο της ζωής τους. Οι πολίτες έπρεπε να βρίσκουν τα εκρηκτικά σπρώχνοντας με ραβδιά την περιοχή γύρω από τις ράγες και έπειτα να τα αφοπλίζουν, κάτι το οποίο περιόρισε το εύρος της Μακεδονικής φάσης της επιχείρησης. Νωρίς το πρωί της 21ης Ιουνίου, μία φάλαγγα της 117ης Μεραρχίας Τζάγκερ που διέσχιζε το στενό πέρασμα του Σαρανταπόρου, έπεσε σε ενέδρα την οποία έστησαν 100 μέλη του ΕΛΑΣ. Έπειτα από ανταλλαγή πυρών που διήρκησε οκτώ ώρες, σκοτώθηκαν 11 Γερμανοί, 97 παραδόθηκαν και 5 το έσκασαν. Η γέφυρα του Σαρανταπόρου και 64 αυτοκίνητα και φορτηγά που άνηκαν στη φάλαγγα καταστράφηκαν.[13]

Τα τηλεγραφήματα του Αλεξάντερ Λερ, μεταξύ 22ας και 23ης Ιουνίου, περιγράφουν μία συστηματική εκστρατεία σαμποτάζ Ελληνικών δικτύων τηλεπικοινωνιών και μεταφορών και η μηνιαία αναφορά της Ομάδας Στρατιάς Ε για τον Ιούνιο το επιβεβαίωνε, προσθέτοντας πως οι συγκεκριμένες ενέργειες είχαν πρόθεση να απομονώσουν τη νότια Ελλάδα. Το πρωί της 24ης Ιουνίου, 20 Αμερικανικά αεροσκάφη βομβάρδισαν το αεροδρόμιο της Θέρμης, όπου οκτώ Γερμανοί στρατιώτες σκοτώθηκαν και εβδομήντα τραυματίστηκαν. Οι διάδρομοι του αεροδρομίου και 70% των εγκαταστάσεών του καταστράφηκαν, όπως επίσης και δέκα αεροσκάφη, ενώ άλλα δεκαπέντε υπέστησαν ζημιές. Οι πληροφορίες για την τοποθεσία του αεροδρομίου δόθηκαν από την οργάνωση Δίας στη Θεσσαλονίκη. Στις 24 Ιουνίου, η 1η Ορεινή Μεραρχία διατάχθηκε να καθαρίσει το πέρασμα του Σαρανταπόρου από εναπομείναντα θραύσματα και νάρκες και να χτίσει μία προσωρινή γέφυρα. Στις 25 Ιουνίου, Γερμανοί φρουροί απέκρουσαν μία επίθεση στη γέφυρα του Μπράλος, αφοπλίζοντας αργότερα τα εκρηκτικά. Στις 27 Ιουνίου, κατά τις επιδρομές των Συμμάχων στα αεροδρόμια Ελευσίνας και Καλαμακίου, σκοτώθηκαν 16 Γερμανοί και 32 Έλληνες, 59 άτομα τραυματίστηκαν και 12 αεροπλάνα καταστράφηκαν[14]. Το βράδυ της 28ης Ιουνίου, ανατινάχθηκαν οκτώ σημεία της σιδηροδρομικής γραμμής Λεπτοκαρυά–Λιτόχωρο, καταστρέφοντάς την ελαφρά. Την επόμενη μέρα, αντάρτες δολοφόνησαν το διοικητή της 621ης Μυστικής Αστυνομικής Μονάδας Στρατού, Αδόλφο Έρσφελντ, στον αυτοκινητόδρομο Θεσσαλονίκης-Έδεσσας.

Την 1η Ιουλίου, η 1η Ορεινή Μεραρχία και δύο Ιταλικά συντάγματα ξεκίνησαν μία επιχείρηση κατά της αντίστασης στην περιοχή των Σερβίων και, μετά τη συνάντησή τους, αυτή μετατράπηκε σε σωφρονιστική αποστολή. Η εκστρατεία διήρκησε μέχρι τις 5 Ιουλίου και είχε ως αποτέλεσμα το κάψιμο 16 χωριών, τον θάνατο 92 πολιτών και τη λεηλασία μεγάλου αριθμού βοοειδών. Μετά την αναχώρηση της Ορεινής Μεραρχίας προς τα Ιωάννινα, η περιοχή ανακηρύχθηκε νεκρή ζώνη και τέθηκε υπό τον έλεγχο συνεργατών των δυνάμεων κατοχής, υπό τη διοίκηση του Γεώργιου Πούλου. Στις 2 Ιουλίου, 50 αιχμάλωτοι πολέμου δολοφονήθηκαν στα Βυρσοδεψεία ως αντίποινα για τη δολοφονία του Έρσφελντ και, αργότερα την ίδια μέρα, έλαβε χώρα μία σύγκρουση ανταρτών με Γερμανική περιπολία στον Πλαταμώνα. Στις 3 Ιουλίου, αντάρτες άνοιξαν πυρ προς ένα Γερμανικό αυτοκίνητο τραυματίζοντας έναν επιβάτη και ανατίναξαν σιδηροδρομικές γραμμές έξω από το Λιτόχωρο. Το βράδυ της 4ης Ιουλίου, η σιδηροδρομική γραμμή Λεπτοκαρυά-Λιτόχωρο υπέστη για ακόμα μία φορά δολιοφθορά, οδηγώντας στον εκτροχιασμό μίας αμαξοστοιχίας με πυρομαχικά και στον τραυματισμό 10 Γερμανών στην έκρηξη που ακολούθησε. Την ίδια ώρα, ένα Γερμανικό φυλάκιο μεταξύ Κατερίνης και Πυργετού δέχθηκε επίθεση. Τα Γερμανικά αντίποινα οδήγησαν στην εκτέλεση 10 αιχμαλώτων πολέμου στη Θεσσαλονίκη και στην καταστροφή μέρους του Λιτόχωρου. Το βράδυ της 11ης Ιουλίου, ανατινάχθηκε μία γέφυρα 25 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Λαμίας καθώς τη διέσχιζε μία Γερμανική φάλαγγα, όπου καταστράφηκαν 25 βαγόνια με πυρομαχικά. Την επόμενη μέρα, οι Γερμανοί σκότωσαν 13 άτομα τα οποία κατηγορήθηκαν για τον βομβαρδισμό της γέφυρας. Στις 11 Ιουλίου, ο Μάγιερς διέταξε τον τερματισμό της επιχείρησης καθώς είχε ξεκινήσει η απόβαση στη Σικελία.[15]

Επακόλουθα Επεξεργασία

Ο Χίτλερ είχε εξαπατηθεί ως προς την πραγματική τοποθεσία της απόβασης των Συμμάχων, πιστεύοντας πως η Σαρδηνία και η Πελοπόννησος ήταν πιο πιθανοί στόχοι για να συμβεί αυτό. Ακόμη και μετά την απόβαση στη Σικελία, το προσωπικό της Ομάδας Στρατιάς Ε συνέχιζε να αναμένει για κάποιο μικρό χρονικό διάστημα μία δεύτερη απόβαση στην Ελλάδα, προβλέποντας πως η Ελληνική Εθνική Αντίσταση θα δρούσε ως πέμπτη φάλαγγα. Παρά την επιτυχία της επιχείρησης, ο Χένρι Γουίλσον παραδέχτηκε πως ο άμαχος πληθυσμός της Ελλάδας υπέφερε αρκετά από τα αντίποινα των Γερμανών. Αυτό οφειλόταν εν μέρη στον αναποτελεσματικό σχεδιασμό του ΕΛΑΣ, ο οποίος απέτυχε να παρέχει στον άμαχο πληθυσμό επαρκή ενημέρωση για τα Γερμανικά αντίποινα.[16] Μετά το τέλος της επιχείρησης, η Ελλάδα έχασε τη στρατηγική σημασία που είχε για τους Συμμάχους κατά τη διάρκεια του πολέμου.[17]

Η επιχείρηση Animals προώθησε την επέκταση των δεξιών αντιστασιακών οργανώσεων, όπως ο ΕΔΕΣ και η ΥΒΕ, αντισταθμίζοντας την κυριαρχία του ΕΛΑΣ.[1] Ως μέρος αυτής της προσπάθειας, η ηγεσία της ΥΒΕ συμφώνησε να συμμετάσχει στον ένοπλο αγώνα, σχηματίζοντας αντάρτικες ζώνες σε αγροτικές περιοχές. Τον Ιούλιο του 1943, η ΥΒΕ μετονομάστηκε σε Πανελλήνια Απελευθερωτική Οργάνωση (ΠΑΟ).[18] Ο σχηματισμός της ΠΑΟ ενέτεινε τις σχέσεις με τον ΕΛΑΣ και δεν έγινε καμία προσπάθεια συνδυασμού των οργανώσεων. Η ΠΑΟ κατάφερε να κερδίσει την υποστήριξη των Τουρκόφωνων Ελλήνων Ποντίων, οι οποίοι διατηρούσαν ανεξάρτητα αντιστασιακά δίκτυα και ήταν επίσης αντι-κομμουνιστές. Τον Αύγουστο, μαχητές του ΕΛΑΣ στην περιοχή του Κιλκίς άρχισαν να πιέζουν αντάρτες της ΠΑΟ να παραδώσουν τα όπλα τους. Όταν ο ΕΛΑΣ εφάρμοσε την ίδια τακτική στους Τουρκόφωνους Πόντιους, οι τελευταίοι προχώρησαν στη δολοφονία εφτά τοπικών διοικητών του ΕΛΑΣ στο χωριό Ίμερα, κοντά στην Κοζάνη. Μέχρι το τέλος του μήνα, η σύγκρουση μεταξύ των δύο ομάδων κλιμακώθηκε σε εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος συνεχίστηκε μέχρι τον Δεκέμβριο. Ο ΕΛΑΣ κατάφερε να καταστρέψει τις ένοπλες μονάδες της ΠΑΟ, πριν καταφέρουν να ανασυνταχθούν στη Χαλκιδική.[19][20] Εκμεταλλευόμενος την ανταρσία και με την κυβέρνηση να βρίσκεται σε εξορία στην Αίγυπτο, ο ΕΛΑΣ συγκρούστηκε επίσης με την ΕΚΚΑ και τον ΕΔΕΣ σε μία προσπάθεια να σταθεροποιήσει τη θέση του πριν την αναμενόμενη επιστροφή του βασιλιά Γεωργίου Β΄ από την εξορία, κάτι με το οποίο ο ΕΛΑΣ διαφωνούσε κατηγορηματικά.[21]

Τον Ιανουάριο του 1944, οι εναπομείναντες άντρες της ΠΑΟ (αρκετές εκατοντάδες) ζήτησαν βοήθεια από τις Γερμανικές αρχές και ανασχηματίστηκαν σε δοσίλογους και μονάδες κατά της αντίστασης. Υπό τη Γερμανική διοίκηση, η ΠΑΟ συμμετείχε σε επιχειρήσεις εναντίον του ΕΛΑΣ, ενώ επιτέθηκε στον Βουλγαρικό στρατό με τη σιωπηρή έγκριση των Γερμανών. Από εκεί και πέρα, η ΠΑΟ δρούσε υπό την ομπρέλα των συνεργατών των Ταγμάτων Ασφαλείας, διαπράττοντας αρκετές θηριωδίες.[19][20] Ο ΕΛΑΣ παρέμεινε η κυρίαρχη αντιστασιακή οργάνωση στην Ελλάδα μέχρι το τέλος του πολέμου. Η συμφωνία της Βάρκιζας αποδυνάμωσε σημαντικά τους κομμουνιστές, ενώ ο Ελληνικός Στρατός και η Χωροφυλακή ανασχηματίστηκαν με πρώην μέλη των αντι-κομμουνιστικών αντιστασιακών οργανώσεων, συμπεριλαμβανομένων και πρώην δοσίλογων. Ο Ελληνικός εμφύλιος συνεχίστηκε μέχρι το 1949, οπότε και ηττήθηκαν οι κομμουνιστές.[19][20][22]

Σημειώσεις Επεξεργασία

  1. Οι Αμερικανοί σχεδιαστές υποστήριζαν είτε μία διακαναλική εισβολή στη βόρεια Γαλλία το 1943, είτε αύξηση της πίεσης στον Πόλεμο του Ειρηνικού. Ο Ρούζβελτ ήταν αναποφάσιστος για οποιαδήποτε από τις δύο επιλογές και πείστηκε από τον Τσώρτσιλ να στηρίξει την εισβολή στη Σικελία.[6]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 Stefanidis 1992, σελίδες 64–95.
  2. 2,0 2,1 Dordanas 2002, σελίδες 333–341.
  3. 3,0 3,1 3,2 Crowdy 2008, σελ. 195.
  4. Arnold-Forster 2001, σελίδες 114–115.
  5. Buell 2002, σελ. 195.
  6. Buell 2002, σελ. 186.
  7. Smyth 2010, σελίδες 45–46.
  8. 8,0 8,1 Cave Brown 1975, σελ. 278.
  9. Howard 1990, σελ. 85.
  10. Howard 1995, σελ. 93.
  11. Holt 2004, σελίδες 368–369.
  12. Howard 1990, σελίδες 87–88.
  13. Dordanas 2002, σελίδες 341–356.
  14. Dordanas 2002, σελίδες 356–362.
  15. Dordanas 2002, σελίδες 356–374.
  16. Dordanas 2002, σελίδες 374–376.
  17. Katsikostas 2011, σελ. 263.
  18. Hatzianastasiou 2001, σελίδες 173–178, 181.
  19. 19,0 19,1 19,2 Hatzianastasiou 2001, σελίδες 178–188.
  20. 20,0 20,1 20,2 Maratzidis 2000, σελίδες 68–72.
  21. Katsikostas 2011, σελίδες 251–258.
  22. Chimbos 1999, σελίδες 254–255.

Αναφορές Επεξεργασία