Η κλέφτρα κίσσα

όπερα του Τζοακίνο Ροσσίνι

Η κλέφτρα κίσσα είναι δίπρακτη όπερα του Τζοακίνο Ροσσίνι σε λιμπρέτο του Τζιοβάνι Γκεραρντίνι. Η πρεμιέρα της δόθηκε στη Σκάλα του Μιλάνου στις 31 Μαΐου 1817 και υπήρξε εξαιρετικά δημοφιλής σε όλες τις ιταλικές σκηνές.[1] Μια φτερωτή κλέφτρα, μια υπηρέτρια που καταδικάζεται άδικα σε θάνατο και ένας ανήθικος πολιτικός είναι οι πρωταγωνιστές αυτής της όπερας του Ροσσίνι, της οποίας η ουβερτούρα, με τα τύμπανα και το σόλο όμποε, είναι ένα από τα πιο γνωστά κομμάτια στην ιστορία της μουσικής.

Η κλέφτρα κίσσα
Πρωτότυπος τίτλος La gazza ladra
Γλώσσα πρωτοτύπου Ιταλικά
Μουσική Τζοακίνο Ροσσίνι
Λιμπρέτο Τζιοβάνι Γκεραρντίνι
Πράξεις 2
Πρεμιέρα 31 Μαΐου 1817
Θέατρο Σκάλα του Μιλάνου, Μιλάνο

Διευκρινίσεις για τον τίτλο της όπερας

Επεξεργασία

Ο τίτλος της όπερας στα ιταλικά είναι La gazza ladra. Στα Ελληνικά έχει επικρατήσει η εσφαλμένη μετάφραση «Η κλέφτρα κίσσα» αντί του ορθού «Η κλέφτρα καρακάξα» καθώς σε πολλές περιοχές της Ελλάδας η καρακάξα κατονομάζεται λανθασμένα ως κίσσα. Πάντως η gazza του πρωτότυπου τίτλου είναι το πουλί καρακάξα και είναι αυτή που προσελκύεται από διάφορα αντικείμενα, ειδικά τα γυαλιστερά και τα κλέβει, όπως συμβαίνει στην υπόθεση αυτής της όπερας. Διατηρούμε και εδώ τον λανθασμένο τίτλο «Η κλέφτρα κίσσα» καθώς είναι αυτός που απαντάται σε όλη τη σχετική με τον Ροσσίνι βιβλιογραφία στα Ελληνικά.[2][3]

Ιστορικό σύνθεσης

Επεξεργασία

Το θέμα του έργου, που ανήκει στο «ημισοβαρό» είδος (Opera semiseria)[σημ. 1], βασίστηκε στο θεατρικό έργο La Pie voleuse ou La Servante de Palaiseau (1815) των Théodore Badouin d'Aubigny και Louis-Charles Caigniez. Η παγκόσμια πρεμιέρα δόθηκε στο Μιλάνο το 1817 και στέφθηκε από μεγάλη επιτυχία, ενώ το 1818 ο Ροσσίνι έκανε αρκετές μετατροπές στην παρτιτούρα πριν το δεύτερο ανέβασμα της όπερας στο Πέζαρο. Ακολούθησαν παραστάσεις σε πολλά θέατρα της Ευρώπης, όπως το 1819 στο Γκρατς, στη Νάπολη και στην Μπολόνια, το 1821 στο Λονδίνο, το Παρίσι και την Αγία Πετρούπολη, το 1828 στο Εδιμβούργο, το 1835 στη Φλωρεντία, το 1836 στη Βενετία, το 1845 στη Σιένα, το 1863 στο Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου, και το 1867 στο Παρίσι με κάποιες μετατροπές. Στην Ελλάδα πρωτοπαρουσιάστηκε γύρω στο 1840 από έναν ιταλικό θίασο στην Κεφαλονιά, σε ένα ιδιόκτητο μικρό θέατρο της οικίας του Αλέξανδρου Σολωμού.[4]

Ένα από τα χαρακτηριστικά του Ροσσίνι ήταν η ταχύτητα στη σύνθεση και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από την γλαφυρή περιγραφή που είχε δώσει ο ίδιος για τη σύνθεση της ουβερτούρας της Κλέφτρας κίσσας. Αφηγείται λοιπόν ότι την προηγούμενη της πρεμιέρας ο διευθυντής του θεάτρου τον είχε φυλακίσει στη σοφίτα του θεάτρου υπό την επίβλεψη 4 μηχανικών σκηνής, οι οποίοι είχαν τη διαταγή να πετάνε από το παράθυρο προς τους αντιγραφείς κάθε φύλλο παρτιτούρας που συμπλήρωνε, οι οποίοι με τη σειρά τους έκαναν τα απαραίτητα αντίγραφα. Σε περίπτωση που δεν έδινε την παρτιτούρα, οι μηχανικοί είχαν εντολή να πετάξουν τον ίδιο τον Ροσσίνι από το παράθυρο. Σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενά του, τίποτα δεν κεντρίζει τον δημιουργικό οίστρο όσο η ανάγκη.[5]

Η άλλοτε διάσημη όπερα παίζεται σπάνια σήμερα και αυτό οφείλεται κυρίως στον μεγάλο αριθμό τραγουδιστών που απαιτούνται, οι οποίοι έχουν αρκετά σημαντικούς και απαιτητικούς φωνητικούς ρόλους στο πιο εκλεπτυσμένο στυλ του μπελ κάντο. Η δε περίφημη ουβερτούρα της όπερας παρέμενε πάντα στη μόδα στο συμφωνικό ρεπερτόριο, περιλαμβάνεται μάλιστα στο soundtrack της ταινίας του 1971 Το Κουρδιστό Πορτοκάλι του Στάνλει Κιούμπρικ.[6]

Χαρακτήρες

Επεξεργασία
Χαρακτήρας Είδος φωνής Ερμηνευτές παγκόσμιας πρεμιέρας
31 Μαΐου 1817
Διευθυντής ορχήστρας και πρώτο βιολί:
Αλεσάντρο Ρόλα
Νινέτα σοπράνο Teresa Belloc-Giorgi
Φαμπρίτσιο Βινγκραντίτο Βαθύφωνος Vincenzo Botticelli
Λουτσία μέτζο-σοπράνο Marietta Castiglioni
Τζανέτο Τενόρος Savino Monelli
Φερνάντο Βιλαμπέλα Βαθύφωνος Filippo Galli
Γκοτάρντο Βαθύφωνος Antonio Ambrosi
Πίπο Κοντράλτο Teresa Gallianis
Τζιόρτζιο Βαθύφωνος Paolo Rosignoli
Ισαάκ Τενόρος Francesco Biscottini
Αντόνιο Τενόρος Francesco Biscottini
Ερνέστο Βαθύφωνος Alessandro De Angeli

Υπόθεση έργου

Επεξεργασία

Η υπόθεση διαδραματίζεται μετά το πέρας των Ναπολεόντειων Πολέμων, ενώ ακόμη ίσχυαν πολύ αυστηροί στρατιωτικοί νόμοι.

Η Νινέτα, είναι στην υπηρεσία του πλούσιου γαιοκτήμονα Φαμπρίτσιο Βινγκραντίτο και της συζύγου του Λουτσία. Αγαπά και αγαπιέται από τον γιο της οικογένειας τον Τζανέτο, του οποίου την επιστροφή από τον πόλεμο ετοιμάζονται όλοι να γιορτάσουν. Η Λουτσία παραπονείται στην Νινέτα για κάποια ασημικά του σπιτιού που λείπουν. Ο Τζανέτο, επιστρέφοντας, της εκδηλώνει τον έρωτά του και μετά, μαζί με την οικογένειά του πηγαίνει να επισκεφθεί τον άρρωστο θείο του. Κρυφά εμφανίζεται και ο πατέρας της Νινέτας, ο Φερνάντο Βιλαμπέλα, ο οποίος είχε διακριθεί στον πόλεμο αλλά επειδή παράκουσε μια εντολή ανωτέρου του στο Παρίσι είναι πλέον καταζητούμενος. Της δίνει ένα κουτάλι με τα αρχικά του, δηλ. Φ.Β., να το πουλήσει για να εξασφαλίσει τη φυγή του.

Εμφανίζεται ο Δήμαρχος Γκοτάρντο ο οποίος είναι ερωτευμένος με την Νινέτα και την πολιορκεί. Θυμωμένος γιατί το κορίτσι τον αποκρούει, φεύγει και ορκίζεται εκδίκηση. Η Νινέτα οδηγεί σε μια κρυψώνα τον πατέρα της και αφήνει αφύλακτα τα ασημένια μαχαιροπήρουνα του σπιτιού. Τότε μια καρακάξα, που έχουν στο σπίτι εξημερωμένη σε ένα κλουβί, το σκάει και κλέβει ένα κουτάλι. Η Νινέτα καταφέρνει να πουλήσει το κουτάλι του πατέρα της στον πλανόδιο έμπορο Ισαάκ αλλά πριν πάει να του δώσει το χρηματικό αντίτιμο επιστρέφει η οικογένεια Βινγκραντίτο μαζί με τον Δήμαρχο.

Η Λουτσία αντιλαμβάνεται ότι λείπει ένα κουτάλι από το σερβίτσιο της και η Νινέτα, από την τρομάρα της, αφήνει να της πέσουν τα χρήματα που είχε πάρει από την πώληση του κουταλιού της. Ο Δήμαρχος με διάφορα υπονοούμενα τους βάζει την ιδέα της ενοχής της. Καλούν τον πλανόδιο έμπορο, ο οποίος δηλώνει ότι η κοπέλα του πούλησε ένα κουτάλι με τα αρχικά Φ. Β. (Ο Φαμπρίτσιο Βινγκραντίτο και ο Φερνάντο Βιλαμπέλα έχουν τα ίδια αρχικά). Αυτή η αποκάλυψη τους αναστατώνει όλους, ενώ ο Δήμαρχος, που διψάει για εκδίκηση, φωνάζει αμέσως να συλλάβουν το κορίτσι.

Στη φυλακή, τη Νινέτα επισκέπτεται ο Τζανέτο, που δεν πιστεύει στην ενοχή της, αλλά δεν καταφέρνει να της αποσπάσει το μυστικό της, τίποτα δεν θα μπορέσει να την κάνει να προδώσει τον καταζητούμενο πατέρα της. Έπειτα την επισκέπτεται ο Δήμαρχος, της προτείνει να τη βοηθήσει αν δεχτεί τον έρωτά του, η Νινέτα αρνείται σθεναρά και αυτός φεύγει έξαλλος. Η τελευταία επίσκεψη είναι από τον πιστό υπηρέτη Πίπο, από τον οποίο η κοπέλα ζητά λίγα δανεικά για να βοηθήσει τον πατέρα της, αφού της κατάσχεσαν τα χρήματα της πώλησης. Του υποδεικνύει την κρυψώνα του πατέρα της σε μια μεγάλη βελανιδιά στο δάσος. Ο Πίπο συγκινείται από την αφοσίωση της κοπέλας στον πατέρα της και πηγαίνει να εκτελέσει ό,τι του ανέθεσε.

Η Λουτσία, μετανιωμένη που κατηγόρησε τη Νινέτα, κάνει βόλτα στο δάσος, όπου συναντά τον Φερνάντο. Του διηγείται τι συνέβη και αυτός αποφασίζει να εμφανιστεί στο δικαστήριο προκειμένου να βοηθήσει την κόρη του. Το δικαστήριο εντωμεταξύ έχει βγάλει την ετυμηγορία του, είναι η θανατική ποινή. Όλοι είναι ταραγμένοι από αυτή την ανακοίνωση, μέχρι και ο Δήμαρχος έχει μετανιώσει για την συμπεριφορά του. Όταν ο Φερνάντο εμφανίζεται στο δικαστήριο, αναγνωρίζουν στο πρόσωπό του τον καταζητούμενο και τον συλλαμβάνουν για να τον οδηγήσουν και αυτόν στο ικρίωμα. Και ενώ όλα πια μοιάζουν να έχουν χαθεί για τη Νινέτα και τον πατέρα της, καταφθάνει ο Ερνέστο, ένας συμπολεμιστής του, με το νέο της αμνηστίας του βασιλιά για τον Φερνάντο. Ο Πίπο, στο μεταξύ, βρίσκει στη βελανιδιά, στην κρυψώνα της καρακάξας, τα τιμαλφή και τα νομίσματα που αυτή κατά καιρούς έκλεβε από το σπίτι. Τρέχει και ειδοποιεί το δικαστήριο, έτσι η Νινέτα αθωώνεται και ενώνεται με τον αγαπημένο της Τζανέτο και τον πατέρα της.[7]

Ορχήστρα

Επεξεργασία

Αξιοσημείωτα κομμάτια

Επεξεργασία
  • Ουβερτούρα
  • Α΄ πράξη
    • Di piacer mi balza il cor (Νινέτα)
    • Vieni fra queste braccia (Τζανέτο)
    • Come frenare il pianto (ντουέτο Νινέτα και Φερνάντο)
    • Il mio piano è preparato (Γκοτάρντο)
  • Β΄ πράξη
    • Forse un dì conoscerete (ντουέτο Νινέτα και Τζανέτο)
    • Sì per voi, pupille amate (Γκοτάρντο)
    • Ebben, per mia memoria (ντουέτο Νινέτα και Πίπο)
    • Accusata di furto! (Φερνάντο)
    • Tremate o popoli! (χορωδία των δικαστών)
    • Deh, tu reggi in tal momento (Νινέτα)

Σημειώσεις

Επεξεργασία
  1. Είδος όπερας που επικράτησε στην Ιταλία τις τελευταίες δεκαετίες του '800 και συνεχίστηκε τις πρώτες δεκαετίες του '900. Ενώνει στοιχεία τόσο της Όπερα σέρια, όσο και της Όπερα Μπούφα. Η υπόθεση εξελίσσεται γύρω από τις περιπέτειες ενός νεαρού ζευγαριού, συνήθως χαμηλής κοινωνικής τάξης, με τον ρόλο του κακού να ενσαρκώνεται από ένα μέλος της αριστοκρατίας ή της πολιτικής εξουσίας, έτσι ώστε να δημιουργείται το στοιχείο της κοινωνικής σύγκρουσης. Ενώ όλα μοιάζουν να έχουν τραγική κατάληξη, η ιστορία ολοκληρώνεται με αίσιο τέλος.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Γιάννης και Ανθούλα Παπαδοπούλου (2001). «VII. Η Ιταλική όπερα τον 19ο αιώνα». Όπερα, Διαδρομή στα Λυρικά Μονοπάτια. Αθήνα: Μουσικός οίκος Φίλιππος Νάκας. σελίδες 96–97. ISBN 960-290-571-9. 
  2. «150 χρόνια Τζοακίνο Ροσσίνι - η Εθνική Λυρική Σκηνή γιορτάζει». The Toc. 10 Σεπτεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 29 Μαΐου 2022. 
  3. Γεώργιος Ν. Δρόσος (2013). ΤΖΟΑΚΙΝΟ ΡΟΣΙΝΙ, Η ΖΩΗ, ΤΟ ΕΡΓΟ, Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος. σελίδες 121 και 134. ISBN 9789602088470. 
  4. Γιάννης και Ανθούλα Παπαδοπούλου (2001). «XVI. Η όπερα και η οπερέτα στην Ελλάδα». Όπερα, Διαδρομή στα Λυρικά Μονοπάτια. Αθήνα: Μουσικός οίκος Φίλιππος Νάκας. σελ. 227. ISBN 960-290-571-9. 
  5. Lodovico Settimo Silvestri (1874). «I.IV». Della vita e delle opere di Gioachino Rossini. Μιλάνο. σελ. 64. 
  6. «A Clockwork Orange (1971) - Full Official Soundtrack». YouTube. Ανακτήθηκε στις 29 Μαΐου 2022. 
  7. Harold Rosenthal -John Warrack (ed. italiana Luciano Alberti) (1991). «La gazza ladra». Dizionario enciclopedico dell'opera lirica. Φλωρεντία: Le lettere. σελ. 328. ISBN 88 7166 038 2. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία