Ο Kανίσκα Α΄ (Σανσκριτικά: कनिष्क Kaniṣka, Ελληνο-Βακτριανικά: Κανηϸκε Kaniške, Χαρόστι: 𐨐𐨞𐨁𐨮𐨿𐨐 Ka-ṇi-ṣka,[1] Βράχμι: Kā-ṇi -ṣka) ο Μέγας[2] ήταν ένας αυτοκράτορας των Κουσάν, υπό την βασιλεία του οποίου (π. 127 -150) η αυτοκρατορία έφτασε το ζενίθ της.[3] Είναι διάσημος για τα στρατιωτικά, πολιτικά και πνευματικά επιτεύγματά του. Ήταν απόγονος του Κουτζούλα Καδφίση, ιδρυτή της αυτοκρατορίας των Κουσάν. Ο Κανίσκα ήρθε να κυβερνήσει μια αυτοκρατορία που εκτείνεται από την Κεντρική Ασία και τη Γανδάρα μέχρι την Παταλιπούτρα στην πεδιάδα του Γάγγη. Η κύρια πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας του ήταν η Πουρουσαπούρα (Πεσαβάρ) στη Γανδάρα, με μια άλλη σημαντική πρωτεύουσα στη Μαθούρα. Νομίσματα του Κανίσκα Α΄ βρέθηκαν στο Τριπούρι (σημερινό Τζαμπαλπούρ).[4]

Κανίσκα Α΄
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση78
Πεσαβάρ
Θάνατος144
Πεσαβάρ
Τόπος ταφήςΠεσαβάρ
Χώρα πολιτογράφησηςΑυτοκρατορία των Κοσσανών
ΘρησκείαΒουδισμός
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΣύζυγοςSupriya
Vidyamati
ΤέκναΧουβίσκα
ΓονείςΒήμα Καδφίσης
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμααυτοκράτορας (127–150, Αυτοκρατορία των Κοσσανών)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Αν και ποτέ δεν στράφηκε στη θρησκεία, οι κατακτήσεις και η προστασία του Βουδισμού έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του Δρόμου του Μεταξιού και στην μετάδοση του Βουδισμού Μαχαγιάνα από τη Γανδάρα μέσω της σειράς Καρακοράμ στην Κίνα. Περί το 127 μ.Χ., αντικατέστησε την Ελληνική με την Βακτριανή ως επίσημη γλώσσα διοίκησης στην αυτοκρατορία.[5]

Οι προηγούμενοι μελετητές πίστευαν ότι ο Κανίσκα Α΄ ανέβηκε στον θρόνο των Κουσάν το 78 μ.Χ., και ότι αυτή η ημερομηνία χρησιμοποιήθηκε ως η αρχή της χρονολόγησης της εποχής Σάκα. Ωστόσο, οι ιστορικοί δεν θεωρούν πλέον αυτή την ημερομηνία ως την ανάρρηση του Κανίσκα Α΄. Ο Φαλκ εκτιμά ότι ο Κανίσκα Α΄ ενθρονίστηκε το 127. [6]

Καταγωγή

Επεξεργασία
Άγαλμα του Κανίσκα
Tο άγαλμα του Κανίσκα, στο Μουσείο Μαθούρας. Υπάρχει μία αφιερωματική επιγραφή κατά μήκος του κάτω μέρους του επανωφορίου.
Η επιγραφή είναι στα μέσα βράχμι:
                            
Mahārāja Rājadhirāja Devaputra Kāṇiṣka
"Ο μεγάλος βασιλιάς, βασιλιάς βασιλέων, υιός του θεού, Κανίσκα".[7]
Mathura art, Mathura Museum

Υπάρχουν δύο θεωρίες σχετικά με την καταγωγή του Κανίσκα Α΄, και οι δύο βασίζονται στην υπόθεση μιας ξεχωριστής δυναστείας Κανίσκα.[8] Το πρώτη του Στεν Κόνοβ είναι ότι ο Kανίσκα προέρχεται από το Χοτάν, αφού κλήθηκε ως σύμμαχος του έθνους κατά τη διάρκεια των προβλημάτων μετά την βασιλεία του Βήμα Καδφίση.[8] Ο Kόνοβ υποστηρίζει αυτή τη θεωρία αναφερόμενος σε μια Θιβετιανή παράδοση, ότι μια αποστολή των Χοτάν στην Ινδία περί το 120 διοικήθηκε από έναν βασιλιά Βιτζαγιακίρτι μαζί με έναν βασιλιά Kανίκα και τον βασιλιά του Γκουζάν.[9][10]

Η παρόμοια θεωρία του Ρόμαν Γκίρσμαν είναι ότι ο Κανίσκα Α΄ ήταν αρχικά βασιλιάς του Κασμίρ πριν γίνει κυρίαρχος της δυναστείας στο σύνολό της.[8] Ο ίδιος παραθέτει την παραπάνω επιγραφή Χαλάτσε, η οποία μπορεί να αναφέρεται στην εξουσία των Κουσάν, που φτάνει τη βορειοανατολική γωνία του Κασμίρ, καθώς και το χρονικό Ρατζαταρανγκίνι, στο οποίο η λίστα των βασιλέων Τουρούσκα του Κασμίρ έδωσε το όνομα του Kανίσκα ως το τρίτο σε μια σειρά, μαζί με τα ονόματα των Χούσκα και Γιούσκα.[8] Τέλος, η μαρτυρία της δραστηριότητας του Κανίσκα στο Κασμίρ υπέρ της βουδιστικής πίστης υποδηλώνει, ότι ευνοούσε την περιοχή περισσότερο από τις άλλες και ότι ίδρυσε το Πεσαβάρ ως πρωτεύουσά του για να είναι κοντά στο Κασμίρ.[8]

Ήταν εθνικότητας Γιουεζί και η μητρική του γλώσσα ήταν πιθανότατα τοχαρική.[11] Ο Κανίσκα Α΄ ήταν ο διάδοχος του Βήμα Καδφίση, όπως αποδεικνύεται από μια εντυπωσιακή γενεαλογία των βασιλέων των Κουσάν, γνωστή ως η επιγραφή Ραμπάτακ.[12][13] Η σύνδεση του Κανίσκα Α΄ με άλλους κυβερνήτες του Κουσάν περιγράφεται στην επιγραφή Ραμπάτακ, καθώς ο Κανίσκα Α΄ καταγράφει τους βασιλείς που κυβερνούσαν μέχρι την εποχή του: τον Κουτζούλα Καδφίση ως τον προπάππο του, τον Βήμα Τάκτο ως πάππο του, τον Βήμα Καδφίση ως πατέρα του και τον εαυτό του ως Κανίσκα: "για τον βασιλιά Κουτζούλα Καδφίση (τον) προπάππο, και για τον βασιλιά Βήμα Τάκτο (τον) πάππο, και για το βασιλιά Βήμα Καδφίση (τον) πατέρα του, και ακόμα και για τον εαυτό του, τον βασιλιά Κανίσκα". [14]

Κατακτήσεις στην Ινδία και την Κεντρική Ασία

Επεξεργασία

Η αυτοκρατορία του Κανίσκα Α΄ ήταν σίγουρα τεράστια. Εκτείνεται από το νότιο Ουζμπεκιστάν και το Τατζικιστάν, βόρεια του Αμού Ντάρια (Όξου) στη βορειοδυτική Ινδία, μέχρι τη Μαθούρα στη νοτιοανατολική Ινδία (η επιγραφή του Ραμπάτακ ισχυρίζεται ακόμη ότι κατέχει την Παταλιπούτρα και το Σρι Τσάμπα), και το έδαφός του περιλάμβανε επίσης το Κασμίρ, όπου υπήρχε μια πόλη Κανιχσκαπούρ (σύγχρονη Κανισπορά), που πήρε το όνομά του όχι μακριά από το πέρασμα Μπαραμούλα και που ακόμη περιέχει τη βάση μίας μεγάλης στούπα. [15] [16] Το βουδιστικό κείμενο Σρινταρμαπιτακανιντανασούτρα -γνωστό μέσω μιας κινεζικής μετάφρασης που έγινε το 472- αναφέρεται στην κατάκτηση της Παταλιπούτρα από τον Κανίσκα Α΄.[17]

Η γνώση της κυριαρχίας του στην Κεντρική Ασία είναι λιγότερο καλά τεκμηριωμένη. Το Χου Χανσού, αναφέρει ότι ο στρατηγός Μπαν Τσάo πολεμούσε κοντά στο Χοτάν με έναν στρατό των Κουσάν 70.000 ανδρών υπό την ηγεσία ενός άγνωστου από άλλες πηγές αντιβασιλιά των Κουσάν, ονόματι Σίε (κινεζικά: ) το 90. Ο Μπαν Τσάο ισχυρίστηκε ότι ήταν νικητής, αναγκάζοντας τους Κουσάν να αποσυρθούν, χρησιμοποιώντας μια πολιτική καμένης γης. Τα εδάφη του Κασγκάρ, του Χοτάν και του Γιαρκάντ ήταν Κινεζικές εξαρτήσεις στην λεκάνη Ταρίμ, το σύγχρονο Σιντζιάνγκ. Πολλά νομίσματα του Κανίσκα Α΄ έχουν βρεθεί στην λεκάνη Ταρίμ.[18]

Ο Κανίσκα Α΄ έχει πολεμήσει μια εισβολή από την αυτοκρατορία των Πάρθων στα τέλη της βασιλείας του.[19] Αυτός ο πόλεμος αποδεικνύεται σε μια μόνο πηγή, μια κινεζική μετάφραση ενός χαμένου αρχικού κειμένου στα σανσκριτικά, της Ιστορίας των Διαδόχων του Βούδα. [20]

Τα νομίσματα του Κανίσκα Α΄

Επεξεργασία

Τα νομίσματα του Κανίσκα Α΄ απεικονίζουν εικόνες Ινδών, Ελλήνων, Ιρανών και ακόμη και Σουμεριο-Ελαμιτικών θεοτήτων, αποδεικνύοντας τον θρησκευτικό συνκριτισμό στις πεποιθήσεις του. Τα νομίσματα του Κανίσκα Α΄ από την αρχή της βασιλείας του φέρουν επιγραφές στην ελληνική γλώσσα και γραφή, και απεικονίζουν ελληνικές θεότητες. Τα μεταγενέστερα νομίσματα φέρουν επιγραφές στη Βακτριανική, την Ιρανική γλώσσα που προφανώς μιλούσαϷν οι Κουσάν, και οι ελληνικές θεότητες αντικαταστάθηκαν από τις αντίστοιχες ιρανικές. Όλα τα νομίσματα του Kανίσκα -ακόμη και εκείνα με επιγραφή σε βακτριανικά- γράφονταν με τροποποιημένη ελληνική γραφή, που είχε ένα επιπλέον γράμμα () που αντιπροσωπεύει το sh, όπως στην λέξη 'Kushan' και 'Kanishka'.

Στα νομίσματά του, ο βασιλιάς απεικονίζεται ως γενειοφόρος με μακρύ επανωφόρι και περισκελίδες που μαζεύονται στον αστράγαλο, με φλόγες να πηδούν από τους ώμους του. Φοράει μεγάλες στρογγυλές μπότες και είναι οπλισμένος με ένα μακρύ σπαθί, καθώς και ένα δόρυ. Συχνά φαίνεται να κάνει θυσία σε έναν μικρό βωμό. Το κάτω μισό ενός σε φυσικό μέγεθος αναγλύφου σε ασβεστόλιθο του Κανίσκα Α΄ -όπου είναι παρόμοια ντυμένος, με ένα κεντημένο ένδυμα κάτω από το επανωφόρι του, σπιρούνια στις μπότες του και πτυχές στις περισκελίδες του- διασώζονταν στο Μουσείο της Καμπούλ, μέχρι να καταστράφηκε από τους Ταλιμπάν. [25]

Ελληνιστική φάση

Επεξεργασία
 
Χρυσό νόμισμα του Κανίσκα Α΄ με την ελληνική επιγραφή ΗΛΙΟΣ, την ελληνιστική θεότητα του Ήλιου (π. 120). Εμπρός όψη: ο Κανίσκα όρθιος, φορά βαρύ επανωφόρι των Κουσάν και μακριές μπότες, φλόγες εκπέμπονται από τους ώμους, κρατά ένα λάβαρο στο αριστερό του χέρι, και κάνει μια προσφορά με το δεξί επάνω από έναν βωμό. Επιγραφή στα ελληνικά: ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΒΑΣÍΛΕΩΝ ΚΑΝΗϷΚΟΥ". Πίσω όψη: ο θεός Ήλιος όρθιος σε ελληνιστικό στυλ, ευλογεί με το δεξί χέρι. Επιγραφή στα ελληνικά: ΗΛΙΟΣ. Αριστερά το μονόγραμμα του Κανίσκα (tamgha).

Μερικά νομίσματα στην αρχή της βασιλείας του έχουν μία επιγραφή στην Ελληνική γλώσσα: ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΒΑΣΙΛΕΩΝ ΚΑΝΗϷΚΟΥ, δηλ. "το νόμισμα αυτό είναι του βασιλιά των βασιλέων Κανίσκα Α΄". Ελληνικές θεότητες, με ελληνικά ονόματα που αντιπροσωπεύονται σε αυτά τα αρχικά νομίσματα είναι οι εξής:

  • ΗΛΙΟΣ (Ήλιος), ΗΦΑΗΣΤΟΣ (Ήφαιστος), ΣΑΛΗΝΗ (Σελήνη), ΑΝΗΜΟΣ (Άνεμος)

Οι επιγραφές στην Ελληνική γλώσσα έχουν κάποια ορθογραφικά λάθη.

Ιρανική / Ινδική φάση

Επεξεργασία

Μετά την μετάβαση στη Βακτριανική γλώσσα στα νομίσματα, οι ιρανικές και οι ινδικές θεότητες αντικαθιστούν τις ελληνικές:

Χρησιμοποιήθηκαν μόνο λίγες Βουδιστικές θεότητες:

  • ΒΟΔΔΟ (Βόδδο, Βούδας),
  • ϷΑΚΑΜΑΝΟ ΒΟΔΔΟ (Σακαμάνο Βόδδο, Σακγιαμούνι Βούδας)
  • ΜΕΤΡΑΓΟ ΒΟΔΔΟ (Μετράγο Βόδδο, ο μποντισάτβα Μαϊτρέγια)

Μόνο λίγες Ινδουιστικές θεότητες χρησιμοποιήθηκαν επίσης:

  • ΟΗϷΟ (Οέσo, Σίβα). Μια πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι ο Οέσo μπορεί να είναι ο αβεστικός Βάγιου συνδυασμένο με τον Σίβα.[26][27]

Ο Κανίσκα Α΄ και ο Βουδισμός

Επεξεργασία
 
Χρυσό νόμισμα του Kανίσκα Α΄ με μια αναπαράσταση του Βούδα (π. 120). Εμπρός όψη: ο Κανίσκα Α΄ στέκεται ντυμένος με βαρύ επανωφόρι των Κουσάν και μακριές μπότες, φλόγες εκπέμπονται από τους ώμους του, κρατά λάβαρο στο αριστερό του χέρι, και κάνει μια προσφορά με το δεξί επάνω από ένα θυσιαστήριο. Επιγρ. στα ελληνικά (με την προσθήκη του Κουσανικού γράμματος Ϸ, "sh"): ϷΑΟΝΑΝΟϷΑΟ ΚΑΝΗϷΚΙ ΚΟϷΑΝΟ ("Shao-nano-shao Kanishki Koshano"): "σαχ-ιν-σάχ Kανίσκα των Κουσάν". Πίσω όψη: όρθιος Βούδας σε ελληνιστικό στυλ, σχηματίζει τη χειρονομία "χωρίς φόβο" (αμπάγια μούντρα) με το δεξί του χέρι, και κρατά μία πτυχή του ενδύματός του με το αριστερό χέρι. Επιγρ. στα ελληνικά: ΒΟΔΔΟ, Βούδα. Το μονόγραμμα τού Κανίσκα τάμγκα δεξιά.

Στην Βουδιστική παράδοση, ο Κανίσκα Α΄ έχει απόλυτη σπουδαιότητα. Αν και ποτέ δεν μεταστράφηκε στον Βουδισμό, ενθάρρυνε τις διδασκαλίες του και παρέσχε βασιλική χορηγία.[28][29]]Είναι αξιοσημείωτο ότι διηύθυνε στην 4η Βουδιστική Σύνοδο στο Κασμίρ ως επικεφαλής της Συνόδου. Σε αυτή προέδρευσαν ο Βασουμίτρα και ο Ασβαγκόσα. Οι εικόνες του Βούδα, βασισμένες στα 32 φυσικά σημεία του, έγιναν κατά τη διάρκεια της εποχής του.   [']

Ενθάρρυνε τόσο τη σχολή Γανδάρα της Ελληνοβουδιστικής Τέχνης, όσο και τη σχολή τέχνης της Μαθούρα (ένας αναπόφευκτος θρησκευτικός συνκριτισμός διαπερνά την εξουσία των Κουσάν). Ο Κανίσκα Α΄ προσωπικά φαίνεται να είχε αγκαλιάσει τόσο το Βουδισμό, όσο και τις Περσικές πεποιθήσεις, αλλά ευνοούσε το Βουδιμό, που αποδεικνύεται από την αφοσίωσή του στις Βουδιστικές διδασκαλίες και τους τρόπους προσευχής, που απεικονίζονται σε διάφορα βιβλία που σχετίζονται με την αυτοκρατορία των Κουσάν.

Η μεγαλύτερη συνεισφορά του στην βουδιστική αρχιτεκτονική ήταν η στούπα του Κανίσκα στην Πουρουσαπούρα, τη σύγχρονη Πεσαβάρ. Οι αρχαιολόγοι που ανακάλυψαν ξανά τη βάση της το 1908-1909 εκτιμούν ότι η στούπα είχε διάμετρο 286 πόδια (87 μέτρα). Οι αναφορές των Κινέζων προσκυνητών, όπως του Σουανζάνγκ, δείχνουν ότι το ύψος της ήταν 600 έως 700 (κινέζικοι) "πόδες" (δηλ. 180-210 μέτρα ή 591-689 πόδια) και ήταν καλυμμένη με κοσμήματα.[30] 

Ο Κανίσκα Α΄ λέγεται ότι ήταν ιδιαίτερα κοντά με τον Βουδιστή μελετητή Ασβαγκόσα, ο οποίος έγινε θρησκευτικός σύμβουλός του στα τελευταία του χρόνια.

Βουδιστική νομισματοκοπία

Επεξεργασία

Οι κοπές βουδιστικών νομισμάτων του Κανίσκα Α΄ είναι σχετικά σπάνιες (κάτω από το ένα τοις εκατό όλων των γνωστών νομισμάτων του Κανίσκα Α΄). Πολλά νομίσματα δείχνουν τον Κανίσκα Α΄ στην εμπρός όψη και τον Βούδα να στέκεται στην πίσω. Μερικά δείχνουν επίσης τον Βούδα Σακγιαμούνι και τον Μαϊτρέγια. Όπως όλα τα νομίσματα του Κανίσκα Α΄, το σχέδιο είναι μάλλον τραχύ, και οι αναλογίες τείνουν να είναι ανακριβείς. Η εικόνα του Βούδα είναι συχνά ελαφρώς υπερβολική, με υπερμεγέθη αυτιά και πόδια, που απλώνονται χωριστά με τον ίδιο τρόπο όπως ο βασιλιάς των Κουσάν.

Διακρίνουμε τρεις τύπους βουδιστικών νομισμάτων του Κανίσκα Α΄:

Όρθιος Βούδας

Επεξεργασία
 
Η απεικόνιση του Βούδα μέσα σε μια δόξα σε νόμισμα του Κανίσκα Α΄. Η δόξα θεωρείται συνήθως ως μια μετέπειτα εξέλιξη στην τέχνη της Γανθάρα.[31]

Μόνο έξι νομίσματα των Κουσάν με τον Βούδα είναι γνωστά σε χρυσό (το έκτο είναι το κεντρικό κομμάτι ενός αρχαίου κοσμήματος, που αποτελείται από ένα νόμισμα του Κανίσκα με τον Βούδα, διακοσμημένο με έναν κύκλο από καρδιόσχημα ρουμπίνια). Όλα αυτά τα νομίσματα κόπηκαν σε χρυσό υπό τον Κανίσκα Α΄, και είναι σε δύο διαφορετικές ονομασίες: ένα ντινάρ π. 8 γραμ., παρόμοιο με ένα Ρωμαϊκό χρυσό (aureus), και 1/4 ντινάρ π. 2 γραμ. (περίπου στο μέγεθος ενός οβολού).

Ο Βούδας απεικονίζεται φορώντας τα μοναστικά ενδύματα: το ανταραβασάκα, το ουταρασάνγκα και το επανωφόρι σανγκάτι.

Τα αυτιά είναι εξαιρετικά μεγάλα και μακρά, μια συμβολική υπερβολή που πιθανότατα καθίσταται απαραίτητη λόγω του μικρού μεγέθους των νομισμάτων, που πάντως ορατή και σε κάποια μετέπειτα αγάλματα του Βούδα από τη Γανδάρα, που συνήθως χρονολογούνται από τον 3ο-4ο αι. (εικόνα αριστερά). Ο Βούδας φέρει έναν πληθωρικό κρωβύλο στην κορυφή, που καλύπτει την ουσνίσα, συχνά πολύ στυλισμένο με κατσαρό ή συχνά σφαιρικό τρόπο, επίσης ορατό σε μεταγενέστερα αγάλματα του Βούδα της Γανδάρα.

Γενικά, η αναπαράσταση του Βούδα σε αυτά τα νομίσματα είναι ήδη πολύ συμβολική και αρκετά ξεχωριστή από τις πιο νατουραλιστικές και ελληνιστικές εικόνες που παρατηρούνται στα πρώτα γλυπτά της Γανδάρα. Σε διάφορα σχέδια εμφανίζεται μύστακας. Η παλάμη τού δεξιού του χεριού έχει το σημάδι τσάκρα, και το μέτωπό του έχει το ούρνα. Ένα φωτοστέφανο, που σχηματίζεται από μία, δύο ή τρεις γραμμές, τον περιβάλλει.

Το πλήρες ένδυμα που φορά ο Βούδας στα νομίσματα, καλύπτοντας και τους δύο ώμους, είναι παρμένο από ένα πρότυπο Γανδάρας και όχι Μαθούρας.

Σακγιαμούνι Βούδας

Επεξεργασία
 
Περιγραφές του "Σακγιαμούνι Βούδα" (με την επιγραφή ϷΑΚΑΜΑΝΟ ΒΟΔΔΟ "Σακαμάνο Βόδδο") σε νομίσματα του Κανίσκα Α΄.

Ο Βούδας Σακγιαμούνι (με την επιγραφή "Sakamano Boudo", δηλαδή Σακαμούνι Βούδα, άλλο όνομα για τον ιστορικό Βούδα Σιντάρτα Γκαουτάμα), όρθιος κατ' ενώπιον, με το αριστερό χέρι στο ισχίο και σχηματίζει το αμπάγια μούντρα με το δεξί χέρι. Όλα αυτά τα νομίσματα είναι μόνο από χαλκό, και συνήθως είναι αρκετά φθαρμένα.

Το ένδυμα του Βούδα Σακγιαμούνι είναι αρκετά ελαφρύ σε σύγκριση με αυτό στα νομίσματα με το όνομα του Βούδα, δείχνοντας σαφώς το περίγραμμα του σώματος, με σχεδόν διαφανή τρόπο. Αυτά είναι πιθανότατα τα δύο πρώτα μοναστικά ενδύματα, το ανταραβασάκα και το ουταρασάνγκα. Επίσης, το ένδυμά του είναι διπλωμένο επάνω από το αριστερό χέρι (αντί να το κρατά με το αριστερό χέρι όπως παραπάνω), ένα χαρακτηριστικό που είναι γνωστό μόνο στη θήκη Μπιραμάν και υποδηλώνει ένα σαν κασκόλ ουταρίγια. Έχει έναν πληθωρικό κρωβύλο κορυφής, που καλύπτει την ουσνίσα, και ένα απλό ή διπλό φωτοστέφανο, μερικές φορές ακτινοβολούν, γύρω από το κεφάλι του.

Μαϊτρέγια Βούδας

Επεξεργασία
 
Αναπαραστάσεις του "Μαϊτρέγια" (με την επιγραφή ΜΕΤΡΑΓΟ ΒΟΔΔΟ) σε νομίσματα του Κουσάν.

Ο Μποντισάτβα Μαϊτρέγια (με την ελληνική επιγραφή "Μετράγο Βούδο") έχει σταυρωτά τα πόδια του και είναι επάνω σε έναν θρόνο, κρατώντας ένα αγγείο νερού, με τη χειρονομία αμπάγια μούντρα. Αυτά τα νομίσματα είναι γνωστά μόνο σε χαλκό και είναι αρκετά φθαρμένα .Στα πιο καθαρά νομίσματα, ο Μαϊτρέγια φαίνεται να φορά τα βραχιόλια ενός Ινδού πρίγκιπα, ένα χαρακτηριστικό που συχνά βλέπουμε σε αγάλματα του Μαϊτρέγια. Ο θρόνος είναι διακοσμημένος με κιονίσκους, γεγονός που υποδηλώνει ότι η απεικόνιση του νομίσματος του Μαϊτρέγια αντιγράφτηκε απευθείας από ένα προϋπάρχον άγαλμα με αυτά τα χαρακτηριστικά.

Η απόδοση "Βούδας" για τον Μαϊτρέγια είναι ανακριβής: αντίθετα είναι ένας Μποντισάτβα (ο Βούδας του μέλλοντος).

Η εικονογραφία αυτών των τριών τύπων είναι πολύ διαφορετική από εκείνη των άλλων θεών, που απεικονίζονται στα νομίσματα του Κανίσκα Α΄. Οι θεότητες του Κανίσκα Α΄ εμφανίζονται όλες από το πλάι, ενώ οι Βούδα εμφανίζονται μόνο κατ' ενώπιον, γεγονός που δείχνει ότι το σχέδιο εμπνεόταν από τα αγάλματα της εποχής, όρθιου ή καθιστού Βούδα.[32] Οι δύο αναπαραστάσεις του Βούδα και του Σακγιαμούνι έχουν και τους δύο ώμους καλυμμένους από τα μοναστικά ενδύματα, γεγονός που δείχνει ότι τα αγάλματα που χρησιμοποιήθηκαν ως πρότυπα ήταν από την σχολή τέχνης της Γανδάρα, και όχι από τη Μαθούρα.

Βουδιστικά αγάλματα επί Kανίσκα Α¨

Επεξεργασία

Πολλά βουδιστικά αγάλματα συνδέονται άμεσα με την εποχή του Κανίσκα Α΄, όπως αρκετά αγάλματα Μποντισάτβα από την τέχνη της Μαθούρα, ενώ μερικά άλλα από τη Γανδάρα έχουν επιγραφή με χρονολόγηση σε μια εποχή, που τώρα θεωρείται ότι είναι η εποχή Γιαβάνα, ξεκινώντας από το 186 έως το 175 π.Χ.

Χρονολογημένα αγάλματα υπό τον Kανίσκα

Η στούπα του Κανίσκα Α΄

Επεξεργασία
Κύρια λήμματα: Kanishka stupa και Kanishka casket
Η θήκη του Κανίσκα Α΄
Απομεινάρια της στούπας του Κανίσκα Α΄.
Ο Κανίσκα Α΄ περιτριγυρισμένος από τον ιρανικό θεό-Ήλιο και τη θεά-Σελήνη (λεπτομέρεια)
Λείψανα από τη στούπα του Κανίσκα Α΄ στο Πεσαβάρ, που στάλθηκαν από τους Βρετανούς στο Μανταλάυ της Μυανμάρ το 1910.
Η "θήκη του Kανίσκα", χρονολογείται το 127, με τον Βούδα να περιβάλλεται από τον Μπράχμα και τον Ίντρα, και ο Kανίσκα Α΄ να στέκεται στο κέντρο του κάτω μέρους. Aντίγραφο του Βρετανικού Μουσείου.

Η "θήκη του Κανίσκα" ή "λείψανο του Κανίσκα", που χρονολογείται από το πρώτο έτος της βασιλείας του Kανίσκα Α΄ το 127, ανακαλύφθηκε σε μια αίθουσα αποθέματος κάτω από τη στούπα του Κανίσκα, κατά τη διάρκεια των αρχαιολογικών ανασκαφών το 1908-1909 στο Σαχ-Τζι-Κι-Ντέρι, ακριβώς έξω από την σημερινή πύλη Γκαντζ της παλαιάς πόλης του Πεσαβάρ. [44] [45] Είναι σήμερα στο Μουσείο του Πεσαβάρ, και ένα αντίγραφο είναι στο Βρετανικό Μουσείο. Λέγεται ότι περιείχε τρία τμήματα οστών του Βούδα, τα οποία τώρα βρίσκονται στο Μανταλάυ της Μυανμάρ.

Η θήκη έχει αφιερωματική επιγραφή στα Χαρόστι. Η επιγραφή λέει:

" (mahara)jasa kanishkasa kanishka-pure nagare aya gadha-karae deya-dharme sarva-satvana hita-suhartha bhavatu mahasenasa sagharaki dasa agisala nava-karmi ana*kanishkasa vihare mahasenasa sangharame"

Το κείμενο υπογράφεται από τον κατασκευαστή, έναν Έλληνα καλλιτέχνη που ονομάζεται Αγησίλαος, ο οποίος επέβλεπε τα έργα στην στούπα (caitya) του Κανίσκα, επιβεβαιώνοντας την άμεση συμμετοχή των Ελλήνων στις Βουδιστικές υλοποιήσεις σε μια τόσο ύστερη ημερομηνία: "Ο υπηρέτης Αγησίλαος, ο επιθεωρητής των έργων στο βιχάρα του Κανίσκα στο μοναστήρι του Μαχασένα" ("dasa Agisala nava-karmi ana*kaniskasa vihara mahasenasa sangame").

Το σκέπασμα της θήκης δείχνει τον Βούδα επάνω σε μία βάση λωτού, και λατρεύεται από τον Μπράχμα και τον Ίντρα. Η άκρη του σκεπάσματος είναι διακοσμημένη με ένα γείσο ιπτάμενων χηνών. Το σώμα της θήκης αντιπροσωπεύει έναν βασιλιά των Κουσάν, πιθανότατα τον Κανίσκα Α΄ προσωπικά, με τους Ιρανικούς θεούς του Ήλιου και της Σελήνης στο πλευρό του. Στις πλευρές είναι δύο εικόνες ενός Βούδα που κάθεται, που λατρεύεται από βασιλικές φιγούρες, μπορεί να θεωρηθεί ως ο Kανίσκα Α΄. Μια γιρλάντα, υποστηριζόμενη από ερωτιδείς περιβάλλει τη σκηνή σε τυπικό ελληνιστικό στυλ.

Η απόδοση της θήκης στον Κανίσκα Α΄ έχει αμφισβητηθεί πρόσφατα, κυρίως για στυλιστικούς λόγους (για παράδειγμα, ο ηγεμόνας που εμφανίζεται στη θήκη δεν έχει γενειάδα, αντίθετα με τον Κανίσκα Α΄). Αντ' αυτού, η θήκη συχνά αποδίδεται στον διάδοχο τού Κανίσκα Α΄, Χουβίσκα.

Ο Κανίσκα Α΄ στη βουδιστική παράδοση

Επεξεργασία
 
Ο Κανίσκα Α΄ στη Βουδιστική θήκη του Κανίσκα (λεπτομέρεια).

Στην βουδιστική παράδοση, ο Κανίσκα Α΄ περιγράφεται συχνά ως ένας επιθετικός, θερμός, άκαμπτος, αυστηρός και λίγο σκληρός τύπος βασιλιά, πριν μεταστραφεί στον Βουδισμό, το οποίο ακολουθούσε πιστά, και μετά τη μεταστροηή του στον Βουδαισμό, έγινε ανοιχτός, καλοπροαίρετος και πιστός κυβερνήτης. Όπως στο σρι-ντάρμα-πιτάκα-νιντάνα σούτρα:

"Στην εποχή αυτή ο βασιλιάς του Νγκάν-σι (Παχλάβα) ήταν πολύ επιθετικός και βίαιος... Υπήρχε ένας μπίκσου (μοναχός) που, βλέποντας τις σκληρές πράξεις που έκανε ο βασιλιάς, ήθελε να τον κάνει να μετανοήσει. Έτσι με την υπερφυσική του δύναμη έκανε τον βασιλιά να δει τα βασανιστήρια της κόλασης. Ο βασιλιάς φοβήθηκε και μετανόησε και έκλαιγε πολύ ώρα, και έτσι διαλύθηκαν όλα τα αρνητικά μέσα του και ένοιωσε αυτοπραγμάτωση πρώτη φορά στη ζωή του. "[46]

Επιπλέον, η άφιξη του Κανίσκα Α΄ υποτίθεται ότι είχε προφητευτεί ή προειπωθεί από τον Βούδα, καθώς και η κατασκευή της στούπας του:

"... ο Βούδας, δείχνοντας ένα μικρό αγόρι που έφτιαχνε μια κορυφή από λάσπη.... [είπε] ότι σε αυτό το σημείο ο Κανίσκα θα ανεβάσει μια κορυφή με το όνομά του".Βινάγια σούτρα [47]
 
Νομίσματα του Κανίσκα Α΄ με τον Μποντισάτβα Μαϊτρέγια "ΜΕΤΡΑΓΟ ΒΟΥΔΟ".
 
Η Αχίν Πος στούπα αφιερώθηκε τον 2ο αι. και περιείχε νομίσματα του Κανίσκα Α΄.

Η ίδια ιστορία επαναλαμβάνεται σε ένα χοτανικό κείμενο που βρέθηκε στο Ντουνχουάνγκ, το οποίο περιέγραψε για πρώτη φορά πώς θα έφτανε ο Κανίσκα Α΄ 400 χρόνια μετά τον τέλος του Βούδα. Η αφήγηση περιγράφει επίσης πώς ο Κανίσκα ήρθε να υψώσει τη στούπα του:

"Ένας πόθος έτσι αναπτύχθηκε στον [Κανίσκα να κτίσει μία τεράστια στούπα].... εκείνη τη στιγμή οι τέσσερις παγκόσμιοι αντιβασιλείς μάθαιναν το μυαλό του βασιλιά. Έτσι για χάρη του πήραν τη μορφή νεαρών αγοριών....[και] άρχισαν μια στούπα λάσπης....τα αγόρια είπαν στον [Κανίσκα] 'Κάνουμε την Κανίσκα-στούπα.'....Εκείνη τη στιγμή τα αγόρια άλλαξαν τη μορφή τους....[και ] του είπαν, 'Μεγάλε βασιλιά, σύμφωνα με την προφητεία του Βούδα είναι ένα Σανγκαράμα που θα κτιστεί όλο (;) με μία μεγάλη στούπα, και εδώ πρέπει να καλέσουν τα λείψανα [του Βούδα], τα οποία τα αξιόλογα καλά όντα... θα φέρουν".[48][and]

Κινέζοι προσκυνητές ταξίδευσαν στην Ινδία, όπως ο Ξουανζάνγκ το 630, ο οποίος αναφέρει επίσης την ιστορία:

"Ο Κανίσκα έγινε κυρίαρχος όλων των Τζαμπουντβίπα (Ινδικής υποηπείρου). Δεν πίστευε στο Κάρμα, αλλά αντιμετώπισε το Βουδισμό με τιμή και σεβασμό, καθώς και ο ίδιος μεταστράφηκε στο Βουδισμό, ενθουσιασμένος από τις διδασκαλίες και τα γραπτά του. Όταν κυνηγούσε στην άγρια ​​χώρα, εμφανίστηκε ένας λευκός λαγός. Ο βασιλιάς τον κυνήγησε, αλλά ο λαγός εξαφανίστηκε αιγνίδια στον [τόπο της μελλοντικής στούπα]....[όταν η κατασκευή της στούπα δεν πήγαινε όπως είχε προγραμματιστεί], ο βασιλιάς έχασε την υπομονή του, και πήρε το θέμα στα χέρια του, και άρχισε να ανασταίνει τα σχέδια με ακρίβεια, ολοκληρώνοντας έτσι τις στούπες με απόλυτη τελειότητα και επιμονή. Αυτές οι δύο στούπες εξακολουθούν να υπάρχουν, και στις οποίες καταφεύγουν για θεραπείες άνθρωποι, που είχαν προσβληθεί από ασθένειες»

Ο βασιλιάς Κανίσκα εξαιτίας των πράξεών του ήταν πολύ σεβαστός, θεωρούμενος τιμημένος από όλους τους ανθρώπους που εξουσίαζε και κυβερνούσε. Τον θεωρούσαν ως τον μεγαλύτερο βασιλιά που έζησε ποτέ εξαιτίας της ευγένειάς του, της ταπεινοφροσύνης του και της αίσθησης της ισότητας και αυτο-πραγμάτωσης μεταξύ άλλων/ Έτσι αυτές οι μεγάλες πράξεις και ο τόσο εξαίρετος χαρακτήρας του βασιλιά Κανίσκα, έκαναν το όνομά του αθάνατο και έτσι θεωρήθηκε "ο βασιλιάς των βασιλέων".[49]

Μεταφορά του Βουδισμού στην Κίνα

Επεξεργασία

Βουδιστές μοναχοί από την περιοχή της Γανδάρα έπαιξαν βασικό ρόλο στην ανάπτυξη και μετάδοση των βουδιστικών ιδεών προς τη βόρεια Ασία από τα μέσα του 2ου αι. Ένας μοναχός των Κουσάν, ο Λοκακσέμα (π. το 178), έγινε ο πρώτος μεταφραστής των βουδιστικών γραφών Μαχαγιάνα στα κινεζικά και ίδρυσε ένα γραφείο μεταφράσεων στην κινεζική πρωτεύουσα Λογιάνγκ. Οι Βουδιστές μοναχοί της Κεντρικής Ασίας και της Ανατολικής Ασίας φαίνεται να διατήρησαν ισχυρές ανταλλαγές για τους επόμενους αιώνες.

Τον Κανίσκα Α΄ πιθανότατα διαδέχτηκε ο Χουβίσκα. Πώς και πότε συνέβη αυτό, είναι ακόμη αβέβαιο. Η επιγραφή στον ιερό βράχο της Χούνζα δείχνει επίσης τα σημεία του Κανίσκα Α΄.

Βλέπε επίσης

Επεξεργασία

Σημείωση

Επεξεργασία
  1. B.N. Mukhjerjee, Shāh-jī-kī-ḍherī Casket Inscription, The British Museum Quarterly, Vol.
  2. "The yuga of Sphujiddhvaja and the era of the Kuṣâṇas".
  3. Bracey, Robert (2017). «The Date of Kanishka since 1960 (Indian Historical Review, 2017, 44(1), 1–41)» (στα αγγλικά). Indian Historical Review 44: 1–41. https://www.academia.edu/32448882. 
  4. Dahiya, Poonam Dalal (15 Σεπτεμβρίου 2017). ANCIENT AND MEDIEVAL INDIA EBOOK (στα Αγγλικά). McGraw-Hill Education. σελίδες 278–281. ISBN 978-93-5260-673-3. 
  5. The Kushans at first retained the Greek language for administrative purposes but soon began to use Bactrian.
  6. Falk (2001), pp. 121–136.
  7. Puri, Baij Nath (1965). India under the Kushāṇas (στα Αγγλικά). Bharatiya Vidya Bhavan. 
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 Rosenfield, John M. (1967). The Dynasty Arts of the Kushans (στα Αγγλικά). University of California Press. σελίδες 40–41. There are two unconfirmed theories about Kanisha's having ruled in the periphery of the Kushan Empire before assuming power as the Shaonanoshao. Both are based on the supposition of a separate Kanishka dynasty. The earlier-Sten Konow's-is that Kanishka came from Khotan, having been summoned as an ethnic ally at the time of troubles after Vima's reign. Konow supports this theory by citing a Tibetan tradition that a Khotanese expedition to India of about A.D. 120 was commanded by a King Vijayakirti along with a King Kanika and the king of Guzan. Ghirshman's similar theory is that Kanishka was originally king of Kashmir before becoming suzerain of the dynasty as a whole. He cites the above mentioned Khalatse epigraph, which may allude to Kushan power reaching the northeast corner of Kashmir, and also the Rajatarangini, in which the list of Turushka kings of Kashmir gave Kanishka's name as the third of a sequence, suggesting that he had predecessors there (Hushka and Jushka). Finally, testimony of Kanishka's activity in Kashmir in favor of the Buddhist faith suggests that he favored the region above others and that he founded Peshawar as his capital to be close to Kashmir. 
  9. Gakkai, Soka (1 Ιανουαρίου 2009). Dictionary of Buddhism (στα Αγγλικά). Motilal Banarsidass. σελ. 328. ISBN 978-81-208-3334-0. According to one influential account, he was born in Khotan and came from a family line different from that of Kushan dynasty founder Kujūla Kadphises and his successor, Vīma Kadphises. 
  10. Daniélou, Alain (11 Φεβρουαρίου 2003). A Brief History of India (στα Αγγλικά). Simon and Schuster. σελ. 109. ISBN 978-1-59477-794-3. According to the Chinese sources, Kanishka came originally from Khotan and belonged to one of the smaller Yueh Chi tribes. 
  11. Findeisen, Raoul David· Isay, Gad C. (2009). At Home in Many Worlds: Reading, Writing and Translating from Chinese and Jewish Cultures : Essays in Honour of Irene Eber (στα Αγγλικά). Otto Harrassowitz Verlag. σελ. 138. ISBN 978-3-447-06135-3. 
  12. Sims-Williams and Cribb (1995/6), pp. 75–142.
  13. Sims-Williams (1998), pp. 79–83.
  14. Sims-Williams and Cribb (1995/6), p. 80.
  15. Indian History (στα Αγγλικά). Allied Publishers. 1988. σελ. 301. ISBN 978-81-8424-568-4. 
  16. Parashar, Parmanand (2004). Kashmir The Paradise Of Asia (στα Αγγλικά). Sarup & Sons. σελ. 260. ISBN 978-81-7625-518-9. 
  17. Puri 1999, σελ. 258.
  18. Hill (2009), p. 11.
  19. Ghirshman, Roman (1965). Iran: From the earliest times to the Islamic conquest. Baltimore: Penguin Books. σελ. 262. 
  20. Benjamin, Craig (2021). «The Kushan Empire». Στο: Bang, Peter Fibiger. The Oxford World History of Empire: Volume Two: The History of Empires (στα Αγγλικά). Oxford University Press. σελίδες 325–346 (at 339). ISBN 978-0-19-753278-2. 
  21. "The Rabatak inscription claims that in the year 1 Kanishka I's authority was proclaimed in India, in all the satrapies and in different cities like Koonadeano (Kundina), Ozeno (Ujjain), Kozambo (Kausambi), Zagedo (Saketa), Palabotro (Pataliputra) and Ziri-Tambo (Janjgir-Champa). These cities lay to the east and south of Mathura, up to which locality Wima had already carried his victorious arm. Therefore they must have been captured or subdued by Kanishka I himself." Ancient Indian Inscriptions, S. R. Goyal, p. 93.
  22. Schwartzberg, Joseph E. (1978). A Historical atlas of South Asia. Chicago: University of Chicago Press. σελ. 145, map XIV.1(g). ISBN 0226742210. 
  23. Lo Muzio, Ciro (2012). «Remarks on the Paintings from the Buddhist Monastery of Fayaz Tepe (Southern Uzbekistan)». Bulletin of the Asia Institute 22: 189–206. https://www.academia.edu/3586155. 
  24. «Samatata coin». British Museum. "Samatata coin".
  25. Wood (2002), illus.
  26. Sims-Williams (online) Encyclopedia Iranica.
  27. H. Humbach, 1975, pp. 402–408.
  28. Khodadad Rezakhani (2017). «From the Kushans to the Western Turks». Στο: Touraj Daryaee. King of the Seven Climes: A History of the Ancient Iranian World (3000 BCE - 651 CE). Ancient Iran Series. 4. Brill. σελ. 201. ISBN 978-90-04-46064-5. Kanishka, known as the Great (....) He is also known through mentions of him in many Indian epic and religious sources, where he is associated with the spread of Buddhism in Central Asia (Bivar 1983: 190f; Staviskij 1986: 201-215). Despite this concentration on his support of Buddhism, however, he appears to have been a ruler more akin to Constantine the Great than Theodosius the Great, in that he did not himself convert to Buddhism, rather rendering his support to the religion (Stavinskij 1986: 215-229; Grenet 2006). 
  29. M. Saleem Beg (2020). «Sacred Architecture of Kashmir: Language of Identity». Social Scientist 48: 75–80. ISSN 0970-0293. 
  30. Dobbins (1971).
  31. "In Gandhara the appearance of a halo surrounding an entire figure occurs only in the latest phases of artistic production, in the fifth and sixth centuries. By this time in Afghanistan the halo/mandorla had become quite common and is the format that took hold at Central Asian Buddhist sites." in «Metropolitan Museum of Art». metmuseum.org. 
  32. The Crossroads of Asia, p. 201.
  33. Early History of Kausambi p.xxi
  34. Epigraphia Indica 8 p. 179
  35. "The Buddhist Triad, from Haryana or Mathura, Year 4 of Kaniska (ad 82). Kimbell Art Museum, Fort Worth." in Museum (Singapore), Asian Civilisations· Krishnan, Gauri Parimoo (2007). The Divine Within: Art & Living Culture of India & South Asia (στα Αγγλικά). World Scientific Pub. σελ. 113. ISBN 9789810567057. 
  36. Behrendt, Kurt A. (2007). The Art of Gandhara in the Metropolitan Museum of Art (στα Αγγλικά). Metropolitan Museum of Art. σελ. 48, Fig. 18. ISBN 978-1-58839-224-4. 
  37. FUSSMAN, Gérard (1974). «Documents Epigraphiques Kouchans». Bulletin de l'École française d'Extrême-Orient 61: 54–57. doi:10.3406/befeo.1974.5193. ISSN 0336-1519. 
  38. Rhi, Juhyung. Identifying Several Visual Types of Gandharan Buddha Images. Archives of Asian Art 58 (2008) (στα Αγγλικά). σελίδες 53–56. 
  39. The Classical Art Research Centre, University of Oxford (2018). Problems of Chronology in Gandhāran Art: Proceedings of the First International Workshop of the Gandhāra Connections Project, University of Oxford, 23rd-24th March, 2017. Archaeopress. σελ. 45, notes 28, 29. 
  40. Sircar, Dineschandra (1971). Studies in the Religious Life of Ancient and Medieval India (στα Αγγλικά). Motilal Banarsidass Publ. ISBN 978-81-208-2790-5. 
  41. Sastri, H. krishna (1923). Epigraphia Indica Vol-17. σελίδες 11–15. 
  42. Luders, Heinrich (1961). Mathura Inscriptions. σελίδες 148–149. 
  43. Σφάλμα αναφοράς: Σφάλμα παραπομπής: Λανθασμένο <ref>. Δεν υπάρχει κείμενο για τις παραπομπές με όνομα PC.
  44. Hargreaves (1910–11), pp. 25–32.
  45. Spooner, (1908–9), pp. 38–59.
  46. Kumar (1973), p. 95.
  47. Kumar (1973), p. 91.
  48. Kumar (1973).
  49. Xuanzang, quoted in: Kumar (1973), p. 93.

== Αναφορές == 

Εξωτερικές συνδέσεις

Επεξεργασία