Ο νεροβούβαλος (επιστημονική ονομασία: Bubalus bubalis) είναι μεγάλο βοοειδές το προέρχεται από την Ινδική υποήπειρο, τη νοτιοανατολική Ασία και την Κίνα. Σήμερα έχει επεκταθεί στην Ευρώπη, την Αυστραλία, τη Βόρεια και Νότια Αμερική και μερικές χώρες της Αφρικής.[1] Ο άγριος νεροβούβαλος (Bubalus arnee), ιθαγενής στη Νοτιοανατολική Ασία, θεωρείται ως διαφορετικό είδος, αλλά πιθανότατα αποτελεί τον πρόγονο του οικόσιτου νεροβούβαλου.[2]

Νεροβούβαλος
Δύο νεροβούβαλοι στο Λάος
Δύο νεροβούβαλοι στο Λάος
Κατάσταση διατήρησης
Εξημερωμένο
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Θηλαστικά (Mammalia)
Τάξη: Αρτιοδάκτυλα (Artiodactyla)
Οικογένεια: Βοοειδή (Bovidae)
Υποοικογένεια: Βοοίναι (Bovinae)
Γένος: Βούβαλος (Bubalus)
Είδος: B. bubalis
Διώνυμο
Bubalus bubalis
Λινναίος, 1758

Αναγνωρίζονται δύο είδη νεροβούβαλων, με βάση μορφολογικά και συμπεριφορικά κριτήρια: ο ποτάμιος βούβαλος της Ινδίας, ο οποίος απαντά επίσης δυτικότερα στην Αίγυπτο, τα Βαλκάνια και την Ιταλία, και ο βούβαλος των βάλτων, από το Άσαμ στα δυτικά προς τη νοτιοανατολική Ασία και την κοιλάδα του Γιανγκτσέ στην Κίνα στα ανατολικά.[1][3] Η προέλευση του νεροβούβαλου αμφισβητείται, αν και φυλογενετικές μελέτες υποδεικνύουν ότι ο ποτάμιος βούβαλος εξημερώθηκε στην Ινδία πριν 5.000 χρόνια και ο βούβαλος των βάλτων στην Κίνα πριν 4.000 χρόνια.[4] Οι νεροβούβαλοι ήταν αντικείμενο εμπορείου στη Μεσοποταμία και στον πολιτισμού της κοιλάδας του Ινδού.[5]

Υπάρχουν τουλάχιστον 130 εκατομμύρια νεροβούβαλοι και περισσότεροι άνθρωποι εξαρτώνται από αυτούς παρά οποιοδήποτε άλλο οικόσιτο ζώο. Είναι κατάλληλοι για το όργωμα των οριζώνων και το γάλα τους είναι πλουσιότερο σε λίπος και πρωτεΐνες σε σχέση με το αγελαδινό. Ένας μεγάλος άγριος πληθυσμός εγκαταστάθηκε στην Αυστραλία στα τέλη του 19ου αιώνα και μικρότερα άγρια κοπάδια βρίσκονται στην Παπούα Νέα Γουινέα, την Τυνησία και τη βορειοανατολική Αργεντινή.[1]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 Cockrill, W. R. (1977). The water buffalo (PDF). Rome: Animal Production and Health Series No. 4. Food and Agriculture Organization of the United Nations. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 16 Ιουνίου 2013. Ανακτήθηκε στις 26 Μαΐου 2020. 
  2. Lau, C. H.; Drinkwater, R. D.; Yusoff, K.; Tan, S. G.; Hetzel, D. J. S.; Barker, J. S. F. (1998). «Genetic diversity of Asian water buffalo (Bubalus bubalis): mitochondrial DNA D-loop and cytochrome b sequence variation». Animal Genetics 29 (4): 253–264. doi:10.1046/j.1365-2052.1998.00309.x. PMID 9745663. http://psasir.upm.edu.my/id/eprint/40058/1/Genetic%20diversity%20of%20Asian%20water%20buffalo%20%28Bubalus%20bubalis%29.pdf. 
  3. Cockrill, W. R., επιμ. (1974). The husbandry and health of the domestic buffalo. Rome: Food and Agriculture Organization of the United Nations. 
  4. Yang, D. Y.; Liu, L.; Chen, X.; Speller, C. F. (2008). «Wild or domesticated: DNA analysis of ancient water buffalo remains from north China». Journal of Archaeological Science 35 (10): 2778–2785. doi:10.1016/j.jas.2008.05.010. https://www.sfu.ca/~donyang/adnaweb/Yang%20et%20al.%202008.pdf. 
  5. McIntosh, J. (2008). The Ancient Indus Valley: New Perspectives. ABC-CLIO, Santa Barabara.