Ούγος της Προβηγκίας

(Ανακατεύθυνση από Ούγος της Ιταλίας)

Ο Ούγος της Αρλ ή Ούγος της Προβηγκίας (Hugues d'Arles, 880[1]10 Απριλίου 947) ήταν βασιλιάς της Ιταλίας από το 926 έως τον θάνατό του το 947. Προερχόταν από τον Οίκο των Μποζονιδών και ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Θεοβάλδου της Αρλ και της Μπέρτας, θυγατέρας του Λοθαρίου Β΄ της Λοθαριγγίας. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του προσπάθησε να δημιουργήσει σχέσεις με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στην Κωνσταντινούπολη. Είχε πολλές επιτυχίες με τους εξωτερικούς εχθρούς του, αλλά οι πολιτικές του δημιούργησαν πολλούς εσωτερικούς εχθρούς, που αποδυνάμωσαν την εξουσία του ως τον θάνατό του.

Ούγος της Προβηγκίας
Ο Ούγος και η 3η σύζυγός του Μαροζία
Περίοδος9 Ιουλίου 926 – 10 Απριλίου 947
ΠροκάτοχοςΡοδόλφος Β' της Βουργουνδίας
ΔιάδοχοςΛοθάριος Β΄ της Ιταλίας
Γέννηση880
Αρλ, Γαλλία
Θάνατος10 Απριλίου 947 (67 ετών)
Αρλ, Γαλλία
ΣύζυγοςΒίλλα της Προβηγκίας
Άλντα
Μαροζία
Μπέρτα της Σουαβίας
ΕπίγονοιΛοθάριος Β΄ της Ιταλίας
(νόθος) Ουμβέρτος του Σπολέτο
(νόθη) Μπέρτα
ΟίκοςΟίκος των Μποζονιδών
ΠατέραςΘεοβάλδος της Αρλ
ΜητέραΜπέρτα
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Δούκας της Προβηγκίας Επεξεργασία

Κληρονομώντας τις κομητείες της Αρλ και του Βιέν, έγινε ένας από τους ισχυρότερους ευγενείς του βασιλείου της Προβηγκίας. Όταν ο Λουδοβίκος ο Τυφλός που ήταν βασιλιάς της Προβηγκίας τυφλώθηκε και εξορίστηκε (905), ο Ούγος της Αρλ έγινε αντιβασιλιάς και πήρε τον τίτλο του δούκα της Προβηγκίας (911).[2] Μετακίνησε την πρωτεύουσά του στην Αρλ και νυμφεύτηκε την ετεροθαλή αδελφή τού Λουδοβίκου, τη Γκίλλα, κόρη του Μπόζο της Προβηγκίας και χήρα του Ροδόλφου Α΄ της Βουργουνδίας.[3] Σε άγνωστη στιγμή στρατός από την Προβηγκία υπό την ηγεσία του Ούγου και του αδελφού του Μπόζο επιτέθηκε στη Λομβαρδία με την υποστήριξη της μητέρας του Ούγου. Η επίθεση έγινε σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Ζ΄ τον Πορφυρογέννητο την περίοδο 923-924, αλλά ο Λιουτπράνδος της Κρεμόνας τη χρονολογεί ενωρίτερα, την περίοδο 917 - 920.[4] Το 922 ευγενείς εξεγέρθηκαν κατά του Βερεγκάριου της Ιταλίας, ορίζοντας τον Ροδόλφο Β΄ της Βουργουνδίας βασιλιά της Ιταλίας. Ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε, τερματίστηκε με τη δολοφονία του Βερεγγάριου Α΄ (924).[5]

Βασιλιάς της Ιταλίας Επεξεργασία

Οι υποστηρικτές του Βερεγγάριου Α΄ όρισαν βασιλιά της Ιταλίας τον Ούγο (925), ενώ ο Ροδόλφος Β΄ εξορίστηκε (926). Τότε ο Ούγος διέσχισε τις Άλπεις για να στεφθεί βασιλιάς· την ίδια ώρα ο Λουδοβίκος της Προβηγκίας έδινε την κομητεία του Βιέν στον γιο του Κάρολο–Κωνσταντίνο. Μετά τον θάνατο του Λουδοβίκου στις 5 Ιουνίου 928, ο Ούγος κατέλαβε την Προβηγκία, εφάρμοσε σωστή κεντρική διοίκηση και αντιμετώπισε επιτυχώς τις επιδρομές των Μαγυάρων. Ο Ούγος παραχώρησε στον γιο τού Ερβέρτου Β΄ των Βερμαντουά Όντο το Βιέν, στη θέση του Καρόλου–Κωνσταντίνου. Βρισκόταν ακόμη σε σύγκρουση με τον Ροδόλφο της Βουργουνδίας, ελπίζοντας να έχει την υποστήριξη του Γάλλου μονάρχη Ροδόλφου. Ο Ροδόλφος της Γαλλίας, που κατάφερε να αποκτήσει τον έλεγχο του Βιέν και της Λυών, παραχώρησε το Βιέν ξανά στον Κάρολο-Κωνσταντίνο ως αποζημίωση (931). Ο Ούγος επέστρεψε στην Ιταλία, όπου επικεντρώθηκε στις προσπάθειες να πάρει το στέμμα και να το διατηρήσει για τον εαυτό του και τους απογόνους του. Κατάφερε -μετά από πίεση- να πείσει τους ευγενείς να αναγνωρίσουν ως διάδοχό του τον γιο του Λοθάριο Β΄, ο οποίος στέφθηκε μαζί του τον Απρίλιο τού 931.

Αποτυχία να πραγματοποιήσει δεύτερο γάμο Επεξεργασία

Την ίδια χρονιά κατηγόρησε τον ετεροθαλή αδελφό του Λαμβέρτο της Τοσκάνης για προδοσία και τον εξόρισε. Ο πραγματικός λόγος εξορίας ήταν ότι ο Λαμβέρτος τού στάθηκε εμπόδιο στην πραγματοποίηση του δεύτερου γάμου του. Το 936 ο Ούγος αντικατέστησε τον Μπόζο της Τοσκάνης με τον γιο του Ουμβέρτο. Οι προσπάθειες του Ούγου να επεκτείνει τις συμμαχίες του με έναν δεύτερο γάμο απέτυχαν. Η νύφη Μαροζία ήταν χήρα δύο φορές, τού Αλβέριχου Α΄ του Σπολέτο και τού Ούγου, ετεροθαλούς αδελφού τού Γουίδων της Τοσκάνης, κάτι που ήταν αντίθετο με τους εκκλησιαστικούς κανόνες. Γι' αυτό αφαίρεσε την Τοσκάνη από τους απογόνους τού δεύτερου γάμου της μητέρας του, παραδίδοντας την στον πατρικό του συγγενή Μπόζο. Αυτό έκανε τον Αλβέριχο Β΄, γιο της Μαροζίας από τον πρώτο της γάμο, να κάνει πραξικόπημα κατά του Ούγου. Η Μαροζία φυλακίστηκε και πεβίωσε φυλακισμένη λίγο αργότερα.

Ανατροπή Επεξεργασία

Για να επεκτείνει την εξουσία του στο Μιλάνο, τοποθέτησε αρχιεπίσκοπο του Μιλάνου τον νόθο γιο του Θεοβάλδο στη θέση του Αρδέριχου. Συνέχισε την άμυνα του κράτους του εναντίον των Μαγυάρων και των Ανδαλουσιανών πειρατών και έκανε συμφωνία με τον Ροδόλφο (933), με την οποία εγκατέλειψε τα δικαιώματά του στην Ιταλία παραμένοντας στην Προβηγκία (933). Διατήρησε φιλικές σχέσεις με το Βυζάντιο· το 942 έδωσε στον Αλβέριχο Β΄ μια από τις κόρες του ως σύζυγο. Ο Ούγος συνέχιζε την τακτική να παραχωρεί περιοχές και αξιώματα σε ανθρώπους του στενού περιβάλλοντός του, κάτι που έφερε την αντίδραση της αριστοκρατίας: ο Βερεγγάριος Β΄ της Ιταλίας επαναστάτησε και εξορίστηκε (941). Το (945) επέστρεψε ο Βερεγγάριος από την εξορία του στη Γερμανία, νίκησε σε μάχη τον Ούγο και τον εκθρόνισε. Αυτός κατέφυγε στην Προβηγκία, αλλά εξακολουθούσε να διατηρεί τον βασιλικό τίτλο.

Οικογένεια Επεξεργασία

Νυμφεύτηκε πρώτα τη Βίλλα της Προβηγκίας· δεν απέκτησαν τέκνα.

Από τη 2η σύζυγό του Άλντα/Χίλντα, Γερμανικής καταγωγής, ο Ούγος είχε τέκνα:

Από την 3η σύζυγό του Μαροζία, κόρη του Θεοφυλάκτου Α΄ κόμη του Τούσκουλου, δεν απέκτησε απογόνους.

Από την 4η σύζυγό του Μπέρτα των Χουνφριδιδών, κόρη του Μπούρχαρτ Β΄ δούκα της Σουαβίας, δεν είχε τέκνα.

Από διάφορες ερωμένες απέκτησε φυσικά τέκνα. Από την ευγενή Βαλντελμόντα:

  • (νόθος) Ουμβέρτος απεβ. π. 969, μάργραβος της Τοσκάνης.

Από την χαμηλής καταγωγής Πετσόλα, που ο λαός την αποκαλούσε Αφροδισία:

Από την ευγενή Ρότρουντα της Παβίας, που ο λαός αποκαλούσε Ηραία και ήταν χήρα του Γκίζελμπερτ Α΄ του Μπέργκαμο:

  • (νόθη) Ρότλιντ/Ρόλεντ, παντρεύτηκε τον Μπέρναρντ κόμη της Παβίας.

Από τη Στεφανία, που ο λαός την αποκαλούσε Σέμελεν:

  • (νόθος) Τέμπαλντ. Ο Ούγος προσπάθησε να τον κάνει αρχιεπίσκοπο του Μιλάνου.

Από μία άγνωστη ερωμένη:

  • (νόθος) Γοδεφρείδος, ηγούμενος της Νονάντολα.

Επίσης ένας νεαρός υπηρέτης, που εκπαιδεύτηκε στην Αυλή της παραδοσιακής πρωτεύουσας της Λομβαρδίας, της Παβίας, μεγάλωσε και έγινε ο:

  • (νόθος) Λιουτπράνδος, επίσκοπος της Κρεμόνας και χρονογράφος του 10ου αι. Η πίστη του στη μνήμη του Ούγου κάνουν μερικούς να τον καταγράψουν στα τέκνα εκείνου.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Keller 1971.
  2. McKitterick, 267.
  3. Bouchard 1999, σελ. 340-341.
  4. Previté Orton, 340.
  5. Bouchard 1999, σελ. 340-341.

Πηγές Επεξεργασία

  • Bouchard, Constance Brittain (1999). "Burgundy and Provence, 879–1032". In Reuter, Timothy; McKitterick, Rosamond. The New Cambridge Medieval *History, c.900-c.1024. Volume 3. Cambridge University Press.
  • Keller, Hagen (1971). "Bosone di Toscana". Dizionario Biografico degli Italiani. 13. Rome: Istituto dell'Enciclopedia Italiana.
  • Llewellyn, Peter (1971). Rome in the Dark Ages. Constable.
  • McKitterick, Rosamond (1983). The Frankish Kingdoms under the Carolingians, 751–987. London: Longman.
  • Previté-Orton, C. W. (1917). "Italy and Provence, 900–950". The English Historical Review. 32 (127): 335–347.
  • Riché, Pierre (1993). The Carolingians: a family who forged Europe. University of Pennsylvania Press.
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Βερεγγάριος Α΄
Βασιλιάς της Ιταλίας
924 - 947
Διάδοχος
Λοθάριος Β΄