Άνγκελα Μέρκελ

πρώην Καγκελάριος Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (2005-2021)

Η Άγγελα Δωροθέα Μέρκελ (Angela Dorothea Merkel, γεννήθηκε Kasner) (Αμβούργο, 17 Ιουλίου 1954)[1] είναι Γερμανίδα πολιτικός (CDU), η οποία διετέλεσε Καγκελάριος της Γερμανίας από τις 22 Νοεμβρίου 2005 έως τις 8 Δεκεμβρίου 2021.

Άγγελα Μέρκελ
Καγκελάριος της Γερμανίας
Περίοδος
22 Νοεμβρίου 2005 – 8 Δεκεμβρίου 2021
ΠρόεδροςΧορστ Κέλερ
(2005-2010)
Κρίστιαν Βουλφ
(2010-2012)
Γιοάχιμ Γκάουκ
(2012-2017)
Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ (2017-2021)
ΑναπληρωτήςΦραντς Μιντεφέρινγκ (2005-2007)
Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ (2007-2009)
Γκίντο Βεστερβέλε (2009-2011)
Φίλιπ Ρέσλερ (2011-2013)
Ζίγκμαρ Γκάμπριελ (2013-2018)
Όλαφ Σολτς (2018-2021)
ΠροκάτοχοςΓκέρχαρντ Σρέντερ
ΔιάδοχοςΌλαφ Σολτς
Ομοσπονδιακός Υπουργός Περιβάλλοντος της Γερμανίας
Περίοδος
17 Νοεμβρίου 1994 – 26 Οκτωβρίου 1998
ΚαγκελάριοςΧέλμουτ Κολ
ΠροκάτοχοςΚλάους Τέπφερ
ΔιάδοχοςΓιούργκεν Τρίτιν
Ομοσπονδιακός Υπουργός Γυναικών και Νεολαίας της Γερμανίας
Περίοδος
18 Ιανουαρίου 1991 – 17 Νοεμβρίου 1994
ΚαγκελάριοςΧέλμουτ Κολ
ΠροκάτοχοςΟύρσουλα Λερ
ΔιάδοχοςΚλαούντια Νόλτε
Πρόεδρος της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης της Γερμανίας (CDU)
Περίοδος
10 Απριλίου 2000 – 7 Δεκεμβρίου 2018
ΠροκάτοχοςΒόλφγκανγκ Σόιμπλε
ΔιάδοχοςΆνεγκρετ Κραμπ-Κάρενμπαουερ
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση17 Ιουλίου 1954 (1954-07-17) (69 ετών), Αμβούργο, Δυτική Γερμανία (σήμερα Γερμανία)
ΕθνότηταΓερμανίδα
ΥπηκοότηταΓερμανία
Πολιτικό κόμμαΧριστιανοδημοκρατική Ένωση της Γερμανίας (CDU)
ΣύζυγοςΟύλριχ Μέρκελ (1977-1982)
Γιοάχιμ Ζάουερ (1998-σήμερα)
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο της Λειψίας
ΕπάγγελμαΦυσικός
Πολιτικός
ΘρήσκευμαΛουθηρανισμός
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ήταν η πρώτη γυναίκα καγκελάριος της Γερμανίας από την ίδρυση του Ομοσπονδιακού Κράτους το 1871. Επίσης ήταν η πρώτη πρώην πολίτης της Γερμανικής Λαϊκής Δημοκρατίας που υπήρξε ηγέτης της επανενωμένης Γερμανίας.

Το Νοέμβριο του 2007 της απονεμήθηκε το Βραβείο Καρλομάγνος για το έτος 2008. Συμπεριλήφθηκε στη λίστα που εξέδωσε το περιοδικό Time για τα «Πρόσωπα με τη Μεγαλύτερη Επιρροή Παγκοσμίως» για το έτος 2012[2], ενώ το 2015 ανακηρύχθηκε ως "Πρόσωπο της Χρονιάς" από το ίδιο περιοδικό. Το 2019 το Forbes για 14η συνεχόμενη χρονιά την κατέταξε πρώτη στη λίστα με τις ισχυρότερες γυναίκες του κόσμου[3][4].

Βιογραφικά στοιχεία Επεξεργασία

Κόρη του λουθηρανού πάστορα Χορστ Κάσνερ και της δασκάλας Χέρλιντ Κάσνερ, η Μέρκελ γεννήθηκε στις 17 Ιουλίου 1954 στο Αμβούργο. Λίγο μετά τη γέννησή της, ο πατέρας της ανέλαβε θέση σε εκκλησία της Ανατολικής Γερμανίας. Έτσι η οικογένεια μετακόμισε στο Τεμπλίν, 80 χιλιόμετρα περίπου βόρεια του Βερολίνου. Η Άνγκελα Μέρκελ έζησε μέχρι το 1990 στη σοσιαλιστική Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία.

Όπως οι περισσότεροι μαθητές, έτσι και η Μέρκελ ήταν μέλος της επίσημης νεολαίας του σοσιαλιστικού κόμματος, της Ελεύθερης Γερμανικής Νεολαίας (FDJ). Αργότερα έγινε μέλος περιφερειακού προεδρείου και γραμματέας αγκίτ-προπ της οργάνωσης, που έμεινε μέχρι το 1984. Από το 1973 μέχρι το 1978 σπούδασε φυσική στη Λειψία. Στο διάστημα αυτό (το 1977) παντρεύτηκε τον συμφοιτητή της Ούλριχ Μέρκελ. Ο γάμος αυτός διήρκεσε μέχρι το 1982. Από το 1978 μέχρι το 1990 εργάστηκε στο Κεντρικό Ινστιτούτο Φυσικής Χημείας (ZIPC) στο Ανατολικό Βερολίνο, όπου γνώρισε τον χημικό Γιοάχιμ Ζάουερ, τον οποίο παντρεύτηκε στις 30 Δεκεμβρίου 1998.

Ο παππούς της, Λούντβικ Μάριαν Καζμιέζτσακ ήταν Πολωνός[5]. Στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρετώντας το γερμανικό στρατό, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες βρέθηκε στη γαλλική πλευρά, οπού εθελοντικά υπηρέτησε τον νεοσύστατο πολωνικό στρατό.[6] Μένοντας στη Γερμανία, το 1930 άλλαξε το επίθετο του σε Κάσνερ.[7]. Πολωνικές ρίζες παρατηρούνται και στην οικογένεια της μητέρας[8].

Η Άνγκελα Μέρκελ μιλάει επίσης αγγλικά και ρώσικα.

Εκπαίδευση και επιστημονική σταδιοδρομία Επεξεργασία

Στο σχολείο η Μέρκελ έμαθε άπταιστα ρωσικά και βραβεύθηκε για την ευχέρεια της στα ρωσικά και τα μαθηματικά. Ήταν η καλύτερη στην τάξη της στα δύο παραπάνω μαθήματα και ολοκλήρωσε το Αμπιτούρ της με βαθμό 1.0 (το υψηλότερο δυνατό).[9]

Η Μέρκελ συνέχισε τις σπουδές της στο πανεπιστήμιο Καρλ Μαρξ της Λειψίας, όπου σπούδασε φυσική από το 1973 έως το 1978. Ενώ ήταν φοιτήτρια συμμετείχε στην ανακατασκευή του ερίπειου του Μοριτσμπαστάι, μια πρωτοβουλία των φοιτητών για να κατασκευάσουν τον δικό τους σύλλογο και χώρο αναψυχής στην πόλη. Αυτή η πρωτοβουλία ήταν κάτι ασυνήθιστο στην Ανατολική Γερμανία της εποχής και το πανεπιστήμιο αρχικά αντιστάθηκε στην ιδέα. Με τη υποστήριξη της τοπικής ηγεσίας του Κόμματος της Σοσιαλιστικής Ενότητας της Γερμανίας το εγχείρημα προχώρησε.[10]

Πολιτική δράση Επεξεργασία

Αρχές (1989 - 1990) Επεξεργασία

Το Δεκέμβριο του 1989, λίγες εβδομάδες μετά την κατάρρευση του τείχους του Βερολίνου, η Μέρκελ προσχώρησε στη Δημοκρατική Αφύπνιση (Demokratischer Aufbruch, DA), δημοκρατικό πολιτικό κόμμα της Γερμανικής Λαϊκής Δημοκρατίας, που είχε ιδρυθεί πρόσφατα από τους πάστορες Ράινερ Έπελμαν, Φρίντριχ Σορλέμερ και τον δικηγόρο Βόλφγκανγκ Σνουρ. Δυο μήνες αργότερα έγινε υπεύθυνη ενημέρωσης τύπου του DA, το οποίο, ακολουθώντας την πορεία του δυτικογερμανικού CDU, είχε ως κύριους στόχους την επανένωση των γερμανικών κρατών και την εγκατάσταση της ελεύθερης οικονομίας στην ανατολική Γερμανία. Αφού το DA πήρε στις ανατολικογερμανικές κοινοβουλευτικές εκλογές του Φεβρουαρίου του 1990 μόνο το 0,9% των ψήφων, ο πρόεδρος του συμμαχικού ανατολικογερμανικού CDU Λόταρ ντε Μεζιέρ, του κόμματος που είχε βγει πρώτη δύναμη του νέου κοινοβουλίου, διόρισε τη Μέρκελ κυβερνητική εκπρόσωπο, ενώ ο ίδιος διατέλεσε τελευταίος πρωθυπουργός του ανατολικογερμανικού κράτους.

 
Δίπλα στον Λόταρ ντε Μεζιέρ, τον τελευταίο πρωθυπουργό της Ανατολικής Γερμανίας, τον Αύγουστο του 1990

Με την επανένωση των γερμανικών κρατών τον Οκτώβριο του ίδιου έτους χάθηκε μαζί με το ανατολικογερμανικό κράτος και η θέση της Μέρκελ. Το DA, που είχε ενωθεί με το ανατολικό CDU, τώρα προσχώρησε στο δυτικό αντίστοιχό του. Με προώθηση του τότε καγκελαρίου της ενωμένης Γερμανίας Χέλμουτ Κολ (CDU), δόθηκε η ευκαιρία στον ντε Μεζιέρ, ο οποίος διορίστηκε υπουργός ιδιαιτέρων καθηκόντων, και μαζί του στη Μέρκελ να συμβάλλουν στην πολιτική της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας. Μέλος του CDU πλέον, η Μέρκελ υπέβαλλε υποψηφιότητα σε εκλογική περιφέρεια του κρατιδίου του Μεκλεμβούργου-Προπομερανίας στις κοινοβουλευτικές εκλογές του Δεκεμβρίου του 1990. Ο ενθουσιασμός για την επανένωση και ειδικά οι ανατολικές ψήφοι εξασφάλισαν στον Κολ θριαμβευτική νίκη και στον αντίπαλό του Όσκαρ Λαφοντέν (τότε SPD) το χειρότερο αποτέλεσμα του κόμματός του μετά το 1957. Έτσι ένα χρόνο μετά την προσχώρησή της στο DA και μετά από έξι μήνες περίπου συμμετοχή ως μέλος στο CDU, η Άνγκελα Μέρκελ έγινε ομοσπονδιακή υπουργός γυναικείων υποθέσεων και νεολαίας. Η μικρότερη σε ηλικία υπουργός στην ιστορία της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας ορκίστηκε στις 18 Ιανουαρίου 1991.

Υπουργός (1991 - 1998) Επεξεργασία

Στην κυβέρνηση Χέλμουτ Κολ ήταν από το 1991 μέχρι το 1994 υπουργός γυναικείων υποθέσεων και νεολαίας και από το 1994 μέχρι το 1998 υπουργός περιβάλλοντος.

Σαν βουλευτής του CDU σύντομα αποδείχτηκε μέρος του συντηρητικού ρεύματος του κόμματος. Έτσι, π.χ., σχετικά με τον νόμο για την έκτρωση (παράγραφο 218) ήταν κατά του "κανόνα προθεσμίας" σύμφωνα με τον οποίο γυναίκες μπορούσαν να κάνουν έκτρωση εντός τριών μηνών.
Με το ανατολικογερμανικό παρελθόν της η Μέρκελ διέφερε από τους "κλασικούς" βουλευτές του CDU. Ενώ οι συνομήλικοι της βουλευτές στηρίζονταν στις κλίκες που είχαν δημιουργήσει στα χρόνια τους στη Χριστιανοδημοκρατική Νεολαία ("Junge Union"), η Μέρκελ στηρίζονταν αποκλειστικά στον καγκελάριο Χέλμουτ Κολ (οι εφημερίδες της περιόδου εκείνης τη χαρακτήριζαν "το κορίτσι του Κολ"). Πέραν αυτού δεν είχε καμία ιδιαίτερη θέση στην ιεραρχία του κόμματος. Έτσι το Νοέμβριο του 1991 υπέβαλλε υποψηφιότητα για την προεδρία της κρατιδιακής κομματικής οργάνωσης του Βρανδεμβούργου, όπου όμως δεν ψηφίστηκε. Ένα μήνα αργότερα ο ομοσπονδιακός αναπληρωτής πρόεδρος του CDU και παλιός της υποστηρικτής Λόταρ ντε Μεζιέρ αναγκάστηκε να αποσυρθεί από τη θέση του λόγω αποκαλύψεων του γερμανικού τύπου σχετικά με τη συνεργασία του με την ανατολικογερμανική υπηρεσία κρατικής ασφάλειας "Στάζι". Η Μέρκελ ψηφίστηκε διάδοχός του στο συνέδριο της Δρέσδης στα τέλη του 1991. Αφού το 1993 ο πρόεδρος της κρατιδιακής κομματικής οργάνωσης Μεκλεμβούργου-Προπομερανίας και ομοσπονδιακός υπουργός Μεταφορών Γκίντερ Κράουζε (επίσης πρώην Ανατολικογερμανός πολίτης) αναγκάστηκε μετά από διάφορα σκάνδαλα να αποσυρθεί, η Μέρκελ ανέλαβε τον Μάιο, με την υποστήριξη του Κολ, την προεδρία του κρατιδιακού CDU Μεκλεμβούργου-Προπομερανίας.

Στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 1994 η κυβέρνηση Κολ κατάφερε να εξασφαλίσει μικρή πλειοψηφία και η Μέρκελ έγινε υπουργός περιβάλλοντος. Αφού τον Απρίλιο του 1995 επιστρατεύθηκε ισχυρή αστυνομική δύναμη (περισσότεροι από 7.000 αστυνομικοί) για την πρώτη μεταφορά φορτίου πυρηνικών αποβλήτων σε υπόγειες αποθήκες της πόλης Γκορλέμπεν, η Μέρκελ, σταθερή στο θέμα αυτό απέναντι στην πλειοψηφία του γερμανικού πληθυσμού και στη διαμαρτυρία του κρατιδίου της Κάτω Σαξωνίας απέκτησε τη φήμη βοηθού της πυρηνικής βιομηχανίας. Το 2004 χαρακτήρισε στη συλλογή συνεντεύξεων Mein Weg ως μια από τις "μεγαλύτερες επιτυχίες" της την "επιβολή του μονοπωλίου δύναμης του κράτους" στην τότε κατάσταση.

Αντιπολίτευση (1998 - 2005) Επεξεργασία

 
Κατά τη διάρκεια της CDU στην αντιπολίτευση, σε μια συνάντηση με τον Βλαντιμίρ Πούτιν

Στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 1998 το CDU απέσπασε με 35,2% των ψήφων το χειρότερο αποτέλεσμα στην ιστορία του. Ενώ ο Γκέρχαρντ Σρέντερ (SPD) ανέλαβε την καγκελαρία, το κόμμα της Μέρκελ έπεσε σε βαθιά κρίση. Με την παραίτηση του Χέλμουτ Κολ από πρόεδρο του κόμματος άρχισαν μεγάλες εσωκομματικές διαμάχες. Το διάστημα αυτό, με πρόταση του νέου προέδρου Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, η πρώην υπουργός Άνγκελα Μέρκελ έγινε γενική γραμματέας του κόμματος (Νοέμβριος 1998). Η θέση της αυτή στο ομοσπονδιακό κόμμα ήταν σημαντική στα πλαίσια του νέου αντιπολιτευτικού ρόλου του CDU.

Η αποκάλυψη του σκανδάλου των "μαύρων λογαριασμών" του CDU τον Νοέμβριο του 1999 σημάδεψε την πολιτική ζωή της χώρας το 2000 και αποτέλεσε σημαντικό σταθμό στη σταδιοδρομία της Μέρκελ. Αποκαλύφτηκε ένα σύστημα παράνομης χρηματοδότησης της κομματικής οργάνωσης μέσω λογαριασμών στην Ελβετία. Οι ανώνυμες αυτές "δωρεές" ανέρχονταν συνολικά στα 6,1 εκατομμύρια περίπου ευρώ, ενώ ο Χέλμουτ Κολ κατηγορηματικά αρνιόταν να προβεί σε οποιαδήποτε αποκάλυψη σχετικά με την προέλευση των παράνομων δωρεών. Τον Δεκέμβριο του 1999 η Μέρκελ δημοσίευσε άρθρο στη γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ), όπου (δίχως να έχει συμβουλευτεί πριν τον πρόεδρο Σόιμπλε) απαίτησε στο όνομα του κόμματος την ανεξαρτητοποίηση από τον Κολ. Η ανοιχτή αυτή αποστασιοποίηση του "κοριτσιού του Κολ" από τον παλιό της υποστηρικτή εξέπληξε τον γερμανικό πληθυσμό. Επίσης στο άρθρο της FAZ παρουσίασε τον εαυτό της ως μέλος του προεδρείου, που ήταν αποφασισμένο όπως κανένα άλλο να θέσει ένα τέλος στο "σύστημα Κολ", παραπέμποντας έτσι στη διστακτικότητα του Σόιμπλε. Σχετικά με την αποστασιοποίηση από τον Κολ θα πει αργότερα σε συνέντευξη: "Εμείς οι Ανατολικογερμανοί μάθαμε να συμβιβαζόμαστε με τους εξουσιαστές, δίχως όμως να δημιουργούμε απόλυτες δεσμεύσεις." ([1][νεκρός σύνδεσμος]) Στις 18 Ιανουαρίου 2000 ο Χέλμουτ Κολ παραιτήθηκε από το αξίωμα του επίτιμου προέδρου της παράταξης (αξίωμα που του εξασφάλιζε μεταξύ άλλων θέση στο κομματικό προεδρείο) μετά τις πιέσεις και τις κατηγορίες που δέχτηκε από συμπολίτευση και αντιπολίτευση. Στις 16 Φεβρουαρίου παραιτήθηκε και ο διάδοχος του Κολ, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, από την ηγεσία του κόμματος και της κοινοβουλευτικής ομάδας, αφού πριν παραδέχτηκε ότι και αυτός είχε δεχτεί παράνομη δωρεά για το κόμμα από εκπρόσωπο της πολεμικής βιομηχανίας. Στις 10 Απριλίου η Μέρκελ εκλέχτηκε στο συνέδριο του Έσσεν ομοσπονδιακή πρόεδρος του CDU. Ωστόσο η προέλευση των παράνομων δωρεών έμεινε άγνωστη μέχρι σήμερα.

Αμέσως μετά την ήττα του υποψήφιου καγκελαρίου Έντμουντ Στόιμπερ στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2002 ζήτησε και ανέλαβε την ηγεσία της κοινοβουλευτικής ομάδας για να αντιμετωπίσει την κυβέρνηση Σρέντερ ως επικεφαλής της αντιπολίτευσης.

Αξιοσημείωτη είναι η στάση της απέναντι στην απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης το 2003, να μην συμπράξει στον πόλεμο των ΗΠΑ κατά του Ιράκ. Ενώ το διάστημα εκείνο πραγματοποιήθηκαν πολλές αντιπολεμικές διαδηλώσεις και βάσει δημοσκοπήσεων περίπου τα 80% του γερμανικού πληθυσμού ήταν κατά του πολέμου, η ίδια, υποστηρίζοντας απόλυτα τη θέση της κυβέρνησης Μπους, δημοσίευσε στις 22 Φεβρουαρίου 2003 άρθρο στην αμερικανική εφημερίδα Washington Post με τίτλο "Ο Σρέντερ δεν αντιπροσωπεύει όλους τους Γερμανούς".

Στις 20 Σεπτεμβρίου 2005 ξαναψηφίστηκε πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματός της.

Καγκελαρία (από το 2005) Επεξεργασία

Μετά από δύσκολες διαπραγματεύσεις συμφωνήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2005 ο μεγάλος συνασπισμός των κομμάτων CDU, CSU και SPD. Η Άνγκελα Μέρκελ διαδέχτηκε ως επικεφαλής της νέας κυβέρνησης τον Γκέρχαρντ Σρέντερ.

Μετά τη νίκη του CDU στις Γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές του 2009 στις 27 Σεπτεμβρίου ανανεώθηκε η θητεία της στην καγκελαρία, ενώ ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις για συνασπισμό με το Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα.[11] Εξελέγη επίσημα καγκελάριος από το κοινοβούλιο στις 28 Οκτωβρίου 2009.

Μετά τη νίκη της στις εκλογές του 2013, σχηματίστηκε η τρίτη κυβέρνησή της. Η Μέρκελ επανεξελέγη καγκελάριος και ορκίστηκε κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού.

Εξελέγη καγκελάριος για τέταρτη συνεχόμενη φορά στις εκλογές του 2017. Στις 14 Μαρτίου 2018 σχηματίστηκε η τέταρτη κυβέρνησή της με τη συμμετοχή των κομμάτων CDU, CSU και SPD.[12]

Στις εκλογές του 2021 δεν έβαλε εκ νέου υποψηφιότητα και η θητεία της τελείωσε στις 8 Δεκεμβρίου 2021 με την εκλογή στην Καγκελαρία του διαδόχου της, Όλαφ Σολτς.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Langguth, Gerd (2005). Angela Merkel (στα Γερμανικά). Munich: dtv. ISBN 3-423-24485-2. [Merkel] wollte immer mit der Betonung auf dem 'e' Angela genannt werden. 
  2. Angela Merkel Αρχειοθετήθηκε 2012-04-21 στο Wayback Machine., The 100 Most Influential People in the World, Time Magazine, Απρίλιος 2012.
  3. Releases, Forbes Press. «Angela Merkel, Christine Lagarde and Nancy Pelosi Top Forbes' 16th Annual List of The World's 100 Most Powerful Women». Forbes (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2019. 
  4. «Forbes: Ισχυρότερη γυναίκα του κόσμου για το 2019 η Μέρκελ». www.insider.gr. Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2019. 
  5. Stefan Kornelius, Angela Merkel. Pani Kanclerz, Ewelina Twardoch-Raś (tłum.), Poznań: Wydawnictwo Filia grupa Termedia, 2013, ISBN 978-83-63622-35-0, OCLC 860455790.
  6. Piotr Bojarski: Dziadek Angeli Merkel był w armii Hallera. Walczył z Niemcami? (pol.). W: Gazeta.pl Wiadomości [on-line]. Gazeta Wyborcza, 2013-03-22.
  7. die Welt: Kanzlerin Angela Merkel ist zu einem Viertel Polin
  8. DER SPIEGEL „Mut zu Zwischentönen“
  9. Langguth, Gerd (Αυγούστου 2005). Angela Merkel (στα Γερμανικά). DTV. σελ. 50. ISBN 3-423-24485-2. 
  10. Reitler, Torsten (27 March 2009). «Drogenwahn auf der Dauerbaustelle» (στα γερμανικά). Der Spiegel. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 January 2010. https://web.archive.org/web/20100113154152/http://einestages.spiegel.de/static/authoralbumbackground/3852/drogenwahn_auf_der_baustelle.html. Ανακτήθηκε στις 19 August 2011. 
  11. Victorious Merkel vows recovery BBC, 28-09-09
  12. «Νέα κυβέρνηση για τη Γερμανία, έπειτα από 171 ημέρες». in.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ – ΜΠΕ. 14 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 24 Αυγούστου 2019. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία