Αμβρόσιος Δαμαλάς

Έλληνας έμπορος και δήμαρχος Ερμούπολης

Ο Αμβρόσιος Δαμαλάς (2 Ιουνίου 1808-29 Ιουλίου 1869) ήταν έμπορος και δήμαρχος Ερμουπόλεως.

Αμβρόσιος Δαμαλάς
Ο Αμβρόσιος Δαμαλάς στο Ημερολόγιον Γυμνασίου Ερμουπόλεως 1888
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Αμβρόσιος Δαμαλάς (Ελληνικά)
Γέννηση1809
Χίος
Θάνατος1869
Μασσαλία
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταέμπορος
πολιτικός
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαδήμαρχος

Βίος και σταδιοδρομία

Επεξεργασία

Γεννήθηκε στη Χίο το 1808 και καταγόταν από ενετικής καταγωγής αρχοντική οικογένεια, που εμφανίζεται στη Χίο από το 17ο αιώνα. Ο πατέρας του, Ιωάννης Ζαννή Δαμαλάς, ήταν πρόκριτος της Χίου και εκτελέστηκε το 1822 στη σφαγή της Χίου. Η μητέρα του, γόνος της εγκύρου οικογενείας των Πετροκοκκίνων, η αδελφή του, Αγγαιρού, και ο ίδιος, πουλήθηκαν το 1822 στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής.[α] Ο Αμβρόσιος ήταν 13 ετών, όταν αιχμαλωτίστηκε και σύρθηκε στο σκλαβοπάζαρο της Κωνσταντινούπολης μαζί με άλλους Χιώτες συνομήλικούς του, όπως ο Γεώργιος Σουρίας, με τον οποίο ήταν σύντροφοι στην αιχμαλωσία για τρία χρόνια και δέθηκαν με παντοτινή φιλία.

Στα τρία χρόνια, μαζί με άλλα παιδιά Ελλήνων απέδρασαν, επιβιβάστηκαν σε ρωσικό πλοίο και εγκαταλείφθηκαν από τον πλοίαρχο στις ακτές του Ευξείνου Πόντου. Μετά από πολλές περιπέτειες έφθασε σε πόλη κοντά στην Οδησσό. Εκεί εργάστηκε με προθυμία και εργατικότητα σαν υπηρέτης σε μαγαζί Ελληνα, ο οποίος εκτίμησε την εντιμότητα και την ευγένειά του και μετά από τις εργασίες στο μαγαζί του μάθαινε γράμματα. Στη Ρωσία, συνάντησε τον εξάδελφο της μητέρας του, Δημήτριο Μαυρογορδάτο, που τον πήρε υπό την προστασία του και τον έστειλε σε συγγενείς στη Νάξο. Εκεί έμεινε δύο χρόνια και μετά ακολούθησε τους συγγενείς του στη Σύρο, όπου ξανάσμιξε με την αδελφή του, που είχε δραπέτευσει από το χαρέμι. Ο Μαυρογορδάτος περιέσωσε μικρό μέρος της περιουσίας του Ιωάννη Δαμαλά, που μαζί με τα χρήματα που κληρονόμησαν τα αδέλφια από τον ετεροθαλή αδελφό τους που απεβίωσε στη Μασσαλία, αποτέλεσαν τη βάση για μία λαμπρή σταδιοδρομία στο εμπόριο.

Ο Αμβρόσιος εξελίχθηκε στο μεγαλύτερο εμπορικό παράγοντα της ακμάζουσας Σύρου και απέκτησε πολύ πλούτο. Τα υλικά αγαθά που απέκτησε τα χρησιμοποίησε για να βοηθήσει τους συνανθρώπους του.

Το 1845 παντρεύτηκε την Καλλιόπη Ράλλη, θυγατέρα του Λουκά Ράλλη και της Δέσποινας Ροδακανάκη.

Το 1851 εξελέγη Δημοτικός Πάρεδρος και το 1853 Δήμαρχος Ερμουπόλεως. Διετέλεσε Δήμαρχος δύο περιόδους, από το 1853 έως το 1862. Η περίοδος της Δημαρχίας του Δαμαλά είναι η λαμπρότερη περίοδος της πόλεως. Επί της Δημαρχίας του έγινε η διάνοιξη οδών όπως αυτής που οδηγούσε στην Ποσειδωνία και το Μάννα, διαμορφώθηκε η οδός των Ταλάντων, διαμορφώθηκε η πλατεία Όθωνος, πλακοστρώθηκαν οδοί, κατασκευάστηκε δεξαμενή στο Νησάκι και ανεγέρθηκε η Ιερατική Σχολή στον Άγιο Γεώργιο κ.ά. Μεγάλη επιτυχία αυτής της περιόδου ήταν η ίδρυση στην Ερμούπολη της "Ελληνικής Ατμοπλοϊας", στην οποία πρωτοστάτησε ο ίδιος ο Δαμαλάς. Το 1855 με πρωτοβουλία του ιδρύθηκε το Δημοτικόν Ορφανοτροφείο Αρρένων Ερμουπόλεως. Στη δεύτερη τετραετία του επεκτάθηκε η Ερμούπολη μέχρι τα Βαπόρια, κτίστηκε στο Νησάκι δημοτικό καφενείο και παραχώρησε τμήμα της ιδιοκτησίας του για την επέκταση της πλατείας Όθωνος. Καταλυτική ήταν η επιρροή του Γεωργιου Σουρία στα θέματα της εκπαίδευσης. Ιδρύθηκε και τρίτο Εκπαιδευτήριο και Οικοτροφείο. Στο Γυμνάσιο και το Ελληνικό σχολείο κάθε χρόνο φοιτούσαν 400 μαθητές πολλοί δε από το εξωτερικό.

Ο Δαμαλάς κατάφερε να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις κρίσεις που προέκυψαν στη Σύρο λόγω του Κριμαϊκού πολέμου. Με δική του πρωτοβουλία οι εύποροι έμποροι προσέφεραν χρήματα για την αγορά σιταριού το εμπόριο του οποίου θα απειλούταν με τον αποκλεισμό των ρωσικών λιμανιών. Προνόησε ακόμα και για την περίθαλψη των προσφύγων από την Οθωμανική αυτοκρατορία μετά την επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Όταν, τέλος, χολέρα μεταδόθηκε στη Σύρο τον Ιούνιο του 1854 από τα γαλλικά στρατεύματα, η στάση του Δαμαλά και των δημοτικών αρχών, που χαρακτηρίστηκε από αυταπάρνηση, απέτρεψε την επιδείνωση της κατάστασης.[β][1]

Η κρίση που αντιμετώπισε ο Δαμαλάς και που είχε ως αποτέλεσμα το τέλος της πολιτικής του καριέρας ήταν η αντιοθωνική εξέγερση της Ερμούπολης το 1862 και τα Κυθνιακά. Ο Νικόλαος Λεωτζάκος, διοικητής του τμήματος πεζικού στη Σύρο, στασίασε εναντίον της κυβέρνησης στις 28 Φεβρουαρίου και όπλισε τον πληθυσμό της Ερμούπολης που συμμετείχε στην εξέγερση. Ο νομάρχης Σύρου και οι δημόσιες αρχές έμειναν πιστές στο βασιλιά και εγκατέλειψαν την πόλη. Ο Δαμαλάς και το δημοτικό συμβούλιο αποδέχτηκαν τους στόχους της εξέγερσης και ενίσχυσαν τους στασιαστές. Οι στασιαστές την επόμενη μέρα έπλευσαν στην Κύθνο για να απελευθερώσουν τους κρατούμενους που βρίσκονταν εκεί και στη συνέχεια να κινηθούν προς τη Χαλκίδα και από εκεί στην πρωτεύουσα. Οι κυβερνητικές δυνάμεις όμως που καταφθάνουν με τον ατμοδρόμωνα "Αμαλία" κατάφεραν να νικήσουν και να συλλάβουν τους στασιαστές. Στις 2 Μαρτίου έφτασαν στη Σύρο και κάλεσαν τους στασιαστές να παραδοθούν. Την επόμενη μέρα αποβιβάστηκαν στο νησί οι κυβερνητικές δυνάμεις και το Δημοτικό Συμβούλιο αποκήρυξε τα ψηφίσματά του υπέρ της εξέγερσης και επανέφερε ψήφισμα της 4ης Φεβρουαρίου που καταδίκαζε τα Ναυπλιακά.

Η ταλαντευόμενη στάση του Δαμαλά και των δημοτικών αρχών κατά τη διάρκεια της στάσης οφειλόταν στο φόβο που είχε ο Δαμαλάς και οι ανώτερες τάξεις της πόλης στη ζημιά που μπορούσε να προκληθεί στο εμπόριο της πόλης και στον κίνδυνο κοινωνικών αναταραχών. Εξαιτίας αυτής της στάσης ο Όθωνας απέλυσε το Δαμαλά και διέλυσε το δημοτικό συμβούλιο. Στις επόμενες εκλογές την ίδια χρονιά εξελέγη πάλι Δήμαρχος όμως παραιτήθηκε.[2] Λίγο καιρό αργότερα εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στη Μασσαλία. Και από το εξωτερικό ο Δαμαλάς βοηθούσε όποτε είχε ευκαιρία στις εθνικές υποθέσεις, όπως στην Κρητική Επανάσταση.

.Το 1869 του απονεμήθηκε από τους πολίτες της Ερμούπολης χρυσό αδαμαντοκόλλητο μετάλλιο. Στις 28 Δεκεμβρίου 1869 απεβίωσε στη Μασσαλία. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Ερμούπολη και ετάφη στο νεκροταφείο του Αγίου Γεωργίου.

Απέκτησε τέσσερα παιδιά: τον Ιωάννη, την Κατερίνα, τον Παύλο και τον Αριστείδη.

Σημειώσεις

Επεξεργασία
  1. Η μητέρα του δεν άντεξε και πέθανε σαράντα ημέρες μετά την αιχμαλωσία της. Η Αγγαιρού κλείστηκε στο χαρέμι του Ερζέογλου, επάρχου της περιοχής.
  2. Γύρω στα 365 άτομα πεθάναν από τη χολέρα ποσοστό πολύ χαμηλότερο από την Αθήνα όπου ο δήμαρχος εγκατέλειψε την πόλη με το ξέσπασμα της επιδημίας.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Λούκος, Χρήστος (1992). «Επιδημία και κοινωνία. Η χολέρα στην Ερμούπολη της Σύρου». Μνήμων, 14. http://e-journals.ekt.gr/bookReader/show/index.php?lib=mnimon&path=166/172#page/20/mode/1up. 
  2. Λούκος, Χρήστος (2013). Η αντιοθωνική εξέγερση στην Ερμούπολη (28 Φεβρουαρίου – 3 Μαρτίου 1862) Ναυπλιακά Ανάλεκτα VIΙI, Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσίου, «150 Χρόνια Ναυπλιακή Επανάσταση». Ναύπλιο. σελίδες 155–176. 
  • Ζαφερίου Αντων. Βάου, Αμβρόσιος Ι. Δαμαλάς, Αθήνα 1971