Συντεταγμένες: 38°56′12.919″N 9°19′35.022″W / 38.93692194°N 9.32639500°W / 38.93692194; -9.32639500

Το Ανάκτορο της Μάφρα (πορτογαλικά: Palácio de Mafra‎), επίσης γνωστό ως το Παλάτι-Μονή της Μάφρα και το Βασιλικό Κτήριο της Μάφρα (Real Edifício de Mafra), είναι μνημειακό μπαρόκ και νεοκλασικό παλάτι-μοναστήρι, που βρίσκεται στη Μάφρα της Πορτογαλίας, περίπου 28 χλμ. από τη Λισαβόνα. Η κατασκευή ξεκίνησε το 1717 υπό τον Βασιλιά Ιωάννη Ε΄ της Πορτογαλίας και ολοκληρώθηκε πλήρως το 1755.

Ανάκτορο της Μάφρα
Χάρτης
Είδοςανάκτορο, βασιλική, μοναστήρι, μουσείο και πολιτιστική κληρονομιά[1]
Αρχιτεκτονικήνεοκλασική αρχιτεκτονική
Γεωγραφικές συντεταγμένες38°56′13″N 9°19′35″W
ΘρήσκευμαΚαθολικισμός
Διοικητική υπαγωγήΜάφρα[1]
ΧώραΠορτογαλία[1]
ΑρχιτέκτοναςΓιόχαν Φρίντριχ Λούντβιχ
Προστασίαεθνικό μνημείο της Πορτογαλίας και Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς (από 2019)
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

Το παλάτι χαρακτηρίστηκε ως Εθνικό Μνημείο το 1910 και περιλήφθηκε στα Επτά Θαύματα της Πορτογαλίας. Στις 7 Ιουλίου 2019, το Βασιλικό Κτήριο της Μάφρα: Παλάτι, Βασιλική, Μονή, Κήπος Σέρκo και Κυνηγετικό Πάρκο (Tapada), εγγράφηκε ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.[2]

Ιστορία Επεξεργασία

 
Μοντέλο κλίμακας του βασιλικού κτηρίου της Mάφρα στο μουσείο του παλατιού.

Το παλάτι, το οποίο χρησίμευε επίσης ως μοναστήρι των Φραγκισκανών, κτίστηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του βασιλιά Ιωάννη Ε΄ (1717-1750), ως συνέπεια του όρκου που έκανε ο βασιλιάς το 1711, να κτίσει ένα μοναστήρι εάν η σύζυγός του, βασίλισσα Μαρία-Άννα,[3] του έδινε απογόνους. Η γέννηση της πρώτης του κόρης, της ινφάντα Βαρβάρας της Πορτογαλίας, έκανε να ξεκινήσει η κατασκευή του παλατιού. Το παλάτι βρισκόταν σε βολική τοποθεσία, κοντά σε βασιλικά κυνηγετικά καταφύγια και ήταν συνήθως δευτερεύουσα κατοικία για τη βασιλική οικογένεια.

Η κατασκευή χρηματοδοτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τα έσοδα των αποικιών στη Βραζιλία, όπου εξορύσσονταν χρυσός και στη συνέχεια διαμάντια σε τεράστιες ποσότητες.[4]

Αυτό το τεράστιο συγκρότημα, σε μεγάλο βαθμό κτισμένο από πέτρα Lioz, είναι ένα από τα πιο πολυτελή μπαρόκ κτίρια στην Πορτογαλία και με τα 40.000 m2, ένα από τα μεγαλύτερα βασιλικά ανάκτορα. Σχεδιασμένο από τον Γερμανό αρχιτέκτονα Γιόχαν Φρήντριχ Λούντβιχ (João Frederico Ludovice), το παλάτι κτίστηκε συμμετρικά γύρω από έναν κεντρικό άξονα, που καταλαμβάνεται από τη βασιλική, και συνεχίζει κατά μήκος της κύριας πρόσοψης μέχρι τους δύο μεγάλους πύργους. Οι κατασκευές της μονής βρίσκονται πίσω από την κύρια πρόσοψη. Το κτίριο περιλαμβάνει επίσης μια μεγάλη βιβλιοθήκη, με περίπου 30.000 σπάνια βιβλία.[5][6] Η βασιλική είναι διακοσμημένη με πολλά ιταλικά αγάλματα[7] και περιλαμβάνει έξι ιστορικά εκκλησιαστικά όργανα[8] και δύο καριγιόν, που αποτελούνται από 98 καμπάνες.[9][10]

Κατασκευή Επεξεργασία

Η ακριβής τοποθεσία επιλέχθηκε το 1713 και αγοράστηκε το 1716. Η κατασκευή ξεκίνησε με την κατάθεση της πρώτης πέτρας στις 17 Νοεμβρίου 1717, με μια μεγαλειώδη τελετή παρουσία του βασιλιά, ολόκληρης της αυλής του και του καρδινάλιου πατριάρχη της Λισαβόνας.

 
Κάτοψη του ανακτορικού συγκροτήματος.

Αρχικά ήταν ένα σχετικά μικρό έργο, για μια αδελφότητα 13 μοναχών Καπουτσίνων, οι οποίοι έπρεπε να τηρούν αυστηρή πενία. Ωστόσο, όταν η ροή του χρυσού και των διαμαντιών από την πορτογαλική αποικία της Βραζιλίας άρχισε να φτάνει στη Λισαβόνα σε αφθονία, ο βασιλιάς άλλαξε τα σχέδιά του και ανακοίνωσε την κατασκευή ενός πολυτελούς παλατιού[11], μαζί με ένα πολύ διευρυμένο μοναστήρι. Αυτός ο τεράστιος πλούτος επέτρεψε στον βασιλιά να είναι γενναιόδωρος προστάτης των τεχνών.

 
Ο βασιλιάς Ιωάννης Ε΄ της Πορτογαλίας, κατασκευαστής του παλατιού.

Διόρισε τον αρχιτέκτονα João Frederico Ludovice ως διευθυντή των βασιλικών έργων στη Mάφρα. Ο Λούντβιχ είχε σπουδάσει αρχιτεκτονική στη Ρώμη και γνώριζε τη σύγχρονη ιταλική τέχνη. Το εύρος της ευθύνης του Λούντβιχ είναι ασαφές, καθώς αρκετοί άλλοι αρχιτέκτονες συμμετείχαν σε αυτό το έργο: ο Μιλανέζος οικοδόμος Κάρλος Μπαπτίστα Γκάρμπo, ο Κουστόντιο Βιέιρα, ο Mανουέλ ντε Μάια και ακόμη και ο γιος του Aντόνιο. Ωστόσο, η εφαρμογή του ίδιου αρχιτεκτονικού στυλ σε ολόκληρο το κτίριο υποδηλώνει τον Λούτβιχ ως επικεφαλής αρχιτέκτονα, υπεύθυνου του Βασιλικού Γραφείου Έργων (Real Obra).

Η κατασκευή διήρκεσε 13 χρόνια και κινητοποίησε έναν τεράστιο στρατό εργατών από ολόκληρη τη χώρα (κατά μέσο όρο 15.000 καθημερινά, αλλά στο τέλος ανεβαίνοντας σε 30.000, ως το πολύ 45.000), υπό τις διαταγές του António Ludovice, του γιου του αρχιτέκτονα.[12] Επιπλέον, 7.000 στρατιώτες ανατέθηκαν να διατηρήσουν την τάξη στο εργοτάξιο.[13] Χρησιμοποίησαν 400 κιλά πυρίτιδας να ανατινάξει το βράχο για την τοποθέτηση των θεμελίων. Υπήρχε ακόμη και νοσοκομείο για άρρωστους ή τραυματίες εργάτες. Συνολικά 1.383 εργάτες έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της κατασκευής.[14]

Η πρόσοψη έχει μήκος 220 μέτρα. Ολόκληρο το συγκρότημα καλύπτει 37.790 m2 με περίπου 1.200 δωμάτια, περισσότερες από 4.700 πόρτες και παράθυρα και 156 σκάλες.[15][16]

Όταν ολοκληρώθηκε, το κτίριο αποτελούταν από ένα μοναστήρι ικανό να στεγάσει 330 μοναχούς, μαζί με ένα βασιλικό παλάτι και μια τεράστια βιβλιοθήκη με 30.000 βιβλία, διακοσμημένο με μάρμαρο, εξωτικά ξύλα και αμέτρητα έργα τέχνης από τη Γαλλία, τη Φλάνδρα και την Ιταλία, τα οποία περιελάμβαναν έξι μνημειώδη εκκλησιαστικά όργανα και δύο καριγιόν.

Η βασιλική και το μοναστήρι εγκαινιάστηκαν την ημέρα των 41ων γενεθλίων του βασιλιά, στις 22 Οκτωβρίου 1730. Οι εορτασμοί διήρκεσαν 8 ημέρες και ήταν τέτοιας κλίμακας, που δεν είχαν ξαναδεί στην Πορτογαλία. Η βασιλική ήταν αφιερωμένη στην Παναγία και στον Άγιο Αντώνιο.

Ωστόσο το κτίριο δεν είχε τελειώσει. Το φανάρι στον τρούλο ολοκληρώθηκε το 1735. Οι εργασίες συνεχίστηκαν μέχρι το 1755, όταν το εργατικό δυναμικό χρειάστηκε στη Λισαβόνα, με τις καταστροφές του σεισμού της Λισαβόνας.[17]

Μεταγενέστερη ιστορία Επεξεργασία

 
Το παλάτι το 1853, επί βασιλείας της Μαρίας Β΄ της Πορτογαλίας.
 
Αεροφωτογραφία του παλατιού, τραβηγμένη το 1936.

Το παλάτι δεν ήταν μόνιμα κατειλημμένο από τους βασιλείς, οι οποίοι θεωρούσαν τα δωμάτια πολύ ζοφερά. Ωστόσο, ήταν ένας δημοφιλής προορισμός για τα μέλη της βασιλικής οικογένειας, που απολάμβαναν το κυνήγι στο κοντινό καταφύγιο θηραμάτων, το Tapada Nacional de Mafra. Επί βασιλείας Ιωάννη ΣΤ΄ το παλάτι κατοικήθηκε για έναν ολόκληρο χρόνο το 1807. Ο βασιλιάς ήταν υπεύθυνος για τη μερική ανακαίνιση του κτιρίου από κάποιους γνωστούς καλλιτέχνες. Ωστόσο, με τη γαλλική εισβολή στην Πορτογαλία, το 1807, η βασιλική οικογένεια κατέφυγε στη Βραζιλία, παίρνοντας μαζί της μερικά από τα καλύτερα έργα τέχνης και έπιπλα του κτιρίου. Ο στρατάρχης Ζυνό (Junot) εγκαταστάθηκε στο παλάτι, για να τον εκδιώξει με τη σειρά του ο Γουέλινγκτον.

Το 1834, μετά τους Φιλελεύθερους Πολέμους, η βασίλισσα Μαρία Β΄ διέταξε τη διάλυση των θρησκευτικών ταγμάτων και το μοναστήρι εγκαταλείφθηκε από τους Φραγκισκανούς. Κατά την τελευταία βασιλεία του Οίκου Μπρακάντσα, το παλάτι χρησιμοποιήθηκε κυρίως ως βάση για το κυνήγι. Το 1849 το μοναστηριακό τμήμα του κτιρίου ανατέθηκε στους στρατιωτικούς, κατάσταση που χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα. 

Ο τελευταίος βασιλιάς της Πορτογαλίας, Μανουήλ Β', μετά την ανακήρυξη της δημοκρατίας, έφυγε στις 5 Οκτωβρίου 1910 από το παλάτι στο κοντινό παραθαλάσσιο χωριό Ερικέιρα στο δρόμο του προς την εξορία. Το παλάτι ανακηρύχθηκε εθνικό μνημείο το 1907.  Προς το παρόν, το κτίριο συντηρείται από το Πορτογαλικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς, το οποίο πραγματοποίησε πολλά προγράμματα ανάκαμψης, συμπεριλαμβανομένης της συντήρησης της κύριας πρόσοψης. Μια σημαντική αποκατάσταση των ιστορικών εκκλησιαστικών οργάνων ξεκίνησε το 1998, με τη συνεργασία ξένων ειδικών και ολοκληρώθηκε το 2010.[18] Η αποκατάσταση κέρδισε το βραβείο Europa Nostra 2012.[19]

Περιγραφή Επεξεργασία

 
Η κύρια πρόσοψη του ανακτόρου της Μάφρα, σχεδιασμένη από τον αρχιτέκτονα Ζοάν Φρεντερίκο Λουντοβίσε.

Πρόσοψη Επεξεργασία

Η επιβλητική πρόσοψη, κτισμένη από εντόπιο ασβεστόλιθο, έχει μήκος 220 μ. και βλέπει στην πόλη Μάφρα. Σε κάθε άκρο της πρόσοψης στέκεται ένας τετράγωνος πύργος με βολβώδη τρούλο, όπως συναντάται στην Κεντρική Ευρώπη. Η εκκλησία, κτισμένη με λευκό μάρμαρο, βρίσκεται στο κέντρο της κύριας πρόσοψης, συμμετρικά πλαισιωμένη και στις δύο πλευρές από το βασιλικό ανάκτορο. Ο βασιλιάς, επιθυμώντας να συναγωνιστεί το μεγαλείο της Ρώμης, είχε ζητήσει αρχιτεκτονικές συμβουλές από τον πρεσβευτή του στο Βατικανό, ο οποίος του έστειλε μικρής κλίμακας μοντέλα σημαντικών ρωμαϊκών θρησκευτικών κτιρίων. Το μπαλκόνι ευλογίας στο κέντρο του μιμείται ξεκάθαρα το μπαλκόνι της βασιλικής του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Αλλά αυτό το μπαλκόνι προοριζόταν μάλλον για τον βασιλιά, ως σύμβολο της δύναμής του, παρά για τις ευλογίες ενός ιεράρχη.

Οι δύο πύργοι εκκλησιών (68 μ. ύψος) είναι εμπνευσμένοι από τους πύργους του Σαντ' Αγκνέζε ιν Αγκόνε (του από τη Ρώμη μπαρόκ αρχιτέκτονα Φραντσέσκο Μπορομίνι). Τα δύο καριγιόν τους περιέχουν συνολικά 92 καμπάνες, που χυτεύτηκαν στην Αμβέρσα. Η ιστορία λέει ότι οι Φλαμανδοί σιδηρουργοί της καμπάνας έγιναν τόσο έκπληκτοι από το μέγεθος της προμήθειάς τους, που ζήτησαν να πληρωθούν προκαταβολικά. Ο βασιλιάς απάντησε, διπλασιάζοντας το προσφερόμενο ποσό. Αυτά τα καριγιόν αποτελούν τη μεγαλύτερη ιστορική συλλογή στον κόσμο.

Οι δύο πύργοι συνδέονται με δύο σειρές κορινθιακών κιόνων. Η επάνω σειρά περιέχει τα αγάλματα του Αγίου Δομίνικου και του Αγίου Φραγκίσκου, γλυπτά από μάρμαρο καράρα, που στέκονται σε μια κόγχη σε κάθε πλευρά του μπαλκονιού. Η κάτω σειρά περιέχει τα αγάλματα της Αγίας Κλάρας και της Αγίας Ελισάβετ της Ουγγαρίας.

Το βασιλικό παλάτι Επεξεργασία

Τα ευρύχωρα βασιλικά διαμερίσματα βρίσκονται στον δεύτερο όροφο. Τα διαμερίσματα του βασιλιά βρίσκονται στο τέλος του παλατιού, ενώ το διαμέρισμα της βασίλισσας απέχει 200 μέτρα στην άλλη άκρη. Ήταν τέτοια η απόσταση που, όταν ο βασιλιάς έφευγε από το διαμέρισμά του προς το διαμέρισμα της βασίλισσας, αυτό ανακοινωνόταν στη βασίλισσα με τον ήχο μιας τρομπέτας.

Καθώς ο βασιλιάς Ιωάννης ΣΤ΄ είχε πάρει μαζί του μερικά από τα καλύτερα έργα τέχνης και έπιπλα του κτιρίου, όταν η βασιλική οικογένεια κατέφυγε το 1808 -εξαιτίας των γαλλικών στρατευμάτων που προήλαυναν- στη Βραζιλία, τα περισσότερα δωμάτια έπρεπε να διακοσμηθούν εκ νέου στο αρχικό στυλ. Η αίθουσα κυνηγετικών τροπαίων (Sala dos Troféus) είναι διακοσμημένη με πολλά κεφάλια ελαφιών, τα έπιπλα είναι κατασκευασμένα από κέρατα και καλυμμένα με δέρμα ελαφιού και ακόμη και τα κηροπήγια είναι φτιαγμένα από κέρατα ελαφιού.

Η Πινακοθήκη Ευλογίας (Sala da Benção) βρίσκεται στο ανώτερο επίπεδο της βασιλικής. Η βασιλική οικογένεια μπορούσε εδώ να παρακολουθήσει τη λειτουργία, καθισμένη σε ένα παράθυρο που ανοίγει προς τη βασιλική. Η προτομή του Ιωάννη Ε΄ σε αυτή την αίθουσα είναι έργο του Ιταλού Aλεσάντρο Τζιούστι. Το δωμάτιο του θρόνου, το δωμάτιο φρουράς και το δωμάτιο της θεάς Άρτεμιδος (Diana) είναι διακοσμημένα με τοιχογραφίες καλλιτεχνών, όπως ο Σιρύλλο Βολκέμαρ Μασάντο, ο Μπερνάρντο Ολιβέρα Γκόις και ο Βιέιρα Λουζιτάνο.

Η βασιλική Επεξεργασία

 
Το κύριο κλίτος της βασιλικής.
 
Η βασιλική. Άποψη από την περίκλειστη αυλή (cloister) του μοναστηριού του παλατιού.
 
Η στοά (gallery) της βασιλικής.

Η εκκλησία είναι κτισμένη σε μορφή λατινικού σταυρού μήκους 63 μ. Είναι μάλλον στενή (16,5 μ.), εντύπωση που τονίζεται από το ύψος του σηκού της (21,5 μ.). Ο νάρθηκας (βεράντα της Γαλιλαίας) περιέχει μια ομάδα μεγάλων γλυπτών από μάρμαρο Καράρα, που αντιπροσωπεύουν τους προστάτες αγίους πολλών μοναστικών ταγμάτων.

Το εσωτερικό χρησιμοποιεί άφθονα τοπικό ροζ μάρμαρο, αναμεμειγμένο με λευκό μάρμαρο σε διαφορετικά σχέδια. Τα πολύχρωμα σχέδια του δαπέδου επαναλαμβάνονται στην οροφή. Η τοξωτή οροφή στηρίζεται σε αυλακωτούς κορινθιακούς ημικίονες, που στέκονται ανάμεσα στα πλαϊνά παρεκκλήσια. Τα παρεκκλήσια στο εγκάρσιο κλίτος περιέχουν βωμούς από ίασπη, φτιαγμένους από γλύπτες της Σχολής της Μάφρα. Στους πλαϊνούς διαδρόμους υπάρχουν 58 μαρμάρινα αγάλματα, που παραγγέλθηκαν στους καλύτερους Ρωμαίους γλύπτες της εποχής τους. Το παρεκκλήσι των Αγίων Πάντων στο εγκάρσιο κλίτος φράσσεται από τον διάδρομο με σιδερένια κιγκλιδώματα με μπρούτζινα στολίδια, κατασκευασμένα στην Αμβέρσα.

Ο χώρος της χορωδίας έχει ένα υπέροχο γιγάντιο κηροπήγιο με επτά λάμπες, που ξεφυτρώνουν από το στόμα επτά τυλιγμένων φιδιών. Επάνω από τον κύριο βωμό, που μπαίνει μέσα στην οροφή, υπάρχει ένας γιγάντιος σταυρός από ίασπη 4,2 μ., πλαισιωμένος από δύο γονατιστούς αγγέλους, κατασκευασμένα από τη Σχολή της Μάφρα. Ο τρούλος επάνω από το κέντρο του ναού είναι έμπνευση επίσης από τον τρούλο της Σαντ' Αγκνέζε ντι Αγκόνε (έργο του Ρωμαίου μπαρόκ αρχιτέκτονα Φραντσέσκο Μπορομίνι). Αυτός ο τρούλος ύψους 70 μέτρων με ένα μικρό φανάρι στην κορυφή, φέρεται από τέσσερα λεπτά γλυπτά τόξα από ροζ και λευκό μάρμαρο.

 
Ο τρούλος της βασιλικής.

Υπάρχουν έξι όργανα, τέσσερα από τα οποία βρίσκονται στο εγκάρσιο κλίτος, αποτελώντας ένα μάλλον ασυνήθιστο σύνολο. Εκεί κατασκευάστηκαν από τον Ζοακίμ Πέρες Φοντάνες και τον Aντόνιο Σαβιέρ Μασάντο Σερβέιρα μεταξύ 1792 και 1807 (όταν τα γαλλικά στρατεύματα είχαν καταλάβει τη Mάφρα). Κατασκευάστηκαν από μερικώς επιχρυσωμένο βραζιλιάνικο ξύλο. Ο μεγαλύτερος σωλήνας έχει ύψος 6 μ. και διάμετρο 0,28 μ.. Ο βασιλιάς Ιωάννης Ε' είχε παραγγείλει λειτουργικά άμφια σε κορυφαίους κεντητές από τη Γένοβα και το Μιλάνο, όπως ο Τζουλιάνο Σατούρνι και ο Μπενεντέτο Σαλάντρι, και από τη Γαλλία. Πράγματι έχουν εξαιρετική ποιότητα και τεχνική κατασκευής με κέντημα σε χρυσό και τη χρήση μεταξωτών νημάτων στο ίδιο χρώμα.

Οι θρησκευτικοί πίνακες στη βασιλική και στο μοναστήρι αποτελούν μια από τις σημαντικότερες συλλογές του 18ου αι. στην Πορτογαλία. Περιλαμβάνουν έργα των Ιταλών Aγκοστίνο Μαζούτσι, Κοράντο Τζιακουίντο, Φραντσέσκο Τρεβιζάνι, Πομπέο Μπατόνι και ορισμένων Πορτογάλων μαθητών στη Ρώμη, όπως ο Βιέιρα Λουζιτάνο και ο Iνάτσιο ντε Ολιβέιρα Μπερνάρντες. Η συλλογή γλυπτών περιέχει έργα σχεδόν από όλους τους σημαντικούς Ρωμαίους γλύπτες από το πρώτο μισό του 18ου αι. Εκείνη την εποχή, αντιπροσώπευε τη μεγαλύτερη μεμονωμένη παραγγελία, που έγινε από μια ξένη δύναμη στη Ρώμη και εξακολουθεί να είναι μια από τις μεγαλύτερες συλλογές που υπάρχουν.

Η ενορία της Μάφρα (Santo André de Mafra) και η Βασιλική και Σεβάσμια Αδελφότητα του Ευλογημένου Μυστηρίου της Μάφρα (πορτογαλικά: Real e Venerável Irmandade do Santíssimo Sacramento de Mafra) έχουν την έδρα τους στη βασιλική.

Στις 10 Νοεμβρίου 2020, ο πάπας Φραγκίσκος απένειμε κανονική στέψη στην εικόνα της Παναγίας της Μοναξιάς της βασιλικής, που φυλάσσεται από την Αδελφότητα της Παναγίας.[20]

Η Βιβλιοθήκη Επεξεργασία

 
Η βιβλιοθήκη του παλατιού περιέχει πάνω από 36.000 ιστορικούς και ανεκτίμητης αξίας τόμους.
 
Η βιβλιοθήκη του Παλατιού της Μάφρα.

Η βιβλιοθήκη Ροκοκό, που βρίσκεται στο πίσω μέρος του δεύτερου ορόφου, είναι πραγματικά το αποκορύφωμα αυτού του παλατιού, συναγωνιζόμενη το μεγαλείο της βιβλιοθήκης του αβαείου Mελκ στην Αυστρία. Κτισμένη από τον Mάνουελ Καετάνο ντε Σόουζα , αυτή η βιβλιοθήκη έχει μήκος 88 μέ., πλάτος 9,5 μ. και ύψος 13 μ.. Το υπέροχο δάπεδο είναι καλυμμένο με πλακάκια από ροζ, γκρι και λευκό μάρμαρο. Τα ξύλινα ράφια σε στυλ ροκοκό είναι τοποθετημένα στα πλευρικά τοιχώματα σε δύο σειρές, που χωρίζονται από ένα μπαλκόνι με ξύλινο κιγκλίδωμα. Περιέχει περισσότερους από 36.000 δερματόδετους τόμους, που πιστοποιούν την έκταση της δυτικής γνώσης από τον 14ο έως τον 19ο αι. Ανάμεσά τους υπάρχουν πολλά πολύτιμα βιβλιογραφικά κοσμήματα, όπως τα αρχέτυπα. Αυτοί οι όμορφα βιβλιοδετημένοι τόμοι ήταν δεμένοι στο τοπικό εργαστήριο (Livraria) σε στυλ rocaille (επίσης από τον Mάνουελ Καετάνο ντε Σόουζα).

Η βιβλιοθήκη είναι γνωστή για τις νυχτερίδες, που φιλοξενούν τα βιβλία, οι οποίες προστατεύουν τα βιβλία από τη φθορά των εντόμων.[21]

Η βιβλιοθήκη χρησιμοποιήθηκε στην ταινία Ταξίδια του Γκιούλιβερ (1996) ως η Μεγάλη Αίθουσα Πολέμου για τον Αυτοκράτορα της Λιλιπούπολης.[22]

Η Γυναικεία μονή Επεξεργασία

 
Ένα από τα πολυάριθμα μοναστήρια.

Το ορθογώνιο πίσω από την εκκλησία και το παλάτι στεγάζει το μοναστήρι των Φραγκισκανών μοναχών του Τάγματος Αράμπιντα (Ordem de São Francisco da Província da Arrábida) με κελιά για περίπου 300 μοναχούς σε μεγάλους διαδρόμους σε αρκετούς ορόφους. Μεταξύ 1771 και 1791 το μοναστήρι αυτό καταλήφθηκε από τους ερημίτες μοναχούς του Αγίου Αυγουστίνου.

Σχολή Γλυπτικής Μάφρα Επεξεργασία

 
Γλυπτά της Σχολής Μάφρα.

Η Σχολή Γλυπτικής Mάφρα ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσήφ Α΄ της Πορτογαλίας, διαδόχου του Ιωάννη Ε΄. Καθώς το Εθνικό Παλάτι Mάφρα είχε μεγάλη ανάγκη για γλύπτες, εντόπιους και από το εξωτερικό, έγινε η τοποθεσία μιας ακαδημίας γλυπτικής, με επικεφαλής τον Ιταλό Aλεσάντρο Τζιούστι (1715–1799).

Μεταξύ των διδασκάλων ήταν αρκετοί σημαντικοί γλύπτες, όπως ο Ζοζέ ντε Αλμέιντα (1709–1769), ο Κλωντ ντε Λαπράντ (1682–1738) και ο Τζιοβάννι Αντόνιο ντα Πάντοβα (ο οποίος δημιούργησε τα περισσότερα από τα αγάλματα για τον καθεδρικό ναό της Έβορα).

Η ακαδημία έλαβε πολλές παραγγελίες από τους Αυγουστινιανούς από το μοναστήρι, με αποτέλεσμα τα πολλά μαρμάρινα αγάλματα και τους πίνακες βωμών από μάρμαρο και ίασπι στη βασιλική. Αυτή η ακαδημία παρήγαγε αρκετές γενιές Πορτογάλων γλυπτών, όπως ο Ζοακίμ Μασάντο ντε Κάστρo (1731–1822).

Πολιτιστική επιρροή Επεξεργασία

Μια σημαντική αναφορά στην κατασκευή του παλατιού γίνεται στο μυθιστόρημα Μπαλτάσαρ και Μπλιμούντα (Μνημείο της Μονής), γραμμένο από τον Πορτογάλο νομπελίστα Ζοζέ Σαραμάγκου. Ο κύριος χαρακτήρας, ο Μπαλτάσαρ, γεννημένος στη Μάφρα,[23] εργάζεται για την κατασκευή του παλατιού. Ο Σαραμάγκο κάνει μια λεπτομερή περιγραφή της διαδικασίας κατασκευής, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς μιας γιγάντιας πέτρας από το λατομείο στο εργοτάξιο (στην οποία βοηθάει ο Μπαλτάσαρ), απεικονίζοντάς το ως βασανιστήριο, για όσους βοήθησαν στην οικοδόμηση του παλατιού.

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 www.wikilovesmonuments.org.pt.
  2. «Six cultural sites added to UNESCO's World Heritage List». UNESCO. 7 Ιουλίου 2019. 
  3. Born "Maria Anna" of Austria but known as "Mariana" in Portugal
  4. Richard Hamblyn Terra, Picador, 2009 (ISBN 978-0-330-49073-3)
  5. «Palácio Nacional de Mafra» (στα αγγλικά). Câmara Municipal de Mafra. 2015-06-18. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2018-04-09. https://web.archive.org/web/20180409010101/http://www.cm-mafra.pt/en/turismo/palacio%2Dnacional%2Dde%2Dmafra%2D0. Ανακτήθηκε στις 2018-04-09. 
  6. «Palácio Nacional de Mafra - Biblioteca». www.palaciomafra.gov.pt (στα Πορτογαλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιανουαρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2018. 
  7. «Palácio Nacional de Mafra - Basílica». www.palaciomafra.gov.pt (στα Πορτογαλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιανουαρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2018. 
  8. «Palácio Nacional de Mafra - Órgãos». www.palaciomafra.gov.pt (στα Πορτογαλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Απριλίου 2018. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2018. 
  9. «Palácio Nacional de Mafra, History» (στα αγγλικά). Câmara Municipal de Mafra. 2015-06-18. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2019-03-22. https://web.archive.org/web/20190322154852/http://www.cm-mafra.pt/en/turismo/palacio-nacional-de-mafra-history. Ανακτήθηκε στις 2018-04-09. 
  10. «Palácio Nacional de Mafra - Carrilhões». www.palaciomafra.gov.pt (στα Πορτογαλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιανουαρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2018. 
  11. The construction of the palace was so costly that it consumed virtually all of the Brazilian gold, which might otherwise have been used to benefit the general economy of Portugal. Toby Green, Inquisition: The Reign of Fear, p. 315.
  12. «Ludovice, Arquitecto ou Capataz». Monumento de Mafra Virtual (στα Portuguese). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2021. Ανακτήθηκε στις 28 Αυγούστου 2022. 
  13. «Palácio Nacional de Mafra». Monumentos (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2018. 
  14. «Guiao de Vista de Estudo: Palaciio-Convento de Mafra» (PDF) (στα Portuguese). Colegio de Sao Tomas. 2018. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 22 Μαρτίου 2020. Ανακτήθηκε στις 28 Αυγούστου 2022. 
  15. «National Palace of Mafra». www.patrimoniocultural.gov.pt (στα Πορτογαλικά). Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2018. 
  16. «Palácio Nacional de Mafra - Real Obra de Mafra». www.palaciomafra.gov.pt (στα Πορτογαλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Απριλίου 2018. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2018. 
  17. «The Mafra National Palace in Numbers». A Portuguese Affair. 27 Απριλίου 2017. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Αυγούστου 2022. Ανακτήθηκε στις 28 Αυγούστου 2022. 
  18. «Os seis órgãos de Mafra» (PDF) (στα Portuguese). PN Mafra. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 12 Νοεμβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 28 Αυγούστου 2022. 
  19. «Restauro dos seis órgãos da Basílica de Mafra distinguido com galardão "Europa Nostra" | Secretariado Nacional da Pastoral da Cultura». 
  20. «Papa concede Coroação Pontifícia a imagem venerada na Basílica de Mafra». RTP (στα Πορτογαλικά). Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2020. 
  21. Hartnett, Kevin (17 Σεπτεμβρίου 2013). «Bats eat bookworms». Boston Globe archive website. Brainiac blog hosted by Boston Globe. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2018. 
  22. «Gulliver's Travels (1996– ) Filming & Production». IMDb. Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2018. 
  23. «Congresso Internacional sobre 'Memorial do Convento'». 

Πηγές Επεξεργασία

  • «Palácio e Convento de Mafra» (στα Πορτογαλικά). Direção Geral do Património Cultural. 
  • Turner, J. – Grove Dictionary of Art – Oxford University Press, USA; New Ed (January 2, 1996); (ISBN 0-19-517068-7)
  • Rentes de Carvalho J. – Portugal, um guia para amigos (in Dutch translation : Portugal); De Arbeiderspers, Άμστερνταμ; 9th ed. August 1999; (ISBN 90-295-3466-4)
  • The Rough Guide to Portugal – 11th ed. March 2005; (ISBN 1-84353-438-X)
  • The National Palace of Mafra, an English guide; IPPAR, July 2005 (προς πώληση στο παλάτι)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία