Βυζαντινοβενετική Συνθήκη (1268)

Η Β΄ Βυζαντινο-Βενετική συνθήκη του 1268 ήταν μία συμφωνία μεταξύ της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και της Δημοκρατίας της Βενετίας, που έθεσε προσωρινά παύση στις εχθροπραξίες μεταξύ των δύο δυνάμεων που είχαν συγκρουστεί μετά τη Ρωμαϊκή ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο το 1261.

Η Βενετία είχε μία προνομιακή θέση στη Λατινική αυτοκρατορία, που έδρευε στην Κωνσταντινούπολη και ο Παλαιολόγος είχε συμμαχήσει με τον κύριο εμπορικό αντίπαλο τής Βενετίας, τη Δημοκρατία της Γένοβας, εναντίον εκείνης. Η ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τον Παλαιολόγο, ήταν ένα μεγάλο πλήγμα για την πολιτική και εμπορική θέση της Βενετίας στην Ανατολή, καθώς έκοψε την πρόσβαση στον Εύξεινο Πόντο και έδωσε στους Γενουάτες προνομιακή πρόσβαση. Ακολούθησε ένας ναυτικός πόλεμος της Βενετίας εναντίον της Γένοβας και των Ρωμαίων, αλλά παρά τη σημαντική νίκη της στη Μάχη του Σετεπότσι το 1263, η Βενετία απέτυχε να έχει αποφασιστικά αποτελέσματα. Παρ'όλα αυτά, ο Μιχαήλ Η΄ δυσαρεστήθηκε με τη στρατιωτική επίδοση των Γενουατών και οι δύο σύμμαχοι έγιναν όλο και πιο δύσπιστοι μεταξύ τους, οδηγώντας τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα να αναζητήσει μία προσέγγιση με τη Βενετία.

Μία πρώτη συνθήκη είχε συναφθεί το 1265, αλλά δεν επικυρώθηκε από τη Βενετία. Τέλος, η άνοδος του Κάρολου Α΄ των Καπετιδών-Ανζού στην Ιταλία και οι ηγεμονικές του φιλοδοξίες στην ευρύτερη περιοχή, που απειλούσαν τόσο τη Βενετία όσο και τους Ρωμαίους, παρείχαν επιπλέον κίνητρο και στις δύο δυνάμεις να αναζητήσουν συνεργασία. Μία νέα συνθήκη ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 1268, με όρους και διατύπωση πιο ευνοϊκή για τους Ρωμαίους. Προέβλεπε αμοιβαία εκεχειρία πέντε ετών, την απελευθέρωση των κρατουμένων και την επανεισδοχή -και με μέτρο παρουσία- Βενετών εμπόρων στην Αυτοκρατορία. Πολλά από τα εμπορικά προνόμια που είχαν προηγουμένως αποκτηθεί, αποκαταστάθηκαν πάλι, αν και με λιγότερο ευνοϊκούς όρους για τη Βενετία από ό,τι ο Παλαιολόγος ήταν πρόθυμος και είχε παραχωρήσει το 1265. Οι Βυζαντινοί αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν τη Βενετική κατοχή της Κρήτης και άλλων περιοχών, που καταλήφθηκαν μετά την Δ΄ Σταυροφορία, αλλά κατάφεραν να αποφύγουν την πλήρη ρήξη με τη Γένοβα, ενώ αφαίρεσαν για ένα διάστημα την απειλή ένας βενετσιάνικος στόλος να βοηθούσε τον Κάρολο Α΄ της Σικελίας στα σχέδιά του να ξανακάνει την Κωνσταντινούπολη Λατινική.

Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το 1265, μετά την επαναφορά της πρωτεύουσας (από τη Νίκαια) στην Κωνσταντινούπολη.

Ιστορικό Επεξεργασία

Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από την Δ΄ Σταυροφορία το 1204, η Δημοκρατία της Βενετίας, η οποία είχε παράσχει τον στόλο της τους Σταυροφόρους, έλαβε πολλά από τα λάφυρα της πεσμένης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας: τα τρία όγδοα της Κωνσταντινούπολης και πολλές στρατηγικά τοποθετημένες αποικίες, συμπεριλαμβανομένης της Κρήτης. [1] [2] Αυτό το γεγονός άνοιξε τον Εύξεινο Πόντο στο Βενετικό εμπόριο, ενώ η Βενετική επιρροή στην Κωνσταντινούπολη εξασφάλισε ότι σε όλη τη νεοσύστατη Λατινική αυτοκρατορία οι Βενετοί θα έχουν προνομιακή θέση, πράγμα που τους έθετε σε υπεροχή έναντι των παλαιών εμπορικών αντιπάλων τους, των συναδέλφων της Ιταλικών θαλάσσιων δημοκρατιών της Πίζας και της Γένοβας. [3]

Ο Μιχαήλ Η΄ από σύμμαχος των Γενουατών, γίνεται σύμμαχος των Βενετών Επεξεργασία

 
Ο Αυτοκράτορας Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος (μικρογραφία του 14ου αιώνα από την Ιστορία του Γεωργίου Παχυμέρη).

Η επιστροφή της έδρας της Αυτοκρατορίας από τη Νίκαια στην Κωνσταντινούπολη από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο το 1261 και η αποκατάσταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τη δυναστεία των Παλαιολόγων, ήταν ένα μεγάλο πλήγμα για τη θέση και τα συμφέροντα της Βενετίας. Επιπλέον, για να αντιμετωπίσει τον ισχυρό βενετικό στόλο, ο Παλαιολόγος είχε συμμαχήσει με τους Γενουάτες στη Συνθήκη του Νυμφαίου και οι Γενουάτες ήταν σε πόλεμο με τη Βενετία. Αυτή η συμφωνία, όχι μόνο είχε δώσει στους Γενουάτες μεγάλα προνόμια, αλλά τους είχε αναθέσει και τις πρώην συνοικίες και τις ιδιοκτησίες των Βενετών στην Κωνσταντινούπολη και ακόμη απειλούσε να αποκλείσει τους Βενετούς από το εμπόριο του Εύξεινου Πόντου. [4]

Αρχικά, οι Βενετοί υποστήριξαν τον εξόριστο Λατίνο αυτοκράτορα Βαλδουίνο Β΄ στις προσπάθειές του να σχηματίσει μία νέα Σταυροφορία και να ανακτήσει τον θρόνο [4] και η βενετική διπλωματία στο εξής "υπηρέτησε τα Λατινικά σχέδια για την ανάκτηση της πρωτεύουσας", όπως λέει ο Δήμος Γιαννακόπουλος [5] Αποκλεισμένη από τον Εύξεινο Πόντο και την Κωνσταντινούπολη από την αντίπαλό της, η Βενετία ακολούθησε τώρα μια διττή στρατηγική, ώστε να χρησιμοποιήσει τον Παπισμό και (στις ενέργειές της εναντίον των Γενουατών) να αποφύγει τον αφορισμό, για να απομακρύνει τους Γενουάτες μακριά από τους Ρωμαίους και να λάβει τη βοήθεια άλλων δυτικών δυνάμεων, όπως του Μανφρέδου της Σικελίας, για μία εκστρατεία ενάντια στον Παλαιολόγο. [4] Εν τω μεταξύ, η βενετική ναυτική δραστηριότητα στο Αιγαίο δεν παρείχε συγκεκριμένα αποτελέσματα. Το καλοκαίρι του 1262, οι Βενετοί διέταξαν έναν στόλο 37 γαλερών στο Αιγαίο, να συναντηθεί με έναν Γενοβέζικο στόλο 60 πλοίων στη Θεσσαλονίκη, αλλά οι Γενουάτες αρνήθηκαν να εμπλακούν. Επίσης μία πειρατική επιδρομή από τους ευγενείς του Νεγκροπόντε, συμμάχου της Βενετίας, στη Θάλασσα του Μαρμαρά αντιμετωπίστηκε και ηττήθηκε από μια Ρωμαιο-Γενουατική μοίρα. [6] [7]

Το 1263 ωστόσο, η μάχη του Σετεπότσι κατέληξε σε μία ξεκάθαρη βενετική νίκη και μείωσε πολύ την αξία της γενουατικής συμμαχίας στα μάτια του Παλαιολόγου, [4] [8] που ενοχλήθηκε από την προτίμηση των Γενουατών καπετάνιων να επιτίθενται στα Βενετικά πλοία για λεία, παρά να βοηθούν στον εφοδιασμό των δυνάμεών του, που πολεμούσαν στον Μωρέα, και ο οποίος ανησύχησε για την ανάπτυξη της γενουατικής επιρροής στη δική του πρωτεύουσα, καθώς οι Γενουάτες απειλούσαν να γίνουν ακόμη περισσότερο πνιγηροί στο εμπόριο από ό,τι ήταν κάποτε οι Βενετοί. Λίγο μετά τη μάχη, ο δυσαρεστημένος Μιχαήλ Η΄ απέλυσε εξήντα Γενουατικά πλοία από την υπηρεσία του. Οι δύο πλευρές γινόταν όλο και πιο δύσπιστες μεταξύ τους και ο Μιχαήλ Η΄ άρχισε να καθυστερεί τις πληρωμές για τα πληρώματα των γενουατικών πλοίων. [8] [4] Η ρήξη Ρωμαίων - Γενουατών διευρύνθηκε περαιτέρω το 1264, όταν ο Γενουάτης podestà στην Κωνσταντινούπολη ενεπλάκη σε μια συνωμοσία για παράδοση της πόλης στον Μανφρέδο της Σικελίας, οπότε ο Αυτοκράτορας απέλασε τους Γενουάτες από την πόλη και τους έστειλε στην Πέρινθο (δυτικά της Σηλυβρίας). [8] [4]

Μη επικυρωμένη συνθήκη του 1265 Επεξεργασία

Στη συνέχεια ο Παλαιολόγος έστειλε έναν Βενετό αιχμάλωτο πολέμου, τον Αρίγκο Τρεβιζάνο, ως απεσταλμένο του στη Βενετία. Ο δόγης Ρενιέρο Ζένο έστειλε τον Τρεβιζάνο πίσω στην Κωνσταντινούπολη, μαζί με τον Μπενεντέτο Γκριλόνε, ο οποίος με τη σειρά του αντικαταστάθηκε από τον Τζάκοπο Ντολφίν και τον Τζάκοπο Κονταρίνι. Στις 18 Ιουνίου 1265, υπογράφηκε μία πρώτη συνθήκη εκεχειρίας από τον Παλαιολόγο και τους Βενετούς απεσταλμένους στην Κωνσταντινούπολη. Οι όροι της ήταν εξαιρετικά επωφελείς για τους Βενετούς και, κατά τη γνώμη του Γιαννακόπουλου, θα τους αποκαθιστούσαν σχεδόν τη θέση που είχαν πριν από το 1261. [4] [9] Τα ελληνικά και λατινικά κείμενα της συνθήκης διατηρούνται στη συλλογή Βενετικών διπλωματικών εγγράφων, που συνέλεξαν οι Γκότλιμπ Τάφελ και Γκέοργκ Τόμας και δημοσιεύθηκαν από την Αυτοκρατορική Ακαδημία Επιστημών στη Βιέννη. [10]

Οι κύριες διατάξεις της ήταν:

  1. Η παραχώρηση στη Βενετία καθορισμένων χώρων για τους εποίκους της στην Κωνσταντινούπολη, στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες Ρωμαϊκές πόλεις, με την αναγνώριση ενός βενετού βάιλου ως ανώτερου Βενετού αξιωματούχου στην Αυτοκρατορία [9] [11].
  2. Οι Ενετοί έμποροι εξαιρέθηκαν από όλους τους φόρους στην Αυτοκρατορία [4].
  3. Οι Γενουάτες έπρεπε να εκδιωχθούν εξ ολοκλήρου από την Αυτοκρατορία και τυχόν μελλοντικές Ρωμαϊκές συνθήκες με τη Γένοβα θα απαιτούσαν τη συναίνεση της Βενετίας [9] [12].
  4. Η Βενετία θα παραμείνει σε ειρήνη με τους Ρωμαίους ακόμη και αν μία φιλική της δύναμη -ο πάπας, η Γαλλία, η Σικελία, η Καστίλλη, η Αραγονία, η Αγγλία, ο Κάρολος δούκας του Ανζού, η Πίζα και η Ανκόνα αναφέρθηκαν ρητά- θα επετίθετο στην Κωνσταντινούπολη [12] [2].
  5. Εάν οι Γενουάτες έπρεπε να επιτεθούν στην Κωνσταντινούπολη, η Βενετία θα βοηθούσε την Πόλη με στόλο ίσου μεγέθους με αυτόν της Γένοβας [12].
  6. Η βενετική κατοχή της Κρήτης και τα δύο φρούρια της Μεθώνης και της Κορώνης στον Μωρέα αναγνωρίστηκαν από τον Παλαιολόγο [9] [12].
  7. Ο Παλαιολόγος λάμβανε το ελεύθερο εναντίον των Λατίνων (Λομβαρδών) αρχόντων του Νεγκροπόντε, ενώ οι Βενετοί πολίτες εκεί απαγορεύτηκε να τους βοηθήσουν, με αντάλλαγμα την εγγύηση των ιδιοκτησιών και της θέσης τους στο νησί [9] [12].
  8. Τα άλλα λατινικά εδάφη του Αιγαίου που καταλήφθηκαν μετά την Δ΄ Σταυροφορία, συμπεριλαμβανομένων των φεουδαρχιών του Πριγκιπάτου της Αχαΐας, επρόκειτο να επιστραφούν στον Παλαιολόγο [12] [2].

Η συνθήκη δεν επικυρώθηκε από τον δόγη για ασαφείς λόγους: σύμφωνα με τον Γιαννακόπουλο, είτε οι Ενετοί ερμήνευσαν τις παραχωρήσεις του Παλαιολόγου ως ένδειξη αδυναμίας, είτε δεν εμπιστεύτηκαν τις τελικές του προθέσεις, καθώς η επιθυμία του να αποκαταστήσει τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στα όριά της πριν από το 1204 ήταν προφανής και επηρέαζε άμεσα τις δικές τους κτήσεις στην περιοχή. [4] Επιπλέον, όπως επισημαίνει ο Ντόναλντ Νίκολ, ο Ζένο εξακολουθούσε να λατρεύει τον τίτλο, που απονεμήθηκε στον δόγη το 1204, του «κυρίου του ενός τετάρτου και του ενός όγδοου της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας» (dominus quartae partis et dimidiae, totius Imperii Romaniae) και θα ήταν απεχθές να αποδεχτεί μία συνθήκη, που τον αναγνώριζε απλώς ως "δόγη της Βενετίας και άρχοντα της Κροατίας, Δαλματίας, και των άλλων μερών και νησιών, που υπόκεινται στην εξουσία του" (λατινικά: Dux Venetiarum et dominator Chroatiae et Dalmatiae et omnium aliarum terrarum et insularum suae‎‎). Αυτό θα μείωνε ουσιαστικά τη θέση του και θα επέστρεφε τις σχέσεις της Βενετίας με την Κωνσταντινούπολη στο status quo πριν από το 1204. [13] Η Βενετία μπορεί να ήλπιζε να εξασφαλίσει, ή ακόμη και να αυξήσει, τη θέση της στην περιοχή με τη βοήθεια είτε του Μανφρέδου της Σικελίας, είτε του νέου και φιλόδοξου υποψήφιου για την υπεροχή στην Ιταλία, του Καρόλου του Ανζού, του οποίου τα τελικά σχέδια για την Κωνσταντινούπολη ήταν γνωστά σε όλους, εξ ου και η συμπερίληψή του στο σχέδιο συνθήκης του Παλαιολόγου. [4]

Άνοδος του Κάρολου του Ανζού. Ο Μιχαήλ Η΄ συμμαχεί με τους Γενουάτες Επεξεργασία

 
Ο Κλήμης Δ΄ στέφει τον Κάρολο δούκα του Ανζού ως βασιλιά της Σικελίας (μικρογραφία του 14ου αιώνα). Οι φιλοδοξίες του για την ανασύσταση της Λατινικής αυτοκρατορίας ανάγκασαν τον Παλαιολόγο να αναζητήσει συμμαχία με τη Βενετία.

Μετά την αποφασιστική του νίκη επί του Μανφρέδου στη Μάχη του Μπενεβέντο τον Φεβρουάριο του 1266, ο Κάρολος δούκας του Ανζού, τώρα πια βασιλιάς της Σικελίας (το βασίλειο της Σικελίας περιελάμβανε όλη τη Νότιο Ιταλία), άρχισε να σχεδιάζει την πραγματοποίηση των φιλοδοξιών του εναντίον της Κωνσταντινούπολης. [14] Τα σχέδιά του δημοσιοποιήθηκαν με τη Συνθήκη του Βιτέρμπο (1267) τον Μάιο του 1267, που συνήφθη μεταξύ του Καρόλου Α΄, του εξόριστου Λατίνου αυτοκράτορα Βαλδουίνου Β΄, του πάπα και του πρίγκιπα της Αχαΐας. Ο Κάρολος Α΄ δεσμεύθηκε να βοηθήσει τον Βαλδουίνο Β΄ στην ανάκτηση της πρωτεύουσας και των εδαφών του, που κάποτε ανήκαν στη Λατινική αυτοκρατορία, με αντάλλαγμα αρκετές εδαφικές παραχωρήσεις στο Αιγαίο και τα δυτικά Βαλκάνια και την υπεράσπιση της Αχαΐας. Σε μία προσπάθεια να παρασύρουν τους επιφυλακτικούς Βενετούς στο σύμφωνο, τους υποσχέθηκαν την πλήρη αποκατάσταση των δικαιωμάτων, που είχαν αποκτήσει μετά το 1204. [4] Ανήσυχος για τις φιλοδοξίες τού Καρόλου Α΄ και με την προηγούμενη συνθήκη με τη Βενετία άκυρη, ο Παλαιολόγος γύρισε ξανά προς τη Γένοβα, επιτρέποντας την ίδρυση μιας γενουατικής αποικίας στο προάστιο του Γαλατά, πέρα από τον Κεράτιο, απέναντι από την Κωνσταντινούπολη. [15] [4]

Αυτές οι εξελίξεις ανησύχησαν και τους Βενετούς: το εμπόριο τους με την Ανατολή είχε υποφέρει σημαντικά μετά τη Ρωμαϊκή συμμαχία με τη Γένοβα, ενώ οι αυτοκρατορικές φιλοδοξίες του Κάρολου Α΄ του Ανζού στην Αδριατική και την Ελλάδα ήταν μία πιθανή απειλή για την ελευθερία πρόσβασης της Βενετίας στη Μεσόγειο. Κατά συνέπεια, την 1η Νοεμβρίου 1267, ο δόγης Ρενιέρο Ζένο έστειλε δύο πληρεξούσιους πρεσβευτές, τον Μάρκο Μπέμπο και τον Πιέτρο Ζένο, για να διαπραγματευτεί μία συνθήκη με τον Παλαιολόγο. [15] [4]

Οι Βενετοί ζητούν συμμαχία με το Μιχαήλ Η΄: η συνθήκη του 1268 Επεξεργασία

Η συνθήκη της Βυζαντινής Βενετίας συνήφθη στις 4 Απριλίου 1268 στην Κωνσταντινούπολη. Η θέση του Παλαιολόγου έναντι της Βενετίας είχε βελτιωθεί με τα χρόνια από το 1265. Ως αποτέλεσμα οι όροι της νέας συνθήκης ήταν σημαντικά λιγότερο επωφελείς για τους Βενετούς, οι οποίοι επίσης αισθάνθηκαν υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουν τον Παλαιολόγο με τον τίτλο imperator et moderator Romanorum ( «αυτοκράτορας και κυβερνήτης των Ρωμαίων»), αντί του Graecorum («των Ελλήνων») όπως το 1265, και με τoν κολακευτικό επίθετο «ο νέος Κωνσταντίνος», το οποίο ο Παλαιολόγος είχε υιοθετήσει μετά την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης. [16] [17] Η συνθήκη επικυρώθηκε από τον δόγη Ζένο στις 30 Ιουνίου, αλλά αυτός πέθανε λίγες ημέρες αργότερα. Ο Παλαιολόγος έστειλε γρήγορα πρεσβευτές στη Βενετία, τον Γεώργιο Τζιμίσκη και τον Γεώργιο Καλοδούκα, οι οποίοι κατάφεραν να διασφαλίσουν την αναγνώρισή της από τον διάδοχο δόγη Λορέντσο Τιέπολο στις 30 Ιουλίου. [4] [18] [10]

Όροι Επεξεργασία

Το λατινικό κείμενο της συνθήκης δημοσιεύτηκε στη συλλογή Βενετικών εγγράφων από τους Τάφελ και Τόμας. [10] Οι όροι της συνθήκης ήταν:

  1. Εκεχειρία πενταετούς διάρκειας, τόσο στη ξηρά όσο και στη θάλασσα, που ξεκινά από τις 4 Απριλίου 1268, μεταξύ της Δημοκρατίας της Βενετίας και της «Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας». Η Βενετία δεσμεύθηκε να μην επιτεθεί στους Ρωμαίους ή σε οποιαδήποτε περιοχή που υπόκειται σε αυτούς, ούτε να συμμαχήσει με οποιαδήποτε δύναμη εναντίον τους (μία σαφή αναφορά στον Κάρολο Α΄ της Σικελίας), ούτε να επιτρέψει σε πλοιοκτήτες, καπετάνιους ή ευγενείς, της Βενετίας να συνεργαστούν με "άλλους βασιλείς, πρίγκιπες, βαρόνους ή κόμητες" σε σχέδια εναντίον Ρωμαϊκών εδαφών, ούτε η Βενετία να επιτρέψει Βενετικά πλοία να μεταφέρουν στρατεύματα εναντίον των περιοχών του Αυτοκράτορα. [17] [10] [19]
  2. Όλοι οι Έλληνες κρατούμενοι που κρατούνται στην Κρήτη, τη Μεθώνη και την Κορώνη, στο Νεγκροπόντε ή σε άλλα μέρη, θα απελευθερωθούν αμέσως και θα είναι ελεύθεροι είτε να παραμείνουν στις ίδιες τοποθεσίες, είτε να αναχωρήσουν όπου και αν επιθυμούσαν. [17] [20] Ο Παλαιολόγος υποσχέθηκε να κάνει το ίδιο με όλους τους Ενετούς που φυλακίστηκαν σε Ρωμαϊκή περιοχή και θα απαγόρευε την κατασκευή και πώληση όπλων για χρήση εναντίον των Ενετών. [18] [21]
  3. Ομοίως, ο Αυτοκράτορας δεσμεύτηκε "στον Αληθινό και Σεβάσμιο Σταυρό σύμφωνα με τα έθιμα των Ελλήνων και των Αγίων Ευαγγελίων του Θεού" να τηρήσει τους ίδιους όρους, για να διασφαλίσει ότι δεν θα βλάψει τους Ενετούς στην Κρήτη ή οποιοδήποτε άλλη από τις κτήσεις τους, και να απομακρύνει οποιονδήποτε από τους άνδρες του από την Κρήτη (όπου είχαν σταλεί Ρωμαϊκά στρατεύματα για την υποστήριξη της εξέγερσης των αδελφών Χορτάτζηδων). Παρομοίως, ο Παλαιολόγος δεσμεύτηκε να μην επιτεθεί στις Βενετικές κτήσεις της Μεθώνης και της Κορώνης, και στα ενετικά νησιά του Αιγαίου, και να σεβαστεί τη συνθήκη μεταξύ της Βενετίας και του Πρίγκιπα της Αχαΐας για το Νεγκρόποντ. [17] [10] [22]
  4. Οι Ενετοί θα μπορούσαν να εγκατασταθούν στην Κωνσταντινούπολη και σε οποιοδήποτε άλλο μέρος της Αυτοκρατορίας. Αυτό δεν θα ήταν πλέον σε καθορισμένες περιοχές, που παρέχονται από τον Αυτοκράτορα, αλλά θα ήταν ελεύθεροι να νοικιάσουν τα σπίτια τους, τα λουτρά και τα αρτοποιεία τους με καθορισμένους όρους και θα έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν τα δικά τους σταθμά και μέτρα και να έχουν τη δική τους -με λατινική τελετή- εκκλησίες. Η υποχρέωση καταβολής ενοικίου ήταν καινούργια, αλλά οι Ενετοί έμποροι θα απαλλάσσονταν και πάλι, όπως και πριν, από τυχόν φόρους στην Αυτοκρατορία. [17] [10] [4]
  5. Οι Γενουάτες θα μπορούσαν να παραμείνουν στην Αυτοκρατορία -μία έντονη διαφορά από τη συνθήκη του 1265- με την κατανόηση ότι τόσο οι Γενουάτες, όσο και οι Ενετοί, δεν θα έμπλεκαν σε εχθροπραξίες από την Άβυδο, στην είσοδο των Δαρδανελίων, ως τη βόρεια εισόδου στον Βοσπόρου στον Εύξεινο. Εάν και οι δύο πλευρές παραβίαζαν αυτή τη ρύθμιση, ο Αυτοκράτορας θα ενεργούσε ως διαιτητής. [17] [10] [22]
  6. Εάν κάποιος Βενετός πέθαινε σε Ρωμαϊκή επικράτεια, τότε η διάθεση των αγαθών του θα πρέπει να ανατεθεί στους βενετσιάνικους ρέκτορες ή στον bailo, ή από άλλους Βενετούς, χωρίς παρέμβαση από τις Ρωμαϊκές αρχές. [18] [10]
  7. Κάθε βενετσιάνικο πλοίο ή πλήρωμα που υπέστη ναυάγιο, θα λάβει κάθε δυνατή βοήθεια από τις Ρωμαϊκές αρχές για την ανάκτηση των εμπορευμάτων τους. [18] [23]
 
Υπέρπυρον του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου. Στη μία όψη η Θεοτόκος στη μέση των τειχών της Πόλης. Στην άλλη ο Μιχαήλ Η΄, από πίσω του ο ομώνυμος αρχάγγελος και δεξιά ο Χριστός. Επιγρ.: ΜΙΧ ΔΕC[PΟΤΗC Ο ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟC].
  1. Βενετικά πλοία είχαν τη δυνατότητα να αγοράσουν σιτηρά οπουδήποτε στην Αυτοκρατορία και να τα εξάγουν χωρίς περιορισμούς, εκτός από τα εδάφη τα εχθρικά προς την Αυτοκρατορία, για όσο διάστημα η τιμή του παρέμεινε στα 50 υπέρπυρα οι 100 μόδιοι. Εάν η τιμή αυξηθεί, τότε η εξαγωγή θα επιτρέπεται μόνο με ρητή άδεια από τον Αυτοκράτορα. [18] [23]
  2. Στην περίπτωση ενός Βενετού που κατηγορείται για δολοφονία Ρωμαίου ή Βενετού στην Κωνσταντινούπολη, η υπόθεση θα κριθεί από τον Αυτοκράτορα· αν η δολοφονία έγινε έξω από την Κωνσταντινούπολη ή για άλλο αδίκημα εναντίον Ρωμαίου, η υπόθεση θα κριθεί από έναν Ενετό ρέκτορα ή βάιλο. [22] [10] [2]
  3. Τυχόν ζημιές που προκλήθηκαν στα Ρωμαϊκά εδάφη από Βενετούς πειρατές θα αποκατασταθούν από τον βάιλο, ο οποίος θα είναι επίσης υπεύθυνος για τη δίκη τους. Η Βενετία υποσχέθηκε επίσης ότι δεν θα παράσχει βοήθεια ή ακόμη και λιμάνι σε πειρατές που ενεργούν κατά της Αυτοκρατορίας. Οι πράξεις Βενετών που κυβερνούν ορισμένα από τα νησιά του Αιγαίου, που δεν υπόκεινται στη Δημοκρατία, εξαιρέθηκαν ρητά από τη συμφωνία αυτή. Πάντως δεν έγινε αναφορά στους Ρωμαίους πειρατές στη συμφωνία, παρά την ενεργή παρουσία τους σε ολόκληρη την περιοχή. [18] [21] [22]
  4. Οι Ρωμαίοι έμποροι θα έχουν το δικαίωμα να έρχονται στη Βενετία και να εμπορεύονται ό,τι αγαθά επιθυμούν, χωρίς εμπόδια. [24]

Οι συνέπειες Επεξεργασία

Η συνθήκη απέφερε γρήγορα καρπούς για τους Ρωμαίους: τον Σεπτέμβριο του 1269, ο Κάρολος Α΄ έστειλε τον ιππότη της Αχαΐας Εράρ ντ' Ωνουά και τον ηγούμενο του Μόντε Κασίνο ως απεσταλμένους στη Βενετία, για να στρατολογήσει τη Δημοκρατία στα σχέδιά του εναντίον του Παλαιολόγου, αλλά ο δόγης αρνήθηκε, επικαλούμενος τη συνθήκη. [2] [25] Η Βενετική στάση αντανακλούσε από τη μία ικανοποίηση προς το παρόν, αφού είχε εξασφαλίσει και πάλι εμπορική πρόσβαση στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αλλά και ανησυχία για τις πολιτικές του Καρόλου Α΄ στην Αδριατική· αυτός είχε πρόσφατα κάνει συμφωνία με την Ουγγαρία, παραδοσιακά αντίπαλο της Βενετίας στη Δαλματία. [4] Το 1272, καθώς η ανακωχή πλησίαζε στη λήξη της, απεσταλμένοι από τον Κάρολο Α΄, τον Βαλδουίνο Β΄ και τον Παλαιολόγο ήταν όλοι παρόντες στη Βενετία. Οι Ρωμαίοι πρεσβευτές έφεραν μαζί τους 500 Ενετούς κρατούμενους, οι οποίοι προφανώς συνελήφθησαν στην Εύβοια κατά τη διάρκεια των εκστρατειών του Ρωμαίου ναύαρχου Αλέξιου Φιλανθρωπηνού εναντίον των Λομβαρδών αρχηγών του Νεγκροπόντε τα προηγούμενα χρόνια. Αυτοί, παρά την ανακωχή μεταξύ Βενετίας και Ρωμαίων, είχαν γίνει πλήρωμα στις γαλέρες των Λομβαρδών. Εν μέσω έντονων διπλωματικών πιέσεων, συμπεριλαμβανομένων των επανειλημμένων προειδοποιήσεων του πάπα Γρηγορίου Ι΄ για να μην ανανεωθεί η ανακωχή, ο δόγης προτίμησε να περιμένει προσεκτικά τις εξελίξεις. Κατά συνέπεια η εκεχειρία παρέμεινε σιωπηρά σε ισχύ, ακόμη και αν δεν ανανεώθηκε επίσημα. [4] [26]

Ωστόσο οι Ενετοί είχαν λόγο να μην είναι ικανοποιημένοι, καθώς οι διατάξεις της Συνθήκης σχετικά με την ελεύθερη και ασφαλή μετακίνηση των Βενετών εμπόρων και των εμπορευμάτων τους δεν τηρήθηκαν σχολαστικά από τους Ρωμαίους: το 1278, ο δόγης υπέβαλε περισσότερες από 300 περιπτώσεις ζημιών σε ενετικά πλοία, εμπόρους και αγαθά από το 1268, που έγιναν από τα χέρια υπηκόων του Αυτοκράτορα. Πολλές από αυτές ήταν από πειρατές στην υπηρεσία του Μιχαήλ Η΄, αλλά και από στρατιώτες, τελωνειακούς υπαλλήλους και τοπικούς κυβερνήτες, ακόμη και, σε μία περίπτωση, από έναν σεβαστοκράτορα (πιθανώς τον Κωνσταντίνο, αδελφό του Αυτοκράτορα), ο οποίος είχε ληστεύσει και δολοφονήσει έναν Βενετό αρχιδιάκονο, που είχε συλληφθεί σε πλοίο από το Μωρέα. [2]

Ο Μιχαήλ Η΄ συμμαχεί με τους Γενουάτες και τον πάπα Επεξεργασία

Το 1270, ένας αντι-Ανδεγαβικός συνασπισμός ανέλαβε την εξουσία στη Γένοβα και το 1272 ο Παλαιολόγος ανανέωσε τη συμμαχία του με την πόλη, που τώρα κατευθυνόταν εναντίον τού Καρόλου του Ανδεγαβού. [4] Η διπλωματική επίθεση του Παλαιολόγου συνεχίστηκε με την επαναπροσέγγισή του με τον πάπα, ο οποίος από μόνος του θα μπορούσε είτε να παροτρύνει (δηλώνοντας την εκστρατεία εναντίον της Κωνσταντινούπολης ως Σταυροφορία), είτε να αποτρέψει τα σχέδια του Καρόλου Α΄. Οι όροι που έθεσε ο Πάπας ήταν σκληροί: ο Αυτοκράτορας και η Ανατολική Εκκλησία θα έπρεπε να ομολογήσουν τα λάθη τους και να αποδεχτούν την παπική υπεροχή. [2] Αντιμέτωποι με τη συσσώρευση ναυτικών δυνάμεων και Ανδεγαβικών συμμαχιών, ο Παλαιολόγος έπρεπε να υποχωρήσει και η Ένωση των Εκκλησιών ανακηρύχθηκε στη Β΄ Σύνοδο της Λυών το 1274. [4] Αν και η Ένωση αποδείχθηκε βαθύτατα αντίθετη με τα αισθήματα της Εκκλησίας και του λαού, ήταν ένας «διπλωματικός θρίαμβος» για τον Παλαιολόγο, καθώς ο πάπας τον αναγνώρισε ως νόμιμο Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης (και όχι τον Βαλδουίνο Β΄) και απαγόρευσε στον Κάρολο Α΄ να του επιτεθεί. Εν τω μεταξύ, ο Μιχαήλ Η΄ χρησιμοποίησε την ευκαιρία να επιτεθεί στους Έλληνες και Λατίνους, που εξεγέρθηκαν στην Ελλάδα. [2]

Το χρυσόβουλο του 1268 για τους Βενετούς Επεξεργασία

Αν και οι Βενετοί εκπρόσωποι στη Λυών διαμαρτυρήθηκαν φωναχτά, λέγοντας ότι η Βενετία εξακολουθούσε να διεκδικεί τα δικαιώματά της στη Ρωμανία, το πλεονέκτημα βρισκόταν στον Παλαιολόγο και ο νέος δόγης Τζάκοπο Κονταρίνι έστειλε το 1276 απεσταλμένους στην Κωνσταντινούπολη, για να διαπραγματευτεί εκ νέου τη συνθήκη του 1268. Αυτό κατέληξε σε συμφωνία, που συνήφθη μεταξύ του Παλαιολόγου και του Βενετού απεσταλμένου Μάρκο Μπέμπο στις 19 Μαρτίου 1277. Συγκεκριμένα αυτή η συμφωνία δεν διατυπώθηκε ως συνθήκη, αλλά ως χρυσόβουλο (πράξη χορήγησης) από τον Αυτοκράτορα στη Βενετία. Ωστόσο, δεδομένης της ασταθούς διεθνούς κατάστασης, η διάρκειά του περιορίστηκε σε δύο χρόνια. [2]

Οι Βενετοί συμμαχούν με το Κάρολο Α΄ Επεξεργασία

Μετά τη λήξη του δεν ανανεώθηκε και οι Βενετοί, το 1281 στη Συνθήκη του Ορβιέτο, εισήλθαν στον αντι-Ρωμαϊκό συνασπισμό του Καρόλου Α΄, με τον Απρίλιο 1283 ως την προβλεπόμενη ημερομηνία έναρξης της εκστρατείας κατά της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο τα σχέδια του Καρόλου Α΄ διακόπηκαν από τον σφαγιασμό των Γάλλων του Καρόλου Α΄ (γνωστό ως Σικελικό Εσπερινό) τον Μάρτιο του 1282 και τον επακόλουθο Πόλεμο των Σικελικών Εσπερινών. [2] Σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης του Ορβιέτο, υπήρχε κατάσταση πολέμου μεταξύ Βενετίας και Ρωμαίων. Το ξέσπασμα των Εσπερινών είχε καταστρέψει τις πιθανότητες να ανακτήσουν οι Βενετοί την προνομιακή τους θέση και για όλη τη διάρκεια του πολέμου το εμπόριό τους με την Ανατολή διακόπηκε, προς όφελος των Γενουατών.

Μετά από μακρές διαπραγματεύσεις, μία τελευταία δεκαετής ειρηνευτική συνθήκη, συνήφθη τον Ιούλιο του 1285, που ουσιαστικά ανανεώνει τη συμφωνία του 1277. [2]

Βιβλιογραφικές αναφορές Επεξεργασία

Αναφορές Επεξεργασία

  1. Geanakoplos 1959, σελ. 13.
  2. 2,00 2,01 2,02 2,03 2,04 2,05 2,06 2,07 2,08 2,09 2,10 Nicol 1988.
  3. Lane 1973.
  4. 4,00 4,01 4,02 4,03 4,04 4,05 4,06 4,07 4,08 4,09 4,10 4,11 4,12 4,13 4,14 4,15 4,16 4,17 4,18 Geanakoplos 1959.
  5. Geanakoplos 1959, σελ. 147.
  6. Geanakoplos 1959, σελ. 151.
  7. Lane 1973, σελ. 76.
  8. 8,0 8,1 8,2 Nicol 1988, σελ. 180.
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 9,4 Nicol 1988, σελ. 181.
  10. 10,0 10,1 10,2 10,3 10,4 10,5 10,6 10,7 10,8 Tafel & Thomas 1857.
  11. Geanakoplos 1959, σελ. 182.
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 12,4 12,5 Geanakoplos 1959, σελ. 183.
  13. Nicol 1988, σελ. 182.
  14. Geanakoplos 1959, σελ. 192.
  15. 15,0 15,1 Nicol 1988, σελ. 190.
  16. Geanakoplos 1959, σελ. 214, esp. note 91.
  17. 17,0 17,1 17,2 17,3 17,4 17,5 Nicol 1988, σελ. 191.
  18. 18,0 18,1 18,2 18,3 18,4 18,5 Nicol 1988, σελ. 192.
  19. Geanakoplos 1959, σελ. 214.
  20. Tafel & Thomas 1857, σελ. 95.
  21. 21,0 21,1 Tafel & Thomas 1857, σελ. 99.
  22. 22,0 22,1 22,2 22,3 Geanakoplos 1959, σελ. 215.
  23. 23,0 23,1 Tafel & Thomas 1857, σελ. 98.
  24. Tafel & Thomas 1857, σελ. 100.
  25. Geanakoplos 1959, σελ. 221.
  26. Nicol 1988, σελ. 195.

Πηγές Επεξεργασία

  • Geanakoplos, Deno John (1959). Emperor Michael Palaeologus and the West, 1258–1282: A Study in Byzantine-Latin Relations. Cambridge, Massachusetts: Harvard University Press. OCLC 1011763434.
  • Lane, Frederic Chapin (1973). Venice, A Maritime Republic. Baltimore, Maryland: Johns Hopkins University Press. ISBN 0-8018-1445-6.
  • Nicol, Donald M. (1988). Byzantium and Venice: A Study in Diplomatic and Cultural Relations. Cambridge: Cambridge University Press. ISBN 0-521-34157-4.
  • Tafel, Gottlieb Lukas Friedrich; Thomas, Georg Martin (1857). Urkunden zur älteren Handels- und Staatsgeschichte der Republik Venedig, mit besonderer Beziehung auf Byzanz und die Levante: Vom neunten bis zum Ausgang des fünfzehnten Jahrhunderts. III. Theil (1256–1299). Vienna: Kaiserlich-Königliche Hof- und Staatsdruckerei.

Δείτε επίσης Επεξεργασία