Κεμπέκ (επαρχία)

επαρχία του Καναδά
(Ανακατεύθυνση από Κεμπέκ)

Το Κεμπέκ (γαλλικά: Québec, εξελληνισμένα: Κβεβέκη), είναι επαρχία του Καναδά, με πρωτεύουσα την ομώνυμη πόλη. Έχει έκταση 1.542.056 τ.χλμ., (που ισοδυναμεί σε 15,4% περίπου της έκτασης όλου του Καναδά), ενώ ο πληθυσμός του Κεμπέκ, ανέρχεται σε 8.501.833 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2021[2] και αντιπροσωπεύει το 23,0% του πληθυσμού της χώρας.

Κεμπέκ (επαρχία)

Σημαία

Εθνόσημο
Τοποθεσία της χώρας στον κόσμο
Πόλη του Κεμπέκ
Μεγαλύτερη πόλη
Μόντρεαλ
Γαλλικά
Κοινοβουλευτική Δημοκρατία
Ζαν Μισέλ Ντογιόν
Φρανσουά Λεγκό
Αυτονομία1867
 • Σύνολο
 • % Νερό

1.542.056 km2
176.928 (11,5%)
Πληθυσμός
 • Εκτίμηση 2023 
 • Απογραφή 2021 
 • Πυκνότητα 

8.874.683[1]  
8.501.833[2]  
5,8 κατ./km2 
ΑΕΠ (ΙΑΔ)
 • Ολικό  (2013)
 • Κατά κεφαλή 

- $362,846 δις  
$44.499  
ΝόμισμαΚαναδικό δολάριο
UTC−5, −4

Το Κεμπέκ αποτελεί μία από τις τέσσερις αρχικές επαρχίες που ίδρυσαν την Καναδική Συνομοσπονδία το 1867. Οι «Κεμπεκιώτες», είναι στην πλειονότητα γαλλικής καταγωγής και γι' αυτό η επαρχία είναι επισήμως γαλλόφωνη.

Σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις για το 2023, ο πληθυσμός του Κεμπέκ, ανέρχεται σε 8.874.683 κατοίκους.[1]

Γεωγραφία Επεξεργασία

 
Χάρτης του Κεμπέκ

Το Κεμπέκ βρίσκεται στο ΝΑ μέρος του Καναδά, αν και γεωγραφικά κατατάσσεται στις λεγόμενες «κεντρικές επαρχίες» της χώρας. Οι νότιες περιοχές γύρω από τον ποταμό Άγιο Λαυρέντιο — από τις εκβολές του ποταμού και τη Χερσόνησο Γκασπέ (Gaspé) ανατολικά μέχρι την πόλη Χαλ (Hull) απέναντι από την Οττάβα δυτικά — αποτελούν το πιο πυκνοκατοικημένο τμήμα της επαρχίας.

Στη ζώνη κατά μήκος του ποταμού του Αγίου Λαυρεντίου βρίσκονται χτισμένα τα μεγάλα αστικά κέντρα: Ριμουσκί (Rimouski) (36.942 κάτοικοι), Σικούτιμι (Chicoutimi) (104.222 κάτοικοι), Πόλη του Κεμπέκ, Τρουά Ριβιέρ (Trois Rivières, Τρεις Ποταμοί) (114.203 κάτοικοι), Μόντρεαλ (3.519.595 κάτοικοι) και Οττάβα (253.861 κάτοικοι στο τμήμα του Κεμπέκ).[3] Προς τα βόρεια, η επαρχία είναι πολύ αραιοκατοικημένη και εκτείνεται από το Λαμπραντόρ (ΒΑ) μέχρι τον Αρκτικό Κύκλο και τον Κόλπο Χάντσον (ΒΔ).

Το 90% της επαρχίας ανήκει στην Καναδική Τεκτονική Ασπίδα, ένα παλαιότατο σχηματισμό που αποτελείται κυρίως από πυριγενή και άλλα πετρώματα από την εποχή του Προκάμβριου (ηλικία 540 εκατ. – 4,5 δισεκατ. έτη). Η μορφολογία της επαρχίας χαρακτηρίζεται από εκτεταμένες πεδιάδες, χαμηλούς λόφους (Απαλάχια όρη) και πάμπολλες λίμνες και ποτάμια.

 
Ο δρυμός (πάρκο) Ωμέγα κοντά στο Μοντεμπέλο (Δυτικό Κεμπέκ)

Μεγάλο μέρος του εδάφους καλύπτεται από πυκνά δάση από σφένδαμους (απ' όπου βγαίνει και το περίφημο σιρόπι), σημύδες, βελανιδιές, πεύκα, έλατα, φτελιές, αγριοκερασιές, αγριοκαστανιές, κ.ά. Στα βόρεια της επαρχίας, το πολικό ψύχος δεν επιτρέπει την ανάπτυξη μεγάλων δέντρων και επικρατεί η χαμηλή βλάστηση με βρύα, λειχήνες και θάμνους (τούνδρα). Η φύση του Κεμπέκ είναι πλούσια και σε πανίδα: κάστορες αρκούδες, ελάφια, τάρανδοι, άλκες, καμπανόπαπιες, πολικές αρκούδες στα βόρεια, φάλαινες στις εκβολές του Αγίου Λαυρεντίου, φώκιες και θαλασσοπούλια.

Κλίμα Επεξεργασία

Το κλίμα της επαρχίας του Κεμπέκ είναι ηπειρωτικό έως πολικό. Οι χειμώνες είναι ιδιαίτερα βαρείς με χιόνια και θερμοκρασίες κάτω του μηδενός για αρκετούς μήνες, ακόμα και στα νότια της επαρχίας. Τα πολλά νερά έχουν ως αποτέλεσμα τα καλοκαίρια να είναι υγρά και ζεστά, ιδιαιτέρως στις νότιες περιοχές που επηρεάζονται από τους μεγάλους υδάτινους όγκους των Μεγάλων Λιμνών και του Αγίου Λαυρεντίου.

Ιστορία Επεξεργασία

Στα χρόνια πριν την άφιξη των Ευρωπαίων, στο Κεμπέκ κατοικούσαν οι αυτόχθονες φυλές των Αλγκόνκιν, Ιροκουά (σε μερικά ελληνικά βιβλία αναφέρονται και ως «Ιροκέζοι») και Ινουίτ (γνωστοί και με την παλαιότερη ονομασία «Εσκιμώοι»). Οι Αλγκόνκιν ζούσαν νομαδικά στα Απαλάχια όρη και οι κύριες ασχολίες τους ήταν το κυνήγι και το ψάρεμα. Οι Ιροκουά ήταν κυρίως γεωργοί και ασχολούνταν με την καλλιέργεια καλαμποκιού και κολοκύθας στα εύφορα εδάφη κατά μήκος του Αγίου Λαυρεντίου. Οι Ινουίτ ήταν κυνηγοί και ψαράδες που ζούσαν από το κυνήγι και το ψάρεμα στα παγωμένα νερά του Βορείου Κεμπέκ — όπως δηλαδή εξακολουθούν να ζουν και σήμερα.

Η σύγχρονη ιστορία του Κεμπέκ ξεκινάει με την άφιξη του γάλλου εξερευνητή Ζακ Καρτιέ το 1534 και τη δημιουργία των πρώτων γαλλικών αποικιών στις αρχές του 17ου αι. Ο Σαμουέλ ντε Σαμπλαίν ίδρυσε την Πόλη του Κεμπέκ το 1608, στο σημείο όπου στενεύει ο ποταμός του Αγίου Λαυρεντίου (Κεμπέκ σημαίνει στενωπός στη γλώσσα των αυτοχθόνων Αλγκόνκιν), και από τότε ξεκίνησε μία συστηματική προσπάθεια για τον γαλλικό εποικισμό της Βορείου Αμερικής. Οι Γάλλοι εγκαθίδρυσαν στο Κεμπέκ το φεουδαρχικό σύστημα διοίκησης. Μεγάλες εκτάσεις γης παραχωρήθηκαν σε ευγενείς εποίκους, ενώ άλλοι έποικοι πήγαν στο Κεμπέκ είτε για να εργαστούν στα χωράφια των ευγενών, είτε για να γίνουν «δρομείς των δασών» (coureurs des bois) ασχολούμενοι με το κυνήγι και την υλοτομία. Ταυτοχρόνως, ιεραπόστολοι πήγαν στην αποικία για να προσηλυτίσουν τους αυτόχθονες στον καθολικισμό.

 
Κουκουβάγια του χιονιού. Το πουλί-έμβλημα του Κεμπέκ

Στα μέσα του 18ου αι., οι γαλλικές αποικίες έπεσαν στα χέρια των Βρετανών. Λίγο πριν την επίσημη έναρξη της Αμερικανικής Επανάστασης, οι Βρετανοί, από φόβο μήπως οι Γάλλοι άποικοι συμμαχήσουν με τους ήδη εξεγερμένους Αγγλοσάξωνες αποίκους, παραχώρησαν μία σχετική αυτονομία στους γάλλους αποίκους που είχαν εγκατασταθεί στο Κεμπέκ. Με την Πράξη του Κεμπέκ (1774), το Κοινοβούλιο της Βρετανίας αναγνώρισε στους Καναδούς (δηλ., στους Κεμπεκιώτες) το δικαίωμα να χρησιμοποιούν τη γαλλική γλώσσα σε επίσημα έγγραφα, το δικαίωμα να ασκούν τη θρησκεία της επιλογής τους (δηλ., τον καθολικισμό, καθώς και το δικαίωμα να διατηρήσουν τον γαλλικό Αστικό Κώδικα.

Με το τέλος της Αμερικανικής Επανάστασης (1783), πολλοί από τους αγγλοσάξωνες αποίκους που παρέμειναν πιστοί στο βρετανικό στέμμα μετακινήθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής προς τα εδάφη του Κεμπέκ δυτικά από τον ποταμό Οττάβα (τον ποταμό στις όχθες του οποίου είναι χτισμένη η σημερινή πόλη της Οττάβας). Έτσι, το 1791 με συνταγματική πράξη, οι Βρετανοί διαίρεσαν το Κεμπέκ σε Ανώτερο Καναδά (το σημερινό Οντάριο) και Κατώτερο Καναδά (το σημερινό Κεμπέκ), με ξεχωριστά τοπικά κοινοβούλια.

Η συνύπαρξη Γάλλων και Άγγλων δεν ήταν πάντα ειρηνική. Το 1837, οι γαλλόφωνοι Κεμπεκιώτες υπό τον Λουί-Ζοζέφ Παπινώ (Louis-Joseph Papineau), αλλά και αγγλόφωνοι άποικοι υπό τον Ρόμπερτ Νέλσον (Robert Nelson), ξεσηκώθηκαν εναντίον της βρετανικής διοίκησης, αλλά χωρίς επιτυχία. Το αποτέλεσμα ήταν οι Βρετανοί να ενώσουν το 1841 τις δύο αποικίες σε μία ενιαία διοίκηση με το όνομα «Επαρχία του Καναδά». Το 1867, με τον βρετανικό νόμο που φέρει την ονομασία «Πράξη της Βρετανικής Βορείου Αμερικής» (British North America Act), η Επαρχία του Καναδά διαιρέθηκε ξανά σε δύο επαρχίες, το Κεμπέκ και το Οντάριο, οι οποίες μαζί με τις αποικίες («επαρχίες») του Νιου Μπράνσγουικ και της Νέας Σκωτίας, ενώθηκαν για να δημιουργηθεί η «Κτήση του Καναδά» (Dominion of Canada).

Στα χρόνια που ακολούθησαν τη δημιουργία της Καναδικής Συνομοσπονδίας, η πολιτική και οικονομική εξουσία στο Κεμπέκ περιήλθε σχεδόν αποκλειστικά στα χέρια των Αγγλόφωνων. Οι Γαλλόφωνοι, περιχαρακωμένοι σε μία συντηρητική κοινωνία που την όριζε η Καθολική Εκκλησία, βρέθηκαν να αποτελούν τη μεγάλη, αλλά φτωχή και ανίσχυρη, εργατική τάξη της επαρχίας. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Γαλλόφωνοι αντιτάχθηκαν στην επιστράτευση και στη συγκέντρωση εξουσιών από την πλευρά της καναδικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης, προκαλώντας έτσι μία πρώτη σημαντική ρήξη στην ενότητα του Καναδά.

Κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, στο Κεμπέκ συνέβη η λεγόμενη «Ήσυχη Επανάσταση», μία ριζική αλλαγή στην κοινωνία της επαρχίας η οποία χαρακτηρίστηκε από την εγκατάλειψη της προσκόλλησης στον καθολικισμό, την ενίσχυση των συνδικάτων, την αναμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος σε κοσμικά (δηλ. μη θρησκευτικά) πρότυπα, την άνοδο του κεμπεκιώτικου εθνικισμού και την εθνικοποίηση του ηλεκτρισμού. Από τότε καθιερώθηκε ο όρος «Κεμπεκιώτης, -ισσα» σε αντικατάσταση του όρου «Γαλλοκαναδός, -ή», και τότε δημιουργήθηκε η εθνική εταιρεία ηλεκτρισμού Hydro-Québec, που σήμερα είναι μία από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας στη Βόρεια Αμερική.

Κατά την περίοδο της Ήσυχης Επανάστασης, η κεντρική καναδική κυβέρνηση προσπάθησε να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τους Γαλλόφωνους καθιερώνοντας τη γαλλική γλώσσα ως επίσημη και ισοδύναμη της αγγλικής σε όλες τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες. Όμως οι συγκρούσεις μεταξύ Κεμπέκ και ομοσπονδιακής κυβέρνησης του Καναδά κορυφώθηκαν στη δεκαετία του 1970, οπότε έκαναν και την εμφάνισή τους η τρομοκρατική οργάνωση «Μέτωπο Απελευθέρωσης του Κεμπέκ» (Front de Libération du Québec ή FLQ) και το εθνικιστικό Κεμπεκιώτικο Κόμμα (Παρτί Κεμπεκουά, Parti Québécois).

Τον Οκτώβριο του 1970, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση υπό τον Πιέρ Έλιοτ Τρυντώ επέβαλε στρατιωτικό νόμο στο Κεμπέκ, προκειμένου να εξαρθρώσει την οργάνωση FLQ, που είχε απαγάγει έναν βρετανό διπλωμάτη και έναν επαρχιακό υπουργό (ο τελευταίος τελικά δολοφονήθηκε από την FLQ). Λίγα χρόνια αργότερα, το 1976, το Παρτί Κεμπεκουά, με ηγέτη τον Ρενέ Λεβέκ, ανέλαβε την εξουσία στο Κεμπέκ θέτοντας ως άμεσο στόχο του την απόσχιση της επαρχίας από την Καναδική Συνομοσπονδία. Σε δύο δημοψηφίσματα (1980 και 1995), οι κάτοικοι του Κεμπέκ απέρριψαν την απόσχιση, αλλά το εθνικιστικό κίνημα των γαλλόφωνων παραμένει ισχυρό.

Το Κεμπέκ είναι η μόνη καναδική επαρχία που δεν έχει υπογράψει την τελευταία τροποποίηση του καναδικού συντάγματος (1982). Δύο προσπάθειες για την επανένταξη του Κεμπέκ στο καναδικό σύνταγμα, η συμφωνία της Λίμνης Μητς (Meech Lake Accord, 1987) και η συμφωνία της Σαρλοτάουν (Charlottetown Accord, 1992) κατέληξαν σε αποτυχία. Η πρώτη συμφωνία δεν εγκρίθηκε από το κοινοβούλιο της Μανιτόμπας, ενώ η δεύτερη απορρίφθηκε σε παγκαναδικό δημοψήφισμα.

Δημογραφικά στοιχεία Επεξεργασία

Ιστορική εξέλιξη πληθυσμού
Έτος Πληθ.   ±%  
1851 892.061 —    
1861 1.111.566 +24.6%
1871 1.191.516 +7.2%
1881 1.359.027 +14.1%
1891 1.488.535 +9.5%
1901 1.648.898 +10.8%
1911 2.005.776 +21.6%
1921 2.360.665 +17.7%
1931 2.874.255 +21.8%
1941 3.331.882 +15.9%
1951 4.055.681 +21.7%
1956 4.628.378 +14.1%
1961 5.259.211 +13.6%
1966 5.780.845 +9.9%
1971 6.027.765 +4.3%
1976 6.234.445 +3.4%
1981 6.438.403 +3.3%
1986 6.532.460 +1.5%
1991 6.895.963 +5.6%
1996 7.138.795 +3.5%
2001 7.237.479 +1.4%
2006 7.546.131 +4.3%
2011 7.903.001 +4.7%
2016 8.164.361 +3.3%
2021 8.501.833 +4.1%

Στο Κεμπέκ κατοικούν 71.330 άτομα ελληνικής καταγωγής, σύμφωνα με την απογραφή του 2016,[4] Η ελληνική γλώσσα είναι μια από τις πιο ομιλούμενες γλώσσες στο Κεμπέκ, με 39.825 ομιλητές το 2011, όντας η 8η πιο ομιλούμενη γλώσσα στην επαρχία.[5]

Κυβέρνηση Επεξεργασία

 
Η επίσημη σημαία του Κεμπέκ από τις 21 Ιανουαρίου 1948. Ο σταυρός συμβολίζει την επικρατούσα χριστιανική θρησκεία, ενώ το γαλάζιο χρώμα και οι τέσσερις «κρίνοι του βασιλιά» συμβολίζουν τη γαλλική καταγωγή των περισσοτέρων κατοίκων της επαρχίας

Το Κεμπέκ διοικείται από την επαρχιακή κυβέρνηση που έχει αρμοδιότητες σε θέματα παιδείας, υγείας, δημόσιας ασφάλειας και τοπικής αυτοδιοίκησης. Η επαρχιακή νομοθεσία καθορίζεται από την Εθνοσυνέλευση του Κεμπέκ. Οι τελευταίες βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν την 1η Οκτωβρίου 2018.

Στις εκλογές που διεξήχθησαν στις 4 Σεπτεμβρίου του 2012 κέρδισε το Παρτί Κεμπεκουά και πρωθυπουργός του Κεμπέκ έγινε η Πωλίν Μαρουά.[6] Στις επόμενες εκλογές που έγιναν στις 7 Απριλίου 2014, το Κόμμα Φιλελευθέρων του Κεμπέκ με επικεφαλής τον Φιλίπ Κουιγιάρ κέρδισε την πλειοψηφία των εδρών με 70 βουλευτές και το κυβερνών Παρτί Κεμπεκουά να τερματίζει στη 2η θέση με 30 έδρες.

Σημερινός πρωθυπουργός είναι ο Φρανσουά Λεγκό από τις 18 Οκτωβρίου 2018.

Οικονομία Επεξεργασία

Το Κεμπέκ, μαζί με το Οντάριο, αποτελεί την καρδιά της καναδικής οικονομίας. Για πολλά χρόνια, το Μόντρεαλ ήταν το κατεξοχήν εμπορικό, βιομηχανικό και οικονομικό κέντρο της χώρας. Ωστόσο, η άνοδος του κεμπεκιώτικου εθνικισμού είχε ως αποτέλεσμα πολλές από τις μεγάλες εταιρείες να μετακομίσουν στο γειτονικό Οντάριο και ειδικά στην περιοχή του Τορόντο.

Σήμερα η οικονομία του Κεμπέκ στηρίζεται στην παραγωγή φθηνού ηλεκτρικού ρεύματος από υδροηλεκτρικά φράγματα, στη βαριά βιομηχανία (μεταλλουργία, χαρτοβιομηχανία, αεροπορική βιομηχανία, κλπ.) και στις τηλεπικοινωνίες. Επίσης, ο τομέας των υπηρεσιών, που είναι κυρίως δημόσιος, καταλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας της επαρχίας.

Πάντως, η οικονομία του Κεμπέκ υπολείπεται της οικονομίας του Καναδά. Η ανεργία στο Κεμπέκ είναι υψηλότερη από το μέσο ποσοστό του Καναδά, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ του Κεμπέκ είναι χαμηλότερο από το κατά κεφαλήν καναδικό ΑΕΠ.

Κοινωνική Οικονομία στο Κεμπέκ

Η κοινωνική οικονομία στο Κεμπέκ είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη. Πιο συγκεκριμένα το 70% του πληθυσμού είναι μέλη συνεταιρισμών[7]. To 1998 ιδρύεται το «Εργαστήριο οικοδόμησης της Κοινωνικής Οικονομίας» μετά τη σύνοδο που έγινε το 1996 εκεί με θέμα την καταπολέμηση της ανεργίας και της γενικότερης κρίσης που επικρατούσε στην περιοχή. Το εργαστήριο αυτό είναι μια δομή που έχει ως βασικό σκοπό να δικτυώνει τις κοινωνικές επιχειρήσεις της περιοχής, ώστε να συνεργάζονται μεταξύ τους, να διοργανώνει εκπαιδευτικά προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, να διενεργεί έρευνες που αφορούν στην ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας καθώς και να εξασφαλίζει χρηματοδοτήσεις για αυτές πολλές φορές δίχως να ζητά εγγυήσεις. Επιπλέον, ως αυτόνομος οργανισμός αποτελεί δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ των πολιτών και της καναδικής κυβέρνησης. Επιτεύγματά του αποτελούν η θέσπιση νόμων για την κοινωνική οικονομία και η καταγραφή των κοινωνικών επιχειρήσεων στον ιστότοπο του Εργαστηρίου.[8] Για τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων αυτών έχει δημιουργηθεί από το 2006 το Fiducie du Chantier de l Economie Sociale ένα χρηματοδοτικό κεφάλαιο 53,8 εκατ. δολαρίων με σκοπό της χρηματοδότηση των επιχειρήσεων αυτών με μορφή δανειακών συμβάσεων πολύ ευνοϊκών όρων τα οποία αποπληρώνονται μετα από 15 χρόνια, χωρίς να υπάρχουν άλλες απαιτήσεις ή εγγυήσεις[9]. Σημαντικό ρόλο στο να καταφέρει το Εργαστήριο να συγκεντρώσει το ποσό αυτό από κρατικές και ιδιωτικές επιχορηγήσεις έπαιξε το γεγονός ότι στατιστικά σύμφωνα με τη Nancy Neatman, πρόεδρο του εργαστηρίου το 80% των επιχειρήσεων στον Καναδά σταματούν τη λειτουργία τους 5 χρόνια μετά την ίδρυσή τους ενώ η πλειοψηφία των κοινωνικών επιχειρήσεων παραμένουν λειτουργικές για πολύ μεγαλύτερο διάστημα.[10]

Σύμφωνα με το Εργαστήριο Οικοδόμησης της Κοινωνικής Οικονομίας το 2002 λειτουργούσαν 7.822 κοινωνικές επιχειρήσεις (3.881 συνεταιρισμοί και 3.941 μη κερδοσκοπικές οργανώσεις) έχοντας δημιουργήσει 161.302 θέσεις εργασίας[11]. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι κοινωνικές επιχειρήσεις που δημιουργήθηκαν με σκοπό την προσφορά υπηρεσιών φύλαξης παιδιών καθώς και κατ’ οίκον φροντίδας ηλικιωμένων ανθρώπων. Ειδικότερα, αναφορικά με τις συγκεκριμένες κοινωνικές επιχειρήσεις, το καναδικό κράτος θέσπισε ως αμοιβή 7 καναδικά δολάρια τη μέρα, η οποία είναι ιδιαίτερα χαμηλότερη από συναφείς ιδιωτικές επιχειρήσεις. Παράλληλα δημιουργήθηκαν 40.000 θέσεις εργασίας, τις οποίες το καναδικό κράτος αρχικά επιδοτούσε με σκοπό την κάλυψη του βασικού μισθού των εργαζομένων.

Άλλοι τομείς που δραστηριοποιούνται κοινωνικές επιχειρήσεις που έχουν επιχορηγηθεί είναι ο περιβαλλοντικός, ο κατασκευαστικός, ο οικονομικός και ο πολιτισμικός.

Ενδεικτικά κάποιες κοινωνικές επιχειρήσεις που έχουν χρηματοδοτηθεί:[12]

  • Κινηματογράφος που προβάλλει κατά βάση έργα καλλιτεχνών από το Κεμπέκ
  • Κέντρο βιοποικιλότητας Κεμπέκ
  • Θερμοκήπιο παραγωγής ντομάτας.
  • Κέντρο ανακύκλωσης
  • Τοπικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί
  • Κέντρα καλλιτεχνικών ερευνών

Από τις πιο καινοτόμες πρωτοβουλίες της κοινωνικής οικονομίας στο Κεμπέκ, είναι η θέσπιση της οικιακής φροντίδας ως επάγγελμα, πράγμα που οδήγησε στην οικονομική υποστήριξη ανθρώπων που ασχολούνται αποκλειστικά με αυτό. Η Καναδική κυβέρνηση δημιούργησε ένα κονδύλι 7 εκατ. δολαρίων με σκοπό την επιδότηση χαμηλοεισοδηματιών που ασχολούνται με την οικιακή φροντίδα.[13]

Το πιο σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομική ανάπτυξη είναι η σύσταση ενός συστήματος επιχορήγησης κονδυλίων προς τους εργαζόμενους, γνωστό και ως "Fonds de solidarité des travailleurs(euses) du Québec" ή FTQ, το οποίο το 2002 κατοχύρωσε ποσό ύψους 4.3 δις. δολαρίων με προορισμό τη δημιουργία ή προστασία 96.000 θέσεων εργασίας. Στα 20 χρόνια λειτουργίας του, το FTQ έχει παίξει σημαντικό ρόλο στον οικονομικό σχεδιασμό του Καναδικού κράτους όσον αφορά τον "τρίτο τομέα" καθώς έχει καταφέρει να αποκτήσει κονδύλια τα οποία προορίζονται για τη σύσταση νέων επιχειρήσεων στην περιοχή, όπως και την ανάπτυξη και εξέλιξη των ήδη υπαρχόντων. Συγκεκριμένα, το FTQ επενδύει σε επιχειρήσεις που έχουν κοινωνικό -οικονομικούς στόχους και συνεισφέρουν στην εκπαίδευση και εργασιακή αποκατάσταση των εργαζομένων.[13]

Το FTQ έχει συνεισφέρει στη σύσταση και οικονομική υποστήριξη κοινωνικών επιχειρήσεων που έχουν ως στόχο τη διατήρηση πολιτιστικής κληρονομιάς, την προώθηση των τεχνών και του πολιτιστικού τουρισμού. Παραδείγματα αυτών είναι μουσεία, κέντρα πολιτιστικής διατήρησης, το θέατρο Tohu καθώς και φεστιβάλ χορού και μουσικής[13].

Στον χώρο της αγοράς έχουν γίνει πολλές ενέργειες, με πιο αξιοσημείωτη αυτή που αφορά στα γραφεία τελετών. Συγκεκριμένα το FTQ κατάφερε να αποδεσμεύσει αυτόν τον χώρο από τις Αμερικάνικες εταιρίες, και να το εναποθέσει σε τοπικούς συνεταιρισμούς. Επίσης, στον ακαδημαϊκό χώρο περίπου 60 συνεταιρισμοί ασχολούνται με την αγορά, πώληση και διανομή σχολικού υλικού όπως βιβλία και ηλεκτρονικούς υπολογιστές. [13]

Στον κοινωνικό χώρο υπάρχουν τρεις βασικές κινήσεις. Πρώτων, στον τομέα της φροντίδας ηλικιωμένων ανθρώπων δημιουργήθηκαν 8.000 θέσεις εργασίας που εξυπηρετούν 75.000 ανθρώπος, αποτρέποντάς τους να ιδρυματοποιηθούν, πληρώνοντας ακριβά τη διαμονή τους σε κέντρα φροντίδας. Η δεύτερη κίνηση είναι η καθημερινή φύλαξη των παιδιών. Με τη δημιουργία νέων βρεφονηπιακών σταθμών, που λειτουργούν με ένα αυτόνομο «διοικητικό» κέντρο απαρτιζόμενο από γονείς και εκπαιδευτικούς, αποφορτίστηκε το βάρος από τα δημοτικά ιδρύματα και εκτός αυτού δημιουργήθηκαν 24.000 νέες θέσεις εργασίας. Τέλος δημιουργήθηκαν περίπου 1100 κοινωνικά μεσιτικά γραφεία που προσφέρουν οικίες σε πολύ πιο προσιτές τιμές απο ότι τα συμβατικά κερδοσκοπικά.[14][13]

Ένα από τα βασικά μελήματα του FTQ είναι η ενίσχυση των ανθρώπων στα κατώτατα οικονομικά στρώματα. Για την υλοποίηση αυτού, έχουν συσταθεί πολλές κοινωνικές επιχειρήσεις όπως συλλογικές κουζίνες, μη κερδοσκοπικές καφετέριες και μαγαζιά μεταχειρισμένων ρούχων. Επίσης έχουν ιδρυθεί κέντρα εκπαίδευσης και αποκατάστασης των κοινωνικά αποκλεισμένων στρωμάτων, όπως άνεργοι νέοι και άνθρωποι με αναπηρίες, προσφέροντας τους δουλειά, ή τα εργαλεία για την ένταξη τους στον εργασιακό χώρο.[13]

Τέλος, μια από τις πρωτοπόρες κινήσεις του FTQ είναι η προστασία του περιβάλλοντος, μέσα από τη δημιουργία συνεταιρισμών που ασχολούνται με την ανακύκλωση και τη χρήση ανακυκλώσιμων υλικών.[13]

Κοινωνία και πολιτισμός Επεξεργασία

Παρά τη συνεχώς αυξανόμενη προσέλευση νέων μεταναστών, το Κεμπέκ εξακολουθεί να παραμένει γαλλόφωνο και καθολικό στο θρήσκευμα. Η ιδιαιτερότητά του αυτή το κάνει επιφυλακτικό απέναντι σε οτιδήποτε αγγλικό, αλλά του δίνει και έναν αέρα ευρωπαϊκό στη Βόρεια Αμερική.

Με συνεχή αγώνα, οι Κεμπεκιώτες προσπαθούν να διατηρήσουν τη γαλλική τους κουλτούρα σε μία «αγγλοσαξωνική θάλασσα». Γι' αυτό και αναγκάζουν τους νέους μετανάστες να στέλνουν τα παιδιά τους σε γαλλικά σχολεία, ενώ δεν επιτρέπεται η ανάρτηση πινακίδων σε άλλη γλώσσα εκτός από τα γαλλικά. Η γαλλική γλώσσα του Κεμπέκ έχει ιδιαίτερο χρώμα. Πρόκειται για διάλεκτο που εξελίχθηκε κάπως διαφορετικά από τη γαλλική γλώσσα της μητροπολιτικής Γαλλίας. Για πολλά χρόνια, η κεμπεκιώτικη διάλεκτος θεωρούνταν παρακατιανή και χωριάτικη. Όμως η ανάπτυξη του κεμπεκιώτικου πολιτισμού μετά τη δεκαετία του 1960 έδωσε στην κεμπεκιώτικη γαλλική διάλεκτο τη θέση που της αξίζει. Ακόμα και η αργκό του Κεμπέκ, που αποκαλείται «ζουάλ» (γαλλ. joual), βρήκε τη θέση της στα θεατρικά έργα του Μισέλ Τραμπλαί.

Στο Κεμπέκ, και ειδικά στην περιοχή του Μόντρεαλ, υπάρχει επίσης μεγάλη κοινότητα αγγλόφωνων και «αλλοφώνων» (άτομα που δεν έχουν για μητρική τους γλώσσα τα γαλλικά ή τα αγγλικά. Σε σύγκριση με τον υπόλοιπο Καναδά, η κεμπεκιώτικη κοινωνία θεωρείται πιο προοδευτική με μεγαλύτερη ανεκτικότητα προς τις μειονότητες. Στο Κεμπέκ ζουν και περίπου 60.000 άτομα ελληνικής καταγωγής (στοιχεία 2001), κυρίως στην περιοχή του Μόντρεαλ.

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 Government of Canada, Statistics Canada (27 Σεπτεμβρίου 2023). «Population estimates, quarterly». www150.statcan.gc.ca. Ανακτήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2023. 
  2. 2,0 2,1 «Census Profile, 2021 Census of Population». Στατιστική Υπηρεσία Καναδά. 29 Μαρτίου 2023. Ανακτήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2023. 
  3. Στατιστική Υπηρεσία του Καναδά, Κεμπέκ
  4. Εθνική καταγωγή, Κεμπέκ, Απογραφή 2016
  5. «2011 Census of Canada: Topic-based tabulations – Detailed Mother Tongue (232), Knowledge of Official Languages (5) and Sex (3) for the Population Excluding Institutional Residents of Canada, Provinces, Territories, Census Divisions, Census Subdivisions and Dissemination Areas, 2011 Census». Statistics Canada (στα Αγγλικά). 14 Φεβρουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 2017. 
  6. Ιστοσ. BBC, Shooting mars Quebec separatists' election victory, 5 Σεπτεμβρίου 2012
  7. Λυκουρέση Κυριακή. «Αλληλέγγυα/Κοινωνική Οικονομία» (PDF). 
  8. Κάρολος-Ιωσήφ Καβουλάκος, Γιώργος Γρίτζας. «Εναλλακτικοί οικονομικοί και πολιτικοί χώροι» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 20 Ιανουαρίου 2022. 
  9. «Αnnual report 2017» (PDF). 
  10. «Nancy Neamtan on the Social Economy in Quebec and Beyond» (στα αγγλικά). New Economy Coalition. 2017-07-10. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2019-04-17. https://web.archive.org/web/20190417091105/https://neweconomy.net/resources/nancy-neamtan-social-economy-quebec-and-beyond. Ανακτήθηκε στις 2018-05-29. 
  11. Marguerite Mendell, Nancy Neatman. «The social economy in Quebec. Towards a new political economy» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 28 Φεβρουαρίου 2019. 
  12. «Funded projects». 
  13. 13,0 13,1 13,2 13,3 13,4 13,5 13,6 Marguerite Mendell. «The social economy in Quebec» (PDF). 
  14. «Quebec Social Economy». 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

Συντεταγμένες: 53°N 070°W / 53°N 70°W / 53; -70