Ρουμανική εκστρατεία (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)

Η Ρουμανική εκστρατεία ήταν μέρος του Βαλκανικής εκστρατείας του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, με τις δυνάμεις της Ρουμανίας και της Ρωσίας από τη μια πλευρά και τις Κεντρικές Δυνάμεις από την άλλη. Οι μάχες έλαβαν χώρα από τον Αύγουστο του 1916 μέχρι τον Δεκέμβριο του 1917 στη σύγχρονη Ρουμανία, συμπεριλαμβανομένου της Τρανσυλβανίας (τότε μέρος της Αυστροουγγαρίας) και της Νότιας Δοβρουτσάς (νυν Βουλγαρία).

Ρουμανική εκστρατεία
Βαλκανική εκστρατεία του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου
Οι ρουμανικές δυνάμεις στο πεδίο μάχης του Μαρασέστι (1917)
ΧρονολογίαΑύγουστος 1916-Δεκέμβριος 1917, Νοέμβριος 1918
ΤόποςΡουμανία
Έκβαση
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Δυνάμεις
750.000[1]
143.049 (1916)[2]
20.000 (1916)[3]
1916:[1][4]
658.088
50.000
1917:[5]
400.000
1.000.000
Απολογισμός
Άγνωστες
Άγνωστες

20.000[6]
535.706–800.000[7][8]
Άγνωστες

Η Ρουμανία εισήλθε στον πόλεμο σε μια προσπάθεια να καταλάβει την Τρανσυλβανία, μια περιοχή της Αυστροουγγαρίας με ρουμανική πλειονότητα. Παρά τις αρχικές επιτυχίες, οι ενωμένες ρωσορουμανικές δυνάμεις υποχώρησαν αρκετές φορές και μέχρι το τέλος του 1916, μονάχα η Μολδαβία έμεινε στα χέρια των Συμμάχων. Μετά από αρκετές αμυντικές επιτυχίες το 1917, το συμμαχικό μέτωπο διαλύθηκε μετά την έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο λόγω της επανάστασης των Μπολσεβίκων και την παράδοση της Ρουμανίας με βάση την Ανακωχή της Φωξάνης. Στις 10 Νοεμβρίου 1918, μια μέρα πριν την ανακωχή με τη Γερμανία και την παράδοση όλων των υπόλοιπων Κεντρικών Δυνάμεων, η Ρουμανία εισήλθε ξανά στον πόλεμο. Μέχρι τότε, 220.000 Ρουμάνοι στρατιώτες σκοτώθηκαν, απώλειες που αποτελούν το 6% των συνολικών απώλειων της Αντάντ.

Πριν τον πόλεμο Επεξεργασία

Στο Βασίλειο της Ρουμανίας, από το 1866, κυριαρχούσαν οι εκπρόσωποι του Οίκου των Χοεντσόλερν. Ο βασιλιάς της Ρουμανίας, Κάρολος Α΄ των Χοεντσόλερν, υπέγραψε μυστική συμμαχία με τις δυνάμεις της Τριπλής Συμμαχίας το 1883, βάσει της οποίας, η Ρουμανία ήταν υποχρεωμένη να προχωρήσει σε πόλεμο σε περίπτωση επίθεσης στην Αυστροουγγαρία. Ενώ ο Κάρολος σκόπευε να εισέλθει στον πόλεμο με το πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων, τα ρουμανικά κόμματα ήθελαν να εισέλθουν στον πόλεμο με το πλευρό της Αντάντ. Η Ρουμανία παρέμεινε ουδέτερη όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, δηλώνοντας πως η Αυστροουγγαρία ήταν αυτή που ξεκίνησε τον πόλεμο και συνεπώς η Ρουμανία δεν είχε επίσημη υποχρέωση να εισέλθει στον πόλεμο.[9][10]

Σε αντάλλαγμα για συμμαχία με την Αντάντ, η Ρουμανία ζήτησε την αναγνώριση των δικαιωμάτων της στην περιοχή της Τρανσυλβανίας, η οποία βρισκόταν υπό τον έλεγχο της Αυστροουγγαρίας από τον 17ο αιώνα, ενώ οι Ούγγροι είχαν καταλάβει την περιοχή τον 11ο αιώνα - στην περιοχή, η πλειονότητα των κατοίκων ήταν Ρουμάνοι. Κύριος στόχος της Ρουμανίας κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ήταν να αποφύγει τον πόλεμο σε δύο μέτωπα (ένα στη Δοβρουτσά κατά της Βουλγαρίας και ένα στην Τρανσυλβανία) και να πετύχει γραπτές εγγυήσεις για τις εδαφικές κτήσεις της Ρουμανίας μετά τον πόλεμο. Οι Ρουμάνοι εξέφρασαν τους εξής όρους: να μην υπογραφούν ξεχωριστές συνθήκες, ίσα δικαιώματα σε μια μελλοντική σύνοδο ειρήνης, βοήθεια της Ρωσίας στον πόλεμο με τη Βουλγαρία, μια συμμαχική επίθεση στη Βουλγαρία και τακτικό εφοδιασμό από τις δυνάμεις των Συμμάχων. Το στρατιωτικό μέρος της συμφωνίας έλεγε πως η Γαλλία και η Βρετανία θα πρέπει να προχωρήσουν σε επίθεση κατά της Βουλγαρίας και της Τουρκίας μέχρι τον Αύγουστο, η Ρωσία να στείλει δυνάμεις στη Δοβρουτσά και πως ο ρουμανικός στρατός δεν θα περάσει σε ρωσικό έλεγχο. Οι Σύμμαχοι υποχρεώθηκαν να στείλουν 300 τόνους εξοπλισμού σε καθημερινή βάση. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, αρκετοί όροι της συμφωνίας, εκτός αυτούς που αφορούσαν τη Ρουμανία, παραβιάστηκαν.[11]

Οι Σύμμαχοι δέχτηκαν τους όρους στα τέλη του καλοκαιριού του 1916 (βλ. Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1916)) - αν η Ρουμανία είχε μπει στον πόλεμο με το πλευρό της Αντάντ νωρίτερα, πριν την Επίθεση του Μπρουσίλοφ, ίσως η Ρωσία, η οποία κατηγορήθηκε από τη Ρουμανία για την παράνομη κατοχή της Βεσσαραβίας και την απρεπή συμπεριφορά σε σχέση με τον σύμμαχο της στον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877, να μην έχανε τον πόλεμο.[12] Σύμφωνα με μερικούς Αμερικανούς στρατιωτικούς ιστορικούς, η Ρωσία καθυστέρησε να δεχτεί τους ρουμανικούς όρους λόγω της ανησυχίας για τα ρουμανικά σχέδια που αφορούσαν τη Βεσσαραβία, όπου η πλειονότητα των κατοίκων ήταν Ρουμάνοι.[13] Σύμφωα με τον Βρετανό ιστορικό Τζών Κίγκαν, πριν η Ρουμανία εισέλθει στον πόλεμο με το πλευρό της Αντάντ, οι Σύμμαχοι είχαν συμφωνήσει μυστικά να μην παραχωρήσουν εδάφη στη Ρουμανία μετά το τέλος του πολέμου.[14]

 
Σκίτσο που ζητά την είσοδο της Ρουμανίας στον πόλεμο κατά της Αυστροουγγαρίας με σκοπό την ίδρυση της Μεγάλης Ρουμανίας (περιοδικό Ilustraţiunea, Νοέμβριος του 1915)
 
Βρετανική αφίσα που καλωσορίζει την απόφαση της Ρουμανίας για είσοδο στον πόλεμο με το πλευρό της Αντάντ

Το 1915, ο Αντισυνταγματάρχης Κρίστοφερ Τόμσον, ο οποίος κατείχε τη γαλλική γλώσσα, στάλθηκε στο Βουκουρέστι ως Βρετανός στρατιωτικός ακόλουθος με σκοπό να πείσει τη Ρουμανία να εισέλθει στον πόλεμο. Στο Βουκουρέστι, ο Τόμσον θεώρησε πως αν η Ρουμανία εισέλθει απροετοίμαστη σε πόλεμο που πιθανόν να διεξαχθεί σε δύο μέτωπα, η θέση της Αντάντ δεν θα γίνει καλύτερη. Η άποψη του αγνοήθηκε από τη βρετανική κυβέρνηση και ο Τόμσον υπέγραψε Πολεμική Σύμβαση με τη Ρουμανία στις 13 Αυγούστου 1916. Λίγους μήνες αργότερα, ο Τόμσον αναγκάστηκε να μετριάσει τις συνέπειες της ήττας της Ρουμανίας και επέβλεψε την καταστροφή των ρουμανικών πετρελαιοπηγών, ώστε οι τελευταίες να μην πέσουν στα χέρια της Γερμανίας.[15]

Η ρουμανική κυβέρνηση υπέγραψε συμμαχία με την Αντάντ στις 17 Αυγούστου 1916 και κήρυξε τον πόλεμο στην Αυστροουγγαρία στις 27 Αυγούστου. Η Γερμανία απάντησε με κήρυξη πολέμου στη Ρουμανία την επόμενη μέρα. Δεν είναι σαφές πότε η Βουλγαρία και η Τουρκία κήρυξαν τον πόλεμο στη Ρουμανία. Ο Ιάν Μπέκετ δηλώνει πως η Βουλγαρία δεν θεώρησε προτεραιότητα την κήρυξη πολέμου πριν την επίθεση της στις 31 Αυγούστου.[16] Άλλες πηγές δηλώνουν πως η Βουλγαρία κήρυξε τον πόλεμο στις 30 Αυγούστου[17] ή στις 1 Σεπτεμβρίου.[18][19] Οι Οθωμανοί κήρυξαν τον πόλεμο είτε στις 29 Αυγούστου,[17] είτε στις 30 Αυγούστου[18] είτε στις 1 Σεπτεμβρίου.[19] Δύο μέρες μετά την κήρυξη πολέμο στην Αυστροουγγαρία, η Ρουμανία βρέθηκε αντιμετώπη με όλες τις Κεντρικές Δυνάμεις.[20]

Ο ρουμανικός στρατός διέθετε 650.000 άνδρες, χωρισμένους σε 23 μεραρχίες, αλλά αντιμετώπιζε έλλειψη εξοπλισμού. Εν τω μεταξύ, ο Αρχηγός του Γερμανικού Γενικού Επιτελείου, Στρατηγός Έριχ φον Φάλκενχαϊν, είχε ορθά προβλέψει την είσοδο της Ρουμανίας με το πλευρό της Αντάντ και ετοίμασε ειδικά σχέδια. Χάρη στην κατάληψη της Σερβίας και την αποτυχία των Συμμάχων στα σύνορα της Ελλάδας, καθώς και στο ενδιαφέρον για τη Δοβρουτσά, ο βουλγαρικός στρατός και ο οθωμανικός στρατός δέχτηκαν να βοηθήσουν στον πόλεμο κατά της Ρουμανίας.

Η ανώτατη διοίκηση της Γερμανίας ήταν ανήσυχη για την πιθανότητα της εισόδου της Ρουμανίας στον πόλεμο:

Είναι φανερό πως ένα μικρό κράτος όπως η Ρουμανία δεν είχε παίξει ποτέ τόσο σημαντικό ρόλο στο παρελθόν και τόσο αποφασιστικό ρόλο στην παγκόσμια ιστορία σε μια τόσο ευνοϊκή στιγμή. Ποτέ πριν δύο μεγάλες δυνάμεις όπως η Γερμανία και η Αυστρία δεν βρέθηκαν στο έλεος των στρατιωτικών πόρων μιας χώρας που είχε το 1/20 του συνολικού πληθυσμού των δύο χωρών. Κρίνοντας την κατάσταση του πολέμου, ήταν αναμενόμενο πως η Ρουμανία θα εισέλθει στο πλευρό των δυνάμεων που πολεμούν μάταια μαζί μας για χρόνια. Όλα θα κριθούν από την ικανότητα της Ρουμανίας να εκμεταλλευτεί το στιγμιαίο πλεονέκτημα της.[21]

Πορεία της εκστρατείας Επεξεργασία

Είσοδος της Ρουμανίας στον πόλεμο Επεξεργασία

"Ρουμάνοι!

Ο πόλεμος τα τελευταία δύο χρόνια περικύκλωσε τα σύνορα μας και έχει κλονίσει τα θεμέλια της αρχαίας Ευρώπης.

Έφερε τη μέρα που αναμενόταν εδώ και αιώνες από την εθνική συνείδηση, από τους ιδρυτές του Ρουμανικού Κράτους, απ' αυτούς που ένωσαν τις ηγεμονίες στον πόλεμο της ανεξαρτησίας, απ' αυτούς που είναι υπεύθυνοι για την εθνική αναγέννηση.

Είναι η μέρα της ένωσης όλων των κλάδων του έθνους μας. Σήμερα είμαστε σε θέση να ολοκληρώσουμε το έργο των προγόνων μας και να εγκαθιδρύσουμε για πάντα αυτά που ο Μιχαήλ ο Μέγας μπορούσε να εγκαθιδρύσει, τη ρουμανική ένωση και στις δύο πλαγιές των Καρπαθίων.

Για μας τα βουνά και οι πεδιάδες της Βουκοβίνα, όπου κοιμήθηκε για αιώνες ο Μιχαήλ ο Μέγας. Η ηθική μας ενέργεια και η ανδρεία μας μπορεί να του δώσει πίσω το αναφαίρετο δικαίωμα μιας μεγάλης και ελεύθερης Ρουμανίας από την Τίσζα μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα και ελπίδα για ειρήνη και συνεννόηση.

Ρουμάνοι!

Γνωρίζονας την ιερή υποχρέωση που ανατέθηκε σε μας και έτοιμοι να υποστούμε όλες τις απώλειες που θα φέρει αυτός ο επίπονος πόλεμος, θα προχωρήσουμε στη μάχη με την ακαταμάχη φλόγα ενός λαού, σταθερά και σίγουροι για το πεπρωμένο. Τα δοξασμένα φρούτα της νίκης θα είναι η ανταμοιβή μας. Εμπρός, με τη βοήθεια του Θεού!

ΦΕΡΔΙΝΑΝΔΟΣ"

Source Records of the Great War, Vol. V, ed. Charles F. Horne, National Alumni 1923[22]

Τη νύχτα της 27ης Αυγούστου 1916, 1η Ρουμανική Στρατιά, η 2η Ρουμανική Στρατιά και η Βόρεια Ρουμανική Στρατιά ξεκίνησαν την επίθεση στην Τρανσυλβανία μέσω των Καρπαθίων, όπως καθόριζε το σχέδιο «Υπόθεσις Ζ».[23] Αρχικά, οι Ρουμάνοι αντιμετώπισαν την αντίσταση της 1ης Αυστροουγγρικής Στρατιάς, την οποία απώθησαν μέχρι την Ουγγαρία. Σε σχετικά ελάχιστο χρόνο, οι πόλεις του Μπρασόβ, της Φάραγκας και της Μερκούρια Τσουκ καταλήφθηκαν από τους επιτιθέμενους που έφθασαν στον ποταμό Σιμπίου. Στις περιοχές με ρουμανική πλειονότητα, ο ρουμανικός στρατός έλαβε σημαντική βοήθεια όσον αφορά τους τομείς του εφοδιασμού, του στρατωνισμού και της καθοδήγησης. Ωστόσο, η γρήγορη ρουμανική προώθηση οδήγησε τις Κεντρικές Δυνάμεις να στείλουν ενισχύσεις στην περιοχή. Η Αντάντ θεωρούσε πως η Γερμανία δεν θα μπορούσε να απαντήσει στην εισβολή, καθώς βρίσκονταν σε εξέλιξη η μάχη του Σομμ και η επίθεση του Μπρουσίλοφ, οι οποίες απασχολούσαν πολλές γερμανικές δυνάμεις. Παρ' ολ' αυτά, ο Στρατηγός Φάλκενχαϊν συγκέντρωσε 8 μεραρχίες και το Σώμα των Άλπεων, ενώ η Αυστροουγγαρία έστειλε 4 μεραρχίες και μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου, η ρουμανική επίθεση αναχαιτίστηκε. Οι Ρώσοι είχαν στείλει 3 μεραρχίες στη βόρεια Ρουμανία, αλλά δεν μπορούσαν να στείλουν πολεμοφόδια.

 
Τα γερμανικά Alpenkorps (26-29 Σεπτεμβρίου 1916)

Εν τω μεταξύ, ο Αρχιστράτηγος Άουγκουστ φον Μάκενσεν ανέλαβε την ηγεσία μιας πολυεθνικής δύναμης που συμπεριλάμβανε την 3η Βουλγαρική Στρατιά, μια γερμανική ταξιαρχία και δύο μεραρχίες του 6ου Οθωμανικού Σώματος Στρατού - μ' αυτές τις δυνάμεις, ο Μάκενσεν προχώρησε στη Δοβρουτσά.[24] Αυτές οι δυνάμεις επιτέθηκαν βορείως από τη Βουλγαρία στις 1 Σεπτεμβρίου και πέρασαν από τη νότια πλευρά του Δούναβη με σκοπό να φθάσουν στην Κωνστάντζα. Η ρουμανική φρουρά του Τουτρακάν περικυκλώθηκε από τις γερμανοβουλγαρικές δυνάμεις στις 6 Σεπτεμβρίου (βλ. μάχη του Τουτρακάν). Η 3η Ρουμανική Στρατιά συνέχισε τις προσπάθειες να σταματήσει την εχθρική προέλαση στη Σιλίστρα, στο Ντόμπριτς, στην Αμζακαία και στο Τοπραϊσάρ, αλλά υποχωρούσε συνεχώς. Η επιτυχία του Μάκενσεν οφείλεται στην αδυναμία της Αντάντ να τηρήσει τους όρους της πολεμικής σύμαβασης, βάσει της οποίας έπρεπε να προχωρήσει σε επίθεση στο Μακεδονικό Μέτωπο και στην αδυναμία της Ρωσίας να στείλει αρκετές δυνάμεις στη νοτιοανατολική Ρουμανία. Το ρουμανικό μέτωπο είχε εύρος 1.100 χιλιομέτρων και ήταν μεγαλύτερο ακόμα και από το ρωσικό μέτωπο, το οποίο είχε εύρος 1.000 χιλιομέτρων (από τη Βαλτική μέχρι τη Βουκοβίνα).

 
Ρουμανικές δυνάμεις στην Τρανσυλβανία (1916)

Στις 15 Σεπτεμβρίου, το Ρουμανικό Πολεμικό Συμβούλιο αποφάσισε να σταματήσει την επίθεση στην Τρανσυλβανία και να διαλύσει τις δυνάμεις του Μάκενσεν. Το σχέδιο (επίθεση στη Φλαμάντα) ανέφερε πως οι Ρουμάνοι έπρεπε να επιτεθούν στη Φλαμάντα μέσω του Δούναβη, ενώ οι μετωπικές ρωσορουμανικές θα προχωρούσαν σε επίθεσης προς τα νότια στο Κομπάντιν και στο Κουρτμπούναρ. Οι ρωσικές ενισχύσεις υπό τις διαταγές του Στρατηγού Αντρέι Ζαϊοντσκόφσκι έφθασαν για να αναχαιτίσουν τον στρατό του Μάκενσεν πριν αυτός καταλάβει τον σιδηρόδρομο Κωνστάντζα-Βουκουρέστι. Οι συγκρούσεις ήταν δύσκολες με πολλές επιθέσεις και αντεπιθέσεις μέχρι τις 23 Σεπτεμβρίου. Η 3η Βουλγαρική Στρατιά υπέστη τακτική ήττα στην πρώτη μάχη του Κομπάντιν στις 19 Σεπτεμβρίου, αναγκάζοντας τις Κεντρικές Δυνάμεις να σταματήσουν την προώθηση τους μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου. Στις 1 Οκτωβρίου, 2 ρουμανικές μεραρχίες πέρασαν τον Δούναβη στη Φλαμάντα και έφτιαξαν ένα προγερύφωμα εύρους 14 χιλιομέτρων και βάθους 4 χιλιομέτρων. Την ίδια μέρα, οι ενωμένες ρωσορουμανικές δυνάμεις επιτέθηκαν στο μέτωπο της Δοβρουτσάς, αλλά δεν είχαν πετύχει τους στόχους τους. Η αποτυχία στη Δοβρουτσά, οι δύσκολες μάχες στη Φλαμάντα στις 3 Οκτωβρίου και η βαριά καταιγίδα τη νύχτα της 1ης Οκτωβρίου που κατέστρεψε το προγεφύρωμα των Ρουμάνων ανάγκασε τον Στρατηγό Αλεξάντρου Αβερέσκου να ακυρώσει την επιχείρηση. Αυτή η απόφαση θα είχε σοβαρές συνέπεις για την υπόλοιπη εκστρατεία.

Η αντεπίθεση των Κεντρικών Δυνάμεων (Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1916) Επεξεργασία

 
Ο Γάλλος Στρατάρχης Ζοζέφ Ζοφρ επιθεωρεί τα ρουμανικά στρατεύματα

Η διοίκηση των στρατευμάτων των Κεντρικών Δυνάμεων βρισκόταν πλέον στα χέρια του Έριχ φον Φάλκενχαϊν (αντικαταστάθηκε πρόσφατα στη θέση του Αρχηγού του Γερμανικού Γενικού Επιτελείου), ο οποίος προχώρησε σε αντεπίθεση στις 18 Σεπτεμβρίου. Η πρώτη επίθεση κατά της 1ης Ρουμανικής Στρατιάς έλαβε χώρα στο Χατέγκ - η επίθεση αναχαίτισε την ρουμανική προώθηση. Οκτώ μέρες αργότερα, τα γερμανικά στρατεύματα επιτέθηκε στο Σιμπίου και στις 29 Σεπτεμβρίου, οι ρουμανικές δυνάμεις (που είχαν αριθμητικό μειονέκτημα) υποχώρησαν στα περάσματα Ηφαιστείου και Τούρνου Ρόσου - το τελευταίο, ωστόσο, καταλήφθηκε από τις βαυαρικές βουνίσιες δυνάμεις και οι Ρουμάνοι έχασαν 3.000 άνδρες. Στις 4 Οκτωβρίου, η 2η Ρουμανική Στρατιά επιτέθηκε στις αυστροουγρικές δυνάμεις στο Μπρασόβ, αλλά η επίθεση αναχαιτίστηκε και η αυστροουγγρική αντεπίθεση ανάγκασε τους Ρουμάνους να υποχωρήσουν. Η 4η Ρουμανική Στρατιά (γνωστή ως Βόρεια Ρουμανική Στρατιά) υποχώρησε χωρίς να δεχτεί σοβαρή πίεση από τις αυστροουγγρικές δυνάμεις και μέχρι τις 25 Οκτωβρίου, ο ρουμανικός στρατός βρέθηκε πίσω από τα σύνορα της Ρουμανίας.[25]

 
Ο Στρατηγός Στέφαν Τόσεβ και ο Χίλμι πασάς παρακολουθούν τη μάχη γύρωω από τη Μεντζίντια

Στις 19 Οκτωβρίου, μετά από ένα μήνα προσεκτικής προετοιμασίας, ο Αρχιστράτηγος Άουγκουστ φον Μάκενσεν και ο Στρατηγός Στέφαν Τόσεβ προχώρησαν σε νέα επίθεση και πέτυχαν αποφασιστική νίκη στη δεύτερη μάχη του Κομπάντιν. Οι Ρουμάνοι και οι Ρώσοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν από την Κωνστάντζα, η οποία καταλήφθηκε από τις Κεντρικές Δυνάμεις στις 22 Οκτωβρίου. Μετά την πτώση της Τσερναβόντα, η άμυνα της Δοβρουτσάς ανατέθηκε αποκλειστικά στους Ρώσους, οι οποίοι υποχώρησαν στο Δέλτα Δούναβη. Ο ρωσικός στρατός είχε χάσει το ηθικό του και αντιμετώπιζε έλλειψη πολεμοφοδίων. Ο Μάκενσεν μετέφερε μυστικά μεγάλο αριθμό δυνάμεων στο Σβίστοβ της Βουλγαρίας και παρακολουθούσε το πέρασμα του ποταμού Δούναβη.

Οι δυνάμεις του Έριχ φον Φάλκενχαϊν προχώρησαν σε επιθέσεις κατά των περασμάτων στα βουνά για να ελέγξουν την ικανότητα της ρουμανικής άμυνας. Μετά από αρκετές εβδομάδες, ο Φάλκενχαϊν συγκέντρωσε τις καλύτερες δυνάμεις (τα γερμανικά Alpen Korps) στα νότια για επίθεση στο Πέρασμα του Ηφαιστείου - σ' αυτή την επίθεση έλαβε μέρος ο μελλοντικός αρχιστράτηγος, Έρβιν Ρόμελ. Στις 11 Νοεμβρίου, ο Ρόμελ (τότε έφερε τον βαθμό του Υπολοχαγού) οδήγησε την Βουνίσια Μονάδα του Βούρττενμπεργκ στην κατάληψη του βουνού Λεσκούλι. Οι Ρουμάνοι υποχώρησαν από τα βουνά μέχρι τις 26 Νοεμβρίου. Η επίθεση της 9ης Γερμανικής Στρατιάς απώθησε επίσης τους Ρουμάνους από τα βουνά - η κατάσταση με τα πολεμοφοδία του ρουμανικού στρατού έγινε κρίσιμη.

 
Ο Αρχιστράτηγος Άουγκουστ φον Μάκενσεν οδηγεί τις δυνάμεις του πέρα από τον Δούναβη

Στις 23 Νοεμβρίου, οι καλύτερες δυνάμεις του Μάκενσεν πέρασαν τον Δούναβη σε δύο περιοχές κοντά στο Σβίστοβ. Αυτή η επίθεση προκάλεσε έκπληξη στους Ρουμάνους και οι δυνάμεις του Μάκενσεν προωθήθηκαν γρήγορα προς το Βουκουρέστι, έχοντας συναντήσει πολύ μικρή αντίσταση. Η επίθεση του Μάκενσεν απειλούσε να αποκόψει τον μισό ρουμανικό στρατό και ο Ανώτατος Διοικητής των Ρουμάνων, Στρατηγός Κονσταντίν Πρέζαν, προσπάθησε να αντεπιτεθεί στις δυνάμεις του Μάκενσεν. Το σχέδιο ανέφερε πως οι Ρουμάνοι θα χρησιμοποιούσαν όλες τις εφεδρείες τους και θα λάμβαναν βοήθεια από τους Ρώσους, ώστε οι ρουμανικές εφεδρείες να επιτεθούν στο κενό μεταξύ των δυνάμεων του Μάκενσεν και του Φάλκενχαϊν. Ωστόσο, οι Ρώσοι διαφώνησαν με το σχέδιο και δεν υποστήριξαν την επίθεση των Ρουμάνων.

Στις 1 Δεκεμβρίου, οι Ρουμάνοι επιτέθηκαν κατά μήκος του ποταμού Άρτζες. Αρχικά, οι Ρουμάνοι είχαν επιτυχία και αιχμαλώτισαν αρκετούς στρατιώτες του εχθρού,[26] ωστόσο, ο Μάκενσεν κατάφερε να συγκεντρώσει δυνάμεις για να αντιμετωπίσει τη ρουμανική επίθεση και οι δυνάμεις του Φάλκενχαϊν προχώρησαν σε αντεπιθέσεις. Η ρουμανική κυβέρνηση και το βασιλικό δικαστήριο μεταφέρθηκαν στο Ιάσιο. Στις 6 Δεκεμβρίου, το ιππικό του Φάλκενχαϊν κατέλαβε το Βουκουρέστι. Η 2η Ρουμανική Στρατιά υποχωρούσε μαχόμενη προς τον ποταμό Σερέτη. Μεταξύ της 22ης και της 26ης Δεκεμβρίου έλαβε χώρα η μάχη του Ράμνιτσου Σάρατ και έληξε με την κατάληψη της πόλης από τις δυνάμεις του Μάκενσεν στις 27 Δεκεμβρίου.

Εν τω μεταξύ, οι Ρώσοι άρχισαν να στέλνουν ενισχύσεις στη Μολδαβία για να αποτρέψουν μια εισβολή στη νότια Ρωσία. Η νότια Ρουμανία, μαζί με τη Βλαχία και τη Δοβρουτσά, ήταν πλέον στα χέρια των Κεντρικών Δυνάμεων. Κατά τη διάρκεια της υποχώρησης, οι Ρουμάνοι έκαψαν τις αποθήκες σιτήρων και κατέστρεψαν τις πετρελαιοπηγές με σκοπό να μην χρησιμοποιηθούν από τους Γερμανούς.

Σταθεροποίηση και αδιέξοδο (1917) Επεξεργασία

 
Κοιλάδα Σέλφιρ-Κάσιν (1917)
 
Ο Φερδινάνδος Α΄ της Ρουμανίας μαζί με τα στρατεύματα

Οι ρωσορουμανικές δυνάμεις της Δοβρουτσάς υποχώρησαν από Μασίν στις 4 Ιανουαρίου και από τη Βραΐλα στις 5 Ιανουαρίου. Προς το τέλος του μήνα, οι Βούλγαροι έλαβαν την ευκαιρία να εισέλθουν στο Δέλτα του Δούναβη χάρη στον παγετό. Στις 23 Ιανουαρίου, οι Βούλγαροι προσπάθησαν να περάσουν τον Δούναβη στην Τούλτσεα, αλλά υπέστησαν σοβαρές απώλειες από τους Ρουμάνους υπερασπιστές στη βόρεια όχθη του ποταμού και σταμάτησαν. Οι μάχες συνεχίστηκαν και στα Καρπάθια Όρη, όπου επίσης επικρατούσε κακοκαιρία. Στις 8 Ιανουαρίου, οι δυνάμεις του Μάκενσεν κατέλαβαν τη Φωξάνη, αλλά απέτυχαν να σπάσουν τη γραμμή του Σερέτη στις 19 Ιανουαρίου.

Έτσι, το μέτωπο σταθεροποιήθηκε και επέτρεψε στον ρουμανικό στρατό να ανασυνταχθεί, ενώ ο ρωσικός στρατός συγκέντρωσε δυνάμεις στη γραμμή του Σερέτη. Ο βασιλιάς Φερδινάνδος και η ρουμανική κυβέρνηση θεώρησαν πως αυτό έπρεπε να γίνει στη Μολδαβία και όχι στην Ουκρανία, όπως είχαν προτείνει οι Ρώσοι. Η Γαλλία και η Βρετανία υποστήριξαν σημαντικά τις προσπάθειες των Ρουμάνων: οι Σύμμαχοι έστειλαν 150.000 τουφέκια, 2.000 πολυβόλα, 1.300.000 χειροβομβίδες και 355 πυροβόλα από τη Δυτική Ευρώπη, καθώς επίσης και 1.600 Γάλλους στρατιώτες υπό τις διαταγές του Ανρί Ματίας Μπέρθελοτ για να εκπαιδεύσουν τις ρουμανικές δυνάμεις.

Μέχρι τα τέλη του φθινοπώρου, η δύναμη του ρουμανικού στρατού αυξήθηκε στους 400.000 άνδρες, οργανωμένους σε 15 μεραρχίες πεζικού και 2 μεραρχίες ιππικού, χωρισμένους σε 2 στρατιές και 5 σώματα. Η ρουμανική αεροπορία οργανώθηκε σε 12 σμήνη. Οι Ρώσοι είχαν συγκεντρώσει 1.000.000 άνδρες στο ρουμανικό μέτωπο.[5] Ωστόσο, οι ρωσικές δυνάμεις δεν ήσαν αξιόμαχες λόγω της προπαγάνδας των Μπολσεβίκων και του χαμηλού ηθικού.[27]

Το καλοκαίρι του 1917, οι ρωσορουμανικές δυνάμεις είχαν σκοπό να στηρίξουν την Επίθεση του Κερένσκι με επιθέσεις στη Ναμολόασα και στο Μαράστι. Αν και η επίθεση στη Ναμολόασα ακυρώθηκε, η 2η Ρουμανική Στρατιά (υπό τις διαταγές του Αβερέσκου) κατάφερε να σπάσει το αυστροουγγρικό μέτωπο στη μάχη του Μαράστι στα τέλη Ιουλίου. Ωστόσο, αυτή η επιτυχία δεν είχε διάρκεια εξαιτίας των καταστροφικών αποτελεσμάτων της επίθεσης του Κερένσκι. Ο Μάκενσεν αντεπιτέθηκε στο Μαρασέστι, ενώ οι αυστροουγγρικές δυνάμεις επιτέθηκαν στην κοιλάδα Οϊτούζ και οι μάχες σταμάτησαν στις αρχές Σεπτεμβρίου, όταν οι Κεντρικές Δυνάμεις ανακάλεσαν τις επιθέσεις καθώς είχαν υποστεί σοβαρές απώλειες.[28] Ως αποτέλεσμα, η εναπομείνουσα ρουμανική επικράτεια δεν καταλήφθηκε και περίπου 1.000.000 στρατιώτες των Κεντρικών Δυνάμεων καθηλώθηκαν στην περιοχή - οι The Times χαρακτήρισαν το ρουμανικό μέτωπο ως «το μόνο σημείο φωτός στην Ανατολή».

Η κατάσταση, ωστόσο, επιδεινώθηκε λόγω της Οκτωβριανής Επανάστασης και του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου. Αυτά τα γεγονότα οδήγησαν στην έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο και η Ρουμανία αναγκάστηκε να υπογράψει την Ανακωχή της Φωξάνης στις 9 Δεκεμβρίου 1917, καθώς είχε μείνει απομονωμένη και περικυκλωμένη από τις Κεντρικές Δυνάμεις.

Επακόλουθα Επεξεργασία

Συνθήκη του Βουκουρεστίου Επεξεργασία

 
Ο Αλεξάντρου Μάργκιλομαν υπογράφει τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1918

Στις 7 Μαΐου 1918, η Ρουμανία αναγκάστηκε να υπογράψει τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου με τις Κεντρικές Δυνάμεις με σκληρούς όρους για τη χώρα, ωστόσο, οι Κεντρικές Δυνάμεις αναγνώρισαν την ένωση της Ρουμανίας και της Βεσσαραβίας. Ο Αλεξάντρου Μάργκιλομαν έγινε ο νέος πρωθυπουργός της Ρουμανίας χάρη στη γερμανική στήριξη. Ο βασιλιάς Φερδινάνδος, ωστόσο, αρνήθηκε να υπογράψει τη συνθήκη.

Οι Γερμανοί ήταν σε θέση να αποκαταστήσουν τις πετρελαιοπηγές του Πλοέστι και μέχρι το τέλος του πολέμου είχαν προμηθευτεί με εκατομμύρια τόνους πετρελαίου. Επίσης, οι Γερμανοί απαίτησαν 2 εκατομμύρια τόνους σιτήρων από τους Ρουμάνους. Αυτά τα υλικά είχαν ζωτική σημασία, καθώς κράτησαν τη Γερμανία στον πόλεμο μέχρι το τέλος του 1918.[29]

Η Ρουμανία ξανά στον πόλεμο (Νοέμβριος 1918) Επεξεργασία

Μετά την επιτυχής επίθεσης στο μέτωπο της Θεσσαλονίκης, η Βουλγαρία αναγκάστηκε να βγει από τον πόλεμο, ενώ η Ρουμανία εισήλθε ξανά στον πόλεμο στις 10 Νοεμβρίου 1918, μια μέρα πριν τη λήξη του πολέμου στη Δυτική Ευρώπη.

Στις 28 Νοεμβρίου 1918, οι Ρουμάνοι αντιπρόσωποι της Βουκοβίνας ψήφισαν υπέρ της ένωσης με το Βασίλειο της Ρουμανίας, μετά την προκήρυξη για ένωση της Τρανσυλβανίας με το Βασίλειο της Ρουμανίας στις 1 Δεκεμβρίου 1918 - οι εκπρόσωποι των Ρουμάνων της Τρανσυλβανίας συγκεντρώθηκαν στην Άλμπα Ιούλια, ενώ οι Σάξωνες της Τρανσυλβανίας αποδέχτηκαν την προκήρυξη στις 15 Δεκεμβρίου, κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου στο Μέδιας.

Η Συνθήκη των Βερσαλλιών αναγνώρισε αυτές τις προκηρύξεις υπό το δικαίωμα της εθνικής αυτοδιάθεσης (βλ. 14 σημεία του Ουίλσον). Επίσης, η Γερμανία συμφώνησε υπό τους όρους της ίδιας συνθήκης (Άρθρο 259) να απορρίψει όλες τις παροχές που προβλέπονταν στη Συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1918.[30]

Ο ρουμανικός έλεγχος της Τρανσυλβανίας, στην οποία το 31.6% των κατοίκων ήταν Ούγγροι (1.662.000 Ούγγροι), δεν έγινε δεκτός από το εθνικό κράτος της Ουγγαρίας. Η Ουγγαρία προχώρησε σε πόλεμο με το Βασίλειο της Ρουμανίας, καθώς και σε πόλεμο με τη Τσεχοσλοβακία και το Βασίλειο Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων. Ο πόλεμος μεταξύ της Ουγγαρίας και της Ρουμανίας έληξε με προσωρινή κατοχή της Ουγγαρίας από τους Ρουμάνους. Ο ρουμανικός στρατός άφησε τα όπλα[31] που έλαβε από τον στρατό του Μικλός Χόρτι, ο οποίος έγινε δικτάτορας της Ουγγαρίας μετά την αποχώρηση των ρουμανικών στρατευμάτων στις αρχές του 1920.

Στρατιωτική ανάλυση της εκστρατείας Επεξεργασία

 
Τα ποσοστά των στρατιωτικών απώλειων της Αντάντ κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο

Το 1916, η αντεπίθεση ήταν απίστευτο κατόρθωμα για τον γερμανικό στρατό και για τους Στρατηγούς Φάλκενχαϊν και Μάκενσεν.[32] Αν και ο ρουμανικός στρατός είχε πετύχει αρκετές τακτικές νίκες εκείνο το έτος, δεν μπορούσε να αποτρέψει τη γρήγορη προώθηση των Κεντρικών Δυνάμεων. Τα γερμανικά στρατεύματα ήταν καλύτερα εκπαιδευμένα και είχαν καλύτερο εξοπλισμό σε σχέση με τα ρουμανικά στρατεύματα.[27] Τα γερμανικά στρατεύματα εκπροσωπούσαν μονάχα το 22% των στρατευμάτων των Κεντρικών Δυνάμεων που έλαβαν μέρος στην εκστρατεία - συγκριτικά, οι αυστροουγγρικές δυνάμεις αποτελούσαν το 46% των στρατευμάτων, ενώ οι ενωμένες τουρκοβουλγαρικές δυνάμεις αποτελούσαν το 32%.[33]

Είναι φανερό πως η Ρουμανία είχε διαλέξει λάθος στιγμή για να εισέλθει στον πόλεμο. Μια πιθανή είσοδος της Ρουμανίας στο πλευρό της Αντάντ το 1914 ή το 1915 θα είχε πιθανώς αποτρέψει την κατάληψη της Σερβίας. Μια πιθανή είσοδος στις αρχές του 1916 ίσως θα οδηγούσε την επίθεση του Μπρουσίλοφ σε επιτυχία. Η Ρωσία και η Ρουμανία έδειξαν δυσπιστία η μια για την άλλη, αν και η Ρωσία ήταν η μόνη μεγάλη δύναμη που μπορούσε να βοηθήσει ευθέως τη Ρουμανία - παρ' ολ' αυτά, η ρωσική παρουσία στη Δοβρουτσά και σε άλλα σημεία του μετώπου ήταν μέτρια. Το πιο πιθανό είναι πως η γεωγραφική θέση της Ρουμανίας, η οποία ήταν περικυκλωμένη από τις Κεντρικές Δυνάμεις, έκανε την ήττα της αναπόφευκτη.[27]

Ο Στρατηγός Βίνσεντ Εσπόσιτο θεωρεί πως το Γενικό Επιτελείο της Ρουμανίας έκανε αρκετά στρατηγικά και επιχειρησιακά λάθη:

Στρατιωτικά, η στρατηγική της Ρουμανίας δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερη. Επιλέγοντας την Τρανσυλβανία ως αρχικό στόχο, ο ρουμανικός στρατός αγνόησε την παρουσία του βουλγαρικού στρατού στην οπισθοφυλακή. Όταν η προώθηση μέσω των βουνών απέτυχε, η ανώτατη ηγεσία αρνήθηκε να εξοικονομήσει δυνάμεις σ' αυτό το μέτωπο για να επιτρέψει τη δημιουργία μιας κινητής εφεδρείας που θα απωθούσε τις μελλοντικές επιθέσεις του Φάλκενχαϊν.[32]

Η αποτυχία της ρουμανικής εκστρατείας οφείλεται και σε άλλους λόγους. Η αποτυχημένη επίθεση στο Μακεδονικό Μέτωπο δεν επέφερε την «εγγυημένη ασφάλεια» της Ρουμανίας από τη Βουλγαρία.[34] Αυτή η αποτυχία μείωσε τη δύναμη των Ρουμάνων στην Τρανσυλβανία, καθώς ήταν αναγκασμένοι να διατηρούν στρατεύματα στα νότια για την άμυνα της Δοβρουτσάς.[35] Επιπλέον, οι Ρώσοι δεν είχαν στείλει τις δυνάμεις που ζητούσαν αρχικά οι Ρουμάνοι και που ανέρχονταν στους 200.000 στρατιώτες.[36] Η Ρουμανία βρέθηκε σε δύσκολη θέση λίγους μήνες μετά την είσοδο της στον πόλεμο, καθώς η Αντάντ δεν μπορούσε να προσφέρει την υποστήριξη που είχε υποσχεθεί νωρίτερα. Αυτοί οι παράγοντες οδήγησαν σε αδιέξοδο και όχι σε θανατηφόρο χτύπημα κατά της Αυστροουγγαρίας, όπως είχε υπολογίσει αρχικά η Αντάντ.[27]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 «Romanian Campaign - The Burning of Constanza and the Evacuation of Bucharest». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 29 Ιουνίου 2014. 
  2. Българската армия в Световната война 1915 - 1918, vol. VIII , σελ. 792
  3. Българската армия в Световната война 1915 - 1918, Millions of mouths died in Romania during the Great War. vol. VIII , σελ. 283
  4. România în războiul mondial (1916-1919), vol. I, σελ. 58
  5. 5,0 5,1 The Romanian Front - 1917
  6. Erickson, Edward J. Ordered to die : a history of the Ottoman army in the first World War, σελ. 147
  7. «WWI Casualty and Death Tables». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Οκτωβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 29 Ιουνίου 2014. 
  8. Г.Ф.Кривошеев (под редакцией). Россия и СССР в войнах XX века: Потери вооруженных сил
  9. Hentea, Călin (2007). Brief Romanian Military History. Scarecrow Press. σελ. 102. ISBN 9780810858206. Ανακτήθηκε στις 2 Μαρτίου 2014. 
  10. Becker, Jean-Jacques (30 Ιανουαρίου 2012). «Chapter Fourteen: War Aims and Neutrality». Στο: Horne, John. A Companion to World War I. Blackwell Publishing. σελ. 208. ISBN 9781405123860. Ανακτήθηκε στις 2 Μαρτίου 2014. 
  11. Marcel Mitrasca, Moldova: A Romanian Province under Russian Rule. Diplomatic History from the Archives of the Great Powers, σελ. 56
  12. Cyril Falls, The Great War σελ. 228
  13. Vincent Esposito, Atlas of American Wars, Vol 2, text for map 37
  14. John Keegan, The First World War, σελ. 306
  15. To Ride the Storm: The Story of the Airship R.101 by Sir Peter G. Masefield, σελ. 16-17 (1982, William Kimber, London) ISBN 0-7183-0068-8
  16. Ian F. W. Beckett, The Great War: 1914–1918, 2nd ed. (New York: Routledge, 2013), 109.
  17. 17,0 17,1 Zlata Filipovic and Melanie Challenger, Stolen Voices: Young People's War Diaries, From World War I to Iraq (Doubleday Canada, 2006), 29, παραπομπή στο ημερολόγιο του Γερμανού στρατιώτη Πιέτ Κούχρ (σημείωση για την 1η Σεπτεμβρίου 1916).
  18. 18,0 18,1 Laurențiu-Cristian Dumitru, "Preliminaries of Romania's Entering the World War I", Bulletin of the'Carol I National Defence University [Buletinul Universitatii Nationale de Aparare Carol I] 1 (2012): 168.
  19. 19,0 19,1 Bernd Langensiepen, Ahmet Güleryüz and James Cooper, The Ottoman Steam Navy, 1828–1923 (Annapolis: Naval Institute Press, 1995), 51.
  20. Vinogradov, "The Years of Neutrality", 460.
  21. Paul von Hindenburg, Out of My Life, Vol. I, trans. F.A. Holt (New York: Harper & Brothers, 1927), 243.
  22. Primary Documents - King Ferdinand's Proclamation to the Romanian People, 28 August 1916
  23. Torrie, Glenn E. (Spring 1978). «Romania's Entry into the First World War: The Problem of Strategy». Emporia State Research Studies (Emporia State University) 26 (4): 7–8. https://esirc.emporia.edu/bitstream/handle/123456789/311/136.pdf?sequence=1. 
  24. Българската армия в Световната война 1915 - 1918, vol. VIII , σελ. 282-283
  25. Michael B. Barrett, Prelude to Blitzkrieg: The 1916 Austro-German Campaign in Romania (Indiana U.P., 2013)
  26. Baldwin 1962, σελ. 85.
  27. 27,0 27,1 27,2 27,3 RĂSBOIUL, PENTRU ÎNTREGIREA NEAMULUI ROMÂNESC (1916 – 1919) Povestit de Victor Lazăr.
  28. Battle of Marasesti (August-September 1917)
  29. John Keegan, World War I, σελ. 308
  30. Articles 248 - 263 - World War I Document Archive
  31. C. Kirițescu: Istoria războiului pentru întregirea României, Vol. II, ed. Romania Noua, 1923, σελ. 612
  32. 32,0 32,1 Vincent Esposito, Atlas of American Wars, Vol 2, text for map 40
  33. Sondhaus, Lawrence (2000). Franz Conrad von Hötzendorf: Architect of the Apocalypse σελ.192
  34. Torrey, Romania and World War I, σελ. 27
  35. Istoria României, Vol. IV, σελ. 366
  36. Torrey, Romania and World War I, σελ. 65

Πηγές Επεξεργασία

  • Barrett, Michael B. Prelude to Blitzkrieg: The 1916 Austro-German Campaign in Romania (Indiana U.P., 2013)
  • Torrey, Glenn E. Romania and World War I (1998)
  • Torrey, Glenn E. The Romanian Battlefront in World War I (2012) excerpt and text search
  • Sondhaus, Lawrence (2000). Franz Conrad von Hötzendorf: Architect of the Apocalypse. BRILL. ISBN 0-391-04097-9. 
  • Pollard, Albert Frederick (1928). A Short History of the Great War. 
  • Esposito, Vincent (ed.) (1959). The West Point Atlas of American Wars - Vol. 2; maps 37-40. Frederick Praeger Press.
  • Falls, Cyril. The Great War (1960), ppg 228-230.
  • Keegan, John. The First World War (1998), ppg 306-308. Alfred A. Knopf Press.

Περαιτέρω βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • Jelavich, Barbara. «Romania in the First World War: The Pre-War Crisis, 1912–1914», The International History Review 14, 3 (1992): 441–51.
  • Torrey, Glenn E. «The Entente and the Rumanian Campaign of 1916», Rumanian Studies 4 (1976–79): 174–91.
  • Torrey, Glenn E. «The Rumanian Campaign of 1916: Its Impact on the Belligerents», Slavic Review 39, 1 (1980): 27–43.
  • Torrey, Glenn E. «Romania in the First World War: The Years of Engagement, 1916-1918», The International History Review 14, 3 (1992): 462–79.
  • Vinogradov, V. N. «Romania in the First World War: The Years of Neutrality, 1914–1916», The International History Review 14, 3 (1992): 452–61.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία