Ερωφίλη (θεατρική παράσταση, 1934)

Θεατρική παράσταση του ομώνυμου έργου του Γιώργου Χορτάτση

Η παράσταση του έργου του Γεωργίου Χορτάτζη, Ερωφίλη, —η πρώτη της «Ερωφίλης» στο ελληνικό θέατρο— δόθηκε από την Λαϊκή Σκηνή του Κάρολου Κουν, στις 20, 21, και 22 Απριλίου του 1934, στο θέατρο Ολύμπια των Αθηνών.

Από το πρόγραμμα της παράστασης, σκίτσο του Γιάννη Τσαρούχη

Η παράσταση χαρακτηρίστηκε θεατρικό γεγονός τόσο από τους συγχρόνους της όσο και από τους μεταγενέστερους, καθώς πρώτη φορά στα ελληνικά θεατρικά χρονικά, χρησιμοποιήθηκαν μορφές και στοιχεία του λαϊκού θεάτρου, όπως η Παντομίμα και η δημοτική (κρητική) μουσική προκειμένου «σε μια στιγμή κομβική για το ελληνικό θέατρο του πρώτου μισού του 20ου αιώνα να καταστρατηγηθεί συνειδητά η ιστορική και γεωγραφική πιστότητα, πρακτική που αργά ή γρήγορα θα αναγνωρίσει ως νόµιµη αρχικά ο θεατρικός και κατόπιν ο φιλολογικός κόσµος της χώρας.». [1]

Ο Γιάννης Τσαρούχης συν-σκηνοθέτης, σκηνογράφος και ενδυματολόγος της παράστασης λέει :«...Συμβόλιζε της παραδοχή της ευρωπαϊκής παραδόσεως του Θέατρου που άρχισε με τους Κρητικούς το 1600 μα και συγχρόνως την αντίδραση των εθνικών στοιχείων για να μπορέσει αυτή η μεγάλη Ευρωπαϊκή παράδοση να γίνει γόνιμη[...] το κοινό δεν κατάλαβε τίποτα· οι φοιτηταί γελούσαν και πετούσαν σαίτες, καμωμένες από τα προγράμματα. Η Γαλάτεια Καζαντζάκη, όμως, σκούπιζε με το μαντήλι τα δάκρυά της ενώ ο Άγγελος Σικελιανός κατασυγκινημένος ασπαζόταν τον κόσμο όλο.» [2]
Ο Κάρολος Κουν αναφερόμενος στις θεατρικές του αναζητήσεις της εποχής εκείνης καθορίζει την τεχνοτροπία του ως λαϊκό εξπρεσσιονισμό (στυλιζάρισμα ορισμένων εκφραστικών μέσων προκειμένου να αποδοθεί το πριτιμίβ λαϊκό στοιχείο) [3] εξηγώντας ότι «Τα αισθητικά στοιχεία που με συνεπήραν τότε, συνδέονταν με το Ελληνικό Λαϊκό, το κάπως σχηματοποιημένο, όπως φανερωνότανε στη ζωή τη γνήσια χωριάτικη και νησιώτικη, στα δημοτικά μας τραγούδια και πιο πίσω, στις Βυζαντινές αγιογραφίες και στα αρχαία αγγεία».[4]

Το χρονικό της παράστασης Επεξεργασία

 
Σκηνή από την παράσταση (Δ' πράξη) με την Ερωφίλη και τον σύμβουλο του Βασιλιά επί σκηνής. Όπως φαίνεται ο Τσαρούχης, έντυσε την βασιλοπούλα με την παραδοσιακή ελληνική λαϊκή ενδυμασία, (το ίδιο και τον σύμβουλο). Το σκηνικό ήταν πανί ζωγραφισμένο στο χέρι από τον Τσαρούχη, πιστό αντίγραφο της εικονογράφησης του Κόντογλου για τον Ερωτόκριτο

Ο Κάρολος Κουν, ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Διονύσιος Δεβάρης (πρώην ηθοποιός της Νέας Σκηνής του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου), είχαν ενώσει τις δυνάμεις τους, από το 1933, στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν ένα καλλιτεχνικό πειραματικό θέατρο, αντίβαρο ενδεχομένως στην παντοκρατορία του Εθνικού θέατρου. Οι δυο ιδρυτές του ημι-επαγγελματικού θιάσου της Λαϊκής Σκηνής (ο Δεβάρης δεν ασχολούνταν με το καλιλιτεχνικό μέρος των παραστάσεων) ήταν έντονα επηρεασμένοι από το λεγόμενο ρεύμα της γενιάς του '30 που μέσα από την Τέχνη, έψαχνε και αναδείκνυε την χαμένη (στην μίμηση ξένων προτύπων) ελληνικότητα και λαϊκή παράδοση. Πρωτοπόρος αυτής της κίνησης ήταν ο Φώτης Κόντογλου που η γνωριμία του με τους Κουν και Τσαρούχη, επηρέασε τη πορεία των δυο καλλιτεχνών και προσδιόρισε τα θεατρικά τους ιδανικά.

Ο Τσαρούχης είχε ήδη συγκεκριμένη εικόνα για το πως θα παρουσιαζόταν η Ερωφίλη : Σύμφωνα με τα λεγόμενά του , εκείνος εισηγήθηκε στο Κάρολο Κουν, την χρονική και γεωγραφική μεταφορά του δράματος, από την Αίγυπτο που το είχε τοποθετήσει ο ποιητής, στην Ελλάδα του 1930.

Συγκεκριμένα, είχε προτείνει στον Κουν: «[...] Θέλει µακριά µαλλιά, στριµµένα µουστάκια σαν τον Αθανάσιο Διάκο, περικεφαλαίες και θώρακες σαν το Μέγα Αλέξανδρο του Καραγκιόζη και τους αρχαίους ήρωες του Θεόφιλου, χαρτονένιες πανοπλίες όπως το γαϊτανάκι. Οι γυναίκες πρέπει να είναι ανδροπρεπείς σαν τις ηρωίδες της παντοµίµας που είχα δει στο θέατρο του Πειραιώς.» [5]

Ο ίδιος ο Τσαρούχης παραδέχτηκε ότι την οπτική του διαμόρφωσε ο Φώτης Κόντογλου και συγκεκριμένα οι περίφημες εικονογραφήσεις του για το λήμμα του «Ερωτόκριτου» στην «Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια του Πυρσού» το 1929, που εκτός από τα κοστούμια καθόρισε και τα σκηνικά της παράστασης. Αλλά και στην επιλογή της μουσικής υπήρξε μια σημαντική καινοτομία, άμεσα συνδεδεμένη όμως με τον χαρακτήρα της παράστασης. Την παράσταση συνόδευε ζωντανή μουσική από δυο περίφημους τότε Κρητικούς οργανοπαίκτες, το Νικόλα Κουφιανό (λύρα) και τον Αντωνάκης Τσεσµές (σαντούρι), που έπαιξαν παραδοσιακούς κρητικούς σκοπούς.

Οι ηθοποιοί δε, είχαν ανταποκριθεί σχεδόν ένα χρόνο πριν, στο κάλεσμα της Λαϊκής Σκηνής με την ίδρυση δραματικής σχολής. Μετά την πάροδο 7 μηνών, που οι νεαροί μαθητές - στην πλειοψηφία τους, προερχόμενοι από τα εργατικά στρώματα της Αθήνας (όπως εξάλλου ήθελαν οι δημιουργοί του νέου αυτού θεάτρου) -μάθαιναν την υποκριτική ταυτόχρονα με την προετοιμασία της παράστασης, η Ερωφίλη παρουσιάστηκε τελικά στο κοινό, τον Απρίλιο του 1934 στο νοικιασμένο για την περίπτωση θέατρο Ολύμπια (έδρα της Λυρικής Σκηνής).

Ρόλοι Επεξεργασία

  • Πανάρετος : Λυκούργος Καλλέργης [6]
  • Ερωφίλη : Φρόσω Κοκκόλα[7] : Ο Λέων Κουκούλας εξήρε την ερμηνεία της επαινώντας την ζεστή και χρωματικά πλούσια φωνή της, την καλή άρθρωση, την φυσικότητα των κινήσεών της, και την βρήκε κατά πολύ υπέρτερη του συνόλου των ηθοποιών[8]
  • Χάρος : Δημήτρης Ντουνάκης (ή Ντουντουνάκης)
  • Καρπόφορος : Θανάσης Βασιλακόπουλος
  • Βασιλιάς Φιλόγονος : Παντελής Ζερβός
  • Σύμβουλος του Βασιλιά : Μ. Βελεστινιώτης
  • Χρυσόνομη : Μαρία Ελευθεριάδου
  • Ψυχή (φάντασμα) του αδερφού του βασιλιά: Κώστας Χατζηαργύρης
  • Χορός από τις βάγιες της Ερωφίλης, κορυφαία : Άννα Νικολαΐδου (ή Νικολάδου)
  • Μαντατοφόρος : Κάρολος Κουν
  • Χορός γυναικών της Μέμφιδας[9]

Κρίσεις και σχολιασμοί Επεξεργασία

Σύμφωνα με τον θεατρολόγο Βάλτερ Πούχνερ η Ερωφίλη επιβιώνει στην λαϊκή προφορική παράδοση πολλών περιοχών της Ελλάδας, με την μορφή σύντομων θεατρικών παραστάσεων (αποσπάσματα του θεατρικού έργου) και στις «Ομιλίες» (το λαϊκό θέατρο των Επτανήσων στον 18ο αιώνα) αλλά και στα αποκριάτικα δρώμενα στο Καρπενήσι και στα Ζαγοροχώρια. [10]

Πριν από τον Πούχνερ ωστόσο για την λαϊκότητα της Ερωφίλης είχε κάνει πρώτος λόγο ο Νίκος Βέης, με αφορμή τη συγκεκριμένη παράσταση.
Στην παραπάνω άποψη υπερθεμάτισε και ο Γεράσιμος Άννινος που στην εφημερίδα «Πρωία» κάνει λόγο για τις προσωπικές του αναμνήσεις από δρώμενα σχετικά με την Ερωφίλη την περίοδο των Απόκρεων και μέσα στην Αθήνα. Αν και η μαρτυρία του Άννινου δεν έχει διασταυρωθεί ακόμα και σήμερα, ωστόσο συνδέει το Κρητικό θέατρο με το παραδοσιακό λαϊκό θέατρο της εποχής, και την Παντομίμα (που ο συν-δημιουργός τη παράστασης την ανακάλυψε σε ένα λαϊκό θέατρο στο Πασαλιμάνι, στο «Θέατρο Παντομίμας του Αλέκου Χρυσοστομίδη»). [11]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. https://student.cc.uoc.gr/uploadFiles/177-ΘΝΕΦ264/Ερωφίλη%201934%20Σημειώσεις.pdf
  2. Δήμητρα Καγγελάρη : «Ελληνική σκηνή και Θέατρο Ιστορίας. 1936 - 1944», http://ikee.lib.auth.gr/record/24733/files/GRI-2005-577.pdf, σελ. 171
  3. http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=295307
  4. https://roadartist.blogspot.com/2008/02/blog-post_13.html
  5. «Η γνωριμία με τον Κουν. Η συνεργασία των δύο δημιουργών το 1934, για την παράσταση της Ερωφίλης» περ. Επτά Ημέρες εφ. Καθημερινή, Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 1993, σ. 32
  6. Η παράσταση της «Ερωφίλης» ήταν βόμβα για την Αθήνα. Είχε κάνει ο Κουν τη διδασκαλία, ο Τσαρούχης τα κοστούμια, ο Παντελής Ζερβός έπαιξε το ρόλο του βασιλιά, ο Καλλέργης τον Πανάρετο, ο Ντουνάκης τον Χάρο.https://anemourion.blogspot.com/2020/04/blog-post_13.html
  7. Η Φρόσω Κοκκόλα θυμάται τη στρατολόγησή της. Δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ τον Κάρολο Κουν. Αλλωστε ήμουν η πρώτη μαθήτρια του. Ήμουν τελειόφοιτη του Οικοτροφείου «Το σπίτι του κοριτσιού» που είναι στη Νάξου, στα Πατήσια, και είχαμε ανεβάσει θυμάμαι τη «Δασκαλίτσα» του Νικοντέμι. Σ’ αυτή την παράσταση είχαν έρθει ο Κουν με τον Δεβάρη. Μόλις τελείωσε η παράσταση, είπε ο Κουν στον Δεβάρη: «Φτιάξαμε τη Λαϊκή Σκηνή, βρήκαμε την Ερωφίλη».
  8. εφημ. «Πρωία», φύλλο της Κυριακής 22 Απριλίου 1934, σελ. 2
  9. Περιοδικό «Το Θέατρο», Τόμ. 1 Αρ. 4 (1962): Χρόνος Α', Τεύχος 4, Ιούλιος - Αύγουστος 1962, σελ. 27
  10. Στέλλα Κλιματσάκη https://www.academia.edu/40648797/Η_αξία_και_η_επικαιρότητα_της_Ερωφίλης_του_Γ_Χορτάτση, σελ. 6
  11. Γιάννης Τσαρούχης, «Η ελληνική παντομίμα: ένα βουβό θέατρο στο Πασαλιμάνι», Θέατρο τχ. 15, Μάιος-Ιούνιος 1964, σ. 7-10