Ιγκλέσιας (Σαρδηνία)

πόλη και κοινότητα στην νότια Σαρδηνία

Η Ιγκλέσιας (ιταλικά και ισπανικά: Iglesias, λατινικά: Villa Ecclesiae‎‎, σαρδηνιακά: Igrèsias) είναι πόλη και κοινότητα στη νότια Σαρδηνία, πρωτεύουσα της Ιταλικής επαρχίας της Καρμπόνια-Ιγκλέσιας μαζί με την Καρμπόνια, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της επαρχίας.[2] Η Ιγκλέσιας με κυβερνητικό διάταγμα μετέβη στην Επαρχία της Νότιας Σαρδηνίας (2016). Η έκταση της πόλης είναι 207.63 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ο πληθυσμός σύμφωνα με την Απογραφή του 2011 είναι 26.784 κάτοικοι.[3] Την εποχή της Ισπανικής κυριαρχίας αποτελούσε μια από τις σπουδαιότερες πόλεις της Σαρδηνίας και ήταν η έδρα της Ρωμαϊκής Καθολικής επισκοπής της Ιγκλέσιας. Τοποθετείται σε έναν λόφο στη νοτιοδυτική Σαρδηνία σε υψόμετρο 190 μέτρα, στην περιοχή υπάρχουν άφθονα ορυχεία από τα οποία εξάγεται μόλυβδος, ψευδάργυρος και άργυρος, υπάρχει επίσης κέντρο απόσταξης θειικού οξέος. Ο πληθυσμός της Ιγκλέσιας ανήκει στην συντριπτική του πλειοψηφία στην Καθολική εκκλησία, σύμφωνα με απογραφή που έγινε στις 31 Δεκεμβρίου 2015 ζούσαν στην πόλη 418 μετανάστες από τη Ρουμανία, τη Σενεγάλη και την Κίνα.[4]

Ιγκλέσιας

Έμβλημα
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Ιγκλέσιας
39°18′37″N 8°32′14″E
ΧώραΙταλία
Διοικητική υπαγωγήΕπαρχία της Νότιας Σαρδηνίας
ΠροστάτηςΚλάρα της Ασίζης
Έκταση208,23 km²
Υψόμετρο200 μέτρα
Πληθυσμός25.093 (1  Ιανουαρίου 2023)[1]
Ταχ. κωδ.09016
Τηλ. κωδ.0781
Ζώνη ώραςUTC+01:00 (επίσημη ώρα)
UTC+02:00 (θερινή ώρα)
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ιστορία Επεξεργασία

Αρχαιότητα Επεξεργασία

Η περιοχή κατοικείται συνεχώς από τη Νεολιθική εποχή με ασταμάτητα ίχνη ανθρώπινης εγκατάστασης. Την τέταρτη χιλιετία π.χ. ήταν το επίκεντρο του "Πολιτισμού του Οτσιέρι" με πολλά αρχαιολογικά ευρήματα στις ορεινές περιοχές του Σαν Μπενεντέτο, πολλοί άλλοι πολιτισμοί πριν τους "Νουράγκι" βρέθηκαν σκόρπιοι σε γειτονικά σπήλαια.[5] Ακολούθησε ο Νουραγικός πολιτισμός, οι Φοίνικες και η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, οι Ρωμαίοι έλεγαν την πόλη "Μέταλλα" λόγω των πλούσιων κοιτασμάτων. Τον 9ο αιώνα π.χ. ύστερα από μια μεγάλη περίοδο ανθρώπινης απουσίας εμφανίζεται ένας Βυζαντινός οικισμός με μια εκκλησία, όταν εγκατέλειψαν οι Βυζαντινοί τη Σαρδηνία η Ιγκλέσιας εισήλθε στη "Δικαιοδοσία του Κάλιαρι" με το όνομα "Βίλα ντι Κιέζα".

Κυριαρχία της Πίζας Επεξεργασία

 
Τα τείχη της Ιγκλέσιας.

Με την πτώση της Δικαιοδοσίας του Κάλιαρι (1258) η νοτιοδυτική Σαρδηνία πέρασε στην οικογένεια Ντελλα Γκεραρντέσκα, η Βίλα ντι Κιέζα κυβερνήθηκε από τον Ουγκολίνο ντελλα Γκεραρντέσκα.[6] Ο κόμης εκμεταλλεύτηκε τα πλούσια ορυχεία, ίδρυσε Λατινική εκκλησία, πολλά νέα κτίρια, το κάστρο του Σαλβατέρρα, αμυντικά τείχη, νοσοκομείο και ένα υδραγωγείο. Ο Ουγκολίνο πέθανε τον Μάρτιο του 1289, είχε φυλακιστεί από το καλοκαίρι του 1288 στον πύργο της Πίζα επειδή κατηγορήθηκε για προδοσία, ο γιος του Γουέλφος που είχε δραπετεύσει από την Πίζα στη "Βίλα ντι Κιέζα" διαδέχθηκε τον πατέρα του.[7] Ο Γουέλφος προσπάθησε να κυριεύσει από την Πίζα την κληρονομιά του πατέρα του, το ένα έκτο από τη "Δικαιοδοσία του Κάλιαρι". Τα στρατεύματα της Δημοκρατίας της Πίζας με τη βοήθεια του συμμάχου τους Μαριάνου Β΄ της Αρμπορέα επιτέθηκαν στη Βίλα ντι Κιέζα, ο Γουέλφος τραυματίστηκε θανάσιμα και πέθανε από φλεγμονή στο νοσοκομείο.

Η Βίλα ντι Κιέζα πέρασε στη "Δικαιοδοσία της Αρμπορέα" και τελικά μεταβιβάστηκε στην Πίζα (1301).[8] Με την κυριαρχία της Πίζας η "Βίλα ντι Κιέζα" έγινε από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς στη Σαρδηνία χάρη στα μεταλλεία αργύρου και μολύβδου, στις αρχές του 14ου αιώνα τα ορυχεία παρήγαγαν το 10% του αργύρου που κυκλοφορούσε στην Ευρώπη.[9] Η πόλη κατοικήθηκε στην αρχή από Σαρδήνιους και Πιζανούς αλλά σύντομα έφτασαν μετανάστες από πολλές άλλες περιοχές όπως την Κορσική, τη Γερμανία, την Τοσκάνη και την Ιταλική χερσόνησο.[10] Η πόλη κυβερνήθηκε με νομικό κώδικα που εκδόθηκε το 1327 και διατηρήθηκε στα δημοτικά αρχεία, απέκτησε και δικό της νομισματοκοπείο.

Βασίλειο της Αραγωνίας Επεξεργασία

 
Άντρες με παραδοσιακές ενδυμασίες.

Η "Βίλα ντι Κιέζα" κατακτήθηκε από το Βασίλειο της Αραγωνίας ύστερα από πολιορκία επτά μηνών (7 Φεβρουαρίου 1324), ήταν η πρώτη πόλη της Σαρδηνίας που κατακτήθηκε από τους Ίβηρες και αναγνωρίστηκε με βασιλικό διάταγμα τον Ιούνιο του 1327. Μετά την κατάκτηση της από την Αραγωνία η πόλη άλλαξε το όνομα της από το Ιταλικό "Βίλα ντι Κιέζα" στο Ισπανικό "Ιγκλέσιας". Την εποχή που κατακτήθηκε (1324) η Βίλα ντι Κιέζα είχε περίπου 6000 - 7000 κατοίκους, η Μαύρη πανώλη λίγο αργότερα θανάτωσε τον περισσότερο πληθυσμό (1348).[11]

Η Ιγκλέσιας και η Δικαιοδοσία της Αρμπορέα επαναστάτησαν εναντίον της Αραγωνίας (1353), ο Μαριάνο Δ΄ της Αρμπορέα κατέλαβε την πόλη από τους Ισπανούς (1365), η Αρμπορέα κράτησε την πόλη μέχρι τη χρονιά που έκλεισε ειρήνη ανάμεσα στην Ελεονώρα της Αρμπορέας και τον Ιωάννη Α΄ της Αραγωνίας (1388). Η πόλη επέστρεψε στους Αραγωνέζους επαναστάτησε ξανά εναντίον τους συμμαχώντας με τον Μπαρκαλεόνε Ντόρια (1391), οι Ίβηρες την κατέλαβαν οριστικά το καλοκαίρι του 1409.[12] Ο Αλφόνσος Ε΄ της Αραγωνίας έδωσε δώρο την πόλη στην Ελεονώρα Καρρόζ με 5.000 χρυσά φιορίνια (1436), μετά την πληρωμή του ποσού η Ιγκλέσιας πήρε τον τίτλο της βασιλικής πόλης (1450).

Νεώτερα χρόνια Επεξεργασία

 
Νόμισμα του Αλφόνσου Δ΄ της Αραγωνίας κομμένο στο νομισματοκοπείο της Ιγκλέσιας.

Το Στέμμα της Αραγωνίας και στη συνέχεια η Ισπανική αυτοκρατορία (1492) κυβέρνησαν την Ιγκλέσιας περίπου 400 χρόνια, στη συνέχεια μεταβιβάστηκε στον Οίκο της Σαβοΐας (1720). Από τα μέσα του 19ου αιώνα λειτούργησαν ξανά τα ορυχεία και η πόλη πέρασε ξανά περίοδο οικονομικής ευημερίας και ανάπτυξης με πολλούς ανθρακωρύχους, τεχνίτες και εργάτες από ολόκληρο το νησί και τη βόρεια Ιταλία. Ο πληθυσμός της πόλης αυξήθηκε ταχύτατα από 5.000 - 6.000 κατοίκους τη δεκαετία του 1850 σε 20.000 κατοίκους στις αρχές του 20ου αιώνα. Μετά από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όλα τα ορυχεία της Σαρδηνίας πέρασαν περίοδο κρίσης, τα ορυχεία της Ιγκλέσιας είχαν τις μεγαλύτερες επιπτώσεις.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. demo.istat.it?l=it.
  2. Λεξικό τοπωνυμίων, Garzanti srl, Μιλάνο, 1936, σ. 327
  3. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Ιουνίου 2019. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2019. 
  4. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Ιουνίου 2016. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2019. 
  5. La collezione Pistis-Corsi ed il patrimonio archeologico del Comune di Iglesias
  6. Casula 1994, σ. 291.
  7. Casula 1994, σ. 294.
  8. Casula 1994, σ. 294.
  9. Enrico Artifoni, Storia medievale, σ.471
  10. Tangheroni 1985, σσ. 226-227-228.
  11. Roberto Farinelli, Giovanna Santinucci, I codici minerari nell’Europa preindustriale: archeologia e storia σ.46
  12. https://www.academia.edu/5937867/Il_medioevo_di_Villa_di_Chiesa_appunti_di_storia_e_archeologia

Πηγές Επεξεργασία

  • Λεξικό τοπωνυμίων, Garzanti srl, Μιλάνο, 1936
  • Casula, Francesco Cesare (1994). La Storia di Sardegna. Sassari, it: Carlo Delfino Editore.
  • Tangheroni, Marco (1985). La città dell'argento: Iglesias dalle origini alla fine del Medioevo. Napoli: Liguori Editore.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία