Ιφιγένεια εν Αυλίδι (Γκλουκ)

Η Ιφιγένεια εν Αυλίδι (Γαλλικά: Iphigénie en Aulide) είναι όπερα σε τρεις πράξεις του Κρίστοφ Βίλιμπαλντ Γκλουκ. Το λιμπρέτο είναι του Le Bailly du Roullet[σημ. 1], βασισμένο στην τραγωδία Ιφιγένεια (1674) του Ρακίνα, με τη σειρά της βασισμένη στην Ιφιγένεια εν Αυλίδι του Ευριπίδη.[1] Έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στην Όπερα του Παρισιού στις 19 Απριλίου 1774 και αποτελεί το πρώτο από τα έξι έργα που ο Γερμανός μουσικός συνέθεσε ή επεξεργάστηκε εκ νέου για το κοινό της γαλλικής πρωτεύουσας.

Ιφιγένεια εν Αυλίδι

Αφίσα εποχής: Οι αξιωματικοί τραβούν με ενθουσιασμό τα ξίφη τους κατά την παράσταση της Ιφιγένειας εν Αυλίδι.
Πρωτότυπος τίτλος Iphigénie en Aulide
Γλώσσα πρωτοτύπου Γαλλικά
Μουσική Κρίστοφ Βίλιμπαλντ Γκλουκ
Λιμπρέτο Le Bailly du Roullet
Λογοτεχνική πηγή Η θυσία της Ιφιγένειας
Πράξεις 3
Πρεμιέρα 19 Απριλίου 1774
Θέατρο Όπερα του Παρισιού, Παρίσι
Ρόλοι

Αγαμέμνονας, Κλυταιμνήστρα, Ιφιγένεια, Αχιλλέας, Κάλχας

Ιστορικό σύνθεσης

Επεξεργασία

Καθώς το άστρο του Γκλουκ στη Βιέννη βρισκόταν στη δύση του στις αρχές της δεκαετίας του 1770, η νέα του φιλία με τον επίδοξο λιμπρετίστα και ακόλουθο στη γαλλική πρεσβεία, γνωστό ως Le Bailly du Roullet, και κυρίως το γεγονός ότι η αγαπημένη πρώην μαθήτριά του στη μουσική, Μαρία Αντουανέτα,[2] το 1770, παντρεύτηκε τον δελφίνο της Γαλλίας, τον οδήγησαν να σκεφτεί, στο κατώφλι των εξήντα ετών, να αναζητήσει την τύχη του στο Παρίσι.

Μέσα σε λίγους μήνες, ο Γκλουκ όχι μόνο δούλευε, χωρίς να έχει εξασφαλίσει κανένα συμβόλαιο,[3] σε μια νέα όπερα με λιμπρέτο του du Roullet, l'Iphigénie en Aulide, με θέμα ριζωμένο στη γαλλική θεατρική παράδοση και εμπνευσμένο από μια τραγωδία του Ρακίνα. αλλά είχε ανοίξει και αλληλογραφία με το λογοτεχνικό περιοδικό «Mercure de France» με σκοπό να προετοιμάσει το έδαφος στη δύσκολη πιάτσα του Παρισιού. Στο μεταξύ ο Le Bailly du Roullet, με την υποστήριξη της Αντουανέτας, άσκησε σθεναρή πίεση στη διοίκηση της Académie Royale de Musique, έως ότου κατάφερε το πολυπόθητο συμβόλαιο για τον Γκλουκ.

Το 1773 ο Γκλουκ έφυγε για το Παρίσι, με την παρτιτούρα της Ιφιγένειας έτοιμη και, όπως είχε προβλέψει ρητά ο ίδιος την παραμονή της αναχώρησής του για το Παρίσι[σημ. 2] συγκρούστηκε αμέσως με ολόκληρο το άκαμπτο περιβάλλον της Όπερας, απρόθυμο να δεχτεί τις απότομες μεθόδους εργασίας του και το νέο του καλλιτεχνικό και μουσικό στυλ. Οι πρόβες της Ιφιγένειας διήρκεσαν ένα ολόκληρο εξάμηνο και μόνο οι επαναλαμβανόμενες απειλές του πως θα σηκωθεί να φύγει και κυρίως η υποστήριξη της Αυλής, του επέτρεψαν να επικρατήσει στο τέλος. Στη Sophie Arnould, που για τον ρόλο της Ιφιγένειας απαιτούσε μεγάλες άριες αντί για συνεχόμενα ρετσιτάτιβο, απάντησε: "Για να τραγουδήσεις μεγάλες άριες, πρέπει πρώτα να ξέρεις να τραγουδάς". Μάλωσε με τον χορευτή Γκαετάν Βεστρίς που ήθελε η όπερα να τελειώσει με ένα μπαλέτο, όπως συνηθιζόταν. "Μια σακόν!"[σημ. 3] φώναξε ο Γκλουκ. "Θέλουμε να αναπαραστήσουμε τους Έλληνες· μπας και είχαν οι Έλληνες σακόν;" Ο Βεστρίς, έκπληκτος που έμαθε ότι δεν είχαν, απάντησε με χιούμορ: "Τόσο το χειρότερο γι’ αυτούς". Όσο για τη χορωδία, ο Μπερλιόζ θα θυμόταν ενενήντα χρόνια αργότερα, "τα μέλη της δεν έδιναν καμία υποκριτική ερμηνεία. Καρφωμένα δεξιά και αριστερά της σκηνής, σαν σωλήνες εκκλησιαστικού οργάνου, επαναλάμβαναν το μάθημά τους με απάθεια. [Ο Γκλουκ] ήταν αυτός που προσπάθησε να τους αναζωογονήσει, δείχνοντάς τους κάθε χειρονομία και κάθε κίνηση".

Παραστάσεις και απήχηση

Επεξεργασία

Η Ιφιγένεια ανέβηκε τελικά στις 19 Απριλίου 1774, με αρχικά πολύ μέτρια επιτυχία και δόθηκαν μόνο τρεις ακόμα παραστάσεις, στις 22, 24 και 29 Απριλίου, επειδή τα γαλλικά θέατρα παρέμειναν κλειστά για ενάμιση μήνα, λόγω της ασθένειας και, εν συνεχεία, του θανάτου του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΕ΄. Όταν η Όπερα ξανάνοιξε είχε στο πρόγραμμά της άλλες παραστάσεις και έτσι η Ιφιγένεια μπόρεσε να επιστρέψει στη σκηνή μόνο στις 10 Ιανουαρίου 1775. Ωστόσο, συνέχισε να επαναλαμβάνεται ετησίως στις περιόδους 1776/1780, 1782/1793, 1796/1824, έτσι ώστε, στο διάστημα αυτό των πενήντα ετών, δόθηκαν συνολικά περισσότερες από τετρακόσιες παραστάσεις, με αποτέλεσμα να γίνει η όπερα του Γκλουκ με τις περισσότερες παραστάσεις. στη γαλλική πρωτεύουσα. Για την αναβίωση της το 1775, ο Γκλουκ ξαναδούλεψε την Ιφιγένεια, εισάγοντας στο τέλος της όπερας το χαρακτήρα της Αρτέμιδας (σοπράνο) ως deus ex machina, και τροποποιώντας και επεκτείνοντας τα ντιβερτισμάν. Έτσι, με μια ευρεία έννοια, μπορεί να ειπωθεί ότι υπάρχουν δύο εκδοχές του έργου, αλλά οι διαφορές δεν είναι σε καμία περίπτωση ιδιαίτερα μεγάλες και σημαντικές.

Στην πρεμιέρα του έργου, στο αποκορύφωμα των γαμήλιων εορτασμών στη Β' Πράξη υπάρχει το ηρωικό σόλο του Αχιλλέα με το θεσσαλικό χορό Τραγουδήστε, υμνήστε τη βασίλισσα σας! (Chantez, célébrez votre reine). Ο Joseph Legros, ο οποίος έπαιζε τον Αχιλλέα, ερμήνευσε αυτή την άρια απευθυνόμενος στο βασιλικό θεωρείο δηλαδή προς τη Μαρία Αντουανέτα και το παθιασμένο κοινό τον ανάγκασε να επαναλάβει την άρια. Αυτή η άρια έκανε τους αξιωματικούς να πηδήξουν από τις θέσεις τους και να τραβήξουν τα ξίφη τους από τον ενθουσιασμό τους. Το 1790, αυτή η άρια όμως προκάλεσε σύγκρουση μεταξύ των βασιλικών και των αντιπάλων τους και μετά την εκτέλεση της βασίλισσας το 1793, οι λέξεις «βασιλιάς», «βασίλισσα», «θρόνος» διαγράφηκαν από ολόκληρο το κείμενο της όπερας και επανήλθαν μετά το 1800. Το τελευταίο χορωδιακό του έργου, Φεύγουμε, πετάμε προς τη νίκη! (Partons, volons à la victoire!), κέρδισε μεγάλη δημοτικότητα: κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης τραγουδήθηκε στους δρόμους ως επαναστατικό τραγούδι μαζί με Μασσαλιώτιδα.

Όπως και τα έργα που είχε παρουσιάσει ο Γκλουκ νωρίτερα στη Βιέννη, Ορφέας και Ευριδίκη (1762), Άλκηστις (1767), και Πάρις και Ελένη (1770), έτσι και η Ιφιγένεια απομακρύνεται από τον κόσμο της όπερα σέρια του μπαρόκ, στον οποίο κυριαρχούσαν οι εκτενείς αυτόνομες άριες και η διανθισμένη μουσική, που αποτελούσε αφορμή για την προβολή των ικανοτήτων διάσημων ερμηνευτών. Η πρόταση της μεταρρύθμισης του Γκλουκ ήταν η επαναφορά της μουσικής στο πραγματικό της καθήκον, δηλαδή στο να υπηρετεί την ποίηση μέσω της έκφρασής της και να παρακολουθεί την εξέλιξη της πλοκής, χωρίς να διακόπτει τη δράση. Στο νέο, δραματικό ύφος που εισήγαγε ο Γκλουκ, το κείμενο και η εκφορά του αποκτούν κυρίαρχη σημασία.[3]

Μετά τη δεκαετία του 1830, η Ιφιγένεια έπαψε να ανεβαίνει τόσο συχνά, οι προτιμήσεις του κοινού είχαν στραφεί σε άλλες δυο όπερες του Γκλουκ, τις Ορφέας και Ευριδίκη, (1762) και Ιφιγένεια εν Ταύροις, (1779). Και τα τρία έργα πάντως κίνησαν το ενδιαφέρον των συνθετών του δέκατου ένατου αιώνα με αποτέλεσμα τη γέννηση ενημερωμένων εκδόσεων τους. Με την Ιφιγένεια εν Αυλίδι καταπιάστηκε ο Ρίχαρντ Βάγκνερ το 1847, ο οποίος παρουσίασε μια αναθεώρηση της όπερας του Γκλουκ με τίτλο Iphigenia in Aulis στην Όπερα της Δρέσδης. Εκτός από τη μετάφραση της στα γερμανικά, ο Βάγκνερ επιμελήθηκε μια νέα ενορχήστρωση της όπερας, εισήγαγε πολυάριθμα κομμάτια και πρόσθεσε ρετσιτάτιβο και άλλη δική του πρωτότυπη μουσική.[4] Άλλαξε επίσης την τρίτη πράξη και της έδωσε νέο τέλος (με την Άρτεμη να διατάζει την Ιφιγένεια να μεταφερθεί στην Ταυρίδα ως αρχιέρειά της), δημιουργώντας έτσι μια σύνδεση μεταξύ των δυο έργων Ιφιγένεια εν Αυλίδι και Ιφιγένεια εν Ταύροις, κάτι που δεν υπήρχε στις προθέσεις του Γκλουκ. Η Βαγκνερική εκδοχή είχε σημαντική επιτυχία στα γερμανικά θέατρα, όπου συνήθως παιζόταν στη θέση της αρχικής γαλλικής έκδοσης μέχρι τα τελευταία χρόνια.

Χαρακτήρες και ερμηνευτές

Επεξεργασία
Χαρακτήρας Είδος φωνής Ερμηνευτές παγκόσμιας πρεμιέρας,

19 Απριλίου 1774
Διευθυντής ορχήστρας: Louis Joseph Francœur
(Χορογράφος: Gaëtan Vestris)

Αγαμέμνονας Βαθύφωνος Henri Larrivée
Κλυταιμνήστρα Σοπράνο Françoise-Claude-Marie-Rosalie Campagne Duplant
Ιφιγένεια Σοπράνο Sophie Arnould
Αχιλλέας Τενόρος Joseph Legros
Πάτροκλος Βαθύφωνος Durand
Κάλχας Βαθύφωνος Nicolas Gélin
Αρκάς Βαθύφωνος Beauvalet
Ελληνίδες Σοπράνο Marie-Françoise de Beaumont d'Avantois και Rosalie Levasseur
Μια σκλάβα από τη Λέσβο Σοπράνο M.lle Chateauneuf
Χορωδία: Στρατιώτες και λαός, Θεσσαλοί πολεμιστές, Γυναίκες από το Άργος, Γυναίκες από την Αυλίδα, Σκλάβες από τη Λέσβο, Ιέρειες της Αρτέμιδος
Μπαλέτο
Χορεύτριες: Marie-Madeleine Guimard, Marie Allard, Anne Heinel, Peslin
Χορευτές: Gaëtan Vestris, Maximilien Gardel

Η σκηνή διαδραματίζεται στην Αυλίδα, ένα λιμάνι της Βοιωτίας, όπου είναι συγκεντρωμένοι οι βασιλιάδες και οι στρατοί όλης της Ελλάδας, περιμένοντας να πλεύσουν για την Τροία. Η απόλυτη άπνοια εμποδίζει τον απόπλου των πλοίων και ο μάντης Κάλχας φανερώνει στον αρχιστράτηγο Αγαμέμνονα, την αιτία: η θεά Άρτεμις είναι οργισμένη μαζί του γιατί την πρόσβαλε και μόνο η θυσία της κόρης του, της Ιφιγένειας θα μπορέσει να εξευμενίσει τη θεότητα. Ο Αγαμέμνονας μετά από πολύ πίεση δίνει τη συγκατάθεσή του για τη θυσία και καλεί την κόρη του στην Αυλίδα με το πρόσχημα πως θα την παντρέψει με τον Αχιλλέα.

Το έργο ξεκινά με την αγωνία και τις βασανιστικές αμφιβολίες του βασιλιά Αγαμέμνονα: θέλει να αποφύγει τη θυσία της κόρης του, γι' αυτό και επινοεί ότι ο Αχιλλέας δεν την αγαπά πια και θέλει να την εμποδίσει να φτάσει στην Αυλίδα. Ωστόσο, ενώ σκοπεύει να πείσει γι’ αυτό τον Κάλχα, τραγούδια χαράς αναγγέλλουν την άφιξη στο στρατόπεδο της κοπέλας και της μητέρας της Κλυταιμνήστρας. Το τέχνασμα του βασιλιά δεν πέτυχε επειδή το δεξί του χέρι, ο Αρκάς, δεν μπόρεσε να προλάβει εγκαίρως τις δύο γυναίκες. Το χαρούμενο καλωσόρισμα προς αυτές είναι η ευκαιρία για το πρώτο ντιβερτισμάν αλά γαλλικά, με χορούς και τραγούδια, το οποίο όμως ο Γκλουκ μείωσε σε διάρκεια στη δεύτερη έκδοση του 1775, μεταφέροντας στο φινάλε της όπερας, την υπέροχη Πασσακάλια που είχε γραφτεί γι’ αυτό το σημείο. Τους πανηγυρισμούς διακόπτει η αγανακτισμένη Κλυταιμνήστρα που, έχοντας μάθει την αθέτηση του λόγου του Αχιλλέα, προτρέπει την κόρη της να ετοιμαστεί να ξαναφύγει. Μένοντας μόνη η Ιφιγένεια, δίνει διέξοδο στον πόνο της μέχρι που εμφανίζεται ο ίδιος ο Αχιλλέας, αποκαλύπτοντας πως δεν γνώριζε καν για την επικείμενη άφιξή της και αρνείται αποφασιστικά κάθε αθέτηση εκ μέρους του. Η πράξη καταλήγει με μια τρυφερή σκηνή συμφιλίωσης, στην οποία οι δύο αρραβωνιασμένοι κάνουν έκκληση στη θεότητα του γάμου να τους ενώσει την ίδια μέρα.

Η Ιφιγένεια και η συνοδεία της συλλογίζονται τη δύσκολη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η κοπέλα, παγιδευμένη ανάμεσα στην υπερηφάνεια του πατέρα της και το θυμό του αγαπημένου της, όταν η Κλυταιμνήστρα ανακοινώνει ότι ο Αγαμέμνονας επιτέλους πείστηκε και ότι οι προετοιμασίες για τη γαμήλια τελετή βρίσκονται σε εξέλιξη. Ο Αχιλλέας εμφανίζεται με το φίλο του τον Πάτροκλο και τη συνοδεία του. Η χαρά όλων οδηγεί στο δεύτερο ντιβερτισμάν του έργου, πολύ μεγαλύτερο στην έκδοση του 1775, κατά την οποία υμνείται η αξία του γαμπρού, ενώ η νύφη δίνει ελευθερία στις σκλάβες από τη Λέσβο, που έφερε μαζί του ο Αχιλλέας. Ωστόσο, η ατμόσφαιρα αλλάζει ριζικά με τον ερχομό του Αρκά, ο οποίος, μη μπορώντας να συγκρατήσει τα συναισθήματά του, αποκαλύπτει ότι ο Αγαμέμνονας περιμένει την κόρη του στο βωμό όχι για να γιορτάσει τον γάμο της, αλλά για να τη θυσιάσει. Τα λόγια του στρατιώτη, που ειπώθηκαν χωρίς τη συνοδεία μουσικής, ώστε να ακούγονται καθαρά, προκαλούν εκφράσεις φρίκης από τους παρευρισκόμενους και το χορό. Η Κλυταιμνήστρα, μέσ’ την οργή και την απελπισία της, ικετεύει τον Αχιλλέα να σώσει την κόρη της, αυτός υπόσχεται στη νεαρή κοπέλα να την προστατεύσει χωρίς ωστόσο να κάνει ταυτόχρονα και κανένα κακό στον πατέρα της. Μετά από ένα θυελλώδες ντουέτο μεταξύ των δύο ηρώων, στο οποίο ο Αχιλλέας λέει στον μελλοντικό πεθερό του ότι θα πρέπει να περάσει πάνω από το πτώμα του για να θανατώσει την Ιφιγένεια, ο Αγαμέμνονας μετανιώνει και δίνει εντολή στον Αρκά να οδηγήσει τις δύο γυναίκες πίσω στις Μυκήνες. Η πράξη τελειώνει πρώτα με το συγκινητικό ξέσπασμα της αγάπης του βασιλιά για την κόρη του, και μετά με την τρομερή έκκλησή του προς τη θεά να αφαιρέσει τη δική του ζωή και όχι αυτή της αθώας Ιφιγένειας.

Η πράξη ξεκινά με το χορό των Ελλήνων που προτρέπουν τον Αγαμέμνονα να θυσιάσει την κόρη του, φοβούμενοι ότι δεν θα μπορέσουν αλλιώς να ξεκινήσουν για την Τροία. Η Ιφιγένεια, που αρνήθηκε να ακολουθήσει τον Αρκά, έχει πλέον παραδοθεί στη μοίρα της και χαιρετάει τρυφερά πρώτα το μνηστήρα της, ο οποίος όμως αρνείται να υποχωρήσει στη μοίρα και μετά την τρεμάμενη μητέρα της. Η Κλυταιμνήστρα, μένοντας μόνη της, γίνεται η πρωταγωνίστρια μιας σκηνής τρέλας κατά την οποία βλέπει σαν σε όραμα την επικείμενη θυσία και ξεσπά σε μια παθιασμένη έκκληση προς τον πατέρα της Δία να καταστρέψει το ελληνικό στρατόπεδο με κεραυνούς. Η σκηνή τελειώνει με τα αγωνιώδη λόγια της να υψώνονται πάνω από τα άσματα του χορού που συνοδεύει την Ιφιγένεια στη θυσία. Στην παραλία, η Ιφιγένεια είναι γονατισμένη στο βωμό ενώ οι Έλληνες τραγουδούν ύμνους στους θεούς και ο Κάλχας έχει ήδη σηκώσει το μαχαίρι της θυσίας, όταν ο Αχιλλέας χυμά στη σκηνή με τους Θεσσαλούς πολεμιστές του αποφασισμένος να αποτρέψει την τελετή.

Το έργο τελειώνει με την πιο σημαντική διαφοροποίηση του λιμπρετίστα και του συνθέτη από τον μύθο: η φωνή του Κάλχα υψώνεται πάνω από τη γενική αναταραχή και, εντελώς απροσδόκητα, ανακοινώνει ότι η Άρτεμις παραιτήθηκε από τη θυσία της Ιφιγένειας και έδωσε την συγκατάθεσή της για το γάμο. Στην εκδοχή του 1775, ο Γκλουκ διέγραψε την ασυνέπεια της συμπεριφοράς του Κάλχα, βάζοντας απευθείας την Αρτέμιδα να εμφανίζεται στη σκηνή και να ανακοινώνει την ευνοϊκή απόφασή της τόσο για την τέλεση του γάμου, όσο και για την αναχώρηση των Ελλήνων για την Τροία. Έπειτα από ένα χαρούμενο κουαρτέτο μεταξύ του ζευγαριού και των δυο γονιών, η έκδοση του 1774 ολοκληρωνόταν με ένα μεγάλο ντιβερτισμάν, που συμπεριλάμβανε την άρια μιας Ελληνίδας, μια σακόν που διακόπταν οι πολεμικές προτροπές του Κάλχα και ένα σκοτεινό χορωδιακό πολεμικό κομμάτι των Ελλήνων. Η έκδοση του 1775 τέλειωνε με ένα ακόμα μεγαλύτερο ντιβερτισμάν στο οποία μεταφέρθηκε η υπέροχη πασακάλια, που στην έκδοση του 1774 ήταν μέρος του ντιβερτισμάν της πρώτης πράξης.[5]

Αξιοσημείωτα κομμάτια

Επεξεργασία

Α' Πράξη

  • Diane impitoyable … Brillant auteur de la lumière, Αγαμέμνονας
  • D'une sainte terreur, Κάλχας

Β' Πράξη

  • C'est mon père, Seigneur, Ιφιγένεια, Αχιλλέας, Κλυταιμνήστρα
  • Par un père cruel, Κλυταιμνήστρα
  • Tu décides son sort, Αγαμέμνων

Γ' Πράξη

  • Adieu, conservez dans votre âme, Ιφιγένεια
  • Jupiter, lance la foudre, Κλυταιμνήστρα [6]

Ορχήστρα

Επεξεργασία

Η ορχηστρική σύνθεση της όπερας περιλαμβάνει τα ακόλουθα όργανα:

Σημειώσεις

Επεξεργασία
  1. Πλήρες όνομα: François-Louis Gand Le Bland Du Roullet (1716 – 1786), Γάλλος διπλωμάτης και λιμπρετίστας
  2. "Θα υπάρξει έντονη αντιπαράθεση, γιατί έρχεται σε αντίθεση με κάποιες εθνικές προκαταλήψεις έναντι των οποίων η λογική είναι ανίσχυρη"
  3. σπανιόλικος χορός του 16ου αιώνα

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. «C. W. Gluck: Ιφιγένεια εν Αυλίδι». skai.gr. 28 Φεβρουαρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 29 Ιουλίου 2024. 
  2. Μαρία Θερμού (8 Δεκεμβρίου 2022). «Η κιθάρα μιας βασίλισσας και το σπαθί ενός αριστοκράτη». mononews.gr. Ανακτήθηκε στις 16 Ιουλίου 2024. 
  3. 3,0 3,1 «Ιφιγένεια εν Αυλίδι & Ιφιγένεια εν Ταύροις». Εθνική Λυρική Σκηνή. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουλίου 2024. 
  4. Harold Rosenthal, John Warrack (1991). «Ifigenia in Aulide». Dizionario Enciclopedico dell'opera lirica, Edizione italiana. Φλωρεντία: Le Lettere. σελ. 401. ISBN 8871660382. 
  5. «Libretto: Iphigénie en Aulide». Opera guide. Ανακτήθηκε στις 22 Ιουλίου 2024. 
  6. «Highlights: Iphigénie en Aulide». Opera guide. Ανακτήθηκε στις 22 Ιουλίου 2024. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία