Το Νεροχελίδονο είναι παρυδάτιο πτηνό της οικογενείας των Γλαρεολιδών, που απαντά και στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Glareola pratincola και περιλαμβάνει τέσσερα υποείδη, ένα ευρασιατικό και τρία αφρικανικά.[3]. Στην Ελλάδα απαντά το ευρασιατικό υποείδος Glareola pratincola pratincola.[3]

Νεροχελίδονο
Ενήλικο νεροχελίδονο
Ενήλικο νεροχελίδονο
Κατάσταση διατήρησης

Ελαχίστης Ανησυχίας (IUCN 3.1) [1]
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Πτηνά (Aves)
Τάξη: Χαραδριόμορφα (Charadriiformes)
Οικογένεια: Γλαρεολίδες (Glareolidae)
Υποοικογένεια: Γλαρεολίνες (Glareolinae) [2]
Γένος: Θαλασσοχελιδών [i] (Glareola) (Brisson, 1760)
Είδος: G. pratincola
Διώνυμο
Glareola pratincola (Νεροχελίδονο)
Linnaeus, 1766
Υποείδη

Glareola pratincola erlangeri
Glareola pratincola fuelleborni [ii]
Glareola pratincola pratincola [iii]
Glareola pratincola riparia

Glareola pratincola

Ονοματολογία

Επεξεργασία

Η επιστημονική ονομασία του γένους είναι υποκοριστικό της λατινικής λέξης glarea που σημαίνει «μικρός λίθος, βότσαλο, χαλίκι», παραπέμποντας πιθανότατα στα χαρακτηριστικά ενός από τα ενδιαιτήματα του πτηνού.[4]

Η επιστημονική ονομασία του είδους pratincola, είναι επίσης υποκοριστικό της λατινικής λέξης pratus και σημαίνει «λειμώνας, λιβάδι», με σαφή αναφορά στα ηπειρωτικά (terrestrial) ενδιαιτήματα του πτηνού.[5]

Η αγγλική του ονομασία Collared Pratincole, συσχετίζεται με τη χαρακτηριστική κυκλοειδή ταινία στο λαιμό του πτηνού, που έχει μορφή «κολλάρου».

Η ελληνική του ονομασία παραπέμπει σε έναν από τους κυριοτέρους οικοτόπους του είδους.

Γεωγραφική κατανομή

Επεξεργασία

Το νεροχελίδονο είναι ένα είδος με περιορισμένη εξάπλωση στον Παλαιό Κόσμο και, είναι μεταναστευτικό προς τις βόρειες περιοχές της επικρατείας του, ενώ ενδημεί μόνο σε ελάχιστες περιοχές της Αφρικής. Κατ’ουσίαν δεν υπάρχουν διαχειμάζοντες ευρωπαϊκοί πληθυσμοί, παρά μόνον καλοκαιρινοί αναπαραγόμενοι και διαβατικοί κατά τις μεταναστεύσεις.

Περιοχές αναπαραγωγής

Επεξεργασία

Οι περιοχές στις οποίες το Νεροχελίδονο ζει μόνιμα και αναπαράγεται (επιδημητικό), βρίσκονται όλες στην αφρικανική ήπειρο, στην υποσαχάρια Αφρική οι περισσότερες και, με κάποιους μεμονωμένους θύλακες στη Νότια Αφρική και στη Μοζαμβίκη. Η επικράτεια εκτείνεται από τον Ατλαντικό μέχρι την Ερυθρά Θάλασσα και τον Ινδικό, ενώ προς βορράν φθάνει μέχρι το Μάλι, το Τσαντ και την Ερυθραία, αλλά σε όχι συνεχόμενες περιοχές.

Αντίθετα, οι καλοκαιρινές περιοχές αναπαραγωγής του, εκτείνονται και στις τρεις ηπείρους. Στην Ευρώπη περιλαμβάνονται διάσπαρτοι θύλακες από την Ιβηρική στα δυτικά, μέχρι την Ελλάδα στα ανατολικά και, από την Ουγγαρία και Ουκρανία στα βόρεια, μέχρι τη Σικελία στα νότια. Στην Ασία περιλαμβάνονται πιο «συμπαγείς» θύλακες από την Τουρκία και τη Μαύρη Θάλασσα στα δυτικά, μέχρι τη ΒΔ Κίνα και τη ΒΔ Ινδία στα ανατολικά και, από το Καζακστάν στα βόρεια, μέχρι τις ακτές του Πακιστάν στο νότο. Στην Αφρική -πέρα από τις μόνιμες περιοχές- οι εκεί πληθυσμοί μετακινούνται βόρεια προς τις μεσογειακές ακτές ή νότια προς το Κονγκό[χρειάζεται αποσαφήνιση], την Ανγκόλα και τη Μποτσουάνα, ανάλογα με το υποείδος.[6]

Περιοχές διαχείμασης

Επεξεργασία

Η διαχείμαση όλων των υποειδών του νεροχελίδονου, γίνεται στην Αφρική, είτε μέσω των επιδημητικών πληθυσμών, είτε μέσω τοπικών μετακινήσεων, βόρεια ή νότια των περιοχών αναπαραγωγής.

Μεταναστευτικές οδοί

Επεξεργασία

Όπως προαναφέρθηκε, οι βόρειοι πληθυσμοί του νεροχελίδονου είναι πλήρως μεταναστευτικοί (Hayman et al. 1986, del Hoyo et al. 1996) και, οι περισσότεροι αφρικανικοί πληθυσμοί είναι μερικώς μεταναστευτικοί (νομάδες) (del Hoyo et al. 1996).

Τυχαίοι, περιπλανώμενοι επισκέπτες έχουν αναφερθεί μεταξύ άλλων από το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Φινλανδία, τις Σεϋχέλλες, τη Βραζιλία, και τα Μπαρμπάντος.[1]

Στην Ελλάδα, το νεροχελίδονο έρχεται τα καλοκαίρια για να φωλιάσει στην ηπειρωτική χώρα, αλλά απαντά διάσπαρτα σε όλη την επικράτεια κατά τις μεταναστεύσεις.[7]

Βιότοπος

Επεξεργασία
 
Ενήλικο νεροχελίδονο εν πτήσει (ραχιαία όψη)
 
Glareola pratincola pratincola

Το είδος αναπαράγεται σε επίπεδους ανοιχτούς χώρους (del Hoyo et al. 1996), με χαμηλή ή διάσπαρτη βλάστηση (Hayman et al. 1986), όπως είναι οι αγροί, οι στεπώδεις παρυδάτιες εκτάσεις (del Hoyo et al. 1996), οι παρυφές αλκαλικών λιμνών και οι αποξηραμένοι λασπότοποι (Hayman et al. 1986) στην Ευρασία (del Hoyo et al. 1996).

Στην Αφρική συχνάζει σε οργωμένα χωράφια (Hayman et al. 1986), πρόσφατα καμένα ανοικτά εδάφη , υπερβοσκημένους λειμώνες, αλκαλικές εκτάσεις και αλίπεδα (del Hoyo et al. 1996), συνήθως κατά μήκος των μεγαλύτερων ποταμών και των εκβολών (del Hoyo et al. 1996). Μπορεί, επίσης, να αναζητά τροφή κοντά στο νερό, σε ορυζώνες ή σε παράκτιες περιοχές με χαμηλή βλάστηση (del Hoyo et al. 1996), ή κατά μήκος των ακτών, σε δεξαμενές ή οάσεις της ερήμου κατά τη μετανάστευση (Hayman et al. 1986).

Στην Ελλάδα ανευρίσκεται σε πεδινές και στεπώδεις περιοχές, γύρω από λιμνοθάλασσες, λίμνες και τενάγη.[7]

Μορφολογία

Επεξεργασία

Το νεροχελίδονο είναι ένα μετρίου μεγέθους χαραδριόμορφο πτηνό, εύκολα αναγνωρίσιμο από το χαρακτηριστικό του πτέρωμα, που έχει όμορφους παλ χρωματικούς συνδυασμούς. Η σιλουέτα του, όταν πετάει, θυμίζει έντονα μεγάλο χελιδόνι ή γλαρόνι με τη διχαλωτή ουρά και τις οξύληκτες πτέρυγες.[8].

Η άνω επιφάνεια του σώματος είναι ελαιοκαστανή, ενώ η κάτω ανοικτοκαστανή με την κοιλιά λευκόχρωμη.[7] Ο λαιμός και το στήθος είναι από τα διακριτά στοιχεία του, με χρώμα κρεμ-κιτρινωπό και μία χαρακτηριστική, σχεδόν κυκλική ταινία να δημιουργεί ένα πλαίσιο (border) με μαύρες παρυφές, εν είδει κολάρου, που δεν συναντάται σε άλλους χαραδριούς. Τα πηδαλιώδη φτερά της -έντονα διχαλωτής- ουράς είναι μαύρα και οι κοντοί ταρσοί γκρίζοι.

Το ράμφος είναι μαύρο με κόκκινη βάση,[9] η ίριδα είναι κατάμαυρη, ενώ διακρίνεται ένα χαρακτηριστικό λευκό ημικύκλιο στη βάση του οφθαλμού.

 
Ενήλικo νεροχελίδονο

Κατά την πτήση, διακρίνονται οι χαρακτηριστικές οξύληκτες, δρεπανοειδείς πτέρυγες, με ξανθοκόκκινα και πυρόχρωμα καλυπτήρια στο κάτω μέρος τους (Όντρια) που, όμως, από μακρινή απόσταση δείχνουν μαύρες (Bruun). Τα δευτερεύοντα ερετικά φτερά, είναι κρεμ στο άκρο τους και, δίνουν στις πτέρυγες μία χαρακτηριστική λεπτή, ανοιχτόχρωμη λωρίδα που είναι διακριτή μόνον από μικρή απόσταση, ένα στοιχείο που διαφοροποιεί το νεροχελίδονο από το συγγενικό μαυροχελίδονο. [8]

Διακρίνεται από την όρθια στάση στο έδαφος, αλλά μπορεί και τρέχει γρήγορα, οπότε διακρίνονται οι κοντοί ταρσοί του. Μπορεί να εμφανίζει και ενδιάμεσες χρωματικές μορφές.[8]

Τα νεαρά άτομα έχουν μαύρες ραβδώσεις στο μποστινό τμήμα του λαιμού και, πλατύτερο αλλά όχι καλά διαμορφοποιημένο κολάρο.[9]

Βιομετρικά στοιχεία

Επεξεργασία
  • Μήκος σώματος: (22-)23 έως 25(-26) εκατοστά.
  • Άνοιγμα πτερύγων: (55-)60 έως 63(-65) εκατοστά.
  • Βάρος: 60-95 γραμμάρια.

Το νεροχελίδονο τρέφεται με αποκλειστικά ζωική τροφή, που αποτελείται κυρίως από μεγάλα έντομα (Ορθόπτερα, Κολεόπτερα, Δίπτερα και Ισόπτερα), αράχνες και μαλάκια (del Hoyo et al. 1996). Αναζητά τη λεία του, την ημέρα αλλά μπορεί να είναι και ελαφρά νυκτόβιο (crepuscular).[9] Στις δροσερότερες ώρες της ημέρας (το βράδυ και τις πρωινές ώρες) κυνηγάει όπως τα χελιδόνια, συλλαμβάνοντας τη λεία του (έντομα, νυχτοπεταλούδες) εν πτήσει. Στο έδαφος, καταδιώκει τρέχοντας τα υπόλοιπα θηράματα που απαρτίζουν τη διατροφή του, συνήθως σε μαλακό υπόστρωμα.

Αναπαραγωγή

Επεξεργασία

Το είδος αναπαράγεται από τα τέλη Απριλίου έως τις αρχές Μαΐου στα νοτιοδυτικά της επικράτειάς του και, τον Ιούνιο στα νοτιοανατολικά. Το φώλιασμα γίνεται σε μικρές ομάδες των 10-20 ή έως 100 ζευγαριών (del Hoyo et al. 1996), ενώ είναι, επίσης, ιδιαίτερα αγελαίο όλο το χρόνο.

Η φωλιά κατασκευάζεται σε ανοικτές περιοχές, απ’ευθείας πάνω σε ξηρό, λασπώδες ή αμμώδες έδαφος (del Hoyo et al. 1996) και, συνήθως βρίσκεται σε περιοχές απ’όπου έχουν περάσει κοπάδια βοοειδών. Δεν είναι σπάνιο, η φωλιά να είναι έναι βαθούλωμα που έχει δημιουργηθεί από τις οπλές των μεγάλων ζώων, ενώ μπορεί να κατασκευαστεί ακόμη και πάνω στα κόπρανά τους.[10]

Η γέννα πραγματοποιείται εφάπαξ και αποτελείται από 3, κάποιες φορές 2, σπανίως 4 αβγά. Η επώαση πραγματοποιείται και από τους δύο γονείς και διαρκεί 17-18(-19) ημέρες.[11][12].

 
Ενήλικο Νεροχελίδονο

Μετά την εκκόλαψη, και οι δύο γονείς φροντίζουν για την ανατροφή των νεοσσών. Οι νεοσσοί είναι φωλεόφυγοι, εγκαταλείπουν δηλαδή τη φωλιά πολύ γρήγορα, ακολουθούν τους γονείς τους που τους τρέφουν, ενώ μετά από 8-10 ημέρες τρέφονται μόνοι τους. Είναι ικανοί να πετάξουν μετά από (22-)25-30 ημέρες, αλλά δεν είναι πλήρως ανεπτυγμένοι μέχρι τις 4 εβδομάδες, περίπου [11][13].

Στην Ελλάδα, το νεροχελίδονο έρχεται και αναπαράγεται τους καλοκαιρινούς μήνες, κυρίως στη βόρεια χώρα (Μακεδονία, Θράκη). Φωλιάζει σε χαλαρές αποικίες και, σε οικοτόπους παρόμοιους με την Πετροτριλίδα, αλλά πάντοτε κοντά σε παρυφές υγροτόπων, σε νησίδες λιμνοθαλασσών, με ιδιαίτερη προτίμηση στις ανοικτές εκτάσεις με διάσπαρτη βλάστηση.[14]

Κατάσταση πληθυσμού

Επεξεργασία

Οι μεγαλύτεροι ευρασιατικοί πληθυσμοί απαντούν στην Ισπανία, την Τουρκία, την Πορτογαλία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Ρωσία και την Ουγγαρία.[15]

Στην Ελλάδα, παλαιότερα φώλιαζε σε περισσότερες περιοχές (Αγουλινίτσα, Σπερχειός), ενώ σήμερα περιορίζεται σε υγροτόπους της βόρειας, κυρίως, χώρας.[14]

Η IUCN, έχει χαρακτηρίσει το είδος ως Ελαχίστης Ανησυχίας (LC), όμως με τάση καθοδική.[1]

Το είδος απειλείται από τη χρήση ζιζανιοκτόνων και εντομοκτόνων, καθώς και από τις αλλαγές στο ενδιαιτήματά του (π.χ. αλλαγές στα επίπεδα του νερού, όργωμα των λειμώνων, τεχνητή άρδευση και λίπανση, αλλαγές στις παραδοσιακές περιοχές βόσκησης, επέκταση των αστικών περιοχών και ανθρώπινη όχληση) (del Hoyo et al. 1996).

Στην Ελλάδα, όπως και η πετροτριλίδα, αντιμετωπίζει την απώλεια των αναπαραγωγικών του χώρων, αλλαγές στους οικοτόπους, υπερβόσκηση κλπ. Οι ελληνικοί πληθυσμοί εμφανίζουν καθοδική τάση, ενώ το κύριο μέτρο προστασίας είναι η διαφύλαξη των χώρων φωλιάσματος.[14]

Ειδικά για τον ελλαδικό χώρο, το νεροχελίδονο κατατάσσεται στην κατηγορία Τρωτά (Vulnerable, VU).[14]

Άλλες ονομασίες

Επεξεργασία

Στον ελλαδικό χώρο, το Νεροχελίδονο απαντάται και με τις ονομασίες Νεροχελιδόνι, Νεροχέλιδο, Νεροπέρδικα, Μαυρέτα (Ακαρνανία), Αγιοπούλι (Κυκλάδες), Θαλασσοπέρδικα (Αττική, Κυκλάδες),[16] Κοκκινονεροχελίδονο και Κοκκινοπτερονεροχελίδονο.[7]

Σημειώσεις

Επεξεργασία

i. ^ Σπάνια λόγια ονομασία κατά Harriet I. Jorgensen, Nomina Avium Europaearum. Copenhagen, 1958 [16]

ii. ^ Περιλαμβάνεται και το Glareola pratincola boweni [17]

iii. ^ Περιλαμβάνεται και το Glareola pratincola limbata [18]

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 BirdLife International (2012). Glareola pratincola στην Κόκκινη Λίστα Απειλούμενων Ειδών της IUCN. Έκδοση 2013.2. Διεθνής Ένωση Προστασίας της Φύσης (IUCN). Ανακτήθηκε 29 Μαρτίου 2014.
  2. Howard and Moore, p. 145
  3. 3,0 3,1 Howard and Moore, p. 146
  4. http://artflx.uchicago.edu/cgi-bin/philologic/getobject.pl?c.6:451.lewisandshort[νεκρός σύνδεσμος]
  5. http://www.archives.nd.edu/cgi-bin/wordz.pl?keyword=pratus
  6. BirdLife International and NatureServe (2012). «Glareola pratincola: Χάρτης γεωγραφικής κατανομής». IUCN. Ανακτήθηκε στις 29 Μαρτίου 2014. 
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 Όντρια, σ. 120
  8. 8,0 8,1 8,2 Bruun, p. 136
  9. 9,0 9,1 9,2 Heinzel et al, p. 134
  10. Harrison, p. 166
  11. 11,0 11,1 Harrison, p. 167
  12. Perrins, p. 112
  13. Perrins, p. 120
  14. 14,0 14,1 14,2 14,3 Κόκκινο Βιβλίο, σ. 227
  15. Bauer et al
  16. 16,0 16,1 Απαλοδήμος, σ. 45
  17. Howard and Moore, p. 146, note 2
  18. Howard and Moore, p. 146, note 1
  • Howard and Moore, Checklist of the Birds of the World, 2003.
  • Collin Harrison, Nests, Eggs and Nestlings Of British and European Birds, Collins, 1988.
  • Christopher Perrins, Birds of Britain and Europe, Collins 1987.
  • Bertel Bruun, Birds of Britain and Europe, Hamlyn 1980.
  • Hermann Heinzel, RSR Fitter & John Parslow, Birds of Britain and Europe with North Africa and Middle East, Collins, 1995
  • Πάπυρος Λαρούς-Μπριτάνικα, τόμος 45 , λήμμα «Νεροχελίδονο»
  • Ιωάννη Όντρια, Πανίδα της Ελλάδας, τόμος Πτηνά.
  • Ντίνου Απαλοδήμου, Λεξικό των ονομάτων των πουλιών της Ελλάδας, 1988.
  • «Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλουμένων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας, Αθήνα 1992»
  • Γεωργίου Δ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 2002
  • IUCN Red List: http://www.iucnredlist.org/
  • Hans-Günther Bauer, Einhard Bezzel und Wolfgang Fiedler (Hrsg): Das Kompendium der Vögel Mitteleuropas: Alles über Biologie, Gefährdung und Schutz. Band 1: Nonpasseriformes – Nichtsperlingsvögel, Aula-Verlag Wiebelsheim, Wiesbaden 2005, ISBN 3-89104-647-2
  • Hayman, P.; Marchant, J.; Prater, A. J. 1986. Shorebirds. Croom Helm, London.
  • del Hoyo, J.; Elliott, A.; Sargatal, J. 1996. Handbook of the Birds of the World, vol. 3: Hoatzin to Auks. Lynx Edicions, Barcelona, Spain.