Η Land Rover είναι μια εταιρία της βρετανικής αυτοκινητοβιομηχανίας Jaguar Land Rover, με έδρα σήμερα -και πάλι- το Κόβεντρι, (Coventry) η οποία μέχρι το 2016, κατασκεύασε ένα όχημα-εργαλείο για αγρότες, σε περισσότερες σειρές μετεξέλιξης. Οι σειρές παραγωγής του Land Rover I, (1948-58) Land Rover II, (1958–71) και Land Rover III, (1971–84) είναι οι 3 πρώτες ενός utility vehicle με επισυναπτόμενη τετρακίνηση, [1] σήμερα θα λέγαμε οff-road vehicle, που κατασκεύασε η εταιρεία Rover και οι διάδοχες εταιρείες της, έχοντας σαν υπόδειγμα το αμερικανικό Jeep. Το Land Rover DC100 που παρουσιάσθηκε το 2011 είναι ουσιαστικά ένα SUV, -sport utility vehicle, που θα ήθελε να "μετρά" σαν διάδοχο μοντέλο του.

Η Rover πρωτεστάτησε της δημιουργίας για ένα μοντέρνο ποδήλατο, το Rover safety bicycle, που παρουσιάστηκε το 1886 και βρίσκεται σήμερα στο British Motor Museum. Λίγο αργότερα, το 1902 κατασκευάσθηκε η πρώτη μοτοσικλέτα της Rover, η Imperial Rover Motor Cycle με 2,25 PS, και το 1904 ξεκίνησε η κατασκευή οχημάτων. Το Rover Eight, (1904-12) ένα διθέσιο όχημα με 8 PS και 530 kg βάρος, απέδειξε έμπρακτα την αξιοπιστία του διανύοντας το 1907 την διαδρομή από το Coventry στην Κωνσταντινούπολη, μια για την εποχή τεράστια απόσταση, μεγαλύτερη απο 2.000 μίλια.

Στα χρόνια του μεσοπολέμου η εταιρία Rover είχε αρκετά μεγάλη επιτυχία στην κατασκευή μιας σειράς αυτοκινήτων με 4 και 6 κυλίνδρους, που τήν καθιέρωσαν στους κύκλους ποιοτικών οχημάτων. Όταν η Βρετανική Κυβέρνηση ξεκίνησε ένα πρόγραμμα δημιουργίας νέων στρατηγικών μονάδων, οι οποίες ενισχύθηκαν από το κράτος και στελεχώθηκαν από ιδιωτικές εταιρείες, η Rover είχε σε 3 εργοστάσια την διεύθυνση. Το ένα από αυτά -το μεγαλύτερο στο Lode Lane, Solihull, κατασκεύαζε αεροκινητήρες Bristol Hercules και τμήματα αεροσκαφών. Το 1940-41 οι εγκαταστάσεις στο Coventry υπέστησαν σοβαρές ζημιές από βομβαρδισμούς, έτσι μεταφέρθηκε και η παραγωγή οχημάτων -περίπου 15 μίλια δυτικά- στο Solihull. [2] (Διευκρίνιση: ένα μίλι, (mile) -η μονάδα μέτρησης μήκους στις αγγλοσαξονικές χώρες, αντιστυχεί σε 1609,344 μέτρα)

Σύμφωνα με τον Ελβετό ιστορικό, και αυθεντία της εξέλιξης του αυτοκινήτου στον 20ο αιώνα, Roger Gloor, η ιδέα για την δημιουργία του Land Rover ξεκινά το 1947, παράλληλα με την μεταφορά των εγκαταστάσεων της εταιρίας Rover από το Coventry στο Solihull. Η εταιρεία Rover μέχρι τότε είχε εμπειρία κατασκευής ποιοτικών οχημάτων υψηλού κύρους, για τα οποία μεταπολεμικά υπήρχε μια μάλλον μειωμένη αγοραστική ζήτηση. Από την άλλη πλευρά, αγρότες και κτηνοτρόφοι μετά το 1945 χρειαζόντουσαν ένα εφάμιλλο επαγγελματικό αυτοκίνητο, άν όχι καλύτερο του αμερικάνικου Jeep. [3]

Στο Solihull κατασκευάσθηκαν, σύμφωνα με το auto motor und sport, από το 1948 μέχρι το 1958 περίπου 150.000 οχήματα Land Rover Series I [4].


Ιστορικά δεδομένα

Η ιδέα Επεξεργασία

Όταν το auto motor und sport είχε μόνον 36 Σελίδες καί άκουγε στο όνομα DAS AUTO δημοσίευσε την φωτογραφία ενός Jeep που έσερνε πίσω του ένα άροτρο... υπογραμμίζοντας, πόσο κοπιαστική και δυσλειτουργική, -εν έτη 1946, είναι η κατάσταση στην ύπαιθρο στα μεταπολεμικά χρόνια. [5]

Ποιό είναι όμως πράγματι, πως προέκυψε το στρατιωτικό Jeep; Αρχικά (1940-41) δημιουργήθηκαν 3 σειρές πρωτοτύπων, - συνολικά 9.896 οχήματα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν σαν αυτοκίνητα δοκιμών, ή παραστατικά υποδείγματα για την επιλογή της μορφής ενός οχήματος πού θα συμβάλει καθοριστικά στην θετική έκβαση του πολέμου. Τα πρωτότυπα βέβαια δεν καταστράφηκαν, αλλά επαναχρησιμοποιήθηκαν, αφού στις αρχές του 1942 προσαρμόστηκαν στην αντίστοιχη τελική έκδοση παραγωγής. Με κάποιες μικροδιαφορές -στις δύο πρώτες, το Jeep κατασκευάσθηκε σε 3 εκδόσεις, α) 1941-45, σαν MB σε 361.339 οχήματα, β) 1942-45, σαν GPW σε περίπου 278.000 οχήματα, γ) 1942-43, σαν GPA σε 12.778 αμφίβια οχήματα. [6]

Την αξία του εκτίμησαν απλοί στρατιώτες και στρατηγοί, για τον Dwight „Ike“ Eisenhower, (Ντουάιτ Αϊζενχάουερ) το Willys Jeep ήταν "... ο πιο σημαντικός εξοπλισμός για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο", [7] έτσι ο Winston Churchill (Ουίνστον Τσώρτσιλ) φωτογραφήθηκε πάνω σε αυτό, στις 16 Ιουλίου 1945 στο απελευθερωμένο Βερολίνο!

Σε αντίθεση με το Willys Jeep, το Land Rover δεν έχει στρατιωτικές, αλλά πολιτικές ρίζες. Ο Maurice Wilks, τεχνικός διευθυντής της Rover και αδελφός του γενικού διευθυντή Spencer Wilks, προωθεί την ιδέα για "ένα Rover για τον αγρότη που θα μπορούσε να πάει οπουδήποτε και να κάνει τα πάντα, ένα Land Rover". Ακόμη μεταπολεμικά, η βρετανική κυβέρνηση χρειαζότανε επειγόντως συνάλλαγμα, καί παρότρυνε την αυτοκινητοβιομηχανία της να παράγει για τις εξαγωγές ποιοτικά προϊόντα, με ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά. Ιδιαίτερος στόχος της ήταν η Κοινοπολιτεία των Εθνών, στην οποία η Μεγάλη Βρετανία εθεωρείτο -μέχρι την επέλαση της ιαπωνικής αυτοκινητοβιομηχανίας, (1975) βασικός προμηθευτής προϊόντων.

Δηλαδή εκτός των άλλων, η δημιουργία του Land Rover είχε συμπληρωματικά και μια οικονομικό -πολιτική λογική.

Οι αγρότες που αναμένεται να αποτελέσουν τους βασικούς αγοραστές, είχαν μεγάλες προσδοκίες από την χρήση ενός οχήματος σε εδάφη με υψηλή υγρασία, έτσι δόθηκε δικαιολογημένα από την αρχή ιδιαίτερη έμφαση στην προστασία του αμαξώματος του Land Rover από τη σκουριά. Εάν ο Maurice Wilks χρειαζόταν λαμαρίνες από duralumin (Ντουραλουμίνιο) δεν είχε να ψάξει για πολύ, αντίθετα χάλυβας ήταν δυσεύρετος, αφού εξαντλήθηκε κατά τη διάρκεια του Πολέμου. Έτσι σαν τεχνικός διευθυντής έδωσε το πράσινο φώς και το duralumin, -αν και πιο ακριβό- χρησιμοποιήθηκε για τα περισσότερα τμήματα στο αμάξωμα του νέου οχήματος. Το γεγονός ότι δεν σκουριάζει, έγινε το μεγάλο αβαντάζ του Land Rover απέναντι στο CJ-2A. [8]

Το Land Rover ανήκει σε έναν πολύ μικρό κατάλογο οχημάτων που παρουσιάστηκαν λίγο πριν ή μετά το 1945, παραμένοντας στο προσκήνιο για αρκετές δεκαετίες, [9] όπως ήταν επίσης και το Volkswagen Beetle (Σκαθάρι), το Citroën 2CV, το Fiat 500, το αρχικό Jeep και το Mini.

Τέχνη και τεχνολογία Επεξεργασία

Ας μην ξεχνάμε, ότι η μεταπολεμική βρετανική αυτοκινητοβιομηχανία (1945-55) ήταν σε θέματα τέχνης και τεχνολογίας δικαιολογημένα η δεύτερη ισχυρότερη στον κόσμο, και η πλέον εύρωστη στη Ευρώπη. Αυτό το επιβεβαιώνει ο αριθμός της ετήσιας παραγωγής οχημάτων, για το 1947, (και σε παρένθεση αυτός του 1955) όπως μας τον παραθέτει ο Roger Gloor: USA, 3.558.178 (1955, 7.920.186) επιβατικά οχήματα

GB, 287.000 επιβατικά οχήματα. (1955, 897.560) [10]

Τεχνολογικά ανεβασμένες στο Ζενίθ, και οι δύο πλευρές του ατλαντικού, τόσο η αμερικανική όσο και η βρετανική αυτοκινητοβιομηχανία, κλίθηκαν να συμβάλουν στην πολεμική εξέλιξη, και τα κατάφεραν. Το στρατιωτικό Jeep κάνει μεταπολεμικά στο πλάι, δίνει την θέση του στο CJ-2A. [11] Στην βρετανική αυτοκινητοβιομηχανία βέβαια τα πράγματα ήταν κάπως διαφορετικά, κάτι δικό της αντίστοιχο με το Jeep, δεν υπήρχε, ενδιαφέρεται όμως άμεσα να το δημιουργήσει. Με βάση την απλή "κοινή λογική", -για ένα ανάλογο όχημα απο αλουμίνιο οι δυνατότητες είναι δεδομένες, στο Solihull και απαιτούμενος χώρος υπάρχει, και αφθονία υλικού -έμψυχου και άψυχου: αυτός είναι ο συλλογισμός που οδηγεί στην δημιουργία του Land Rover. [12]

Η ονομασία της κατηγορίας -στην οποία ανήκει το Jeep, λέγεται utility vehicle, δηλαδή, ένα επαγγελματικό όχημα για τη μεταφορά μικρών φορτίων. Ένα μεταχειρισμένο Willys Jeep είχε στην ιδιοκτησία του -στο εξοχικό του- ο Maurice Wilks, (1904-63) ο τεχνικός διευθυντής της Rover εκείνη την εποχή. Γνώριζε δηλαδή από πρώτο χέρι, το πως είναι σχεδιασμένο και κατασκευασμένο, όλα του τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Το αμάξωμα του Willys Jeep, έχει τον συμπαγή σχεδιασμό ενός οχήματος, που θα μπορούσε να μεταφερθεί ακόμη και με ανεμόπτερο. Το ίδιο μετέφερε στο πεδίο μάχης 250 kg φορτίο, χρησιμοποιήθηκε από τον US Army και τον συμμαχικό στρατό επωμιζόμενο διάφορες εργασίες, όπως ασθενοφόρο πεδίου μάχης, ελαφρύ πυροβολικό, πυρόσβεση, διοικητικό όχημα, όχημα ασυρμάτου, με την κατάλληλη εξάρτηση τροχών -όχημα που κινείται πάνω σε γραμμές τρένου, και τελικά σαν Τρακτέρ, (γεωργικός ελκυστήρας): και βέβαια παντού τα έβγαλε παλικαρίσια πέρα. Μικρός αριθμός ενός αμφίβιου τζιπ, του μοντέλου GPA, δοκιμάστηκε χωρίς μεγάλη επιτυχία στο πεδίο μάχης, καθώς δεν ήταν ούτε καλό όχημα στον δρόμο, ούτε καλό σκάφος. [13]

Σήμερα, για να σχεδιάσετε ένα όχημα, δεν έχετε παρά να περάσετε στην πράξη το προσωπικό σας όνειρο. Αντίθετα σε εποχή σύρραξης, όταν η δημιουργία του Jeep βρίσκει την Υφήλιο σε εμπόλεμη κατάσταση, τα σχεδιαστικά δεδομένα είναι διαφορετικά, ο αγώνας με τον χρόνο καθοριστικός, η πίεση υλοποίησης πραγματική. Κάποια στιγμή, το Land Rover γίνεται η ανασύνταξη αυτής της έννοιας που θέλει να τεκμηριωθεί και αναζητά πιθανές λύσεις. Στο ξεκίνημα κατασκευής πρωτοτύπων για το Land Rover, στο πλευρό του Maurice Wilks βρίσκονται 5 έμπειρα στελέχη της Rover, μεταξύ τους και ο μηχανολόγος μηχανικός Tom Barton, από τον οποίο το 2000 οι συντάκτες του auto motor und sport πήραν συνέντευξη στον τόπο διαμονής του, το Solihull: "Στις αρχές του 1947, ο Maurice Wilks μας πήγε στο εξοχικό του στο Άνγκλεσι, (Anglesie) και μας έδειξε τι μπορείς να κάνεις με ένα Jeep. - Μας είπε ότι ήθελε να κατασκευάσουμε ένα ανάλογο αυτοκίνητο, και μας έδωσε 12 μήνες προθεσμία για να το κάνουμε", θυμάται ο Μπάρτον. [14]

Τα ειδικά χαρακτηριστικά που δόθηκαν στα 5 έμπειρα στελέχη, αναφορικά με την σχεδίαση και κατασκευή πρωτοτύπων του Land Rover ήταν: πλαίσιο από χάλυβα / άκαμπτοι άξονες εμπρός - πίσω / κινητήρα από τους υπάρχοντες της Rover / αμάξωμα από αλουμίνιο. Το ελαφρύ μέταλλο δεν ήταν μόνο διαθέσιμο στις εγκαταστάσεις του Solihull, μπορούσε ακόμη να επεξεργαστεί και χωρίς το πολυδάπανο υδραυλικό πιεστήριο, (πρέσσα) σε αντίθεση με τον χάλυβα. Για την απλοποίηση της παραγωγής μάλιστα συστάθηκε μια μορφολογική όψη χωρίς περίπλοκες άκρες. [15]

Στην κατασκευή πρωτοτύπων του Land Rover χρησιμοποιήθηκαν αρχικά τμήματα των Willys Jeep, όπως η κουκούλα από καραβόπανο και το αναδιπλούμενο παρμπρίζ. ...αν και η αριθμητική σύμπτωση στο μεταξόνιο των δύο οχημάτων δημιουργεί υπόνοιες για περισσότερα. [16]

Σχετικά με το θέμα τέχνη και τεχνολογία στο Jeep -και αργότερα στο Land Rover, αξίζει να αναφερθεί μία σημαντική λεπτομέρεια. Στην δεκαετία του 1930 και του 1940, η λογική κατασκευής αυτοκινήτων ήταν ακόμη „αρχέγονη“, δηλαδή την αποτελούσαν – όπως στο φορτηγό αυτοκίνητο μέχρις σήμερα, τρία πράγματα, α) το πλαίσιο, β) το επικαθούμενο αμάξωμα, γ) τα μηχανικά μέρη, κινητήρας / σασμάν, άξονες / ανάρτηση.

Το πλαίσιο των αυτοκινήτων ήταν πάντα από χάλυβα, όμως το αμάξωμα είχε αρχικά έναν ξύλινο σκελετό ντυμένο με λαμαρίνα, -αργότερα ήταν και αυτό ολοκληρωτικά από χάλυβα, όπως στην περίπτωση του Jeep. To πρώτο εμπορικά διαθέσιμο πολιτικό Jeep, το CJ-2A, (1945-49) είχε κιβώτιο τριών ταχυτήτων, και προοριζόταν για γεωργική χρήση, δηλαδή είχε μια άλλη, αρκετά χαμηλότερη σχέση μετάδοσης από το στρατιωτικό αντίστοιχό του. Είχε μεταξόνιο 203 cm, μήκος 332 cm, και βάρος 827 kg. Το Land Rover (1948-58) είχε μεταξόνιο 203 cm, μήκος 334 cm, και βάρος 1177 kg. [17]

Το Willys Jeep που υπήρχε στο εξοχικό κτήμα του Maurice Wilks ήταν κληροδότημα του US Army, σχεδόν το 30% της παραγωγής των Jeep παραδόθηκε στην Μεγάλη Βρετανία και την Σοβιετική Ένωση. Ενα όχημα ταλαιπωρημένο από τον πόλεμο, σκουριασμένο από το υγρό κλίμα στην Βρετανία, ο κινητήρας "πεσμένος", και η θέση του οδηγού, όπως και το τιμόνι ήταν -όχι όπως θάπρεπε στην δεξιά , αλλά στην αριστερή πλευρά του οχήματος. Στην Μεγάλη Βρετανια -σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και τις περισσότερες ευρωπαϊκές Χώρες, η κυκλοφοριακη ρύθμιση πραγματοποιήται στην πλευρά οδήγησης, αριστερά του οδοστρώματος. Τοποθετώντας σε δύο πρωτότυπα του Land Rover την θέση του οδηγού στο κέντρο, -όπως στα γεωργικά μηχανήματα, προσπάθησε να παρακάμψει τις προδιαγραφές της βρετανικής νομοθεσίας που θέλει όλα τα άλλα οχήματα δεξιοτίμονα. Το αποτέλεσμα όμως δεν άφησε τον Maurice Wilks απόλυτα ικανοποιημένο, για τον λόγο αυτό το αμάξωμα έπρεπε να ξανασχεδιασθεί. Το σκουριασμένο επικαθούμενο αμάξωμα, που έπρεπε μαζί με τον κινητήρα να αντικατασταθεί, έδειξαν το μέγεθος και την κατεύθυνση της διαδρομής του Jeep στον δρόμο για την δημιουργία του Land Rover. [18]

Από τους κινητήρες που δοκιμάσθηκαν, ο νέος τετρακύλινδρος του Rover 60, (P4) θεωρήθηκε ο πιο κατάλληλος. Σε σύγκριση ο κινητήρας του CJ-2A είχε μεγαλύτερη ροπή στρέψεως, αλλά σχεδιαστικά η τεχνολογία του ήταν κάπως πεπαλαιωμένη. Το Land Rover απέκτησε ένα κιβώτιο 4 ταχυτήτων με πρόσθετο μειωτήρα, ο οποίος διπλασίαζε έτσι τον αριθμό τους. Ο ελαφρά διαφοροποιημένος κινητήρας του Rover 60, (P4) μπορεί να αναπληρώσει την ροπή στρέψεως που χρειάζεται, (108 Nm, στις 2.000 στροφές) έχοντας στο σασμάν 2 επιπλέον ταχύτητες απο το CJ-2A. [19]. Αργότερα, (1951-58) το Land Rover απέκτησε έναν ισχυρότερο και σε κυβισμό μεγαλύτερο κινητήρα, όπως και έναν σύγχρονο (1957-58) πετρελαιοκινητήρα [20].

Το πλαίσιο του Land Rover όπως αυτό του Willys Jeep, "προσανατολίζονται" σε ένα μεταξόνιο των 203 cm, κινητήρας και κιβώτιο ταχυτήτων σε αυτά του Rover 60, το επικαθούμενο αμάξωμα είναι το μόνο που έμεινε για την ομάδα των ειδικών που προΐσταται ο Maurice Wilks, να δώσει λύση. Δέκα εργοστάσια γύρω από το Coventry και το Solihull, -όλα σε απόσταση αναπνοής το ένα από το άλλο, (από τις νέες εγκαταστάσεις της Rover στο Solihull, γύρω στα 4 με 20 μίλια) όλα ειδικευμένα σε κατασκευές από αλουμίνιο, αεροκινητήρων και αεροσκαφών. Τα πλεονάσματα τους σε πρώτη ύλη -δύο χρόνια από την λήξη του δεύτερου παγκόσμιου Πολέμου, κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητα. Η αναμενόμενη λύση για το αμάξωμα του Land Rover, είναι αυτή η ίδια αλουμινολαμαρίνα από το συγκεκριμένο κράμα αλουμινίου που χρησιμοποιείται στην κατασκευή αεροσκαφών.

Μόνο λίγα τμήματα του αμαξώματος, όπως το πλαίσιο του παρμπρίζ, είναι κατασκευασμένα από χάλυβα. Στο Land Rover Series I, οι προβολείς βρίσκονται αρχικά πίσω από τη δικτυωτή μάσκα του ψυγείου, καραβόπανο και αλουμίνιο δίνουν σχήμα στο αμάξωμα, που θυμίζει ακόμη σε πολλά σημεία το Willys Jeep. Στο εσωτερικό, κεντρικά υπάρχει το κλειδί εκκίνησης, το όργανο μέτρησης καυσίμου, ο διακόπτης φώτων, ένας μοχλός ταχυτήτων, δύο ακόμη για την ενεργοποίηση μειωτήρα και τετρακίνησης. Σαν καθίσματα υπάρχουν τρία λεπτά μαξιλαράκια και τρείς πλάτες. Στο Δεξιοτίμονο, για να ανοίξει ο οδηγός την πόρτα, περνά το δεξί χέρι μέσα από ένα άνοιγμα -κάτω από το πλαστικό πλαϊνό παράθυρο, καλυμμένο με καραβόπανο και σηκώνοντας το κάθισμα του αντικρίζει την τάπα του ρεζερβουάρ. Το Land Rover προσφέρει αρκετό χώρο φόρτωσης ώστε ο αγρότης να μπορεί να μεταφέρει τα προϊόντα του ή εναλλακτικά 4 επιπλέον άτομα. Φυσικά δεν υπάρχει ούτε υδραυλικό τιμόνι ούτε θέρμανση. Η ανανέωση του αέρα λειτουργεί, σπρώχνοντας το πλαϊνό παράθυρο, ή αφαιρώντας το πάνω μισό της πόρτας. Σχεδιαστικά το αμάξωμα θέλει να τονίσει την ανθεκτικότητά του οχήματος, το χαμηλό κόστος συντήρησης και επισκευής, το πνεύμα του μινιμαλισμού που είναι έκδηλο σε κάθε πριτσίνι. [21]

Σχετικά με το σημείο αυτό υπάρχει μία εύλογη εξήγηση: μετά το 1945 έγιναν στην Μεγάλη Βρετανία προσπάθειες για την αύξηση των εξαγωγών καθιερώνοντας υψηλότερα πρότυπα σχεδιασμού σε όλα τα προσιτά μαζικά προϊόντα. Η έκθεση «Britain can make it», που πραγματοποιήθηκε το 1946 στο Victoria and Albert Museum του Λονδίνου, παρουσίασε «χρηστικά αντικείμενα», βασικά προϊόντα με απλή λογική κατασκευής. Εκείνη την εποχή, η κυβέρνηση παρότρυνε την βρετανική αυτοκινητοβιομηχανία να ενδιαφερθεί για την εξέλιξη προσιτών εξαγώγιμων μοντέλων, αλλά μέχρι τότε η Rover ήταν γνωστή μόνο για τα υπερπολυτελή οχήματα της. Από αυτή την άποψη, το Land Rover Series I ήταν ένα πείραμα, στην έκβαση του οποίου αρχικά η διοίκηση της Rover είχε αμφιβολίες. Ίσως λάθος εκτίμηση, γιατί το πνεύμα του μινιμαλισμού ήταν που έβγαλε την Rover από την κρίση. [22]

Η πρώτη σειρά παραγωγής του Land Rover παρουσιάσθηκε στις 30 Απριλίου 1948, στο Amsterdam Motor Show [23]. Το Land Rover είχε στον αρχικό τύπο αμαξώματος 80 , μεταξόνιο 2032 mm, μήκος 3350 mm, πλάτος 1550 mm, ύψος 1790 mm, και βάρος 1174 kg, ακόμη είχε για φρένα ταμπούρα στους 4 τροχούς, τα ελαστικά του 7.00 x 16, σε ζάντες 16 ιντσών, 50 PS και τελική ταχύτητα 80 km/h, περίπου.[24]

Η εξέλιξη του Land Rover Series I ανά τις δεκαετίες Επεξεργασία

Ανακεφαλαιώνοντας, η βρετανική κυβέρνηση διέθετε μόνο τις πρώτες ύλες που απαιτούνται για την παραγωγή αυτοκινήτων - ιδίως χάλυβα - με βάση την επιτυχία των εξαγωγών. Αλλά υπήρχαν ήδη περισσότερα από αρκετά επιβατικά αυτοκίνητα διαθέσιμα για εξαγωγή. Έτσι γεννήθηκε το Land Rover, ένα όχημα που προέκυψε απο την επανεξέταση της Ιδέας του Jeep. Είχε πλαίσιο απο γαλβανιζέ χάλυβα, κινητήρα με βαλβίδες αντίθετης λειτουργίας, κιβώτιο 4 ταχυτήτων με πρόσθετο μειωτήρα, που διπλασίαζε τον αριθμό τους, αμάξωμα που δεν σκουριάζει -καθότι από duralumin, και φυσικά τετρακίνηση. Άκαμπτος άξονας με ημιελλειπτικά ελατήρια και αμορτισέρ, χρησιμοποιήθηκε για την ανάρτηση μπροστά και πίσω. [25] Στο Land Rover η διάταξη του αμαξώματος, έχει ως εξής: α) χώρος κινητήρα, β) χώρος οδηγού και δύο ακόμη επιβατών, γ) χώρος μεταφοράς μικρών φορτίων.

Μέχρι το 1948 η Rover κατασκεύαζε αποκλειστικά, ποιοτικά οχήματα μεσαίου κυβισμού με 4 και 6 κυλίνδρους, με ξύλινα ταμπλό και όμορφα δερμάτινα καθίσματα, τα οποία την καθιέρωσαν στους κύκλους αυτοκινήτων υπερπολυτελείας. Το αμάξωμα του Land Rover ακολουθεί εδώ μια άλλη λογική, -σαν χρηστικό αντικείμενο είναι σχεδιασμένο απλά και χωρίς υπερβολές, έτσι ώστε να μπορεί να επισκευασθεί εύκολα και με ελάχιστα εργαλεία. Οι πόρτες αποσυναρμολογούνται με λίγες κινήσεις, και το παρμπρίζ μπορεί, όταν χρειασθεί, να αναδιπλωθεί. Στον χώρο οδηγού και επιβατών υπήρχαν τρία καθίσματα -σε μια σειρά, τα οποία μπορούν να αναδιπλωθούν. Ο πίνακας οργάνων είναι ενσωματωμένος στην κεντρική κονσόλα, και έχει από το 1951 και μετά, ένα ταχύμετρο, και ένα πολυόργανο για μέτρηση καυσίμου / αμπερόμετρο / μέτρηση θερμοκρασίας νερού.

Ο Πόλεμος της Κορέας, (1950-53) υπενθύμισε στην βρετανική και αμερικανική αυτοκινητοβιομημανία, ότι οι ανάγκες εξοπλισμού παραμένουν και μετα το 1945. Και πράγματι, μέχρι το 1951 στην αγορά του τετρακίνητου οχήματος, το Land Rover και το CJ-2A ήταν χωρίς σοβαρούς ανταγωνιστές. Οι πρώτοι εξεζητημένοι αντίπαλοι ήλθαν από την Ιαπωνία με το Nissan Patrol και το Toyota Land Cruiser, και είχαν σαν βάση τους το Bantam Mk II / Willys-Jeep MB. Το Nissan Patrol με έναν εξακύλινδρο βενζινοκινητήρα, (3,7 / 75-92 PS) το δεύτερο εξοπλισμένο με έναν εξακύλινδρο πετρελαιοκινητήρα. (3,4 / 85 PS) Το Toyota Land Cruiser απέκτησε το 1956 έναν βενζινοκινητήρα, (3,9 / 109 PS) με μεγαλύτερη ιπποδύναμη και ροπή στρέψεως. Ένα τμήμα των Land Cruiser πήγε στις εξαγωγές, εξηπηρετώντας πολιτικές και στρατιωτικές ανάγκες της περιοχής. Από το 1957 το Toyota Land Cruiser διατέθηκε σαν μοντέλο FJ25 με μακρύτερο μεταξόνιο, (2650 mm) ή πεντάθυρο Station Wagon. [26]

Στο σημείο αυτο, το Solihull απάντησε με την πολυαναμενόμενη εξέλιξη της πρώτης σειράς του Land Rover, που αφορά την αύξηση της δυνατότητας μεταφοράς φορτίου, απλά με μία επιμήκυνση στο μεταξόνιο. Η διάσταση -που αντιστοιχεί στο μεταξόνιο σε ίντσες, χαρακτηρίζει τον ακριβή τύπο αμαξώματος, και χρονιά κατασκευής. [27]

80, (σε χιλιοστά= 2032 mm) από το 1948 μέχρι το 1954,
86, (σε χιλιοστά= 2184 mm) από το 1954 μέχρι το 1958, 
88, (σε χιλιοστά= 2235 mm) από το 1957 μέχρι το 1958,
107, (σε χιλιοστά= 2718 mm) από το 1954 μέχρι το 1957,
109, (σε χιλιοστά= 2769 mm) από το 1957 μέχρι το 1958.

Η εταιρία Tickford στο Newport Pagnell, μετέτρεπε -μετά το 1945- για την βρετανική κυβέρνηση στρατιωτικά οχήματα σε πολιτικά. Ταυτόχρονα, συνέχισε να παράγει μεμονωμένα αμαξώματα για σασί πελατών, και να συνάπτει συμβάσεις με κατασκευαστές για ειδικά τυποποιημένα αμαξώματα. Τέλη 1948 προστέθηκε ένα μοντέλο με σταθερή οροφή στη γκάμα του Land Rover και γνώρισε μεγάλη επιτυχία, το Land Rover 80 έγινε το πιό δημοφιλές όχημα της Rover. Προκειμένου να καλυφθεί η ζήτηση παρουσιάσθηκε πάραυτα ένα επταθέσιο station wagon, με τρίθυρο ή πεντάθυρο αμάξωμα - από ξύλινο σκελετό ντυμένο με λαμαρίνα - κατασκευασμένο από την Tickford. Δεδομένου ότι ταξινομήθηκε σαν επιβατικό, και όχι σαν επαγγελματικό όχημα, έπρεπε να καταβληθεί επιπρόσθετος φόρος, καθιστώντας το σχετικά ακριβό, έτσι το 1951 σταμάτησε να παράγεται. [28]

Το Land Rover Series I Station Wagon (1948-51) κατασκευάσθηκε για τον λόγο αυτό σε ελάχιστα κομμάτια, και είναι σήμερα ένα περιζήτητο όχημα για συλλέκτες των vintage cars, που ακόμη και ο γνωστός διεθνής οίκος δημοπρασιών CHRISTIE'S περιλαμβάνει συχνά στον κατάλογο του. [29]

Το Βρετανικό Υπουργείο Άμυνας στο Λονδίνο, (London) προώθησε το 1947 στην θέση του Willys Jeep ένα νέο στρατιωτικό 4×4, από την Austin ή την Wolseley. Μέρος αυτού του σχεδίου ήταν η τοποθέτηση κινητήρων (80 PS) της εταιρίας Rolls-Royce σε όλα τα στρατιωτικά οχήματα... ωστόσο, ο κινητήρας αυτός ήταν βαρύς και ογκώδης, δυσκολοσυντήρητος και αργόστροφος. Για τον λόγο αυτό από το 1949 το Βρετανικό Υπουργείο Άμυνας προσανατολίστηκε προς το Land Rover: ο αριθμός δοκιμαστικών οχημάτων ήταν αρχικά 50, αργότερα 200 Land Rover 80 & 86, ανά παραγγελία. [30] Τα πρώτα μοντέλα ενός στρατιωτικού Land Rover, παραδόθηκαν στούς Royal Marines, και British Army μετά από χρόνια, στα τέλη του 1968, ενώ η παραγωγή συνεχίστηκε μέχρι το 1984, συνολικά περίπου 38.000 Land Rover Lightweight 1/2 ton, με κινητήρες βενζίνης και πετρελαίου. [31]

Σύμφωνα με τους συντάκτες του έγκυρου περιοδικού auto motor und sport, (τεύχος 04/1955) η εταιρία Tempo στο Αμβούργο, (Hamburg) κατασκεύασε μεταξύ 1952 και 1955 - σε licence - 250 οχήματα Land Rover Series I, για τις ανάγκες της γερμανικής συνοριοφυλακής. (Bundesgrenzschutz) Αντί όμως για το καθιερωμένο duralumin, χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του αμαξώματος των Tempo-Land Rover 80 & 86, χάλυβας... [32]

Η εταιρία Minerva στην Αμβέρσα, (Antwerpen) ιδρύθηκε το 1897 και έπαψε να υπάρχει το 1956. Στα χρόνια του μεσοπολέμου ήταν ειδικευμένη σε οχήματα υπερπολυτελείας μεγάλου κυβισμού. Από το 1952 μέχρι το 1956 κατασκεύασε - σε licence - με κινητήρες (80 PS) από την αμερικανική εταιρία Continental και εξωτερικές μικροδιαφορές περίπου 9.000 Land Rover 80 & 86, για τις ανάγκες της αστυνομίας και του βελγικού στρατού. [33]

Αυτή είναι με λίγα λόγια η συναρπαστική ιστορία της δημιουργίας του Land Rover Series I. (1948-58) Τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν οι σειρές:

Land Rover II, (1958–71) καί 
Land Rover III, (1971–84)

Στο Land Rover Series IΙ, (1958–71) έχουμε την συνδρομή ενός γνωστού μηχανολόγου σχεδιαστή μηχανικού, του David Bache, (1925–94) ο οποίος αυξάνοντας ύψος και πλάτος του χάρισε μία ξεκάθαρη, διακριτική νότα. Το επίτευγμα του ταλαντούχου David Bache ήταν βέβαια η σταθεροποιητική παρέμβαση με τα στρογγυλεμένα πλαϊνά, η "revised shape" -αποφεύγοντας διχαστικές προκλήσεις, ακολουθεί το αμάξωμα κατά μήκος και κάτω από τα πλαϊνά παράθυρα, φέρνοντας το Land Rover πιο κοντά στην κατασκευαστική λογική ενός εξεζητημένου βιομηχανικού προϊόντος. Έτσι, η γραμμή του Land Rover Series IΙ, δίνει ιδιαίτερο χαρακτήρα σε ένα όχημα που μάλλον δεν προσφέρεται σε υπέρμετρες αισθητικές μεγεθύνσεις. [34]

Με το μοντέλο του 1968 έχουμε μια σημαντική τροποποίηση, οι προβολείς είναι ενσωματωμένοι στα μπροστινά φτερά, όπως στην Series III. Λίγο πριν την εκπνοή του Land Rover Series IΙ παρουσιάσθηκε στην έκδοση 109 ένας νέος ισχυρότερος (82 & 87 PS) εξακύλινδρος κινητήρας. [35]

Το Land Rover Series IΙΙ, (1971–84) άλλαξε εξωτερικά ελάχιστα από το προηγούμενο. Οι προβολείς μεταφέρθηκαν στα φτερά -προφανώς για να ανταποκριθούν σε διεθνείς κανονισμούς και η παραδοσιακή μεταλλική μάσκα αντικαταστάθηκε με πλαστική. Για λόγους ασφαλείας ακόμη, το ταμπλό είναι από πλαστικό και ο πίνακας οργάνων, που προηγουμένως βρισκόταν στο κέντρο, μετακινήθηκε μπροστά από τον οδηγό, αντί μαξιλαράκια υπάρχουν τώρα πραγματικά καθίσματα. Από το 1979 έχουμε στην έκδοση 109 συμπληρωματικά, έναν ελαφρά ισχυρότερο (92 PS) V8 κινητήρα, με "θρυλικά" αποθέματα ροπής στρέψεως. Κατά τη διάρκεια της σειράς III βγήκε το 1976 από τη γραμμή παραγωγής το 1.000.000° Land Rover. [36]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Olyslager Auto Library, British Cars of the Late Forties, σελίδα 40, Frederick Warne London and New York 1974, ISBN 0 7232 1756 4
  2. Ray, John, The Night Blitz, Cassel & Co. London 1996, 288 Σελιδες, ISBN 0-304-35676-X.
  3. Roger Gloor, NACHKRIEGSWAGEN, Personenautos 1945-1960, Originalausgabe: Hallwag Verlag Bern und Stuttgart 1980, -Lizenzausgabe für den Benedikt Taschen Verlag, 1994, σελίδα 305, ISBN 3444102631
  4. auto motor und sport Edition - 75 Jahre Land Rover, Motor Presse Stuttgart 2023, σελίδα 19, ISBN 978-3613321274
  5. DAS AUTO, τεύχος Δεκεμβρίου 1946, AMS 1/1946
  6. Jim Allen, JEEP: Alle Modelle von 1940-1999, SERAG AG, Pfäffikon 1999, Σελίδα 20-47, ISBN 3-908007-89-5
  7. Bernd Polster & Phil Patton, AUTODESIGN INTERNATIONAL, σελίδα 78, DUMONT Κολωνία 2010, ISBN 978-3-8321-9215-0
  8. Roger Gloor, NACHKRIEGSWAGEN, Personenautos 1945-1960, Originalausgabe: Hallwag Verlag Bern und Stuttgart 1980, -Lizenzausgabe für den Benedikt Taschen Verlag, 1994, Σελίδα 305, ISBN 3444102631
  9. Peter Roberts / Jean Panhard, Le Monde Fascinant des Autos, σελίδες 96-97, Gründ Paris 1978, ISBN 2-7000-0246-6
  10. Roger Gloor, NACHKRIEGSWAGEN, Personenautos 1945-1960, Originalausgabe: Hallwag Verlag Bern und Stuttgart 1980, -Lizenzausgabe für den Benedikt Taschen Verlag, σελίδα 10, ISBN 3444102631
  11. Jim Allen, JEEP: Alle Modelle von 1940-1999, SERAG AG, Pfäffikon 1999, σελίδα 48-59, ISBN 3-908007-89-5
  12. Olyslager Auto Library, British Cars of the Late Forties, σελίδα 19, Frederick Warne London and New York 1974, ISBN 0 7232 1756 4
  13. Jim Allen, JEEP: Alle Modelle von 1940-1999, SERAG AG, Pfäffikon 1999, σελίδες 40-47, ISBN 3-908007-89-5
  14. auto motor und sport Edition - 75 Jahre Land Rover, Motor Presse Stuttgart 2023, σελίδα 20, ISBN 978-3613321274
  15. Roger Gloor, NACHKRIEGSWAGEN, Personenautos 1945-1960, Originalausgabe: Hallwag Verlag Bern und Stuttgart 1980, -Lizenzausgabe für den Benedikt Taschen Verlag, 1994, σελίδα 305, ISBN 3444102631
  16. Olyslager Auto Library, British Cars of the Late Forties, σελίδα 19, Frederick Warne London and New York 1974, ISBN 0 7232 1756 4
  17. Roger Gloor, NACHKRIEGSWAGEN, Personenautos 1945-1960, Originalausgabe: Hallwag Verlag Bern und Stuttgart 1980, -Lizenzausgabe für den Benedikt Taschen Verlag, 1994, σελίδα 307, ISBN 3444102631
  18. Olyslager Auto Library, British Cars of the Late Forties, σελίδα 19, Frederick Warne London and New York 1974, ISBN 0 7232 1756 4
  19. auto motor und sport Edition - 75 Jahre Land Rover, Motor Presse Stuttgart 2023, σελίδα 19, ISBN 978-3613321274
  20. Roger Gloor, NACHKRIEGSWAGEN, Personenautos 1945-1960, Originalausgabe: Hallwag Verlag Bern und Stuttgart 1980, -Lizenzausgabe für den Benedikt Taschen Verlag, 1994, σελίδα 307, ISBN 3444102631
  21. auto motor und sport Edition - 75 Jahre Land Rover, Motor Presse Stuttgart 2023, σελίδες 17-19, ISBN 978-3613321274
  22. Bernd Polster & Phil Patton, AUTODESIGN INTERNATIONAL, σελίδα 96, DUMONT Κολωνία 2010, ISBN 978-3-8321-9215-0
  23. auto motor und sport Edition - 75 Jahre Land Rover, Motor Presse Stuttgart 2023, σελίδα 3, ISBN 978-3613321274
  24. auto motor und sport Edition - 75 Jahre Land Rover, Motor Presse Stuttgart 2023, σελίδα 19, ISBN 978-3613321274
  25. Olyslager Auto Library, British Cars of the Late Forties, σελίδα 40, Frederick Warne London and New York 1974, ISBN 0 7232 1756 4
  26. Alexander Wohlfarth, Legende Land Cruiser - Alle Modelle von 1951 bis heute, 256 σελίδες, Heel-Verlag 2018, ISBN 978-3868526592
  27. Roger Gloor, NACHKRIEGSWAGEN, Personenautos 1945-1960, Originalausgabe: Hallwag Verlag Bern und Stuttgart 1980, -Lizenzausgabe für den Benedikt Taschen Verlag, 1994, σελίδες 306-307, ISBN 3444102631
  28. Olyslager Auto Library, British Cars of the Late Forties, σελίδα 60, Frederick Warne London and New York 1974, ISBN 0 7232 1756 4
  29. CHRISTIE'S in association with Lord Montagu of Beaulieu, 1948 Land Rover Series I Station Wagon, αριθμός εκθέματος καταλόγου 103, σελίδα 26, δημοπρασία της 20 Μαρτίου 1990, Beaulieu, Hampshire 1990
  30. Olyslager Auto Library, British Cars of the Late Forties, σελίδες 16 & 63, Frederick Warne London and New York 1974, ISBN 0 7232 1756 4
  31. Motor Klassik 07/2017, Σελίδα 149, Stuttgart 2017
  32. auto motor und sport, τεύχος 04 / 1955, σελίδα 29, Stuttgart 1955
  33. Yvette Kupélian, Jacques Kupélian: Minerva, 179 σελίδες, Overijse 1985, ISBN 2-87076-003-5
  34. Bernd Polster & Phil Patton, AUTODESIGN INTERNATIONAL, σελίδα 520, DUMONT Κολωνία 2010, ISBN 978-3-8321-9215-0
  35. Roger Gloor, PERSONENWAGEN DER 70er JAHRE, Motorbuch Verlag Stuttgart 2005, Σελίδες 329-330, ISBN 3-613-02440-3
  36. Roger Gloor, PERSONENWAGEN DER 80er JAHRE, Motorbuch Verlag Stuttgart 2012, σελίδες 294-297, ISBN 978-3-613-03144-3