Γεώργιος Καφαντάρης

Πρωθυπουργός της Ελλάδας

Ο Γεώργιος Καφαντάρης (Ανατολική Φραγκίστα Ευρυτανίας, 13 Οκτωβρίου 1873- Αθήνα, 28 Αυγούστου 1946) ήταν Έλληνας πολιτικός, πρωθυπουργός κατά το 1924, και πολλές φορές υπουργός, ενεργός στην πολιτική από το 1905 μέχρι το 1945.[1]

Γεώργιος Καφαντάρης
Ο Γεώργιος Καφαντάρης

Πρωθυπουργός της Ελλάδας
Περίοδος
6 Φεβρουαρίου 1924 – 12 Μαρτίου 1924
ΠρωθυπουργόςΚυβέρνηση Γεωργίου Καφαντάρη 1924
Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης
Περίοδος
22 Νοεμβρίου 1945 – 11 Μαρτίου 1946
ΠρωθυπουργόςΚυβέρνηση Θεμιστοκλή Σοφούλη 1945
Υπουργός Εσωτερικών
Περίοδος
10 Αυγούστου 1915 – 24 Σεπτεμβρίου 1915
ΠρωθυπουργόςΚυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου 1915
Υπουργός Δικαιοσύνης
Περίοδος
11 Ιανουαρίου 1924 – 6 Φεβρουαρίου 1924
ΠρωθυπουργόςΚυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου 1924
Υπουργός Εξωτερικών
Περίοδος
6 Φεβρουαρίου 1924 – 12 Μαρτίου 1924
ΠρωθυπουργόςΚυβέρνηση Γεωργίου Καφαντάρη 1924
Υπουργός Οικονομικών
Περίοδος
4 Δεκεμβρίου 1926 – 4 Ιουλίου 1928
ΠρωθυπουργόςΚυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη 1926 & Κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη 1927 & Κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη 1928 διαδοχικά
Υπουργός Γεωργίας και Δημοσίων Κτημάτων
Περίοδος
9 Ιανουαρίου 1919 – 4 Νοεμβρίου 1920
ΠρωθυπουργόςΚυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου 1917
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση13 Οκτωβρίου 1873 (1873-10-13), Ανατολική Φραγκίστα Ευρυτανίας
Θάνατος28 Σεπτεμβρίου 1946 (72 ετών)
Αθήνα
ΕθνότηταΕλληνική
Πολιτικό κόμμαΚόμμα Φιλελευθέρων
Κόμμα Προοδευτικών Φιλελευθέρων
Προοδευτικόν Κόμμα
ΣύζυγοςΜαρί Παπαλεξοπούλου
ΣυγγενείςΛίλα Καφαντάρη (εγγονή)[εκκρεμεί παραπομπή]
ΣπουδέςΕθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
ΕπάγγελμαΔικηγόρος
Βουλευτής
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφία

Επεξεργασία

Καταγωγή

Επεξεργασία

Γεννήθηκε στις 13 Οκτωβρίου του 1873 στη Ανατολική Φραγκίστα Ευρυτανίας.[2] Ήταν πρωτότοκος γιος του Κωνσταντίνου Καφαντάρη και της Βασιλικής Μηλιά. Αδέλφια του ήταν ο Δημοσθένης, ο Δημήτρης, η Ελένη, η Ασπασία, και η Ουρανία. Ο πατέρας του γεννήθηκε το 1848, ήταν δικολάβος και είχε διατελέσει πολλές φορές δήμαρχος Αγραίων, μέχρι το 1912. Ο παππούς του, Εμμανουήλ Παναγιώτη Καφαντάρης, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1817 και μετά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης μετέβη στο Ναύπλιο. Εκεί γνώρισε τον Κωνσταντίνο Τσαούση, ο οποίος ήταν αγωνιστής από τη Ανατολική Φραγκίστα. Αφού έγιναν καλοί φίλοι, τον ακολούθησε στο χωριό και παντρεύτηκε την αδελφή του. Με την πολιτική είχε ασχοληθεί και ο πατέρας της μητέρας του, Ιωάννης Γ. Μηλιάς (Γρανίτσα,1810-1880~), ως δήμαρχος Απεραντίων. [3][4]Ο Γιώργης, γιος της Μηλιάς, ήταν από τους ικανότερους αγωνιστές στο Μεσολλόγι, όπως αναφέρεται και στο "Μεσολλογιάς, έπος ιστορικόν". Μάλιστα όταν ήταν παιδί, οι Τούρκοι αποκεφάλισαν τον πατέρα του και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την περιοχή του Σουλίου, καταφεύγοντας στη Γρανίτσα, μαζί με την μητέρα του.

Παιδικά χρόνια-σπουδές

Επεξεργασία

Έζησε τα παιδικά χρόνια στην Ανατολικη Φραγκίστα. Τέλειωσε το Ελληνικό Σχολείο Κεράσοβου, το 1885 και γράφτηκε στο Γυμνάσιο Μεσολογγίου.[4] Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και αποφοίτησε το 1895. Τον επόμενο χρόνο διορίστηκε δικηγόρος στο Μεσολόγγι. και μετέφερε τη δικηγορική δράση του στο Καρπενήσι όπου ιδρύθηκε Πρωτοδικείο Ευρυτανίας[5][4]

Πολιτική δράση

Επεξεργασία

Στην επιλογή ανάμειξης στα πολιτικά βάρυνε η οικογενειακή παράδοση. Γιος και εγγονός δημάρχου, συνόδευε το πατέρα του σε περιοδείες και υιοθέτησε την άποψη του πάτερα του πως όποιος δεν πολιτεύεται δεν πρέπει να ζει.[6]

Στις εκλογές του 1902 ο Καφαντάρης συμμετείχε με το κοινό ψηφοδέλτιο των ζαϊμικών Χατζόπουλου, Θεοτοκικών Αλεξανδρόπουλου και Σερπανού και Δεληγιαννικών Τσιτσάρα, αλλά απέτυχε. Το 1905 συμμετείχε πάλι σε μικτό συνδυασμό και εκλέχτηκε βουλευτής. Δεν συμμετείχε ως ανεξάρτητος αλλά ως δηλιγιαννικός. Μάλιστα, μετά τη δολοφονία του Δηλιγιάννη, συμμετείχε σε σύσκεψη δηλιγιαννικών βουλευτών. Έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης σε κυβέρνηση Δ. Ράλλη, ενώ προσχώρησε στο Νεοελληνικό Κόμμα Δ. Ράλλη.[7][8]

Η πολιτική του διαδρομή από το θεοτοκικό κόμμα στο δηλιγιαννικό και μετά στο ραλλικό είναι προϊόν δυσπιστίας προς τα παλαιά κόμματα, εξασφάλισης τοπικών ισορροπιών και εκλογικών σκοπιμοτήτων. Το Ραλλικό κόμμα θα γινόταν, τέλος, η τρίτη δύναμη.[9]

Στις πρώτες εκλογές του 1910 δεν εξελέγη βουλευτής, αλλά στις εκλογές του τέλους του 1910 δεν συμμετείχε ακολουθώντας την απόφαση του κόμματους του Δ. Ράλλη.[10]

Η κοινοβουλευτική δράση του όλη αυτήν την περίοδο είναι έκφραση αφοσίωσης σε εκσυγχρονιστικές αντιλήψεις: εισαγωγή ευρείας περιφέρειας για την πάταξη πελατειακών σχέσεων, η υπεράσπιση της δημοτικής γλώσσας.[11] Μετά τις εκλογές Νοεμβρίου 1910 εγκαταλείπει το Ραλλικό κόμμα και προσχωρεί στο Κόμμα των Φιλελευθέρων. Έτσι στις 14/27 Μαΐου 1911 διορίστηκε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών από τον Λάμπρο Κορομηλά, Υπουργό Οικονομικών του Βενιζέλου.[12] Τον Φεβρουάριο του 1912 συμπεριλήφθηκε στο συνδυασμό Αιτωλοακαρνανίας του Κόμματος των Φιλελευθέρων. Στις εκλογές της της 11ης/24ης Μαρτίου 1912 εξελέγη βουλευτής για τρίτη φορά.[12]

Με την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων συμμετείχε στις επιχειρήσεις απελευθέρωσης της Χίου, επειδή όμως ξεκίνησε τις εργασίες της η Βουλή επέστρεψε.[13]

Το 1915 διορίστηκε υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Βενιζέλου. Η θητεία του ήταν σύντομη: από τις 10/23 Αυγούστου έως τις 24 Σεπτεμβρίου/7 Οκτωβρίου 1915. Στη διάρκεια της θητείας του πέτυχε την ψήφιση νόμου Περί επιβολής τέλους χρήσεως πλατειών και πεζοδρομιών υπέρ του Δήμου Αθηναίων, ενώ κατάρτισε κατάλογο υποψηφίων νομαρχών.[14] Το 1917, κατέθεσε στη Βουλή σαφή ομολογία υπέρ της Αβασίλευτης Δημοκρατίας[15] και ήταν «ο πρώτος Έλληνας πολιτικός του αστικού χώρου που στράφηκε κατά του θεσμού της βασιλείας»[16]

Το 1919 έγινε υπουργός Γεωργίας (Κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου 1917). Στη διάρκεια της Υπουργίας του προχώρησε σε νομοθετικές παρεμβάσεις (νόμος 2052 που καταργούσε τον 1072) και με τον οποίο αποκέντρωνε τη διαδικασία απαλλοτριώσεως, καθόριζε τους γενικούς κανόνες για τον καθορισμό της καταβλητέας αποζημίωσης στους ιδιοκτήτες και έκανε πιο ξεκάθαρη τη διάκριση ανάμεσα σε γεωργικές οικογένειες και επαγγελματίες σε σχέση με την έκταση του κλήρου. Έτσι στην έδρα κάθε πρωτοδικείου δημιουργείτο επιτροπή που θα ρύθμιζε τα των απαλλοτριώσεων.[17]

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή

Επεξεργασία

Τον Ιανουάριο του 1924 έγινε υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Βενιζέλου του 1924 και αμέσως μετά πρωθυπουργός (Κυβέρνηση Γεωργίου Καφαντάρη 1924). Η κυβέρνησή του ορκίστηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1924 καταθέτοντας σχεδόν αμέσως στη Βουλή νομοσχέδιο για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος που θα έλυνε το καθεστωτικό. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος απηύθηνε διάβημα στον Καφαντάρη με το οποίο του δήλωνε πως ήταν αποφασισμένος να εγκαθιδρύσει Δημοκρατία με κάθε τρόπο. Ελπίζοντας σε μια υποστήριξη του Βενιζέλου δήλωνε πως δεν θα υποχωρούσε σε εκβιασμούς.[18] Τελικά ο Καφαντάρης παραιτήθηκε στις 6 Μαρτίου 1924. Στη συνέχεια (1924) ίδρυσε το Κόμμα των Προοδευτικών Φιλελευθέρων, ως «απόχρωση εντός του Κόμματος των Φιλελευθέρων».[19] Tην περίοδο 1924-28, ο Καφαντάρης είναι ο ουσιαστικός ηγέτης του Κόμματος των Φιλελευθέρων, η επανεμφάνιση όμως του Βενιζέλου στην πολιτική ζωή της χώρας οδηγεί τον Καφαντάρη το Μάιο του 1928 στη δημιουργία ανεξάρτητου κόμματος, του Προοδευτικού Κόμματος,[20] με το οποίο θα πορευτεί μέχρι το τέλος της ζωής του[21]. Τον Δεκέμβριο του 1929 βρέθηκε πολύ κοντά στην εκλογή του ως προέδρου της Δημοκρατίας όταν ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης υπέβαλε την παραίτησή του από το αξίωμα επικαλούμενος λόγους υγείας και ηλικίας.[22]

Στη Μεταξική δικτατορία

Επεξεργασία

Στη δικτατορία του Μεταξά εξορίστηκε μέχρι και το θάνατο του δικτάτορα.[23] Στις 20 Γενάρη του 1938 συλλαμβάνεται και μεταφέρθηκε στη Ζάκυνθο.[24]

Στην κατοχική περίοδο

Επεξεργασία

Το καλοκαίρι του 1941 ο Δημήτρης Γληνός αρχικά, ο Λευτέρης Αποστόλου και ο Θανάσης Χατζής στη συνέχεια ήλθαν σε κάποιες πρώτες επαφές με τον Καφαντάρη, αλλά άκαρπες. Οι επαφές συνεχίστηκαν και μετά την ίδρυση του Ε.Α.Μ και σύμφωνα με τη μαρτυρία του Χατζή δεν ήταν τόσο αρνητικός απέναντί τους. Για τον Ναπολέοντα Ζέρβα, «είχε τη χειρότερη γνώμη, ακριβώς διότι τον εγνώριζε από την ανάμειξή του στα στρατιωτικά κινήματα»[25]

Από τον Οκτώβριο του 1941 ήταν σοβαρά άρρωστος και μετά την άνοιξη του 1942 σχεδόν μόνιμα καθηλωμένος στο κρεβάτι του κι από τα μέσα του 1944 έως την αποχώρηση των Γερμανών υπό αστυνομική επιτήρηση στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός[26]

Αν με το Ε.Α.Μ δεν συνεργάζεται, με τις εξόριστες ελληνικές κυβερνήσεις δεν παρέχει οποιαδήποτε πολιτική κάλυψη.[27]

Μεταπελευθερωτικά

Επεξεργασία

Στις παραμονές της απελευθέρωσης διαπιστώνει πως ο κύριος κίνδυνος προέρχεται από την ένοπλη δύναμη του ΕΛΑΣ ζητώντας μάλιστα τη λήψη μέτρων γι' αυτό. Όμως με την άφιξη των «πραιτωριανών του βασιλιά» (η φράση του Καφαντάρη), δηλαδή της Ορεινής Ταξιαρχίας, ανησυχεί για αρνητικές εξελίξεις από την αντίθετη πλευρά.[28]

Έγινε αντιπρόεδρος στην κυβέρνηση Σοφούλη (1945-46).

Απεβίωσε στις 28 Αυγούστου του 1946[29].

Απόδοση τιμών

Επεξεργασία

Ο πρώην Πρωθυπουργός τιμάται ακόμα και σήμερα στη γενέτειρά του. Κάθε δύο χρόνια στην Ανατολική Φραγκίστα Ευρυτανίας, αρχές Αυγούστου, λαμβάνουν χώρα τα "Καφαντάρεια", πολιτιστικές εκδηλώσεις υπό την αιγίδα του Δήμου Φραγκίστας και του Ιδρύματος "Γεώργιος Καφαντάρης" που εγκαινιάστηκε στις 20 Ιουνίου 2010 προς τιμήν του στην Ανατολική Φραγκίστα Ευρυτανίας με δωρεά του Κωνσταντίνου Πανουργιά. Πρόεδρος του Ιδρύματος από τις 10 Δεκεμβρίου 2009 έως και σήμερα είναι ο Κωνσταντίνος Κωστόπουλος.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  • Κούμας, Μανόλης (2012). Γεώργιος Καφαντάρης. Αθήνα: Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων. ISBN 9789606757617. 
  • Βερέμης, Θάνος (1991). «Οι στρατιωτικοί και ο Γεώργιος Καφαντάρης». Ο Γεώργιος Καφαντάρης και η εποχή του 1873-1946 - Πρακτικά Συνεδρίου (Καρπενήσι 26, 27, 28 Μαΐου 1988). Αθήνα: Πάντειον Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. σελ. 141-150. 
  • Σταφυλάς, Μιχάλης (2005). Γεώργιος Καφαντάρης: Μια ζωή στις επάλξεις της Δημοκρατίας. Αθήνα: Εκδόσεις Στέφανος Βασιλόπουλος. ISBN 9789607731661. 
  • Κουτσούκης, Κλεομένης (1991). «Ο Γεώργιος Καφαντάρης ως πολιτικός ηγέτης. Διαμόρφωση και εξέλιξη της προσωπικότητάς του (1873-1946)». Ο Γεώργιος Καφαντάρης και η εποχή του 1873-1946 - Πρακτικά Συνεδρίου (Καρπενήσι 26, 27, 28 Μαΐου 1988). Αθήνα: Πάντειον Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. σελ. 47-77. 
  • Μακρυδημήτρης, Αντώνης (2000). Οι υπουργοί των εξωτερικών της Ελλάδας (1829-2000). Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη. σελ. 82-83. ISBN 9789600329414. 
  • Γιαννουλόπουλος, Γιάννης (1991). «Από το μεσοπόλεμο στη Βάρκιζα: οι περιπέτειες του πολιτικού λόγου του Γεώργιου Καφαντάρη». Ο Γεώργιος Καφαντάρης και η εποχή του 1873-1946 - Πρακτικά Συνεδρίου (Καρπενήσι 26, 27, 28 Μαΐου 1988). Αθήνα: Πάντειον Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. σελ. 91-112. 
  • Καραγιάννης, Σωτήρης (1991). «Η αποχή του Προοδευτικού κόμματος από τις εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 και ο αντίκτυπός της στον Κεντρώο χώρο». Ο Γεώργιος Καφαντάρης και η εποχή του 1873-1946 - Πρακτικά Συνεδρίου (Καρπενήσι 26, 27, 28 Μαΐου 1988). Αθήνα: Πάντειον Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. σελ. 113-139. 
  • Ριζάς, Σωτήρης (1991). «Ο Γεώργιος Καφαντάρης και η υποψηφιότητά του για την Προεδρία της Δημοκρατίας (Δεκέμβριος 1929)». Ο Γεώργιος Καφαντάρης και η εποχή του 1873-1946 - Πρακτικά Συνεδρίου (Καρπενήσι 26, 27, 28 Μαΐου 1988). Αθήνα: Πάντειον Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. σελ. 169-187. 
  • Hering, Gunnar (2004). Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα 1821-1936. Β΄. Μτφρ. Παρασκευόπουλος, Θόδωρος. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. ISBN 978-960-250-315-7. 
  • Κριάρη-Κατράνη, Ισμήνη (1991). «Η συμβολή του Γεώργιου Καφαντάρη στην εξέλιξη των πολιτειακών θεσμών (1915-1946)». Ο Γεώργιος Καφαντάρης και η εποχή του 1873-1946 - Πρακτικά Συνεδρίου (Καρπενήσι 26, 27, 28 Μαΐου 1988). Αθήνα: Πάντειον Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. σελ. 151-166. 
  • Αρώνη-Τσίχλη, Καίτη (1991). «Θέσεις και συμβολή του Γ. Καφαντάρη στην επίλυση του αγροτικού ζητήματος». Ο Γεώργιος Καφαντάρης και η εποχή του 1873-1946 - Πρακτικά Συνεδρίου (Καρπενήσι 26, 27, 28 Μαΐου 1988). Αθήνα: Πάντειον Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. σελ. 219-223. 
  • Τζανακάρης, Βασίλης Ι. (2016). Οι λήσταρχοι: Τα παλληκάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν. Εκδόσεις Μεταίχμιο. ISBN 978-618-03-0753-5.