Ο Γιαν Κρίστιαν Σματς (Jan Christiaan Smuts, 24 Μαΐου 187011 Σεπτεμβρίου 1950) ήταν σημαντικός Νοτιοαφρικανός πολιτικός, στρατιωτικός ηγέτης και φιλόσοφος. Διετέλεσε υπουργός σε διάφορα υπουργεία και πρωθυπουργός της Ενώσεως της Νότιας Αφρικής από το 1919 ως το 1924 και πάλι από το 1939 ως το 1948. Υπήρξε υποστηρικτής του φυλετικού διαχωρισμού με διαφορετικά εδάφη για τους μαύρους και τους λευκούς, αλλά προς το τέλος της σταδιοδρομίας του υπεστήριξε την έναρξη ορισμένων μέτρων προς την κατεύθυνση της συμβιώσεως μαύρων και λευκών.

Γιαν Σματς
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Jan Christiaan Smuts (Αφρικάανς)
Γέννηση24  Μαΐου 1870[1][2][3]
Riebeek West
Θάνατος11  Σεπτεμβρίου 1950[4][1][2]
Irene
Χώρα πολιτογράφησηςΝοτιοαφρικανική Ένωση
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά[5]
ΣπουδέςΤζίζους Κόλετζ
Κολλέγιο του Χριστού
Stellenbosch University[6]
Paul Roos Gymnasium
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταβοτανολόγος
αξιωματικός
δικηγόρος
πολιτικός
φιλόσοφος[7]
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαSouth African Party και United Party
Οικογένεια
ΣύζυγοςIsie Smuts
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςστρατάρχης/Βρετανικός Στρατός
Πόλεμοι/μάχεςΑ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΠρωθυπουργός της Νοτίου Αφρικής (1919–1924)
μέλος του Συμβουλίου Επικρατείας του Ηνωμένου Βασιλείου
Minister of Defence of South Africa
Minister of Finance (South Africa)
Πρωθυπουργός της Νοτίου Αφρικής (1939–1948)
ΒραβεύσειςΤαξιάρχης της Λεγεώνας της Τιμής
Πολεμικός Σταυρός
μετάλλιο Τζέιμς Κουκ (1947)[8]
Μετάλλιο Άλμπερτ (1942)
Τάγμα της Αξίας του Ηνωμένου Βασιλείου
Companion of Honour
Μετάλλιο του Ιωβηλαίου του βασιλιά Γεωργίου Ε΄
Μετάλλιο της Στέψης του βασιλιά Γεωργίου Στ΄
Africa Star
France and Germany Star
Συμμαχικό μετάλλιο της νίκης
European-African-Middle Eastern Campaign Medal
Μεγαλόσταυρος του Στρατιωτικού Τάγματος του Πύργου και του Σπαθιού[9]
1914–15 Star
Grand Cross of the Order of the African Star (1948)
Βρετανικό πολεμικό μετάλλιο
Τάγμα του Μουχάμαντ Άλι
επίτιμος διδάκτωρ του πανεπιστημίου του Λέιντεν (1948)[10]
Τάγμα του Σωτήρος[11]
Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Λεοπόλδου Β΄ (1946)
Ανώτερος Ταξιάρχης του Τάγματος του Λεοπόλδου (1917)
Honorary Fellow of the Royal Society Te Apārangi[12]
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ηγήθηκε μιας μονάδας των Μπόερς (ορθή προφορά: Μπουρς) στον Δεύτερο Πόλεμο των Μπόερς, ενώ κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ηγήθηκε του νοτιοαφρικανικού στρατού κατά της Γερμανίας, καταλαμβάνοντας τη Γερμανική Νοτιοδυτική Αφρική και διοικώντας τον βρετανικό στρατό στη Γερμανική Ανατολική Αφρική. Από το 1917 ως το 1919 συμμετείχε στο βρετανικό πολεμικό υπουργικό συμβούλιο, όπου διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ίδρυση της πολεμικής αεροπορίας, της μελλοντικής RAF. Ο Σματς έγινε Στρατάρχης του βρετανικού στρατού το 1941 και συμμετείχε και πάλι στο βρετανικό πολεμικό υπουργικό συμβούλιο υπό τον Ουίνστον Τσώρτσιλ. Υπήρξε ο μόνος άνθρωπος που υπέγραψε αμφότερες τις συνθήκες που τερμάτισαν τον Πρώτο και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Βιογραφία

Επεξεργασία

Οικογένεια, πρώτα χρόνια, σπουδές

Επεξεργασία
 
Ο Γιάκομπους και η Καταρίνα Σματς το 1893

Ο Γιαν Σματς γεννήθηκε το 1870 στο οικογενειακό αγρόκτημα, στο Ρίμπηκ Βες (Riebeek West), κοντά στο Μάλμσμπερυ, στην τότε βρετανική Αποικία του Ακρωτηρίου. Οι γονείς του, Γιάκομπους και Καταρίνα Σματς, ήταν εύποροι παραδοσιακοί αγρότες Αφρικάνερς (απόγονοι Ολλανδών εποίκων), που έχαιραν μεγάλης εκτιμήσεως στην περιοχή[13].

Ο Γιαν ήταν ήσυχο και ευαίσθητο παιδί, με ισχυρή τάση προς τις μοναχικές επιδιώξεις. Συχνά απομακρυνόταν μόνο του εξερευνώντας τη γύρω ύπαιθρο, και η αγάπη του για τη φύση τον συνόδευε σε όλη του τη ζωή. Ως ο δεύτερος γιος της οικογένειας, το έθιμο υπαγόρευε ότι θα έμενε να εργάζεται στο αγρόκτημα, καθώς μία πλήρης εκπαίδευση συνήθως ήταν προνόμιο μόνο του πρωτότοκου γιου. Ωστόσο, το 1882, όταν ο Γιαν ήταν 12 ετών, ο μεγαλύτερος αδελφός του πέθανε, οπότε ο Γιαν στάλθηκε στο σχολείο στη θέση του. Παρά την καθυστερημένη του έναρξη, πραγματοποίησε ταχεία πρόοδο και σε 4 χρόνια έφθασε στην ίδια τάξη με τους συνομηλίκους του και σε ηλικία 16 ετών εγγράφηκε στο Κολέγιο Βικτόρια (το σημερινό Πανεπιστήμιο του Στέλενμπος)[14].

Στο Στέλενμπος έμαθε την κανονική ολλανδική γλώσσα, αλλά και τη γερμανική και την αρχαία ελληνική, και βυθίστηκε στη μελέτη της κλασικής λογοτεχνίας. Η βαθιά παραδοσιακή του ανατροφή και το σοβαρό παρουσιαστικό του συνέτειναν στο να μη δημιουργήσει αρκετούς φίλους ανάμεσα στους συμφοιτητές του. Ωστόσο, αποφοίτησε από τους πρώτους στο έτος του, το 1891. Μόνο τον τελευταίο χρόνο στο Στέλενμπος ο Σματς άρχισε να γίνεται λιγότερο ντροπαλός και επιφυλακτικός με τους άλλους, και τότε γνώρισε την Ίση Κρίγε (Isie Krige), με την οποία αργότερα θα παντρεύονταν[15].

Αποφοιτώντας, ο Σματς κέρδισε την υποτροφία Ebden για σπουδές στην Ευρώπη. Αποφάσισε να πάει στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ στη Μεγάλη Βρετανία για να σπουδάσει νομική, αλλά εκεί αντιμετώπισε δυσκολίες προσαρμογής και νοσταλγία για την πατρίδα του, ενώ ανησυχούσε και για το οικονομικό ζήτημα, καθώς η μικρή υποτροφία του ήταν ανεπαρκής για να καλύπτει εντελώς τα έξοδά του. Τότε τον βοήθησε ένας φίλος του από το Κολέγιο Βικτόρια, ο καθηγητής J.I. Marais, στέλνοντάς του ως απάντηση στην επιστολή του μία επιταγή με σημαντικό ποσό και την παράκληση να μη διστάσει να τον ειδοποιήσει αν ποτέ βρισκόταν σε ανάγκη[16].

Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Κέιμπριτζ, ο Σματς βρήκε χρόνο να μελετήσει ποικίλα άλλα θέματα εκτός από τα νομικά, μάλιστα έγραψε κι ένα βιβλίο με τίτλο Ουώλτ Ουίτμαν: Μία μελέτη στην εξέλιξη της προσωπικότητας, που πάντως έμεινε αδημοσίευτο μέχρι το 1973.[17]

Ο Σματς απεφοίτησε το 1893, και πάλι με άριστα. Κατά τα δύο προηγούμενα χρόνια είχε τιμηθεί με πολλά ακαδημαϊκά βραβεία και επαίνους, όπως το επίζηλο Βραβείο Τζωρτζ Λονγκ Ρωμαϊκού Δικαίου και Φιλοσοφίας του Δικαίου[18]. Ο εκ των καθηγητών του Φρέντερικ Γουίλιαμ Μαίτλαντ, μία ηγετική προσωπικότητα μεταξύ των Άγγλων ιστορικών του Δικαίου, περιέγραψε τον Σματς ως τον εξυπνότερο φοιτητή που είχε συναντήσει ποτέ[19]. Ο Αλεξάντερ Τοντ, ο διευθυντής του Κολεγίου Κράιστ του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, είπε το 1970 ότι «στα 500 χρόνια της ιστορίας του Κολεγίου, από όλα τα μέλη του, τρία υπήρξαν αληθινά εξέχοντα: ο Ιωάννης Μίλτων, ο Κάρολος Δαρβίνος και ο Γιαν Σματς»[20].

Το 1894 ο Σματς πέρασε τις εξετάσεις των Δικηγορικών Συλλόγων Αγγλίας και Ουαλλίας (Inns of Court), ενώ το Κολέγιο Κράιστ του προσέφερε θέση στη Νομική Σχολή. Ωστόσο, ο Σματς απαρνήθηκε μία δυνητικά διακεκριμένη ακαδημαϊκή σταδιοδρομία. Τον Ιούνιο του 1895 επέστρεψε στην πατρίδα του, απόφασισμένος να ζήσει πια εκεί[21].

Ανάμιξη με την πολιτική

Επεξεργασία

Ο Σματς άρχισε να εξασκεί τη νομική στο Κέιπ Τάουν, αλλά χωρίς μεγάλη επιτυχία, οπότε άρχισε να κλίνει όλο και περισσότερο προς την πολιτική και τη δημοσιογραφία, αρθρογραφώντας για τους Cape Times. Ενδιαφέρθηκε για την προοπτική μιας ενωμένης ανεξάρτητης Νότιας Αφρικής, και έγινε μέλος του κόμματος Afrikaner Bond (Ένωση των Αφρικάνερ). Ο πατέρας του έτυχε να γνωρίζει τον αρχηγό τους, τον Γιαν Χέντρικ Χόφμεϋρ, ο οποίος με τη σειρά του συνέστησε τον Γιαν Σματς στον Σέσιλ Ρόουντς, ιδιοκτήτη της εταιρείας ορυχείων De Beers και μέλος του κόμματος, ο οποίος τον προσέλαβε ως νομικό σύμβουλο.

Αλλά όταν ο Ρόουντς διοργάνωσε την Επιδρομή του Τζέιμσον το 1895–1896, ο Σματς εξοργίστηκε. Αισθανόμενος προδομένος από τον εργοδότη και πολιτικό του μέντορα, παραιτήθηκε από την De Beers και την πολιτική ζωή. Μετακόμισε στην πρωτεύουσα της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας του Τράνσβααλ, την Πρετόρια, όπου διορίσθηκε εισαγγελέας.

Μετά την Επιδρομή του Τζέιμσον οι σχέσεις μεταξύ των Βρετανών και των Αφρικάνερς είχαν επιδεινωθεί σταθερά. Το 1898 ο πόλεμος φαινόταν πια στον ορίζοντα. Ο πρόεδρος του Ελεύθερου Κράτους της Οράγγης Μαρτίνους Στάυν ζήτησε τη διεξαγωγή ενός συνεδρίου ειρήνης στο Μπλουμφοντέιν για την εξομάλυνση των διαφωνιών. Με άριστη γνώση των Βρετανών, ο Σματς ανέλαβε τον έλεγχο της αντιπροσωπείας του Τράνσβααλ. Ο επικεφαλής της βρετανικής αντιπροσωπείας Άλφρεντ Μίλνερ αντέδρασε στην κυριαρχία του Σματς και η σύγκρουση μεταξύ των δύο τους οδήγησε στην αποτυχία του συνεδρίου, αφήνοντας έτσι ανοικτό τον δρόμο προς τον πόλεμο[22].

Ο Πόλεμος των Μπόερς

Επεξεργασία
 
Ο Σματς με αντάρτες Μπόερς κατά τον Β΄ Πόλεμο των Μπόερς, περ. 1901

Στις 11 Οκτωβρίου 1899 οι Βρετανοί εισέβαλαν στις Δημοκρατίες των Μπόερς, αρχίζοντας έτσι τον Β΄ Πόλεμο των Μπόερς (που είναι γνωστός και απλώς ως «Πόλεμος των Μπόερς»). Κατά τα πρώτα στάδια της συγκρούσεως, ο Σματς έδρασε ως τα μάτια και τα αυτιά του Πάουλ Κρύχερ, διαχειριζόμενος θέματα επικοινωνίας, με στρατηγούς και διπλωμάτες, προπαγάνδας και επιμελητείας. Κατά τη δεύτερη φάση αυτού του πολέμου, ο Σματς υπηρέτησε υπό τον Κους ντε λα Ρέυ, που διοικούσε 500 αντάρτες στο Δυτικό Τράνσβααλ. Ο Σματς αποδείχθηκε εξαιρετικά ικανός στον ανταρτοπόλεμο επιδρομών (hit-and-run warfare), και η μονάδα του παρενοχλούσε και διέφευγε από ένα βρετανικό στρατό 40 φορές μεγαλύτερο. Αλλά ο πρόεδρος Κρύχερ τότε πίστεψε ότι υπήρχαν καλές πιθανότητες να επικρατήσουν στη βρετανική Αποικία του Ακρωτηρίου. Ως συνέπεια, ο Σματς έμεινε με μία μικρή δύναμη 300 ανδρών, ενώ άλλοι εκατό τον ακολούθησαν αργότερα. Οι Βρετανοί άρχισαν να ακολουθούν τακτική καμένης γης, οπότε το ιππικό του Σματς εξασθένησε από την ασιτία των αλόγων και ο Σματς τους άφησε με τον Στρατηγό Κρίτσινγκερ. Πιθανώς όμως ο Σματς να είχε τότε περί τους 3.000 άνδρες[23].

Για να τερματίσει τη σύγκρουση, ο Σματς αναζήτησε να καταλάβει ένα σημαντικό στόχο, την κωμόπολη του τότε πλουσιότερου ορυχείου χαλκού στον κόσμο, την Οκιέπ. Με την κατά μέτωπο επίθεση να είναι αδύνατη, ο Σματς γέμισε ένα τρένο με εκρηκτικά και το έσπρωξε στην κατηφόρα προς την πόλη. Παρά την αποτυχία του εγχειρήματος αυτού, οι αμυνόμενοι κατάλαβαν ότι είχαν να κάνουν με έναν έξυπνο αντίπαλο, που θα έκανε τα πάντα για να νικήσει. Μαζί με την αποτυχία των Βρετανών να τελειώσουν τον πόλεμο στο Τράνσβααλ, οι επιτυχίες του Σματς συνετέλεσαν στο να τους οδηγήσουν στην πρόταση για ανακωχή και σύγκληση διασκέψεως ειρήνης στο Φερήνεχιν[23].

Πριν τη διάσκεψη αυτή, ο Σματς συνάντησε τον στρατηγό Κίτσενερ, με τον οποίο συζήτησαν τους όρους μιας συνθήκης ειρήνης. Στη συνέχεια ο Σματς είχε ηγετικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους αντιπροσώπους από όλες τις ανταρτικές ομάδες από την Οράγγη και εκείνες από το Τράνσβααλ (Μάιος 1902). Παρότι παραδεχόταν ότι, από καθαρώς στρατιωτικής απόψεως, ο πόλεμος μπορούσε να συνεχισθεί, ο Σματς τόνισε τη σημασία τού να μη θυσιαστεί ο άμαχος λαός των Αφρικάνερ για την πλήρη ανεξαρτησία τους. Γνώριζε ότι περισσότερες από 20 χιλιάδες γυναικόπαιδα είχαν πεθάνει ήδη στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως του εχθρού. Πίστευε ότι θα ήταν εγκληματικό να συνεχίσουν τον πόλεμο χωρίς τη βεβαιότητα μιας βοήθειας από κάπου αλλού και διακήρυξε: «Σύντροφοι, αποφασίσαμε να κρατήσουμε μέχρι τέλους. Ας αναγνωρίσουμε τώρα σαν άντρες ότι αυτό το τέλος έχει έλθει για εμάς, σε μία πιο πικρή μορφή από αυτή που θα πιστεύαμε ποτέ»[24]. Οι προτάσεις του ήταν αντιπροσωπευτικές της διασκέψεως, τα μέλη της οποίας ψήφισαν 54 προς 6 υπέρ της ειρήνης. Οι αντιπρόσωποι των κυβερνήσεων των Μπόερς συναντήθηκαν με τον λόρδο Κίτσενερ και στις 31 Μαΐου 1902, οι πρόεδροι των Μπόερς Σαλκ Βίλεμ Μπούργερ και Κρίστιαν ντε Βετ υπέγραψαν τη συνθήκη ειρήνης, ακολουθούμενοι από τα μέλη των κυβερνήσεών τους[25].

Στο βρετανικό Τράνσβααλ

Επεξεργασία

Παρά τα κατορθώματα του Σματς ως στρατιωτικού και διαπραγματευτή, τίποτα δεν μπορούσε να κρύψει το γεγονός ότι οι Αφρικάνερς είχαν στην ουσία ηττηθεί και ταπεινωθεί. Ο Άλφρεντ Μίλνερ είχε πλήρη έλεγχο στα πράγματα της Νότιας Αφρικής και καθιέρωσε μία αγγλόφωνη ελίτ, το «Νηπιαγωγείο του Μίλνερ». Ως Αφρικάνερ, ο Σματς αποκλείσθηκε αλλά δεν αποθαρρύνθηκε, και τον Ιανουάριο του 1905, απεφάσισε να συνασπισθεί με άλλους πρώην στρατηγούς του Τράνσβααλ για να σχηματίσουν ένα πολιτικό κόμμα, το Χετ Φολκ (Het Volk, «Κόμμα του Λαού»)[26], προκειμένου να παλέψουν για τα δικαιώματα των Αφρικάνερς. Ο Λούις Μπότα εκλέχθηκε αρχηγός του κόμματος και ο Σματς υπαρχηγός.

Με το τέλος της θητείας του, ο Μίλνερ αντικαταστάθηκε στη θέση του Υπάτου Επιτρόπου από τον μετριοπαθέστερο Κόμη Σέλμπορν. Ο Σματς διείδε την ευκαιρία και παρότρυνε τον Μπότα να πείσει το βρετανικό Κόμμα των Φιλελευθέρων να υποστηρίξει τα αιτήματα του Χετ Φολκ. Η τακτική απέδωσε όταν η κυβέρνηση του Συντηρητικού Κόμματος του Άρθουρ Μπάλφουρ κατέρρευσε τον Δεκέμβριο του 1905. Οι Σματς και Μπότα ταξίδεψαν στο Λονδίνο, όπου διαπραγματεύθηκαν πλήρη αυτοδιοίκηση για το Τράνσβααλ. Χρησιμοποιώντας ως εργαλείο το ακανθώδες πολιτικό ζήτημα των Ασιατών εργατών («κούληδων»), έπεισαν τον Βρετανό πρωθυπουργό Χένρυ Κάμπελ-Μπάνερμαν και μαζί του το υπουργικό συμβούλιο και το κοινοβούλιο.

Ολόκληρο το 1906 ο Σματς εργάσθηκε για τη συγγραφή ενός νέου συντάγματος για το Τράνσβααλ και τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους έγιναν εκλογές για το κοινοβούλιο του Τράνσβααλ. Παρά τη φυσική του εσωστρέφεια (ήταν κτυπητή η αντίθεσή του με τον εκδηλωτικό Μπότα), ο Σματς πέτυχε μία άνετη νίκη στην περιφέρεια του Βόντερμπουμ, κοντά στην Πρετόρια. Αυτή θα ήταν η πρώτη από τις πολλές πολιτικές του νίκες, με το κόμμα να κυριαρχεί παντού και τον Μπότα να σχηματίζει κυβέρνηση. Σε ανταμοιβή των αγώνων του, ο Σματς ανέλαβε δύο θέσεις στην κυβέρνηση: αυτή του «αποικιακού υπουργού» και αυτή του υπουργού παιδείας[27].

Ο Σματς αποδείχθηκε αποτελεσματικός υπουργός, παρότι αντιλαϊκιστής. Ως υπουργός παιδείας, ήρθε σε σύγκρουση με την προτεσταντική Εκκλησία, της οποίας ήταν κάποτε αφοσιωμένος πιστός και η οποία ζητούσε να διδάσκονται οι αρχές του καλβινισμού στα σχολεία. Ως «αποικιακός υπουργός» πάλι, αντιτέθηκε σε ένα κίνημα υπέρ των ίσων δικαιωμάτων για τους εργάτες από τη νότια Ασία, τού οποίου ηγείτο ο δικηγόρος Μοχάντας Κ. Γκάντι[27].

Κατά την περίοδο της αυτοδιοικήσεως του Τράνσβααλ, κανένας δεν μπορούσε να αποφύγει την κυρίαρχη πολιτική συζήτηση των ημερών εκείνων: την ένωση της Νότιας Αφρικής σε ένα κράτος. Από την επικράτηση των Βρετανών και μετά, ήταν η αναπόφευκτη συνέχεια, αλλά χρειαζόταν μία απόφαση για το ποιο είδος χώρας ήταν το πλέον κατάλληλο. Ο Σματς προτιμούσε ένα ενιαίο κράτος, συγκεντρωτικό και όχι ομοσπονδιακό, με όλη την εξουσία επικεντρωμένη στην πρωτεύουσα (πρότεινε την Πρετόρια), με την αγγλική ως τη μόνη επίσημη γλώσσα. Για να ενισχύσει την αποδοχή του οράματός του, συνεκάλεσε μία συνταγματική συνέλευση στο Ντέρμπαν, τον Οκτώβριο του 1908.[28]

Εκεί ο Σματς αντιμετώπισε μία σκληρή αντιπροσωπεία από την Αποικία του Οράγγη, που αρνήθηκε όλες τις προτάσεις του. Ο Σματς είχε προβλέψει αυτή την αντιπολίτευση και προσάρμοσε τις δικές του θέσεις ανάλογα. Υποχώρησε στα θέματα της τοποθεσίας της πρωτεύουσας και του δικαιώματος ψήφου, αλλά παρέμεινε σταθερός στη θεμελιώδη δομή του κράτους. Μετά από πολλές εβδομάδες, οι ηγέτες της Οράγγης άρχισαν να βλέπουν έναν τελικό συμβιβασμό απαραίτητο ώστε να εξασφαλίσουν τις υποχωρήσεις του Σματς. Συμφώνησαν στο δικό του προσχέδιο νοτιοαφρικανικού Συντάγματος, που γρήγορα προσυπογράφηκε από τις νοτιοαφρικανικές αποικίες. Στη συνέχεια, οι Σματς και Μπότα το πήραν στο Λονδίνο, όπου πέρασε από το κοινοβούλιο και τού δόθηκε η βασιλική έγκριση από τον Εδουάρδο Ζ΄ τον Δεκέμβριο του 1909.[28]

Οι Παλιοί Μπόερς

Επεξεργασία

Είχε γεννηθεί πια η Ένωση της Νότιας Αφρικής και οι Αφρικάνερς είχαν το κλειδί για την πολιτική εξουσία σε αυτή, ως η πλειοψηφία του εκλογικού της σώματος. Παρά το ότι ο Μπότα διορίσθηκε ως ο πρώτος πρωθυπουργός του νέου κράτους, ο Σματς έγινε «πολυϋπουργός», παίρνοντας τρία υπουργεία-κλειδιά: των Εσωτερικών, των Ορυχείων και της Εθνικής Αμύνης. Χωρίς αμφιβολία, ο Σματς ήταν ο δεύτερος πιο ισχυρός άνθρωπος στη Νότια Αφρική. Για να παγιώσουν την κυριαρχία τους στη νοτιοαφρικανική πολιτική σκηνή, οι Αφρικάνερς ενώθηκαν σχηματίζοντας το «Νοτιοαφρικανικό Κόμμα»[29].

Η αρμονία και η συνεργασία ωστόσο έληξαν γρήγορα. Ο Σματς επικρίθηκε για τις υπερεξουσίες του και έγινε ανασχηματισμός. Ο Σματς έχασε τα υπουργεία Εσωτερικών και Ορυχείων, αλλά πήρε αυτό της Εθνικής Οικονομίας. Ακόμα και αυτό ήταν πολύ για τους αντιπάλους του: Στο συνέδριο του κόμματος το 1913, οι «Παλιοί Μπόερς» (Χέρτσογκ, Στάυν, Ντε Βετ) κάλεσαν τους Μπότα και Σματς να παραδώσουν την εξουσία. Οι δυο τους μόλις που κατάφεραν να πάρουν ψήφο εμπιστοσύνης και τότε οι «Παλιοί Μπόερς» παραιτήθηκαν από το κόμμα[30].

Μαζί με τη διάσπαση αυτή του κόμματος ήρθε μία νέα απειλή, από τα ορυχεία που έδιναν στη χώρα τον πλούτο της. Μία μικρή αρχικώς διένεξη των εργαζομένων εκεί εξελίχθηκε γρήγορα σε μεγάλης κλίμακας απεργία, που συνοδεύθηκε από διαδηλώσεις στο Γιοχάνεσμπουργκ. Αφού πρώτα η αστυνομία πυροβόλησε τους απεργούς σκοτώνοντας 21, οι Σματς και Μπότα κατευθύνθηκαν χωρίς συνοδεία προς την πόλη για να επιλύσουν το θέμα προσωπικά. Αντιμετωπίζοντας απειλές για τη ζωή τους, διαπραγματεύθηκαν μία ανακωχή, που όμως δεν κράτησε και το 1914 μία απεργία των σιδηροδρομικών μετατράπηκε σε γενική απεργία. Απειλές για επανάσταση έκαναν τον Σματς να κηρύξει στρατιωτικό νόμο και να δράσει χωρίς έλεος, απελαύνοντας τους ηγέτες των εργατικών συνδικάτων από τη χώρα χωρίς δίκη και χρησιμοποιώντας το κοινοβούλιο για να απαλλάξει τον ίδιο και την κυβέρνηση από κάθε ευθύνη αναδρομικά. Αυτό ήταν η αφορμή για τους «Παλιούς Μπόερς» να ιδρύσουν το δικό τους κόμμα, το «Εθνικόν Κόμμα», για να πολεμήσουν το πανίσχυρο δίδυμο Μπότα-Σματς[30].

Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος

Επεξεργασία
 
Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Σματς (δεξιά) και ο Μπότα υπήρξαν αξιωματικοί του Βρετανικού Στρατού.

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου ο Σματς ίδρυσε την «Αμυντική Δύναμη της Ενώσεως». Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να καταπνίξει την Εξέγερση του Μάριτς κατά της βρετανικής κυριαρχίας, κάτι που είχε επιτευχθεί μέχρι τον Νοέμβριο του 1914. Στη συνέχεια, Σματς και Μπότα οδήγησαν τον νοτιοαφρικανικό στρατό μέσα στη Γερμανική Νοτιοδυτική Αφρική, την οποία και κατέλαβαν. Το 1916 ο στρατηγός Σματς τέθηκε επικεφαλής και της κατακτήσεως της Γερμανικής Ανατολικής Αφρικής. Ο συνταγματάρχης J.H.V. Crowe που διεύθυνε το πυροβολικό στην Ανατολική Αφρική υπό την ηγεσία του, έγραψε ένα σχετικό βιβλίο με τίτλο «Η εκστρατεία του Στρατηγού Σματς στην Ανατολική Αφρική» το 1918.[31] Ο Σματς προάχθηκε σε «προσωρινό αντιστράτηγο» στις 18 Φεβρουαρίου 1916.[32]

Παρά το ότι η εκστρατεία στην Ανατολική Αφρική πήγε αρκετά καλά, οι γερμανικές δυνάμεις δεν εξουδετερώθηκαν και ο Σματς επικρίθηκε από τον συνταγματάρχη Ρίτσαρντ Μάινερτσχάγκεν, επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών του, για το ότι απέφευγε τις κατά μέτωπο επιθέσεις, οι οποίες κατ' αυτόν θα είχαν μικρότερο κόστος από τις ασυνεχείς κινήσεις πλευροκοπήσεως, που επεμήκυναν την εκστρατεία, με αποτέλεσμα χιλιάδες στρατιώτες της Ενώσεως να πεθάνουν από τροπικές ασθένειες. Ο Μάινερτσχάγκεν πίστευε ότι ο Χόρας Σμιθ-Ντόριεν (που είχε σώσει τον βρετανικό στρατό κατά την υποχώρηση από τη Μονς), η αρχική επιλογή για επικεφαλής της εκστρατείας, θα είχε γρήγορα νικήσει τον Γερμανό αρχηγό, συνταγματάρχη (αργότερα στρατηγό) Πάουλ φον Λέτοβ-Φόρμπεκ. Για τον Σματς, ο Μάινερτσχάγκεν έγραψε: «Ο Σματς έχει κοστίσει στους Βρετανούς εκατοντάδες χιλιάδες ζωές και πολλά εκατομμύρια λίρες με τη διστακτικότητά του... ... Δεν υπήρξε στρατιωτικός με ταχεία κρίση στις σημαντικές αποφάσεις. Υπήρξε ιδιοφυής πολιτικός, αλλά όχι στρατιωτικός.»[33] Ο Σματς πάντως προάχθηκε σε επίτιμο αντιστράτηγο «για διακεκριμένη υπηρεσία στο πεδίο», την 1η Ιανουαρίου 1917.[34]

Στις αρχές του 1917 ο Σματς ταξίδεψε στο Λονδίνο μετά από πρόσκληση να συμμετάσχει στο βρετανικό πολεμικό υπουργικό συμβούλιο και την Επιτροπή Πολιτικής του Πολέμου από τον Ντέιβιντ Λόυντ Τζωρτζ. Ο Σματς αρχικώς συνέστησε ανανέωση των επιθέσεων στο δυτικό μέτωπο και μία πολιτική φθοράς, από φόβο μήπως με τη ρωσική επιθυμία για ειρήνευση, η Γαλλία ή η Ιταλία μπουν στον πειρασμό να συνάψουν ξεχωριστά ειρήνη[35]. Ο Βρετανός πρωθυπουργός επιθυμούσε έναν διοικητή «τού τύπου που εφορμά» για τη Μέση Ανατολή ως τον διάδοχο του Άρτσιμπαλντ Μάρεϋ, αλλά ο Σματς αρνήθηκε τη διοίκηση εκτός αν του υπόσχονταν τα μέσα για μία αποφασιστική νίκη, και συμφώνησε με τον Γουίλιαμ Ρόμπερτσον ότι οι δεσμεύσεις στο δυτικό μέτωπο δεν δικαιολογούσαν σοβαρή επιχείρηση για την κατάληψη της Ιερουσαλήμ. Στη θέση του διορίσθηκε ο Άλενμπυ[36]. Ωστόσο, όπως συνέβη και με άλλα μέλη του συμβουλίου, η προσήλωση του Σματς στις επιχειρήσεις στο δυτικό μέτωπο κλονίσθηκε από την Τρίτη Μάχη της Υπρ[37].

Το 1917, μετά από τις γερμανικές αεροπορικές επιδρομές και την πίεση του Τζων Φρεντς, ο Σματς έγραψε μία επισκόπηση των βρετανικών αεροπορικών δυνάμεων, που είναι γνωστή ως «Αναφορά Σματς», με τη βοήθεια του στρατηγού Ντέιβιντ Χέντερσον. Η αναφορά οδήγησε στη θεώρηση των αεροπορικών δυνάμεων ως ξεχωριστών, με τελικό αποτέλεσμα τη δημιουργία της Βρετανικής Βασιλικής Αεροπορίας (RAF)[38][39]

Στα μέσα Ιανουαρίου του 1918, ο Λόυντ Τζωρτζ σκεπτόταν να διορίσει τον Σματς ως γενικό διοικητή όλων των χερσαίων και ναυτικών δυνάμεων που πολεμούσαν τους Τούρκους, ο οποίος θα ανέφερε απευθείας στο πολεμικό υπουργικό συμβούλιο και όχι στον Ρόμπερτσον[40]. Στις αρχές του 1918 ο Σματς στάλθηκε στην Αίγυπτο για διαβουλεύσεις με τον Άλενμπυ και την προετοιμασία μεγάλων επιχειρήσεων στο θέατρο αυτό. Ωστόσο, πριν από την αναχώρησή του, μαθαίνοντας τις υπερβολικές εκτιμήσεις του Ρόμπερτσον για τις απαιτούμενες ενισχύσεις, απαίτησε την απαλλαγή του Ρόμπερτσον από τα καθήκοντά του. Ο Άλενμπυ συνεργάσθηκε με τον Σματς στην ανάπτυξη σχεδίων που προέβλεπαν, με την ενίσχυση τριών μεραρχιών από τη Μεσοποταμία, να προελάσουν μέχρι τη Χάιφα ως τον Ιούνιο και να φθάσουν στη Δαμασκό ως το φθινόπωρο, με την ταχύτητα της προελάσεως να περιορίζεται κυρίως από την ανάγκη κατασκευής νέων σιδροδρομικών γραμμών. Αυτά τα σχέδια έθεσαν τα θεμέλια για την επιτυχημένη επίθεση του Άλενμπυ αργότερα το 1918.[41]

Καθώς και οι περισσότεροι πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες της Βρετανικής Αυτοκρατορίας κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έτσι και ο Σματς θεωρούσε ότι οι Αμερικανικές Εκστρατευτικές Δυνάμεις δεν διέθεταν την κατάλληλη ηγεσία και εμπειρία ώστε να είναι αποτελεσματικές σε σύντομο χρόνο. Υπεστήριξε έτσι τη συγχώνευσή τους με τις αγγλικές και γαλλικές δυνάμεις. Ειδικότερα, δεν εμπιστευόταν καθόλου τα ηγετικά προσόντα του στρατηγού Τζων Πέρσινγκ, και έφθασε να γράψει μία εμπιστευτική επιστολή στον Λόυντ Τζωρτζ προτείνοντας την απαλλαγή του Πέρσινγκ από τα καθήκοντά του και την ανάθεση της διοικήσεως των αμερικανικών δυνάμεων σε κάποιον με «περισσότερη εμπιστοσύνη, όπως τον εαυτό του», μία ενέργεια που τον κατέστησε αντιπαθή στους Αμερικανούς όταν διέρρευσε[42].

Επιστροφή στην πολιτική

Επεξεργασία

Οι Σματς και Μπότα υπήρξαν σημαντικοί διαπραγματευτές στη Σύνοδο Ειρήνης των Παρισίων. Αμφότεροι ευνοούσαν μία επανασυμφιλίωση με τη Γερμανία και την καταβολή εκ μέρους της περιορισμένων πολεμικών επανορθώσεων. Ο Σματς υπερασπίσθηκε την ιδέα μιας ισχυρής Κοινωνίας των Εθνών, αλλά δεν εισακούσθηκε. Η Συνθήκη των Βερσαλλιών έδινε στη Νότια Αφρική μία εντολή «Τάξεως C» επί της γερμανικής Νοτιοδυτικής Αφρικής (της σημερινής Ναμίμπια), την οποία η Ν. Αφρική κατείχε από τότε μέχρι το 1990, ωστόσο ο Σματς απογοητεύθηκε, καθώς πρόσμενε την επίσημη ενσωμάτωσή της στη Νότια Αφρική[43]. Ο Σματς, όπως και ο Αυστραλός πρωθυπουργός Μπίλυ Χιουζ, φοβόταν την αυξανόμενη ισχύ της Ιαπωνίας. Η πρώην Γερμανική Ανατολική Αφρική χωρίστηκε σε τρία εδάφη υπό εντολή: τη Ρουάντα, το Μπουρούντι και την Ταγκανίκα. Για την τελευταία, ένα από τα ονόματα που προτάθηκαν ήταν «Σματσλάνδη» (Smutsland), προς τιμή του Σματς.

Μετά τη σύνοδο, ο Σματς επέστρεψε στη νοτιοαφρικανική πολιτική σκηνή. Με τον θάνατο του Μπότα το 1919, εκλέχθηκε πρωθυπουργός της χώρας και παρέμεινε στη θέση αυτή μέχρι την ήττα-σοκ το 1924 από το Εθνικόν Κόμμα.

Ευρισκόμενος στη Βρετανία για ένα Αυτοκρατορικό Συνέδριο τον Ιούνιο του 1920, ο Σματς πήγε στην Ιρλανδία, όπου συνάντησε τον Έιμον ντε Βαλέρα για να βοηθήσει σε μία ανακωχή και στη σύναψη ειρηνευτικής συμφωνίας ανάμεσα στη Βρετανία και τους Ιρλανδούς εθνικιστές. Επεχείρησε να πείσει τους Ιρλανδούς να δεχθούν μία αυτονομία υπό τη βρετανική κυριαρχία (Ντομίνιον), όπως ήταν τότε η Ένωση της Νότιας Αφρικής και η Αυστραλία[44].

Την ίδια περίοδο ο Σματς ανέπτυξε παραπέρα και το χόμπι της συλλογής φυτών και το εξέλιξε σε βοτανολογία, συμμετέχοντας σε αρκετές βοτανολογικές εξορμήσεις κατά τις δεκαετίες του 1920 και του 1930 με τον ειδικό Τζων Χάτσινσον. Επιπλέον, ο Σματς ήταν ορειβάτης και υποστηρικτής της ορειβασίας[45]. Μία από τις αγαπημένες του οδοιπορίες ήταν η ανάβαση στο Τραπεζοειδές Όρος από ένα μονοπάτι που είναι σήμερα γνωστό ως «Smuts' Track» (διαδρομή του Σματς). Τον Φεβρουάριο του 1923 έκανε τα αποκαλυπτήρια ενός μνημείου για τα μέλη του Ορειβατικού Συλλόγου που είχαν σκοτωθεί στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο[45].

Για το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 1930 ο Σματς ήταν υποστηρικτής του εξευμενισμού της Γερμανίας. Τον Δεκέμβριο του 1934 είπε σε ομιλία του στο Βασιλικό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων, το Τσάθαμ Χάουζ:

«Πώς μπορεί το σύμπλεγμα κατωτερότητας που διακατέχει και, φοβάμαι, δηλητηριάζει τον νου και την ψυχή της Γερμανίας, να αφαιρεθεί; Υπάρχει μόνον ένας τρόπος και αυτός είναι να αναγνωρίσουμε την πλήρη ισότητά της με τα άλλα κράτη, και να το πράξουμε με ειλικρίνεια και χωρίς επιφυλάξεις... Ενώ κάποιος κατανοεί τους φόβους της Γαλλίας, δεν μπορεί παρά να αισθανθεί συμπάθεια για τη Γερμανία στη φυλακή της κατωτερότητας στην οποία παραμένει ακόμα, 16 χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου. Η συνέχιση της ισχύος του καθεστώτος των Βερσαλλιών για αυτή μετατρέπεται σε προσβολή της ευρωπαϊκής συνειδήσεως και κίνδυνος για τη μελλοντική της ειρήνη... Η δικαιοσύνη με κάθε της έννοια καλεί για την ειλικρινή αναθεώρηση της καταστάσεως. Αλλά και η συνήθης σύνεση την καθιστά επιτακτική. Ας θραύσουμε αυτά τα δεσμά και ας ελευθερώσουμε την κατατργεμένη από συμπλέγματα ψυχή με τίμιο ανθρώπινο τρόπο, και η Ευρώπη θα θερίσει πλούσια ανταμοιβή σε όρους ηρεμίας, ασφαλείας και ευημερίας.»[46]

Ολισμός και φιλοσοφικό έργο

Επεξεργασία

Ο Σματς εισήγαγε την έννοια του ολισμού στη φιλοσοφία, τον οποίο όρισε ως τον «θεμελιώδη παράγοντα που λειτουργεί προς τη δημιουργία ολοτήτων στο Σύμπαν» στο βιβλίο του Ολισμός και εξέλιξη το 1926.[47] Ο ορισμός του ολισμού από τον Σματς έχει συνδεθεί αναπόφευκτα με τη στρατιωτική και πολιτική του δράση, ιδιαίτερα με την ιδέα του για μία πανίσχυρη Κοινωνία των Εθνών. Με τα λόγια ενός βιογράφου του:

«Αυτή είχε πολλά κοινά με τη φιλοσοφία του για τη ζωή, όπως αυτή αναπτύχθηκε στη συνέχεια και ενσωματώθηκε στο Ολισμός και εξέλιξη. Οι μικρές μονάδες πρέπει να χρειάζονται την ανάπτυξή τους σε μεγαλύτερες ολότητες, και αυτές με τη σειρά τους πρέπει να μεγαλώνουν σε ολοένα και μεγαλύτερες δομές, ακατάπαυστα. Η πρόοδος βρίσκεται σε αυτό το μονοπάτι. Έτσι η ενοποίηση των τεσσάρων επαρχιών στην Ένωση της Νότιας Αφρικής, η ιδέα της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, και τελικώς το μεγάλο όλον που θα προέκυπτε από την ένωση όλων των λαών της Γης σε μία μεγάλη Κοινωνία των Εθνών, δεν ήταν παρά μία λογική διαδοχή συνεπής με τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις.»[48]

Ο Σματς και ο φυλετικός διαχωρισμός

Επεξεργασία
 
Προσωπογραφία του Σματς το 1944 από τον Γουίλιαμ Τιμ, που βρίσκεται στο Αυτοκρατορικό Πολεμικό Μουσείο.

Κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της πολιτικής του ζωής, ο Σματς ήταν υποστηρικτής του φυλετικού διαχωρισμού και το 1929 δικαιολόγησε την ανέγερση ξεχωριστών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων για τους λευκούς και τους μαύρους, με όρους που προαναγγέλλουν τη μετέπειτα πολιτική του απαρτχάιντ (ορθή προφορά στα αφρικάανς: «απαρτήντ»):

«Η παλαιά πρακτική ανέμιξε μαύρους και λευκούς στα ίδια ιδρύματα, και τίποτε άλλο δεν ήταν δυνατόν μετά την, απρόσεκτη ή προμελέτημένη, καταστροφή των ντόπιων θεσμών και παραδόσεων. Αλλά στο νέο σχέδιο θα υπάρχει αυτό που αποκαλείται στη Νότια Αφρική «διαχωρισμός»: Δύο ξεχωριστά σετ ιδρυμάτων για τα δύο στοιχεία του πληθυσμού, που θα ζουν στις δικές τους, ξεχωριστές περιοχές. Τα ξεχωριστά ιδρύματα υπαγορεύουν τον εδαφικό διαχωρισμό λευκών και μαύρων. Εάν ζουν μαζί, δεν είναι πρακτικός ο διαχωρισμός τους σε ξεχωριστά, δικά τους ιδρύματα. Ο θεσμικός διαχωρισμός συμβαδίζει με τον εδαφικό.»[49]

Γενικά, η άποψη του Σματς για τους ιθαγενείς Αφρικανούς ήταν συγκαταβατική. Τους έβλεπε ως ανώριμα ανθρώπινα πλάσματα που χρειάζονταν την καθοδήγηση των λευκών, μία στάση που αντανακλούσε τις συνηθισμένες αντιλήψεις των περισσότερων λευκών της εποχής του. Για τους ιθαγενείς είχε δηλώσει:

«Τούτα τα τέκνα της φύσεως δεν διαθέτουν την εσωτερική δύναμη και επιμονή του Ευρωπαίου, ούτε εκείνα τα κοινωνικά και ηθικά κίνητρα προς την πρόοδο που δόμησαν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό σε ένα σχετικώς βραχύ χρονικό διάστημα.»[49]

Παρά το ότι ο Γκάντι και ο Σματς ήταν αντίθετοι σε πολλά ζητήματα, έτρεφαν έναν αμοιβαίο σεβασμό ο ένας για τον άλλο, που έφθανε κάποτε στα όρια του θαυμασμού. Προτού ο Γκάντι επιστρέψει στην Ινδία το 1914, δώρισε στον Σματς ένα ζευγάρι σανδάλια που είχε κατασκευάσει ο ίδιος. Το 1939 ο Σματς, πρωθυπουργός πλέον, συνέγραψε ένα δοκίμιο για έναν αναμνηστικό τόμο προς τιμή των εβδομηκοστών γενεθλίων του Γκάντι, οπότε επέστρεψε τα σανδάλια με το ακόλουθο μήνυμα: «Τα έχω φορέσει για αρκετά καλοκαίρια, παρότι ίσως αισθάνομαι ότι δεν είμαι άξιος να μπαίνω στα παπούτσια ενός τόσο μεγάλου άνδρα.»[50]

Ο Σματς κατηγορείται συχνά ότι υπήρξε ένας πολιτικός που εξύμνησε τις αρετές του ανθρωπισμού και της ελευθερίας στο εξωτερικό, ενώ απέτυχε να εφαρμόσει τα όσα κήρυττε στην ίδια του την πατρίδα. Αυτό φάνηκε ίσως καθαρότερα από ό,τι σε κάθε άλλη περίπτωση το 1946, όταν η Ινδία υπέβαλε επίσημη διαμαρτυρία στον τότε νεοϊδρυθέντα ΟΗΕ για τις νομιμοποιημένες φυλετικές διακρίσεις κατά των Ινδών μεταναστών στη Νότια Αφρική. Εμφανιζόμενος προσωπικά ενώπιον της Γενικής Συνελεύσεως του ΟΗΕ, ο Σματς υπερασπίσθηκε τις πολιτικές της κυβερνήσεώς του, υποστηρίζοντας ενθέρμως ότι η διαμαρτυρία της Ινδίας αφορούσε ένα ζήτημα εσωτερικής δικαιοδοσίας της Νότιας Αφρικής. Ωστόσο, η Γ.Σ. καταδίκασε τη Νότια Αφρική για τις ρατσιστικές πολιτικές της και κάλεσε την κυβέρνηση του Σματς να συμμορφώσει τη μεταχείριση των Ινδών της με τις βασικές αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών[51].

Στην ίδια συνέλευση, ο πρόεδρος του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου Άλφρεντ Μπιτίνι Ξούμα, από κοινού με αντιπροσώπους του Ινδικού Κογκρέσου της Νότιας Αφρικής, έφερε προς συζήτηση το θέμα της κτηνώδους αντιμετωπίσεως του αστυνομικού καθεστώτος του Σματς εναντίον των Αφρικανών απεργών εργατών των ορυχείων εκείνο το έτος, καθώς και τον ευρύτερο αγώνα για ισότητα στη Νότια Αφρική[52].

Το 1948, ωστόσο, ο Σματς απομακρύνθηκε από τις μέχρι τότε απόψεις του για τον διαχωρισμό, όταν υπεστήριξε τις συστάσεις της Επιτροπής Φάγκαν ότι οι ιθαγενείς Αφρικανοί θα έπρεπε να αναγνωρισθούν ως μόνιμοι κάτοικοι της Λευκής Νότιας Αφρικής, και όχι απλώς ως προσωρινοί εργάτες, που ανήκαν στις περιοχές που τους είχε εκχωρήσει το καθεστώς για να διαμένουν[53]. Αυτό ερχόταν σε ευθεία αντίθεση προς τις πολιτικές του Εθνικού Κόμματος, το οποίο ήθελε να επεκτείνει τον φυλετικό διαχωρισμό και να τον επισημοποιήσει ως απαρτχάιντ. Ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο Σματς υπεστήριξε ποτέ την ιδέα των ίσων πολιτικών δικαιωμάτων για μαύρους και λευκούς. Είχε πάντως πει:

«Η ιδέα ότι οι Ιθαγενείς πρέπει να περιορισθούν όλοι στα δικά τους κράαλ είναι κατά τη γνώμη μου η μεγαλύτερη ανοησία που έχω ακούσει ποτέ.»[54]

Η Επιτροπή Φάγκαν δεν υπερασπίσθηκε την καθιέρωση μιας μη-ρατσιστικής δημοκρατίας στη Νότια Αφρική, αλλά επιθυμούσε να φιλελευθεροποιήσει τους ελέγχους εισόδου των ιθαγενών στις αστικές περιοχές, προκειμένου να διευκολύνει τη διοχέτευση εργατικού δυναμικού στη νοτιοαφρικανική βιομηχανία. Επιπλέον, οραματίσθηκε μία χαλάρωση των κανόνων των εσωτερικών διαβατηρίων για τους μαύρους, που περιόριζαν γενικώς τις κινήσεις τους[55].

Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος

Επεξεργασία
 
Ο Σματς, όρθιος στα αριστερά, στη Σύνοδο των Πρωθυπουργών των χωρών της Βρετανικής Κοινοπολιτείας το 1944

Μετά από 9 χρόνια στην αντιπολίτευση, ο Σματς επέστρεψε ως αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως σε μία «μεγάλη συμμαχία» υπό τον Χέρτσογκ. Αλλά όταν ο Χέρτσογκ τάχθηκε υπέρ της ουδετερότητας προς τη ναζιστική Γερμανία το 1939, εκδιώχθηκε μετά από εσωτερική ψηφοφορία στο κόμμα του και ο Σματς έγινε για δεύτερη φορά πρωθυπουργός. Είχε συνυπηρετήσει με τον Ουίνστον Τσώρτσιλ κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και είχε αναπτύξει μαζί του μία προσωπική και επαγγελματική σχέση. Προσκλήθηκε έτσι στο βρετανικό πολεμικό υπουργικό συμβούλιο το 1939 ως ο κυριότερος Νοτιοαφρικανός υπέρ του πολέμου κατά της Γερμανίας. Στις 24 Μαΐου 1941 ο Σματς διορίσθηκε Στρατάρχης του βρετανικού στρατού[56].

Η μεγάλη σημασία του Σματς για τη βρετανική πολεμική προσπάθεια αποδεικνύεται από το αρκετά τολμηρό σχέδιο που είχε προταθεί ήδη από το 1940, να διορισθεί ο Σματς πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου σε περίπτωση που ο Τσώρτσιλ πέθαινε ή γινόταν ανίκανος για την άσκηση των καθηκόντων του κατά τη διάρκεια του πολέμου. Αυτή η ιδέα τέθηκε από τον σερ Τζων (Τζοκ) Κόλβιλ, τον προσωπικό γραμματέα του Τσώρτσιλ, στη βασιλική σύζυγο Μαίρη και μετά στον βασιλιά Γεώργιο ΣΤ΄[57].

Τον Μάιο του 1945 ο Σματς αντιπροσώπευσε τη Νότια Αφρική στη σύνταξη του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών στο Σαν Φρανσίσκο[58] το ίδιο έτος, αναφέρθηκε από τον Χάλβνταν Κοχτ ως ένας από 7 κατάλληλους για υποψηφιότητα για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Ωστόσο, δεν πρότεινε κάποιον από αυτούς.

Μεταπολεμικά

Επεξεργασία
 
Το «Μουσείο Γιαν Σματς» κοντά στην Πρετόρια

Ο Σματς συνέχισε να αντιπροσωπεύει τη χώρα του στο εξωτερικό και ήταν επίσημος προσκεκλημένος στους γάμους της πριγκίπισσας Ελισάβετ με τον Φίλιππο το 1947. [59] Στο εσωτερικό όμως, η ενασχόλησή του με τον Παγκόσμιο Πόλεμο είχε σοβαρές πολιτικές επιπτώσεις. Η υποστήριξή του για τον πόλεμο και για την Επιτροπή Φάγκαν τον κατέστησαν μη δημοφιλή ανάμεσα στους Αφρικάνερς και η στάση του Ντάνιελ Φρανσουά Μάλαν υπέρ του απαρτχάιντ έφεραν τη νίκη του «Ηνωμένου Εθνικού Κόμματος» στις γενικές εκλογές του 1948.[58]

 
Η Cadillac του 1946 που χρησιμοποιούσε ο Σματς ως πρωθυπουργός της Ενώσεως της Νότιας Αφρικής (Μουσείο Γιαν Σματς).

Στις 29 Μαΐου 1950, μία εβομάδα μετά τον δημόσιο εορτασμό των ογδοηκοστών γενεθλίων του στο Γιοχάνεσμπουργκ και στην Πρετόρια, ο Γιαν Σματς υπέστη θρόμβωση στεφανιαίου αγγείου. Απεβίωσε από καρδιακή προσβολή στο οικογενειακό του αγρόκτημα του Doornkloof, κοντά στην Πρετόρια, στις 11 Σεπτεμβρίου[58].

 
Ανδριάντας του Γιαν Σματς στην πλατεία Parliament Square του Λονδίνου, έργο του Τζέικομπ Επστάιν

Πρόσθετα αξιώματα

Επεξεργασία

Το 1931 ο Σματς έγινε ο πρώτος στην ιστορία πρόεδρος της Βρετανικής Ενώσεως για την Πρόοδο της Επιστήμης που δεν προερχόταν από το Ηνωμένο Βασίλειο. Το ίδιο έτος, εκλέχθηκε ως ο δεύτερος μη Βρετανός «λόρδος-πρύτανης» (αξίωμα που εκλέγεται από τους φοιτητές) του Πανεπιστημίου του Σαιντ Άντριους (μετά τον Φρίντγιοφ Νάνσεν). Επίσης, το 1948 εκλέχθηκε πρύτανης του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, ο πρώτος στην ιστορία που δεν προερχόταν από το Ηνωμένο Βασίλειο, μία θέση που διατηρούσε μέχρι τον θάνατό του.

Ο Σματς ως σιωνιστής

Επεξεργασία

Νοτιοαφρικανοί υποστηρικτές του Τέοντορ Χερτσλ ήρθαν σε επαφή με τον Σματς το 1916. Ο Σματς, που υπεστήριξε τη Διακήρυξη του Μπάλφουρ το 1917, συνάντησε και συνδέθηκε φιλικά με τον Χαΐμ Βάιτσμαν, τον μετέπειτα πρόεδρο του Ισραήλ, στο Λονδίνο. Κατά την πρωθυπουργική θητεία του, ο Σματς χρηματοδότησε προσωπικά πολλές σιωνιστικές οργανώσεις[60]. Η κυβέρνησή του αναγνώρισε de facto το κράτος του Ισραήλ στις 24/5/1948 και de jure στις 14/5/1949 (μετά την ήττα του κόμματός του στις εκλογές)[61]. Από την άλλη, ο Σματς ήταν αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως όταν πέρασε η πράξη που στόχευε στην αποτροπή μεταναστεύσεως Εβραίων στη Νότια Αφρική, που θεωρήθηκε ως απάντηση στα αυξανόμενα αντισημιτικά αισθήματα ανάμεσα στον πληθυσμό των Αφρικάνερς[62].

Ο Σματς είχε κάποτε δηλώσει:

Αρκετοί δρόμοι και ένα κιμπούτς (το Ραμάτ Γιοχανάν) στο βόρειο Ισραήλ ονομάσθηκαν προς τιμή του Γιαν (Γιόχαν) Σματς[61].

Οικογένεια

Επεξεργασία

Ο Σματς νυμφεύθηκε την Ιζαμπέλα (Ίζη) Μαργκαρέτα Κρίγε (Isabella Margaretha Krige, αργότερα στη ζωή της γνωστή ως «Ούμα») από το Στέλενμπος το 1897. Απέκτησαν μαζί 6 παιδιά[64].

Πεπραγμένα και μνήμη

Επεξεργασία

Από τα σημαντικότερα διεθνή επιτεύγματα του Σματς ήταν η ίδρυση της Κοινωνίας των Εθνών, το όραμα του προέδρου των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον, το σχέδιο της οποίας οφείλει πολλά στο Σματς[65]. Αργότερα ο ίδιος προέτρεψε για τον σχηματισμό ενός νέου διεθνούς οργανισμού για την ειρήνη, του ΟΗΕ και έγραψε το προοίμιο του Χάρτη του, όντας ο μόνος άνθρωπος που υπέγραψε τόσο το καταστατικό της Κοινωνίας των Εθνών και τον Χάρτη του ΟΗΕ. Επεδίωξε να επαναπροσδιορίσει τη σχέση μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και των αποικιών της, υποβοηθώντας την ίδρυση της Βρετανικής Κοινοπολιτείας.

Το Διεθνές Αεροδρόμιο που εξυπηρετεί το Γιοχάνεσμπουργκ ήταν γνωστό ως «Αεροδρόμιο Γιαν Σματς» από την κατασκευή του το 1952 έως το 1994. Το 1994 μετονομάσθηκε σε «Διεθνές Αεροδρόμιο του Γιοχάνεσμπουργκ» για να είναι ελεύθερο πολιτικών συνειρμών. Αλλά το 2006 μετονομάσθηκε και πάλι στο σημερινό του όνομα, Διεθνές Αεροδρόμιο «Ο.Ρ. Τάμπο», προς τιμή του πολιτικού του ANC Όλιβερ Τάμπο[66]

Το 2004 ο Γιαν Σματς ψηφίσθηκε στην 9η θέση του καταλόγου των «μεγαλύτερων Νοτιοαφρικανών» όλων των εποχών στην ομώνυμη σειρά του τηλεοπτικού σταθμού SABC3 (αντίστοιχη με την ελληνική Μεγάλοι Έλληνες).


Σημειώσεις και παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 12277808w. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  2. 2,0 2,1 2,2 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Jan-Smuts. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 (Αγγλικά) SNAC. w6tx3gdw. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  5. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb12277808w. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  6. Ανακτήθηκε στις 9  Ιουλίου 2019.
  7. Ανακτήθηκε στις 24  Ιουνίου 2019.
  8. www.royalsoc.org.au/awards/past-awards/13-awards/16-james-cook-medal.
  9. www.ordens.presidencia.pt?idc=154.
  10. www.universiteitleiden.nl/en/about-us/facts-and-figures/laureates.
  11. Ανακτήθηκε στις 25  Μαρτίου 2021.
  12. www.royalsociety.org.nz/who-we-are/our-people/our-fellows/all-honorary-fellows/.
  13. Cameron, σελ. 9
  14. Hancock – Smuts: 1. The Sanguine Years, 1870–1919, σελ. 19
  15. Smuts (1952), σελ. 19
  16. Επιστολή από τον Μαραί στον Σματς, με ημερομηνία 8 Αυγούστου 1892. Βλ. Hancock et al. (1966–73): τόμ. 1, σελ. 25
  17. Jan C. Smuts: Walt Whitman – a Study in the Evolution of Personality, Wayne State University Press 1973
  18. Smuts (1952), σελ. 23
  19. Επιστολή από τον Μαίτλαντ στον Σματς, 15 Ιουνίου 1894. Βλ. Hancock et al. (1966–73): τόμος 1, σσ. 33–34
  20. Εισαγωγή στο: Jan Smuts, Memoirs of the Boer War (1994), σελ. 19
  21. Smuts (1952), σελ. 24
  22. Hancock – Smuts: 1. The Sanguine Years, σελ. 89
  23. 23,0 23,1 «Durban Branch November 1998 News Sheet No.285». South African Military History Society. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Νοεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου 2013. 
  24. Hancock, W.K., van der Poel, J. (επιμ.): Selections from the Smuts Papers, 1886–1950, σελ. 532
  25. Gooch, σελ. 97
  26. Williams, Basil (1946). Botha Smuts And South Africa. Hodder And Stoughton. σελίδες 52–53. Ανακτήθηκε στις 14 Οκτωβρίου 2010. 
  27. 27,0 27,1 «General Jan Christiaan Smuts». South African History On-line. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου 2013. 
  28. 28,0 28,1 «Formation of the Union of South Africa». Salem Press. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Αυγούστου 2013. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου 2013. 
  29. Meredith, Martin: Diamonds, Gold and War, εκδ. Public Affairs, Νέα Υόρκη 2007, σσ. 380-381
  30. 30,0 30,1 «Old Resentments Return». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 27 Μαΐου 2013. 
  31. Crowe, J.H.V.: General Smuts' Campaign in East Africa
  32. London Gazette, issue=29477, σελ. 1791, 15 Φεβρουαρίου 1916
  33. Oliver and Boyd: Army Diary, 1960, σελ. 205
  34. "No. 29886". The London Gazette (Supplement). 29 Δεκεμβρίου 1916. σελ. 15.
  35. Woodward (1998), σσ. 132-4
  36. Woodward (1998), σσ. 155-7
  37. Woodward (1998), σσ. 148-9
  38. «Sir David Henderson». Lions Led By Donkeys. Centre for First World War Studies, Πανεπιστήμιο του Μπέρμινχαμ. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Σεπτεμβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουλίου 2007. 
  39. Malcolm Barrass. «Lieutenant General Sir David Henderson». Air of Authority – A History of RAF Organisation. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουλίου 2007. 
  40. Woodward (1998), σελ. 164
  41. Woodward (1998), σσ. 165-8
  42. Byron Farwell (1999). Over There: The United States in the Great War, 1917–1918. 
  43. Dugard, σελ. 38
  44. Smuts (1952), σελ. 252
  45. 45,0 45,1 Peder Anker (2001). Imperial ecology: environmental order in the British Empire, 1895–1945. Harvard University Press. ISBN 0-674-00595-3. 
  46. Kee, σελ. 54.
  47. J.C. Smuts (1927). Holism and evolution. Рипол Классик. ISBN 978-5-87111-227-4. 
  48. Crafford, σελ. 140
  49. 49,0 49,1 «Race Segregation In South Africa New Policies and Factors in Race Problems» (PDF). Journal of Heredity. Oxford Journals. 1930. σελ. 21 (5): 225–233. ISSN 0022-1503. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2010. (Απαιτείται συνδρομή (help)). 
  50. «Following the footsteps of a great man». Sunday Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Ιανουαρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 30 Απριλίου 2006. 
  51. «Unverified article attributed to the Delhi News Chronicle». South African Communist Party. 25 Σεπτεμβρίου 1949. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2010. 
  52. R.E. Press. «The miners strike of 1946». Anc.org.za. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Οκτωβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2010. 
  53. «Jan Christiaan Smuts, South African History Online». Sahistory.org.za. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2010. 
  54. «General Jan Christiaan Smuts». South African History Online. 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 2015. 
  55. «Fagan Commission and Report». Africanhistory.about.com. 26 Μαΐου 1948. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Οκτωβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2010. 
  56. "No. 35172". The London Gazette (Supplement). 29 Μαΐου 1941. σελ. 3004.
  57. Colville, σσ. 269–271
  58. 58,0 58,1 58,2 Heathcote, σελ. 266
  59. «Seating plan for the Ball Supper Room». Royal Collection. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου 2013. 
  60. Hunter, σσ. 21–22
  61. 61,0 61,1 Beit-Hallahmi, σσ. 109–111
  62. «South Africa – The Great Depression and the 1930s». Countrystudies.us. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2010. 
  63. Klieman, σελ. 16
  64. «Jan Smuts». Stellenbosch Writers. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 1 Αυγούστου 2014. 
  65. Crafford, σελ. 141
  66. «The History of OR Tambo International Airport». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου 2013. 

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία