Οι Δάρδανοι ή Δαρδάνιοι ήταν παλαιοβαλκανικό φύλο που εγκαταστάθηκε σε μια περιοχή που πήρε το όνομα Δαρδανία, στα κεντρικά Βαλκάνια.[1][2] Ανήκαν στοα αρχαιότερα φύλα των Βαλκανίων και η κοινωνία τους ήταν πολύ πολύπλοκη.[3] Αποτελούσαν το σταθερότερο εθνικό στοιχείο στα κεντρικά Βαλκάνια με παρουσία για πολλούς αιώνες.[4][5] Ο Στράβων και π Αππιανός καταγράφουν τους Δάρδανους ως Ιλλυριούς.[6] Οι Γαλάβριοι και οι Θουνάται σύμφωνα με τον Στράβων ήταν Δαρδάνιες υποφυλές, οι Δάρδανοι ήταν μια από τις τρεις ισχυρότερες Ιλλυρικές φυλές, οι άλλες δυο ήταν οι Αρδιαίοι και οι Αυταριάτες.[7][8] Οι Δάρδανοι θεωρήθηκαν «Ιλλυρικό φύλο» αλλά όχι με την τόσο στενή έννοια που βλέπαμε σε άλλους λαούς που ζούσαν στην Αδριατική Θάλασσα και στο εσωτερικό της.[9] Είχαν αναπτύξει τη δική τους εθνότητα, έθιμα, θρησκεία και γλωσσικό μόρφωμα, είχαν μεγαλύτερη ομοιότητα με τους κατοίκους στη Θράκη και τη Μικρά Ασία.[10][11] Η εθνικότητα τους συνδέεται στενά με τους Δάρδανους της Τροίας.[12] Τα εθνικά σύνορα ανάμεσα στους Δάρδανους και τους Θράκες βρισκόντουσαν στο Ποζάρεβατς πάνω από τον Δούναβη, χωρίστηκαν αργότερα σε δυο τμήματα, οι ανατολικοί Δάρδανοι ή Μαίδοι έγιναν Θράκες.[13]

Η επέκταση του βασιλείου της Δαρδανίας τον 4ο αιώνα π.Χ.

Οι γλωσσολόγοι έχουν σημαντικές απορίες σχετικά με τη γλώσσα των Δαρδάνων.[14] Σύμφωνα με διαφορετικές πηγές εξετάζοντας τα ονόματα των φυτών αλλού εμφανίζονται καθαρά Δαρδανικά, αλλού Ιλλυρικά και αλλού Θρακικά.[15][16] Τα ονόματα στα ανατολικότερα τμήματα ήταν περισσότερο Θρακικά, αντίθετα στα δυτικά, στο σημερινό Κοσσυφοπέδιο, ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία Ιλλυρικά και έμοιαζαν σπάνια με τα δυτικά.[17][18] Τις τελευταίες δεκαετίες η Δαρδανική γλώσσα θεωρείται ξεχωριστή που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη δημιουργία της σύγχρονης Αλβανικής.[19] Το Βασίλειο της Δαρδανίας εμφανίστηκε τον 4ο αιώνα π.Χ. με τον Βάρδυλις, έμεινε γνωστό για τους πολέμους του με τους Μακεδόνες που διατηρήθηκαν πάνω από 3 αιώνες.[20] Όταν εισέβαλαν οι Κέλτες η Μακεδονία και η Παιονία αποδυναμώθηκαν, οι Δάρδανοι βρήκαν την ευκαιρία να εισβάλουν ξανά στη Μακεδονία και να καταλάβουν πολλές περιοχές. Οι Μακεδόνες ωστόσο σύντομα ανέκαμψαν, ανακατέλαβαν τα εδάφη τους αφήνοντας τους Δάρδανους ξανά χωρίς πολιτικό ρόλο. Στην κάμψη των Δαρδάνιων συνέλαβε σημαντικά και το γεγονός ότι αναπτύχθηκε στα δυτικά η άλλη Ιλλυρική φυλή Αρδιαίοι σε ισχυρό γειτονικό βασίλειο.[21] Οι Δάρδανοι αντιστάθηκαν επιτυχώς για πολύ καιρό στους Ρωμαίους, τους νίκησε τελικά πιθανότατα ο Μάρκος Αντώνιος (39 π.Χ.).[22] Εισήλθαν στη Ρωμαϊκή Επαρχεία της Μοισίας, ο αυτοκράτορας Δομιτιανός τη μοίρασε σε Άνω Μοισία και Κάτω Μοισία, οι Δάρδανοι ανήκαν στην Κάτω.[23][24] Μια Ρωμαϊκή επαρχία εγκαταστάθηκε από την οικογένεια των Φλάβιων στη θέση Στούποι, τον 2ο αιώνα μ.Χ. οι Δάρδανοι εξακολουθούσαν να είναι ισχυρός λαός. Στην ύστερη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπήρξε η γενέτειρα σημαντικών αυτοκρατόρων όπως ο Μέγας Κωνσταντίνoς και ο Ιουστινιανός Α´.[25]

Ονομασία Επεξεργασία

Στην αρχαία ελληνική λογοτεχνία συναντάμε πολύ συχνά το τοπωνύμιο «Δάρδανοι» ή «Δαρδάνιοι» και «Δαρδανοί» στα Λατινικά.[26] Ο όρος αφορούσε την περιοχή που κατοικούσαν και λεγόταν «Δαρδανική».[27] Η ρίζα «Δάρδαν» έχει σχέση με την αλβανική γλώσσα και αφορά το αχλάδι, ο όρος σχετίζεται με τα φρούτα που ήταν διαδεδομένα στο Μαυροβούνιο.[28][29] Υπάρχουν πολλά χωριά με το όνομα Ντάρντα σε όλο το μήκος της Αλβανίας όπως στο Μπεράτ, την Κορυτσά, τη Λιμπράζντ, την Πούκα, το Πόγραδετς, τη Μιδρίτα και την Πρεμετή. Η Ντάρντα της Πούκα καταγράφεται σε μια εκκλησιαστική αναφορά (1671) και σε έναν Βενετικό χάρτη, με το ίδιο όνομα λεγόταν μια Αλβανική φυλή που ζούσε στη Δίβρη.[30][31]

Αρχαίες πηγές Επεξεργασία

Το όνομα «Δάρδανοι» αναφέρει για πρώτη φορά ο Όμηρος στην Ιλιάδα, ο Δάρδανος που ίδρυσε αποικία στη Μικρά Ασία και ο λαός ονομάστηκε Δάρδανοι Τρωάδας, τα στενά πάνω από αυτήν ονομάστηκαν Δαρδανέλια ή Ελλήσποντος. Την ίδια εποχή εμφανίζονται και άλλες εθνότητες στα Βαλκάνια και την Ανατολή όπως Ιλλυρικοί Ενετοί, Παφλαγόνιοι Ενετοί, Βρύγες και Φρύγες με πολλούς κοινούς δεσμούς στα ονόματα τους. Μια ιστορική εξήγηση σχετίζεται με λαούς που ζούσαν την Εποχή του Χαλκού (1200 π.Χ.) στην ανατολική Μεσόγειο και εκδιώχθηκαν όταν τους επιτέθηκαν οι Λαοί της Θάλασσας.[32] Στην αρχαία ιστοριογραφία τους αναφέρει ο Πολύβιος τον 2ο αιώνα π.Χ., περιγράφει τους πολέμους και την ήττα τους από τον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο Β΄ τον 4ο αιώνα π.Χ.[33] Πολλοί ιστορικοί και αρχαίοι συγγραφείς καταγράφουν τους Δαρδάνιους όπως ο Διόδωρος Σικελιώτης, ο Μάρκος Τερέντιος Βάρρων, ο Στράβων, ο Αππιανός και ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς.[34] Σύμφωνα με μυθολογικές παραδόσεις που μεταφέρει ο Αππιανός ο γενάρχης τους Δάρδανος δεν είναι ο γνωστός ιδρυτής της Τροίας αλλά ένας από τους γιους του Ιλλυριού του γιου του Κάδμου από τον οποίο κατάγονται όλοι οι Ιλλυριοί.[35]

Στις αρχαίες πηγές αναφέρονται σαν Ιλλυρικό f;ylo με διακριτή εθνότητα, πιθανότατα αποσπάστηκαν από τη μάζα των Ιλλυριών, απομονώθηκαν και απέκτησαν δικά τους έθιμα και ταυτότητα.[36] Στα τέλη του 1ου αιώνα π.Χ. δημιουργήθηκε στη Ρώμη μια μεγάλη ιδεολογική διαφωνία. Οι ποιητές Οράτιος και Οβίδιος υμνούσαν το ένδοξο παρελθόν των Ρωμαίων και την καταγωγή τους από τους Δάρδανους της Τροίας, την ίδια εποχή οι Ρωμαίοι ήρθαν σε σύγκρουση με τους Δαρδάνιους στα Βαλκάνια.[37] Η κοινή γνώμη άρχισε να δυσφορεί επειδή οι Ρωμαίοι πολεμούσαν με έναν λαό με τον οποίο είχαν κοινούς προγόνους, η εικόνα που επικρατούσε ήταν ότι ήταν ένας βάρβαρος λαός που ενοχλούσε τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία με επιδρομές. Για να λυθεί το πρόβλημα εμφανίζεται στις Ρωμαϊκές πηγές ένας λαός με το όνομα Μυσοί, το όνομα τους καταγράφεται μόνο τρεις φορές μέχρι τη χρονιά που πέθανε ο Οκταβιανός Αύγουστος (14 π.Χ.) και σχετίζεται με τους Μυσιανούς που ζούσαν στη Μικρά Ασία.[38] Οι Μυσοί σύμφωνα με τις πηγές ζούσαν πολύ κοντά στους προγόνους τους Δαρδάνιους της Τροίας, σφετερίστηκαν το όνομα των πραγματικών Δαρδανίων που ήταν οι δικοί τους πρόγονοι και εμφανίστηκαν εκείνη την εποχή με αυτό. Το ζήτημα των Μυσών στα Βαλκάνια θα δημιουργήσει μεγάλο πολιτικό πρόβλημα μετά τον θάνατο του Αυγούστου. Ο θετός γιος και διάδοχος του Τιβέριος, ο μεγάλος κατακτητής των Βαλκανίων δεν μπορούσε να εμφανιστεί ως ο κατακτητής των προγόνων των Ρωμαίων. Το όνομα «Δαρδάνιοι» απαγορεύτηκε για πολλούς αιώνες για αυτόν τον λαό που οι συγγραφείς ήταν υποχρεωμένοι να τους καταγράφουν ως «Μυσούς».[39] Το όνομα «Δαρδάνιοι» εμφανίστηκε πολύ αργότερα στη διοικητική διαίρεση που έκανε ο Διοκλητιανός τον 3ο αιώνα μ.Χ.[40]

Ιστορία Επεξεργασία

Προϊστορία Επεξεργασία

Η περιοχή που βρίσκεται το σημερινό Κοσσυφοπέδιο έγινε ο πυρήνας του μετέπειτα έθνους των Δαρδάνειων, ήταν κατοικημένη από τη Νεολιθική εποχή. Την 3η χιλιετία π.Χ. πρώτο-Ινδοευρωπαϊκά φύλλα εγκαταστάθηκαν και αναμείχθηκαν με τον αρχαιότερο παλαιολιθικό πληθυσμό. Την ίδια εποχή εμφανίστηκαν νέοι οικισμοί στο Κοσσυφοπέδιο με νεότερες πρακτικές γεωργίας και κτηνοτροφίας. Η συνύπαρξη των παλιότερων και των νεότερων κατοίκων οδήγησαν σε δημιουργία νέων οικισμών στην Εποχή του Χαλκού (2100 π.Χ. - 1100 π.Χ.). Στην Εποχή του σιδήρου αναδύθηκε στα κεντρικά Βαλκάνια ο "πολιτισμός Γκλασινάκ", οι Δαρδάνειοι ήταν τμήμα αυτού του πολιτισμού.[41] Οι έρευνες έγιναν εντατικές μετά το 2000, οι αρχαιολόγοι χώρισαν την αρχαιότητα σε τέσσερεις περιόδους :[42]

  • 11ος αιώνας π.Χ. - 9ος αιώνας π.Χ., μεταβατική εποχή ανάμεσα στην Εποχή του Χαλκού και την Εποχή του Σιδήρου.
  • 8ος αιώνας π.Χ. - 7ος αιώνας π.Χ., Α΄ φάση της Εποχής του Σιδήρου
  • 6ος αιώνας π.Χ. - 4ος αιώνας π.Χ. Β΄ φάση της Εποχής του Σιδήρου, επαφές με τη Μεσόγειο
  • 4ος αιώνας π.Χ. - 1ος αιώνας π.Χ., Ελληνιστική περίοδος.

Κλασική αρχαιότητα Επεξεργασία

Η Δαρδανία καταγράφεται για πρώτη φορά τον 4ο αιώνα π.Χ., ο υπέργηρος βασιλιάς Βάρδυλις ένωσε όλες τις Ιλλυρικές φυλές, νίκησε πολλές φορές τους Μακεδόνες και τους Μολοσσούς. Για λίγο κυβέρνησε τη Μακεδονία και τοποθέτησε υποτελή βασιλιά (392 π.Χ. - 391 π.Χ.). Μετά από συμμαχία που έκανε μαζί του ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος ο Πρεσβύτερος, λεηλάτησε τη Μολοσσία, θανάτωσε 15.000 άντρες και κυβέρνησε την περιοχή για ένα μικρό διάστημα. Ο Αμύντας Γ΄ της Μακεδονίας αναγκάστηκε από τις πολλές επιδρομές να γίνει υποτελής του Βάρδυλις (372 π.Χ.), επέστρεψε λεηλατώντας τους Μολοσσούς (360 π.Χ.). Ο δεύτερος αδελφός του Αμύντα Γ΄ Περδίκκας Γ΄ της Μακεδονίας γνώρισε μεγάλη συντριβή από τους Δαρδάνιους (359 π.Χ.), 4.000 Μακεδόνες στρατιώτες σκοτώθηκαν και ο ίδιος ο βασιλιάς έπεσε στο πεδίο της μάχης.[43][44] Ο μικρότερος αδελφός τους Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας ήταν αποφασισμένος να καθαρίσει τη Μακεδονία από τους Ιλλυριούς αφού πρώτα θα εξασφάλιζε τον θρόνο από τους διεκδικητές. Έκλεισε προσωρινά ειρήνη μαζί του με στόχο να ετοιμάσει τον στρατό του, ο Φίλιππος Β΄ παντρεύτηκε σε πρώτο γάμο την Αυδάτη Ευρυδίκη της Μακεδονίας εγγονή ή δισέγγονη του Βάρδυλις. Ο χρόνος που έγινε τελικά ο γάμος είναι άγνωστος αλλά πολλοί ιστορικοί γράφουν ότι έγινε μετά την ήττα του Βάρδυλις.[45] Λίγο αργότερα ενώ οι Μακεδόνες ήταν πανέτοιμοι για μάχη ο Βάρδυλις ζήτησε να κρατήσει τα εδάφη που είχε κατακτήσει στη Μακεδονία, ο Φίλιππος Β΄ το αρνήθηκε κατηγορηματικά και ξέσπασε πόλεμος. Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στην Ηράκλεια Λυγκιστίδα στη Πελαγονία (336 π.Χ.), η συντριβή που γνώρισαν οι Ιλλυριοί ήταν τρομερή, 7.000 από αυτούς σκοτώθηκαν ανάμεσα τους και ο υπέργηρος Βάρδυλις, εγκατέλειψαν όλη τη Μακεδονία.[46][47] Ο γιος του Βάρδυλις Κλείτος συμμάχησε με άλλες Ιλλυρικές φυλές (334 π.Χ.), ο ισχυρότερος ήταν ο Γλαυκίας βασιλιάς των Ταυλαντίων, επαναστάτησαν κατά των Μακεδόνων που κυβερνούσε ο γιος του Φίλιππου Β΄ Αλέξανδρος ο Μέγας. Μετά από μερικές επιτυχίες στην αρχή ηττήθηκαν ξανά, ο Κλείτος παρέμεινε στο βασίλειο του ως υποτελής των Μακεδόνων.[48] Οι Κέλτες εμφανίστηκαν στα Βαλκάνια (279 π.Χ.), οι Δαρδάνιοι στάθηκαν πρόθυμοι να στείλουν στους Μακεδόνες 20.000 άντρες για βοήθεια, το αρνήθηκε ο τότε βασιλιάς Πτολεμαίος Κεραυνός.[49][50][51]

 
Το βασίλειο της Δαρδανίας

Οι Δάρδανοι εξακολουθούσαν πάντα να είναι απειλή για το Μακεδονικό κράτος. Ο Λόνγκαρος κατέλαβε τη Βυλάζωρα (230 π.Χ.) από τους Παίονες και επιτέθηκε στη Μακεδονία, ο βασιλιάς Δημήτριος Β΄ Αιτωλικός ηττήθηκε στην κρίσιμη μάχη.[52] Πολλοί Ιλλυρικοί λαοί που κυβερνούσε τότε η Τεύτα αποστάτησαν από τους Αρδιαίους στους Δαρδανούς, η Τεύτα αναγκάστηκε να αποχωρήσει από την Ήπειρο.[53] Όταν ανέβηκε στον θρόνο ο γιος του Δημητρίου Β΄ Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας ξεκίνησε πάλι τις συγκρούσεις με τους Δάρδανους (220 π.Χ. - 219 π.Χ.), ανακατέλαβε τη Βυλάζωρα (217 π.Χ.). Οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν (211 π.Χ., 209 π.Χ.) όταν οι Δάρδανοι επιτέθηκαν ξανά με τον διεκδικητή του Μακεδονικού θρόνου Αερόπο, κατέλαβαν την Οχρίδα, λεηλάτησαν την περιοχή, πήραν 20.000 αιχμαλώτους και έφυγαν πριν επιστρέψει ο Φίλιππος Ε΄.[54] Ο βασιλιάς της Δαρδανίας Μπάτο, ο βασιλιάς των Αρδιαίων Πλευράτος Γ΄, ο θείος του Αμυνάνδρος της Αθαμανίας και ο Ρωμαίος Ύπατος συμμάχησαν εναντίον του Φιλίππου Ε΄ (201 π.Χ.).[55] Ο Φίλιππος Ε΄ συμμάχησε με τους Βάσταρνες (183 π.Χ.) και τους κάλεσε να εγκατασταθούν Κοιλάδα Πόλογκ, στην περιοχή της Δαρδανίας που ήταν πιο κοντά στη Μακεδονία.[56] Οι Μακεδόνες και οι Βάσταρνες προχώρησαν σε εκστρατεία κατά των Ιλλυρίων αλλά ο Φίλιππος Ε΄ πέθανε και ο γιος του Περσέας της Μακεδονίας αποσύρθηκε από την εκστρατεία. Οι Βάσταρνες συνέχισαν μόνοι τους, περίπου 30.000 Βάσταρνες προχώρησαν βόρεια τον Δούναβη και νίκησαν τους Δαρδάνιους. Οι Βάσταρνες κατέκτησαν τους Δαρδάνιους (179 π.Χ.) και τους έδιωξαν (174 π.Χ.), αργότερα τους νίκησαν και οι Μακεδόνες (170 π.Χ.).[57][58] Η Ρωμαϊκή Δημοκρατία έκανε την περιοχή υποτελή (168 π.Χ.) αλλά το Δαρδάνειο βασίλειο διατηρήθηκε μέχρι τη χρονιά που ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος το κατέκτησε και το προσάρτησε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (28 π.Χ.).[59] Οι Σκορδίσκοι μια φυλή Κέλτικης καταγωγής φαίνεται ότι κατέκτησε τους Δαρδάνιους τον 2ο αιώνα π.Χ. και από τότε δεν αναφέρεται το όνομα τους για πολύ καιρό.[60]

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία Επεξεργασία

 
Η διανομή της Μοισίας από τους Ρωμαίους (86 μ.Χ.)

H Ιλλυρία και η Μακεδονία έγιναν ρωμαϊκά επαρχίες (168 π.Χ.).[61] Οι Δάρδανοι αναφέρονται όταν ηττήθηκαν από τον Ρωμαϊκό στρατό της Μακεδονίας (97 π.Χ.).[62] Επιτέθηκαν ξανά στη Ρωμαϊκή επαρχία της Μακεδονίας (88 π.Χ.), συμμετείχαν μαζί τους οι Σκορδίσκοι και οι Μαίδοι.[63] Ο Στράβων γράφει στα Γεωγραφικά του ότι ήταν διαιρεμένοι σε δύο υποφυλές: Γαλάβριοι και Θουνάται.[64] Η Ρωμαϊκή Δημοκρατία έκανε την περιοχή υποτελή (168 π.Χ.) αλλά το Δαρδάνειο βασίλειο διατηρήθηκε μέχρι τη χρονιά που ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος το κατέκτησε και το προσάρτησε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (28 π.Χ.), από τότε η Λατινική γλώσσα έγινε η επίσημη γλώσσα της φυλής.[65] Οι Ρωμαίοι δημιούργησαν την Επαρχία της Μοισίας από τμήματα της Δαρδανίας, ο αυτοκράτορας Δομιτιανός (86 μ.Χ.) τη μοίρασε σε «Άνω Μοισία» και «Κάτω Μοισία», οι παλιότεροι Δαρδάνιοι που είχαν πλέον το όνομα Μυσοί προσδιορίζονται στην «Κάτω Μοισία».[66][67] Ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός δημιούργησε αργότερα τη Ρωμαϊκή επαρχία της Δαρδανίας με πρωτεύουσα τη Νις.[68] Τον 6ο αιώνα μ.Χ. υπό Βυζαντινή διοίκηση η επαρχία περιείχε σημαντικές αυτοκρατορικές πόλεις όπως Ουλπιάνα, Σκούποι, Στόβοι, και Ιουστινιανή Πρώτη

Έθιμα Επεξεργασία

Όπως επιβεβαιώνει ο Στράβων οι Δάρδανοι ήταν μοιρασμένοι σε πολλές φυλές και ομάδες.[69] Ο πρώτος επιφανής βασιλιάς που ένωσε όλες τις φυλές ήταν ο υπέργηρος Βάρδυλις, βασίλευσε την περίοδο (385 π.Χ. - 358 π.Χ.). Ο διάδοχος του είναι ασαφής, αν και ήταν βεβαιωμένη η άποψη σύμφωνα με τον Αππιανό ότι γιος και διάδοχος του ήταν ο Κλείτος ο Χάμοντ πιστεύει ότι τον διαδέχθηκε ο Βάρδυλις Β΄.[70] Ο φυλετικός αρχηγός Λογγάριος και ο γιος του Μπάτο συμμετείχαν σε νέους πολέμους εναντίον των Μακεδόνων.[71] Σε ολόκληρη την ιστορία τους οι Δάρδανοι ήταν διακριτή εθνότητα από τη μάζα των υπόλοιπων Ιλλυρικών φυλών.[72] Η περιοχή που ζούσαν ονομάστηκε «Δαρδανική», άλλες φυλές αντίστοιχα χρησιμοποιούσαν αυθαίρετες ονομασίες όπως «Αυταριατών χώρα».[73] Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για να καταγράψει ένα μερικώς ανεξάρτητο κράτος στη Ρωμαϊκή Δημοκρατία.[74] Από την άλλη δεν υπάρχουν σαφείς ιστορικές πηγές για τα νότια σύνορα του βασιλείου τους πριν τη Ρωμαϊκή κατάκτηση.[75]

Οι Δαρδάνιοι τάφοι που χρονολογούνται τον 6ο αιώνα π.Χ. - 4ο αιώνα π.Χ. περιέχουν μακρές σιδερένιες ράβδους για τις οποίες πίστευαν ότι θα χρησιμοποιούσαν οι νεκροί στον άλλο κόσμο για τις συναλλαγές τους. Οι Δαρδάνιοι είχαν σχηματίσει μια συγκεκριμένη άποψη για τη ζωή μετά τον θάνατο όπως φαίνεται σε πολλά αρχαιολογικά ευρήματα.[76] Τα όπλα τους ήταν τσεκούρια με διπλό πέλεκα, τα χρησιμοποιούσαν με τελετουργικό τρόπο στη λατρεία του ηλίου η οποία ήταν διαδεδομένη στις αρχαίες Ιλλυρικές φυλές.[77] Σε αντίθεση με τους Θράκες γείτονες τους οι Δάρδανοι δεν εξελληνίστηκαν.[78] Οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι συγγραφείς τους περιγράφουν ως «εξαιρετικά βάρβαρους».[79][80] Ο Κλαύδιος Αππιανός γράφει ότι πλενόντουσαν τρεις φορές στη ζωή τους, στη γέννηση, στον γάμο και τον θάνατο.[81] Ο Στράβων με τη σειρά του γράφει ότι ζούσαν σε βρώμικες σπηλιές κάτω από λόφους.[82] Οι αναφορές αυτές πιθανότατα να μην είχαν σχέση με την καθαριότητα τους αλλά με το νομισματικό τους σύστημα με την προοπτική που το έβλεπαν τότε οι Έλληνες.[83] Ο Στράβων πάντως αναγνωρίζει την αγάπη τους για τη μουσική, χρησιμοποιούσαν το Φλάουτο και άλλα κουρδιστά όργανα.[84] Όλοι οι Δάρδανοι ήταν σε κάθε περίπτωση ήταν παλαιοβαλκανικής καταγωγής με ονόματα «κέντρο-Δαλματικής μορφής».[85]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus%3Atext%3A1999.04.0073%3Aentry%3D%232163&redirect=true
  2. http://www.archives.nd.edu/cgi-bin/lookup.pl?stem=dardani&ending=
  3. Šašel Kos 2010, σ. 626
  4. Wilkes 1992, σ. 144
  5. Papazoglu 1978, σ. 131
  6. Zahariade 2009, σ. 92
  7. http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0239
  8. Hammond 1966, σσ. 239–241
  9. Šašel Kos 2005, σ. 122
  10. Wilkes 2012, σ. 414
  11. Vujčić 2021, σ. 505
  12. Falileyev 2020, σ. 904
  13. Zahariade 2009, σ. 21
  14. Falileyev 2020, σ. 905
  15. Šašel Kos 2010, σ. 626
  16. Falileyev 2020, σ. 905
  17. Joseph Roisman; Ian Worthington (7 July 2011). A Companion to Ancient Macedonia. John Wiley & Sons. σ. 301
  18. Wilkes 1992, σ. 85
  19. Rusakov 2017, σ. 555
  20. Wilkes 2012, σ. 414
  21. Stipčević 1989, σσ. 38–39
  22. Wilkes 2012, σ. 414
  23. Wilkes 2012, σ. 414
  24. Petrović 2019, σσ. 23–24
  25. Wilkes 2012, σ. 414
  26. Papazoglu 1969, σ. 201
  27. Papazoglu 1978, σ. 523
  28. Wilkes, John (1992). The Illyrians. Wiley. σ. 244
  29. Elsie 2015, σ. 310
  30. Elsie 2015, σ. 310
  31. Demiraj 1997, σ. 121
  32. Wilkes 1992, σ. 145; Crossland 1982, σ. 849; Papazoglu 1969, σσ. 101–104; Stipčević 1989, σσ. 22–23
  33. Buqinca 2021, σσ. 522-524
  34. Buqinca 2021, σ. 216
  35. Wilkes 1992, σ. 92
  36. Vujčić 2021, σ. 505
  37. Boteva 2021, σ. 410
  38. Boteva 2021, σ. 411
  39. Boteva 2021, σ. 411
  40. Rama 2021, σ. 114
  41. Alaj 2019, σσ. 14-15
  42. Alaj 2019, σ. 18
  43. Lewis, D. M.; Boardman, John (1994). The Cambridge Ancient History. Cambridge University Press. σσ. 428–429
  44. James R. Ashley (1 January 2004). The Macedonian Empire: The Era of Warfare Under Philip II and Alexander the Great, 359-323 B.C. McFarland. σσ. 111–112
  45. Elizabeth Donnelly Carney (2000). Women and Monarchy in Macedonia. University of Oklahoma Press. σ. 274
  46. James R. Ashley (1 January 2004). The Macedonian Empire: The Era of Warfare Under Philip II and Alexander the Great, 359-323 B.C. McFarland. σσ. 111–112
  47. N. G. L. Hammond (1 August 1998). The Genius of Alexander the Great. University of North Carolina Press. σ. 11
  48. Lewis, D. M.; Boardman, John (1994). The Cambridge Ancient History. Cambridge University Press. σσ. 428–429
  49. Mócsy 2014, σ. 9
  50. Robert Malcolm Errington (1990). A History of Macedonia. University of California Press. σ. 160
  51. Hammond 1988, σ. 253
  52. Hammond 1988, σ. 338
  53. Hammond 1988, σ. 335
  54. Hammond 1988, σ. 404
  55. Hammond 1988, σ. 420
  56. Hammond 1988, σ. 470
  57. Hammond 1988, σ. 491
  58. Mócsy 2014, σ. 10
  59. Papazoglu 1978, σ. 173
  60. Mócsy 2014, σ. 12
  61. Papazoglu 1978, σ. 173
  62. Mócsy 2014, σ. 15
  63. Wilkes 1992, σ. 140
  64. Strabo: Books 1‑7, 15‑17 in English translation, ed. H. L. Jones (1924), at LacusCurtius
  65. http://www.balkaninstitut.com/pdf/izdanja/B_XXXVII_2007.pdf
  66. Petrović 2019, σσ. 23–24
  67. Wilkes 1992, σ. 210
  68. Wilkes 1992, σ. 210
  69. Papazoglu 1978, σ. 445
  70. Nicholas Geoffrey Lemprière Hammond (1993). Studies concerning Epirus and Macedonia before Alexander. Hakkert. σ. 114
  71. Wilkes 1992, σ. 85
  72. Papazoglu 1978, σ. 216
  73. Papazoglu 1978, σ. 523
  74. Dzino 2008, σ. 188
  75. Papazoglu 1978, σ. 187
  76. Shukriu 2008, σ. 11
  77. Shukriu 2008, σ. 10
  78. Petrović 2019, σ. 24
  79. Aelian; Diane Ostrom Johnson (June 1997). An English translation of Claudius Aelianus' Varia historia. E. Mellen Press
  80. Papazoglu 1978, σ. 517
  81. https://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.04.0063:entry=balneae-cn&highlight=bathed%2Cdardanians
  82. https://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0198:book=7:chapter=5&highlight=dardanians
  83. Papazoglu 1978, σ. 517
  84. https://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0198:book=7:chapter=5&highlight=dardanians
  85. Papazoglu 1978, σσ. 224, 245

Πηγές Επεξεργασία

  • Alaj, Premtim (2019). Les habitats de l'Age du fer sur le territoire de l'actuel Kosovo (Thesis). Université de Lyon.
  • Baliu, Begzad (2012). Onomastikë dhe identitet [Onomastics and Identity] (PDF) (in Albanian). Era.
  • Boteva, Dilyana (2021). Mitthof, Fritz; Cenati, Chiara; Zerbini, Livio (eds.). "Society and Myths: How was the Name of Moesia Invented?". Ad ripam fluminis Danuvi: Papers of the 3rd International Conference on the Roman Danubian Provinces, Vienna, 11th–14th November 2015.
  • Buqinca, Arianit (2021). Recherche sur les Dardaniens : VIe- Ier siècles av. J.- C. (Thesis). Université de Lyon.
  • Crossland, R. A. (1982). "Linguistic problems of the Balkan area in late prehistoric and early classical periods". In J. Boardman; I. E. S. Edwards; N. G. L. Hammond; E. Sollberger (eds.). The Cambridge Ancient History: The Prehistory of the Balkans; and the Middle East and the Aegean world, tenth to eighth centuries B.C. Vol. III (part 1) (2 ed.). Cambridge University Press.
  • Demiraj, Bardhyl (1997). Albanische Etymologien: Untersuchungen zum albanischen Erbwortschatz. Leiden Studies in Indo-European (in German). Vol. 7. Amsterdam, Atlanta: Rodopi.
  • Dzino, Danijel (2008). "Strabo 7, 5 and imaginary Illyricum". Athenaeum. Edizioni New Press. 96 (1): 173–192.
  • Elsie, Robert (1998). "Dendronymica Albanica: A survey of Albanian tree and shrub names" (PDF). Zeitschrift für Balkanologie (34): 163–200.
  • Elsie, Robert (2015). The Tribes of Albania: History, Society and Culture. I.B.Tauris.
  • Falileyev, Alexander (2020). "The Silent Europe La Europa silenciosa". Palaeohispanica (20): 887–919.
  • Hammond, Nicholas Geoffrey Lemprière (1966). "The Kingdoms in Illyria circa 400-167 B.C.". The Annual of the British School at Athens. British School at Athens. 61: 239–253.
  • Hammond, Nicholas Geoffrey Lemprière (1967). Epirus: the Geography, the Ancient Remains, the History and Topography of Epirus and Adjacent Areas. Clarendon Press.
  • Hammond, Nicholas Geoffrey Lemprière (1988). A History of Macedonia: 336-167 B.C. Oxford University Press.
  • Heckel, Waldemar (2006). Who's Who in the Age of Alexander the Great: Prosopography of Alexander's Empire. Wiley.
  • Lewis, D. M.; Boardman, John (1994). The Cambridge Ancient History. Cambridge University Press.
  • Lippert, Andreas; Matzinger, Joachim (2021). Die Illyrer: Geschichte, Archäologie und Sprache. Kohlhammer Verlag.
  • Mócsy, András (2014) [1974]. Pannonia and Upper Moesia: A History of the Middle Danube Provinces of the Roman Empire. New York: Routledge.
  • Orel, Vladimir (1998). Albanian etymological dictionary. Brill.
  • Papazoglu, Fanula (1969). Srednjobalkanska plemena u predrimsko doba. Tribali, Autarijati, Dardanci, Skordisci i Mezi. Djela - Akademija nauka i umjetnosti Bosne i Hercegovine. Odjeljenje društvenih nauka (in Croatian). Vol. 30. Sarajevo: Akademija nauka i umjetnosti Bosne i Hercegovine.
  • Papazoglu, Fanula (1978). The Central Balkan Tribes in pre-Roman Times: Triballi, Autariatae, Dardanians, Scordisci and Moesians. Amsterdam: Hakkert.
  • Petrović, Vladimir P. (2006). "Pre-roman and Roman Dardania historical and geographical considerations". Balcanica (37): 7–23.
  • Petrović, Vladimir P. (2019). Les voies et agglomérations romaines au cœur des Balkans: Le cas de la Serbie. Scripta Antiqua. Ausonius Éditions.
  • Rama, Zana (2021). "Dardania in late antiquity: An overview of 4th-6th century fortification in the territory of Kosovo". Archaeologia Adriatica. 14.
  • Rusakov, Alexander (2017). "Albanian". In Mate Kapović (ed.). The Indo-European Languages (2nd ed.). Routledge.
  • Šašel Kos, Marjeta (2005). Appian and Illyricum. Narodni muzej Slovenije.
  • Šašel Kos, Marjeta (2010). "Peoples on the northern fringes of the Greek world: Illyria as seen by Strabo". In Jean-Luc Lamboley, Maria Paola Castiglioni (ed.). L'Illyrie méridionale et l'Épire dans l'Antiquité V: Actes du Ve colloque international de Grenoble (8–11 octobre 2008). L'Illyrie méridionale et l'Épire dans l'Antiquité (V). Vol. 2. De Boccard Editions.
  • Savić, M. M. (2015). "Material culture of Dardan's in pre-roman period". Baština (in Serbian) (39): 67–84.
  • Shukriu, Edi (2008). "Prehistory and Antique History of Kosova" (PDF). Thesis Kosova. 1.
  • Stipčević, Aleksandar (1989). Iliri: povijest, život, kultura [The Illyrians: history and culture] (in Croatian). Školska knjiga.
  • Gavrilović Vitas, Nadežda (2021). Ex Asia et Syria Oriental Religions in the Roman Central Balkans. Archaeopress Roman Archaeology. Vol. 78. Archaeopress Publishing LTD.
  • Vujčić, Nemanja (2021). "The City of Pelion and the Illyrian War of Alexander". Greek, Roman, and Byzantine Studies. 61.
  • Wilkes, John (1996) [1992]. The Illyrians. Wiley.
  • Wilkes, John (2012). "Dardani". In Hornblower, Simon; Spawforth, Antony; Eidinow, Esther (eds.). The Oxford Classical Dictionary. OUP Oxford.
  • Zahariade, Mihail (2009). Ovidiu Țentea, Florian Matei-Popescu (ed.). The Thracians in the Roman Imperial Army: From the First to the Third Century A.D. The Center for Roman Military Studies. Vol. 1. Mega Publishing House.