Θράκες

εξαφανισμένο ινδοευρωπαϊκό έθνος

Οι Θράκες ήταν ένας λαός, που κατοικούσε στη νοτιοανατολική Ευρώπη, σε μια περιοχή που χονδρικά ταυτίζεται με τη σημερινή Βουλγαρία και την ιστορική περιοχή της Θράκης, από το όρος Παγγαίο αλλά και σε συγκεκριμένα νησιά του Αιγαίου όπως την Θάσο, την Τένεδο και μέχρι ορισμένες περιοχές στο νησί της Λήμνου καθώς και σε περιοχές της σημερινής Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας και Σερβίας. Συνόρευαν με τους Σκύθες και τους (Δάκες) στο βορά, τους Παίονες και τους Ιλλυριούς στη δύση, τους Μακεδόνες στο νότο και τη Μαύρη Θάλασσα στην ανατολή. Μιλούσαν τη Θρακική γλώσσα, μία γλώσσα της ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής οικογένειας. Για τη θρακική γλώσσα έχουμε ελάχιστα γραπτά μνημεία και η γνώση μας περιορίζεται σε κύρια ονόματα Θρακών, τοπωνύμια, και ελάχιστες λέξεις που μας διασώζουν Έλληνες και Ρωμαίοι συγγραφείς στα κείμενά τους. Η μελέτη των Θρακών και του Θρακικού πολιτισμού είναι γνωστή ως Θρακολογία.

Η Θράκη κατά τον 5ο αιώνα π.Χ.

Οι Θράκες αναφέρονται για πρώτη φορά στην Ιλιάδα του Ομήρου, ως σύμμαχοι της Τροίας. Εκ του Ομήρου συνάγεται η πληροφορία ότι οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν τους Θράκες μη ελληνικό φύλο, καθώς οι σύμμαχοι των Τρωών ήταν όλοι «μη Αχαιοί». Οι ονομασίες «Θράκες» και «Θράκη» ήταν εξώνυμα καθώς δημιουργήθηκαν από τους Έλληνες.

Ο Δημόκριτος (~460 π.Χ. - 370 π.Χ., Έλληνας φιλόσοφος από τα Άβδηρα της Θράκης.

Στην Ελληνική μυθολογία ο Θραξ θεωρείτο ένας από τους γιους του θεού Άρη. Στην Άλκηστι ο Ευριπίδης αναφέρει ότι ένα από τα ονόματα του ίδιου του Άρη ήταν Θραξ, καθώς θεωρείτο προστάτης της Θράκης.

Η καταγωγή των Θρακών είναι ασαφής. Στοιχεία για τους πρωτοθράκες στην προϊστορική περίοδο στηρίζονται σε αρχαιολογικά ευρήματα. Ο Λέο Κλέιν ταυτοποιεί τους πρωτοθράκες με ένα πολιτισμό της Μέσης Εποχής του Χαλκού (22ος έως 18ος αιώνας π.Χ.), που απωθήθηκε από την Ουκρανία από τον προελαύνοντα πολιτισμό Σρούμπνα της Ύστερης Εποχής του Χαλκού (18ος - 12ος αιώνες π.Χ.). Θεωρείται γενικά ότι οι πρωτο-Θράκες, μετά την απόσπασή τους από τον ινδοευρωπαϊκό κορμό, ήλθαν και εγκαταστάθηκαν στη χερσόνησο των Βαλκανίων, κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (1500 π.Χ.), και από αυτούς, κατά την Εποχή του Σιδήρου (περίπου 1000 π.Χ.), προέκυψαν οι Θράκες και ίσως και οι Δάκες.

Διαιρεμένοι σε ξεχωριστές φυλές, οι Θράκες, δεν κατάφεραν να συγκροτήσουν ενιαία πολιτική οργάνωση, αλλά ήταν διαιρεμένοι σε μικρές φυλές ή βασίλεια. Στις ορεινές περιοχές ζούσαν οι πιο πολεμικές και άγριες Θρακικές φυλές, ενώ οι Θράκες στις πεδιάδες θεωρούντο πιο ειρηνικοί. Οι Θράκες κατοίκησαν τμήματα των αρχαίων επαρχιών: Θράκη, Μοισία, Μακεδονία, Δακία, Μικρά Σκυθία, Σαρματία, Βιθυνία, Μυσία, Παννονία και άλλες περιοχές στα Βαλκάνια και στη Μικρά Ασία.

Διακόσμηση αρχαίου Θρακικού τάφου.
 
O αρχαίος Έλληνας ιστορικός Θουκυδίδης, οποίος κατείχε ορυχεία χρυσού στο Παγγαίο όρος μια παραθαλάσσια περιοχή στη Θράκη, απέναντι από το νησί της Θάσου.[1]

Αρχαϊκή περίοδος

Επεξεργασία

Οι Θράκες θεωρούντο βάρβαροι και άξεστοι από τους εκλεπτυσμένους και αστικοποιημένους Έλληνες γείτονές τους, όμως, είχαν αναπτύξει μορφές τέχνης, όπως τη μουσική, κάποιο είδος ποίησης, τη βιοτεχνία και τη χειροτεχνία. Όπως οι Γαλάτες και άλλες Κελτικές φυλές, πιστεύεται ότι και οι Θράκες ζούσαν σε μικρά οχυρωμένα χωριά, συνήθως σε κορυφές λόφων. Αν και η έννοια του αστικού κέντρου δεν εμφανίζεται στον θρακικό πολιτισμό μέχρι τη Ρωμαϊκή περίοδο, παρόλα αυτά υπήρχαν και μεγαλύτερες οχυρώσεις, που λειτουργούσαν ως τοπικά εμπορικά κέντρα. Ακόμη, παρά τον Ελληνικό αποικισμό σε περιοχές όπως το Βυζάντιο, η Απολλωνία και τη Χαλκιδική, οι Θράκες απέφευγαν την αστική ζωή. Οι πρώτες Ελληνικές αποικίες ιδρύθηκαν στη Θράκη τον 8ο αιώνα π.Χ. Η Θράκη (εκτός από τη χώρα των Βησσών) κυβερνιόταν από τους Πέρσες υπό το Δαρείο το Μέγα, που διεξήγαγε μια εκστρατεία στην περιοχή το 513 και 512 π.Χ. Οι Πέρσες ονόμαζαν τη Θράκη, τη Μακεδονία, την Παιονία και τη Βρυγία (Βαλκανική Φρυγία), με το γενικό όνομα "Skudra" και θεωρούσαν τους λαούς αυτούς συγγενικούς με τους λαούς της σατραπίας "Sparda" δηλαδή Σάρδεις, όπου περιελάμβανε τους Λυδούς, τους Φρύγες, τους Βιθυνούς, τους Κάρες, τους Ασσύριους και τους Κίλικες εν μέρει, τους Καππαδόκες, τους Πισιδούς και τους Λυκίους.

Κλασική περίοδος

Επεξεργασία

Τον 5ο αιώνα π.Χ. οι Θράκες ήταν τόσο πολυπληθείς, ώστε, ο Ηρόδοτος τους ονομάζει το δεύτερο πολυπληθέστερο λαό του κόσμου (μετά τους Ινδούς). Οι Θράκες της κλασικής εποχής ήταν διασπασμένοι σε έναν μεγάλο αριθμό ξεχωριστών φυλών και βασιλείων. Ένα είδος στρατιώτη αυτής της εποχής, ο λεγόμενος πελταστής, προέρχεται πιθανόν από τη Θράκη. Κατά την περίοδο αυτή εμφανίζεται στη Θράκη μια θρησκευτική ομάδα, οι λεγόμενοι "κτίσται", οι οποίοι θεωρούνταν ιερείς και μάντεις. Την εποχή αυτή εντάθηκαν οι επαφές των Θρακών και με τους Έλληνες. Πριν την επέκταση του Μακεδονικού Βασιλείου, κατά την περσική κατάκτηση, η Θράκη ήταν διαιρεμένη σε τρεις τομείς (Ανατολικό, Κεντρικό και Δυτικό) μετά την αποχώρηση των Περσών, ένας Θράκας φύλαρχος, ο Κερσοβλέπτης, προσπάθησε να επεκτείνει την εξουσία του στις Θρακικές φυλές, αλλά τελικά νικήθηκε από τους Μακεδόνες. Έτσι τελικά οι Θράκες εντάχθηκαν στο μακεδονικό βασίλειο. Ο Θρακικός πολιτισμός δεν ήταν αστικός και οι μεγαλύτερες Θρακικές πόλεις ήταν στην πραγματικότητα μεγάλα χωριά. Οι Θράκες κατά κανόνα δεν έχτιζαν μεγάλες πόλεις. Οι ονομασίες των οικισμών τους είχαν την κατάληξη σε -μβρια και -δαμα, -δαβα, -δεβα (Πουλπούδεβα, Ευμολπία ή Φιλιππούπολη).

Ελληνιστική περίοδος

Επεξεργασία

Στην πρακτικότητα το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών του Μακεδονικού βασιλείου, βόρεια του ποταμού Αλιάκμονα και μέχρι το όρος Παγγαίο, τους ποταμούς Στρυμόνα και Νέστο, ήταν εδάφη στα οποία κατοικούσαν, πριν τη μακεδονική κατάκτηση, Θράκες. Π.χ. η Ημαθία, η Αλμωπία, η Βιστονία, η Βοττιαία, η Μυγδονία, η Ηδωνία, η Κρηστωνία, η Βισαλτία, η Σιντική, η Βοττική, η Οδομαντική, η Παιονία, κατοικούνταν όλες από θρακικές φυλές.

Ο Φίλιππος ο Β' και ο Αλέξανδρος ο Μέγας, ολοκλήρωσαν την υποταγή της Θράκης στο Μακεδονικό βασίλειο και σε εδάφη πέραν των προαναφερθέντων εδαφών.

Ο Λυσίμαχος από τους Διαδόχους και άλλοι Ελληνιστικοί ηγεμόνες κυβέρνησαν τμήματα της Θράκης μέχρι την πτώση της στους Ρωμαίους. To 279 π.X. οι Γαλάτες προέλασαν στη Μακεδονία, τη Κεντρική Ελλάδα και τη Θράκη. Απωθήθηκαν γρήγορα από τη Μακεδονία και τη Κεντρική Ελλάδα, αλλά παρέμειναν στη Θράκη μέχρι το τέλος του 3ου αιώνα π.Χ. Από τη Θράκη τρεις Κελτικές φυλές προχώρησαν στη Μικρά Ασία και σχημάτισαν ένα νέο βασίλειο ονόματι Γαλατία. Σε τμήματα της Μοισίας (βορειοανατολική Σερβία) oι Κέλτες Σκορδίσκοι και οι Θράκες ζούσαν μαζί, όπως φανερώνουν αρχαιολογικά ευρήματα ανασκαφών και θησαυρών από τον 3ο ως τον 1ο αιώνα π.Χ. Κατά τους Μακεδονικούς Πολέμους η σύγκρουση μεταξύ Ρώμης και Θράκης ήταν αναπόφευκτη. Η διάλυση των κυβερνήσεων στη Μακεδονία αποσταθεροποίησε την εξουσία της επί της Θράκης και οι φυλετικές της ηγεσίες άρχισαν για μια ακόμη φορά να ενεργούν κατά την κρίση τους. Μετά τη Μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ. η Ρωμαϊκή εξουσία επί της Μακεδονίας φαινόταν αναπόφευκτη και η διακυβέρνηση της Θράκης περιήλθε στη Ρώμη. Ούτε οι Θράκες ούτε οι Μακεδόνες είχαν ακόμη υποταχθεί στη Ρωμαϊκή κυριαρχία και αρκετές εξεγέρσεις έγιναν αυτή τη μεταβατική περίοδο. Η επανάσταση του Ανδρίσκου το 149 π.Χ. για παράδειγμα στηρίχτηκε κυρίως στη Θράκη. Αρκετές επιδρομές από τοπικές φυλές στη Μακεδονία συνεχίστηκαν για πολλά χρόνια, αν και υπήρχαν φυλές, που οικειοθελώς συμμαχούσαν με τη Ρώμη, όπως οι Δενθηλήτες και οι Βέσσοι. Μετά τον Τρίτο Μακεδονικό Πόλεμο (171 - 168 π.Χ.) η Θράκη αναγνώρισε τη Ρωμαϊκή εξουσία. Το υποτελές κράτος της Θράκης περιελάμβανε πολλές διαφορετικές φυλές.

Ρωμαϊκή διοίκηση

Επεξεργασία
 
Σπάρτακος: Θράξ Ηγέτης της επανάστασης των σκλάβων εναντίον των Ρωμαίων

Τον επόμενο ενάμισι αιώνα έγινε η μετεξέλιξη της Θράκης σε μόνιμο υποτελές Ρωμαϊκό κράτος. Η φυλή των Σαπαίων ήρθε στο προσκήνιο αρχικά υπό την ηγεσία του Ραισκούπορη. Είναι γνωστό ότι πρόσφερε βοήθεια τόσο στον Πομπήιο, όσο και στον Καίσαρα και αργότερα υποστήριξε τα Δημοκρατικά στρατεύματα εναντίον του Αντωνίου και του Οκταβιανού τις τελευταίες μέρες της Δημοκρατίας. Οι κληρονόμοι του Ραισκούπορη μπλέχτηκαν τότε βαθιά σε πολιτικά σκάνδαλα και δολοφονίες όσο και οι Ρωμαίοι κύριοί τους. Μια σειρά από βασιλικές δολοφονίες μετέβαλε το τοπίο της εξουσίας την πρώτη Ρωμαϊκή αυτοκρατορική περίοδο. Διάφορες φατρίες αποκτούσαν τον έλεγχο με την υποστήριξη του Ρωμαίου Αυτοκράτορα. Η αναταραχή θα σταματούσε τελικά με μια τελική δολοφονία. Μετά τη δολοφονία του Ροιμητάλκη Γ΄ του Θρακικού Βασιλείου των Σαπαίων από τη σύζυγό του το 46 μ.Χ. η Θράκη ενσωματώθηκε ως επίσημη Ρωμαϊκή επαρχία, που διοικείτο από Επιτρόπους και αργότερα Επάρχους. Η κεντρική κυβερνητική αρχή της Ρώμης είχε την έδρα της στην Ηράκλεια, αλλά περιοχές μέσα στην επαρχία ήταν υπό τη διοίκηση στρατιωτικών υφισταμένων του κυβερνήτη. Η απουσία μεγάλων αστικών κέντρων έκανε τη Θράκη μέρος δύσκολο να διοικηθεί, αλλά τελικά η επαρχία άκμασε επί της Ρωμαϊκής διοίκησης, κυρίως χάρη στην ίδρυση αρκετών πόλεων (ελληνικού τύπου) από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες[2], αντί να επιχειρηθεί ο εκρωμαϊσμός της επαρχίας. Θεωρείται ότι την εποχή αυτοί οι περισσότεροι Θράκες ήταν οικειοθελώς εξελληνισμένοι/εκσυγχρονισμένοι. Η Ρωμαϊκή εξουσία στη Θράκη στηριζόταν κυρίως στις λεγεώνες που στάθμευαν στη Μοισία. Η αγροτική φύση των πληθυσμών της Θράκης και η απόσταση από τη ρωμαϊκή εξουσία σίγουρα απαιτούσε την παρουσία τοπικών στρατευμάτων για να υποστηρίζουν τις λεγεώνες της Μοισίας. Τους λίγους επόμενους αιώνες η επαρχία περιοδικά και όλο και περισσότερο δεχόταν επιθέσεις από μεταναστεύοντα Γερμανικά φύλα. Επί της βασιλείας του Ιουστινιανού κατασκευάστηκαν πάνω από 100 φρούρια λεγεωναρίων για να υποστηρίξουν την άμυνά της. Τελικά, οι Θράκες στη ρωμαϊκή επαρχία της Κάτω Μοισίας εκρωμαΐστηκαν, ενώ εκείνοι που κατοικούσαν νότια από την οροσειρά του Αίμου (στην επαρχία της Θράκης) είχαν σχεδόν πλήρως εκσυγχρονιστεί[3].

Σχετικά πάλι με τη θρακική διασπορά εκτός συνόρων (extra fines provinciae), από επιγραφικές μαρτυρίες είναι γνωστή η παρουσία πλήθους Θρακών (κυρίως στρατιωτών) σε όλη την έκταση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και συγκεκριμένα στην υπόλοιπη Ελλάδα[4] και την υπόλοιπη Ευρώπη (Ιταλία, Γερμανία, Γαλατία, Ισπανία, Βρετανία)[5], στη Βόρεια Αφρική[6] και στις ρωμαϊκές επαρχίες της Ανατολής (Ασία, Βιθυνία-Πόντος, Κιλικία, Συρία κλπ.)[7].

Η ιστορία των Θρακικών πολέμων διαρκεί από το 10ο αιώνα π.Χ. μέχρι τον 1ο αιώνα μ.Χ. στην περιοχή που οριζόταν από τους Αρχαίους Έλληνες και τους Λατίνους ιστορικούς ως Θράκη. Πρόκειται για τις ένοπλες συγκρούσεις των Θρακικών φυλών και των βασιλείων τους στα Βαλκάνια. Εκτός από τις συγκρούσεις μεταξύ Θρακών και γειτονικών εθνών και φυλών(συγκεκριμένων αυτών Κελτών Σκυθών Ιλλυριών και μεμονωμένων Γερμανικών φύλων), έχουν καταγραφεί και πολλοί πόλεμοι επίσης μεταξύ των Ελληνικών φυλών συμπεριλαμβανομένων αυτών του Πελοποννησιακού Πολέμου, τη Μακεδονική εκστρατεία ενάντια των Περσών, τη Μακεδονική αντίσταση των Ρωμαϊκών επιθέσεων.

Βάρβαροι

Επεξεργασία

Οι Θράκες θεωρούντο από τους Έλληνες και τους Ρωμαίους βάρβαροι, πολεμοχαρείς, άγριοι και αιμοδιψείς. Ο Πλάτων, στην Πολιτεία του, τους θεωρεί, μαζί με τους Σκύθες, αμετροεπείς και υψηλόφρονες, και στους Νόμους του τους θεωρεί πολεμοχαρή έθνη, μαζί με τους Κέλτες, Πέρσες, Σκύθες, Ίβηρες και Καρχηδονίους. Ο Πολύβιος έγραψε για το νηφάλιο και ευγενικό χαρακτήρα του Κότυ σε αντίθεση με τους περισσότερους Θράκες. Ο Τάκιτος στα Χρονικά του γράφει για αυτούς ότι είναι άγριοι, θηριώδεις και ανυπόμονοι, ανυπάκουοι ακόμη και στους δικούς τους βασιλιάδες. Ο Πολύαινος και ο Στράβων γράφουν πώς οι Θράκες με απάτη παραβίαζαν τις συνθήκες ανακωχής. Ο Διήγυλις θεωρείτο ένας από τους πιο αιμοδιψείς οπλαρχηγούς από το Διόδωρο Σικελιώτη. Μία αθηναϊκή ομάδα έκνομων νέων πήρε το όνομά της από τους Τριβαλλούς (Θρακική φυλή). Σύμφωνα με αρχαίες ρωμαϊκές πηγές, οι Δίοι (Θρακική φυλή), ήταν υπεύθυνοι για τις χειρότερες θηριωδίες του Πελοποννησιακού Πολέμου, σκοτώνοντας οτιδήποτε ζωντανό, μέχρι παιδιά και σκυλιά. Οι Θράκες παλούκωναν τα κεφάλια των Ρωμαίων στα ακόντια και στις ρομφαίες τους, όπως στη μάχη του Καλλίνικου το 171 π.Χ.

Ο Ηρόδοτος γράφει ότι πουλούν τα παιδιά τους και αφήνουν τις κόρες τους να συναναστρέφονται με όποιους άντρες τους αρέσει.

Επίσης μερικοί ιστορικοί αναφέρουν πως "Δεν τους ενδιέφερε η παρθενία των κοριτσιών τους, μα η αξιοπιστία τους στον γάμο".

Θρησκεία

Επεξεργασία

Μία σημαντική θρακική λατρεία είναι εκείνη του «Θρακικού ιππέα», γνωστού επίσης ως «Θρακικού Ήρωα» ή ως "Ήρωας Καράμπαζος", θεός του κάτω κόσμου, που απεικονίζεται σε ταφικά αγάλματα ως ιππέας, να σκοτώνει με το ακόντιο ένα θηρίο. Μερικοί θεωρούν ότι ο Ελληνικός θεός Διόνυσος ή Βάκχος έχει θρακική προέλευσή από τον Θρακικό θεό Σαβάζιο.

Κατά την κλασική εποχή, οι Θράκες λάτρευαν και ελληνικούς θεούς, όπως το Δία, τον Άρη, τον Απόλλωνα, την Κυβέλη, τη Σελήνη, και τον Ποσειδώνα.

Το 335 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος τέλεσε θυσία στο μαντείο των Βησσών, στο όνομα του θεού Απόλλωνα, για τους Βέσσους πολεμιστές που τον συντρόφευαν καθ'όλη τη διάρκεια της εκστρατείας του.

Επίσης ο βασιλιάς των Οδρυσσών Αμάδοκος προστάτευσε το Μαντείο των Δελφών από μια εισβολή Γαλατών μαζί με άλλους Έλληνες υπερασπιστές.

Σωματική εμφάνιση

Επεξεργασία

Μερικοί τάφοι ή επιτύμβιες στήλες έχουν χαραγμένο επάνω τους το όνομα «Ρούφους», που σημαίνει «κοκκινομάλης» - σύνηθες όνομα που δινόταν σε ανθρώπους με κόκκινα μαλλιά. Τα αρχαία Ελληνικά έργα τέχνης συχνά απεικονίζουν τους Θράκες ως κοκκινομάλληδες. Ο Ρήσος της Θράκης, μυθικός βασιλιάς των Θρακών, πήρε το όνομά του από τα κόκκινα μαλλιά του και απεικονίζεται σε Ελληνικά αγγεία με κόκκινα μαλλιά και γενειάδα. Οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς επίσης περιέγραφαν τους Θράκες ως κοκκινομάλληδες. Ένα απόσπασμα από τον Έλληνα ποιητή Ξενοφάνη περιγράφει τους Θράκες ως γαλανομάτηδες και κοκκινομάλληδες: «...Οι άνθρωποι φτιάχνουν τους θεούς σύμφωνα με τη δικά τους εικόνα, εκείνοι των Αιθιόπων είναι μαύροι και με κοντή μύτη, εκείνοι των Θρακών έχουν μπλε μάτια και κόκκινα μαλλιά.» Ο Βακχυλίδης περιέγραφε το Θησέα ότι φορούσε καπέλο με κόκκινες τρίχες, που οι κλασικιστές πίστευαν ότι ήταν Θρακικής προέλευσης. Άλλοι αρχαίοι συγγραφείς που περιέγραφαν ως κόκκινα τα μαλλιά των Θρακών ήταν ο Εκαταίος ο Μιλήσιος, ο Γαληνός, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς και ο Φιρμίκος Ματέρνος. Εντούτοις ακαδημαϊκές μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι Θράκες είχαν φυσικά χαρακτηριστικά κοινά με αυτά των ανθρώπων της Μεσογείου. Σύμφωνα με τον Δρα Μπεθ Κόεν οι Θράκες είχαν «το ίδιο σκούρο δέρμα και τα ίδια χαρακτηριστικά προσώπου με τους Αρχαίους Έλληνες».

Εξαφάνιση κουλτούρας

Επεξεργασία

Η γλώσσα των Θρακών βαθμιαία παραγκωνίζεται από την ελληνική και λατινική γλώσσα μετά τη μακεδονική και ρωμαϊκή κυριαρχία στη Θράκη, ενώ, αργότερα, ακολούθησαν οι επιδρομές λαών της στέπας και η Σλαβική εποίκιση της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ιδίως της Διοίκησης του βόρειου μέρους της Δακίας και έπειτα ακολούθησε και της Θράκης λιγο πιο μετά το 581μ.Χ. όπως μας πληροφορεί ο Ιωάννης της Εφέσου.

Διάσημα πρόσωπα Θρακών

Επεξεργασία

Ακολουθεί κατάλογος μερικών σημαντικών Θρακών ή ατόμων που θεωρούνται θρακικής καταγωγής.

  • Μήτοκος Α΄, βασιλιάς των Θρακών.
  • Τήρης Α΄, που ένωσε τις φυλές.
  • Σιτάλκης, βασιλιάς του Θρακικού κράτους των Οδρυσών. Σύμμαχος των Αθηναίων κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο.
  • Σπάρτακος, δούλος της Ρώμης, που ηγήθηκε μιας μεγάλης εξέγερσης δούλων στη Νότια Ιταλία το 73 - 71 π.Χ. Πριν ηττηθεί, ο στρατός του από αποδράσαντες μονομάχους και δούλους νίκησε πολλές Ρωμαϊκές λεγεώνες στον πόλεμο που φέρει το όνομά του.
  • Βυρεβίστας, βασιλιάς της Δακίας.
  • Ορφέας, μυθική μορφή που περιγράφεται ως επικεφαλής των ποιητών και των μουσικών, βασιλιάς της Θρακικής φυλής των Κικόνων.
  • Θουκυδίδης (περ. 460 π.Χ. - περ. 399 π.Χ.), αρχαίος ιστορικός, γνωστός για τη συγγραφή της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου, και στρατιωτικός (στρατηγός). Ως προς την καταγωγή του, ο ίδιος αναφέρει ότι ήταν Θραξ, καθώς πατέρας του ήταν ο Όλορος, όνομα το οποίο επίσης ανήκε σε πολλούς βασιλείς της Θράκης.
  • Μαξιμίνος Θραξ, Ρωμαίος Αυτοκράτορας από το 235 ως το 238.
  • Ιουστίνος Α΄, Βυζαντινός Αυτοκράτορας και ιδρυτής της Δυναστείας του Ιουστινιανού.
  • Ιουστινιανός ο Μέγας, Βυζαντινός Αυτοκράτορας.
  • Βελισάριος, Βυζαντινός στρατηγός, υποτιθέμενης Ελληνικής ή Θρακικής καταγωγής.
  • Λέων Α΄ ο Θραξ, Βυζαντινός αυτοκράτορας από το 457 ως το 474.

Αρχαιολογία

Επεξεργασία

Ο κλάδος της επιστήμης που μελετά τους αρχαίους Θράκες και τη Θράκη λέγεται Θρακολογία. Η αρχαιολογική έρευνα του Θρακικού πολιτισμού άρχισε τον 20ο αιώνα και ιδιαίτερα μετά το Β΄Παγκόσμιο πόλεμο, κυρίως στην περιοχή της Νότιας Βουλγαρίας. Αποτέλεσμα των εντατικών ανασκαφικών εργασιών τις δεκαετίες των 1960 και 1970 ήταν η ανακάλυψη πολλών Θρακικών τάφων και ιερών. Σημαντικότερα ανάμεσά τους είναι οι τύμβοι στο Σβεστάρι και το Καζανλάκ, το Τατούλ, η Σευθόπολις, το Περπέρικον, ο Τάφος του Αλεξάντροβο, η Σαρμιζεγκέτουσα στη Ρουμανία, κλπ. Επίσης ανασκάφηκε μεγάλος αριθμός περίτεχνα φιλοτεχνημένων χρυσών και ασημένιων θησαυρών από τον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. Τις επόμενες δεκαετίες αυτά εκτέθηκαν σε μουσεία σε όλο τον κόσμο, αποκτώντας δημοτικότητα και γενόμενα έμβλημα του αρχαίου Θρακικού πολιτισμού. Μετά το 2000 ο Βούλγαρος αρχαιολόγος Γκεόργκι Κίτοφ έχει κάνει ανακαλύψεις στην Κεντρική Βουλγαρία που συνοψίστηκαν ως "Η Κοιλάδα των Θρακών Βασιλέων". Η κατοικία των Οδρυσών βασιλιάδων βρέθηκε στο Στάροσελ στα όρη Σρέντνα Γκόρα.

Δείτε επίσης

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Θουκυδίδης 4.105.1
  2. Δημ. Κ. Σαμσάρης, Ιστορική γεωγραφία της Δυτικής Θράκης κατά τη ρωμαϊκή αρχαιότητα, Θεσσαλονίκη 2005
  3. [1] Δημ. Κ. Σαμσάρης, Ο εξελληνισμός της Θράκης κατά την ελληνική και ρωμαϊκή αρχαιότητα (Διδ. Διατρ.), Θεσσαλονίκη 1980
  4. D. Samsaris, Les Thraces dans l' Empire romain d' Orient (Le territoire de la Grece actuelle). Etude ethno-demographique, sociale, prosopographique et anthroponymique, Jannina 1993
  5. Al. Fol, Les Thraces dans l' Empire romain d' Occident (I-III siecle), GSU-FIF Sofia 1965, 1968, 1969
  6. D. Samsaris,Relations entre le peninsule Balkanique et l' Afrique romaine (Population et onomastique balkanique en Afrique), "L' Africa Romana", Sassari 1988, p. 403-430
  7. D. Samsaris, Les Thraces dans l' Empire romain d' Orient (Asie Mineure, Syrie, Palestine et Arabie), Dodona 19 (1), 1989, p. 5-30
  • Παγκόσμια Ιστορία, τόμος 1. Εκδοτική Αθηνών. Αθήνα 1990. ISBN 9789602131275.