Πατρολογία
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Η Πατρολογία είναι κλάδος της Θεολογίας, ο οποίος ασχολείται με την μελέτη της χριστιανικής εκκλησιαστικής φιλολογίας των πατέρων της Εκκλησίας και των εκκλησιαστικών συγγραφέων γενικότερα, από την ίδρυση της Εκκλησίας μέχρι και την ολοκλήρωση της βυζαντινής περιόδου, καλύπτοντας όχι μόνο την χριστιανική ελληνική, αλλά και την λατινική γραμματεία, των οκτώ πρώτων αιώνων.
Πρόκειται για ερευνητικό τμήμα της εκκλησιαστικής γραμματολογίας που προέκυψε λόγω του ιδιάζοντος ενδιαφέροντος που έχουν για την Εκκλησία γενικότερα αυτοί οι πρώτοι αιώνες.
Ιστορία του όρου
ΕπεξεργασίαΤον όρο Πατρολογία έκανε χρήση πρώτος ο διαμαρτυρόμενος θεολόγος Γκέρχαρντ όταν εξέδωσε σύγγραμμα στο οποίο εξετάζονταν οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς από του Ερμά μέχρι του Βελλαρμίνου, και που έφερε τον τίτλο "Patrologia" (Ιένα, 1653).
Σύμφωνα μ΄ αυτό, η πατρολογία, ασχολούταν περισσότερο με τον βίο και τη συγγραφική δράση και πολύ λιγότερο, μέχρι και καθόλου, με το περιεχόμενο της διδασκαλίας των συγγραφέων, ίσως με κάποιες εξαιρέσεις όταν αυτές συνδέονταν έντονα με την προσωπικότητα αυτών των συγγραφέων, ασχολούμενη έτσι κυρίως με τη γνησιότητα ή μη των έργων τους, τις επιδράσεις που δέχτηκαν καθώς και τις πηγές που χρησιμοποίησαν. Ο δε όρος τόσο δε γενικεύτηκε που δεν περιελάμβανε μόνο τους εκκλησιαστικούς πατέρες αλλά και τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς ακόμη δε και τους αιρετικούς συγγραφείς, χωρίς και να εξετάζεται στην πρώτη εκείνη έκδοση η συγγραφική δράση των ορθοδόξων.
Αυτός ήταν και ο λόγος που η έκδοση του παραπάνω συγγράμματος δημιούργησε μεγάλη αντίδραση με προτίμηση του τίτλου "χριστιανική γραμματολογία των οκτώ πρώτων αιώνων", ή "ιστορία της αρχαίας χριστιανικής γραμματολογίας". Ανεξάρτητα όμως αυτού, καθίσταται καταφανές πως ο όρος πατρολογία, με μία ακριβώς λέξη εκφράζει το "κατά συνθήκη" ζητούμενο.
- Αξιοπρόσεκτο πάντως είναι το γεγονός ότι η Πατρολογία δεν εξετάζει όλους τους συγγραφείς, δηλαδή και των ιερών κειμένων - βιβλίων, είτε της Παλαιάς Διαθήκης, είτε και της Καινής, αλλά μόνο ...τους μετέπειτα της καινής Διαθήκης.
Γλώσσα συγγραφής
ΕπεξεργασίαΗ γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε από τους Πατέρες της Εκκλησίας, τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς και αρετικούς ήταν γενικά η ελληνική έως τα τέλη του 2ου αι. Ύστερα στη Δύση προτιμήθηκε η λατινική, αλλά και στην Ανατολή, εκτός από την ελληνική, υπήρξαν και μερικοί Πατέρες και άλλοι που έγραψαν στη συριακή, όπως ο Εφραίμ ο Σύρος, ή σε άλλες ανατολικές γλώσσες.
Συλλογές έργων
ΕπεξεργασίαΥπάρχουν πολλές συλλογές πατερικών έργων. Η πιo γνωστή και πλήρης είναι η έκδοση του Jacques Paul Migne (1800-1875). Η συλλογή αυτή με τίτλο Patrologiae cursus completus έχει δύο Σειρές: η ελληνική σειρά (Series Graeca, Paris 1857-1866) αποτελείται από 161 τόμους και περιέχει έργα που γράφτηκαν μέχρι το 1439 ενώ η λατινική σειρά (Series Latina, Paris 1844-1855) αποτελείται από 221 τόμους και φθάνει μέχρι το 1216. Επίσης η τρίτομη Πατρολογία του J. Quasten (από την αποστολική εποχή μέχρι την Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας) αναγνωρίζεται από τους πατρολόγους ως έργο κλασικό.
Περίοδοι της ορθόδοξης εκκλησιαστικής γραμματείας
ΕπεξεργασίαΤο τεράστιο υλικό που αποτελεί το αντικείμενο σπουδής της Ορθόδοξης πατρολογίας και αφορά το έργο των Απολογητών, των Αντιαιρετικών Συγγραφέων, των εκκλησιαστικών συγγραφέων της Αιγύπτου, Μ. Ασίας, Συρίας και Παλαιστίνης, καθώς και των συγγραφέων της Δύσης κυρίως κατά τους πέντε πρώτους αιώνες, κατανέμεται χρονικά στις εξής περιόδους:
1η Περίοδος: Από την αποστολική εποχή έως την Α' Οικουμενική Σύνοδο (325)
ΕπεξεργασίαΣτην περίοδο αυτή περιλαμβάνονται οι λεγόμενοι «Αποστολικοί Πατέρες». Εδώ θα πρέπει να διευκρινιστεί πως ο όρος Αποστολικοί Πατέρες δεν αναφέρεται στους Αποστόλους αλλά στην περίοδο αμέσως μετά το θάνατο των Αποστόλων. Καθώς η Πατρολογία εξετάζει το πλήρες έργο του χρονικού εκείνου διαστήματος, στην ομάδα των έργων της περιόδου των Αποστολικών Πατέρων που εξετάζονται, περιλαμβάνονται και ανώνυμα έργα όχι απολύτως ορθόδοξα και οι λεγόμενοι Αποστολικοί Πατέρες δεν έχουν όλοι ούτε γνωριμία με τους Αποστόλους ούτε και φρόνημα αποστολικό, δεν έχουν δηλαδή πάντα, προϋποθέσεις αποστολικότητας. Εκτός των τριών, Κλήμη Ρώμης, Ιγνάτιου Αντιοχείας και Πολυκάρπου Σμύρνης, ο άγνωστος συντάκτης της Επιστολής του Βαρνάβα, ο συντάκτης του Ποιμένα του Ερμά, ο Παπίας Ιεραπόλεως, ο άγνωστος συντάκτης της προς Διόγνητον επιστολής, καθώς και οι συντάκτες της Διδαχής των αποστόλων, είναι αμφίβολο αν έστω γνώρισαν τους Αποστόλους, ενώ είναι βέβαιο ότι δεν ήταν πάντοτε φορείς του φρονήματός τους.
2η Περίοδος: Από την Α' Οικουμενική Σύνοδο έως τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας (451)
Επεξεργασία3η Περίοδος: Η Βυζαντινή περίοδος
ΕπεξεργασίαΟι εκκλησιαστικοί συγγραφείς της περιόδου αυτής εξετάζονται σε δύο κεφάλαια:
- Πρωτοβυζαντινή περίοδος (5ος-10ος αι.)
- Υστεροβυζαντινή περίοδος (11ος-14ος αι.)
Εδώ θα πρέπει να αναφερθεί πως η προκατάληψη της Δύσης για το Βυζάντιο, για λόγους ιστορικούς και δογματικούς, οδήγησε τους Πατρολόγους να περιορίζουν την Πατερική περίοδο, στη χρονική περίοδο των τεσσάρων πρώτων Οικουμενικών Συνόδων ή να σταματούν την εξέταση της πατερικής γραμματείας στον Ιωάννη Δαμασκηνό. Συχνά μάλιστα η περίοδος των πρώτων χριστιανών συγγραφέων χαρακτηρίζεται ως ακμή της πατερικής γραμματείας, ενώ οι μεταγενέστερες ως παρακμή και πολλές φορές δεν εξετάζονται καθόλου.
4η Περίοδος: Νεότερη εποχή (μέχρι και τον 18ο αι.)
ΕπεξεργασίαΌπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η ορθόδοξη παράδοση δεν μπορεί να δεχτεί χρονικά όρια στην Πατρολογία, γιατί σύμφωνα με την εκκλησιολογία της, συνεχώς αναδεικνύονται Πατέρες της Εκκλησίας. Η πατερική περίοδος επεκτείνεται όσο και η ζωή της Εκκλησίας και αρχίζει από την ημέρα της Πεντηκοστής και φθάνει μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με αυτή τη αντίληψη, η αγιαστική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, που καθοδηγεί την Εκκλησία, αποτελεί ένα ενιαίο και συνεχές ρεύμα που είναι πάντοτε παρόν και επίκαιρο μέσα στην Ιστορία και έτσι, η βυζαντινή περίοδος όπως και η Νεότερη εποχή, είναι η φυσική συνέχεια της χριστιανικής αρχαιότητας με την οποία συνδέονται οργανικά και αδιάσπαστα.
Ορισμός του Πατρός
ΕπεξεργασίαΟι ρωμαιοκαθολικοί πατρολόγοι δέχονται ότι, για να χαρακτηριστεί κάποιος "Πατήρ της Εκκλησίας" πρέπει να έχει τα εξής τέσσερα διακριτικά γνωρίσματα:
- α) Ορθόδοξη διδασκαλία
- β) Αγιότητα βίου
- γ) Εκκλησιαστική αναγνώριση
- δ) Αρχαιότητα
Η θεολογική αυτή θεώρηση, που με το γνώρισμα της αρχαιότητας περιορίζει τους Πατέρες της Εκκλησίας στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, δεν είναι αποδεκτή από την ορθόδοξη εκκλησιολογία. Η Εκκλησία είναι ο ιστορικός χώρος όπου εκδηλώνεται συνεχώς η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος και συνεχώς αναδεικνύει Πατέρες. Γι' αυτό η ορθόδοξη Εκκλησία αναγνωρίζει πλήθος Πατέρων και μετά τον Ιωάννη Δαμασκηνό, όπως τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φώτιο, το Συμεών το νέο Θεολόγο, το Γρηγόριο Παλαμά, το Νικόδημο τον Αγιορείτη και πολλούς άλλους. Η Ορθοδοξία ποτέ δε θεώρησε στατικά τους Πατέρες της Εκκλησίας ούτε τους περιόρισε σε χρονικά όρια ή συνέδεσε την αναγνώρισή τους με εξωτερικά κριτήρια, όπως είναι η αρχαιότητα.
Πάντως, σε κάθε περίπτωση, εξέχουσες προσωπικότητες και για τις δύο εκκλησίες, θεωρούνται ο Μέγας Αθανάσιος, ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός, ο Μέγας Βασίλειος ο Ιωάννης Χρυσόστομος στην ανατολή, και οι Ιερώνυμος, Αμβρόσιος και Αυγουστίνος, στη Δύση. Στους τελευταίους σημαντικούς Πατέρες ανήκουν οι Μέγας Γρηγόριος για τη Δυτική Εκκλησία και Ιωάννης Δαμασκηνός για την Ανατολική.
Πατέρες και Πατέρες-Διδάσκαλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
ΕπεξεργασίαΜία σημαντική διάκριση που πρέπει να απασχολεί την σύγχρονη θεολογική έρευνα, είναι αυτή ανάμεσα στους πολλούς αγίους πατέρες και εκκλησιαστικούς συγγραφείς και στους μεγάλους πατέρες-διδασκάλους της εκκλησιαστικής ιστορίας. Ο διαχωρισμός αυτός δεν σκοπεύει στην υποτίμηση των σπουδαίων εκείνων προσώπων της Εκκλησίας, που με την ποιμαντική τους φροντίδα (Αγ. Σπυρίδων) ή τον ασκητικό τους αγώνα (Μ. Αντώνιος) αγίασαν κι έγιναν φωτεινά παραδείγματα. Ούτε στην παραγνώριση των σημαντικών εκκλησιαστικών συγγραφέων που θεολόγησαν και έγραψαν τα πολύτιμα έργα τους. Οι άγιοι και οι συγγραφείς γενικά της Εκκλησίας ασφαλώς και δεν είναι κατ' ανάγκην λιγότερο άγιοι ή λιγότερο ορθόδοξοι από τους Πατέρες-Διδασκάλους, η ορθή όμως προσέγγιση του θέματος αυτού, επιβάλλει να παρατηρήσουμε ότι τα χαρίσματά τους αυτά δεν δόθηκαν για να γίνουν θεολογία χάριν της όλης Εκκλησίας, όταν αυτή περνούσε κρίση ή δοκίμαζε αμφιβολία σχετικά με την πίστη και τη σωτηρία.
Γενικά, θα λέγαμε ότι, οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς και πατέρες της εκκλησίας, έγραψαν τα έργα τους κάτω από τις εξής κυρίως αφορμές και ανάγκες:
- Του κηρύγματος
- Της εκφράσεως θείων εμπειριών
- Της λατρείας και της δοξολογίας
- Της διατηρήσεως της μνήμης
- Της φανερώσεως της αληθείας και αντικρούσεως της κακοδοξίας
Με την τελευταία αυτή αφορμή της φανερώσεως της αλήθειας, γίνεται αναφορά στην επίπονη προσπάθεια των συγγραφέων της Εκκλησίας να αντικρούσουν ύποπτες κι εσφαλμένες γνώμες και αντιλήψεις, διατυπωμένες από μέλη πάλι της Εκκλησίας. Οι αντιλήψεις αυτές αποτελούσαν μικρό ή μεγάλο εμπόδιο στην πνευματική προκοπή των πιστών, κι έθεταν σε κίνδυνο τη σωτηρία τους, αφού εξέφραζαν όχι την πραγματική αλήθεια, αλλά μια φανταστική κι ανύπαρκτη αλήθεια. Όπου κάποια μέλη της Εκκλησίας απέτυχαν και χαρακτηρίστηκαν κακόδοξοι κι αιρετικοί, πέτυχαν άλλα, που εργάσθηκαν με ακρίβεια μεγαλύτερη, ήταν γνησιότεροι φορείς της Παραδόσεως και, σύμφωνα με την πεποίθηση της εκκλησίας, φωτίστηκαν από το Άγιο Πνεύμα ώστε να γίνουν Πατέρες-Διδάσκαλοι. Έτσι, Πατήρ και Διδάσκαλος της Εκκλησίας είναι ο φορέας της Παραδόσεως και του ήθους της Εκκλησίας, που με αφορμή μία μεγάλη θεολογική κρίση φωτίζεται και εκφράζει θεολογικά μια ευρύτερη εμπειρία της αλήθειας, με αποτέλεσμα να συμβάλει αποφασιστικά στην αντιμετώπιση μιας κρίσεως, που αφορά στη σωτηρία.
Τα πολυάριθμα έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων και πατέρων που αναφέρονται σε θέματα όπως κατήχηση, κήρυγμα, δοξολογία, διήγηση θείων εμπειριών και θεοπτικών καταστάσεων, απαιτούν πολλά προσόντα, μεγάλη θεολογική κατάρτιση, βίωση και γνώση της Παραδόσεως της Εκκλησίας, ικανότητα και άσκηση στην ερμηνεία της Γραφής, ευρεία γνώση του πνευματικού και φιλοσοφικού κόσμου της εποχής τους. Όλα αυτά τα έργα προέρχονται από αξιόλογους πατέρες και εκκλησιαστικούς συγγραφείς της Εκκλησίας που όμως δεν είναι Πατέρες-Διδάσκαλοι καθώς δεν παρουσιάζεται στο έργο τους αυτή η ιδιαιτερότητα διασάφησης της αληθείας με τρόπο ευρύτερο και βαθύτερο απ' όσο είχαν επιτύχει μέχρι τότε τα ιερά πρόσωπα της Παραδόσεως, που προηγούνταν αυτών, για τους οποίους η Εκκλησία έχει εκφράσει συνοδικά τη βεβαιότητά της για τη θεία φώτισή τους επάνω στο θεολογικό τους έργο, βεβαιότητα που δεν αντιπροσωπεύεται από προσωπικές γνώμες, αλλά από κυρωμένο φρόνημα της Εκκλησίας.
Αντιμετώπιση του σφάλματος στην Ορθόδοξη Εκκλησία
ΕπεξεργασίαΔύο διαπιστώσεις μπορούν εύκολα να γίνουν αντιληπτές μέσα από την μελέτη της εκκλησιαστικής ιστορίας:
- Οι Πατέρες, θεολόγησαν με το φωτισμό του Πνεύματος και τα επιστημονικά τους εφόδια
- Οι Πατέρες έσφαλαν σε ορισμένες περιπτώσεις.
Οι διδασκαλίες που υιοθετήθηκαν, επειδή θεωρήθηκαν σύμφωνες και ομόλογες προς τη Γραφή, δείχνουν την πεποίθηση της εκκλησίας για μια γνήσια φανέρωση της θείας αλήθειας. Οι διδασκαλίες αυτές κυρώθηκαν από οικουμενικές Συνόδους κι έγιναν Παράδοση της Εκκλησίας. Αντίθετα, το γεγονός του σφάλματος των Πατέρων φαίνεται από το ότι διδασκαλίες τους δεν υιοθετήθηκαν από την Εκκλησία, λησμονήθηκαν, παραμερίσθηκαν, απορρίφθηκαν. Παράδειγμα αποτελούν οι απόψεις του Μ. Αθανασίου στα περί ταυτότητας, ουσίας και υποστάσεως στο Θεό ή τα περί της των πάντων αποκαταστάσεως που είπε ο Γρηγόριος Νύσσης. Από το σφάλμα του Πατρός δεν ξενίζεται η Εκκλησία και δεν περιφρονεί αυτόν που πλανήθηκε, διότι γνωρίζει καλά πως κάποια πλάνη του, δεν μειώνει την μεγάλη προσφορά του. Όπως επισημαίνει ο ιερός Φώτιος, δεν υπήρξε ποτέ πλάνη επάνω σε προβλήματα καίρια μιας εποχής, που προκαλούσαν κρίση και οι πιστοί των χρόνων εκείνων συνέδεαν τις απαντήσεις με τη σωτηρία τους. Αντίθετα, η πλάνη παρουσιάστηκε σε περιόδους όπου δεν ζητήθηκε η γνώμη των πατέρων επάνω σε κάποιο σημαντικό για την πορεία της εκκλησίας και την σωτηρία, ζήτημα.(Η άποψη αυτή προέρχεται από ΣΤ. Παπαδόπουλου, ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ, τομ. Α, Αθήνα 2000, σελ.44κ.εξ
Γενικός πίνακας Πατέρων και άλλων συγγραφέων μέχρι τον 3ο αι. που κείμενα τους σχετίστηκαν με τον Χριστιανισμό
ΕπεξεργασίαΌνομα | Χρόνος δράσης | Τόπος Καταγωγής | Τόπος Δράσεως | Γλώσσα | Εκκλησιαστικός, Αιρετικός, Γνωστικός ή Ιουδαΐζων |
---|---|---|---|---|---|
Κλήμης Πάππας Ρώμης | 92-101 | Ρώμη | Ρώμη | ελληνική | εκκλησιαστικός |
Κήρινθος | 70/99 | Μικρασία | ελληνική | αιρετικός-γνωστικός | |
Σίμων Μάγος | μέσα 1ου αι. | Παλαιστίνη (Σαμάρεια) | και Ρώμη | ελληνική | αιρετικός-γνωστικός |
Ιγνάτιος ο Θεοφόρος | +107/117 | Συρία | Αντιόχεια | ελληνική | εκκλησιαστικός |
Πολύκαρπος Σμύρνης | +167/8 | Σμύρνη | ελληνική | εκκλησιαστικός | |
Κοδράτος Αθηνών | 123/9 | Μικρασία | Μικρασία | ελληνική | απολογητής |
Καρποκράτης | 117-138 | Αλεξάνδρεια | ελληνική | γνωστικός | |
Επιφάνης | 138-155 | Αλεξ.-Κεφαλληνία | ελληνική | γνωστικός | |
Παπίας Ιεραπόλεως | 100-130 | Ιεράπολη Μικρασίας | ελληνική | εκκλησιαστ. λαϊκός | |
Αριστείδης φιλόσοφος | 140 | Αθήνα | Αθήνα | ελληνική | απολογητής |
Αρίστων ο Πελλαίος | 140 | Παλαιστίνη (Πέλλα) | Παλαιστίνη | ελληνική | απολογητής |
Βασιλείδης | 120-145 | Αλεξάνδρεια | ελληνική | γνωστικός | |
Ισίδωρος (συγγραφέας) | μέσα 2ου αι. | Αλεξάνδρεια; | ελληνική | γνωστικός | |
Βαλεντίνος | 135-160; | Αίγυπτος | Αλεξ-Ρώμη-Κύπρος | ελληνική | γνωστικός |
Μαρκίων | 140-160; | Πόντος (Σινώπη) | Ρώμη | ελληνική | γνωστικός-αιρετικός |
Ιουστίνος φιλόσοφος και μάρτυς | + 165 | Παλαιστίνη, Νεάπολη | Ρώμη | ελληνική | εκκλ.-απολογητής |
Θεόδοτος | 150- | Ανατολή | Ανατολή | ελληνική | γνωστικός |
Μιλτιάδης | 165/169; | Μικρασία | και Ρώμη | ελληνική | απολ. αντιρρητικός |
Κλαύδιος Απολινάριος | 161-180; | Μικρασία | Μικρασία (Ιεράπολη) | ελληνική | αντιμονταν.-απολογ. |
Πτολεμαίος | 150-170; | Ιταλία; | ελληνική | γνωστικός | |
Ιούλιος Κασσιανός | 170; | Αίγυπτος | ελληνική | γνωστικός-δοκήτης | |
Ηρακλέων | 175; | Ιταλία; | ελληνική | γνωστικός | |
Κέλσος | 178 | Αίγυπτος | ελληνική | εθνικός φιλόσοφος | |
Ερμείας | 140-178; | ελληνική | απολογητής | ||
Μοντανός | 170/80; | Μικρασία; | Μικρασία (Φρυγία) | ελληνική | μοντανιστής |
Μελίτων Σάρδεων | 160/80 | Μικρασία | Μικρασία (Σάρδεις) | ελληνική | εκκλησ.-απολογητής |
Απελλής | —180; | Ρώμη; | Ρώμη-Αλεξάνδρεια | ελληνική | γνωστικός |
Φλωρίνος | —180; | Μικρασία (Σμύρνη) | Ρώμη | ελληνική | γνωστικός |
Διονύσιος Κορίνθου | 160/80; | Κόρινθος | ελληνική | εκκλησιαστικός | |
Αθηναγόρας φιλόσοφος | —180; | Αθήνα | Αθήνα; | ελληνική | απολογ.-φιλόσοφος |
Θεόφιλος Αντιοχείας | 169-188; | Αντιόχεια | ελληνική | ιουδαιοχριστ. θεολ. | |
Ηγήσιππος (εκκλησιαστικός συγγραφέας) | —190; | Παλαιστίνη | Παλαιστίνη; | ελληνική | ιστορικός |
Τατιανός Ασσύριος | -190; | Συρία | Ρώμη-Συρία | ελλην.-συριακ. | χριστιανίζων δυαλιστής φιλόσοφος |
Λουκιανός Σαμοσατέας | -192 | Συρία | Αθήνα-Αίγυπτος | ελληνική | εθνικός φιλόσοφος |
Ρόδων | -195; | Μικρασία | Ρώμη; | ελληνική | αντιγνωστικός |
Πολυκράτης Εφέσου | 195 | Μικρασία | Μικρασία (Έφεσος) | ελληνική | εκκλησιαστικός |
Απολλώνιος | 196/7 | Μικρασία | Μικρασία | ελληνική | άντιμοντανιστής |
Ειρηναίος | + 202; | Μικρασία (Σμύρνη) | Λυών (Γαλλία) | ελλην.-κελτική | αντιρρητικός-αντιγνωστικός |
Θεόδοτος ο Βυζάντιος | —200 | Ρώμη | ελληνική | αιρετικός | |
Σεραπίων Αντιοχείας | 192-212 | Συρία | Αντιόχεια (Συρία) | ελληνική | εκκλησιαστικός |
Μινούκιος Φήλιξ | 215/7 | Β. Αφρική | Ρώμη | λατινική | απολογητής |
Γάιος (θεολόγος) | -217 | Ρώμη | Ρώμη | ελληνική | αντιμοντανιστής |
Βαρδεσάνης | +222 | Συρία (Έδεσσα) | Έδεσσα-Αρμενία | ελλην.-συριακ. | γνωστικός |
Κλήμης Αλεξανδρέας | +222/31 | Αλεξάνδρεια | ελληνική | ηθικολόγος | |
Τερτυλλιανός | +225/40 | Καρθαγένη | Καρθαγένη | λατιν.-ελλην. | ηθικολ.- μοντανιστής |
Ιππόλυτος | +235 | Ανατολή (ελληνική) | Ρώμη | ελληνική | αντιρρητικός - αντιγνωστικός |
Σαβέλλιος | 240; | Λιβύη (Πεντάπολη) | Ρώμη-Λιβύη (Πεντάπολη) | ελληνική | αιρετικός |
Σέξτος Ιούλιος Αφρικανός | λίγο μετά 240; | Ιεροσόλυμα | Παλαιστ. (Εμμαούς)-Ρώμη | ελληνική | χρονογράφος |
Αλέξανδρος Ιεροσολύμων | +250 | Καππαδοκία | Ιεροσόλυμα | ελληνική | εκκλησιαστικός |
Αμμώνιος | μέσα 3ου αι. | Αίγυπτος | ελληνική | φιλόσοφος | |
Κορνήλιος Ρώμης | 251-253 | Ρώμη | λατινική | εκκλησιαστικός | |
Ωριγένης | +254/5 | Αλεξάνδρεια | Αλεξάνδ.-Καισάρεια (Παλαιστίνης) | ελληνική | αλληγοριστής-θεολόγος |
Νοουατιανός | +253/6; | Ρώμη; | Ρώμη | λατινική | σχισματικός |
Στέφανος Ρώμης | 254-257 | Ρώμη | εκκλησιαστικός | ||
Κυπριανός | +258 | Καρθαγένη | Καρθαγένη | λατινική | εκκλησιαστικός |
Διονύσιος Αλεξανδρείας | +264/5 | Αλεξάνδρεια | Αλεξάνδρεια | ελληνική | αντιρρητικός |
Διονύσιος Ρώμης | +267 | ελληνική καταγωγή | Ρώμη | ελλην.-λατιν. | αντιρρητικός |
Φιρμιλιανός Καισαρείας | +266/8 | Καππαδοκία | Καισάρεια (Καππαδ.) | ελληνική | εκκλησιαστικός |
Γρηγόριος Νεοκαισαρείας ο θαυματουργός | + 270/5 | Πόντος (Νεοκαισάρ.) | Πόντος (Νεοκαισάρ.) | ελληνική | εκκλησιαστικός |
Παύλος Αντιοχείας (Σαμοσατέας) | +272 | Σαμόσατα (Ευφράτη) | Αντιόχεια | ελληνική | αιρετικός |
Μάνης | +277 | Βαβυλωνία | Περσία Μεσοποταμία | συριακή | μανιχαίος |
Θεόγνωστος | +281 | Αλεξάνδρεια | ελληνική | εκκλησιαστικός |
Σχετικά άρθρα
ΕπεξεργασίαΕξωτερικοί σύνδεσμοι
Επεξεργασία- Αναζήτηση στην Patrologia Graeca του Migne
- Διασύνδεση θεματικών κεφαλίδων του Δωρόθεου Σχολάριου στην Patrologia Graeca του Migne
- Οικουμένιος, επιμ. (1893). Τα ευρισκόμενα πάντα. J.-P. Migne. σελίδες Τόμος 119. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2009.
- Η Patrologia Graeca του Migne στο διαδίκτυο από το Google
- Early Church Fathers - Additional Texts (Αγγλικά)
- www.patristique.org