Ρωμαιοκαθολική Αρχιεπισκοπή Μιλάνου

Η Ρωμαιοκαθολική Αρχιεπισκοπή Μιλάνου ( ιταλικά: Arcidiocesi di Milano‎‎  ; λατινικά: Archidioecesis Mediolanensis‎‎ ) είναι μια επαρχία της Καθολικής Εκκλησίας στην Ιταλία που καλύπτει τις περιοχές του Μιλάνου, της Μόντσα, του Λέκκο και του Βαρέζε. Διατήρησε το από αιώνων ιδιαίτερο λατινικό τυπικό της, το λεγόμενο Αμβροσιανό τυπικό, το οποίο χρησιμοποιείται ακόμα στο μεγαλύτερο μέρος της επικράτειάς της. Μεταξύ των παλαιότερων αρχιεπισκόπων της, οι πιο γνωστοί είναι ο Άγιος Αμβρόσιος, ο Άγιος Κάρολος Μπορρομέο, ο Πάπας Πίος ΙΑ' και ο Άγιος Πάπας Παύλος ΣΤ'.

Η Αρχιεπισκοπή του Μιλάνου είναι η μητροπολιτική έδρα της εκκλησιαστικής επαρχίας του Μιλάνου, η οποία περιλαμβάνει τις επισκοπές Μπέργκαμο, Μπρέσια, Κόμο, Κρέμα, Κρεμόνα, Λόντι, Μάντοβα, Παβία και Βιτζέβανο[1] [2].

Η Αρχιεπισκοπή του Μιλάνου είναι η μεγαλύτερη ρωμαιοκαθολική επισκοπή στην Ευρώπη[3] και αυτή με τους περισσότερους ιερείς στον κόσμο (2.648 ιερείς υπηρετούν στην επισκοπή, μεταξύ των οποίων 1.861 κοσμικοί).

Σύμφωνα με την παράδοση, το Ευαγγέλιο κήρυξε στην περιοχή ο Απόστολος Βαρνάβας και ο πρώτος Επίσκοπος Μεδιολάνων, ο Άγιος Ανατόλιος, ήταν μαθητής του. Πάντως δεν μπορεί να είχε ιδρυθεί επισκοπή εκεί, με την σημερινή έννοια, πριν από το 200, καθώς οι επισκοπές της εκκλησίας εξελίχθηκαν από τις αστικές (ρωμαϊκές) επισκοπές μετά τις μεταρρυθμίσεις του αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Έτσι, ο κατάλογος επισκόπων Μεδιολάνων αναφέρει μόνο πέντε προκατόχους του Μιροκλή, ο οποίος συμμετείχε στη σύνοδο του Λατερανού που έγινε το 313 στη Ρώμη. Κατά τη διάρκεια των διωγμών του τρίτου και αρχών του τετάρτου αιώνα, αρκετοί Χριστιανοί υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο και η μνήμη τους τιμούνταν στο Μιλάνο: ανάμεσά τους οι Γερβάσιος και Προτάσιος (πρώτος διωγμός του Διοκλητιανού), Βίκτωρ, Ναμπόρ και Φήλιξ, και Ναζάριος και Κέλσος. Οι διωγμοί έληξαν το 313 όταν οι Αυτοκράτορες Κωνσταντίνος Α' και Λικίνιος εξέδωσαν το Διάταγμα των Μεδιολάνων που διακήρυξε τη θρησκευτική ανοχή στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Ιστορικά, η εκκλησία του Μιλάνου ήταν σε πλήρη επικοινωνία με τον Πάπα της Ρώμης. Μεταξύ των επισκόπων της πρέπει να αναφερθεί ο Ευστόργιος Α' και ο Διονύσιος, οι οποίοι αντιτάχθηκαν σθεναρά στην αποστασία που επέβαλε ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Κωνστάντιος Β'. Ο Διονύσιος μάλιστα εξορίστηκε στην Καππαδοκία (355), ενώ οι Ρωμαίοι έβαλαν τον Αυξέντιο στον επισκοπικό θρόνο των Μεδιολάνων. Μετά τον θάνατο του Αυξεντίου, επίσκοπος εξελέγη από τους Μεδιολάνους ο μεγάλος Άγιος Αμβρόσιος (374-97). Μεταξύ των διαδόχων του συγκαταλέγονται και οι Σιμπλικιανός, Σενάτωρ και Δάκιος (530-52), οι οποίοι έζησε σχεδόν πάντα εξόριστοι στην Κωνσταντινούπολη λόγω του Γοτθικού Πολέμου.

Κατά την εισβολή των Λομβαρδών συνέβησαν πολλά πράγματα στην εκκλησία του Μιλάνου. Το Σχίσμα των Τριών Κεφαλαίων εγγυήθηκε την αυτονομία της Εκκλησίας των Μεδιολάνων για 38 χρόνια, αφού οι Λομβαρδοί ήταν εχθροί των Βυζαντινών. Κατά την πολιορκία του Μιλάνου από τον Λομβαρδό Αλβοΐνο, ο επίσκοπος Ονοράτος (568) αναζήτησε καταφύγιο στη Γένοβα μαζί με μεγάλο αριθμό κληρικών του και επέστρεψε στο Μιλάνο μόνο 70 χρόνια αργότερα υπό τον Ιωάννη τον Καλό.

Τον 10ο αιώνα, οι αρχιεπίσκοποι Μιλάνου έγιναν φεουδάρχες του Αυτοκράτορα, επεκτείνοντας την δικαιοδοσία του σε όλη τη Βορειοδυτική Ιταλία. Ο πιο διακεκριμένος από αυτούς ήταν ο Ariberto da Intimiano (1018–45). Καθώς αυξανόταν η δύναμη των αστών, η δύναμη των αρχιεπισκόπων μειωνόταν, και μαζί της η αυτοκρατορική εξουσία που αντιπροσώπευε ο προκαθήμενος. Από τον 12ο αιώνα το Μιλάνο έγινε πόλη των Γκουέλφων που πολεμούσαν τον Αυτοκράτορα. Ο αρχιεπίσκοπος Οτόνε Βισκόντι αυτοανακηρύχθηκε αιώνιος άρχοντας τον 13ο αιώνα, θέτοντας έτσι τέλος στη Δημοκρατία του Μιλάνου και εγκαθιδρύοντας την εξουσία του Οίκου των Βισκόντι που κυβέρνησε το Δουκάτο του Μιλάνου από το 1277 έως το 1447.

Η μορφή που σημάδεψε τη σύγχρονη ιστορία της εκκλησίας του Μιλάνου ήταν ο Άγιος Κάρολος Μπορρομέο, αρχιεπίσκοπος Μιλάνου από το 1564 έως το 1584, ο οποίος ήταν ηγετική φυσιογνωμία κατά τη διάρκεια της Αντιμεταρρύθμισης και υπεύθυνος για σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην Καθολική Εκκλησία. Τις ποιμαντικές του προσπάθειες ακολούθησαν και οι διάδοχοί του, όπως ο Federico Borromeo (πέθανε το 1631) και ο Giuseppe Pozzobonelli (πέθανε το 1783).

Τον 20ο αιώνα, δύο Καρδινάλιοι Αρχιεπίσκοποι του Μιλάνου εξελέγησαν Πάπες: το 1922, ο καρδινάλιος Achille Ratti εξελέγη ως Πάπας Πίος ΙΑ΄ και το 1963 ο καρδινάλιος Giovanni Battista Montini εξελέγη ως Πάπας Παύλος ΣΤ΄. Η εκκλησία του Μιλάνου διοικούνταν από το 1979 έως το 2002 από τον ΙησουΐτηΚαρδινάλιο Carlo Maria Martini, ο οποίος ήταν αγαπημένος της καθολικής αριστεράς.

Επίσκοποι και αρχιεπίσκοποι

Επεξεργασία

Ένας κατάλογος των επισκόπων και των αρχιεπισκόπων του Μιλάνου βρίσκεται σε μία εγχάρακτη πλάκα στον Καθεδρικό Ναό του Μιλάνου, ωστόσο παρουσιάζει κάποια ιστορικά λάθη. Τα παρακάτω δεδομένα ακολουθούν τον κατάλογο που έχει συντάξει ο Εουτζένιο Κατσάνι.[4]

Ύστερη αρχαιότητα

Επεξεργασία

Γενοβέζικη κυριαρχία

Επεξεργασία

Μεσαίωνας

Επεξεργασία

Σύγχρονη περίοδος

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. "Archdiocese of Milano {Milan}" Catholic-Hierarchy.org David M. Cheney. Retrieved February 29, 2016.[αυτοδημοσιευμένη πηγή]
  2. "Metropolitan Archdiocese of Milano" GCatholic.org. Gabriel Chow. Retrieved February 29, 2016.[αυτοδημοσιευμένη πηγή]
  3. «Milano laica e religiosa» (στα Ιταλικά). L'Osservatore Romano. 3 Ιουνίου 2012. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  4. Cazzani, Eugenio· Majo, Angelo (1996). Vescovi e arcivescovi di Milano (στα Ιταλικά). Milano Milano: Massimo NED. ISBN 887030891X. OCLC 797465268. 
  5. Εξελέγη Πάπας Ουρβανός Γ΄ το 1185, όμως διατήρησε την αρχιεπισκοπή των Μεδιολάνων μέχρι το θάνατό του
  6. «Delpini, messa in Sant'Ambrogio: 'Mi scuso se ho rubato la scena'» (στα it). Corriere della Sera. 9 September 2017. http://milano.corriere.it/notizie/cronaca/17_settembre_09/milano-giorno-monsignor-delpini-prima-messa-sant-ambrogio-3bf5d3c0-954d-11e7-8e01-d1e8868455f8.shtml. Ανακτήθηκε στις 10 September 2017. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία