Βάνδαλοι
Οι Βάνδαλοι ήταν ανατολικογερμανική φυλή ή ομάδα φυλών, η οποία συναντάται για πρώτη φορά στη νότια Πολωνία, αλλά αργότερα μετακινήθηκε σε όλη την Ευρώπη ιδρύοντας βασίλεια στην Ισπανία και αργότερα στη Βόρεια Αφρική κατά τον 5ο αιώνα[1].
Πιστεύεται ότι κατά τη διάρκεια του 2ου αιώνα π.Χ. οι Βάνδαλοι μετανάστευσαν από τη νότια Σκανδιναβία στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Όντερ και Βιστούλα και γύρω στο 120 π.Χ. εγκαταστάθηκαν στη Σιλεσία[2]. Γύρω στο 330 μ.Χ. περιορίστηκαν από τους Γότθους στην Παννονία, όπου έλαβαν την άδεια να εγκατασταθούν από τον Μέγα Κωνσταντίνο. Περίπου το 400 οι Βάνδαλοι εκδιώθηκαν και πάλι προς τα δυτικά, αυτή τη φορά από τους Ούννους, διασχίζοντας τον Ρήνο προς τη Γαλατία, μαζί με άλλες φυλές το 406.
Ιστορία
ΕπεξεργασίαΠρώτα χρόνια
ΕπεξεργασίαΒάνδαλοι ονομάστηκαν στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους διάφορες γερμανικές φυλές και ιδιαίτερα οι Ασδίγοι και οι Σιλιγγοί οι οποίοι σχετίζονταν με την Σιλεσία. Οι λαοί αυτοί εμφανίστηκαν για πρώτη φορά την εποχή που ξέσπασαν οι Μαρκομανικοί πόλεμοι (166-180), έκαναν τις πρώτες επιθέσεις στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, στην περιοχή της Ιταλίας.[3] Οι Ασδίγοι υπό τους βασιλείς τους Ράους και Ράπτ μετακινήθηκαν νότια και εισήλθαν στην Δακία ως σύμμαχοι της Ρώμης.[4] Η μετακίνηση τους ωστόσο πιο νότια στην κοιλάδα του Κάτω Δούναβη δημιούργησε προβλήματα, μαζί τους βρίσκονταν οι Λάκριγγοι, επίσης Βάνδαλοι.[5][6] Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αυρηλιανός που ήθελε να προστατέψει την κοιλάδα του Δούναβη από τους Βανδάλους έκλεισε μαζί τους ειρήνη (271), τους περιόρισε στην ανατολική όχθη.[4] Ο ιστορικός Ζώσιμος αναφέρει ότι ο αυτοκράτορας Πρόβος νίκησε τους Βανδάλους και τους Βουργουνδούς κοντά στον ποταμό Λεχ (278), έστειλε πολλούς από αυτούς στην Βρετάνη. Την ίδια εποχή ο αυτοκράτορας Μαξιμιανός στον 11ο Πανηγυρικό του (291) καταγράφει δύο συγκρούσεις, με τους Βουργουνδούς που σχετίζονταν με τους Αλαμαννούς και τους Ασδίγους στα Καρπάθια Όρη που σχετίζονταν με τους Γέπιδες. Στα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ. οι Βάνδαλοι μαζί με τους Αλανούς, νομαδική φυλή ιρανικής καταγωγής, ανέβηκαν τον ποταμό Δούναβη μέχρι τις πηγές του και τελικά ξεχύθηκαν στη Γαλατία και την λεηλάτησαν.
Ο Ιορδάνης ο Αλανός στο έργο του σχετικά με την ιστορία των Γεπίδων έγραψε ότι οι Ασδίγοι ήρθαν σε σύγκρουση με τους Γότθους την εποχή που ήταν αυτοκράτορας ο Μέγας Κωνσταντίνος. Οι Βάνδαλοι δέχθηκαν επίθεση από τους Γότθους υπό τον βασιλιά τους Γεβέρικ, ο βασιλιάς τους Βισίμαρ σκοτώθηκε.[7] Οι Βάνδαλοι μετακινήθηκαν τελικά ανατολικότερα στην γειτονική Παννονία, ο Μέγας Κωνσταντίνος τους παραχώρησε εδάφη στις ανατολικές όχθες του Δούναβη, εκεί έζησαν τα επόμενα 60 χρόνια.[7][8] Ο Στιλίχων ο διάσημος στρατάρχης του αυτοκράτορα Ονώριου καταγράφεται ως Βανδαλικής καταγωγής. Τον χειμώνα του 401 π.Χ. οι Βάνδαλοι λεηλάτησαν την Ρωμαική επαρχία της Ραιτίας. Ο ιστορικός Πίτερ Χέδερ τοποθετεί τους Βάνδαλους στην περιοχή του Μέσου και του Άνω Δούναβη.[9] Την εποχή που ο βασιλιάς των Γότθων Ραδάγαισος επιτέθηκαν στην Ιταλία (405-406) συμμετείχαν στον στρατό του και Βάνδαλοι του Μέσου Δούναβη.[10] Οι Ασδίγοι Βάνδαλοι έζησαν για εκατονταετίες στην περιοχή του Μέσου Δούναβη, για τους Σιλιγγούς δεν είναι ξεκάθαρο, ζούσαν πιθανότατα στην Σιλεσία.[11][12][13][14]
Εγκατάσταση στην Ιβηρική
ΕπεξεργασίαΟ αυτοκράτορας Πρόβιος νίκησε τους Βάνδαλους και τους Βουργουνδούς (278) και τους μετέφερε στην Μεγάλη Βρετανία. Δεν είναι γνωστό το μέρος που εγκαταστάθηκαν πιθανότατα στο Σίλτσεστερ, στην επαρχεία του Μπεϊσινγκστόουκ. Η πόλη φέρει το όνομα των Σιλιγγών, ήταν μια από τις έξι πόλεις γνωστές σε ολόκληρη την Ρωμαϊκή περίοδο πριν εγκατασταθούν οι Αγγλοσάξονες.[15][16][17] Οι Βάνδαλοι έφυγαν από την Παννονία και προχώρησαν δυτικότερα κατά μήκος του Δούναβη χωρίς αντίσταση, όταν έφτασαν στον Ρήνο τους αντιστάθηκαν οι Φράγκοι. Ο Γρηγόριος Τουρώνης έγραψε ότι στην μάχη που ακολούθησε σκοτώθηκαν 20.000 Βάνδαλοι και ο βασιλιάς τους Γοδίγιζελ, τον διαδέχθηκε ο μεγαλύτερος γιος του Γουνδέριχος. Οι Αλανοί ωστόσο τους βοήθησαν να συντρίψουν σε δεύτερη μάχη τους Φράγκους (31 Δεκεμβρίου 405).[18] Οι Βάνδαλοι έφτασαν κατόπιν στην Γαλατία μέσω του παγωμένου Δούναβη και την λεηλάτησαν ολοκληρωτικά, κατόπιν εγκαταστάθηκαν στην Ισπανική Γαλικία μέσω της Ακουιτανίας.[19]
Οι Βάνδαλοι διέσχισαν τα Πυρηναία και εγκαταστάθηκαν στην Ιβηρική, εκεί τους δέχθηκαν οι Ρωμαίοι να τους υπηρετήσουν ως Φοιδεράτοι. Οι Ασδίγοι εγκαταστάθηκαν στα βορειοδυτικά τις Αστούριες, οι Σιλιγγοί νότια στην Βαιτική, οι Αλανοί στα δυτικά την Λουζιτανία, σημερινή Πορτογαλία που πήρε το όνομα Νέα Καρχηδόνα και οι Σουάβοι στην Γαλικία.[20] Οι Βησιγότθοι επιτέθηκαν στην Ιβηρική με την υποστήριξη των Ρωμαίων αφού δέχτηκαν εδάφη στην Σεπτιμανία, συνέτριψαν τους Σιλιγγούς (417) και τους Αλανούς (418), σκοτώθηκε και ο βασιλιάς τους Αττάκες.[21] Οι Αλανοί που διασώθηκαν κάλεσαν τον Γουνδέριχο να γίνει και δικός τους βασιλιάς, από τότε οι Βάνδαλοι βασιλείς της βόρειας Αφρικής πήραν τον τίτλο "βασιλεύς των Βανδάλων και των Αλανών". Οι Ασδίγοι ηττήθηκαν από τους Ρωμαίους (419), ο Γουνδέριχος δραπέτευσε στην Βαιτική όπου ανακηρύχθηκε βασιλεύς και των Σιλιγγών.[22] Ο Γουνδέριχος νίκησε κατόπιν έναν συνασπισμό Ρωμαίων και Γότθων με αρχηγό τον Καστίνο έξω από τα τείχη της Κόρδοβας (422), οι Ρωμαίοι κατόπιν αποσύρθηκαν.[23][24] Ο συγγραφέας Υδάτιος έγραψε ότι οι Βάνδαλοι παρέμειναν τα επόμενα χρόνια ανεξέλεγκτοι σε ολόκληρη την δυτική Μεσόγειο, λεηλάτησαν τις Βαλεαρίδες, την Μαυριτανία, την Καρχηδόνα και την Σεβίλλη (425).[24] Η κατάληψη της Καρχηδόνας επέτρεψε στους Βάνδαλους να επεκτείνουν σημαντικά τις ναυτικές τους δραστηριότητες.[24] Ο Γουνδέριχος πολιόρκησε για δεύτερη φορά την Σεβίλλη αλλά πέθανε στην πολιορκία (428).[24] Ο Υδάτιος γράφει ότι το 428 ο Γουνδέριχος "άπλωσε τα χέρια του στην εκκλησία της μεγάλης αυτής πόλης -που κατά παραχώρηση Θεού την είχε καταλάβει- και απεβίωσε". Ο διάδοχος του ήταν ο μικρότερος ετεροθαλής αδελφός του Γιζέριχος ο οποίος αν και νόθος είχε υψηλή θέση στην βασιλική αυλή.[25] Οι Βάνδαλοι αποχώρησαν από την Ισπανία (429), παρέμεινε για μια δεκαετία στους Ρωμαίους, οι Σουάβοι κατόπιν μετακινήθηκαν νότια από την Γαλικία και κατέλαβαν την διοικητική πρωτεύουσα των Ρωμαίων Μέριδα (439).[26]
Κατάκτηση της Αφρικής
ΕπεξεργασίαΟ Γιζέριχος αναφέρεται από τους ιστορικούς ως ο πιο βάρβαρος οπλαρχηγός την εποχή των μεταναστεύσεων.[27] Ο Μίκαελ Φρασσέτο γράφει με την σειρά του ότι συμμετείχε σε μεγαλύτερο βαθμό από οποιονδήποτε άλλον στην καταστροφή της Δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.[27] Παρά το γεγονός ότι οι βάρβαροι είχαν υπό την κατοχή τους την Ισπανία αποτελούσαν μιά μικρή μειοψηφία στο σύνολο του πληθυσμού, μόλις 200.000 από τα 6.000.000.[20] Αμέσως μετά την άνοδο του στον θρόνο ο Γιζέριχος δέχθηκε επίθεση από Σουαβούς, με έναν μεγάλο στρατό προσπάθησαν να καταλάβουν την Λουζιτανία.[28] Οι Σουαβοί ηττήθηκαν κοντά στην Μερίδα, ο βασιλιάς τους Ερεμιγάριος προσπάθησε να δραπετεύσει αλλά πνίγηκε στον ποταμό Γουαδιάνα.[28] Το όνομα Αλ-Ανδαλούς και συνεπώς η Ανδαλουσία αποτελεί την Αραβική μετάφραση του ονόματος των Βανδάλων.[29][30] Οι Βάνδαλοι υπό την ηγεσία του Γιζέριχου πέρασαν από το Στενό του Γιβραλντάρ και διέσχισαν την Αφρική (429).[31] Ο αριθμός των Βανδάλων που πέρασαν στην Αφρική είναι άγνωστος, σύμφωνα με τον ιστορικό Προκόπιο εκτιμάται σε 80.000.[32] Ο Πίτερ Χίδερ ρίχνει σημαντικά τον αριθμό, τους εκτιμά σε 15.000-20.000.[33] Σύμφωνα με τον ιστορικό Προκόπιο τους Βάνδαλους κάλεσε στην Αφρική ο σφετεριστής αυτοκράτορας Βονιφάτιος, η άποψη αυτή σύμφωνα με τα γεγονότα που ακολούθησαν αμφισβητήθηκε έντονα.[34] Ο Βονιφάτιος είχε ηττηθεί πολλές φορές από τους Ρωμαίους, τελικά αποφάσισε να υποταχθεί στον διορισμένο κόμη της Αφρικής Σιγίσβουλτο που κατέλαβε την Βασιλική Ιππώνος και την Καρχηδόνα.[27] Ο Προκόπιος επιπλέον ισχυρίζεται ότι είχε υποσχεθεί ο Βονιφάτιος στον Γιζέριχο ένα τμήμα της Αφρικής ως δώρο.[27] Οι Βάνδαλοι προχώρησαν ανατολικότερα στην Αφρική, την άνοιξη του 430 συναντήθηκαν με τον Βονιφάτιο. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ τους απέτυχαν και ο Βονιφάτιος συνετρήβη στην μάχη.[35][36] Ο Βονιφάτιος δραπέτευσε στην Ιππώνα και οι Βάνδαλοι ξεκίνησαν την πολιορκία της πόλης.[31] Ο μεγάλος Άγιος Αυγουστίνος Ιππώνος βρισκόταν μέσα στην πόλη και προσευχόταν να μην πέσει η πόλη στα χέρια των βαρβάρων. Σε τρεις μήνες ωστόσο (28 Αυγούστου 430) ο Άγιος Αυγουστίνος πέθανε σε ηλικία 75 ετών, πιθανότητα από την πείνα και το άγχος του.[37]
Η αντιβασίλισσα της Δυτικής Ρώμης Γάλλα Πλακιδία τρομοκρατήθηκε επειδή φοβήθηκε ότι θα υποφέρει το βασίλειο της από έλλειψη σίτου.[36] Η Γάλλα Πλακιδία έστειλε επιστολή για βοήθεια στον ανεψιό της Θεοδόσιο Β΄ που κυβερνούσε την Ανατολική Αυτοκρατορία, εκείνος ανταποκρίθηκε στέλνοντας στρατό υπό τον Άσπαρ.[36] Το καλοκαίρι του 431 π.Χ. ο Γιζέριχος ξεκίνησε την πολιορκία της Ιππώνας. Ο Βονιφάτιος δραπέτευσε στην Καρχηδόνα όπου είχε φτάσει ο στρατός του Άσπαρ και ενώθηκε μαζί του. Το επόμενο καλοκαίρι ο Γιζέριχος συνέτριψε τις ενωμένες δυνάμεις του Βονιφάτιου και του Άσπαρ, κατάλαβε την Καρχηδόνα και κατόπιν την Ιππώνα χωρίς αντίσταση. Ο Βονιφάτιος και ο Άσπαρ αναγκάστηκαν να κλείσουν συνθήκη παράδοσης με όρους.[35] Ο Γιζέριχος εγκαταστάθηκε στην Καρχηδόνα την οποία μετέτρεψε σε πρώτη πρωτεύουσα του Καρχηδονιακού βασιλείου.[38] Οι Ρωμαίοι και οι Βάνδαλοι σύναψαν συνθήκη (435) με την οποία το βασίλειο των Βανδάλων θα είχε υπό την κατοχή του την Μαυριτανία και την μισή Νουμιδία. Ο Γιζέριχος ωστόσο έσπασε την συνθήκη λόγω αδυναμίας των Ρωμαίων να αντιδράσουν, επιτέθηκε και κατέλαβε την Καρχηδόνα (19 Οκτωβρίου 439).[39] Οι Βάνδαλοι εισήλθαν στην πόλη και την κατέλαβαν την ώρα που ο λαός παρακολουθούσε αγώνες στον Ιππόδρομο. Ο Γιζέριχος έγινε οριστικά βασιλιάς με πρωτεύουσα την Καρχηδόνα και με τον τίτλο "βασιλεύς των Βανδάλων και των Αλανών". Οι δυνάμεις του κατέλαβαν κατόπιν τις Βαλεαρίδες νήσους, την Σαρδηνία και την Κορσική. Η πολιορκία του Παλέρμου (440-442) απέτυχε, οι Βάνδαλοι κατέκτησαν ωστόσο το νησί αργότερα (468-476).[40] Ο ιστορικός Κάμερον αναφέρει ότι ο τοπικός πληθυσμός της Αφρικής δέχτηκε ευμενώς τους Βανδάλους χάρη στην καταπίεση που τους ασκούσαν μέχρι τότε οι γαιοκτήμονες.[41] Η εντύπωση που προκαλούν πολλοί ιστορικοί όπως ο Φουλγέντιος του Ρούσπε είναι ότι οι Βάνδαλοι ισοπέδωσαν την βόρεια Αφρική, οι αρχαιολογικές έρευνες έχουν ωστόσο απορρίψει την άποψη. Το προάστειο Οντεόν καταστράφηκε αλλά το σχέδιο της πόλης διατηρήθηκε το ίδιο, ιδρύθηκαν και νέα εμπορικά κέντρα.[42] Ο ιστορικός Άντι Μέριλς ανακαλύπτει μια εκτεταμένη μορφή κεραμικής σε ολόκληρη την βόρεια Αφρική την εποχή των Βανδάλων, γεγονός που δείχνει μεγάλη οικονομική ευημερία.[43] Την εποχή που οι Βάνδαλοι ξεκίνησαν την πολιορκία της Σικελίας (440) οι Δυτικοί Ρωμαίοι ήταν απασχολημένοι σε πόλεμο με τους Γαλάτες. Ο Θεοδόσιος Β΄ έστειλε ένα εκστρατευτικό σώμα στην δύση (441), το μόνο που κατόρθωσε ήταν να διασώσει προσωρινά την Σικελία. Ο δυτικός αυτοκράτορας Ουαλεντινιανός Γ΄ έκλεισε ειρήνη με τον Γιζέριχο αφού πάντρεψε την κόρη του με τον διάδοχο του Γιζέριχου (442).[44] Με την συνθήκη αυτή οι Βάνδαλοι κατείχαν επιπλέον την Βυζακηνή, την Τριπολίτιδα και το άλλο μισό της Νουμιδίας.[45]
Λεηλασία της Ρώμης
ΕπεξεργασίαΤα επόμενα 37 χρόνια ο Γιζέριχος δημιούργησε έναν τεράστιο στόλο με τον οποίο λεηλάτησε όλες τις ακτές της Μεσογείου. Η Μεσόγειος πήρε το όνομα στην Αρχαία αγγλική γλώσσα "Βεντέλς" που μεταφράζεται ως "θάλασσα των Βανδάλων".[46] Όταν πέθανε ο Αττίλας οι Ρωμαίοι δεν είχαν πλέον το βάρος των ανατολικών εκστρατειών, αφοσιώθηκαν αποκλειστικά στην εξουδετέρωση των Βανδάλων που κατείχαν τα πιο πλούσια εδάφη. Σε μια προσπάθεια να σταματήσει την ορμή των Βανδάλων ο δυτικός αυτοκράτορας Ουαλεντιανός Γ΄ πρόσφερε το χέρι της κόρης του στον μεγαλύτερο γιο και διάδοχο του Γιζέριχου. Ο σφετεριστής ωστόσο Πετρόνιος Μάξιμος δολοφόνησε τον Ουαλεντιανό Γ΄, σφετερίστηκε τον θρόνο και ανάγκασε την σύζυγο του Λικινία Ευδοξία να τον παντρευτεί με την βία.[47] Η Λικινία Ευδοξία έστειλε επιστολή στον Γιζέριχο με την οποία του ζητούσε βοήθεια, να στείλει στρατό και να τον ανατρέψει. Οι Βάνδαλοι κατέλαβαν την Ρώμη, την λεηλάτησαν και μετέφεραν την Λικινία Ευδοξία με τις κόρες της Ευδοκία και Πλακιδία στην Αφρική. Ο ιστορικός Πρόσπερος της Ακουιτανίας καταγράφει την σκηνή στην οποία ο Πάπας Λέων Α΄ παρακαλούσε τον Γιζέριχο να μην καταστρέψει την πόλη και να μην σφάξει τους κατοίκους (2 Ιουνίου 455).[48] Ο Γιζέριχος δεν κατέστρεψε την Ρώμη, περιορίστηκε μόνο σε κλοπές και αιχμαλωσίες αλλά δεν είναι γνωστό ποια ήταν η συμβολή του Λέων Α΄ σε αυτό.[45] Οι στρατιώτες του σύμφωνα με τους ιστορικούς λεηλάτησαν την πόλη επί δύο εβδομάδες και κατέστρεψαν με αγριότητα όλα τα έργα τέχνης: οικοδομήματα, αγάλματα, κομψοτεχνήματα κλπ. Η πράξη τους αυτή έμεινε στην ιστορία με το όνομα «βανδαλισμός» και από τότε έτσι ονομάζεται κάθε καταστροφή μνημείων πολιτισμού. Αρκετοί ασπάστηκαν τον Αρειανισμό. Οι αρχαιολογικές έρευνες ωστόσο απέδειξαν ότι οι καταστροφές ήταν περιορισμένες και οι ιστορικοί της εποχής κατέγραψαν τα γεγονότα με μεγάλες υπερβολές.
Τελευταίες συγκρούσεις με τους Ρωμαίους και ειρήνη
ΕπεξεργασίαΈνας στόλος Βανδάλων με 60 πλοία απείλησε τους Γαλάτες και τους Ιταλούς αλλά έπεσε στην παγίδα και ηττήθηκε στο Αγκριτζέντο από τον εκρωμαισμένο Γερμανό στρατηγό Ρικίμερ.[49] Ένας ανάμεικτος στρατός στον οποίο συμμετείχαν Βάνδαλοι και Βέρβεροι επέστρεφε ύστερα από λεηλασία στην Ιταλική Καμπανία, ο δυτικός αυτοκράτορας Μαϊοριανός τους έριξε στην παγίδα και τους νίκησε στις όχθες του ποταμού Γκαριλιάνο.[50] Οι λεηλασίες των Βανδάλων στην Ρώμη και οι επιδρομές τους στην Μεσόγειο οδήγησαν τους Ρωμαίους στην απόφαση να τους αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά και να καταστρέψουν το βασίλειο τους. Ο πρόσφατα νικητής αυτοκράτορας Μαϊοριανός προχώρησε πρώτος σε εκστρατεία στην Αφρική αλλά ηττήθηκε στην "μάχη της Καρχηδόνας". Οι δύο αυτοκρατορίες προχώρησαν σε νέα μεγάλη εκστρατεία εναντίον των Βανδάλων με 100.000 στρατό και 1.000 πλοία υπό την ηγεσία του Βασιλίσκου που επέλεξε ο ανατολικός αυτοκράτορας Λέων Α΄.[468) Ο βασιλιάς των Βάνδαλων ζήτησε 5 μέρες για να σκεφθεί τους όρους της ειρήνης. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, ο βασιλιάς των Βανδάλων συγκέντρωσε τον στόλο του και επιτέθηκε αιφνιδιαστικά τη νύχτα στον ανύποπτο ρωμαϊκό στόλο, στέλνοντας πάνω του πλοία γεμισμένα με εύφλεκτες ύλες (Πυρπολικά).[44]
Οι Ρωμαίοι διοικητές προσπάθησαν να σώσουν κάποια πλοία από την καταστροφή, αλλά οι Βάνδαλοι απέτρεψαν τη διαφυγή τους. Ο Βασιλίσκος τράπηκε σε φυγή, ο μισός ρωμαϊκός στόλος καταστράφηκε, ενώ ο υπόλοιπος στόλος ακολούθησε τον Βασιλίσκο, η επιχείρηση απέτυχε παταγωδώς. Μετά την ήττα των Ρωμαίων οι Βάνδαλοι στράφηκαν στην κατάκτηση της Πελοποννήσου, επιτέθηκαν στην Καινήπολις της Μάνης αλλά οι Μανιάτες τους συνέτριψαν.[51] Οι Βάνδαλοι οργίστηκαν σε τέτοιο βαθμό που πήγαν στην Κεφαλλονιά, συνέλεξαν 300 ομήρους και τους κομμάτιασαν, πέταξαν τα μέλη τους στην θάλασσα στον δρόμο τους για την Καρχηδόνα.[51] Οι Βάνδαλοι κέρδισαν τον έλεγχο της Σικελίας (469), ανάγκασαν τον Οδόακρο να εγκαταλείψει όλο το νησί εκτός την Μαρσάλα (477) την οποία κέρδισαν οι Βάνδαλοι αργότερα (491).[52] Την δεκαετία του 470 οι Ρωμαίοι εγκατέλειψαν την πολεμική τακτική και έκλεισαν ειρήνη με τους Βανδάλους, την ειρήνη σύναψε ο στρατηγός Ρικίμερ με εντολή από την Κωνσταντινούπολη (476).[44] Οι σχέσεις με τους Ρωμαίους θα γίνουν από τότε για πολλά χρόνια ειρηνικές.[53] Ο Γιζέριχος ασχολήθηκε με την ανάπτυξη, την ευημερία του βασιλείου του, το εμπόριο και την κοπή νομισμάτων. Το αυτοκρατορικό νόμισμα διατηρήθηκε, δεν επιχείρησε ο Γιζέριχος να σφετεριστεί τον τίτλο του αυτοκράτορα.[54] Σε αντίθεση με τους Ρωμαίους που είχαν πάντα επιτυχίες είχαν σοβαρά προβλήματα με τους Βέρβερους από τα νότια, την περίοδο 496-530 δέχονταν συνεχώς επιθέσεις από τους σκληροτράχηλους Βέρβερους και γνώριζαν πάντα την ήττα.[44]
Η πτώση
ΕπεξεργασίαΟι διαφορές ανάμεσα στους Αρειανούς Βανδάλους και τους υπηκόους του που πίστευαν στην Αγία Τριάδα ανάμεσα τους και Δονατιστές ήταν έντονες και συνεχής πηγή εντάσεων στην Αφρική. Πολλοί Καθολικοί επίσκοποι εξορίστηκαν ή εκτελέστηκαν, άλλοι έχασαν τα αξιώματα τους και έγινε κατάσχεση της περιουσίας τους.[55] Ο Γιζέριχος προστάτευσε ωστόσο τους Καθολικούς υπήκοους του την εποχή που είχε φιλικές σχέσεις με την Ρώμη ή την Κωνσταντινούπολη όπως την περίοδο 454-457, η Καθολική κοινότητα της Καρχηδόνας εξέλεξε επίσκοπο. Το ίδιο έγινε και σε περίοδο ειρήνης όπως την διετία 476-477 όπου ο επίσκοπος της Καρχηδόνας Βίκτωρ αρνήθηκε τον Αρειανισμό αλλά δεν τιμωρήθηκε.[56] Ο μεγαλύτερος γιος και διάδοχος του Ονώριχος εξέδωσε μερικά διατάγματα εναντίον των Καθολικών (483-484) με στόχο να μετατρέψει τον Αρειανισμό σε κυρίαρχη θρησκεία στην βόρειο Αφρική.[57] Οι περισσότεροι Βάνδαλοι βασιλείς με εξαίρεση τον Χιλδέριχο συνέχισαν τις διώξεις εναντίον των οπαδών της Αγίας Τριάδας και απαγόρευσαν τους Βανδάλους να ασπαστούν άλλο δόγμα. Σύμφωνα με την Καθολική Εγκυκλοπαίδεια (1913) "ο Γιζέριχος, η ισχυρότερη ηγετική μορφή την εποχή των Μεταναστεύσεων" πέθανε υπέργηρος σε ηλικία 88 ετών (25 Ιανουαρίου 477). Ο Γιζέριχος θέσπισε νόμο με τον οποίο ο διάδοχος του θρόνου των Βανδάλων θα έπρεπε να είναι το μεγαλύτερο αρσενικό μέλος της βασιλικής οικογένειας, συνεπώς ο πρωτότοκος γιος. Ο διάδοχος του Ονώριχος ήταν αρχικά ανεκτικός απέναντι σε οπαδούς της Αγίας Τριάδας από φόβο προς τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, κατόπιν ξεκίνησε διώξεις τόσο σε Καθολικούς όσο και σε Μανιχαϊστές.[56] Ο πρώτος ξάδελφος και διάδοχος του Γουνθαμούνδος (484-496) ήταν ανεκτικός απέναντι στους οπαδούς της Αγίας Τριάδας και διέκοψε τις διώξεις. Το βασίλειο των Βανδάλων είχε εξασθενήσει ωστόσο σημαντικά, έχασαν ολόκληρη την δυτική Σικελία (491) ενώ οι Μαυριτανοί τους ασκούσαν συνεχώς πιέσεις. Ο μικρότερος αδελφός και διάδοχος του Θρασαμούνδος (496-523) ήταν φανατικός Αρειανιστής, ξεκίνησε σύμφωνα με την Καθολική Εγκυκλοπαίδεια (1913) νέες διώξεις αλλά σε περιορισμένο βαθμό.[56] Ο ανεψιός και διάδοχος του Χιλδέριχος γιος του Ονώριχου και της Ευδοκίας (523-530) ευνόησε σε προκλητικό βαθμό τους Καθολικούς λόγω της μητέρας του και σταμάτησε τις διώξεις, οι Καθολικές Σύνοδοι έγιναν κανονικά. Ο Χιλδέριχος άφησε την διοίκηση σε έναν συγγενή του τον Χοάμερ, μετά από μια ήττα του Χοάμερ από τους Μαυριτανούς οι Αρειανιστές εξεγέρθηκαν και τους ανέτρεψαν. Ο νέος βασιλιάς και ξάδελφος του Χιλδέριχου Γελίμερος φυλάκισε τόσο τον ίδιο όσο και τον Χοάμερ.[58] Το γεγονός αυτό προκάλεσε την αντίδραση του αυτοκράτορα των ανατολικών Ρωμαίων Ιουστινιανού Α΄ που απαίτησε την επιστροφή στον θρόνο του Χιλδέριχου. Ο Γελίμερος απάντησε με την δολοφονία του Χιλδέριχου (533), ο Ιουστινιανός απάντησε δυναμικά στέλνοντας τον στρατηγό Βελισάριο να διαλύσει το βασίλειο του (533).[58]
Τελικά οι Βάνδαλοι νικήθηκαν από τον Αυτοκράτορα των Ρωμαίων Ιουστινιανό Α΄. Ο στρατηγός του Βελισάριος αποβιβάστηκε κοντά στην Καρχηδόνα δύο φορές, οπότε ο αρχηγός τους Γελίμερος αναγκάστηκε να παραδοθεί το 534 μ.Χ. Τα υπολείμματα των Βανδάλων ανακατεύτηκαν με άλλες φυλές της Βόρειας Αφρικής (Βέρβερους κ.ά.) και σιγά - σιγά εξαφανίστηκαν. Αρκετοί από τους αιχμαλώτους του Βελισάριου κατατάχθηκαν στον αυτοκρατορικό στρατό και αφομοιώθηκαν μέσα στην πολυεθνική Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Οι επίλεκτοι Βάνδαλοι πολεμιστές μεταφέρθηκαν σε πέντε ιππικά σώματα γνωστά ως "Βαντάλι Ιουστινιάνι", εισήλθαν στα Περσικά σύνορα στην προσωπική υπηρεσία του Βελισάριου.[59] Η Καθολική Εγκυκλοπαίδεια (1913) σημειώνει ότι "ο Γελίμερος είχε τιμητική μεταχείριση, δέχτηκε μεγάλες εκτάσεις γης και τον βαθμό του Πατρίκιου αλλά τον αρνήθηκε επειδή δεν ήθελε να εγκαταλείψει τον Αρειανισμό".[56] Ο ιστορικός Ρότζερ Κόλινς σημειώνει ότι "οι Βάνδαλοι που απέμειναν εισήλθαν στον Ρωμαϊκό στόλο στην Κωνσταντινούπολη και αφομοιώθηκαν σταδιακά με τους υπόλοιπους Ρωμαίους".[60] Μερικοί από τους Βανδάλους που παρέμειναν στην βόρεια Αφρική επέστρεψαν στην Ισπανία.[61]
Βάνδαλοι βασιλείς
Επεξεργασία- Βισίμαρ (π.335)
- Γοδίγιζελ (359–406)
- Γουνδέριχος (407–428)
- Γιζέριχος (428–477)
- Ονώριχος (477–484)
- Γουνθαμούνδος (484–496)
- Θρασαμούνδος (496–523)
- Χιλδέριχος (523–530)
- Γελίμερος (530–534)
Γενεαλογία των βασιλέων των Βανδάλων
ΕπεξεργασίαΒισίμαρ βασ. των Βανδάλων | Γοδίγιζελ βασ. των Βανδάλων ΟΙΚΟΣ ΤΩΝ ΒΑΝΔΑΛΩΝ | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Βαλεντινιανός Γ΄ Αυτ. του Δυτικού Ρωμαϊκού Κράτους | Γουνδέριχος βασ. των Βανδάλων | Γιζέριχος βασ. των Βανδάλων | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ευδοκία ΔΥΝ. ΒΑΛΕΝΤΙΝΙΑΝΟΥ | Ονώριχος βασ. των Βανδάλων | Γκέντο πρίγκιπας | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Χιλδέριχος βασ. των Βανδάλων | Γουνθαμούνδος βασ. των Βανδάλων | Γελάριος πρίγκιπας | Θρασαμούνδος βασ. των Βανδάλων | Αμαλαφρίδα ΔΥΝ. ΑΜΑΛ | Θεοδώριχος ο Μέγας βασ. των Οστρογότθων | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Γελίμερος βασ. των Βανδάλων | Αμμάτας στρατηγός | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Vandal: Germanic people Encyclopædia Britannica Online
- ↑ Carl Waldman, Catherine Mason, Encyclopedia of European Peoples, σελ. 821-825, Infobase Publishing (2006) ISBN 1-4381-2918-1
- ↑ https://www.britannica.com/place/Germany
- ↑ 4,0 4,1 Merrills & Miles 2010, σ. 30
- ↑ https://penelope.uchicago.edu/Thayer/E/Roman/Texts/Cassius_Dio/72*.html
- ↑ Merrills & Miles 2010, σ. 27
- ↑ 7,0 7,1 Schütte 2013, σσ. 50–54
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Ιανουαρίου 2024. Ανακτήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 2024.
- ↑ Heather 2005, σ. 195
- ↑ Merrills & Miles 2010, σ. 34
- ↑ Goffart, Barbarian Tides, ch.5
- ↑ The Barbarians: Warriors & Wars of the Dark Ages, Tim Newark (Blandford Press, 1985)
- ↑ Andrew H. Merrills, "Vandals, Romans and Berbers: New Perspectives on Late Antique North Africa", 2004, Ashgate Publishing, σ. 34
- ↑ Jerzy Strzelczyk, "Wandalowie i ich afrykańskie państwo", σ. 59
- ↑ Archaeological Fieldwork and Opportunities Bulletin. Archaeological Institute of America. 2002. σ. 63
- ↑ Fulford, Michael (2000). "Human Remains from the North Gate, Silchester: An 'Early' and a 'Late' Radiocarbon Date from the City". Britannia. 31: 356–358
- ↑ Clarke, S. 1997: ‘Abandonment, rubbish disposal and “special” deposits’, in Meadows, K., Lemke, C. and Heron, J. (eds), TRAC 96. Proceedings of the Sixth Annual Theoretical Roman Archaeology Conference Sheffield 1996, Oxford, 73–81
- ↑ Goffart, Walter (2006). Barbarian Tides: The Migration Age and the Later Roman Empire. Philadelphia: University of Pennsylvania Press. σσ. 94–95
- ↑ Chisholm, Hugh, ed. (1911). "Vandals". Encyclopædia Britannica (11th ed.). Cambridge University Press
- ↑ 20,0 20,1 https://www.britannica.com/place/Spain#ref587098
- ↑ Vasconcellos 1913, σ. 551
- ↑ Waldman & Mason 2006, σσ. 821–825
- ↑ Jaques 2007c, σ. 999
- ↑ 24,0 24,1 24,2 24,3 Merrills & Miles 2010, σ. 50
- ↑ Merrills & Miles 2010, σσ. 49–50
- ↑ Michael Kulikowsi, 2004, σσ. 173-180
- ↑ 27,0 27,1 27,2 27,3 Frassetto 2003, σ. 173
- ↑ 28,0 28,1 https://www.celtiberia.net/es/biblioteca/?id=1671
- ↑ Mokhtar 1981, σ. 281
- ↑ Burke 1900, σ. 410
- ↑ 31,0 31,1 Collins 2000, σ. 124
- ↑ Procopius Wars 3.5.18–19 in Heather 2005, σ. 512
- ↑ Heather 2005, σσ. 197–198
- ↑ Procopius Wars 3.5.23–24 in Collins 2000, σ. 124
- ↑ 35,0 35,1 Merrills & Miles 2010, σσ. 53–55
- ↑ 36,0 36,1 36,2 Reynolds 2011, σσ. 130–131
- ↑ https://www.newadvent.org/cathen/02084a.htm
- ↑ Merrills & Miles 2010, σ. 60
- ↑ Collins 2000, σσ. 124–125
- ↑ J.B. Bury, History of the Later Roman Empire, Dover Τομ. I. σσ. 254, 258, 410
- ↑ Cameron 2000, σσ. 553–554
- ↑ Merrills 2004, σ. 10
- ↑ Merrills 2004, σ. 11
- ↑ 44,0 44,1 44,2 44,3 Collins 2000, σ. 125
- ↑ 45,0 45,1 Cameron 2000, σ. 553
- ↑ https://web.archive.org/web/20140413143410/http://etymonline.com/index.php?term=Mediterranean&allowed_in_frame=0
- ↑ Ralph W. Mathisen, Petronius Maximus (17 March 455 - 22 May 455)
- ↑ Steven Muhlberger, "Prosper's Epitoma Chronicon: was there an edition of 443?" Classical Philology 81.3 (July 1986), σσ. 240–244
- ↑ Jaques 2007a, σ. 264
- ↑ Jaques 2007b, σ. 383
- ↑ 51,0 51,1 Greenhalgh & Eliopoulos 1985, σ. 21
- ↑ J.B. Bury, History of the Later Roman Empire, 1958 edition, σσ. 254, 327, 410
- ↑ Bury 1923, σ. 125
- ↑ Merrills 2004, σσ. 11–12
- ↑ Collins 2000, σσ. 125–126
- ↑ 56,0 56,1 56,2 56,3 Löffler 1912
- ↑ Cameron 2000, σ. 555
- ↑ 58,0 58,1 Bury 1923, σ. 131
- ↑ Bury 1923, σσ. 124–150
- ↑ Collins 2000, σ. 126
- ↑ https://web.archive.org/web/20170623155644/http://www.roman-empire.net/articles/article-016.html