Σούμεν

πόλη της Βουλγαρίας

Συντεταγμένες: 43°17′N 26°56′E / 43.283°N 26.933°E / 43.283; 26.933


Το Σούμεν (βουλγαρικά: Шумен) είναι πόλη της Βουλγαρίας και πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας. Έχει πληθυσμό 80.114 κατοίκους (2012) και είναι η ενδέκατη πολυπληθέστερη πόλη της χώρας. Είναι γνωστή και ως Σούμλα (Shumla).[2]

Σούμεν

Σημαία

Σφραγίδα

Έμβλημα
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Σούμεν
43°16′29″N 26°56′5″E
ΧώραΒουλγαρία
Διοικητική υπαγωγήΔήμος του Σούμεν
Έκταση136,358 km²
Υψόμετρο184 μέτρα
Πληθυσμός81.210 (15  Δεκεμβρίου 2023)[1]
Ταχ. κωδ.9700
Τηλ. κωδ.054
Ζώνη ώραςUTC+02:00 (επίσημη ώρα)
UTC+03:00 (θερινή ώρα)
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ετυμολογία Επεξεργασία

Η πόλη αναφέρεται για πρώτη φορά ως Συμεωνίς το 1153 από τον Αραβα περιηγητή Ιντρισί. Το όνομα πιθανόν προέρχεται από το Βουλγαρικό ΄σούμα΄ ΄δάσος (φυλλοβόλων)΄, αν και μερικοί θεωρούν (Κόνσταντιν Γίρετσεκ) ότι προέρχεται από το όνομα του Βούλγαρου αυτοκράτορα Συμεών του Μεγάλου. Τα επόμενα χρόνια η πόλη αναφερόταν με διάφορα ονόματα, όπως Σούμενα, Σούμνα, Σούμουλαρ, Σούμουνουμ, Σούμνου και Σούμεν.

Ιστορία Επεξεργασία

 
Το Φρούριο του Σούμεν

Οι παλιότερες αναφορές για το Σούμεν χρονολογούνται από την πρώιμη Εποχή του Σιδήρου. Από το 12ο αιώνα π.Χ. είναι το πρώτο φρούριο στη γύρω περιοχή. Αρχαιολογικές έρευνες, που πραγματοποιήθηκαν από το 1957 ως το 1987, προσδιόρισαν τις χρονολογικές περιόδους, τον τρόπο και τους πόρους της ζωής των κατοίκων του φρουρίου. Είχε ένα τείχος πάχους δύο περίπου μέτρων, χτισμένο από ακατέργαστες πέτρες. Τον 5ο αιώνα π.Χ. χτίσθηκε δεύτερο τείχος μπροστά από το προηγούμενο. Το 2ο αιώνα μ.Χ. οι Ρωμαίοι έχτισαν ένα στρατιωτικό οχυρό στα ερείπια των Θρακικών οχυρώσεων. Η κατασκευή του τείχους είναι πια με κονίαμα. Κατασκευάσθηκε ένας πύργος πάνω από την πύλη, χτίστηκαν ένας τετράγωνος πύργος στα δυτικά και ένας ημικυκλικός στα νότια. Τον 4ο και 5ο αιώνα ολόκληρος ο λόφος οχυρώθηκε με νέο τείχος με εννέα πύργους. Μεταξύ 8ου και 10ου αιώνα το φρούριο ανακαινίστηκε, με τη χρήση του Ρωμαικού τείχους και των πύργων και την ανέγερση στα βορειοανατολικά νέου τείχους και δύο πύργων.

Το 681 ο χαν Ασπαρούχ προσάρτησε την περιοχή στην Πρώτη Βουλγαρική Αυτοκρατορία. Το 811 το Σούμεν κάηκε από το Βυζαντινό αυτοκράτορα Νικηφόρο, που σκοτώθηκε όμως στη Μάχη της Πλίσκας και ο χαν Κρούμος της Βουλγαρίας επένδυσε το κρανίο του Νικηφόρου με ασήμι και το χρησιμοποιούσε σαν κύπελλο για οινοποσία. Η Βουλγαρική οχύρωση του 7ου-10ου αιώνα εξελίχθηκε σε μια φεουδαρχική πόλη με κάστρο με περιμετρικές, εσωτερική και εξωτερική, αμυντικές ζώνες, όπου μπορούμε να μετρήσουμε 28 πύργους και προμαχώνες, τρεις πύλες και πέντε μικρές στοές με πολλές εκκλησίες και εργαστήρια (12ος ως 14ος αιώνας). Τη χρυσή περίοδο του Βουλγαρικού πολιτισμού υπό το Συμεών το Μέγα (893 - 927), το Σούμεν ήταν κέντρο πολιτιστικής και θρησκευτικής δραστηριότητας και μπορεί να γεννήθηκε το όνομα Συμεωνίς. Κατά τη Δεύτερη Βουλγαρική Αυτοκρατορία το Σούμεν ήταν σημαντικό στρατιωτικό, διοικητικό και οικονομικό κέντρο, εκτοπίζοντας ακόμη και την παλιά Βουλγαρική πρωτεύουσα Πρεσλάβα και επεκτεινόμενο έξω από τα τείχη. Στη μεσαιωνική πόλη του Σούμεν κύρια θρησκεία ήταν η Ορθόδοξη Χριστιανική, απόδειξη της οποίας είναι η εύρεση στο περίγραμμα των τειχών επτά εκκλησιών, αναμνηστικών νομισμάτων με την απεικόνιση σταυρών και αγγέλων και τα πολυάριθμα ευρήματα Ορθόδοξων σταυρών χωριστά, καθώς και η απεικόνισή τους σε δαχτυλίδια και άλλα τεχνουργήματα, που βρέθηκαν στους τάφους και τα σπίτια. Η κατάσταση αλλάζει μόνο μετά την Οθωμανική κατάκτηση της πόλης το 15ο αιώνα, οπότε καθιερώθηκε το Ισλάμ.

 
Γυμνάσιο Nάντσο Πόποβιτς (1828), ένα από τα παλαιότερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Βουλγαρίας
 
Σχέδιο του Φρουρίου του Σούμεν

Το 1388 ο σουλτάνος Μουράτ Α΄ ανάγκασε την πόλη να παραδοθεί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μετά την αποτυχημένη σταυροφορία του Βλάντισλαβ Γ' της Βάρνας το 1444, η πόλη καταστράφηκε από τους Οθωμανούς και μεταφέρθηκε στη σημερινή της θέση. Το 18ο αιώνα διερύνθηκε και οχυρώθηκε. Τρεις φορές, το 1774, το 1810 και το 1828, προσβλήθηκε χωρίς επιτυχία από Ρωσικές στρατιές. Οι Τούρκοι στη συνέχεια της έδωσαν το όνομα ΄Γκαζί΄ (Νικήτρια). Το 1854 ήταν το αρχηγείο του Ομάρ Πασά και το σημείο συγκέντρωσης του Τουρκικού στρατού (δες Κριμαϊκός Πόλεμος).

Το 19ο αιώνα το Σούμεν ήταν σημαντικό κέντρο της Βουλγαρικής Εθνικής Αναγέννησης, με τον πρώτο εορτασμό των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου στη Βουλγαρία να γίνεται εδώ στις 11 Μαίου 1813 και την πρώτη θεατρική παράσταση. Το 1828 ιδρύθηκε ένα θρησκευτικό σχολείο θηλέων και ακολούθησε ένα ΄σιταλίστε΄(κοινοτικό κέντρο) το 1856.

 
Το "σιταλίστε" Ντόμπρι Βοινίκοφ

Το 1850 ιδρύθηκε στην πόλη η πρώτη Βουλγαρική συμφωνική ορχήστρα. Την ίδια χρόνια ο σημαίνων Ούγγρος πολιτικός και επαναστατικός ηγέτης Λάγιος Κόσουτ πέρασε μέρος της εξορίας του στην τότε Οθωμανική πόλη του Σούμεν. Το σπίτι στο οποίο έζησε διατηρείται ακόμη ως μουσείο.

Στις 22 Ιουνίου του 1878 το Σούμεν τελικά συνθηκολόγησε με τους Ρώσους και έγινε τμήμα της νεοανεξάρτητης Βουλγαρίας. Το 1880 ιδρύθηκε η ζυθοποιία Σούμεν, μία από τις πρώτες στη Βουλγαρία. Την περίοδο 1950 - 1965 η πόλη ονομαζόταν Κολάροβ, από το όνομα του Κομμουνιστή ηγέτη Βασίλ Κολάρωφ.

Το στρατόπεδο της Σούμλας (σημερινό Σούμεν) όπως επίσης το Κίτσεβο, το Γκόστιβαρ, το Σεβλίεβο, και το Κάρνομπατ, αποτέλεσαν τόπο εξορίας για 42.000 Έλληνες[3], ηλικίας κυρίως 17-60 ετών, που προέρχονταν από τα ελληνικά εδάφη της Ανατολικής Μακεδονίας που βρίσκονταν υπό βουλγαρική κατοχή (1916-1918). Η διαδικασία εκτοπισμού των Ελλήνων από τον βουλγαρικό στρατό κατοχής ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1917 και διήρκεσε περισσότερο από δύο χρόνια. Τα καραβάνια των αιχμαλώτων μεταφέρονταν πεζή και στη συνέχεια με τρένα κάτω από αντίξοες συνθήκες. Ακόμη δυσμενέστερες όμως υπήρξαν οι συνθήκες διαβίωσής τους στη βουλγαρική ενδοχώρα με εξοντωτική συμμετοχή σε χειρωνακτικά έργα. Από τους αιχμαλώτους περίπου 12.000 δεν κατόρθωσαν τελικά να επιστρέψουν ζωντανοί.[4][5][6][7][8][9][10][11]

Γεωγραφία Επεξεργασία

 
Αποψη της πόλης από το Μνημείο των 1300 Χρόνων της Βουλγαρίας

Η πόλη βρίσκεται 80 χλμ. δυτικά της Βάρνας, χτισμένη μέσα σε ένα σύμπλεγμα λόφων, βόρειων απολήξεων του ανατολικού Αίμου, που την περιβάλλει σε σχήμα πετάλου στα δυτικά και τανότια. Ενα απόκρημνο φαράγγι τέμνει το έδαφος κατά μήκος της πεταλόσχημης κορυφογραμμής. Από το Σούμεν ξεκινούν δρόμοι βόρεια προς τις παραδουνάβιες πόλεις Ρούσε και Σιλίστρα και τη Δοβρουτσά, νότια προς τα περάσματα του Αίμου και δυτικά προς τη Βάρνα και το Μπάλτσικ.

Πληθυσμός Επεξεργασία

Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 ο πληθυσμός της πόλης ήταν 80.855 και τα άτομα που δήλωσαν την εθνική τους ταυτότητα κατανέμονταν ως εξής :

Κλίμα Επεξεργασία

Κλιματικά δεδομένα Σούμεν
Μήνας Ιαν Φεβ Μάρ Απρ Μάι Ιούν Ιούλ Αύγ Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Έτος
Μέση Μέγιστη °C (°F) 4.3 6.5 11.3 17.8 23.2 26.5 29.5 30.1 25.1 18.8 12.0 5.8 17,58
Μέση Μηνιαία °C (°F) 0.7 2.6 6.9 12.5 17.2 20.6 23.3 23.7 19.1 13.5 7.9 2.4 12,53
Μέση Ελάχιστη °C (°F) −2.9 −1.3 2.6 7.1 11.2 14.7 17.1 17.2 13.0 8.1 3.9 −1.1 7,47
Υετός mm (ίντσες) 36 41 38 53 64 79 48 41 33 41 53 51
(2)
58
Πηγή: Weatherbase[12]

Αξιοθέατα Επεξεργασία

 
To μουσείο αλόγων Κάμπιουκ
 
Ο Ιππέας της Μαντάρα, που εμφανίζεται σε Βουλγαρικά νομίσματα και στη σφραγίδα του Σούμεν
 
Ο ουρανός γύρω από το σταθμό λεωφορείων

Το Σούμεν διαθέτει το Μνημείο 1300 Χρόνων Βουλγαρίας, που θεωρείται ως το μοναδικό μνημείο στον κόσμο, που απεικονίζει την ιστορία μιας ολόκληρης χώρας από τη δημιουργία της μέχρι σήμερα.

Το Φρούριο του Σούμεν, εν μέρει ανακαινισμένο μετά την καταστροφή του από τους Οθωμανούς στο παρελθόν, είναι σημαντικό ιστορικό μνημείο της μεσαιωνικής Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας. Δεν απέχει πολύ από την πόλη, στο ομώνυμο Οροπέδιο.

Ο Ιππέας της Μαντάρα, Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς και μοναδικό τέτοιο δείγμα μεσαιωνικού βράχου στην Ευρώπη, είναι ένα αρχαίο (710 μ.Χ.) μνημείο, που συνήθως αποδίδεται στο Βουλγαρικό πολιτισμό και βρίσκεται περίπου 20 χλμ. από το Σούμεν.

Τα θρησκευτικά κτίρια της πόλης περιλαμβάνουν τον Ορθόδοξο Καθεδρικό των Αγίων Τριών Ιεραρχών και τη Βασιλική της Αγίας Αναλήψεως, καθώς και το τζαμί Σερίφ Χαλίλ Πασά (γνωστό και ως Τομπούλ Τζαμί), το μεγαλύτερο στη Βουλγαρία και ένα από τα μεγαλύτερα στα Βαλκάνια, που εξυπηρετεί τη Μουσουλμανική μειονότητα (περίπου 15%)του Σούμεν και της περιοχής.

Προσωπικότητες Επεξεργασία

  • Πάντσο Βλαντιγκέροφ (1899–1978), συνθέτης, παιδαγωγός και πιανίστας
  • Βασίλ Κολάρωφ (1877 - 1950), Κομμουνιστής πολιτικός.
  • Τοντόρ Κόλεφ (1939-2013), ηθοποιός
  • Στογιάν Ντάνεφ (1858 - 1949), πολιτικός, δύο φορές Πρωθυπουργός της Βουλγαρίας.
  • Βασίλ Ντρούμεφ (Κλήμης του Τάρνοβο) (1841–1901), κληρικός και πολιτικός, δύο φορές (1879-1880 και 1886) Πρωθυπουργός της Βουλγαρίας
  • Ράτσο Πετρόφ (1861–1942), στρατηγός και πολιτικός

Αδελφοποιήσεις Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. www.grao.bg/tna/t41nm-15-12-2023_2.txt.
  2. Chisholm, Hugh, ed. (1911). "Shumla" . Encyclopædia Britannica. 24 (11th ed.). Cambridge University Press. p. 1023.
  3. Η Ελλάς του 1910-1920, Γεωργίου Βεντήρη : Αθήνα 1931, Identifier: 000074165, σ.σ.106-131
  4. Η βουλγαρική εισβολή στην Ανατ. Μακεδονία -του Ιακωβου Μιχαηλιδη, εφημερίδα Καθημερινή 25.09.2011
  5. Ιερά Μητρόπολις Δράμας - Ημερολόγιο αφιερωμένο στη μνήμη των θυματων της Β' Βουλγαρικής Κατοχής, επισυμβάσαν κατά τα έτη 1916-1918.
  6. Τετράδια Βουλγαρικῆς Κατοχῆς, Ἀνατολική Μακεδονία 1916-1918, ἐπιμέλεια Ν. Ρουδομέτωφ, τ. 2ος, Ἱστορικό Λογοτεχνικό Ἀρχεῖο Καβάλας, Καβάλα 2008.
  7. Β.Σ. Κάρτσιου, Ἡ Γενοκτονία τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας κατά τή 2η Βουλγαρική Κατοχή (1916-18), ἐκδ. Ἐρωδιός, Θεσσαλονίκη 2010.
  8. Δημ. Πασχαλίδη, Ἡ Ἔκθεση τοῦ Ν.Μπακόπουλου, Νομάρχη Δράμας κατά τή δεύτερη Βουλγαρική Κατοχή τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας(1916-18).
  9. Δ. Πασχαλίδη, Τά δεινοπαθήματα τῆς Χωριστῆς κατά τή δεύτερη βουλγαρική κατοχή τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας, Χωριστή 2006.
  10. Δημ. Πασχαλίδη,Ἡ Χωριστή Δράμας (Τσατάλτζα) κατά τή δεύτερη Βουλγαρική Κατοχή τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας (1916-18).
  11. Ἀρχιμ. Γαβριήλ, Ἀναμνήσεις καί Νοσταλγία, Θεσσαλονίκη 1958.
  12. Weatherbase Retrieved February 21, 2012