Ο Ωκεανός (αρχ. ελλ. Ὠκεανός) στην αρχαία Ελληνική μυθολογία ήταν υιός του Ουρανού και της Γαίας[1].

Τιτάνας Ωκεανός
Τιτάνας θεός της θάλασσας
Άλλες ονομασίεςΏγην ή Ώγηνος
Σύζυγος-οιΤιτανίδα Τηθύς
Σύντροφος-οιNais (nymph)
ΓονείςΟυρανός και Γαία
Αδέλφια
ΤέκναΜήτις, Διώνη, Πλειόνη, Νεφέλη και οι υπόλοιπες Ωκεανίδες. Ίναχος και οι άλλοι Ποταμοί.

Η Ορφική Μυθολογία Επεξεργασία

Ο Ωκεανός είναι η αρχαιότερη θαλάσσια θεότητα της ελληνικής μυθολογίας.

Εμφανίζεται για πρώτη φορά στα ορφικά ποιήματα μαζί με την Τηθύ. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, η Νύχτα και ο Αιθέρας γέννησαν ένα «αργυρόν ωόν» (ασημένιο αυγό). Από το αυγό αυτό προέκυψε ο Έρως. Ο Έρως ταξινόμησε τα πάντα και έπλασε το αχανές Χάος ψηλά στον ουρανό και τη γαία (γη) από κάτω. Το Χάος και η Γαία ζευγαρώθηκαν με τη συναίνεση του Έρωτα και γέννησαν τον Ωκεανό και τη Τηθύ. Ο Ωκεανός του άρχισε να γεννάει όλα τα ζωντανά πλάσματα της γης, όπως, και όλους τους κατοπινούς θεούς.

Ο Ωκεανός Τιτάν Επεξεργασία

Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Ωκεανός ήταν γιος του Ουρανού και της Γαίας, το μεγαλύτερο παιδί τους και ο ισχυρότερος των δώδεκα Τιτάνων και Τιτανίδων.

Όλοι τον ζήλευαν για την περίσσια δύναμή του και μονομαχούσαν συχνά για την υπεροχή. Όσες φορές προσπάθησε να βιάσει τη θεά Ήρα, ο θεός Δίας την προστάτευε και την έσωζε.

Με την αδελφή και σύζυγό του, την Τηθύ, έκανε απογόνους όλες τις θεότητες των ποταμών, της θάλασσας και των πηγών[2][3][4][5][6]. Οι δυο τους ήτανε τόσο καρπεροί, που από την υπερπαραγωγή υδάτινων στοιχείων της φύσης γινόντουσαν πλημμύρες. Έτσι χωρίσανε τελικά και το κακό σταμάτησε.

Ο Ωκεανός και η Τηθύς δεν αναμίχτηκαν στην Τιτανομαχία κατά του Δία, γι' αυτό και ο Δίας τους άφησε ανενόχλητους να κυριαρχούν στο υγρό τους βασίλειο.

Με την άλλη του αδελφή, τη Θεία, γέννησε τους Κέκροπες.

Ο Απολλόδωρος αναφέρει ότι, σύμφωνα με τον Φερεκύδη, ο Ωκεανός ήταν πατέρας του Τριπτόλεμου[7], κάτι που απαντά και στον Παυσανία[8].

Ερμηνεία και προέλευση του μύθου Επεξεργασία

 
Ωκεανός

Ο Ωκεανός αποτελούσε την ανθρωπόμορφη, ιδεατή μορφή του υδάτινου κόσμου, που περιέβαλε από παντού τη Γαία, ως παμμέγιστος ποταμός χωρίς πηγές αλλά και χωρίς εκβολές. Μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα και την απόσυρση των υδάτων οι εμφανιζόμενοι ποταμοί, λίμνες, πηγές κλπ. απετέλεσαν αλληγορικά τα τέκνα του Ωκεανού.

Ως συνέπεια των πρώτων παρατηρήσεων ο Ωκεανός θεωρείτο ένας τεράστιος κύκλος, που δίχαζε την ουράνια σφαίρα στο υπεράνω της Γαίας ημισφαίριο και στο υπό αυτής ημισφαίριο, γι' αυτό και ονομαζόταν, επίσης, «ορίζων». Υπό αυτή την αντίληψη, όλοι οι συναφείς μύθοι παρουσίαζαν την ανατολή του Ήλιου της Ηούς, των αστέρων και των αστερισμών να γίνεται από τον Ωκεανό και στη συνέχεια να δύονται, (να βυθίζονται), επίσης, σ' αυτόν. Πέραν δε του Ωκεανού, οι αρχαίοι πίστευαν ότι βρισκόταν ο ζοφερός Άδης.

Έτσι, ο Ωκεανός, όπως και όλες οι άλλες παρατηρούμενες φυσικές δυνάμεις, αναβιβάστηκε στην έννοια του θεού και, μάλιστα, με την έννοια του αρχετυπικού στοιχείου, ως Πατέρας θεών και πραγμάτων. Έτσι, παράλληλα με την αρχική θεϊκή δυάδα Ουρανού και Γαίας, οι αρχαίοι Έλληνες (παρατηρητές) δημιούργησαν τη θεϊκή δυάδα του πατρός Ωκεανού και της μητρός Τηθύος από την ένωση των οποίων, κατά τη Θεογονία του Ησιόδου, γεννήθηκαν οι τρισχίλιοι ποτάμιοι θεοί (ποταμοί)[6] και οι τρισχίλιες νύμφες[5], οι αποκαλούμενες Ωκεανίδες[9] (ιδεατές, ισάριθμες μορφές της ροής των αδελφών τους) των οποίων, εν τέλει, τέκνα ήταν πολλά ανθρώπινα γένη (δηλαδή οι νησιώτες και οι παραποτάμιοι λαοί).

Γενεαλογικό δένδρο Επεξεργασία

Ελληνικές θαλάσσιες θεότητες

ΓαίαΟυρανός
ΩκεανόςΤηθύς
 Ποταμοί Ωκεανίδες
ΠόντοςΘάλασσα
ΝηρέαςΘαύμαςΦόρκυςΚητώΕυρυβίαΤελχίνεςΑλίαΠοσειδώνΑφροδίτη[10]
ΈχιδναΓοργόνεςΓραίεςΛάδωναςΕσπερίδεςΘόωσαΉλιοςΡόδη
ΣθενώΓραίεςἩλιάδαιΗλεκτρυώνη
ΕυρυάληΕνυώ
Μέδουσα[11]Γραίες

Χρήση του ονόματος Επεξεργασία

Πρώτος κατέγραψε, ιστορικά, τον Ωκεανό, με την έννοια της πολύ μεγάλης θαλάσσιας έκτασης, ο Ηρόδοτος. Έκτοτε, παρέμεινε ο όρος σε παγκόσμια χρήση με αυτή την έννοια.

Καλές Τέχνες Επεξεργασία

Στην τέχνη, ο Ωκεανός, αρχικά, παριστάνεται κυκλικός, έχοντας στο μέσον τη γη, τον ουρανό και τη θάλασσα, όπως στην ασπίδα του Ηρακλή[12] αλλά και του Αχιλλέα[13].

Κατά την Αλεξανδρινή εποχή (Ελληνιστική περίοδος), παριστάνεται ως γέρος, γενειοφόρος ημίγυμνος, με κέρατα τράγου.

Εν συνεχεία, στη Ρωμαϊκή περίοδο παριστάνεται ως γέρος ημίγυμνος, καθήμενος σε ανάκλιντρο, του οποίου το στρώμα αποτελούσε η επιφάνεια της θάλασσας, προσκέφαλο του, ο Όλυμπος, (η Γαία), φέροντας στο κεφάλι μικρό κάλυμμα ενώ στο δεξί χέρι, μακρύ σκήπτρο. Τέτοιο, ακριβώς, γλυπτό βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο της Νάπολης στην Ιταλία.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. «Θεογονία - Βικιθήκη». el.wikisource.org. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2020. 
  2. Ησίοδος, Θεογονία, στ. 337-370
  3. Ομήρου Ιλιάδα, Ραψωδία Φ', στ. 195-197
  4. Αισχύλος, Προμηθέας Δεσμώτης, στ. 137-138
  5. 5,0 5,1 Καλλίμαχος, Ύμνοι, ΙΙΙ, στ. 40-45
  6. 6,0 6,1 Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική Βιβλιοθήκη, Βιβλίο Δ', Κεφ. 69.1 & Κεφ. 72.1
  7. Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, Βιβλίο Α', Κεφ. 5.2
  8. Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, Βιβλίο Α', Κεφ. 14.3
  9. Ησίοδος, Θεογονία, στ. 346-366
  10. Υπάρχουν δύο πολύ διαφορετικές ιστορίες για την προέλευση της Αφροδίτης: Ο Ησίοδος (Θεογονία) ισχυρίζεται ότι «γεννήθηκε» από τον αφρό της θάλασσας αφού ο Κρόνος ευνούχισε τον Ουρανό, κάνοντας της έτσι κόρη του Ουρανού; Αλλά ο Όμηρος στην Ιλιάδα (βιβλίο V) έχει την Αφροδίτη ως κόρη του Δία και της Διόνης. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα (Συμπόσιο 180e), οι δύο θεότητες ήταν εντελώς ξεχωριστές οντότητες: η Ουρανία Αφροδίτη και Αφροδίτη Πάνδημος'.
  11. Οι περισσότερες πηγές περιγράφουν τη Μέδουσα ως κόρη του Φόρκυ και της Κήτους, αν και ο συγγραφέας Υγίνος (μύθους Preface) προτείνει άλλη εκδοχή.
  12. Ησίοδος, Ασπίς Ηρακλέους, στ. 314-317
  13. «Ιλιάς/Σ - Βικιθήκη». el.wikisource.org. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2020.