Η άγρια ζωή της Ελλάδας περιλαμβάνει τα διάφορα είδη χλωρίδας και πανίδας της Ελλάδας, μιας χώρας στη νότια Ευρώπη, στο νοτιότερο τμήμα της χερσονήσου των Βαλκανίων. Η χώρα είναι ως επί το πλείστον ορεινή με πολύ μεγάλη και περίπλοκη ακτογραμμή, που αποτελείται από χερσονήσους και μεγάλο αριθμό νησιών. Το κλίμα της χώρας κυμαίνεται από μεσογειακό και εύκρατο έως αλπικό, ενώ οι οικότοποί της περιλαμβάνουν βουνά, λόφους, δάση, ποτάμια, λίμνες, ακτές και καλλιεργήσιμες εκτάσεις.

Τοπογραφικός χάρτης της Ελλάδας

Γεωγραφία Επεξεργασία

Η Ελλάδα είναι μια χώρα στη βαλκανική χερσόνησο της νότιας Ευρώπης, που βρίσκεται στα νότια της Αλβανίας, της Βόρειας Μακεδονίας και της Βουλγαρίας και στα δυτικά της Τουρκίας. Έχει μεγάλη ακτογραμμή στη Μεσόγειο και το Αιγαίο Πέλαγος και περιλαμβάνει το νησί της Κρήτης και μεγάλο αριθμό μικρότερων νησιών. Η ηπειρωτική Ελλάδα καλύπτει το 80% περίπου του συνολικού εδάφους της χώρας και είναι σε μεγάλο βαθμό ορεινή. Η μεγαλύτερη οροσειρά είναι η Πίνδος που αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της ηπειρωτικής Ελλάδας, με την υψηλότερη κορυφή να φτάνει τα 2.637 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. [1] Το ψηλότερο βουνό της χώρας, ο Όλυμπος, [2]βρίσκεται ανατολικότερα και φτάνει σε υψόμετρο 2.918 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η μεγάλη χερσόνησος της Πελοποννήσου, στα νότια της χώρας, χωρίζεται από την υπόλοιπη ηπειρωτική Ελλάδα από τον Κορινθιακό και τον Σαρωνικό κόλπο, αλλά ενώνεται με αυτήν με τον Ισθμό της Κορίνθου και με τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου. [3]

Κλίμα Επεξεργασία

Το κλίμα της Ελλάδας ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή. Σε ένα μεγάλο μέρος της χώρας επικρατεί μεσογειακό κλίμα με ζεστά έως πολύ ζεστά, ξηρά καλοκαίρια και βροχοπτώσεις που τον χειμώνα. Τα νησιά έχουν ως επί το πλείστον μεσογειακό κλίμα, με το κλίμα της Κρήτης να επηρεάζεται ιδιαίτερα από το θαλάσσιο περιβάλλον και τη γειτνίαση του νησιού με την Αφρική. Οι περιοχές των δυτικών και κεντρικών τμημάτων της χώρας που βρίσκονται σε μεγάλο υψόμετρο καθώς και τα ορεινά μέρη της Πελοποννήσου χαρακτηρίζονται από αλπικό κλίμα. Μπορεί να υπάρχει χιόνι στις κορυφές των βουνών ακόμη και τον Ιούνιο, ενώ στα πεδινά επικρατούν γενικά υψηλές θερμοκρασίες. [4]

Χλωρίδα Επεξεργασία

 
Αειθαλής βελανιδιά

Η χλωρίδα της Ελλάδας χαρακτηρίζεται από μεγάλη ποικιλία ανώτερων φυτών. Το 2013, υπήρχαν 5.752 είδη και 1.893 υποείδη ενδημικών και εισαγόμενων φυτών, σε σύνολο 6.620 τάξεων, μεταξύ των οποίων 1.278 ενδημικά είδη και 452 ενδημικά υποείδη. [5] Μέχρι τον Ιούνιο του 2018, ο αριθμός των ειδών είχε ανέβει, με 6.695 τάξεις να έχουν καταχωριστεί, περιλαμβάνοντας 5.828 είδη και 1.982 υποείδη, που ανήκαν σε 1.073 γένη και 185 οικογένειες. Μέχρι τον Απρίλιο του 2020, η καταγεγραμμένη χλωρίδα της Ελλάδας αποτελούνταν από 5.885 είδη και 2.000 υποείδη, που αντιστοιχούν σε 6.760 τάξεις, 1.087 γένη και 184 οικογένειες. [6]

Μεγάλο μέρος της Ελλάδας καλυπτεται από τα σκληρόφυλλα και μεικτά δάση του Αιγαίου Πελάγους και της Δυτικής Τουρκίας. Αυτά τα δάση χαρακτηρίζονται από θαμνώδη μακία, που περιλαμβάνει την αριά και την ελληνική φραουλιά, καθώς και πουρνάρια, κουμαριές, ελιές, δάφνες, κέδρους, σπάρτα και άλλα είδη. Η εντατική χρήση γης έχει μειώσει τα αποθέματα αυτών των δασών. Από τα φυλλοβόλα είδη, από τα οποία συνηθέστερα είναι ο φράξος, η φτελιά, ο σφένδαμνος, η κουτσουπιά, ο τερέβινθος, ο κότινος και άλλα. Η Ελλάδα ήταν συνδεδεμένη με τη δυτική Τουρκία κατά την εποχή του Πλειόκαινου και ως εκ τούτου οι χλωρίδες των δύο χωρών έχουν πολλά κοινά φυτά. [7] Η εμφάνιση του κρητικού φοίνικα περιορίζεται στη νότια Ελλάδα και την Κρήτη, με λίγες εμφανίσεις στην Τουρκία. [8]

Πανίδα Επεξεργασία

 
Μεσογειακή φώκια σε βραχώδη ακτή της Σερίφου

Ανάμεσα στα μεγαλύτερα, σαρκοφάγα θηλαστικά που ζουν στην Ελλάδα είναι η ευρωπαϊκή αγριόγατα, ο βαλκανικός λύγκας, η κόκκινη αλεπού, το χρυσό τσακάλι, ο γκρίζος λύκος, η ευρασιατική καφέ αρκούδα, το αμερικανικό βιζόν, η νυφίτσα, η στικτοϊκτίδα, το δενδροκούναβο, ο ευρωπαϊκός ασβός, η ευρωπαϊκή ενυδρίδα και είκοσι περίπου είδη νυχτερίδας. [9] Το νησί Γυάρος είναι η περιοχή αναπαραγωγής για τον μεγαλύτερο πληθυσμό της απειλούμενης μεσογειακής φώκιας, [10] ενώ δεκαπέντε περίπου είδη φάλαινας, δελφινιού και φώκιας έχουν καταγραφεί στα ελληνικά ύδατα.

 
Χρυσό τσακάλι στην κεντρική Μακεδονία

Τα οπληφόρα που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα περιλαμβάνουν τον αγριόχοιρο, το κόκκινο ελάφι, την ντάμα, το ζαρκάδι, το αγριόγιδο και το κρητικό κρι-κρι, που απειλείται με εξαφάνιση. Άλλα είδη είναι το ευρωπαϊκό κουνέλι και ο ευρωπαϊκός λαγός, ο σκαντζόχοιρος της ανατολικής Ευρώπης και ο ρουμανικός σκαντζόχοιρος, ο ευρωπαϊκός τυφλοπόντικας, δέκα περίπου είδη μυγαλής και τριάντα περίπου είδη τρωκτικών (όπως σκίουροι, ποντίκια και αρουραίοι). [9]

Με την ποικίλη τοπογραφία και τους βιότοπούς της, η Ελλάδα έχει πλούσια πανίδα πτηνών. Η χώρα αποτελεί σημείο συνάντησης για πουλιά τριών ηπείρων, ενώ είναι το νότιο όριο για ορισμένα είδη και το βόρειο όριο για άλλα. Εκτός από τους μόνιμους πληθυσμούς των πτηνών, πολλά μεταναστευτικά είδη επισκέπτονται τη χώρα, καθώς μετακινούνται εποχικά μεταξύ των τόπων αναπαραγωγής τους και των περιοχών όπου διαχειμάζουν. Στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί περίπου 450 είδη πουλιών. [11] Το δάσος της Δαδιάς στη βορειοανατολική Ελλάδα είναι μια σημαντική περιοχή για τα αρπακτικά πουλιά. Σε αυτό έχουν καταγραφεί, μεταξύ άλλων, τέσσερα είδη γύπα συγκαταλέγονται. [12]

Τα πουλιά που βρίσκονται συνήθως στις θαμνώδεις εκτάσεις περιλαμβάνουν τσιροβάκους, σιρλοτσίχλονα, βουνοτσίχλονα, αμπελουργούς, πετροπέρδικες, κοκκινοπέρδικες και νησοπέρδικες. [7] Τα πουλιά των υγρότοπων εξυπηρετούνται από αρκετές τοποθεσίες Ramsar, όπως είναι η λίμνη Κερκίνη, [13] το δέλτα του Νέστου, [14] το δέλτα του Έβρου, έλη γλυκού νερού, λίμνες, υφάλμυρες λιμνοθάλασσες, αλμυροί βάλτοι και λασπώδεις περιοχές. [15]

Τα ποτάμια της Ελλάδας γεμίζουν επίσης με υδρόβια άγρια ζωή, με μεγάλη ποικιλία ενδημικών ψαριών γλυκού νερού, από τα οποία 160 περίπου είδη καταγράφηκαν το 2015. [16]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. «Πίνδος». Καλλιστώ, Περιβαλλοντική Οργάνωση για την Άγρια Ζωή και τη Φύση. Ανακτήθηκε στις 16 Ιουνίου 2021. 
  2. Νέζης, Κωνσταντίνος. «Γεωγραφία - Τοπογραφία». Όλυμπος, το βουνό των θεών. Ανακτήθηκε στις 16 Ιουνίου 2021. 
  3. «Πελοπόννησος». Project ΑΣΕλΊς. Ανακτήθηκε στις 16 Ιουνίου 2021. 
  4. Tozer, Henry Fanshawe (1873). Lectures on the Geography of Greece. J. Murray. σελίδες 138–140. 
  5. «Vascular plants of Greece: an annotated checklist». IUCN. 11 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 25 Απριλίου 2019. [νεκρός σύνδεσμος]
  6. «"Flora of Greece" Web». Hellenic Botanical Society. Ανακτήθηκε στις 25 Απριλίου 2019. 
  7. 7,0 7,1 «Southeastern Europe: Along the coastline of Greece and Turkey, stretching into Macedonia». Mediterranean forests, woodlands and scrubs. WWF. Ανακτήθηκε στις 25 Απριλίου 2019. 
  8. Hazir, A.; Buyukozturk, H.D. (2013). «Phoenix spp. and other ornamental palms in Turkey: The threat from red palm weevil and red palm scale insects». Emirates Journal of Food and Agriculture 25 (11): 843. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2013-12-24. https://web.archive.org/web/20131224111651/http://ejfa.info/index.php/ejfa/article/viewFile/16500/8873. Ανακτήθηκε στις 2021-06-16. 
  9. 9,0 9,1 This list is derived from the IUCN Red List which lists species of mammals and their distributions.
  10. Karamanlidis, A.A. (2016). «The Mediterranean monk seal Monachus monachus: status, biology, threats, and conservation priorities». Mammal Review 46 (2): 92–105. doi:10.1111/mam.12053. 
  11. «Birding in Greece». NHBS. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2019. 
  12. Gibbons, Bob (2003). Greece. Oxford University Press. σελίδες 87–89. ISBN 978-0-19-850437-5. 
  13. «Artificial Lake Kerkini». Ramsar Sites Information Service. Ramsar. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2019. 
  14. «Nestos delta & adjoining lagoons». Ramsar Sites Information Service. Ramsar. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2019. 
  15. «Evros delta». Ramsar Sites Information Service. Ramsar. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2019. 
  16. Barbieri, R (2015). Freshwater fishes and lampreys of Greece an annotated checklist. Institute of Marine Biological Resources and Inland Water - IMBRIW Hellenic Centre for Marine Research. ISBN 978-960-9798-06-8.