Γιάννης Στεφανέλλης
Ο Γιάννης (Τζων) Στεφανέλλης (Μυτιλήνη, 1915 – Αθήνα, 18/07/2001) υπήρξε σημαντικός Έλληνας σκηνογράφος, με πληθωρική παρουσία στο ελληνικό θέατρο της μεταπολεμικής περιόδου. Φιλοτέχνησε σκηνικά και κοστούμια για έργα ενός ευρύτατου δραματολογικού φάσματος —κυρίως για έργα σύγχρονης ξένης και ελληνικής δραματουργίας— και για πολλές όπερες. Η ενασχόλησή του με έργα του αρχαίου δράματος και της κλασικής δραματουργίας υπήρξε αναλογικά με το σύνολο του έργου του, περιορισμένη.
Γιάννης Στεφανέλλης | |
---|---|
Γέννηση | 1915 Λέσβος |
Θάνατος | 18 Ιουλίου 2001 Αθήνα |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα |
Ιδιότητα | εικαστικός καλλιτέχνης, ζωγράφος, σκηνογράφος και ενδυματολόγος |
Βιογραφικά στοιχεία
ΕπεξεργασίαΟ Γιάννης Στεφανέλλης γεννήθηκε το 1915 στη Μυτιλήνη και μεγάλωσε στην Αθήνα. Προερχόταν από αστική οικογένεια και ο πατέρας του ασχολούνταν με το εμπόριο. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο Δημοτικό Σχολείο του Κωνσταντινίδη και στο Γυμνάσιο του Κολεγίου Αθηνών. Ως εικαστικός καλλιτέχνης ήταν αυτοδίδακτος[1] και δεν φοίτησε σε κάποια πανεπιστημιακή σχολή ή εργαστήριο ζωγραφικής.[2] Αρχικά, ασχολήθηκε με τη ζωγραφική ερασιτεχνικά. Καθοριστικός παράγοντας για την ενασχόλησή του με τη σκηνογραφία και την ενδυματολογία ήταν η γνωριμία του με τον Κάρολο Κουν[2] και τον Γιάννη Τσαρούχη.[3] Κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής του πορείας στο θέατρο, σημαντικό σταθμό για την εξέλιξή του αποτέλεσε ένα ταξίδι μαθητείας στις Η.Π.Α. το 1952, με αφορμή έναν διαγωνισμό σκηνογραφίας, όπου και κέρδισε. Το ταξίδι αυτό τού έδωσε τη δυνατότητα να μελετήσει και να εξοικειωθεί με τη σύγχρονη για την εποχή εκείνη θεατρική τεχνολογία και κυρίως με τον σκηνικό φωτισμό.[4] Από το 1942 μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1990, με αφετηρία και σημείο αναφοράς το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» του Καρόλου Κουν, επιμελήθηκε την όψη παραστάσεων όλων των μεγάλων κρατικών θεάτρων της χώρας (Εθνικό Θέατρο, Λυρική Σκηνή, Κ.Θ.Β.Ε.) αλλά και μεγάλου αριθμού θιάσων του ελεύθερου θεάτρου (Κατερίνας Ανδρεάδη, Κώστα Μουσούρη κ.ά.).[5] Παράλληλα, εργάστηκε και στο εξωτερικό, κυρίως σε λυρικά θέατρα. Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης παρουσίας του στο ελληνικό θέατρο συνεργάστηκε με πολλούς και σημαντικούς σκηνοθέτες τής μεταπολεμικής περιόδου (Κάρολο Κουν, Σπύρο Ευαγγελάτο, Αλέξη Σολομό, Τάκη Μουζενίδη, Πέλο Κατσέλη, Μήτσο Λυγίζο, Μιχάλη Κακογιάννη, Κωστή Μιχαηλίδη κ.ά.). Δίδαξε σκηνογραφία στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, αλλά και ιστορία της παγκόσμιας σκηνογραφίας–ενδυματολογίας σε διάφορα σεμινάρια θεάτρου.[6] Υπήρξε μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος. Πέθανε στις 18 Ιουλίου 2001 και τάφηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Επαγγελματική πορεία
ΕπεξεργασίαΗ εκκίνηση της επαγγελματικής σταδιοδρομίας του Γ. Στεφανέλλη ταυτίστηκε με τη δημιουργία και λειτουργία του Θεάτρου Τέχνης, το 1942, όταν φιλοτέχνησε σκηνικά και κοστούμια για την παράσταση του έργου Η αγριόπαπια του Χένρικ Ίψεν. Η συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» κράτησε τρεις δεκαετίες και απέδωσε σαράντα περίπου παραστάσεις σημαντικών έργων της παγκόσμιας και της ελληνικής δραματουργίας (Βρικόλακες, Στον βυθό, Γυάλινος κόσμος, Πόθοι κάτω από τις λεύκες, Στέλλα Βιολάντη κ.ά.).[7] Γρήγορα καθιερώθηκε ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος, με αποτέλεσμα, παράλληλα με το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν», κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '40 να συνεργαστεί με αρκετούς θιάσους εκείνης της εποχής. Συνέχισε τη συνεργασία του με τον Κ. Κουν και στον θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη (Φαύλος κύκλος, Οι μικρές αλεπούδες, Αντιγόνη κ.ά.), ενώ εργάστηκε σε θιάσους, όπως η Νέα Σκηνή της Μελίνας Μερκούρη και του Νίκου Χατζίσκου (Ανατολικά του Σουέζ, Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι), οι Ενωμένοι Καλλιτέχνες (Θάψτε τους νεκρούς, Φον Δημητράκης, Αδελφοί Καραμάζοφ, Το ξύπνημα κ.ά.), ο θίασος Βάσως Μανωλίδου – Γιώργου Παππά (Βαθιές είναι οι ρίζες), ο θίασος του Κώστα Μουσούρη (Η κληρονόμος, Το προσκήνιο) κ.ά. Το 1950, με τον Ερρίκο Δ΄ (σκηνοθεσία Καρόλου Κουν) άρχισε η συνεργασία του με το Εθνικό Θέατρο. Η συνεργασία αυτή συνεχίστηκε για δεκατρείς παραστάσεις μέσα στα επόμενα τριάντα χρόνια (Ανθή, Ένας ιδανικός σύζυγος, Το φιντανάκι, Οθέλλος κ.ά.).[8] Ευρύτερα, η δεκαετία του '50 αποτέλεσε περίοδο κατά την οποία ο Γ. Στεφανέλλης εργάστηκε —παράλληλα πάντα με το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν»— για πλήθος παραστάσεων σε θιάσους του ελεύθερου θεάτρου, τόσο σε έργα ρεπερτορίου όσο και σε σύγχρονες κωμωδίες. Ενδεικτικά αναφέρονται οι: θίασος Κατερίνας Ανδρεάδη (Έντα Γκάμπλερ, Η κυρά της θάλασσας κ.ά.), θίασος Κώστα Μουσούρη (Ο αρχισιδηρουργός, Λουίζα Μίλερ, Ο ποπολάρος κ.ά.), θίασος Αδαμάντιου Λεμού (Οι θεατρίνοι), θίασος Έλλης Λαμπέτη – Δημήτρη Χορν (Ζιζή, Ο βροχοποιός κ.ά.), θίασος Αλέκου Αλεξανδράκη (Ήταν όλοι τους παιδιά μου, Η έκτη εντολή), Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο Μάνου Κατράκη (Ο ηλίθιος), θίασος Δημήτρη Μυράτ (Το κράτος του θεού), θίασος Μαίρης Αρώνη – Ντίνου Ηλιόπουλου (Η κυρία του κυρίου, Φωνάζει ο κλέφτης), θίασος Μίμη Φωτόπουλου (Ο καλός μας άγγελος, Ο θηριοδαμαστής κ.ά.), θίασος Σοφίας Βέμπο – Ορέστη Μακρή (Εν πλω, Στουρνάρα 288), θίασος Χρήστου Ευθυμίου (Ο χρυσός και ο τενεκές), θίασος Σοφίας Βέμπο – Νίκου Σταυρίδη – Διονύση Παπαγιανόπουλου (Όταν γυρίζουν τα χελιδόνια).
Η επόμενη δεκαετία βρήκε τον Γ. Στεφανέλλη τεχνικό διευθυντή στην Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ), όπου καθιέρωσε μια σειρά από καινοτομίες στον τομέα των σκηνικών υποδομών και στους φωτισμούς με την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών,[9] «οργάνωσε και λειτούργησε την τεχνική διεύθυνση, διηύθυνε τα σκηνογραφικά εργαστήρια και έκανε την πρώτη οργάνωση του φωτογραφικού αρχείου».[10] Στη μακρά θητεία του στην ΕΛΣ (1959–1995) «σχεδίασε σκηνικά και κουστούμια για σαράντα τρεις όπερες, δύο οπερέτες και πέντε χοροδράματα σε 184 παραγωγές και αναβιώσεις παραγωγών»[11] (Ναμπούκκο, Ερνάνης, Τραβιάτα, Έτσι κάνουν όλες, Νόρμα, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος κ.ά.). Παράλληλα με τη σκηνογραφική του δουλειά στην ΕΛΣ, συνέχισε να εργάζεται και στο ελεύθερο θέατρο (Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν», Ηνωμένοι Καλλιτέχναι, θίασος Δημήτρη Χορν, θίασος Βασίλη Διαμαντόπουλου – Μαρίας Αλκαίου, θίασος Έλλης Λαμπέτη, θίασος Λάμπρου Κωνσταντάρα – Μαίρης Χρονοπούλου, θίασος Μήτσου Μυράτ κ.α.). Το 1964, η παράσταση Ο επιθεωρητής υπήρξε η αφετηρία της συνεργασίας του με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ), τόσο σε έργα πρόζας όσο και σε όπερες, κυρίως υπό τη «σκηνοθετική μπαγκέτα» των Μήτσου Λυγίζου και Σπύρου Ευαγγελάτου, αντίστοιχα.[12] Κατά τις δεκαετίες του '70 και του '80 κυριαρχούν οι συνεργασίες του με τις τρεις μεγάλες κρατικές σκηνές και με τον θίασο του Κώστα Μουσούρη —ως τον θάνατο του τελευταίου το 1976—, ενώ εργάστηκε και με το Αμφι–Θέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου (Του Κουτρούλη ο γάμος, 1983 και Το ρωμαϊκό λουτρό, 1987), με το Άρμα Θέσπιδος (Φλαντρώ, 1980/81), με το Θέατρο Παλκοσένικο (Περιμένοντας τον Γκοντό, 1982), με το Θέατρο Αποθήκη της Αλίκης Γεωργούλη (Κάζο κλίνικο, 1983/84) κ.ά. Επιπλέον, στα τέλη της δεκαετίας του '70, ο Γ. Στεφανέλλης επανέρχεται —έπειτα από μακροχρόνια συνειδητή αποχή— στην επιμέλεια της όψης σε παραστάσεις αρχαίου δράματος. Η πρώτη του απόπειρα είχε γίνει το 1945 με την παράσταση Χοηφόροι του Θεάτρου Τέχνης, για την οποία ο Γ. Σιδέρης μεταγενέστερα έγραψε: «σκηνογράφημα που δεν ήτανε καθόλου τυπικό αρχαίο [...] μία ενθύμηση γλυκιά, με ήρεμο κάπως κεραμιδί χρώμα, μέσα στο μικρό χώρο του θεάτρου Αλίκης».[13] Υπό την αιγίδα του Εθνικού Θεάτρου, φιλοτέχνησε σκηνικά και κοστούμια για τις Ικέτιδες του Αισχύλου σε σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου (1977) και για την τραγωδία του Σοφοκλή Οιδίπους τύραννος σε σκηνοθεσία του Τάκη Μουζενίδη (1981). Επίσης, την περίοδο 1980/81 επιμελήθηκε την όψη της παράστασης της τραγωδίας του Ευριπίδη Εκάβη σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Μυράτ. Οι τελευταίες σκηνογραφικές του εργασίες, κατά τη δεκαετία του ΄90, αφορούσαν έργα όπερας στην ΕΛΣ. Στο πέρασμα των χρόνων συνεργάστηκε και με λυρικά θέατρα εκτός Ελλάδας, όπως η Κρατική Όπερα του Βελιγραδίου (Ιούλιος Καίσαρ του Γκέοργκ Φρίντριχ Χέντελ, 1966/67), της Νοτίου Αφρικής (Ντον Τζοβάνι του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ 1971/72, Αΐντα του Τζουζέπε Βέρντι και Νόρμα του Βιντσέντζο Μπελίνι 1972/73), της Ολλανδίας (Ο πρόξενος του Τζιανκάρλο Μενότι, 1978/79) και του Κλάγκενφουρτ (Οθέλλος του Τζουζέπε Βέρντι σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου, 1970/71).[9]
Τέλος, σκηνογράφησε και δύο κινηματογραφικές ελληνικές ταινίες: την ταινία του Αλέκου Σακελλάριου Μαρίνα (1947) και την ταινία του Μάριου Νούσια Να πεθερός, να μάλαμα! (1959), ενώ είχε την καλλιτεχνική διεύθυνση στην ταινία του Μανώλη Σκουλούδη Ένας ντελικανής (1963).
Η σκηνογραφική και ενδυματολογική δουλειά του Γ. Στεφανέλλη γνώρισε την ευρεία αποδοχή των θεατρικών κριτικών της εποχής του. Από τις απαρχές της πορείας του θεωρήθηκε ότι εργάστηκε με εκφραστική δύναμη και τολμηρότητα,[14] ότι με το έργο του υπογραμμίστηκε η λιτότητα των λύσεων,[15] η υπαινικτικότητα[16] και η λειτουργικότητα των κατασκευών.[17] Ως χαρακτηριστικό του γνώρισμα θεωρήθηκε το «αφηρημένο» σύνθετο σκηνικό – ένδυμα,[1] αλλά και η χρήση του σκηνικού φωτισμού για την απόδοση των ψυχογραφικών καταστάσεων των ηρώων ενός έργου. Κατά τις πρώτες δεκαετίες της σκηνογραφικής του πορείας, ο Γ. Στεφανέλλης υλοποίησε τα σκηνικά του εντός του παραδοσιακού box–set, με τους περιορισμούς και τα τετριμμένα στοιχεία που ενείχε αυτού του είδους η σκηνογραφία. Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό κατέφευγε σε μικρά οπτικά τεχνάσματα, όπως η χρήση έντονων χρωμάτων σε σκηνικά κοστούμια —όταν το επέτρεπε η ατμόσφαιρα του έργου— και κυρίως οι εναλλαγές του φωτισμού.[18] Ενδεικτική ως προς τη χρήση του φωτισμού από τον Γ. Στεφανέλλη υπήρξε η τελική σκηνή στην παράσταση Η κληρονόμος (Θέατρο Μουσούρη, 1949), όπου το δραματικό φινάλε υπογραμμιζόταν με την απόλυτη συσκότιση της σκηνής και με μοναδική πηγή φωτός επί σκηνής τη λάμπα που κρατούσε η πρωταγωνίστρια καθώς ανέβαινε αργά τη σκάλα του σκηνικού.[19] Στις περιπτώσεις όπου η μορφή τής σκηνής δεν επέτρεπε τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος «των τριών τοίχων», όπως η σκηνή στο θέατρο Ορφέας του Θεάτρου Τέχνης, ο Γ. Στεφανέλλης επέλεξε τη λύση της κατάργησης οποιουδήποτε φόντου και την υποδήλωση του εκάστοτε χώρου με τη χρήση επίπλων και άλλων σκηνικών αντικειμένων, σε συνδυασμό πάντα με τον υποβλητικό φωτισμό.[20] Μέσα από το εικαστικό θεατρικό του έργο, η κριτική διέγνωσε ως βασικά στοιχεία της καλλιτεχνικής του φυσιογνωμίας την ευαισθησία, τη δημιουργική ευφυΐα, την πειθαρχημένη φαντασία, την ιστορική αντίληψη, τη διεισδυτικότητα. Επιπλέον, σε αρκετές περιπτώσεις τού αναγνώρισε ότι πέτυχε να εκφράσει εικαστικά τη βαθύτερη ποίηση των κειμένων, ανεξάρτητα από το δραματικό είδος στο οποίο αυτά ανήκαν.
Παραστασιογραφία
ΕπεξεργασίαΚατάλογος ελληνικών θεατρικών παραστάσεων, στις οποίες ο Γ. Στεφανέλλης εργάστηκε ως σκηνογράφος ή/και ενδυματολόγος.
Όλες οι πληροφορίες προέρχονται από το έντυπο πρόγραμμα της κάθε παράστασης ή/και από σχετικά δελτία τύπου.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 Ενδυμασία Θεάτρου: Εθνικό Θέατρο. Αθήνα: Εθνικό Θέατρο. 2003. σελ. 80.
- ↑ 2,0 2,1 Τσούχλου, Δ. και Μπαχαριάν, Α. Η σκηνογραφία στο νεοελληνικό θέατρο. Αθήνα: Άποψη, 1985, σ. 160–161.
- ↑ Ματθιόπουλος, Ευγένιος, επιμ. (2000). Λεξικό Ελλήνων καλλιτεχνών: ζωγράφοι - γλύπτες - χαράκτες , 16ος - 20ος αιώνας. Τόμος 4: Πατ-Ω. Αθήνα: Μέλισσα. σελ. 232.
- ↑ Τσούχλου, Δ. και Μπαχαριάν, Α. ό.π.
- ↑ Έλληνες σκηνογράφοι, ενδυματολόγοι και αρχαίο δράμα (Έκθεση, 1999). Αθήνα: ΕΚΠΑ – Τμήμα Θεατρικών Σπουδών. 1999. σελ. 222. ISBN 9602145811.
- ↑ Αλτουβά, Αλεξία (2018). «Το Αμφι-Θέατρο ως πυρήνας υποδοχής, διαμόρφωσης κι ανάδειξης νέων ηθοποιών». Σκηνή και ΑμφιΘέατρο. Αφιέρωμα στον Σπύρο Α. Ευαγγελάτο (Πρακτικά Συνεδρίου, Μάρτιος 2016). Αθήνα: ΕΚΠΑ – Τμήμα Θεατρικών Σπουδών. σελ. 312. ISBN 978-618-82918-7-4.
- ↑ «Αρχείο Θεάτρου Τέχνης: Παραστάσεις». Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» Καρόλου Κουν. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Απριλίου 2019. Ανακτήθηκε στις 18 Αυγούστου 2020.
- ↑ «Πρόσωπα: Στεφανέλλης, Γιάννης». Εθνικό Θέατρο – Ψηφιοποιημένο Αρχείο. Ανακτήθηκε στις 28 Αυγούστου 2020.
- ↑ 9,0 9,1 Τσούχλου, Δ. και Μπαχαριάν, Α. Η σκηνογραφία στο νεοελληνικό θέατρο. Αθήνα: Άποψη, 1985, σ. 163.
- ↑ «Γιάννης Στεφανέλλης, Σκηνογράφος, Ενδυματολόγος». Εθνική Λυρική Σκηνή – Εικονικό Εκπαιδευτικό Μουσείο. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2020.
- ↑ «Γιάννης Στεφανέλλης, Σκηνογράφος, Ενδυματολόγος». Εθνική Λυρική Σκηνή – Εικονικό Εκπαιδευτικό Μουσείο. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2020.
- ↑ «Συντελεστές: Στεφανέλλης, Γιάννης». Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος – Ψηφιακή Βιβλιοθήκη. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2020.
- ↑ Σιδέρης, Γιάννης (1972). «Το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» του Καρόλου Κουν». Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» 1942–1972. Αθήνα.
- ↑ Ενδυμασία Θεάτρου: Εθνικό Θέατρο. Αθήνα: Εθνικό Θέατρο. 2003. σελ. 80.
- ↑ Βαρίκας, Βάσος. «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι», στο Β. Βαρίκας Κριτική θεάτρου: επιλογή 1961–1971. Αθήνα: [χ.ό.], [1972], σ. 46.
- ↑ Πλωρίτης, Μάριος. «Το θέατρο. Ερρίκος Δ' του Λουίτζι Πιραντέλλο, Εθνικό θέατρο», Ελευθερία [Αθήνα], 24/11/1950, σ. 2.
- ↑ Βαρβέρης, Γιάννης. «Δεύτερος Στρατίεβ στο "Αμφι-Θέατρο" (Ρωμαϊκό λουτρό)», στο Γ. Βαρβέρης, Η κρίση του θεάτρου, Β': κείμενα θεατρικής κριτικής (1984–1989). Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1991, σ .242.
- ↑ Κοντογιώργη, Αναστασία. Η σκηνογραφία του ελληνικού θεάτρου 1930–1960. Θεσ/νίκη: University Studio Press, 2000, σ. 199.
- ↑ Κοντογιώργη, Αναστασία. ό.π., σ. 199.
- ↑ Κοντογιώργη, Αναστασία. ό.π., σ. 200.
Βιβλιογραφία
Επεξεργασία- Αλτουβά, Αλεξία. «Το Αμφι–Θέατρο ως πυρήνας υποδοχής, διαμόρφωσης κι ανάδειξης νέων ηθοποιών», στο Σκηνή και ΑμφιΘέατρο. Αφιέρωμα στον Σπύρο Α. Ευαγγελάτο (Πρακτικά συνεδρίου, Μάρτιος 2016). Αθήνα: ΕΚΠΑ–Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, 2018.
- Βαρβέρης, Γιάννης. «Δεύτερος Στρατίεβ στο "Αμφι–Θέατρο" (Ρωμαϊκό λουτρό)», στο Γ. Βαρβέρης Η κρίση του θεάτρου, Β': κείμενα θεατρικής κριτικής (1984–1989). Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1991.
- Βαρίκας, Βάσος. «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι», στο Β. Βαρίκας Κριτική θεάτρου: επιλογή 1961–1971. Αθήνα: [χ.ό.], [1972].
- Έλληνες σκηνογράφοι, ενδυματολόγοι και αρχαίο δράμα (Έκθεση, 1999). Αθήνα: ΕΚΠΑ – Τμήμα Θεατρικών Σπουδών. 1999.
- Ενδυμασία Θεάτρου: Εθνικό Θέατρο (Έκθεση, 2003). Αθήνα: Εθνικό Θέατρο, [2003].
- Ίχνη του εφήμερου: θεατρικά κοστούμια. Θεσ/νίκη: Κ.Β.Θ.Ε. [2018].
- Κοντογιώργη, Αναστασία. Η σκηνογραφία του ελληνικού θεάτρου 1930–1960. Θεσ/νίκη: University Studio Press, 2000.
- Ματθιόπουλος Ευγένιος (επίμ.). Λεξικό Ελλήνων καλλιτεχνών: ζωγράφοι –γλύπτες – χαράκτες , 16ος – 20ος αιώνας. Τόμος 4: Πατ–Ω. Αθήνα: Μέλισσα, 2000.
- Πλωρίτης, Μάριος. «Το θέατρο. Ερρίκος Δ’ του Λουίτζι Πιραντέλλο, Εθνικό θέατρο», Ελευθερία [Αθήνα], 24/11/1950.
- Σιδέρης, Γιάννης. «Το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» του Καρόλου Κουν», στο Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» 1942–1972. Αθήνα: [χ.ό.], 1972.
- Τσούχλου, Δ. και Μπαχαριάν, Α. Η σκηνογραφία στο νεοελληνικό θέατρο. Αθήνα: Άποψη, 1985.
Ηλεκτρονικές Πηγές
Επεξεργασία- Εθνική Λυρική Σκηνή – Εικονικό Εκπαιδευτικό Μουσείο
- Εθνικό Θέατρο Ελλάδας – Ψηφιοποιημένο Αρχείο
- Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Ε.Λ.Ι.Α.)
- Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» Καρόλου Κουν – Αρχείο Παραστάσεων
- Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος – Ψηφιακή Βιβλιοθήκη
- Ταινιοθήκη της Ελλάδος – Ψηφιακή Συλλογή Αρχειοθετήθηκε 2020-09-16 στο Wayback Machine.